ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΛΑΛΛΑΣ, ένας
Μακεδόνας μουσικός,
που το
έργο του χάθηκε, πιθανόν
ισάξιος του
Βάγκνερ και του Βέρντι.
Δημήτριος Λάλλας
Εξαίρετος ΕΛΛΗΝΑΣ συνθέτης και πιανίστας, βλάχος, Μακεδών. (Από το Μεγάροβο της κατεχόμενης από βουλγάρους Πελαγονίας 1848 - Μοναστήρι 1911).
|
«Ωραία, εκφραστική φυσιογνωμία, λεπτή, αριστοκρατική διάνοια, έξοχον μουσικόν τάλαντον, φλογερά, αγνή φιλοπατρία, χαρακτήρ ειλικρινής και άδολος, αλλά και σιωπηλός και παράδοξος».
Μία Σημείωση: Η ιστορία του κρυφού έρωτα του μουσικού Λάλλα
με την Κοζίμα, την γυναίκα του Βάγκνερ, η φυγή του από το
Μπαϋρώυτ για να μην προδώσει τον φίλο του Ριχάρδο, όλη του η ζωή
και το έργο σε εκείνο το κέντρο μουσικής δημιουργίας, θα περίμενε
κανείς να συγκινήσει μερικούς νεοέλληνες συγγραφείς που θα μπορούσαν να γράψουν σπουδαίες μυθιστορηματικές δημιουργίες. Από
αυτές θα μπορούσαν να προκύψουν σενάρια και εξαιρετικές
κινηματογραφικές ταινίες από ταλαντούχους δημιουργούς.
Το εβραϊκό Χόλυγουντ παίρνει ασήμαντες ιστορίες στις οποίες εμπλέκεται κάποιος ιουδαίος, δημιουργεί χιλιάδες μύθους και θρύλους σε χιλιάδες ταινίες και μας σερβίρει κατάλληλα στο υποσυνείδητό μας, όλα τα δήθεν μεγαλουργήματα των ιουδαίων (συνήθως ασήμαντες
καθημερινές ιστορίες ή συνομωσίες του Σανχενδρίν της εβραϊκής φυλής, κατάλληλα φτιαγμένες).
Δυστυχώς τίποτε από αυτά δεν συμβαίνει. Το πνεύμα των νεοελλήνων στέρεψε για πάντα - εδώ και 100 χρόνια - με την προσκόλλησή
τους στην ιδεολογία του ιουδαίου Κεσιλέ Μαρδοχαίου. Το ίδιο είχε στερέψει μεταξύ του 400 και 600 μ.Χ. λόγω της φανατικής τους προσκολλήσεως σε ένα άλλο ιουδαίο, τον Ιησού. Έκαναν τότε πάνω από χίλια χρόνια για να πάρουν ανάσα.
Ακολούθησε τις εγκύκλιες σπουδές στο Μοναστήρι, τη Θεσσαλονίκη (όπου, κατά τον Στ. Βασιλειάδη, εγκαταστάθηκε το 1856) και την Αθήνα (όπου πήρε και τα πρώτα μουσικά μαθήματα). Συνέχισε τις μουσικές σπουδές του στη Γενεύη (1865), στη Βιέννη και στο Μόναχο (1868), συμπληρώνοντας την κατάρτισή του κατά την πολύχρονη διαμονή του στη Γερμανία.
Εκεί συνδέθηκε φιλικά με τον Βάγκνερ, βοηθώντας τον στην Α' σκηνική παρουσίαση του "Δακτυλιδιού του Νίμπελουγκ" ("Der Ring des Nibelungen", 1876).
Το όνομα του Έλληνα μουσικού είναι χαραγμένο στην αναμνηστική πλάκα που βρίσκεται στο περιστύλιο του θεάτρου του Μπαϋρόιτ (εκεί όπου μνημονεύονται τα ονόματα όλων των συντελεστών του "θαύματος").
Η Κόζιμα Βάγκνερ στα ημερολόγιά της, που πρωτοεκδόθηκαν το 1976 από τον οίκο R. Piper και co Verlag στο Μόναχο, στις 6 Απριλίου του 1877, ημέρα Παρασκευή, σημειώνει: «…Ο ξένος της ημέρας είναι ο καλός μας Λάλας, που ήρθε εδώ από το Ζάλτσμπουργκ για να μας αποχαιρετήσει. Επιστρέφει στο Μοναστήρι. Σκεφτόμαστε τις μέρες των Νιμπελούγκεν…».
H σύνδεση του Λάλα με την οικογένεια Βάγκνερ υπήρξε στενότατη (πολλοί μιλούν για ειδύλλιό του με την γυναίκα του Βάγκνερ Κόζιμα) κι όπως διηγόταν αργότερα ο Αιμίλιος Ριάδης (που υπήρξε ο αγαπημένος μαθητής του στο πιάνο), όταν κάποτε πηγαίνοντας για το Παρίσι μετέφερε στην Κόζιμα ένα γράμμα του δασκάλου του, εκείνη το παρέλαβε με δάκρυα στα μάτια...
H σύνδεση του Λάλα με την οικογένεια Βάγκνερ υπήρξε στενότατη (πολλοί μιλούν για ειδύλλιό του με την γυναίκα του Βάγκνερ Κόζιμα) κι όπως διηγόταν αργότερα ο Αιμίλιος Ριάδης (που υπήρξε ο αγαπημένος μαθητής του στο πιάνο), όταν κάποτε πηγαίνοντας για το Παρίσι μετέφερε στην Κόζιμα ένα γράμμα του δασκάλου του, εκείνη το παρέλαβε με δάκρυα στα μάτια...
Μετά τον θάνατο του Βάγκνερ ο Λάλας εργάστηκε για λίγο ως αρχιμουσικός στο Ζάλτσμπουργκ και την Αθήνα, στο Μοναστήρι και στη Σχολή της Χάλκης (Κων/πολις), για να εγκατασταθεί οριστικά (1881) στη Θεσ/νίκη ως καθηγητής πιάνου. Απέκτησε φήμη και ως συνθέτης παιδικών ασμάτων. Επίσης, ένα "Μακεδονικό εμβατήριο", που εκτελέστηκε το 1906 από τη Μπάντα της Φρουράς Αθηνών με μαέστρο τον Ιωσήφ Καίσαρη γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Αναφέρεται ότι συνέθεσε την όπερα "Σαλώμη" (στο κείμενο του Ουάιλντ).
Η μουσική της "Ηλέκτρας" του Σοφοκλή (που από καιρό συνέθετε) έμεινε δυστυχώς ημιτελής, γιατί στο μεταξύ εκείνος πέθανε από χολέρα.
Έξι χρόνια αργότερα, το 1917, η οικογένειά του απεφάσισε να εκδώσει ολόκληρο το έργο του και γι’ αυτό το έστειλε με ένα πλοίο στην Ιταλία. Όμως το πλοίο βυθίστηκε από γερμανικό υποβρύχιο κι έτσι το έργο του Λάλα φαίνεται να χάθηκε για πάντα. Δε σώζονται παρά μόνο λίγα κείμενα μουσικών του διαλέξεων και κάποια μικρά έργα (χορωδιακά τραγούδια, όπως το «Die Karthause» - «Η σκήτη», κ.λπ.) που όμως πιστοποιούν αυθεντική δημιουργική πνοή.
Τέλος, η πιανίστα και καθηγήτρια πιάνου Φανή Λάλα ήταν ανιψιά του.
Από τα σπουδαιότερα αποκτήματα της Μουσικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος «Λίλιαν Βουδούρη» αποτελεί το Αρχείο του Αιμίλιου Ριάδη, το οποίο της δωρήθηκε στις 22 Ιουνίου 2000 από την κυρία Ισμήνη Τζερμιά-Σακελλαροπούλου.
Η Κουκουβάγια έναι ένα ποίημα που ο Ριάδης έγραψε στο Μόναχο όπου σπούδαζε το 1909, με αφιέρωση στον «μεγάλο δάσκαλό μου Δημήτριον Λάλλα». Δημοσιεύθηκε στην Εβδομαδιαία εικονογραφημένη επιθεώρηση «Εποχή» της Θεσσαλονίκης αρκετά αργότερα στις 30 Δεκεμβρίου του 1928, αφού όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο εκδότης «το ανακαλύψαμε στην βιβλιοθήκη κάποιου λόγιου Μακεδόνος και σήμερον το φέρομε εις την δημοσιότητα.». Ας σημειώσουμε εδώ ότι ακόμη ένα ποίημα με θερμή αφιέρωση στον Δημήτρη Λάλλα έχει τον τίτλο: Στον Παρθενώνα.
Ο Αντώνης Κοντογεωργίου γράφει για τον Δημήτρη Λάλλα:
«Ο Θεσσαλονικιός συνθέτης Λάλλας καταγόταν από το Μοναστήρι. Μετά τον θάνατό του, γύρω στα 1911, ο αδελφός του είχε δείξει σε αξιωματικούς των συμμαχικών δυνάμεων κάποιες από τις συνθέσεις του. Εκείνοι είχαν κρίνει ότι θα έπρεπε να σταλούν στην Ιταλία για να εκδοθούν. Όμως η νύφη του Λάλα είχε αντιδράσει, χωρίς να εισακουστεί. Το μόνο που είχε καταφέρει είναι να βγάλει από το κιβώτιο κάποια από τα χειρόγραφα. Το κιβώτιο φορτώθηκε σʼ ένα καράβι που δυστυχώς βυθίστηκε στον Θερμαϊκό. Αυτά τα χειρόγραφα μου τα παρέδωσε απόγονος του συνθέτη και ακολούθησε η έκδοση και παρουσίασή του».
