BOSTON BLOOD PARTY
ΑΝΘΡΩΠΟΚΤΟΝΙΑ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΚΥΝΗΓΗΤΟ
«Η πρόποση της Βοστώνης»
Αυτά μαθαίναμε στα φροντιστήρια της Αγγλικής Γλώσσας στις αρχές της δεκαετίας του 1960, από τα βιβλία μας της τότε εποχής, την σειρά "Practice your English" («Εξασκήστε τα Αγγλικά σας»), που δεν ήταν γραμμένα στα αγγλικά αλλά στα amerenglish, τα αγγλοαμερικανικά, βιβλία που δεν ήταν αγγλικά αλλά αμερικανικά (!), σε μία προσπάθεια υποδόρειας πολιτισμικής αμερικανικής διείσδυσης στον χώρο του πνεύματος, γιατί στον χώρο της ύλης οι Αμερικανοί είχαν ήδη επικρατήσει με την κόκα-κόλα, τα καουμπόϊκα μπλουτζήνς, τα ταχυφαγεία των σκουπιδοτροφών, τις τσίχλες και τις τσιχλόφουσκες.
Η «πρόποση της Βοστώνης», που διαβάσατε στην αρχή του κειμένου, γράφηκε το 1910 από έναν απόφοιτο του Χάρβαρντ, τον Τζον Κόλλινς Μπόσσιντυ, έναν από τους αριστοκράτες της Βοστώνης, τους αποκαλούμενους «βραχμάνους», την ελίτ των μεγάλων οικογενειών της Μασσαχουσέτης που επικοινωνούσαν μόνο μεταξύ τους, όπως οι Λόουελς με τους Κάμποτς, ενώ κάποιοι από αυτούς, όπως οι Κάμποτς, είχαν το προνόμιο να απευθύνονται, μόνον αυτοί, στον Θεό. Η Βοστώνη ήταν, και ακόμη παραμένει, η εμβληματική βασίλισσα του αγγλοτραφούς αμερικανικού μεγαλοαστικού καθεστώτος, πρότυπο του πουριτανικού φεουδαρχικού προτεσταντισμού και των «καθώς πρέπει» λευκών αποίκων, που αφού απώθησαν τους υποανάπτυκτους ερυθρόδερμους απαιτούσαν να μην φορολογούνται από τους Άγγλους, που τους επέβαλαν φορολογία στο εισαγόμενο τσάϊ, θεωρώντας πως δεν είναι δυνατόν να φορολογούνται χωρίς να εκπροσωπούνται στο Βρετανικό Κοινοβούλιο («no taxation without representation»). Τα γεγονότα της καταστροφής ενός φορτίου τσαγιού στο λιμάνι της Βοστώνης τον Δεκέμβριο του 1773, γνωστά αργότερα ως το «Boston Tea Party», απετέλεσαν την απαρχή ταραχών που οδήγησαν μετά από λίγο στο ξέσπασμα της Αμερικανικής Επανάστασης που άρχισε κοντά στην Βοστώνη και την κατέστησε έκτοτε το ιδεολογικό πρότυπο του Αμερικανισμού. Ως τέτοιο σύμβολο δέχτηκε το ράπισμα των ισλαμιστών Τσετσένων κατά την διεξαγωγή του Απριλιάτικου Μαραθωνίου της, του 2013, προσθέτοντας έτσι το «Boston Blood Party», το λουτρό αίματος που επακολούθησε, στην πολυκύμαντη ιστορία της.
Κανείς δεν θα μπορούσε να αισθανθεί την οποιαδήποτε συμπαράσταση ή ανοχή προς τους ακτιβιστές μιας τέτοιας πράξης. Γιατί κανείς δεν θά ήθελε να βρεθεί, αυτός ή τα παιδιά του, νεκρός ή ακρωτηριασμένος, την ώρα που παρακολουθεί ένα αθλητικό ή όποιο άλλο κοινωνικό δρώμενο. Όμως το θέμα, όπως και ο διάβολος (και κάποιες γάτες) έχει πολλές ουρές.
Η πρώτη είναι η ουρά της εθνικής ταυτότητας των Αμερικανών. Ιστορικά, μάταιες έχουν αποδειχθεί όλες οι προσπάθειες να χτιστούν πολυπολιτισμικές κοινωνίες, ή πιο σωστά πολυεθνικές αυτοκρατορίες. Η κατάληξή τους είναι ήδη γνωστή από την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου που διέλυσε την Περσική αυτοκρατορία, ενώ η εκκωφαντική κατάρρευση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, Αγίας ή Αμαρτωλής, της Βυζαντινής, της Οθωμανικής, της Βρετανικής, της Αυστροουγγαρίας αλλά και της Σοβιετίας πρόσφατα, αντηχούν ακόμη στα αυτιά μας, χωρίς όπως φαίνεται να έχουν καταφέρει να μας τα σπάσουν, γιατί επιμένουμε να μην ακούμε τα διδάγματα της Ιστορίας. («Για να ακούσει κανείς πρέπει κάποιος να του σπάσει τα αυτιά», Νίτσε).
Μια δεύτερη ουρά είναι το θέμα της αφελούς προσέγγισης του ισλαμισμού ως θρησκείας και της αποδοχής ανέγερσης και λειτουργίας τζαμιών, μιναρέδων και μεντρεσέδων μέσα στα σπλάγχνα μιας χριστιανικής κοινωνίας, στα πλαίσια της λατρείας του ενός Θεού με τα πολλά φυλετικά του πρόσωπα. Όμως ο ισλαμισμός των μουσουλμάνων δεν ήταν, δεν είναι, και δεν θα είναι ποτέ μια καλοκάγαθη θρησκεία επικαλούμενη βοήθεια «εις το όνομα του Θεού του Οικτίρμονος και Ελεήμονος» (Μπισμιλλάχ Αλ-Ραχμάν Αλ-Ραχίμ).
Ο Αλλάχ είναι θεός ανελέητος, χωρίς κανένα οίκτο για τους άπιστους, και κάθε κοινωνία που εκτρέφει τους πιστούς του στα σπλάγχνα της, εκτρέφει φίδια στον κόρφο της, και μεταλλάσσεται σε ουροβόρο όφι που τρώει τον εαυτό του. Τα τζαμιά και οι μεντρεσέδες, τα μουσουλμανικά τεμένη και τα ιεροδιδασκαλεία τους, είναι εκτροφεία πολιτικού ακτιβισμού ενάντια σε έναν Δυτικό πολιτισμό που θεωρούν «ξένο» και εχθρικό, και καταστρεπτέο, μια ιστορία που ξεκινάει από τις διδαχές του Προφήτη και την κατάκτηση της Αλεξάνδρειας από τους μωαμεθανούς το 640 μ.Χ., όταν ο χαλίφης Ομάρ έδωσε την λύση στο δίλημμα του Άραβα στρατηγού Αμρού που την κατέλαβε, σχετικά με την τύχη των βιβλίων της μεγάλης βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας: «αν γράφουν για τον Προφήτη, έχουμε πολλά από αυτά, μας είναι περιττά, κάψτε τα! Αν πάλι δεν γράφουν για τον Προφήτη, είναι αιρετικά και επικίνδυνα, κάψτε τα!». Η λύση του Ισλάμ ήταν πάντα «φωτιά και τσεκούρι» μέχρι να προσκυνήσουν οι άπιστοι, και αυτά δίδαξαν τα τζαμιά της Βοστώνης στους δυό βομβιστές της, τον Ταμερλάνο Τσαρνάγιεφ και τον μικρό, σχεδόν ανήλικο, αδελφό του, Τζοχάρ.
