Μετά την αναφορά μας, φίλτατοι εταίροι της Ελληνικής γνώσεως, στον δις γεννηθέντα και αναστάντα υιόν ΝΟΥΝ – του ΔΙΟΣ = ΔΙΟΝΥΣΟΝ, θα διερευνήσομε και θα αναφερθούμε, όσο μας επιτρέπετε, στις Διονυσιακές Εορτές και τα Διονυσιακά Μυστήρια.
Η αρχαία Ελληνική θρησκεία εκτός από τις δημόσιες λειτουργίες της, που τις εκτελούσαν οι εκάστοτε και διά κλήρου εκλεγόμενοι κρατικοί άρχοντες, είχε και μία ανώτερη μυστική μυητική λατρεία προς τιμήν των θεοτήτων – φυσικών δυνάμεων, που εξέφραζαν, εκτελούσαν και εκπροσωπούσαν οι δια βίου μύστες των διαφόρων ιερών και μαντείων, όπου ελάμβαναν χώρα και οι μυήσεις των διαφόρων βαθμών.
Οι μυστικές αυτές λατρείες και τελετές ονομάζονταν Μυστήρια, ήτοι το σύνολο
των υποκειμένων της μυστικής λατρείας, τα μυστικά ή απόρρητα ιερά, οι μυστικές ιεροτελεστίες και οι επακολουθούσες άρρητες αποκαλύψεις, κατόπιν φοβερών δοκιμασιών και όρκων, υπό τον όρον της απολύτου σιγής και της ποινής του θανάτου που ίσχυε για τους λέγοντας αλλά και διά τους ακούοντας – μυημένους και αμυήτους.
Την αρχική βάση των μυστηρίων απετέλεσαν οι Μύθοι (άγραφος ιστορία) που με το συμβολικό και αλληγορικό τους περιεχόμενο, τις συσσωρεμένες και κρυμμένες παμπάλαιες γνώσεις και υπερβατικές αλήθειες, που περνούσαν από γενεά σε γενεά μόνον στους επαΐοντες. Με την πάροδο των χιλιετιών συγκεντρώθηκαν και διαφυλαχθήκαν στους ιερούς χώρους και στα μαντεία, υπό την αιγίδα διαφόρων θεοτήτων - φυσικών δυνάμεων και τα απόρρητα δόγματα των αρχαίων θεολογικών και φιλοσοφικών μύθων, δηλαδή όλη η ανωτέρα γνώση και διανόηση πολλών χιλιετιών.
Φωτισμένοι Ταγοί, στο πέρασμα του χρόνου, συνέλλεξαν συμπλήρωσαν και κωδικοποίησαν τα θεία Ελληνικά Μυστήρια και τις Μυστικές Μυητικές τελετές τους και τις προφύλαξαν από τους βέβηλους ,τους βαρβάρους και τους αμαθείς για πολλές χιλιετίες.
Σε όλον τον ευρή Ελληνικό χώρο, λάτρευαν τον νεότερο και πλέον αγαπημένο τους θεό τον Διόνυσο και τελούσαν ανελλιπώς λαϊκές τελετές και εορτές με διάφορες ονομασίες όπως: Καταγώγια, Θεοδαίσια, Νυκτοφυλάξια , Σμίνθια, Φαλληφορίαι, Οσχοφόρια και άλλες. Οι πλέον λαμπρές και διαδεδομένες εορτές ήσαν: Τα Μικρά Διονύσια, Τα Λήναια, Τα Ανθεστήρια και τα Μεγάλα Διονύσια.
Οι Διονυσιακές εορτές, αρχικά ήταν απλές και συμβόλιζαν την χαρά της ζωής, την διαιώνιση, και την αναπαραγωγική δύναμη του ανθρώπου και όλης της φύσεως.
Θα αναπτυχθούν στην συνέχεια οι λαμπρές λαϊκές Διονυσιακές εορτές και τελετές, που ήταν ο πλέον λαϊκός και αγαπητός Θεός όλων των Ελλήνων και στο προσεχές τεύχος θα εκτεθούν εν εκτάσει τα Μεγάλα Διονυσιακά Μυστήρια, τα οποία είχαν επηρεαστεί από την Ορφική λατρεία και τα μυστήρια του.
ΤΑ ΜΙΚΡΑ ΔΙΟΝΥΣΙΑ
Τα Μικρά Διονύσια ή τα εν Αγρούς, ήταν κυρίως μία θρησκευτική αγροτική εορτή και ετελείτο στους αγρούς κατά το τέλος του μηνός Δεκεμβρίου, όταν άνοιγαν τους πίθους και έκαναν χρήση, για πρώτη φορά, του νέου οίνου, γι’ αυτό τα ονόμαζαν και Θεοίνια, δηλαδή εορτή του θεού του οίνου.
Τα θεοίνια ήσαν η αρχαιότερη και η απλούστερη εορτή προς τιμήν του Βάκχου, στην οποία διετυρούντο όλα τα αρχαία στοιχεία και οι παραδόσεις της πρώιμης Διονυσιακής λατρείας.