Άρθρο του Γ.Θ.Σαγιαξή στην εφημερίδα του Μοναστηρίου ''Το Φως'', δημοσιεύθηκε στις 4 Σεπτεμβρίου 1911. |
«Ωραία, εκφραστική φυσιογνωμία, λεπτή, αριστοκρατική διάνοια, έξοχον μουσικόν τάλαντον, φλογερά, αγνή φιλοπατρία, χαρακτήρ ειλικρινής και άδολος, αλλά και σιωπηλός και παράδοξος, ιδού τα κυριώτερα χαρακτηριστικά του θαλερού πρεσβύτου, του ακραιφνούς πατριώτου, του διαπρεπούς Μουσικού, τον οποίον δια μιας απαισίας χειρονομίας αφήρπασεν αφ' ημών ο καταχθόνιος δαίμων, όστις από μηνός και πλέον λυσσά και μαίνεται εν τη ατυχεί πατρίδι μας.
Γόνος της μεγάλης, γνωστής οικογενείας Λάλλα, της οποίας διακλάδωσιν αποτελούν οι ενταύθα και εν Θεσσαλονίκη οίκοι Λάλλα και Οικονόμου και οι εν Ρουμανία διαπρέψαντες οίκοι των αειμνήστων Αδερφών Γερμάνη -γνωστός ο ανορθώσας τα οικονομικά της Ρουμανίας υπουργός Μενέλαος Γερμάνης, όστις ουδέποτε επελάθετο της καταγωγής και πατρίδος αυτού- και του αειμνήστου Δημητρ. Μουσίκου, ιδρυτού της Αστικής Σχολής και Μεγάλου Ευεργέτου της ημετέρας Κοινότητός, γόνος της μεγάλης και αρχαϊκής οικογενείας Λάλλα ο πολύκλαυστος Δημήτριος, μετά το πέρας των εγκυκλίων αυτού σπουδών εν Μοναστηρίω, Θεσσαλονίκη και Αθήναις, επεδόθη μετά ζήλου εις την θείαν του Απόλλωνος τέχνην, διατελέσας προς τοις άλλοις μαθητής του ρηξικελεύθου δημιουργού της νεωτέρας Γερμανικής Μουσικής Bichard Wagner, όστις ηγάπα και ετίμα αυτόν περισσώς, προοιωνιζόμενος μέγα και ένδοξον το μουσικόν αυτού μέλλον.
Δυστυχώς χρόνιον νόσημα, συνεπαγόμενον συχνάς αιμορραγίας, αισθηματικαί περιπέτειαι και τρικυμίαι, αναπόσπαστοι από τον βίον του Καλλιτέχνου, ίσως δε και τινες οικογενειακοί διαπληκτισμοί, οίτινες εταύτιζον την τύχην του ατυχούς Μουσουργού προς την του μεγάλου εθνικού Ποιητή Σολωμού, όλα τα φθονερά ταύτα πλήγματα της Μοίρας εξήνελησαν προώρως τον ακμαίον οργανισμόν του και κατέστησαν αυτόν σκεπτικόν και δύσθυμον, εκκεντρικόν και απαιδιόδοξον, ακοινώνητον και μονήρη. Ήτο όμως κατά βάθος αγαθός και μειλίχιος, ειλικρινής και άδολος και πολλήν έτρεφε στοργήν προς τους συγγενείς και οικείους, τους μαθητάς και φίλους.
Ο Λάλας, για κάμποσο καιρό, διετέλεσε ο δοξασμένος μαέστρος της μεγάλης ορχήστρας του Ζάλτσμπουργκ.
«Ωραία, εκφραστική φυσιογνωμία, λεπτή, αριστοκρατική διάνοια, έξοχον μουσικόν τάλαντον, φλογερά, αγνή φιλοπατρία, χαρακτήρ ειλικρινής και άδολος, αλλά και σιωπηλός και παράδοξος». Έτσι περιέγραψε το 1911 ο Γεώργιος Σαγιαξής στην Εφημερίδα του Μοναστηρίου ‘’Το Φώς’’ τον αποβιώσαντα συνθέτη και πιανίστα Δημήτριο Λάλα που, αν και άγνωστος σήμερα στο ευρύ ελληνικό κοινό, υπήρξε μια από τις λαμπρότερες μουσικές προσωπικότητες της εποχής του.
Ο Νίτσε τον Αύγουστο του 1868 σαν αξιωματικός του Πυροβολικού.
Τον Αύγουστο του 1876 ο Λάλλας συμμετείχε ως βοηθός διευθυντής ορχήστρας στην πρώτη σκηνική παρουσίαση της τετραλογίας "Der Ring des Nibelungen" με την οποία εγκαινιάστηκε το θέατρο του Bayreuth.
Τις πρεμιέρες αυτές, με βοηθό διευθυντή ορχήστρας
τον Μακεδόνα Λάλλα, παρακολούθησαν μεταξύ άλλων ο Αυτοκράτορας Γουλιέλμος, ο Βασιλιάς Λουδοβίκος της Βαυαρίας, ο Αυτοκράτορας της Βραζιλίας, οι συνθέτες Anton Bruckner, Edward Grieg, Piotr Illich Tchaikovsky και Franz Liszt και
ο φιλόσοφος Φρειδερίκος Νίτσε.
Μετά το πέρας των μουσικών αυτού σπουδών παρά τω Μεγάλω Διδασκάλω εν Bayreuth της Βαυαρίας κατά το 1876, τριακονταετής περίπου ανέλαβε την διεύθυνσιν Ορχήστρας εν Γερμανικώ τίνι θεάτρω, οπόθεν μετά εν ή δυο έτη κατήλθεν εις την Βιέννην, ένθαν διέτριψεν επί τίνα έτη, συνάψας στενάς σχέσεις προς τους αυτόθι μουσικούς και καλλιτεχνικούς κύκλους. Κατά το 1882 περίπου εχρημάτισε Καθηγητής της Μουσικής εν τη εμπορική Σχολή της Χάλκης, οπόθεν μετά δυο έτη, παρά τας επιμόνους προσπαθείας του αειμνήστου Ζαρίφη, απεσύρθη αναιτίως και αποποιηθείς πάσας τας προσφερθείσας αυτώ θέσεις εν Αθήναις, Οδησσώ και αλλαχού, εγκατέστη οριστικώς κατά το 1885 εις την Μητρόπολιν της Μακεδονίας, την Θεσσαλονίκην.
Έν Θεσσαλονίκη εδίδαξεν επί ολόκληρον 25ετίαν την μάγον τέχνην του Ορφέως, παραδίδων κυρίως μαθήματα κλειδοκυμβάλου, μοχθών και αγωνιζόμενος όπως ανυψώση την ομογενή νεολαίαν εις ανώτερον επίπεδο μορφώσεως και πολιτισμού. Δια την ευρείαν αυτού εγκυκλοπαιδικήν μόρφωσιν και τους αριστοκρατικούς αυτού τρόπους, παρά τον ιδιόρρυθμον αυτού χαρακτήρα, ετύγχανε παρά πάσι πολλής εκτιμήσεως και σεβασμού ήτο δε ιδία περιζήτητος εις τας αιθούσας και τα Clubs της αυτόθι εκλεκτής κοινωνίας.
Άλλ' ολίγοι γνωρίζουν τον θερμόν και αγνόν πατριωτισμόν του αειμνήστου Λάλλα. Ότε ολίγων προ της κηρύξεως του Συντάγματος ο εκ των Γάλλων διοργανωτών της χωροφυλακής L. Lamauche, εξωνημένον όργανον των Βουλγάρων και Ρουμάνων, ετόλμησε να εκφρασθή εις το Olympos Palace εναντίον των Ελλήνων της Μακεδονίας, ο αοίδιμος Δημήτριος αντεπεξήλθε μετά τόσης δριμύτητος και ευγλωττίας, ανέπτυξε μετά τόσης θέρμης την εν τη χερσονήσω του Αίμου ιστορικήν και εκπολιτιστικήν δράσιν του Ελληνισμού, ώστε οι εν τω Καφενείω παρόντες ομογενείς, εκστατικοί και έξαλλοι, προέβησαν εις ενθουσιώδη υπέρ αυτού διαδήλωσιν.
Τερψιχόρη: Ήτοι συλλογή χορικών ασμάτων
Αν. Ν. Μάλτου
Αι πρώται συνθέσεις του αοιδίμου Λάλλα, εξ ων τινές περιελήφθησαν εις την''Τερψιχόρην'' του διαπρεπούς εν Οδησσώ Καθηγητού και πεφιλημένου συμπατριώτου του κ. Αναστ. Μάλτου, είναι δυστυχώς ολίγαι. Ιδία το άσμα του χειμώνος μαρτυρεί βαθείαν αντίληψιν των μυστηρίων της Φύσεως και της Τέχνης. Οι ευτυχήσαντες να ακούσωσιν άσματα διδαχθέντα υπ' αυτού εις μαθητικούς χορούς εν Μοναστηρίω, Θεσσαλονίκη και Χάλκη, ενθυμούνται ακόμη την συναρπάσασαν και κατακηλήσασαν αυτούς γοητείαν και μέθην.