Όμως, η Αλ-Κάϊντα δεν είναι μία ομογενής κεντρική οργάνωση, αλλά ιδέα που διαπερνά τοπικά και διαχρονικά, πλέον, το σώμα και το πνεύμα των πιστών του Ισλάμ, ιδεολογία κεντρική μεν, που εκπορεύεται από ένα ευρύτερο μουσουλμανικό κοινωνικό σύνολο, χωρίς όμως ένα συγκεκριμένο οργανωτικό κέντρο, νέφος γεμάτο με θεολογικά και πολιτικά ραδιενεργά κατάλοιπα, που αργά αλλά σταθερά βρίσκουν τον δρόμο τους στην αλυσίδα της πνευματικής τροφής της νεολαίας του. Είναι η κουλτούρα του ισλαμικού «εμείς μόνοι μας», κατ' αναλογίαν με το ιρλανδικό «Σίν Φέϊν» του IRA. Πριν μερικά χρόνια, το 2005, το είδαμε να πραγματοποιείται με τους Πακιστανούς του Ηνωμένου Βασιλείου, που συγκλόνισαν με τις εκρήξεις τους, στο μετρό και σε λεωφορεία, την πόλη του Λονδίνου (βλέπε το σχετικό ποίημα μου «Τζιχάντ»). Το να ψάχνει κανείς για διασυνδέσεις με ένα «έξωθεν» οργανωτικό κέντρο, και να θεωρεί πάντα τους ισλαμιστές ακτιβιστές ως κινούμενα και κατευθυνόμενα πιόνια ενός φαντασιακού «Οσάμα Μπιν Λάντεν», επειδή εκείνος βρίσκονταν πίσω από τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 (βλέπε τα σχετικά ποιήματά μου «World Trade Centre», «Κατ' Εμπορίην και Θεωρίην...», «First We Take Manhattan» και «Ground Zero»), απλά βάζει τον εαυτό του να κινείται στον χώρο της φαντασίας και της καταδίωξης σκιών.
Η Αλ-Κάϊντα είναι η Λερναία Ύδρα του ισλαμισμού, μία αυτοάνοση ασθένεια που γεννιέται αυτόματα σε κάθε κοινωνία, κάθε χώρα, και κάθε γωνιά η οποία εκτρέφει, στεγάζει και αποδέχεται την μουσουλμανική παρουσία, μόλις η τελευταία υπερβεί το κατώφλι μιας κρίσιμης μάζας, κατ' αναλογίαν των προϋποθέσεων που απαιτούνται για την ενεργοποίηση ενός πυρηνικού όπλου και την συνακόλουθη έκρηξη ενός θρησκευτικού εν προκειμένω, ανθρωποκτόνου φανατισμού. Η προσέγγισή μας δεν είναι αξιακή, είναι «πέραν του καλού και του κακού», δεν εξετάζει αν οι ισλαμιστές έχουν δίκαιο ή άδικο. Σε τελευταία ανάλυση αυτά τα θέματα είναι σαν το Ηρακλείτειο θαλασσινό νερό: πόσιμο για τα ψάρια και ακατάλληλο για τον άνθρωπο («θάλασσα ύδωρ καθαρώτατον και μιαρώτατον, ιχθύσι μεν πολύτιμον και σωτήριον, ανθρώποις δε άποτον και ολέθριον»). Το αν είναι καλό ή κακό εξαρτάται από το αν είσαι άνθρωπος ή ψάρι. Δεν εξετάζουμε το «γιατί» των πράξεων, διαπιστώνουμε το «τι», αυτό που είναι πίσω από αυτές. Μας αρέσει, δεν μας αρέσει, έτσι είναι τα πράγματα.
Μια τέταρτη ουρά της υπόθεσης είναι το τηλεοπτικό ανθρωποκυνηγητό που εξαπέλυσε η αμερικανική αστυνομία. Πιστή στην αρχή του «τσαμπουκά» τού σερίφη, των ρέϊντζερς και των ομάδων καταδίωξης (posse) της Άγριας Δύσης, με καουμπόϊκους αλαλαγμούς, τυμπανοκρουσίες και υπερβάλλουσα εξωστρέφεια, επιδόθηκε στο τηλεοπτικό λυντσάρισμα ενός ημιθανούς δεκαεννιάχρονου που εκπροσωπούσε το Απόλυτο Κακό επί της Γης. Καλπάζουσα επί των περιπολικών και των τεθωρακισμένων της, εξαπέλυσε μεγάλης κλίμακος στρατηγική επιχείρηση, θέτοντας σε κλοιό την Βοστώνη και περισφίγγοντάς την σταδιακά μέχρι να εγκλωβίσει τον κοπανιστό αέρα και να αναγκαστεί, κατεβάζοντας τα αυτιά της και τα μούτρα της, να ανακοινώσει με δημόσια ομολογία της ότι «δυστυχώς αποτύχαμε». Ο ιδιαίτερα επικίνδυνος, ζωσμένος με εκρηκτικά και έτοιμος να δολοφονήσει τους πάντες και τα πάντα μανιακός κακούργος, ο δεκαεννιάχρονος διαβολικός Τσετσένος, ο Ζοχάρ Τσαρνάγιεφ, είχε ξεφύγει και απειλούσε το σύνολο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής με αφανισμό. Ο 666 είχε προσγειωθεί στο έδαφος της Αμερικής και, ανεξέλεγκτος πλέον, ήταν έτοιμος να επιβάλει την βασιλεία του Σατανά.
Μέχρι που ο κάτοικος ενός από τα σπίτια που υποτίθεται πως είχαν ψάξει εξονυχιστικά τα λαγωνικά του FBI, είδε αίματα στην αυλή του που οδηγούσαν στην βάρκα του (την οποία είχε αποσύρει εκεί για τον χειμώνα). «Ούτοι εν άρμασι και ούτοι εν ίπποις» εφόρμησαν ξανά πυροβολώντας (στου Καραγκιόζη τον γάμο) και επιστρατεύοντας τον εμβληματικό τους «υπεράνθρωπο», υπό μορφήν ελικοπτέρου με προβολείς και θερμικές κάμερες, εντόπισαν τον μισοπεθαμένο και αιμοραγούντα φτωχοδιάβολο, ακίνητο και πεσμένο στην βάρκα.
