Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2011

Τα δάνεια της ανεξαρτησίας και της εξάρτησης.

 




 
Οι κλέφτες με τις ρεντικότες και οι κλέφτες ρεντίκολα...
*Οι φωτογραφίες στο κείμενο προστέθηκαν από τον Αλφειό.  
ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΔΑΝΕΙΟ
Τα δάνεια της ανεξαρτησίας και της εξάρτησης


του Γιάννη Παπαχρήστου
από Παλούμπα

Με τη δραματική εξέλιξη που είχε τον τελευταίο καιρό η υπόθεση του δανεισμού της χώρας μας, έγινε επίκαιρη η ιστορία των εθνικών δανείων. Η ιστορία αυτή είναι παλαιά όσο και το νέο ελληνικό κράτος ή, ακριβέστερα, αρχίζει από πριν, από το 1824, όταν το κράτος εκυοφορείτο.
Το πρώτο εθνικό δάνειο λοιπόν συνήφθη το 1824 και θα έχει ενδιαφέρον, πιστεύω, η αναφορά σε αυτό.
Οι ομοιότητες και οι διαφορές του δανείου του 1824 και των σημερινών δανείων είναι πολλές. Βασική διαφορά είναι ότι το δάνειο εκείνο, όπως και αυτό που ακολούθησε (1825), το συνομολόγησε ένας λαός που είχε αποδυθεί σε μακροχρόνιο αιματηρό πόλεμο για την απόκτηση της ελευθερίας του και χρειαζότανε πολεμοφόδια. Γι’ αυτό και τα δάνεια αυτά αποκλήθηκαν δάνεια της ανεξαρτησίας. Τα δάνεια των ημερών μας έγιναν για να κατασπαταληθούν και φαγωθούν και να καταλήξουν να φέρουν εδώ τους δανειστές να κάνουν κουμάντο. Δεν θα είναι λοιπόν λάθος αν ονομαστούν δάνεια της εξάρτησης.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά:

Από τον Ιούλιο του 1822 που έγινε η καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια έως τον Φεβρουάριο του 1825 που αποβιβάστηκαν τα στρατεύματα του Ιμπραήμ στα μεσσηνιακά παράλια, η επαναστατημένη Ελλάδα ανέπνευσε αέρα ελευθερίας. Η Πελοπόννησος, όπου και η έδρα του Βουλευτικού και του Εκτελεστικού, είχε σχεδόν όλη απελευθερωθεί. Σε τούρκικα χέρια παρέμεναν μόνο τα κάστρα της Πάτρας, της Μεθώνης και της Κορώνης.
Για το μεσοδιάστημα αυτό (1822-1825), η ιστορία καταγράφει δύο σημαντικά γεγονότα.
Το πρώτο είναι πανάρχαιο συνήθειο. Είναι η διχόνοια. Πόλεμος άρχισε μεταξύ των πολιτικών παρατάξεων, με φονικές συμπλοκές, λεηλασίες και άλλες πράξεις βίας. Η απόβαση του Αιγύπτιου στρατάρχη στην Πελοπόννησο βρήκε τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη φυλακισμένο στην Ύδρα. Αν δεν υπήρχε ο εμφύλιος πόλεμος και οι Έλληνες καρτέραγαν τον εισβολέα στη θάλασσα και την ξηρά, ίσως ο Ιμπραήμ να είχε την τύχη του Δράμαλη.
Το δεύτερο σημαντικό γεγονός της περιόδου 1822-1825 είναι η σύναψη εθνικού δανείου.
Το επαναστατημένο έθνος, παράλληλα με την πολεμική δράση, είχε ανάγκη βέβαια να αποκτήσει και στοιχειώδη πολιτική οργάνωση. Αυτό έγινε με την εθνική συνέλευση της Επιδαύρου τον Ιανουάριο του 1822. Εδημιουργήθησαν δύο εξουσίες, το Βουλευτικό και το Εκτελεστικό, που ήσαν κάτι ανάλογο προς τη σημερινή Βουλή και την Κυβέρνηση.
Το οικονομικό πρόβλημα που αντιμετώπιζε η κυβέρνηση ήταν δυσεπίλυτο. Τα έξοδα πολλά, τα έσοδα λίγα. Συγκεκριμένα, στον προϋπολογισμό του 1822 τα προβλεπόμενα έσοδα ήταν το 1/3 των εξόδων, χωρίς και αυτά τα λίγα έσοδα να είναι βέβαια. Τα έξοδα αφορούσαν κυρίως τον εξοπλισμό του στόλου, τα πολεμοφόδια γενικώς, τη μισθοτροφοδοσία των στρατιωτών στη θάλασσα και τη στεριά. Τυχόν περιορισμός τους θα εσήμαινε ανακοπή της επανάστασης.