Η δε εν Αθήναις κατά τους Ολυμπιακούς Αγώνας του 1909, υπό της Βασιλικής ορχήστρας του Καίσαρη εκτέλεσις του Μακεδονικού Ύμνου του, υπό την εμπνευσμένην διεύθυνσιν αυτού του Συνθέτου, ήτο κατά γενικήν ομολογίαν τουτ' αυτό θριαμβευτική. Οι παρόντες υψηλοί κύκλοι συνεχάρησαν και επευφήμησαν ενθουσιωδώς τον διαπρεπή Μουσουργόν. Ο Αθηναϊκός τύπος έπλεξε μυροβόλους στεφάνους εκ δάφνης και μυρσίνης περί την Απολλώνειον κεφαλήν του μάγου Καλλιτέχνου. Η ιδιαιτέρα πατρίς του Μακεδονία ετιμήθη, νομίζω, αρκετά εν τω προσώπω του εκλεκτού τέκνου της.
Αλλά το έργον του αειμνήστου Λάλλα μένει και ούτω ατελές και ακατάρτιστον, απαράλλακτα ως το του μεγάλου εθνικού Ποιητή Σολωμού.
Πρέπει να έλθουν εις φως όλα τα ανέκδοτα έργα του- εν τέλειον Μελόδραμα, διάφοροι συμφωνίαι και μερικά άσματα- όπως γνωσθή εις ευρύτερον κύκλον και κριθή επαξίως υπό των επαϊόντων ο μέγας Μουσικός και Συνθέτης. Ο εν Θεσσαλονίκη ακόμη ευρισκόμενος διαπρεπής Καθηγητής του εθνικού Πανεπιστημίου, εις την εσχάτως εν τη ''Νέα Αληθεία'' δημοσιευθείσα θαυμασίαν Νεκρολογίαν του- υψιπετές εγκώμιον Μεγάλου Διδασκάλου προς Μέγαν Μουσουργόν βεβαιοί την ύπαρξιν των ανωτέρων χειρογράφων, την οποίαν και ημείς γνωρίζομεν παρά διαφόρων συγγενών του. Συνενώ δε προς τας θερμάς συστάσεις του σοφού Καθηγητού και τας θερμάς παρακλήσεις μου, ως συγγενούς και θαυμαστού του πολυκλαύστου νεκρού, όπως ο προσφιλής και αντάξιος μαθητής του Αιμίλιος Khu, αριστούχος του εν Μονάχω Ωδείου, φόρον ευγνωμοσύνης αποτίνων προς τον αλησμόνητον Διδάσκαλον του, αναλάβη ως τάχιστα την ταξινόμησιν και έκδοσιν των ανεκδότων έργων του, την οποίαν δεν υπάρχει αμφιβολία ότι εχθύμως θα υποστηρίξωσιν οι ενταύθα και εν Θεσσαλονίκη συγγενείς και κληρονόμοι του, τιμώντες και ευλαβούμενοι την μνήμην του αοιδίμου ανδρός.
Ο ασθενής Λάλλας
Οι παρά την κλίνην του ασθενούς σπεύσαντες συγγενείς του- εγώ δυστυχώς ήμην ακόμη άρρωστος , ίσως από την ιδίαν νόσον- εύρον αυτόν ήρεμον και μετά στωικής απαθείας αναμένονταν τον φοβερόν θάνατον. Παρεκάλεσε τους οικείους να απομακρυνθώσιν αμέσως, όπως μη τυχόν μολυνθώσι και μόνον επί μιαν στιγμήν, αναπολήσας την ερημικήν και αγέλαστον ζωήν του απέμαξε δια του μανδηλίου του εν φλογερόν δάκρυ... Μετά πολλής δυσκολίας κατεπείσθη να δεχθή τους προστρέξαντας ιατρούς, οίτινες τον περιποιήθησαν μετά πολλής αφοσιώσεως και εθελοθυσίας. Την επιούσαν ο ασθενής απεμονώθη υπό της υγειονομικής υπηρεσίας, εγκαταλειφθείς εις τας περιθάλψεις εμμίσθων ξένων και μετά τινας ώρας περιπέσας εις λήθαργον παρέδωκε γαλήνιος το πνεύμα του εις τον Πλάστην...
Η κηδεία του πολυκλαύστου ανδρός- την οποία μόλις εγερθείς εκ της κλίνης παρηκολούθησα ευλαβώς εφόσον οι πόδες μου με συνεκράτουν- εν τη στυγνή ερημία και σιωπή της ήτο απείρως οδυνηρά και πένθιμος... Προηγείτο εις ιερεύς με αναμμένην λαμπάδα, η νεκροφόρος άμαξα, μαύρη, γυμνή και αστόλιστος, δυο γυναίκες και πέντε άνδρες, σιωπηλοί, σκυθρωποί και πελιδνοί την όψιν. Παλαιοί φίλοι και γνώριμοι, μη τολμώντες να πλησιάσωσι παρηκολούθουν μακρόθεν επί ολίγα βήματα την θλιβεράν και σπαρακτικήν εκείνην κηδείαν... Άλλοι συγγενείς και οικείοι, θαυμασταί και φίλοι του ατυχούς νεκρού αισθάνονται την ανάγκην όπως, παρελθούσης της φοβεράς επιδημίας, τιμήσωσιν επαξίως την ιεράν και προσφιλή αυτού μνήμην. Ελπίσωμεν ότι το τεσσαρακονθήμερον Μνημόσυνον του αειμνήστου Λάλλα, μεγαλοπρεπές και πάνδημον, θα είναι αντάξιον του οικογενειακού ονόματος και της προσωπικής αξίας αοιδίμου ανδρός...
Γ. Θ. Σαγιαξής
Δημήτρης Λάλας: ο μαθητής και φίλος του Richard Wagner
ΑΡΘΡΟ ΤΗΣ ΚΑΤΙΑΣ ΚΑΛΛΙΤΣΟΥΝΑΚΗ
(Παραγωγός Τρίτου Προγράμματος ΕΡΤ).
(Παραγωγός Τρίτου Προγράμματος ΕΡΤ).
‘’Ωραία, εκφραστική φυσιογνωμία, λεπτή, αριστοκρατική διάνοια, έξοχον μουσικόν τάλαντον, φλογερά, αγνή φιλοπατρία, χαρακτήρ ειλικρινής και άδολος, αλλά και σιωπηλός και παράδοξος….’’ . Έτσι περιέγραψε το 1911 ο Γεώργιος Σαγιαξής στην Εφημερίδα του Μοναστηρίου ‘’Το Φώς’’ τον αποβιώσαντα συνθέτη και πιανίστα Δημήτριο Λάλα που, αν και άγνωστος σήμερα στο ευρύ κοινό, υπήρξε μια από τις λαμπρότερες μουσικές προσωπικότητες της εποχής του.
Γεννημένος το 1848 στο βλαχόφωνο Μεγάροβο της Μακεδονίας, ο Λάλας σπούδασε στην Αθήνα, στη Γενεύη και στη Βιέννη και ολοκλήρωσε την μουσική του εκπαίδευση στο Μόναχο, όπου το 1874 η γνωριμία του με τον Richard Wagner και τη σύζυγό του Cosima Liszt, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην καλλιτεχνική του εξέλιξη. Όπως αναφέρει στο Ημερολόγιό της η Cosima, ο νεαρός Λάλας ερχόταν σχεδόν καθημερινά στο σπίτι τους για να μελετήσει μουσική με τον Richard και μετά να συζητήσουν και οι τρείς τους διάφορα μουσικά θέματα, ενώ συχνά τους δεχόταν κι εκείνος για καφέ στο σπίτι του, στο οποίο μάλιστα είχαν γνωρίσει και έναν από τους αδελφούς του.
Τον Αυγουστο του 1876 ο Λάλας συμμετείχε ως βοηθός διευθυντής ορχήστρας στην πρώτη σκηνική παρουσίαση της τετραλογίας "Der Ring des Nibelungen" με την οποία εγκαινιάστηκε το θέατρο του Bayreuth.
Τις πρεμιέρες παρακολούθησαν μεταξύ άλλων ο Αυτοκράτορας Γουλιέλμος,ο Βασιλιάς Λουδοβίκος της Βαυαρίας, ο Αυτοκράτορας της Βραζιλίας,οι συνθέτες Anton Bruckner,Edward Grieg,Piotr Illich Tchaikovsky και Franz Liszt και ο φιλόσοφος Friedrich Nietzsche.
Η συμβολή του Λάλα στην επιτυχία του βαγκνερικού οράματος τεκμαίρεται και από το γεγονός ότι το όνομά του χαράχθηκε σε αναμνηστική πλάκα στο περιστύλιο του θεάτρου του Bayreuth.
Ο κρυφός έρωτας του Λάλα για την Cosima, αν και δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ,
Ο κρυφός έρωτας του Λάλα για την Cosima, αν και δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ,
αποτελεί την πιθανότερη εξήγηση της απόφασής του να εγκαταλείψει το 1877 το Μόναχο με τις λαμπρές επαγγελματικές του προοπτικές, και να συνεχίσει τη σταδιοδρομία του ως αρχιμουσικός στο Salzburg και κατόπιν ως καθηγητής μουσικής στην Αθήνα,στο Μοναστήρι και στη Σχολή της Χάλκης.