Στα θεοίνια συμμετείχε μέγα πλήθος και ήταν το αποκορύφωμα της ιλαρότητας και της ευθυμίας, ήταν μια παλλαϊκή εορτή αμέσως μετά την χειμερινή ισημερία, στο μέσον του χειμώνα που έπρεπε να διασκεδάσει, υπό την αιγίδα του Βάκχου-Διονύσου όλος Δήμος.
Σε αυτά χρησιμοποιούσαν μόνο έναν αμφορέα και μία κληματίδα, ένας από τους προπόλους οδηγούσε έναν τράγο για την θυσία, ακολουθούσε ένας άλλος που κρατούσε ένα πλεκτό πανέρι γεμάτο με ισχάδες (σύκα της Αττικής) και μετά από αυτά ακολουθούσε ο Φαλλός. (Πλούταρχος Ηθικά).
Ο Αριστοφάνης στους Αχαρνείς, μας δίνει μια πλήρη εικόνα της χαρούμενης εορτής των
Θεοινίων: Όλοι οι χωρικοί σχημάτιζαν μία πομπή που οδηγούσε προς το μέρος της θυσίας, πηγαίνοντας ο κάθε ένας οίνο και ξερά σταφύλια. Κατά την πορεία ελάμβαναν χώρα κωμικοί χοροί και διάφοροι αστεϊσμοί. Ακολουθούσε φαιδρό δείπνο με άφθονη οινοποσία με τολμηρά σκώμματα, γιατί λυνόταν η γλώσσα τους (Διόνυσος Λυαίος), σε αυτές τις χαρούμενες και απλές εορτές έχει τις ρίζες η μοναδική Ελληνική κωμωδία.
Κατά την πρώτη ημέρα των εορτών, διάφοροι κωμικοί ηθοποιοί πήγαιναν από την Αθήνα στις κόμες της Αττικής και εκεί παρίσταναν διάφορα μικρά δράματα ειδικά για την εορτή.
Από αυτά ξεκίνησε και ο πρωτοπόρος του θεάτρου Θεσπίς, με το περίφημο Άρμα του!..
Κατά την δεύτερη ημέρα των Μικρών Διονυσίων, έβαζαν τα παιδιά να τρέξουν επάνω σε φουσκωμένους ασκούς που ήταν αλειμμένοι με λάδι. Προσπαθούσαν να στηριχθούν επάνω σε αυτούς με το ένα πόδι τους, φυσικά έπεφταν και προκαλούσαν την γενική ευθυμία και άφθονο γέλιο σε όλους. Αυτό το παιχνίδι το ονόμαζαν Ασκώλια (από τους ασκούς).
Γενικά τα Θεοίνοια ήταν εύθυμες εορτές προσφοράς και ευχαριστιών των χορηγουμένων αγαθών προς αυτούς από τον υιόν του Διός τον Διόνυσο. Παρά τους σκληρούς διωγμούς τού Ελληνικού πνεύματος και τις σφαγές που διήρκησαν επί πολλούς αιώνες σε όλον τον ευρύ Ελληνικό χώρο, από τους εκπροσώπους της νέας ξενοκίνητης θρησκείας, οι Διονυσιακές εορτές συνεχίζονται μέχρι των ημερών μας, με τις αποκριάτικες εορτές, τις εορτές του κρασιού και του φαλλού, τις πανηγύρεις των διαφόρων αγίων και τις θρησκευτικές εορτές, που φρόντισαν να τελούνται στους ίδιους χώρους και κατά τις ίδιες ημερομηνίες !..
ΤΑ ΛΗΝΑΙΑ
Τα Λήναια ετελούντο κατά τον μήνα Γαμηλιώνα, περί τα τέλη Ιανουαρίου, στο ιερό του Διονύσου που βρίσκεται στην μεσημβρινή πλευρά της Ακροπόλεως των Αθηνών.
Για την σπουδαία σημασία που είχε το ιερό του Διονύσου, ο Παυσανίας γράφει στο Α, 20,23:
«Τού Διονυσίου δε έστι πρός τώ θεάτρω τό αρχαιότατον ιερόν. Δύο δέ εισίν εντός του περιβόλου ναοί καί Διόνυσοι, ό τέ Ελευθερεύς και όν Αλκαμένης εποίησεν ελέφαντος και χρυσού. Γραφαί δε αυτόθι Διόνυσος εστίν ανάγων Ήφαιστον είς ουρανόν. Λέγεται δε καί τάδε υπό Ελλήνων, ώς Ήρα ρίψαι γενόμενον Ήφαιστον (η Ήρα έριξε από τον Όλυμπο τον Ήφαιστο
όταν γεννήθηκε). Θεών δέ τών άλλων μέν ουδενί τόν Ήφαιστον εθέλειν πείθεσθαι (και
κανέναν άλλον εκ των θεών δεν ήθελε να υπακούσει), Διόνυσος δέ, μάλιστα γαρείς τούτο πιστά ήν Ηφαίστω, μεθύσας αυτόν είς ουρανόν ήγαγεν. Πλησίον δέ τού ιερού τούτου έστι λίθος ού μέγας, άλλ’ όσον καθέζεσθαι μικρόν άνδραν. Επί τούτων λέγουσι, ηνίκα Διόνυσος ήλθεν είς τήν γήν, αναπαύσασθαι τον Σειληνόν. Τους γάρ ηλικία των Σατύρων προηκόντας (όταν φθάνουν) ονομάζουν Σειληνούς».