Το δάνειο*
Ήταν, επομένως, αναγκαίος ο εξωτερικός δανεισμός, αφού εσωτερικοί πόροι δεν μπορούσαν να υπάρξουν. Εξάλλου, ένα δάνειο από ισχυρή ευρωπαϊκή χώρα, εκτός από οικονομική θα είχε και πολιτική σημασία, γιατί ο κρατικός οργανισμός που είχε δημιουργηθεί με την επανάσταση στην Ελλάδα θα αναγνωριζόταν, έστω και εμμέσως, ως ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος.
Τις ενέργειες για το δάνειο κατηύθυνε κυρίως ο Κωνσταντινουπολίτης Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, που ήταν Γενικός Γραμματέας του Εκτελεστικού και κατόπιν έγινε πρόεδρος του Βουλευτικού.
Αποφασίστηκε να φύγει για την Ευρώπη προς αναζήτηση δανείου ο Ανδρέας Λουριώτης. Ο Λουριώτης καταγόταν από την Ήπειρο. Είχε σπουδάσει οικονομικά στη Γερμανία και στη Γαλλία και είχε ευρωπαϊκό αέρα.
Ο Έλληνας απεσταλμένος περιήλθε την Ιταλία, Ισπανία και Πορτογαλία χωρίς αποτέλεσμα και κατά τον Ιανουάριο του 1823 κατέληξε στην Αγγλία.
Τα πράγματα ήταν δύσκολα. Η αγγλική κυβέρνηση, όπως και οι άλλες ευρωπαϊκές κυβερήσεις, δεν έβλεπαν ευνοϊκά την ελληνική επανάσταση. Οι κεφαλαιούχοι εξάλλου δυσκολεύονταν να ρισκάρουν τα λεφτά τους, δανείζοντας μια πάμπτωχη χώρα με αμφισβητούμενη κρατική υπόσταση και επί πλέον μαστιζόμενη από εμφύλιο πόλεμο.
Αντίθετα όμως προς τις κυβερνήσεις, στους λαούς και περισσότερο στις ανώτερες τάξεις είχε δημιουργηθεί ένα κλίμα συμπαθείας για τους αγωνιζόμενους Έλληνες. Στο Λονδίνο συνεστήθη το φιλελληνικό κομιτάτο από ογδόντα επτά επιφανείς Άγγλους (βουλευτές, στρατιωτικούς, διανοούμενους κ.λπ.), εκπρόσωπος των οποίων ορίστηκε ο λόρδος Βύρων.
Το κομιτάτο βοήθησε πολύ τον Λουριώτη να έλθει σε επαφή με τραπεζίτες και να πεισθούν αυτοί να συζητήσουν για δάνειο.
Στην Ελλάδα χρειάστηκαν μερικοί μήνες ώσπου να οριστούν και να αναχωρήσουν για την Αγγλία οι εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποι που θα διαπραγματεύονταν και θα υπέγραφαν το δάνειο. Η καθυστέρηση δεν οφειλόταν μόνο στην αδυναμία της κυβέρνησης να εξεύρει τα χρήματα για τα έξοδα μετάβασης της επιτροπής στο Λονδίνο. Αυτό οικονομήθηκε τελικώς με δάνειο που έδωσε ο λόρδος Βύρων. Η καθυστέρηση προήλθε κυρίως από τη διαφωνία ως προς την επιλογή των προσώπων.
Η επιτροπή αποτελέστηκε τελικώς από τον Ανδρέα Λουριώτη, τον Σπετσιώτη Καραβοκύρη Ιωάννη Ορλάνδο και τον Ιωάννη Ζαΐμη. Στο Λονδίνο ορίστηκε Γραμματέας της επιτροπής ο Αναστάσιος Πολυζωίδης, ο μετέπειτα αποκληθείς «εθνικός δικαστής».
Οι Έλληνες απεσταλμένοι είχαν να αντιπαλαίψουν στο Λονδίνο σε πολλά μέτωπα και με ποικίλα συμφέροντα. Κυρίως έπρεπε να κάμψουν τη δυσπιστία των τραπεζιτικών κύκλων ως προς τη φερεγγυότητα των Ελλήνων. Η επιφυλακτικότητα αυτή των τραπεζιτών ήταν βέβαια εκ των πραγμάτων δικαιολογημένη, σίγουρα όμως είχε μέσα της και σκοπιμότητα για την επίτευξη καλύτερων όρων για τους κερδοσκόπους δανειστές. (Κάτι μας θυμίζουν αυτά.)
Μετά από επίπονες διαπραγματεύσεις, κατά τις οποίες οι Άγγλοι τραπεζίτες έθεταν όλο και πρόσθετους όρους, επετεύχθη τελικώς συμφωνία. Η συμφωνία υπεγράφη σε επίσημη τελετή στο Λονδίνο στις 20 Φεβρουαρίου 1824.