Πηγές της εποχής αναφέρουν ότι η εξαιρετική γοητεία που ασκούσε ως προσωπικότητα αλλά και ως μουσικός, τον είχαν καταστήσει περιζήτητο στα σαλόνια της Βιέννης και της Κωνσταντινούπολης, και ιδεώδη υποψήφιο σύζυγο για τις κόρες των επιφανών οικογενειών της εποχής. Ωστόσο ο Λάλας απέφυγε κάθε συναισθηματική δέσμευση και το 1881 πήρε την απόφαση να εγκατασταθεί οριστικά στη Θεσσαλονίκη.
Τα επόμενα 30 περίπου χρόνια εργάστηκε εκεί ως καθηγητής πιάνου (ανάμεσα στους μαθητές του ήταν και ο συνθέτης Αιμίλιος Ριάδης),συμμετέχοντας παράλληλα σε ορισμένες ξεχωριστές μουσικές εκδηλώσεις της πόλης. Μία από αυτές ήταν το κοντσέρτο που έδωσε το Φεβρουάριο του 1888 ο διάσημος τότε στην Ευρώπη, Έλληνας φλαουτίστας Ευρυσθένης Γκίζας, τον οποίο ο Λάλας συνόδευσε στο πιάνο, σύμφωνα με δημοσίευμα της εποχής.
Στο ίδιο αυτό χρονικό διάστημα εμπλούτισε την εργογραφία του με τραγούδια,
χορωδιακά έργα, μια όπερα και ορισμένα έργα για ορχήστρα από τα οποία ο ‘’Μακεδονικός Παιάν’’ αποκαλύπτει το πόσο τον είχε επηρεάσει ο Μακεδονικός Αγώνας.
Στο ίδιο αυτό χρονικό διάστημα εμπλούτισε την εργογραφία του με τραγούδια,
χορωδιακά έργα, μια όπερα και ορισμένα έργα για ορχήστρα από τα οποία ο ‘’Μακεδονικός Παιάν’’ αποκαλύπτει το πόσο τον είχε επηρεάσει ο Μακεδονικός Αγώνας.
ΛΑΛΛΑΣ ΠΡΟΣ ΔΡΑΓΟΥΜΗ:
«Φίλε κύριε Δραγούμη.
Κατά τα συμπεφωνημένα σας πέμπω σήμερον τη γνωστήν μουσικήν μου σύνθεσιν με την παράκλησιν και επιθυμίαν μου να ανατεθεί η φροντίς της επιδόσεως του χειρογράφου εις φίλον σας τινά, δραστήριον και ενεργητικόν και δη πονούντα την Μακεδονίαν, όστις να μη λείψει να πληροφορείται παρά των κυρίω Καίσαρη περί της ταχείας αντιγραφής αυτής και επισταμένης μελέτης, καθόσον το έργον τυγχάνει ολίγον πολύπλοκον.
Έχω δια πεποιθήσεως και ελπίδας ότι δεν θα εντροπιάσω τη φιλτάτη Πατρίδα μας και τους Μακεδόνας, αρκεί μόνο να μελετηθεί καλώς το έργον».
Ο Λάλας είχε δείξει το έργο αυτό στον Ίωνα Δραγούμη παρακαλώντας τον να μεσολαβήσει ώστε να φθάσει στα χέρια του Ιωσήφ Καίσαρη για να παιχθεί στην Μεσολυμπιάδα της Αθήνας.
Σε επιστολή που του έστειλε στις 18-02-1906 από τη Θεσσαλονίκη στην
Αλεξανδρούπολη, αναφέρει τα εξής:
Φίλε κύριε Δραγούμη.
Κατά τα συμπεφωνημένα σας πέμπω σήμερον τη γνωστήν μουσικήν μου σύνθεσιν με την παράκλησιν και επιθυμίαν μου να ανατεθεί η φροντίς της επιδόσεως του χειρογράφου εις φίλον σας τινά, δραστήριον και ενεργητικόν και δη πονούντα την Μακεδονίαν, όστις να μη λείψει να πληροφορείται παρά των κυρίω Καίσαρη περί της ταχείας αντιγραφής αυτής και επισταμένης μελέτης, καθόσον το έργον τυγχάνει ολίγον πολύπλοκον.
Έχω δια πεποιθήσεως και ελπίδας ότι δεν θα εντροπιάσω τη φιλτάτη Πατρίδα μας και τους Μακεδόνας, αρκεί μόνο να μελετηθεί καλώς το έργον…’’
Τελικά ο ‘’Μακεδονικός Παιάν’’ εκτελέστηκε στις 21-02-1907 στο μακεδονικό χορό της Στρατιωτικής Λέσχης Αθηνών από μπάντα 30 μουσικών της Ανακτορικής Φρουράς με διευθυντή τον Ιωσήφ Καίσαρη ξεσηκώνοντας θύελλα ενθουσιασμού. Ο αδελφός του Ίωνος, Φίλιππος Δραγούμης, κατέγραψε τα εξής στο ανέκδοτο ημερολόγιό του :
‘’Ο Μακεδονικός Παιάν αλήθεια είναι ωραιότατος. Απ’αρχής μέχρι τέλους είναι μελαγχολικός. Κατ’αρχάς παριστάνει την λυπηράν κατάστασιν της Μακεδονίας,
αίφνης ακούγονται σάλπιγγες εξεγείρουσαι πάλιν τη συνείδησιν των Ελλήνων, και εις το τέλος συναρμολογεί την αρχήν του εθνικού ύμνου, δηλών ούτως τας ελπίδας του Ελληνισμού, και τελειώνει με ήχους ενθουσιασμού.Αισθάνεται κανείς ότι (ο Λάλας) είναι μαθητής του Wagner και θαυμαστής του Beethoven’’.
Ο Δημήτριος Λάλας πέθανε απο χολέρα στο Μοναστήρι το 1911 έχοντας εκδόσει ελάχιστα έργα του. Το 1917 η οικογένειά του αποφάσισε να στείλει στην Ιταλία προς έκδοσιν όσα έργα βρέθηκαν στο σπίτι του,δυστυχώς όμως το πλοίο που τα μετέφερε βυθίστηκε από τορπίλλη γερμανικού υποβρυχίου έξω από τη Θεσσαλονίκη και έτσι δεν διασώθηκαν παρά ελάχιστα δειγματα της τέχνης του.
Ο Δημήτριος Λάλας πέθανε απο χολέρα στο Μοναστήρι το 1911 έχοντας εκδόσει ελάχιστα έργα του. Το 1917 η οικογένειά του αποφάσισε να στείλει στην Ιταλία προς έκδοσιν όσα έργα βρέθηκαν στο σπίτι του,δυστυχώς όμως το πλοίο που τα μετέφερε βυθίστηκε από τορπίλλη γερμανικού υποβρυχίου έξω από τη Θεσσαλονίκη και έτσι δεν διασώθηκαν παρά ελάχιστα δειγματα της τέχνης του.
Σε αυτά περιλαμβάνεται το τραγούδι ‘’Η Σκήτη’’ για οκτάφωνη μικτή χορωδία σε ποίηση J.V.Voge που ερμήνευσε η Χορωδία της ΕΡΤ υπό την διεύθυνση του Αντώνη Κοντογεωργίου ο οποίος επιμελήθηκε την έκδοση και την παρουσίαση όσων έργων του Λάλα περιήλθαν στην κατοχή του από τους απογόνους του.
Το οκτάφωνο «Η σκήτη», σε ποίηση J.V. Voge, ιδιαίτερης αρμονικής ευαισθησίας έργο, κορύφωμα των χαρισμάτων του Λάλα ως συνθέτη. Το έργο αυτό, οκτάφωνη μεικτή χορωδία συγκαταλέγεται στο μουσικό άλμπουμ της πολιτιστικής Ολυμπιάδας 2004 με τον τίτλο «Αντίς για όνειρα», με έλληνες συνθέτες.
Η ελληνική μετάφραση των γερμανικών στίχων έγινε από τον ίδιο τον συνθέτη :
Μοναχική υψώνεται η σκήτη, σκυθρωπή αντικρύζει την κοιλάδα.Άκου! Μέσα οι καλόγεροι πάλι έναν ύμνο τραγουδούν.
Κοιμήσου εν ειρήνη, χλωμέ αδελφέ,
έχεις κερδίσει τώρα τη γαλήνη.
Μας άφησε ένας αδελφός,
απόθεσε στο χώμα το ραβδί του.
Και οι άλλοι τραγουδώντας φέρνουν
το σκήνωμα στον τάφο.
Κοιμήσου εν ειρήνη, χλωμέ αδελφέ,έχεις κερδίσει τώρα τη γαλήνη.
Αχ! Φαντάζομαι ετούτα τα σκοτάδια
θα τραγουδούσαν πένθιμα,αν ήσουνα εσύ.
Ένας Μακεδόνας την καταγωγή και το φρόνημα. Μαθητής και συνεργάτης του Βάγκνερ. Πιστός φίλος της οικογένειας και μεγάλος θαυμαστής του δασκάλου του.
Κι ο Βάγκνερ είχε μεγάλο θαυμασμό για τον Λάλα.
Ήταν πιανίστας, μαέστρος και σπουδαίος συνθέτης, που το έργο του κατάπιε ο Θερμαϊκός κόλπος.
Το ασυχώρετο
Να λησμονήσεις φίλους,
να περιγελάσεις τον τεχνίτη,
Και το βαθύτερο μυαλό
να το περνάς μικρό και τιποτένιο,
Ο θεός το συχωράει – μην ταράξεις μόνο
Ποτέ σου την ειρήνη των αγαπημένων.
