Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2010

Μια στρατηγική επιβίωσης για την Ευρωζώνη .

Του Νούριελ Ρουμπίνι

 

Μετά την κρίση της Ελλάδας και της Ιρλανδίας και τη διάδοση της χρηματοπιστωτικής ‘μόλυνσης’ στην Πορτογαλία, την Ισπανία αλλά ενδεχομένως και την Ιταλία, η Ευρωζώνη έχει περιέλθει σε σοβαρή κρίση. Υπάρχουν τρία πιθανά σενάρια: το σενάριο ‘το παλεύουμε κουτσά στραβά’, που βασίζεται στην παρούσα προσέγγιση ‘χορηγούμε δάνεια και προσευχόμαστε’, της διάρρηξης που συνδέεται με την πιθανότητα άτακτης αναδιάρθρωσης του χρέους και εξόδου από το ευρώ των ασθενέστερων μελών και το σενάριο της εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης που ενέχει κάποιο τύπο δημοσιονομικής ένωσης.

 

Το σενάριο ‘το παλεύουμε κουτσά στραβά’ – με την παροχή χρηματοδότησης στα κράτη μέλη που βρίσκονται υπό πίεση, υπό τον όρο ότι θα προχωρήσουν σε δημοσιονομική προσαρμογή και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και με την ελπίδα ότι τα κράτη αυτά έχουν πρόβλημα ρευστότητας και όχι φερεγγυότητας – δημιουργεί μια άκρως ασταθή ισορροπία. Στην πραγματικότητα, αν δεν υιοθετηθούν σύντομα θεσμικές μεταρρυθμίσεις και άλλα πολιτικά μέτρα που θα οδηγήσουν στην εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και την αποκατάσταση της ανάπτυξης στην ευρωπαϊκή περιφέρεια, αυτή η προσέγγιση μπορεί να οδηγήσει στο σενάριο της άτακτης διάρρηξης της Ευρωζώνης
Η κρίση άρχισε όταν το μεγάλο ιδιωτικό χρέος μετατράπηκε κατά τη διάρκεια της ύφεσης σε δημόσιο χρέος και δημόσια ελλείμματα. Η ύφεση οδήγησε δηλαδή στον αποπροσανατολισμό των δημόσιων οικονομικών και οι ζημίες του ιδιωτικού τομέα κοινωνικοποιήθηκαν μέσα από τη διάσωση των χρηματοπιστωτικών συστημάτων. Στα προβληματικά κράτη που έχασαν την πρόσβαση στις αγορές – Ελλάδα και Ιρλανδία – χορηγήθηκαν κεφάλαια διάσωσης από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Ευρωπαϊκή Ένωση.  Αλλά κανείς οργανισμός δεν θα θελήσει να παράσχει νέα κεφάλαια διάσωσης σε αυτά τα κράτη αν αποδειχτούν αφερέγγυα. Συνεπώς, η σημερινή στρατηγική της μετάθεσης του προβλήματος κάπου στο μέλλον σύντομα θα αγγίξει στα όρια της και τότε θα απαιτείται ένα διαφορετικό σχέδιο για τη διάσωση της Ευρωζώνης.
Η πρώτη απαραίτητη θεσμική μεταρρύθμιση αφορά την ουσιαστική μεγέθυνση των επίσημων διαθέσιμων πόρων, πράγμα που σημαίνει μια – σχεδόν – δημοσιονομική ένωση. Οι σημερινοί διαθέσιμοι πόροι αρκούν για τη σωτηρία της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας, αλλά δεν είναι δυνατόν να αποτρέψουν τις αυτοεκπληρούμενες προφητείες μαζικής ‘φυγής’ των επενδυτών από τα κρατικά και τραπεζικά ομόλογα της Ισπανίας και άλλων κρατών-μελών της Ευρωζώνης που βρίσκονται υπό την πίεση των αγορών. Επομένως, ακόμα κι αν οι χώρες αυτές προχωρήσουν στη λήψη των απαραίτητων δημοσιονομικών και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, θα παραμείνει η ανάγκη για δραστική αύξηση των διαθέσιμων πόρων. Από τη στιγμή που λόγω της διάχυτης νευρικότητας των αγορών, κανείς από τους επενδυτές δεν θα θέλει να είναι ο τελευταίος σε περίπτωση μαζικού ξεπουλήματος ομολόγων, μια άτακτη ... φυγή προς την έξοδο είναι εξαιρετικά πιθανή αν οι διαθέσιμοι πόροι δεν επαρκούν.
Ελλείψει μιας πλήρους δημοσιονομικής ένωσης – ή μιας παραλλαγής της μέσα από τη μορφή των κοινών ευρωομολόγων – η αύξηση των επίσημων πόρων μπορεί να γίνει μέσα από την αύξηση των κονδυλίων του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και τη δέσμευση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για σημαντική ποσοτική ενίσχυση του προγράμματος  αγορών μακροπρόθεσμων ομολόγων και παροχής ρευστότητας στις τράπεζες. Και από τη στιγμή που μια δημοσιονομική ένωση οποιουδήποτε τύπου προϋποθέτει ότι οι χώρες του ευρωπαϊκού πυρήνα θα καταλήξουν να χρηματοδοτούν σε σταθερή βάση τις χώρες της περιφέρειας, μόνο μια επίσημη απώλεια της δημοσιονομικής κυριαρχίας των χωρών αυτών – μέσα από μια αξιόπιστη δέσμευσή τους στη μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη δημοσιονομική πειθαρχία – μπορεί να υπερνικήσει τη σημερινή πολιτική αντίσταση της Γερμανίας και των υπολοίπων χωρών του Βορρά.