Έντρομοι και περίτρομοι για το ενδεχόμενο αυτοανατίναξης του ημιθανούς και πρακτικά αναίσθητου «καμικάζι», του οπλισμένου στα μάτια τους με εκρηκτικά μεγατόνων, που σίγουρα κατ' αυτούς θα κουβαλούσε μαζί του, σε αναντιστοιχία με τις αυτοσχέδιες κροτίδες που ενεργοποίησαν αυτός και ο αδελφός του, σκοτώνοντας μέσα σε ένα συμπαγές πλήθος πολύ λιγότερους από όσους σκοτώνονται στην αμερικανική καθημερινότητα από διαταραγμένους χριστιανούς αμερικανούς, που θερίζουν με τα όπλα τους δεκάδες παιδάκια στα σχολεία, και που ευσπλαχνικά συγχωρούνται από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης γιατί προφανώς «ού γαρ οίδασι τί ποιούσι», απέστειλαν «ρομπότ» (!) να τον προσεγγίσει, και με στεντόρειους τηλεβόες τον ανάγκασαν να ξυπνήσει από τον λήθαργό του, να προσπαθήσει να σηκωθεί και να ξαναπέσει αναίσθητος στα χέρια τους, ψευδολογώντας παράλληλα δημοσίως για υποτιθέμενη σκληρή μάχη και ανταλλαγή πυροβολισμών, όπως θα έπρεπε να είχε συμβεί σύμφωνα με τις βιντεοταινίες που βλέπουνε από τα βιντεοκαταστήματα της γειτονιάς τους. «Αίμα στον πράσινο βάλτο». Τζων Γουαίην, Κέρκ Ντάγκλας, και ού συμμαζεύεται.
Έκτη ουρά, τελευταία και φαρμακερή, το περί δικαίου αίσθημα και η έννοια, αυτή καθεαυτή, της συλλογικής αθωότητας και της συλλογικής ευθύνης, σε σχέση με την φυσιογνωμία, την ιδιοπροσωπία και την ιδιάζουσα ψυχοσύνθεση του φανατικού ακτιβιστή, που θεωρεί υποχρέωσή του να πάρει τον νόμο στα χέρια του και να αποκαταστήσει το δίκαιο που έχει στο μυαλό του για να τιμωρήσει τους «κοσμοκράτορες του σκότους του αιώνος τούτου». Κάτω από αυτό το πρίσμα, δύο περιπτώσεις, που συγκλόνισαν την αμερικανική κοινωνία των είκοσι τελευταίων ετών, άφησαν ανεξήτιλα τα ίχνη της αναγνωρισιμότητάς τους.
Η πρώτη περίπτωση αφορά τον Τίμοθυ Μακ Βέϊ (1968-2001), παρασημοφορημένο ήρωα του αμερικανικού στρατού στον πόλεμο του Κόλπου, ο οποίος στις 19 Απριλίου 1995 τίναξε στον αέρα το ομοσπονδιακό κτίριο της πόλης της Οκλαχόμα, σε αντίποινα της σφαγής από αμερικανικές ομοσπονδιακές δυνάμεις 80 αθώων πολιτών (μεταξύ των οποίων και 27 παιδιών) στο Γουέϊκο της Οκλαχόμα, η οποία είχε συμβεί ακριβώς δύο χρόνια πριν (19 Απριλίου 1993). Από την δική του βομβιστική ενέργεια έχασαν τη ζωή τους 186 αθώοι. Όλοι οι νεκροί είναι αθώοι. Όμως στη ζωή τίποτε δεν είναι αθώο. Από τη στιγμή που ο άνθρωπος είναι «εδώ» και ρίχνει το βλέμμα του στον κόσμο, τα πράγματα παύουν να είναι αθώα. Υποφέροντας από «ένα υπερτροφικό αίσθημα δικαίου», σύμφωνα με την εμπεριστατωμένη ανάλυση του αριστερού αμερικανού διανοούμενου Γκόρ Βιντάλ, προέβη στην τυφλή και ειδεχθή αυτή πράξη αυτοδικίας, αγανακτισμένος από τα κακώς κείμενα της αμερικανικής κοινωνίας και επηρεασμένος από την προτροπή του «σοφού της Βαλτιμόρης» Χ.Λ. Μένκεν (1880-1956): «Κάθε φυσιολογικός άνθρωπος πρέπει κάποιες φορές να μπαίνει στον πειρασμό να φτύσει τις χούφτες του, να σηκώσει το μαύρο μπαϊράκι και να αρχίσει να κόβει λαρύγγια». Εκτελέστηκε στις 10 Ιουνίου 2001 σε ηλικία 33 ετών, αναφωνώντας τους καταληκτικούς στίχους από το ποίημα «Αήττητος» του Γουΐλλιαμ Έρνεστ Χένλεϋ (1849-1903): «Κύριος είμαι της δικής μου μοίρας, ο τιμονιέρης της δικής μου της ψυχής».
Η δεύτερη περίπτωση είναι του αμερικανού αναρχοδεξιού Θεόδωρου (Τεντ) Κατζύνσκι, Καθηγητή Μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και γνωστού ως Unabomber, ο οποίος επί δεκαεπτά χρόνια στοχοποίησε την αμερικανική κοινωνία με βομβιστικές ενέργειες (δέματα-βόμβες) εναντίον πανεπιστημιακών και αεροπλάνων (απ' όπου και το προσωνύμιό του, από το University and airliner bomber), αφήνοντας πίσω του 3 νεκρούς και 17 τραυματίες, μέχρι να συλληφθεί τον Απρίλιο του 1996. Σύμφωνα με το μανιφέστο του «Η Βιομηχανική Κοινωνία και το Μέλλον της», που πρωτοδημοσίευσε η «Ουάσιγκτον Πόστ» στις 21 Σεπτεμβρίου του 1995, αλλά και το μικρό του διήγημα που έγραψε στην φυλακή το 1999 με τίτλο «Το Πλοίο των Ηλιθίων», ουσιαστική αντίσταση στο κατεστημένο κοινωνικό σύστημα μπορεί να προέλθει μόνο από ατομική αντίσταση ή από ολιγάριθμους αναρχικούς πυρήνες που (σε αντίθεση με τους «αριστεριστές», άτομα συμπλεγματικά με χαμηλή αυτοεκτίμηση, τα οποία διψούν απλά για δύναμη, και το μόνο τους μέλημα είναι το πως θα υφαρπάξουν την εξουσία) είναι οι μόνοι ιστορικά ικανοί καταλύτες για την απαιτούμενη επανάσταση (σε αντιδιαστολή με την όποια μεταρρύθμιση). Αυτοί είναι οι μόνοι που αντιλαμβάνονται ότι το πλοίο πρέπει να αλλάξει πορεία, αλλιώς πρόκειται σύντομα να συντριβεί στα παγόβουνα της Αρκτικής, καθώς οι «ηλίθιοι» που επιβαίνουν σε αυτό δεν αντιλαμβάνονται την μείζονα απόκλιση από την ορθή πορεία πλεύσεως, αναλισκόμενοι σε διαμαρτυρίες προς τον καπετάνιο γύρω από ήσσονα προβλήματα και ιδιοτελή προσωπικά τους συμφέροντα. Δριμύς επικριτής του μέλλοντος της βιομηχανικής και τεχνολογικής κοινωνίας, που για να ακούσει τις απόψεις ενός ατόμου το αναγκάζει πρώτα να σκοτώσει ανθρώπους για να μεταδώσει το μήνυμά του στο κοινό, υπερκερνώντας έτσι τον κατακλυσμό της υπερπληροφόρησης στον οποίο εκθέτουν το κάθε άτομο τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, συμπύκνωσε το «κατηγορώ» του στη ρήση: «Η φαντασία δεν γεννά την παραφροσύνη. Αυτό που γεννά την παραφροσύνη είναι η λογική».