Όπως είναι γνωστό, ο Διόνυσος είχε πάντοτε την ιερή του ακολουθία, που την αποτελούσαν οι
Νύμφες, ο παλαιός ποιμενικός Αρκαδικός θεός Πάνας, οι Σάτυροι και οι Σειληνοί. Αυτοί, με την πάροδο των αιώνων, μετεξελήχθησαν στον περίφημο μυητικό Διονυσιακό Θίασο ή ομήγυρη ή αδελφότητα.
Τα Λήναια ασφαλώς μπορούν να θεωρηθούν ως συνέχεια των μικρών Διονυσίων, διότι έπιναν για πρώτη φορά τον νέο οίνο, όταν είχε ολοκληρωθεί η ζύμωση του. Προσέφεραν και στον θεό, μέσα στον ναό δείγματα του πρώτου οίνου, καθώς και κενούς πίθους και αφού κένωναν τον ναό και τον σφράγιζαν την επομένη ημέρα εύρισκαν τους πίθους γεμάτους με οίνο!
Ακολουθούσε κοινό γεύμα, για όλο τον λαό, του οποίου την δαπάνη κατέβαλε η πολιτεία, διά των ευπόρων χορηγών, προσφέροντας όλα τα απαραίτητα και το κρέας. Χαρακτηριστικό είναι ότι παρετηρείτο και ωμοφαγία από τις σάρκες του προς θυσίαν ζώου, τράγου ή μόσχου, εις ανάμνησιν του κατασπαραχθέντος υπό των Τιτάνων Διονύσου, διότι θεωρούσαν ότι έβαζαν μέσα τους μέρος της ουσίας του Διονύσου, δηλαδή μετείχαν της θείας μεριστής ουσίας. Και η θεία κοινωνία του χριστιανισμού έχει Διονυσιακή προέλευση.
Μετά από άφθονη οινοποσία η εύθυμη πομπή, περιερχόταν όλους τους δρόμους των Αθηνών ψέλνοντας τα θαυμάσια εγκώμια του Διονύσου, τα οποία εκκαλούντο Διθύραμβοι, μερικές φορές παρεκτρέπονταν με τα σκώμματα και τις αστειότητες. Κατά την Ρωμαιοκρατία, τα Λήναια σε πολλές περιοχές είχαν χάσει την αρχική τους αίγλη και την κοινωνικό - θρησκευτική τους σημασία και έφθαναν και σε πράξεις ακολασίας.
ΤΑ ΑΝΘΕΣΤΗΡΙΑ
Τα Ανθεστήρια εορταζόταν κατά τον μήνα Ανθεστηρίωνα, από τον οποίον πήραν και την ονομασία τους, δηλαδή περί τα τέλη του μηνός Φεβρουαρίου – με αρχές Μαρτίου, διαρκούσαν και αυτά τρείς ημέρες, (το τριαδικό σύστημα ήταν πολύ ιερό για τους αρχαίους προγόνους μας και δεν είναι ανακάλυψη των χριστιανών, απλώς και αυτό το αντέγραψαν για να επιβάλλουν την νέα και ξένη θρησκεία τους).
Τα Ανθεστήρια κατά την εποχή του Περικλέους τα τελούσαν έξω από την Ακρόπολη προς την πλευρά της πόλης και κατά τον αρχαίο τύπο, ήταν δε η ποιό αγαπητή εορτή των Αθηναίων και σε αίγλη εφάμιλλη των Παναθηναίων. Μπορεί δε να θεωρηθούν ως η εισαγωγή των Μεγάλων Διονυσίων.
«Καί τό τού Διονύσου ιερόν, ώ τά αρχαιότερα Διονύσια ποιείται έν μηνί Ανθεστηριώνι»(Θουκυδ. Β.15).
Η πρώτη ημέρα ονομαζόταν Πυθοίγια, γιατί αυτήν την ημέρα άνοιγαν τους πίθους που ήταν γεμάτοι οίνο. Η δεύτερη ημέρα, που ήταν και η κυρίως εορτή, ονομαζόταν Χόες.
Και την ημέρα αυτή έτρωγαν όλοι μαζί σε κοινό γεύμα, κάθε ένας από τους συμμετέχοντας είχε μπροστά του ένα αγγείο των τριών λίτρων γεμάτο με άκρατο οίνο, για τον αγώνα της οινοποσίας που θα ακολουθούσε.