Αλλά ακόμη και η μεγέθυνση των διαθέσιμων πόρων δεν επαρκεί για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αφερεγγυότητας της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και ενδεχομένως της Πορτογαλίας και της Ισπανίας. Κατά συνέπεια, απαιτείται μια δεύτερη δέσμη πολιτικών μέτρων και θεσμικών μεταρρυθμίσεων προκειμένου να διασφαλιστεί ότι όλοι οι μη ασφαλισμένοι πιστωτές των τραπεζών και των άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων θα υποχρεωθούν σε ζημιές – ή ‘κούρεμα’ επί των απαιτήσεών τους. Αυτό είναι άκρως απαραίτητο προκειμένου να αποτραπεί η περαιτέρω μετακύλιση ιδιωτικού χρέους προς τους εθνικούς προϋπολογισμούς που θα οδηγήσει σε περαιτέρω έκρηξη του δημόσιου χρέους. Και αν η εύτακτη επιβολή ‘κουρέματος’ στους μη ασφαλισμένους πιστωτές ομολόγων υψηλής εξασφάλισης απαιτεί ένα νέο υπερεθνικό καθεστώς για το κλείσιμο των αφερέγυων  ευρωπαϊκών τραπεζών, αυτό το καθεστώς πρέπει να υιοθετηθεί χωρίς περαιτέρω καθυστερήσεις.
Κατ’ αναλογία, δεν είναι δυνατό υπερεθνικοί οργανισμοί να συνεχίσουν να διασώζουν κράτη που δεν αντιμετωπίζουν πρόβλημα ρευστότητας αλλά αφερεγγυότητας. Επομένως, σε συνδυασμό με το καθεστώς εύτακτης αναδιάρθρωσης του χρέους των τραπεζών, η Ευρώπη πρέπει να προχωρήσει, και μάλιστα νωρίς, στην εύτακτη αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους των προβληματικών κρατών. Τυχόν αναμονή μέχρι το 2013 προκειμένου να ληφθούν οι αποφάσεις σχετικά με την αναδιάρθρωση, όπως προτείνει η Γερμανίδα καγκελάριος Αγγέλα Μέρκελ, θα επιφέρει καίριο πλήγμα στην επενδυτική εμπιστοσύνη, γιατί η αναδιάρθρωση τότε θα συνεπάγεται πολύ μεγαλύτερες ζημιές για όσους ιδιώτες πιστώτες έχουν απομείνει να κατέχουν κρατικά ομόλογα.
Κατά συνέπεια η εύτακτη αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους πρέπει γίνει μέσα στο 2011 ώστε να περιοριστούν οι ζημιές των πιστωτών. Αν η αναδιάρθρωση γίνει το 2011, η Ευρωζώνη μπορεί να αποφύγει το τυπικό ‘κούρεμα’ επί της ονομαστικής αξίας των ομολόγων μέσα από την ανταλλαγή των παλαιών ομολόγων με νέα που θα περιλαμβάνουν μόνο παράταση της διάρκειας αποπληρωμής και ένα επιτόκιο χαμηλότερο από τα σημερινά μη βιώσιμα επιτόκια της αγοράς. Η αναμονή για την αναδιάρθρωση των μη βιώσιμων χρεών θα οδηγήσει μόνο σε άτακτες εξελίξεις και σε μεγέθυνση των ζημιών για ορισμένους ιδιώτες πιστωτές.
Τέλος, η Ευρώπη χρειάζεται πολιτικά μέτρα που θα αποκαταστήσουν την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη στην περιφέρεια της Ευρωζώνης, όπου αυτή τη στιγμή είτε υπάρχει ύφεση  (Ελλάδα, Ισπανία, Ιρλανδία) είτε ελάχιστη ανάπτυξη (Ιταλία και Πορτογαλία). Δίχως ανάπτυξη θα αποδειχτεί εξαιρετικά δύσκολη η σταθεροποίηση του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους καθώς και των δημοσίων ελλειμμάτων ως αναλογία του ΑΕΠ – ο πιο σημαντικός δείκτης βιωσιμότητας των δημοσίων οικονομικών. Επιπλέον, χωρίς ανάπτυξη, οι κοινωνικές και πολιτικές αντιδράσεις απέναντι στις οδυνηρές πολιτικές περικοπών θα καταλήξουν στην υπονόμευση της λιτότητας και των μεταρρυθμίσεων.
Δυστυχώς, και τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, η δημοσιονομική λιτότητα και οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις έχουν υφεσιακές και αποπληθωριστικές επιπτώσεις. Επομένως χρειάζονται άλλες πολιτικές για την αποκατάσταση της ανάπτυξης. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα  πρέπει να προχωρήσει σε σημαντική περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής της προκειμένου να δώσει ώθηση στην ανάπτυξη, με ένα πιο ασθενές ευρώ το οποίο θα στηρίξει την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Αλλά και η Γερμανία θα πρέπει να καθυστερήσει τη δημοσιονομική της σταθεροποίηση. Κάτι που μπορεί να κάνει είναι να μειώσει τη φορολογία της για κάποια χρόνια έτσι ώστε να δώσει ώθηση και στη δική της ανάπτυξη αλλά και – μέσω του εμπορίου – στην ανάπτυξη της περιφέρειας.
Μέσα στους επόμενους μήνες θα δούμε αν οι Ευρωπαίοι πολιτικοί θα μπορέσουν να κάνουν συμβιβασμούς και να θέσουν σε εφαρμογή μεταρρυθμίσεις που θα περιορίσουν τον κίνδυνο διάρρηξης της Ευρωζώνης. Είτε η Ευρωπαϊκή Ένωση θα κινηθεί προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης μιας σταθερής ισορροπίας μέσω της εμβάθυνσης της ολοκλήρωσης, είτε ο κίνδυνος άτακτης διάρρηξης της Ευρωζώνης θα ενισχυθεί σημαντικά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.