Κατά τα άλλα, «όπου και να σας βρίσκει το κακό, αδελφοί, όπου και να θολώνει ο νους σας, μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη» (Οδυσσέας Ελύτης): «Ωραίος κόσμος ηθικός αγγελικά πλασμένος» (Διονύσιος Σολωμός) και «σαν νά 'χαν ποτέ τελειωμό τα πάθια και οι καημοί του κόσμου» (Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης).
Χρίστος Γούδης
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΕΓΕΡΣΕΩΣ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ
Στην συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου Αττικής, της 19ης Απριλίου 2013, συζητήθηκε, κατόπιν αιτήματος της παρατάξεως «Αττική Οδός», προ ημερησίας διατάξεως, υπό μορφή του κατεπείγοντος, το θέμα της ανεγέρσεως μουσουλμανικού τεμένους (τζαμιού) στην Αθήνα. Άνοιξε κατάλογος ομιλητών στον οποίο και εγγράφηκα, αναμένοντας την σειρά μου, η οποία ποτέ δεν ήλθε, καθότι στην πορεία της συζητήσεως, μάς ανακοινώθηκε ότι θα λάβουν μέρος μόνον οι αρχηγοί των παρατάξεων. Επειδή με αυτήν την μεθόδευση στερήθηκα της δυνατότητας να εκφράσω την γνώμη μου, θεώρησα υποχρέωσή μου έναντι των πολιτών της Περιφέρειας Αττικής να δημοσιοποιήσω την θέση μου για ένα τόσο ευαίσθητο θέμα που αφορά όλους μας. Την καταθέτω, όπως θα την εξέφραζα στο Περιφερειακό Συμβούλιο, εάν μου δίνονταν ο λόγος, όπως θα έπρεπε να είχε συμβεί:
«Είμαστε μια κοινωνία που έχει βουλιάξει στα σκατά, κι ο τρόπος για να βγούμε δεν είναι να λουσθούμε και με άλλα τέτοια. Εάν πρέπει να γίνει τέμενος, το πλέον δόκιμο είναι να δοθεί ένας υπάρχων χώρος ο οποίος έχει ήδη συγκροτημένη αστυνομική δύναμη που να μπορεί να ελέγχει την είσοδο των νόμιμων μουσουλμάνων μεταναστών. Το καταλληλότερο κτίριο για έναν τέτοιο σκοπό είναι το κτίριο άνωθεν του μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτη, τα πάλαι ποτέ Ανάκτορα. Οι σήμερον ενοικούντες σε αυτό μπορούν να χωρισθούν σε δύο σώματα, και οι μεν της συμπολίτευσης να φιλοξενούνται για να επιτελούν τα νομοθετικά καθήκοντα στην Γερμανική Πρεσβεία, γεγονός που θα επιταχύνει και το επιβαλλόμενο έργο, οι δε της αντιπολίτευσης να συνέρχονται σε ανοικτό χώρο, στην Πλατεία Κλαυθμώνος, όπου θα μπορούν να ωρύονται απερίσπαστα. Άπαντες δε οι 300 να αμείβονται για το ευαγές έργο τους με μισθό ανειδίκευτου εργάτη, για να δούμε τότε σε τί ύψος θα τον νομοθετήσουν. Αυτή είναι η πρότασή μου».
Χρίστος Γούδης
Περιφερειακός Σύμβουλος Αττικής
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο "Τρίτο Μάτι" τεύχος 210, 16 Μαΐου 2013
http://www.makeleio.gr
http://hellas-diaggeleas.blogspot.gr
ΑΝΘΡΩΠΟΚΤΟΝΙΑ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΚΥΝΗΓΗΤΟ
«Η πρόποση της Βοστώνης»
Αυτά μαθαίναμε στα φροντιστήρια της Αγγλικής Γλώσσας στις αρχές της δεκαετίας του 1960, από τα βιβλία μας της τότε εποχής, την σειρά "Practice your English" («Εξασκήστε τα Αγγλικά σας»), που δεν ήταν γραμμένα στα αγγλικά αλλά στα amerenglish, τα αγγλοαμερικανικά, βιβλία που δεν ήταν αγγλικά αλλά αμερικανικά (!), σε μία προσπάθεια υποδόρειας πολιτισμικής αμερικανικής διείσδυσης στον χώρο του πνεύματος, γιατί στον χώρο της ύλης οι Αμερικανοί είχαν ήδη επικρατήσει με την κόκα-κόλα, τα καουμπόϊκα μπλουτζήνς, τα ταχυφαγεία των σκουπιδοτροφών, τις τσίχλες και τις τσιχλόφουσκες.
Η «πρόποση της Βοστώνης», που διαβάσατε στην αρχή του κειμένου, γράφηκε το 1910 από έναν απόφοιτο του Χάρβαρντ, τον Τζον Κόλλινς Μπόσσιντυ, έναν από τους αριστοκράτες της Βοστώνης, τους αποκαλούμενους «βραχμάνους», την ελίτ των μεγάλων οικογενειών της Μασσαχουσέτης που επικοινωνούσαν μόνο μεταξύ τους, όπως οι Λόουελς με τους Κάμποτς, ενώ κάποιοι από αυτούς, όπως οι Κάμποτς, είχαν το προνόμιο να απευθύνονται, μόνον αυτοί, στον Θεό. Η Βοστώνη ήταν, και ακόμη παραμένει, η εμβληματική βασίλισσα του αγγλοτραφούς αμερικανικού μεγαλοαστικού καθεστώτος, πρότυπο του πουριτανικού φεουδαρχικού προτεσταντισμού και των «καθώς πρέπει» λευκών αποίκων, που αφού απώθησαν τους υποανάπτυκτους ερυθρόδερμους απαιτούσαν να μην φορολογούνται από τους Άγγλους, που τους επέβαλαν φορολογία στο εισαγόμενο τσάϊ, θεωρώντας πως δεν είναι δυνατόν να φορολογούνται χωρίς να εκπροσωπούνται στο Βρετανικό Κοινοβούλιο («no taxation without representation»). Τα γεγονότα της καταστροφής ενός φορτίου τσαγιού στο λιμάνι της Βοστώνης τον Δεκέμβριο του 1773, γνωστά αργότερα ως το «Boston Tea Party», απετέλεσαν την απαρχή ταραχών που οδήγησαν μετά από λίγο στο ξέσπασμα της Αμερικανικής Επανάστασης που άρχισε κοντά στην Βοστώνη και την κατέστησε έκτοτε το ιδεολογικό πρότυπο του Αμερικανισμού. Ως τέτοιο σύμβολο δέχτηκε το ράπισμα των ισλαμιστών Τσετσένων κατά την διεξαγωγή του Απριλιάτικου Μαραθωνίου της, του 2013, προσθέτοντας έτσι το «Boston Blood Party», το λουτρό αίματος που επακολούθησε, στην πολυκύμαντη ιστορία της.