Ένας σαλπιγκτής έδινε το σύνθημα της ενάρξεως της οινοποσίας, όποιος έπινε τον περισσότερο οίνο από τους άλλους έπαιρνε σαν έπαθλο ένα ασκό γεμάτο με οίνο.
Ακούσατε, πολίται τόν οίνον κατά τά πατροπαράδοτα
νά πίνετε μέ τό σάλπισμα, όστις πίη περισσότερον
θά λάβη τόν ασκόν…
πού είναι τής εορτής ο βασιλεύς
άς μού δώσουν τώρα τόν ασκόν πού έχω κερδίσει.
(Αριστοφάνης Αχαρνείς 1000,1024)
Την αμοιβή αυτού του παράδοξου αγώνα την απένειμε ο άρχων βασιλεύς που προΐστατο και της οινοποσίας, συμβολικά παρίστανε τους πρώτους μυθικούς βασιλείς των Αθηνών, που ήσαν και οι ιδρυταί αυτής της Εθνικο-θρησκευτικής εορτής.
Η εορτή αυτή εκτός από τα εξωτερικά γνωρίσματα της, που έπιναν και ευθυμούσαν, είχε και το εσωτερικό της περιεχόμενο, που ήταν η εύθυμη αγωγή, η ομαδικότητα και η συντροφικότητα του λαού πάντοτε υπό την προστασία και την επίβλεψη του θεού, του κληρωτού άρχοντος και όλου του δήμου.
Όλοι οι συμμετέχοντες, πήγαιναν στην συνάθροιση στεφανωμένοι με τα νέα άνθη, μετά το δείπνο όλοι μαζί μετέβαιναν στο Λήναιο όπου απέθεταν όλα τα στεφάνια και η ιέρεια τα αφιέρωνε στον θεό.
Στο πρόσωπο του Διονύσου λάτρευαν τον θεό του οίνου, χαιρέτιζαν την εμφάνιση του πρώτου άνθους του κλήματος, ήταν μία εορτή όλης της εαρινής ανθήσεως και αναγεννήσεως της φύσεως, έτσι ο Διόνυσος συμβόλιζε, όπως έχομε αναφέρει, την γονιμότητα και την αναπαραγωγή.
Το εσωτερικό μέρος αυτής της εορτής ήταν η Μυστική Θυσία: Η σύζυγος του άρχοντος βασιλέως, με την συνοδεία 14 Γεραρών – Σεβασμίων γυναικών, πήγαιναν στο Λήναιο και εκεί γινότανε η Σύζευξη της με τον Διόνυσο. «Διονύσου γάμος, τής τού βασιλέως γυναικός και θεού γίνεται γάμος». (Ησύχιος Τόμος Α΄,σελ. 517). Ο γάμος αυτός ήταν αλληγορικός και συμβολικός και πολύ σπουδαίος, αυτό συνάγεται από τον ιερό και ευπρεπή όρκο που έδιναν στον Διόνυσο όλες οι συμμετέχουσες γυναίκες. Ο όρκος αυτός ευτυχώς έχει διασωθεί και είναι ο εξής: «Αγιστεύω (επιτελώ ιεροτελεστίας) καί ειμί καθαρά καί αγνή από τών άλλων ού καθαρευόντων καί άπ’ ανδρός συνουσίας καί τά Θεοίνια καί τά Ιοβάκχεια γεραίρω (τιμώ, εορτάζω) τώ Διονύσω κατά τά πάτρια καί ’εν τοίς καθήκουσι χρόνοις (τον ορισμένο χρόνο)».
Από αυτόν τον όρκο συνάγεται, ότι η σωφροσύνη και αγνότητα ήταν όρος απαραίτητος για την μύηση σε αυτήν την απλή Διονυσιακή τελετή.
Το ίδιο επιβάλλει και ο χριστιανισμός στις γυναίκες, αντιγράφοντας και παραποιώντας τα ανθεστήρια, όταν πάνε να εκκλησιασθούν και να κοινωνήσουν. Είναι τόσες πολλές οι ομοιότητες των τελετών και των Μυστήριων της αρχαίας Εθνικής θρησκείας που διατηρήθηκαν και τα πέρασαν, έστω και παραποιημένα (για ευνόητους λόγους) στον χριστιανισμό, που ένας σε βάθος μελετητής μπορεί με βεβαιότητα να ισχυρισθεί ότι, όλο το χριστιανικό οικοδόμημα είναι ένα παραποιημένο Ελληνικό δρώμενο και φώνημα.
Μία ισχυρή απόδειξη αυτού είναι και τα μνημόσυνα, τα οποία τελούσαν την Τρίτη ημέρα των Ανθεστηρίων, προσέφεραν μέσα σε πήλινες χύτρες ψημένους καρπούς στον χθόνιο Ερμή. Έτσι ονόμαζαν την Τρίτη ημέρα Χύτραι.
ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΔΙΑΜΑΝΤΑΡΑΣ
Ερευνητής - Μελετητής
Ιστορίας - Φιλοσοφίας
Ιστορία-Φιλοσοφία
Το Β' Μέρος ΕΔΩ
Η αρχαία Ελληνική θρησκεία εκτός από τις δημόσιες λειτουργίες της, που τις εκτελούσαν οι εκάστοτε και διά κλήρου εκλεγόμενοι κρατικοί άρχοντες, είχε και μία ανώτερη μυστική μυητική λατρεία προς τιμήν των θεοτήτων – φυσικών δυνάμεων, που εξέφραζαν, εκτελούσαν και εκπροσωπούσαν οι δια βίου μύστες των διαφόρων ιερών και μαντείων, όπου ελάμβαναν χώρα και οι μυήσεις των διαφόρων βαθμών.
Οι μυστικές αυτές λατρείες και τελετές ονομάζονταν Μυστήρια, ήτοι το σύνολο
των υποκειμένων της μυστικής λατρείας, τα μυστικά ή απόρρητα ιερά, οι μυστικές ιεροτελεστίες και οι επακολουθούσες άρρητες αποκαλύψεις, κατόπιν φοβερών δοκιμασιών και όρκων, υπό τον όρον της απολύτου σιγής και της ποινής του θανάτου που ίσχυε για τους λέγοντας αλλά και διά τους ακούοντας – μυημένους και αμυήτους.
Την αρχική βάση των μυστηρίων απετέλεσαν οι Μύθοι (άγραφος ιστορία) που με το συμβολικό και αλληγορικό τους περιεχόμενο, τις συσσωρεμένες και κρυμμένες παμπάλαιες γνώσεις και υπερβατικές αλήθειες, που περνούσαν από γενεά σε γενεά μόνον στους επαΐοντες. Με την πάροδο των χιλιετιών συγκεντρώθηκαν και διαφυλαχθήκαν στους ιερούς χώρους και στα μαντεία, υπό την αιγίδα διαφόρων θεοτήτων - φυσικών δυνάμεων και τα απόρρητα δόγματα των αρχαίων θεολογικών και φιλοσοφικών μύθων, δηλαδή όλη η ανωτέρα γνώση και διανόηση πολλών χιλιετιών.
Φωτισμένοι Ταγοί, στο πέρασμα του χρόνου, συνέλλεξαν συμπλήρωσαν και κωδικοποίησαν τα θεία Ελληνικά Μυστήρια και τις Μυστικές Μυητικές τελετές τους και τις προφύλαξαν από τους βέβηλους ,τους βαρβάρους και τους αμαθείς για πολλές χιλιετίες.
Σε όλον τον ευρή Ελληνικό χώρο, λάτρευαν τον νεότερο και πλέον αγαπημένο τους θεό τον Διόνυσο και τελούσαν ανελλιπώς λαϊκές τελετές και εορτές με διάφορες ονομασίες όπως: Καταγώγια, Θεοδαίσια, Νυκτοφυλάξια , Σμίνθια, Φαλληφορίαι, Οσχοφόρια και άλλες. Οι πλέον λαμπρές και διαδεδομένες εορτές ήσαν: Τα Μικρά Διονύσια, Τα Λήναια, Τα Ανθεστήρια και τα Μεγάλα Διονύσια.
Οι Διονυσιακές εορτές, αρχικά ήταν απλές και συμβόλιζαν την χαρά της ζωής, την διαιώνιση, και την αναπαραγωγική δύναμη του ανθρώπου και όλης της φύσεως.
Θα αναπτυχθούν στην συνέχεια οι λαμπρές λαϊκές Διονυσιακές εορτές και τελετές, που ήταν ο πλέον λαϊκός και αγαπητός Θεός όλων των Ελλήνων και στο προσεχές τεύχος θα εκτεθούν εν εκτάσει τα Μεγάλα Διονυσιακά Μυστήρια, τα οποία είχαν επηρεαστεί από την Ορφική λατρεία και τα μυστήρια του.
ΤΑ ΜΙΚΡΑ ΔΙΟΝΥΣΙΑ
Τα Μικρά Διονύσια ή τα εν Αγρούς, ήταν κυρίως μία θρησκευτική αγροτική εορτή και ετελείτο στους αγρούς κατά το τέλος του μηνός Δεκεμβρίου, όταν άνοιγαν τους πίθους και έκαναν χρήση, για πρώτη φορά, του νέου οίνου, γι’ αυτό τα ονόμαζαν και Θεοίνια, δηλαδή εορτή του θεού του οίνου.
Τα θεοίνια ήσαν η αρχαιότερη και η απλούστερη εορτή προς τιμήν του Βάκχου, στην οποία διετυρούντο όλα τα αρχαία στοιχεία και οι παραδόσεις της πρώιμης Διονυσιακής λατρείας.