Φρήντριχ Χαίλντερλιν Σεπτέμβριος του 1798
Μετάφραση Ζήσιμου Λορεντζάτου
Να λησμονήσεις φίλους,
να περιγελάσεις τον τεχνίτη,
Και το βαθύτερο μυαλό
να το περνάς μικρό και τιποτένιο,
Ο θεός το συχωράει – μην ταράξεις μόνο
Ποτέ σου την ειρήνη των αγαπημένων.
Φρήντριχ Χαίλντερλιν Σεπτέμβριος του 1798
Μετάφραση Ζήσιμου Λορεντζάτου
Ο μεγάλος βαγκνεριστής ιστορικός Καρλ Φρήντριχ Γκλάζεναπ γράφει: «Από τη Βιέννη έφτασε στις 22 του μηνός, συστημένος από τον Λιστ και τον Στάντχαρντερ, ο νεαρός Φέλιξ Μοττλ, για να συγκαταταχθεί στους μουσικούς βοηθούς. Τότε οι μουσικοί βοηθοί ήσαν οι: Anton Seidl, Franz Fischer και ένας νεαρός έλληνας, ονόματι Λάλας».
Ο εξαίρετος μουσικολόγος και ερευνητής Γεώργιος Λεωτσάκος σ’ ένα βιβλίο του γράφει: «Όταν γίνεται λόγος για την επίδραση του Ρίχαρντ Βάγκνερ στην ελληνική μουσική δημιουργία, ο μόνος πραγματικός μαθητής του, με την έννοια του πιστού, και συνεργάτης του, υπήρξε ένας Μακεδόνας την καταγωγή και το φρόνημα, ο Δημήτριος Στεργίου Λάλας».
Ο Έλληνας Μακεδόνας, Δημήτριος Λάλας, ήταν στενός φίλος και οικείος επισκέπτης στο σπίτι του ζεύγους Κόζιμα και Ρίχαρντ στο Μπάϊροιτ για ένα χρόνο και οκτώμισι μήνες. Στο διάστημα αυτό κάνει μουσική με τον Ρίχαρντ.
Ο εξαίρετος μουσικολόγος και ερευνητής Γεώργιος Λεωτσάκος σ’ ένα βιβλίο του γράφει: «Όταν γίνεται λόγος για την επίδραση του Ρίχαρντ Βάγκνερ στην ελληνική μουσική δημιουργία, ο μόνος πραγματικός μαθητής του, με την έννοια του πιστού, και συνεργάτης του, υπήρξε ένας Μακεδόνας την καταγωγή και το φρόνημα, ο Δημήτριος Στεργίου Λάλας».
Ο Έλληνας Μακεδόνας, Δημήτριος Λάλας, ήταν στενός φίλος και οικείος επισκέπτης στο σπίτι του ζεύγους Κόζιμα και Ρίχαρντ στο Μπάϊροιτ για ένα χρόνο και οκτώμισι μήνες. Στο διάστημα αυτό κάνει μουσική με τον Ρίχαρντ.
Συνεργάστηκε με τον Βάγκνερ και στις τέσσερες όπερες του κύκλου του «Δαχτυλιδιού του Νίμπελουγκ». Κι όπως έγραφε ο καθηγητής Ορτακώφ, ήταν Konzertmeister (:Μαέστρος) της ορχήστρας, κατά τις τελετές των εγκαινίων του θεάτρου του Μπάϊροιτ, όταν ο Ρίχαρντ Βάγκνερ παρουσίασε για πρώτη φορά τις τέσσερες αυτές όπερες το 1876 στο πρώτο φεστιβάλ, σε ένα ακροατήριο που περιελάμβανε τον Κάιζερ, τον Νίτσε και τον Τσαϊκόφσκι. Αυτές τις μέρες μάλιστα, διαβάσαμε στις εφημερίδες ότι: «… το φεστιβάλ Βάγκνερ στο Μπάϊροιτ, το οποίο εγκαινιάστηκε από τον ίδιο το συνθέτη το 1876, γνώρισε μεγάλη ακμή επίσης στα τελευταία 57 χρόνια από τότε που οι εγγονοί του συνθέτη το αναστήσανε το φεστιβάλ του παππού τους το 1951. Ειδικά ο Βόλφγκανγκ, κράτησε το Μπάϊροιτ και το μοναδικό, οραματικό του θέατρο στην πρώτη γραμμή της ευρωπαϊκής καλλιτεχνικής ζωής και γνώρισε μεγάλη ακμή στα χρόνια της διεύθυνσής του». Τώρα, τον διαδέχτηκαν οι δύο κόρες του, Καταρίνα και Εύα.
Άλλωστε στα ημερολόγιά της, που πρωτοεκδόθηκαν το 1976 από τον οίκο R. Piper και co Verlag στο Μόναχο, στις 6 Απριλίου του 1877, ημέρα Παρασκευή, η Κόζιμα Βάγκνερ σημειώνει: «…Ο ξένος της ημέρας είναι ο καλός μας Λάλας, που ήρθε εδώ από το Ζάλτσμπουργκ για να μας αποχαιρετήσει. Επιστρέφει στο Μοναστήρι.
Άλλωστε στα ημερολόγιά της, που πρωτοεκδόθηκαν το 1976 από τον οίκο R. Piper και co Verlag στο Μόναχο, στις 6 Απριλίου του 1877, ημέρα Παρασκευή, η Κόζιμα Βάγκνερ σημειώνει: «…Ο ξένος της ημέρας είναι ο καλός μας Λάλας, που ήρθε εδώ από το Ζάλτσμπουργκ για να μας αποχαιρετήσει. Επιστρέφει στο Μοναστήρι.
Σκεφτόμαστε τις μέρες των Νιμπελούγκεν…».
Ο Λάλας, επιπλέον, για κάμποσο καιρό, διετέλεσε ο δοξασμένος μαέστρος της μεγάλης ορχήστρας του Ζάλτσμπουργκ.Ο σοφός φιλόλογος που όχι μόνο γνώριζε προσωπικά τον Λάλα μα ήταν και στενός φίλος του, στο Μακεδονικό Ημερολόγιο του 1913, με τον τίτλο «Ο Δημήτριος Στεργίου Λάλας και το έργον αυτού», ανάμεσα σε πλήθος ενδιαφέρουσες πληροφορίες, που στην έρευνά του ο εκλεκτός μουσικολόγος τις λαμβάνει πολύ σοβαρά υπ’ όψιν, έγραφε σε καθαρεύουσα: «Τα μέγιστα τον Λάλα ετίμα και η αντάξια του Wagner γυνή, η μουσοχαρής Cosima, θυγάτηρ του Ούγγρου μελοποιού Lisst τα κατά την μουσικήν δε και σκηνοθετικήν ανδρός και γυναικός συνεργασίαν πολλάκις ο Λάλας κατ’ εξαίρεσιν του κανόνος ιδιότροπον και ταύτην, αφηγείτο μεθ’ ηδονής». Και μέχρι το τέλος της ζωής του διατηρούσε το κύπελλο απ’ το οποίο ο Βάγκνερ είχε πιει γάλα κατά την τελευταία τους συνάντηση στο Μπάϊροιτ. Αλλά κι η Κόζιμα, μετά το θάνατο του Βάγκνερ, ενώ ζούσε απομονωμένη και δεν δεχόταν κανέναν, όταν την επισκέφτηκε, πηγαίνοντας για το Παρίσι, ο Αιμίλιος Ριάδης, ένας από τους διάσημους μαθητές του Λάλα, της έφερε ένα γράμμα από κείνον. Τον δέχτηκε με καταφανή συγκίνηση και διάβασε το γράμμα του παλιού φίλου με δάκρυα στα μάτια, όπως διηγιόταν αργότερα ο Ριάδης. Ο Λάλας ήταν πραγματικά μια φυσιογνωμία βγαλμένη θαρρείς από τις σελίδες της γερμανικής ρομαντικής λογοτεχνίας, με μια εξίσου ρομαντική φιλοπατρία, που δεν διστάζει να μεταφέρει και να εκφράσει με παρρησία μέσα στο ίδιο το σπιτικό του Βάγκνερ.
Τον είδαμε να γίνεται ένας από τους συχνούς και οικείους επισκέπτες του σπιτιού των Βάγκνερ. Δεν κάνει όμως μόνο μουσική με τον δάσκαλό του, αλλά το ζεύγος συχνά τον επισκέπτεται για να πιει καφέ στο σπίτι του. Τους συστήνει κι έναν από τους αδελφούς του, τον οποίον και δέχονται στο σπίτι τους τουλάχιστο δυο φορές. Τα καταγράφει όλα αυτά, μαζί με άλλα πολύ ενδιαφέροντα που τον αφορούν, η Κόζιμα σε πολλά σημεία του ημερολογίου της. Υπήρξε ο Λάλας μια πραγματικά συναρπαστική φυσιογνωμία.
Γεννήθηκε τον Οκτώβριο του 1848 στο Μεγάροβο του Μοναστηριού. Ήταν γόνος βαθύπλουτης οικογένειας. Κατά τον δικηγόρο και ιστοριοδίφη του Μοναστηριού Γεώργιο Μόδη, παλιά στο Μοναστήρι, δίναν μια ευχή που ’λεγε: «Να ‘χεις του Λάλα τα καλά». Αδέλφια του ήταν η Δόμνα, ο Κωνσταντίνος, ο Μιχαήλ και ο Πέτρος.