Κανείς δεν θα μπορούσε να αισθανθεί την οποιαδήποτε συμπαράσταση ή ανοχή προς τους ακτιβιστές μιας τέτοιας πράξης. Γιατί κανείς δεν θά ήθελε να βρεθεί, αυτός ή τα παιδιά του, νεκρός ή ακρωτηριασμένος, την ώρα που παρακολουθεί ένα αθλητικό ή όποιο άλλο κοινωνικό δρώμενο. Όμως το θέμα, όπως και ο διάβολος (και κάποιες γάτες) έχει πολλές ουρές.
Η πρώτη είναι η ουρά της εθνικής ταυτότητας των Αμερικανών. Ιστορικά, μάταιες έχουν αποδειχθεί όλες οι προσπάθειες να χτιστούν πολυπολιτισμικές κοινωνίες, ή πιο σωστά πολυεθνικές αυτοκρατορίες. Η κατάληξή τους είναι ήδη γνωστή από την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου που διέλυσε την Περσική αυτοκρατορία, ενώ η εκκωφαντική κατάρρευση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, Αγίας ή Αμαρτωλής, της Βυζαντινής, της Οθωμανικής, της Βρετανικής, της Αυστροουγγαρίας αλλά και της Σοβιετίας πρόσφατα, αντηχούν ακόμη στα αυτιά μας, χωρίς όπως φαίνεται να έχουν καταφέρει να μας τα σπάσουν, γιατί επιμένουμε να μην ακούμε τα διδάγματα της Ιστορίας. («Για να ακούσει κανείς πρέπει κάποιος να του σπάσει τα αυτιά», Νίτσε).
Οι μόνες «πολυεθνικές» αυτοκρατορίες που επιζούν διαχρονικά είναι αυτές που έχουν συντεθεί από ανθρώπους χωρίς εθνικότητα, χωρίς πατρίδα, χωρίς ταυτότητα, από ανθρώπους-παράσιτα, από τους νεοβάρβαρους χρηματάνθρωπους της οικουμένης, τους κατά Καποδίστρια «μεταλλόθεους», αυτούς που θεός τους είναι ο Μαμωνάς, και Ευαγγέλιο, Ταλμούδ ή Κοράνι, η οικονομική νεοθεολογία τους. «In Gold we trust» σε αντίστιξη με το προτεσταντικό πρόταγμα του αμερικανικού δολαρίου «In God we trust». «Θεός μας ο Χρυσός», φέρτε τον όλο στα ενεχυροδανειστήρια της νέας Τάξης πραγμάτων και αξιών. Γυαλίζει ελκυστικά και κάνει και το μάτι τους να γυαλίζει επικίνδυνα.Διαβρωμένη από τα απορροφητικά παράσιτα και κατακερματισμένη σε εθνικές μειονότητες, η αμερικανική κοινωνία διερωτάται διά του «ευλογημένου» (Μπαράκ) προέδρου της, γιατί άτομα που ζουν και σπουδάζουν στις Ηνωμένες Πολιτείες στρέφονται εναντίον των «αθώων» πολιτών τους. Με την πεποίθηση φυσικά, ότι οι αθώοι αμερικανοί πολίτες θα πρέπει να βρίσκονται κυριολεκτικά στο απυρόβλητο, σε αντίθεση με τους αθώους πολίτες της Σερβίας, του Ιράκ ή της Συρίας, των οποίων η αθωότητα είναι απλά ζωϊκής μορφής, είναι κάτι σαν την αθωότητα των λαγών, των ορτυκιών, της μπεκάτσας και της πέρδικας, που οι αμερικανοί κυνηγοί έχουν δικαίωμα να εκτονώνονται επάνω τους, έτσι, για πλάκα, ή των αγριμιών, που φυσικά έχουν καθήκον να μεταφέρουν στους ζωολογικούς κήπους του Γκουαντανάμο, προς σωφρονισμό, παραδειγματισμό και επίδειξη της δυνάμεώς τους.
Μια δεύτερη ουρά είναι το θέμα της αφελούς προσέγγισης του ισλαμισμού ως θρησκείας και της αποδοχής ανέγερσης και λειτουργίας τζαμιών, μιναρέδων και μεντρεσέδων μέσα στα σπλάγχνα μιας χριστιανικής κοινωνίας, στα πλαίσια της λατρείας του ενός Θεού με τα πολλά φυλετικά του πρόσωπα. Όμως ο ισλαμισμός των μουσουλμάνων δεν ήταν, δεν είναι, και δεν θα είναι ποτέ μια καλοκάγαθη θρησκεία επικαλούμενη βοήθεια «εις το όνομα του Θεού του Οικτίρμονος και Ελεήμονος» (Μπισμιλλάχ Αλ-Ραχμάν Αλ-Ραχίμ).
Ο Αλλάχ είναι θεός ανελέητος, χωρίς κανένα οίκτο για τους άπιστους, και κάθε κοινωνία που εκτρέφει τους πιστούς του στα σπλάγχνα της, εκτρέφει φίδια στον κόρφο της, και μεταλλάσσεται σε ουροβόρο όφι που τρώει τον εαυτό του. Τα τζαμιά και οι μεντρεσέδες, τα μουσουλμανικά τεμένη και τα ιεροδιδασκαλεία τους, είναι εκτροφεία πολιτικού ακτιβισμού ενάντια σε έναν Δυτικό πολιτισμό που θεωρούν «ξένο» και εχθρικό, και καταστρεπτέο, μια ιστορία που ξεκινάει από τις διδαχές του Προφήτη και την κατάκτηση της Αλεξάνδρειας από τους μωαμεθανούς το 640 μ.Χ., όταν ο χαλίφης Ομάρ έδωσε την λύση στο δίλημμα του Άραβα στρατηγού Αμρού που την κατέλαβε, σχετικά με την τύχη των βιβλίων της μεγάλης βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας: «αν γράφουν για τον Προφήτη, έχουμε πολλά από αυτά, μας είναι περιττά, κάψτε τα! Αν πάλι δεν γράφουν για τον Προφήτη, είναι αιρετικά και επικίνδυνα, κάψτε τα!». Η λύση του Ισλάμ ήταν πάντα «φωτιά και τσεκούρι» μέχρι να προσκυνήσουν οι άπιστοι, και αυτά δίδαξαν τα τζαμιά της Βοστώνης στους δυό βομβιστές της, τον Ταμερλάνο Τσαρνάγιεφ και τον μικρό, σχεδόν ανήλικο, αδελφό του, Τζοχάρ.
