Σήμερα εξανιστάμεθα! Αναπλάθουμε το μύθο. Τον κάνουμε ιστορία…
Ο βασανισµένος πρίγκηπας, Αλκµέωνας, περιφερόταν σαν τρελός στις σκονισµένες ατραπούς της ηπειρωτικής Αιτωλίας. Είχε ορκιστεί να επιστρέψει σ’ αυτή τη µαγευτική περιοχή, που βασίλευαν καταπράσινοι αγροί -κατάµεστοι µε δηµητριακά -, κι έβοσκαν οι ιερές αγελάδες στ’ απέραντα λιβάδια της.
Θυµόταν µε νοσταλγία αυτή την επιβλητική χώρα όταν – χρόνια πριν – συνόδευσε τον αδελφικό του φίλο και θείο Διοµήδη στην εκστρατεία εναντίων των σφετεριστών του Θρόνου του βασιλιά Οινέα, του αγαπηµένου παππού του Τυδεΐδη. Λίγο µόλις καιρό πριν σαλπάρουν για την Τροία, είχαν µάθει το τραγικό γεγονός. Ο αρχοντικός γέρο Οινέας είχε πέσει θύµα δολοφονίας στο δρόµο για το Άργος όταν προσπαθούσε να ξεφύγει από το στυγνό κυνήγι των γιων του αδελφού του Αγρίου, Κελεύτωρα, Λυκωπέα και Μελάνιπου που είχαν σφετεριστεί το θρόνο της υστεροελλαδικής Αιτωλίας. Χαµογέλασε σαν θυµήθηκε την ανδρεία αλλά και την επιδεξιότητα µε την οποία αγωνιζόταν ο Αιτωλός φίλος του. Σα να µην συνέβαινε τίποτα. Η νοηµοσύνη και η διορατικότητα του ξεχώριζε πάνω κι απ’ αυτή ακόµα την παλικαριά του. Οι τρεις επιβήτορες έπεσαν ένας – ένας νεκροί κάτω από το υπέρογκο σπαθί του γιου του Τυδέα. Στον ίδιο είχε παραχωρήσει την τιµή να τιµωρήσει µε τον στυγερότερο τρόπο τον νεότερο από τους πραξικοπηµατίες, Πρόθοο.