Τον είδαμε να γίνεται ένας από τους συχνούς και οικείους επισκέπτες του σπιτιού των Βάγκνερ. Δεν κάνει όμως μόνο μουσική με τον δάσκαλό του, αλλά το ζεύγος συχνά τον επισκέπτεται για να πιει καφέ στο σπίτι του. Τους συστήνει κι έναν από τους αδελφούς του, τον οποίον και δέχονται στο σπίτι τους τουλάχιστο δυο φορές. Τα καταγράφει όλα αυτά, μαζί με άλλα πολύ ενδιαφέροντα που τον αφορούν, η Κόζιμα σε πολλά σημεία του ημερολογίου της. Υπήρξε ο Λάλας μια πραγματικά συναρπαστική φυσιογνωμία.
Γεννήθηκε τον Οκτώβριο του 1848 στο Μεγάροβο του Μοναστηριού. Ήταν γόνος βαθύπλουτης οικογένειας. Κατά τον δικηγόρο και ιστοριοδίφη του Μοναστηριού Γεώργιο Μόδη, παλιά στο Μοναστήρι, δίναν μια ευχή που ’λεγε: «Να ‘χεις του Λάλα τα καλά». Αδέλφια του ήταν η Δόμνα, ο Κωνσταντίνος, ο Μιχαήλ και ο Πέτρος.
Η Φανή Λάλα, εγγονή του Μιχαήλ Λάλα, έγραφε, μεταξύ πολλών άλλων, στον κύριο Γεώργιο Λεωτσάκο, ότι στο Μοναστήρι, η οικογένεια είχε σπίτι περιστοιχισμένο από μια τεράστια έκταση, με όλων των ειδών τα ζώα. Πράγματι, από την έρευνα που με τόσο βάθος έκανε ο εκλεκτός μουσικολόγος, μέχρι τις αρχές του 1978 τουλάχιστον, υπήρχε στο Μοναστήρι ένα σπίτι που συσχετιζόταν μ’ αυτό της οικογένειας. Μάλιστα οι κληρονόμοι της συζύγου του Κωνσταντίνου, αδελφού του συνθέτη, Κατίνας Λάλα, περίφημης καλλονής, διατηρούσαν τα υπάρχοντα αυτού του σπιτιού.
Από το Μοναστήρι ο Δημήτριος Λάλας έφυγε 12 χρονών, το 1856, και φοίτησε σε σχολείο στη Θεσσαλονίκη. Δάσκαλός του εκεί ήταν ο περίφημος Μαργαρίτης Δήμητσας. Η μεγάλη αυτή μορφή των γραμμάτων, εκείνης της εποχής.
Το 1859 πήγε στην Αθήνα για τη συνέχεια των σπουδών του στο γυμνάσιο. Εικάζεται, προσθέτει ο κύριος Λεωτσάκος, ότι εκεί πήρε και τα πρώτα μαθήματα μουσικής. Αλλά ο πατέρας του, εύλογα αντίθετος κατά τα ήθη της εποχής, να σπουδάσει ο γιος του μουσική, τον έστειλε στο Ινστιτούτο Thudicum της Γενεύης, ένα είδος Ανωτάτης εμπορικής Σχολής, απ’ όπου, μεταξύ 1856 και 1858, αποφοίτησε με άριστα. Για δύο χρόνια(1868-1870), γράφτηκε στο ωδείο του Μονάχου, και τα υπόλοιπα στο Μπάϊροιτ, «τα ειδικά μυούμενος παρά του μεγάλου Wagner», όπως έγραψε ο Πέτρος Παπαγεωργίου. Ο ίδιος, στο Μακεδονικό ημερολόγιο, λέει και πάλι για τον Λάλα: «…Εν τη Βιέννη, ο Λάλας, καίπερ μηδεμία μουσικήν αυτού σύνθεσιν, μήτε δημοσιεύσας ποτέ, ήτο τούτ’ αυτό persona gratissima…».
Πράγματι ο Δημήτριος Λάλας ασκούσε παντού μια γοητεία. Του ανοίγαν, όπως όλοι βεβαιώνουν, τα πιο κλειστά σαλόνια των γερμανικών πόλεων και αργότερα και της Κωνσταντινούπολης του 19ου αιώνα. Σ’ αυτά τα σαλόνια ο γοητευτικός Λάλας, με τους άψογους τρόπους του, εξωτικός Έλληνας, αρνήθηκε τον έρωτα της κόρης του Βιεννέζου ευπατρίδη βαρόνου Χιλλ στη Βιέννη, που τον ήθελε για άντρα της. Στη Βιέννη ζήτησε να τον γνωρίσει κι ο πρίγκιπας Σβάρτσενμπεργκ. Οι Σβάρτσενμπεργκ, μία από τις μεγαλύτερες οικογένειες της Αυστρίας.
Ξαφνικά, κι όταν ήταν ήδη διάσημος και με προοπτική για λαμπρή καριέρα στα επόμενα χρόνια, πήρε την απόφαση ν’ απομακρυνθεί από τον φίλο του Βάγκνερ, ν’ αφήσει το Μπάϊροιτ και να επιστρέψει στην Ελλάδα. Παρασκευή, 6 Απριλίου του 1877. Πολλά ειπώθηκαν γι’ αυτό. Όλες οι πηγές αναρωτιούνται γι’ αυτή την περίεργη απόφασή του. Ίσως, καταλήγουν λίγο πολύ όλοι, αν αυτά δεν είναι μυθεύματα, κάποιο κρυφό αίσθημα του Λάλα για τη γυναίκα του Βάγκνερ, τη θρυλική Κόζιμα, κόρη του Λιστ και πρώην γυναίκα του μαέστρου φον Μπύλοφ, και η επιθυμία του, σαν ένα ισχυρότατο πρόσχημα, να μην προδώσει τον φίλο του, να του υπαγόρευσε την επιστροφή στην Ελλάδα, εγκαταλείποντας έτσι μια λαμπρή καριέρα.Αρχικά πηγαίνει στο Μοναστήρι, κατόπιν στην Κωνσταντινούπολη, όπου διδάσκει για ένα διάστημα στη Χάλκη, και καταλήγει στη Θεσσαλονίκη.
Ο Παπαγεωργίου έγραφε: «…Διότι εν τη Ανατολή, έξω της Μακεδονίας, ο Λάλας διετέλεσε άγνωστος ων, πλην ότι επί βραχύ τινά χρόνον προ πολλών ετών εγνώρισε αυτόν η ερατεινή πρωτεύουσα της Τουρκίας διδάσκοντα την μουσικήν εν τη σχολή της Χάλκης…».
Γράφει πάλι για την αυτοεξορία του ο Παπαγεωργίου: «…μακράν δε των αμούσων ακοών των περί αυτόν βεβήλων τέρπων και παραμυθούμενος την εαυτού ψυχήν δια του κλειδοκυμβάλου και του τετραχόρδου (βιολιού)…».
Σ’ αυτή τη Θεσσαλονίκη, μαρτυρούν όλοι, μοναχικός προφήτης στη μουσική της έρημο, θα διδάξει μουσική επί τρεις δεκαετίες. Κι από την εφημερίδα «Το Φως», πληροφορούμαστε: «…Η πρώτη σοβαρή εκδήλωση για τη δημιουργία μουσικής σχολής, εσημειώθη με την άφιξη και εγκατάσταση στη Θεσσαλονίκη του μαθητού του Βάγκνερ Δημητρίου Λάλα…».
Μαζί του ο Λάλας στη Θεσσαλονίκη, είχε φέρει ολόκληρη βιβλιοθήκη από παρτιτούρες. Απέφευγε όμως να προωθεί στη δημοσιότητα τις συνθέσεις του. Ο Παπαγεωργίου και πάλι: «…Ο Λάλας ουδέποτε έλιπεν αυτήν, ει και πολλαχόθεν του τε Βορρά (Οδησσόν) και του Νότου(Αθήνα) πυκναί απεστέλλοντο προς αυτόν προτάσεις επί συμφορωτάτας όροις». Και αλλού επανέρχεται: «…Και δεν είναι μεν ψευδές ότι η αγνή αυτή μετριοφροσύνη παρά τω Λάλα ουχί σπανίως μετέπιπτεν εις ιδιοτροπίας, ας να παρερμηνεύση ηδύνατο μόνος ο αγνοών ή επιλανθανόμενος ότι έξοχα πνεύματα ουκ ολίγα ουδ’ ολιγάκις εκ τε φύσεως και εκ παιδείας και εξ αγωγής δουλεύουσιν εις ιδιορρυθμίας, αλλά ουχ’ ήττον αψευδές είναι ότι η ιδιότροπος του Λάλα μετριοφροσύνη συγκεκραμένη και πικρά τινι απογοητεύσει απέβαινεν εν τέλει αξιοθρήνητον ελάττωμα…».
Στη Θεσσαλονίκη ακόμη παίρνει μέρος κάποιες φορές σε μουσικές εκδηλώσεις και παραδίδει μαθήματα πιάνου. Οι δύο διάσημοι μαθηταί του, ήταν ο Αιμίλιος Ριάδης, και ο ιδρυτής του πρώτου Ωδείου Θεσσαλονίκης Σωτήρης Γραικός.