Μια τρίτη ουρά είναι η λανθασμένη αντίληψη των δυτικών αν-εγκέφαλων αναλυτών περί της Αλ-Κάϊντα. Λέξη αραβική, σημαίνουσα την «βάση», τα θεμέλια των βαθύτερων πιστεύω των οπαδών της, εκφράζει την ιδεολογία και την μεταφυσική ενόραση των φονταμενταλιστών «μουσουλμάνων αδελφών», το «αυξάνεσθε και κατακυριεύσατε τον κόσμον τούτον» διά της σπάθης του Ισλάμ.Εκφράζει τον ολοκληρωτικό «ιερό πόλεμο», το «τζιχάντ» κατά των απίστων, τον ναζιστικό «Totalkrieg» των μουσουλμανικών μεραρχιών των Waffen SS Hadjar (χατζάρι, γιαταγάνι) του χιτλερικού Μεγάλου Μουφτή της Παλαιστίνης Χατζ Αμίν αλ-Χουσεΐνι, θείου του Γιασέρ Αραφάτ της Αλ Φατάχ (Αλ Φαλεστίν αλ Ταχρίρ αλ Χααρακάτ), του Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης και των συνακόλουθων ακτιβιστών, των φενταγίν, της Χαμάς, της Χεζμπολάχ («Ομάδα του Θεού»), της Ιντιφάντα, των μουτζαχεντίν, των ταλιμπάν και των πάσης φύσεως ζωσμένων με εκρηκτικά μουσουλμάνων καμικάζι, πιστών στα φανατικά κελεύσματα του παρελθόντος, του Χασάν ιμπν Σαμπάχ του 11ου αιώνος, του αποκαλούμενου και «Σέϊχ αλ Τζέμπελ», του «γέρου του βουνού» στο φρούριο του Αλαμούτ, και των ντοπαρισμένων με χασίς οπαδών του, των «χασισίν» ή ασσασίνων, των «δολοφόνων» (των χριστιανών σταυροφόρων) κατά την δυτική ερμηνεία και υϊοθέτηση της λέξεως.
Όμως, η Αλ-Κάϊντα δεν είναι μία ομογενής κεντρική οργάνωση, αλλά ιδέα που διαπερνά τοπικά και διαχρονικά, πλέον, το σώμα και το πνεύμα των πιστών του Ισλάμ, ιδεολογία κεντρική μεν, που εκπορεύεται από ένα ευρύτερο μουσουλμανικό κοινωνικό σύνολο, χωρίς όμως ένα συγκεκριμένο οργανωτικό κέντρο, νέφος γεμάτο με θεολογικά και πολιτικά ραδιενεργά κατάλοιπα, που αργά αλλά σταθερά βρίσκουν τον δρόμο τους στην αλυσίδα της πνευματικής τροφής της νεολαίας του. Είναι η κουλτούρα του ισλαμικού «εμείς μόνοι μας», κατ' αναλογίαν με το ιρλανδικό «Σίν Φέϊν» του IRA. Πριν μερικά χρόνια, το 2005, το είδαμε να πραγματοποιείται με τους Πακιστανούς του Ηνωμένου Βασιλείου, που συγκλόνισαν με τις εκρήξεις τους, στο μετρό και σε λεωφορεία, την πόλη του Λονδίνου (βλέπε το σχετικό ποίημα μου «Τζιχάντ»). Το να ψάχνει κανείς για διασυνδέσεις με ένα «έξωθεν» οργανωτικό κέντρο, και να θεωρεί πάντα τους ισλαμιστές ακτιβιστές ως κινούμενα και κατευθυνόμενα πιόνια ενός φαντασιακού «Οσάμα Μπιν Λάντεν», επειδή εκείνος βρίσκονταν πίσω από τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 (βλέπε τα σχετικά ποιήματά μου «World Trade Centre», «Κατ' Εμπορίην και Θεωρίην...», «First We Take Manhattan» και «Ground Zero»), απλά βάζει τον εαυτό του να κινείται στον χώρο της φαντασίας και της καταδίωξης σκιών.
Η Αλ-Κάϊντα είναι η Λερναία Ύδρα του ισλαμισμού, μία αυτοάνοση ασθένεια που γεννιέται αυτόματα σε κάθε κοινωνία, κάθε χώρα, και κάθε γωνιά η οποία εκτρέφει, στεγάζει και αποδέχεται την μουσουλμανική παρουσία, μόλις η τελευταία υπερβεί το κατώφλι μιας κρίσιμης μάζας, κατ' αναλογίαν των προϋποθέσεων που απαιτούνται για την ενεργοποίηση ενός πυρηνικού όπλου και την συνακόλουθη έκρηξη ενός θρησκευτικού εν προκειμένω, ανθρωποκτόνου φανατισμού. Η προσέγγισή μας δεν είναι αξιακή, είναι «πέραν του καλού και του κακού», δεν εξετάζει αν οι ισλαμιστές έχουν δίκαιο ή άδικο. Σε τελευταία ανάλυση αυτά τα θέματα είναι σαν το Ηρακλείτειο θαλασσινό νερό: πόσιμο για τα ψάρια και ακατάλληλο για τον άνθρωπο («θάλασσα ύδωρ καθαρώτατον και μιαρώτατον, ιχθύσι μεν πολύτιμον και σωτήριον, ανθρώποις δε άποτον και ολέθριον»). Το αν είναι καλό ή κακό εξαρτάται από το αν είσαι άνθρωπος ή ψάρι. Δεν εξετάζουμε το «γιατί» των πράξεων, διαπιστώνουμε το «τι», αυτό που είναι πίσω από αυτές. Μας αρέσει, δεν μας αρέσει, έτσι είναι τα πράγματα.
Μια τέταρτη ουρά της υπόθεσης είναι το τηλεοπτικό ανθρωποκυνηγητό που εξαπέλυσε η αμερικανική αστυνομία. Πιστή στην αρχή του «τσαμπουκά» τού σερίφη, των ρέϊντζερς και των ομάδων καταδίωξης (posse) της Άγριας Δύσης, με καουμπόϊκους αλαλαγμούς, τυμπανοκρουσίες και υπερβάλλουσα εξωστρέφεια, επιδόθηκε στο τηλεοπτικό λυντσάρισμα ενός ημιθανούς δεκαεννιάχρονου που εκπροσωπούσε το Απόλυτο Κακό επί της Γης. Καλπάζουσα επί των περιπολικών και των τεθωρακισμένων της, εξαπέλυσε μεγάλης κλίμακος στρατηγική επιχείρηση, θέτοντας σε κλοιό την Βοστώνη και περισφίγγοντάς την σταδιακά μέχρι να εγκλωβίσει τον κοπανιστό αέρα και να αναγκαστεί, κατεβάζοντας τα αυτιά της και τα μούτρα της, να ανακοινώσει με δημόσια ομολογία της ότι «δυστυχώς αποτύχαμε». Ο ιδιαίτερα επικίνδυνος, ζωσμένος με εκρηκτικά και έτοιμος να δολοφονήσει τους πάντες και τα πάντα μανιακός κακούργος, ο δεκαεννιάχρονος διαβολικός Τσετσένος, ο Ζοχάρ Τσαρνάγιεφ, είχε ξεφύγει και απειλούσε το σύνολο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής με αφανισμό. Ο 666 είχε προσγειωθεί στο έδαφος της Αμερικής και, ανεξέλεγκτος πλέον, ήταν έτοιμος να επιβάλει την βασιλεία του Σατανά.