Στα θεοίνια συμμετείχε μέγα πλήθος και ήταν το αποκορύφωμα της ιλαρότητας και της ευθυμίας, ήταν μια παλλαϊκή εορτή αμέσως μετά την χειμερινή ισημερία, στο μέσον του χειμώνα που έπρεπε να διασκεδάσει, υπό την αιγίδα του Βάκχου-Διονύσου όλος Δήμος.
Σε αυτά χρησιμοποιούσαν μόνο έναν αμφορέα και μία κληματίδα, ένας από τους προπόλους οδηγούσε έναν τράγο για την θυσία, ακολουθούσε ένας άλλος που κρατούσε ένα πλεκτό πανέρι γεμάτο με ισχάδες (σύκα της Αττικής) και μετά από αυτά ακολουθούσε ο Φαλλός. (Πλούταρχος Ηθικά).
Ο Αριστοφάνης στους Αχαρνείς, μας δίνει μια πλήρη εικόνα της χαρούμενης εορτής των
Θεοινίων: Όλοι οι χωρικοί σχημάτιζαν μία πομπή που οδηγούσε προς το μέρος της θυσίας, πηγαίνοντας ο κάθε ένας οίνο και ξερά σταφύλια. Κατά την πορεία ελάμβαναν χώρα κωμικοί χοροί και διάφοροι αστεϊσμοί. Ακολουθούσε φαιδρό δείπνο με άφθονη οινοποσία με τολμηρά σκώμματα, γιατί λυνόταν η γλώσσα τους (Διόνυσος Λυαίος), σε αυτές τις χαρούμενες και απλές εορτές έχει τις ρίζες η μοναδική Ελληνική κωμωδία.
Κατά την πρώτη ημέρα των εορτών, διάφοροι κωμικοί ηθοποιοί πήγαιναν από την Αθήνα στις κόμες της Αττικής και εκεί παρίσταναν διάφορα μικρά δράματα ειδικά για την εορτή.
Από αυτά ξεκίνησε και ο πρωτοπόρος του θεάτρου Θεσπίς, με το περίφημο Άρμα του!..
Κατά την δεύτερη ημέρα των Μικρών Διονυσίων, έβαζαν τα παιδιά να τρέξουν επάνω σε φουσκωμένους ασκούς που ήταν αλειμμένοι με λάδι. Προσπαθούσαν να στηριχθούν επάνω σε αυτούς με το ένα πόδι τους, φυσικά έπεφταν και προκαλούσαν την γενική ευθυμία και άφθονο γέλιο σε όλους. Αυτό το παιχνίδι το ονόμαζαν Ασκώλια (από τους ασκούς).
Γενικά τα Θεοίνοια ήταν εύθυμες εορτές προσφοράς και ευχαριστιών των χορηγουμένων αγαθών προς αυτούς από τον υιόν του Διός τον Διόνυσο. Παρά τους σκληρούς διωγμούς τού Ελληνικού πνεύματος και τις σφαγές που διήρκησαν επί πολλούς αιώνες σε όλον τον ευρύ Ελληνικό χώρο, από τους εκπροσώπους της νέας ξενοκίνητης θρησκείας, οι Διονυσιακές εορτές συνεχίζονται μέχρι των ημερών μας, με τις αποκριάτικες εορτές, τις εορτές του κρασιού και του φαλλού, τις πανηγύρεις των διαφόρων αγίων και τις θρησκευτικές εορτές, που φρόντισαν να τελούνται στους ίδιους χώρους και κατά τις ίδιες ημερομηνίες !..
ΤΑ ΛΗΝΑΙΑ
Τα Λήναια ετελούντο κατά τον μήνα Γαμηλιώνα, περί τα τέλη Ιανουαρίου, στο ιερό του Διονύσου που βρίσκεται στην μεσημβρινή πλευρά της Ακροπόλεως των Αθηνών.
Για την σπουδαία σημασία που είχε το ιερό του Διονύσου, ο Παυσανίας γράφει στο Α, 20,23:
«Τού Διονυσίου δε έστι πρός τώ θεάτρω τό αρχαιότατον ιερόν. Δύο δέ εισίν εντός του περιβόλου ναοί καί Διόνυσοι, ό τέ Ελευθερεύς και όν Αλκαμένης εποίησεν ελέφαντος και χρυσού. Γραφαί δε αυτόθι Διόνυσος εστίν ανάγων Ήφαιστον είς ουρανόν. Λέγεται δε καί τάδε υπό Ελλήνων, ώς Ήρα ρίψαι γενόμενον Ήφαιστον (η Ήρα έριξε από τον Όλυμπο τον Ήφαιστο
όταν γεννήθηκε). Θεών δέ τών άλλων μέν ουδενί τόν Ήφαιστον εθέλειν πείθεσθαι (και
κανέναν άλλον εκ των θεών δεν ήθελε να υπακούσει), Διόνυσος δέ, μάλιστα γαρείς τούτο πιστά ήν Ηφαίστω, μεθύσας αυτόν είς ουρανόν ήγαγεν. Πλησίον δέ τού ιερού τούτου έστι λίθος ού μέγας, άλλ’ όσον καθέζεσθαι μικρόν άνδραν. Επί τούτων λέγουσι, ηνίκα Διόνυσος ήλθεν είς τήν γήν, αναπαύσασθαι τον Σειληνόν. Τους γάρ ηλικία των Σατύρων προηκόντας (όταν φθάνουν) ονομάζουν Σειληνούς».