Από το Μοναστήρι ο Δημήτριος Λάλας έφυγε 12 χρονών, το 1856, και φοίτησε σε σχολείο στη Θεσσαλονίκη. Δάσκαλός του εκεί ήταν ο περίφημος Μαργαρίτης Δήμητσας. Η μεγάλη αυτή μορφή των γραμμάτων, εκείνης της εποχής.
Το 1859 πήγε στην Αθήνα για τη συνέχεια των σπουδών του στο γυμνάσιο. Εικάζεται, προσθέτει ο κύριος Λεωτσάκος, ότι εκεί πήρε και τα πρώτα μαθήματα μουσικής. Αλλά ο πατέρας του, εύλογα αντίθετος κατά τα ήθη της εποχής, να σπουδάσει ο γιος του μουσική, τον έστειλε στο Ινστιτούτο Thudicum της Γενεύης, ένα είδος Ανωτάτης εμπορικής Σχολής, απ’ όπου, μεταξύ 1856 και 1858, αποφοίτησε με άριστα. Για δύο χρόνια(1868-1870), γράφτηκε στο ωδείο του Μονάχου, και τα υπόλοιπα στο Μπάϊροιτ, «τα ειδικά μυούμενος παρά του μεγάλου Wagner», όπως έγραψε ο Πέτρος Παπαγεωργίου. Ο ίδιος, στο Μακεδονικό ημερολόγιο, λέει και πάλι για τον Λάλα: «…Εν τη Βιέννη, ο Λάλας, καίπερ μηδεμία μουσικήν αυτού σύνθεσιν, μήτε δημοσιεύσας ποτέ, ήτο τούτ’ αυτό persona gratissima…».
Πράγματι ο Δημήτριος Λάλας ασκούσε παντού μια γοητεία. Του ανοίγαν, όπως όλοι βεβαιώνουν, τα πιο κλειστά σαλόνια των γερμανικών πόλεων και αργότερα και της Κωνσταντινούπολης του 19ου αιώνα. Σ’ αυτά τα σαλόνια ο γοητευτικός Λάλας, με τους άψογους τρόπους του, εξωτικός Έλληνας, αρνήθηκε τον έρωτα της κόρης του Βιεννέζου ευπατρίδη βαρόνου Χιλλ στη Βιέννη, που τον ήθελε για άντρα της. Στη Βιέννη ζήτησε να τον γνωρίσει κι ο πρίγκιπας Σβάρτσενμπεργκ. Οι Σβάρτσενμπεργκ, μία από τις μεγαλύτερες οικογένειες της Αυστρίας.
Ξαφνικά, κι όταν ήταν ήδη διάσημος και με προοπτική για λαμπρή καριέρα στα επόμενα χρόνια, πήρε την απόφαση ν’ απομακρυνθεί από τον φίλο του Βάγκνερ, ν’ αφήσει το Μπάϊροιτ και να επιστρέψει στην Ελλάδα. Παρασκευή, 6 Απριλίου του 1877. Πολλά ειπώθηκαν γι’ αυτό. Όλες οι πηγές αναρωτιούνται γι’ αυτή την περίεργη απόφασή του. Ίσως, καταλήγουν λίγο πολύ όλοι, αν αυτά δεν είναι μυθεύματα, κάποιο κρυφό αίσθημα του Λάλα για τη γυναίκα του Βάγκνερ, τη θρυλική Κόζιμα, κόρη του Λιστ και πρώην γυναίκα του μαέστρου φον Μπύλοφ, και η επιθυμία του, σαν ένα ισχυρότατο πρόσχημα, να μην προδώσει τον φίλο του, να του υπαγόρευσε την επιστροφή στην Ελλάδα, εγκαταλείποντας έτσι μια λαμπρή καριέρα.Αρχικά πηγαίνει στο Μοναστήρι, κατόπιν στην Κωνσταντινούπολη, όπου διδάσκει για ένα διάστημα στη Χάλκη, και καταλήγει στη Θεσσαλονίκη.
Ο Παπαγεωργίου έγραφε: «…Διότι εν τη Ανατολή, έξω της Μακεδονίας, ο Λάλας διετέλεσε άγνωστος ων, πλην ότι επί βραχύ τινά χρόνον προ πολλών ετών εγνώρισε αυτόν η ερατεινή πρωτεύουσα της Τουρκίας διδάσκοντα την μουσικήν εν τη σχολή της Χάλκης…».
Γράφει πάλι για την αυτοεξορία του ο Παπαγεωργίου: «…μακράν δε των αμούσων ακοών των περί αυτόν βεβήλων τέρπων και παραμυθούμενος την εαυτού ψυχήν δια του κλειδοκυμβάλου και του τετραχόρδου (βιολιού)…».
Σ’ αυτή τη Θεσσαλονίκη, μαρτυρούν όλοι, μοναχικός προφήτης στη μουσική της έρημο, θα διδάξει μουσική επί τρεις δεκαετίες. Κι από την εφημερίδα «Το Φως», πληροφορούμαστε: «…Η πρώτη σοβαρή εκδήλωση για τη δημιουργία μουσικής σχολής, εσημειώθη με την άφιξη και εγκατάσταση στη Θεσσαλονίκη του μαθητού του Βάγκνερ Δημητρίου Λάλα…».
Μαζί του ο Λάλας στη Θεσσαλονίκη, είχε φέρει ολόκληρη βιβλιοθήκη από παρτιτούρες. Απέφευγε όμως να προωθεί στη δημοσιότητα τις συνθέσεις του. Ο Παπαγεωργίου και πάλι: «…Ο Λάλας ουδέποτε έλιπεν αυτήν, ει και πολλαχόθεν του τε Βορρά (Οδησσόν) και του Νότου(Αθήνα) πυκναί απεστέλλοντο προς αυτόν προτάσεις επί συμφορωτάτας όροις». Και αλλού επανέρχεται: «…Και δεν είναι μεν ψευδές ότι η αγνή αυτή μετριοφροσύνη παρά τω Λάλα ουχί σπανίως μετέπιπτεν εις ιδιοτροπίας, ας να παρερμηνεύση ηδύνατο μόνος ο αγνοών ή επιλανθανόμενος ότι έξοχα πνεύματα ουκ ολίγα ουδ’ ολιγάκις εκ τε φύσεως και εκ παιδείας και εξ αγωγής δουλεύουσιν εις ιδιορρυθμίας, αλλά ουχ’ ήττον αψευδές είναι ότι η ιδιότροπος του Λάλα μετριοφροσύνη συγκεκραμένη και πικρά τινι απογοητεύσει απέβαινεν εν τέλει αξιοθρήνητον ελάττωμα…».
Στη Θεσσαλονίκη ακόμη παίρνει μέρος κάποιες φορές σε μουσικές εκδηλώσεις και παραδίδει μαθήματα πιάνου. Οι δύο διάσημοι μαθηταί του, ήταν ο Αιμίλιος Ριάδης, και ο ιδρυτής του πρώτου Ωδείου Θεσσαλονίκης Σωτήρης Γραικός.
Αναφέρεται επίσης μια μαθήτριά του Ιφιγένεια, το επίθετό της άγνωστο στις μέρες μας, που τη μουσική της καλλιέργεια, αλλά και το ευαίσθητο παίξιμό της στο πιάνο, παίνεσε κάποτε κι ο τενόρος Ενρίκο Καρούζο.
Μαθήτριά του ήταν και η μητέρα του ηθοποιού και διευθυντή του Δημοτικού θεάτρου της Βιέννης Ραούλ Ασλάν, η Κορίνα Ασλάν, η οποία είχε μια φωνή με «σκούρο» ηχόχρωμα μετζοσοπράνο. Ο γιος της, στις σελίδες της βιογραφίας του, γράφει ότι ο Λάλας εμφύσησε στη μαθήτριά του, λατρεία για τον Βάγκνερ και τους γερμανούς ρομαντικούς, Σούμπερτ και Σούμαν. Η μητέρα του, έγραφε, τραγουδούσε στα γερμανικά Lieder και άριες χωρίς να ξέρει τη γλώσσα.
Ο Λάλας πέθανε στο Μοναστήρι το 1911, με το τέλος ενός άλλου μεγάλου ρομαντικού, του Πιοτρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκυ, από επιδημία χολέρας, γιατί αρνιόταν να πάρει το παραμικρό προφυλακτικό μέτρο.
Το συνθετικό έργο του Λάλα ήταν πλούσιο σε όγκο. Κατά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, το 1917, μαζί με άλλα συμμαχικά στρατεύματα, βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη και μια ιταλική μεραρχία με μουσικούς, επανδρωμένη από στελέχη, όπως τονίζει ο κύριος Λεωτσάκος, εξαιρετικής αγωγής και παιδείας. Ήταν Αυστριακοί, Γάλλοι, Άγγλοι, Ιταλοί και Ρώσοι. Συγγενείς του Λάλα, ο αδελφός του συνθέτη συγκεκριμένα, έδειξαν το έργο του σε ιταλό ταγματάρχη της μουσικής. Εκείνος έμεινε έκπληκτος από την υψηλή ποιότητά του. Θέλησε όμως να διασταυρώσει τη γνώμη του, με εκείνες των άλλων ξένων συναδέλφων του. Φαίνεται ότι όλοι αποφάνθηκαν ομόφωνα για το εξαιρετικό ενδιαφέρον της δημιουργίας αυτής και αποφάσισαν, με τη συναίνεση των συγγενών, να στείλουν τα χειρόγραφα στην Ιταλία, ώστε να εκδοθούν.