Μέχρι που ο κάτοικος ενός από τα σπίτια που υποτίθεται πως είχαν ψάξει εξονυχιστικά τα λαγωνικά του FBI, είδε αίματα στην αυλή του που οδηγούσαν στην βάρκα του (την οποία είχε αποσύρει εκεί για τον χειμώνα). «Ούτοι εν άρμασι και ούτοι εν ίπποις» εφόρμησαν ξανά πυροβολώντας (στου Καραγκιόζη τον γάμο) και επιστρατεύοντας τον εμβληματικό τους «υπεράνθρωπο», υπό μορφήν ελικοπτέρου με προβολείς και θερμικές κάμερες, εντόπισαν τον μισοπεθαμένο και αιμοραγούντα φτωχοδιάβολο, ακίνητο και πεσμένο στην βάρκα.
Έντρομοι και περίτρομοι για το ενδεχόμενο αυτοανατίναξης του ημιθανούς και πρακτικά αναίσθητου «καμικάζι», του οπλισμένου στα μάτια τους με εκρηκτικά μεγατόνων, που σίγουρα κατ' αυτούς θα κουβαλούσε μαζί του, σε αναντιστοιχία με τις αυτοσχέδιες κροτίδες που ενεργοποίησαν αυτός και ο αδελφός του, σκοτώνοντας μέσα σε ένα συμπαγές πλήθος πολύ λιγότερους από όσους σκοτώνονται στην αμερικανική καθημερινότητα από διαταραγμένους χριστιανούς αμερικανούς, που θερίζουν με τα όπλα τους δεκάδες παιδάκια στα σχολεία, και που ευσπλαχνικά συγχωρούνται από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης γιατί προφανώς «ού γαρ οίδασι τί ποιούσι», απέστειλαν «ρομπότ» (!) να τον προσεγγίσει, και με στεντόρειους τηλεβόες τον ανάγκασαν να ξυπνήσει από τον λήθαργό του, να προσπαθήσει να σηκωθεί και να ξαναπέσει αναίσθητος στα χέρια τους, ψευδολογώντας παράλληλα δημοσίως για υποτιθέμενη σκληρή μάχη και ανταλλαγή πυροβολισμών, όπως θα έπρεπε να είχε συμβεί σύμφωνα με τις βιντεοταινίες που βλέπουνε από τα βιντεοκαταστήματα της γειτονιάς τους. «Αίμα στον πράσινο βάλτο». Τζων Γουαίην, Κέρκ Ντάγκλας, και ού συμμαζεύεται.
Πέμπτη ουρά, η συμπεριφορά του αλαλάζοντος και ζητοκραυγάζοντος αστικού φοιτηταριού της Βοστώνης. Η «συλλογική αθωότητα» του πλήθους, του αμερικανικού «καθώς πρέπει» όχλου, που πανηγυρίζει ευχαριστώντας την αστυνομία, ανακουφισμένου ότι δεν κινδύνευε πλέον το τομάρι τους, και μη αντιλαμβανόμενου ότι με τον τρόπο του δικαιώνει την αντίληψη των φονταμενταλιστών ισλαμιστών περί «συλλογικής ευθύνης», καθιστώντας έτσι τον εαυτό τους εκ νέου «εν δυνάμει στόχο» επερχόμενων παρόμοιων ενεργειών, καθότι οι διάδοχοι των «εκδικητών του Ισλάμ» νομοτελειακά θα συνεχίσουν, αν δεν εντείνουν, την θεάρεστη στον μουσουλμάνο Θεό δράση τους.
Έκτη ουρά, τελευταία και φαρμακερή, το περί δικαίου αίσθημα και η έννοια, αυτή καθεαυτή, της συλλογικής αθωότητας και της συλλογικής ευθύνης, σε σχέση με την φυσιογνωμία, την ιδιοπροσωπία και την ιδιάζουσα ψυχοσύνθεση του φανατικού ακτιβιστή, που θεωρεί υποχρέωσή του να πάρει τον νόμο στα χέρια του και να αποκαταστήσει το δίκαιο που έχει στο μυαλό του για να τιμωρήσει τους «κοσμοκράτορες του σκότους του αιώνος τούτου». Κάτω από αυτό το πρίσμα, δύο περιπτώσεις, που συγκλόνισαν την αμερικανική κοινωνία των είκοσι τελευταίων ετών, άφησαν ανεξήτιλα τα ίχνη της αναγνωρισιμότητάς τους.
Η πρώτη περίπτωση αφορά τον Τίμοθυ Μακ Βέϊ (1968-2001), παρασημοφορημένο ήρωα του αμερικανικού στρατού στον πόλεμο του Κόλπου, ο οποίος στις 19 Απριλίου 1995 τίναξε στον αέρα το ομοσπονδιακό κτίριο της πόλης της Οκλαχόμα, σε αντίποινα της σφαγής από αμερικανικές ομοσπονδιακές δυνάμεις 80 αθώων πολιτών (μεταξύ των οποίων και 27 παιδιών) στο Γουέϊκο της Οκλαχόμα, η οποία είχε συμβεί ακριβώς δύο χρόνια πριν (19 Απριλίου 1993). Από την δική του βομβιστική ενέργεια έχασαν τη ζωή τους 186 αθώοι. Όλοι οι νεκροί είναι αθώοι. Όμως στη ζωή τίποτε δεν είναι αθώο. Από τη στιγμή που ο άνθρωπος είναι «εδώ» και ρίχνει το βλέμμα του στον κόσμο, τα πράγματα παύουν να είναι αθώα. Υποφέροντας από «ένα υπερτροφικό αίσθημα δικαίου», σύμφωνα με την εμπεριστατωμένη ανάλυση του αριστερού αμερικανού διανοούμενου Γκόρ Βιντάλ, προέβη στην τυφλή και ειδεχθή αυτή πράξη αυτοδικίας, αγανακτισμένος από τα κακώς κείμενα της αμερικανικής κοινωνίας και επηρεασμένος από την προτροπή του «σοφού της Βαλτιμόρης» Χ.Λ. Μένκεν (1880-1956): «Κάθε φυσιολογικός άνθρωπος πρέπει κάποιες φορές να μπαίνει στον πειρασμό να φτύσει τις χούφτες του, να σηκώσει το μαύρο μπαϊράκι και να αρχίσει να κόβει λαρύγγια». Εκτελέστηκε στις 10 Ιουνίου 2001 σε ηλικία 33 ετών, αναφωνώντας τους καταληκτικούς στίχους από το ποίημα «Αήττητος» του Γουΐλλιαμ Έρνεστ Χένλεϋ (1849-1903): «Κύριος είμαι της δικής μου μοίρας, ο τιμονιέρης της δικής μου της ψυχής».