Το δάνειο ήταν ονομαστικής αξίας 800.000 λιρών στερλινών, σε τιμή έκδοσης 59%. Αυτό απλά σημαίνει ότι η Ελλάδα θα παρέδιδε στον εκδότη του δανείου (τραπεζιτικός οίκος Λόφναν και Ο. Μπράιεν) 800 ομόλογα ονομαστικής αξίας 1.000 λιρών έκαστο, ήτοι συνολικής αξίας 800.000 λιρών, και θα έπαιρνε 472.000 λίρες (59%). Ο τόκος ορίστηκε σε 5% και το χρεωλύσιο 1% επί της ονομαστικής αξίας. Προθεσμία εξόφλησης δανείου 36 έτη.
Και μακάρι να έπαιρνε η Ελλάδα στο χέρι τις 472.000 λίρες. Από αυτά εκρατήθησαν προκαταβολικώς τόκοι δύο ετών (80.000 λίρες), χρεωλύσιο δύο ετών (16.000), προμήθεια (11.000), διάφορα έξοδα (5.300) και εγγύηση για το δεύτερο δάνειο που επρόκειτο να χορηγηθεί (27.500). Έμειναν στη διάθεση της ελληνικής κυβέρνησης 332.200 λίρες από τις 800.000 που χρεώθηκε. Σκέτη ληστεία!
Από το ποσό των 332.000 λιρών αφαιρέθηκαν 9.900 για αγορά πολεμοφοδίων, 10.900 για έξοδα της επιτροπής, 4.000 για επιστροφή των δανεικών στο λόρδο Βύρωνα, 2.400 που εστάλησαν απευθείας στο Μεσολόγγι και έτσι έφτασαν στην Ελλάδα, κατόπιν περιπετειών και κατά δόσεις, 305.000 λίρες.
Για τους ανωτέρω λογαριασμούς βασίστηκα στο βιβλίο του Τάσου Λιγνάδη. Άλλοι συγγραφείς παρουσιάζουν κάποια απόκλιση ως προς το ποσό που έφτασε τελικώς στην Ελλάδα.
Ως εγγύηση από μέρους του ελληνικού κράτους μπήκαν για μεν την πληρωμή του κεφαλαίου τα εθνικά κτήματα, για δε την πληρωμή των τόκων όλα τα δημόσια έσοδα.
Τα χρήματα του δανείου θα στέλνονταν κατά δόσεις μέσω τράπεζας της αγγλοκρατούμενης τότε Ζακύνθου.
Η ελληνική κυβέρνηση εξέδωσε θέσπισμα με πέντε όρους, με τους οποίους θα εξασφαλιζόταν η καλή και επωφελής χρήση του δανείου. (Σαν κάτι να μας θυμίζουν αυτά.)
Για την παρακολούθηση της διάθεσης του δανείου συστήθηκε επιτροπή η οποία και θα έδινε την έγκριση για την καταβολή κάθε δόσης. (Και αυτό κάτι θυμίζει.) Η επιτροπή απαρτίστηκε από τρεις Άγγλους, στους οποίους προστέθηκε κατόπιν επίμονης απαίτησης της ελληνικής πλευράς και ένας Έλληνας (Λάζαρος Κουντουριώτης).
Οι δύο πρώτες δόσεις του δανείου, μετά από διάφορα προσκόμματα των Άγγλων, έφτασαν, επί τέλους, στο Ναύπλιο περί τα τέλη Ιουλίου 1824. Κάπως αργά... Η κυριότερη ανάγκη που θα εκάλυπτε το δάνειο ήταν ο εξοπλισμός του στόλου για να αποπλεύσει στο ανατολικό Αιγαίο προς αντιμετώπιση των Τούρκων. Ήδη όμως τα Ψαρά είχαν γίνει «έρημη γη» (Ιούνιος 1824).
Για τη χρήση του δανείου εγράφησαν πολλά. Γενικώς μπορούμε να πούμε ότι έγινε σωστή διαχείριση και το μέγιστο μέρος εχρησιμοποιήθη για τις πολεμικές ανάγκες του έθνους.
Δεν έλειψαν όμως και οι παρεκτροπές. Έξαφνα ο αριθμός των στρατιωτών αυξήθηκε (στα χαρτιά εννοείται) και οι καπεταναίοι έπαιρναν παραπανίσια χρήματα για το σιτηρέσιό τους. (Και αυτό σαν κάτι να θυμίζει.)
Φυσικά είχαμε και τα πικρόχολα και σαρκαστικά σχόλια των ξένων. Οι TIMES του Λονδίνου έγραψαν, μεταξύ των άλλων, ότι τους Έλληνες αξιωματούχους τους κατέλαβε μανία για λαμπρές στολές (που κομίζονταν από τη Θεσσαλονίκη και τα Γιάννενα) και τούτο γιατί... ζήλευαν τους ομοεθνείς τους από την Κωνσταντινούπολη που φορούσαν ρεντιγκότα.
 