Όπως είναι γνωστό, ο Διόνυσος είχε πάντοτε την ιερή του ακολουθία, που την αποτελούσαν οι
Νύμφες, ο παλαιός ποιμενικός Αρκαδικός θεός Πάνας, οι Σάτυροι και οι Σειληνοί. Αυτοί, με την πάροδο των αιώνων, μετεξελήχθησαν στον περίφημο μυητικό Διονυσιακό Θίασο ή ομήγυρη ή αδελφότητα.
Τα Λήναια ασφαλώς μπορούν να θεωρηθούν ως συνέχεια των μικρών Διονυσίων, διότι έπιναν για πρώτη φορά τον νέο οίνο, όταν είχε ολοκληρωθεί η ζύμωση του. Προσέφεραν και στον θεό, μέσα στον ναό δείγματα του πρώτου οίνου, καθώς και κενούς πίθους και αφού κένωναν τον ναό και τον σφράγιζαν την επομένη ημέρα εύρισκαν τους πίθους γεμάτους με οίνο!
Ακολουθούσε κοινό γεύμα, για όλο τον λαό, του οποίου την δαπάνη κατέβαλε η πολιτεία, διά των ευπόρων χορηγών, προσφέροντας όλα τα απαραίτητα και το κρέας. Χαρακτηριστικό είναι ότι παρετηρείτο και ωμοφαγία από τις σάρκες του προς θυσίαν ζώου, τράγου ή μόσχου, εις ανάμνησιν του κατασπαραχθέντος υπό των Τιτάνων Διονύσου, διότι θεωρούσαν ότι έβαζαν μέσα τους μέρος της ουσίας του Διονύσου, δηλαδή μετείχαν της θείας μεριστής ουσίας. Και η θεία κοινωνία του χριστιανισμού έχει Διονυσιακή προέλευση.
Μετά από άφθονη οινοποσία η εύθυμη πομπή, περιερχόταν όλους τους δρόμους των Αθηνών ψέλνοντας τα θαυμάσια εγκώμια του Διονύσου, τα οποία εκκαλούντο Διθύραμβοι, μερικές φορές παρεκτρέπονταν με τα σκώμματα και τις αστειότητες. Κατά την Ρωμαιοκρατία, τα Λήναια σε πολλές περιοχές είχαν χάσει την αρχική τους αίγλη και την κοινωνικό - θρησκευτική τους σημασία και έφθαναν και σε πράξεις ακολασίας.
ΤΑ ΑΝΘΕΣΤΗΡΙΑ
Τα Ανθεστήρια εορταζόταν κατά τον μήνα Ανθεστηρίωνα, από τον οποίον πήραν και την ονομασία τους, δηλαδή περί τα τέλη του μηνός Φεβρουαρίου – με αρχές Μαρτίου, διαρκούσαν και αυτά τρείς ημέρες, (το τριαδικό σύστημα ήταν πολύ ιερό για τους αρχαίους προγόνους μας και δεν είναι ανακάλυψη των χριστιανών, απλώς και αυτό το αντέγραψαν για να επιβάλλουν την νέα και ξένη θρησκεία τους).
Τα Ανθεστήρια κατά την εποχή του Περικλέους τα τελούσαν έξω από την Ακρόπολη προς την πλευρά της πόλης και κατά τον αρχαίο τύπο, ήταν δε η ποιό αγαπητή εορτή των Αθηναίων και σε αίγλη εφάμιλλη των Παναθηναίων. Μπορεί δε να θεωρηθούν ως η εισαγωγή των Μεγάλων Διονυσίων.
«Καί τό τού Διονύσου ιερόν, ώ τά αρχαιότερα Διονύσια ποιείται έν μηνί Ανθεστηριώνι»(Θουκυδ. Β.15).
Η πρώτη ημέρα ονομαζόταν Πυθοίγια, γιατί αυτήν την ημέρα άνοιγαν τους πίθους που ήταν γεμάτοι οίνο. Η δεύτερη ημέρα, που ήταν και η κυρίως εορτή, ονομαζόταν Χόες.
Και την ημέρα αυτή έτρωγαν όλοι μαζί σε κοινό γεύμα, κάθε ένας από τους συμμετέχοντας είχε μπροστά του ένα αγγείο των τριών λίτρων γεμάτο με άκρατο οίνο, για τον αγώνα της οινοποσίας που θα ακολουθούσε.
Ένας σαλπιγκτής έδινε το σύνθημα της ενάρξεως της οινοποσίας, όποιος έπινε τον περισσότερο οίνο από τους άλλους έπαιρνε σαν έπαθλο ένα ασκό γεμάτο με οίνο.