Η δεύτερη περίπτωση είναι του αμερικανού αναρχοδεξιού Θεόδωρου (Τεντ) Κατζύνσκι, Καθηγητή Μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και γνωστού ως Unabomber, ο οποίος επί δεκαεπτά χρόνια στοχοποίησε την αμερικανική κοινωνία με βομβιστικές ενέργειες (δέματα-βόμβες) εναντίον πανεπιστημιακών και αεροπλάνων (απ' όπου και το προσωνύμιό του, από το University and airliner bomber), αφήνοντας πίσω του 3 νεκρούς και 17 τραυματίες, μέχρι να συλληφθεί τον Απρίλιο του 1996. Σύμφωνα με το μανιφέστο του «Η Βιομηχανική Κοινωνία και το Μέλλον της», που πρωτοδημοσίευσε η «Ουάσιγκτον Πόστ» στις 21 Σεπτεμβρίου του 1995, αλλά και το μικρό του διήγημα που έγραψε στην φυλακή το 1999 με τίτλο «Το Πλοίο των Ηλιθίων», ουσιαστική αντίσταση στο κατεστημένο κοινωνικό σύστημα μπορεί να προέλθει μόνο από ατομική αντίσταση ή από ολιγάριθμους αναρχικούς πυρήνες που (σε αντίθεση με τους «αριστεριστές», άτομα συμπλεγματικά με χαμηλή αυτοεκτίμηση, τα οποία διψούν απλά για δύναμη, και το μόνο τους μέλημα είναι το πως θα υφαρπάξουν την εξουσία) είναι οι μόνοι ιστορικά ικανοί καταλύτες για την απαιτούμενη επανάσταση (σε αντιδιαστολή με την όποια μεταρρύθμιση). Αυτοί είναι οι μόνοι που αντιλαμβάνονται ότι το πλοίο πρέπει να αλλάξει πορεία, αλλιώς πρόκειται σύντομα να συντριβεί στα παγόβουνα της Αρκτικής, καθώς οι «ηλίθιοι» που επιβαίνουν σε αυτό δεν αντιλαμβάνονται την μείζονα απόκλιση από την ορθή πορεία πλεύσεως, αναλισκόμενοι σε διαμαρτυρίες προς τον καπετάνιο γύρω από ήσσονα προβλήματα και ιδιοτελή προσωπικά τους συμφέροντα. Δριμύς επικριτής του μέλλοντος της βιομηχανικής και τεχνολογικής κοινωνίας, που για να ακούσει τις απόψεις ενός ατόμου το αναγκάζει πρώτα να σκοτώσει ανθρώπους για να μεταδώσει το μήνυμά του στο κοινό, υπερκερνώντας έτσι τον κατακλυσμό της υπερπληροφόρησης στον οποίο εκθέτουν το κάθε άτομο τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, συμπύκνωσε το «κατηγορώ» του στη ρήση: «Η φαντασία δεν γεννά την παραφροσύνη. Αυτό που γεννά την παραφροσύνη είναι η λογική».
Κατά τα άλλα, «όπου και να σας βρίσκει το κακό, αδελφοί, όπου και να θολώνει ο νους σας, μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη» (Οδυσσέας Ελύτης): «Ωραίος κόσμος ηθικός αγγελικά πλασμένος» (Διονύσιος Σολωμός) και «σαν νά 'χαν ποτέ τελειωμό τα πάθια και οι καημοί του κόσμου» (Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης).
Χρίστος Γούδης
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΕΓΕΡΣΕΩΣ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ
Στην συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου Αττικής, της 19ης Απριλίου 2013, συζητήθηκε, κατόπιν αιτήματος της παρατάξεως «Αττική Οδός», προ ημερησίας διατάξεως, υπό μορφή του κατεπείγοντος, το θέμα της ανεγέρσεως μουσουλμανικού τεμένους (τζαμιού) στην Αθήνα. Άνοιξε κατάλογος ομιλητών στον οποίο και εγγράφηκα, αναμένοντας την σειρά μου, η οποία ποτέ δεν ήλθε, καθότι στην πορεία της συζητήσεως, μάς ανακοινώθηκε ότι θα λάβουν μέρος μόνον οι αρχηγοί των παρατάξεων. Επειδή με αυτήν την μεθόδευση στερήθηκα της δυνατότητας να εκφράσω την γνώμη μου, θεώρησα υποχρέωσή μου έναντι των πολιτών της Περιφέρειας Αττικής να δημοσιοποιήσω την θέση μου για ένα τόσο ευαίσθητο θέμα που αφορά όλους μας. Την καταθέτω, όπως θα την εξέφραζα στο Περιφερειακό Συμβούλιο, εάν μου δίνονταν ο λόγος, όπως θα έπρεπε να είχε συμβεί:
«Είμαστε μια κοινωνία που έχει βουλιάξει στα σκατά, κι ο τρόπος για να βγούμε δεν είναι να λουσθούμε και με άλλα τέτοια. Εάν πρέπει να γίνει τέμενος, το πλέον δόκιμο είναι να δοθεί ένας υπάρχων χώρος ο οποίος έχει ήδη συγκροτημένη αστυνομική δύναμη που να μπορεί να ελέγχει την είσοδο των νόμιμων μουσουλμάνων μεταναστών. Το καταλληλότερο κτίριο για έναν τέτοιο σκοπό είναι το κτίριο άνωθεν του μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτη, τα πάλαι ποτέ Ανάκτορα. Οι σήμερον ενοικούντες σε αυτό μπορούν να χωρισθούν σε δύο σώματα, και οι μεν της συμπολίτευσης να φιλοξενούνται για να επιτελούν τα νομοθετικά καθήκοντα στην Γερμανική Πρεσβεία, γεγονός που θα επιταχύνει και το επιβαλλόμενο έργο, οι δε της αντιπολίτευσης να συνέρχονται σε ανοικτό χώρο, στην Πλατεία Κλαυθμώνος, όπου θα μπορούν να ωρύονται απερίσπαστα. Άπαντες δε οι 300 να αμείβονται για το ευαγές έργο τους με μισθό ανειδίκευτου εργάτη, για να δούμε τότε σε τί ύψος θα τον νομοθετήσουν. Αυτή είναι η πρότασή μου».
Χρίστος Γούδης
Περιφερειακός Σύμβουλος Αττικής
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο "Τρίτο Μάτι" τεύχος 210, 16 Μαΐου 2013
http://www.makeleio.gr
http://hellas-diaggeleas.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.