Υπήρξαν όμως και άνθρωποι που είδαν τα πράγματα με κατανόηση. Ο Γερμανός ιστορικός Γερβίνος έγραψε: «Ακόμη και αν ήσαν σωστές οι κατηγορίες κατά των πτωχών κλεφτών που θαμπώθηκαν από την αιφνίδια απόκτηση χρήματος, η ατιμία τούτων θα ήταν πολύ μικρότερη από αυτήν που εκάλυψε έθνη πλούσια και πολιτισμένα, τα οποία έκλεπταν τους κλέφτες εκείνους την ώρα της αγωνίας τους». Είχε άδικο ο χριστιανός; Ποίοι ήσαν χειρότεροι κλέφτες;
Το δεύτερο εθνικό δάνειο εκδόθηκε το 1825. Ήταν ονομαστικής αξίας δύο εκατομμυρίων λιρών, με τιμή έκδοσης 55%. Αυτό κατασπαταλήθηκε.
Όλον τον 19ο αιώνα η Ελλάδα βρισκόταν σε αδυναμία εξόφλησης των δανείων και στην ανάγκη νέου δανεισμού. Το 1875 έγινε επαναδιαπραγμάτευση του χρέους και η έκδοση νέων ομολόγων του ελληνικού κράτους για την απόσβεση του πρώτου δανείου.
Παρά ταύτα, το 1878 το ελληνικό κράτος χρεωστούσε από καθυστερούμενους τόκους του δανείου του 1824 (χώρια το κεφάλαιο) 1.380.000 λίρες.

Αυτή είναι συνοπτικώς η ιστορία του πρώτου εθνικού δανείου, του δανείου του 1824. Πέρασαν από τότε κοντά δύο αιώνες. Και πολλά άλλαξαν. Η Ελλάδα έγινε ανεξάρτητη, μεγάλωσε εδαφικά και πληθυσμιακά. Βγήκε από τη μιζέρια. Έγινε γνήσια δημοκρατική χώρα. Έγινε ισότιμο μέλος στην ευρωπαϊκή κοινότητα. Ένα έμεινε σταθερό: η κακοδιαχείριση των δημοσίων οικονομικών, που οδηγεί το ελληνικό κράτος στην ανάγκη να βγαίνει στις στράτες του κόσμου για δανεικά.

-------------------------------------------------------------------------
* Στοιχεία για το δάνειο αυτό πήρα κυρίως από τα βιβλία: Ανδρ. Ανδρεάδη «Ιστορία των εθνικών δανείων» 1904, Τάσου Λιγνάδη «Το πρώτον δάνειον της ανεξαρτησίας» 1970.

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΠΡΩΙΝΟΣ ΜΟΡΙΑΣ» της Τρίπολης, στο φύλλο της 31ης Μαΐου 2010.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.