Ακούσατε, πολίται τόν οίνον κατά τά πατροπαράδοτα
νά πίνετε μέ τό σάλπισμα, όστις πίη περισσότερον
θά λάβη τόν ασκόν…
πού είναι τής εορτής ο βασιλεύς
άς μού δώσουν τώρα τόν ασκόν πού έχω κερδίσει.
(Αριστοφάνης Αχαρνείς 1000,1024)
Την αμοιβή αυτού του παράδοξου αγώνα την απένειμε ο άρχων βασιλεύς που προΐστατο και της οινοποσίας, συμβολικά παρίστανε τους πρώτους μυθικούς βασιλείς των Αθηνών, που ήσαν και οι ιδρυταί αυτής της Εθνικο-θρησκευτικής εορτής.
Η εορτή αυτή εκτός από τα εξωτερικά γνωρίσματα της, που έπιναν και ευθυμούσαν, είχε και το εσωτερικό της περιεχόμενο, που ήταν η εύθυμη αγωγή, η ομαδικότητα και η συντροφικότητα του λαού πάντοτε υπό την προστασία και την επίβλεψη του θεού, του κληρωτού άρχοντος και όλου του δήμου.
Όλοι οι συμμετέχοντες, πήγαιναν στην συνάθροιση στεφανωμένοι με τα νέα άνθη, μετά το δείπνο όλοι μαζί μετέβαιναν στο Λήναιο όπου απέθεταν όλα τα στεφάνια και η ιέρεια τα αφιέρωνε στον θεό.
Στο πρόσωπο του Διονύσου λάτρευαν τον θεό του οίνου, χαιρέτιζαν την εμφάνιση του πρώτου άνθους του κλήματος, ήταν μία εορτή όλης της εαρινής ανθήσεως και αναγεννήσεως της φύσεως, έτσι ο Διόνυσος συμβόλιζε, όπως έχομε αναφέρει, την γονιμότητα και την αναπαραγωγή.
Το εσωτερικό μέρος αυτής της εορτής ήταν η Μυστική Θυσία: Η σύζυγος του άρχοντος βασιλέως, με την συνοδεία 14 Γεραρών – Σεβασμίων γυναικών, πήγαιναν στο Λήναιο και εκεί γινότανε η Σύζευξη της με τον Διόνυσο. «Διονύσου γάμος, τής τού βασιλέως γυναικός και θεού γίνεται γάμος». (Ησύχιος Τόμος Α΄,σελ. 517). Ο γάμος αυτός ήταν αλληγορικός και συμβολικός και πολύ σπουδαίος, αυτό συνάγεται από τον ιερό και ευπρεπή όρκο που έδιναν στον Διόνυσο όλες οι συμμετέχουσες γυναίκες. Ο όρκος αυτός ευτυχώς έχει διασωθεί και είναι ο εξής: «Αγιστεύω (επιτελώ ιεροτελεστίας) καί ειμί καθαρά καί αγνή από τών άλλων ού καθαρευόντων καί άπ’ ανδρός συνουσίας καί τά Θεοίνια καί τά Ιοβάκχεια γεραίρω (τιμώ, εορτάζω) τώ Διονύσω κατά τά πάτρια καί ’εν τοίς καθήκουσι χρόνοις (τον ορισμένο χρόνο)».
Από αυτόν τον όρκο συνάγεται, ότι η σωφροσύνη και αγνότητα ήταν όρος απαραίτητος για την μύηση σε αυτήν την απλή Διονυσιακή τελετή.
Το ίδιο επιβάλλει και ο χριστιανισμός στις γυναίκες, αντιγράφοντας και παραποιώντας τα ανθεστήρια, όταν πάνε να εκκλησιασθούν και να κοινωνήσουν. Είναι τόσες πολλές οι ομοιότητες των τελετών και των Μυστήριων της αρχαίας Εθνικής θρησκείας που διατηρήθηκαν και τα πέρασαν, έστω και παραποιημένα (για ευνόητους λόγους) στον χριστιανισμό, που ένας σε βάθος μελετητής μπορεί με βεβαιότητα να ισχυρισθεί ότι, όλο το χριστιανικό οικοδόμημα είναι ένα παραποιημένο Ελληνικό δρώμενο και φώνημα.
Μία ισχυρή απόδειξη αυτού είναι και τα μνημόσυνα, τα οποία τελούσαν την Τρίτη ημέρα των Ανθεστηρίων, προσέφεραν μέσα σε πήλινες χύτρες ψημένους καρπούς στον χθόνιο Ερμή. Έτσι ονόμαζαν την Τρίτη ημέρα Χύτραι.
ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΔΙΑΜΑΝΤΑΡΑΣ
Ερευνητής - Μελετητής
Ιστορίας - Φιλοσοφίας
Ιστορία-Φιλοσοφία
Το Β' Μέρος ΕΔΩ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.