Μας μιλούσε ο πατέρας και η μητέρα, ότι τα έργα του θείου μας ήταν σ’ ένα μεγάλο κασόνι, έγραφε η πιανίστα, ανεψιά του Δημήτρη Λάλα, σε γράμμα της στον κύριο Λεωτσάκο. Πήγε να τα παραλάβει ο Ιταλός, κι ο πατέρας της άνοιξε τότε το κασόνι και κράτησε μερικά έργα. Ήταν αυτά που η κυρία Λάλα είχε στην κατοχή της μετά. Η μητέρα της(Βικτωρία, το γένος Κεχαγιά, σύμφωνα με το γενεαλογικό δέντρο που είχε στείλει στον κύριο Λεωτσάκο) δεν συμφωνούσε να δοθούν. Παρά ταύτα, τα εμπιστεύτηκαν, μάλιστα δίχως να φροντίσουν να κρατηθούν αντίγραφα. Το πλοίο όμως αυτό, που θα ταξίδευε μαζί τους για την Ιταλία, τορπιλίστηκε από γερμανικό υποβρύχιο έξω από τη Θεσσαλονίκη και βυθίστηκε μαζί μ’ ολόκληρο το έργο του Λάλα.
Ο Λάλας πέθανε στο Μοναστήρι το 1911, με το τέλος ενός άλλου μεγάλου ρομαντικού, του Πιοτρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκυ, από επιδημία χολέρας, γιατί αρνιόταν να πάρει το παραμικρό προφυλακτικό μέτρο.
Το συνθετικό έργο του Λάλα ήταν πλούσιο σε όγκο. Κατά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, το 1917, μαζί με άλλα συμμαχικά στρατεύματα, βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη και μια ιταλική μεραρχία με μουσικούς, επανδρωμένη από στελέχη, όπως τονίζει ο κύριος Λεωτσάκος, εξαιρετικής αγωγής και παιδείας. Ήταν Αυστριακοί, Γάλλοι, Άγγλοι, Ιταλοί και Ρώσοι. Συγγενείς του Λάλα, ο αδελφός του συνθέτη συγκεκριμένα, έδειξαν το έργο του σε ιταλό ταγματάρχη της μουσικής. Εκείνος έμεινε έκπληκτος από την υψηλή ποιότητά του. Θέλησε όμως να διασταυρώσει τη γνώμη του, με εκείνες των άλλων ξένων συναδέλφων του. Φαίνεται ότι όλοι αποφάνθηκαν ομόφωνα για το εξαιρετικό ενδιαφέρον της δημιουργίας αυτής και αποφάσισαν, με τη συναίνεση των συγγενών, να στείλουν τα χειρόγραφα στην Ιταλία, ώστε να εκδοθούν.
Μας μιλούσε ο πατέρας και η μητέρα, ότι τα έργα του θείου μας ήταν σ’ ένα μεγάλο κασόνι, έγραφε η πιανίστα, ανεψιά του Δημήτρη Λάλα, σε γράμμα της στον κύριο Λεωτσάκο. Πήγε να τα παραλάβει ο Ιταλός, κι ο πατέρας της άνοιξε τότε το κασόνι και κράτησε μερικά έργα. Ήταν αυτά που η κυρία Λάλα είχε στην κατοχή της μετά. Η μητέρα της(Βικτωρία, το γένος Κεχαγιά, σύμφωνα με το γενεαλογικό δέντρο που είχε στείλει στον κύριο Λεωτσάκο) δεν συμφωνούσε να δοθούν. Παρά ταύτα, τα εμπιστεύτηκαν, μάλιστα δίχως να φροντίσουν να κρατηθούν αντίγραφα. Το πλοίο όμως αυτό, που θα ταξίδευε μαζί τους για την Ιταλία, τορπιλίστηκε από γερμανικό υποβρύχιο έξω από τη Θεσσαλονίκη και βυθίστηκε μαζί μ’ ολόκληρο το έργο του Λάλα.
Αγγελούδι του φτωχού παιδιού
Από τα έργα του Λάλα που σώθηκαν είναι και το «Αγγελούδι του φτωχού παιδιού», έργο ιδιαίτερης αρμονικής ευαισθησίας, που θυμίζει έντονα το τραγούδι του Μάλερ: «Η επίγεια ζωή». Όμως, όπως παρατηρεί ο κύριος Λεωτσάκος: «…μένουμε έκπληκτοι διαπιστώνοντας ότι το τραγούδι του Λάλα τυπώθηκε το 1885 στην Οδησσό, ενώ του Μάλερ γράφτηκε μεταξύ Απριλίου του 1892 και καλοκαιριού του 1893 και πρωτοεκτελέστηκε με ορχήστρα στη Βιέννη, στις 14 Ιανουαρίου του 1900…». «Εύλογα αναρωτιέται κανείς», συνεχίζει ο εκλεκτός μουσικολόγος, «πόσο ο Δημήτρης Λάλας γνώριζε τον Μάλερ ή τον Χούγκο Βολφ», και συμπληρώνει ότι «βέβαια γεγονός ήταν ότι διατήρησε τακτική αλληλογραφία, όχι μόνο με τον Βάγκνερ αλλά με πολλούς άλλους μουσικούς».
Άλλωστε όταν πριν από πολλά χρόνια, είχα διαβάσει στο βιβλίο του κυρίου Τομανά (Η καλλιτεχνική κίνηση στη Θεσσαλονίκη, 1885-1944. εκδ. Νησίδες) ότι σε μια μουσική εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη, στις 20 Φεβρουαρίου του 1888, σε μια συναυλία συγκεκριμένα, με έργα για φλάουτο, τον Ευρυσθένη Γκίζα, το πρώτο φλάουτο της όπερας της Βιέννης, τον είχε συνοδεύσει στο πιάνο ο Δημήτρης Λάλας. Ο διάσημος φλαουτίστας Ευρυσθένης Γκίζας ήταν στενός φίλος του Μάλερ. Όταν πέθανε ο Γκίζας, ο Μάλερ ήταν από τους πρώτους συνεργάτες και φίλους του που τον συνόδεψαν στο τελευταίο του ταξίδι.
Ο Λάλας πάντως, έγραψε ο κύριος Λεωτσάκος, τόσο στο τραγούδι, “το αγγελούδι του φτωχού παιδιού”, όσο και σε άλλα, εντυπωσιάζει με την ευαισθησία του στο συγκινησιακό και εκφραστικό περιεχόμενο της ποίησης, που εκφράζεται με εύστοχες αντιθέσεις ρυθμικής αγωγής, τονικότητας ή ακόμη και μέτρου, και με την άνεσή του στην αντιμετώπιση τραγουδιών με «διάλογο» κατά το πρότυπο λ.χ του “Ερλκένιγκ” του Σούμπερτ. Εν προκειμένω παραπέμπουμε στο αριστούργημά του, το οκτάφωνο «Η σκήτη», σε ποίηση J.V. Voge, ιδιαίτερης αρμονικής ευαισθησίας έργο, κορύφωμα των χαρισμάτων του Λάλα ως συνθέτη. Το έργο αυτό, οκτάφωνη μεικτή χορωδία συγκαταλέγεται στο μουσικό άλμπουμ της πολιτιστικής Ολυμπιάδας 2004 με τον τίτλο «Αντίς για όνειρα», με έλληνες συνθέτες.
Άλλο ένα από τα έργα του Λάλα, ο Μακεδονικός παιάνας, το έδωσε ο συνθέτης στον Ίωνα Δραγούμη, όταν γνωρίστηκαν στο Μοναστήρι. Ο Ίων, έλεγε κι εκείνος ότι ήταν άνθρωπος μεγάλης αξίας και εξαιρετικό ταλέντο, κι ότι ήθελε το έργο του αυτό να παιχτεί μόνο σε Μακεδονική γιορτή. Πράγματι, ο Μακεδονικός παιάνας, παίχτηκε στις 21 Φεβρουαρίου του 1907, ημέρα Πέμπτη στο «Μακεδονικό χορό», στη στρατιωτική λέσχη της Αθήνας, από μπάντα 30 μουσικών της Ανακτορικής φρουράς. Το έπαιξαν μάλιστα δυο φορές και άρεσε πολύ. «…και αλήθεια είναι ωραιότατος• απ’ αρχής μέχρι τέλους είναι μελαγχολικός• κατ’ αρχάς παριστάνει την λυπηράν κατάστασιν της Μακεδονίας, αίφνης ακούονται σάλπιγγες εξεγείρουσαι πάλιν την συνείδησιν των Ελλήνων και εις το τέλος συναρμολογεί την αρχήν του εθνικού ύμνου, δηλών ούτω τας ελπίδας του Ελληνισμού, και τελειώνει με ήχους ενθουσιασμού. Αισθάνεται κανείς ότι είναι(ο Λάλας) μαθητής του Wagner και θαυμαστής του Beethoven», έγραφε στο ανέκδοτο, προσωπικό ημερολόγιό του ο Φίλιππος Δραγούμης. Το υλικό αυτό διέθεσε στον κύριο Λεωτσάκο ο φίλος του, μουσικολόγος Μάρκος Δραγούμης.
Άλλωστε όταν πριν από πολλά χρόνια, είχα διαβάσει στο βιβλίο του κυρίου Τομανά (Η καλλιτεχνική κίνηση στη Θεσσαλονίκη, 1885-1944. εκδ. Νησίδες) ότι σε μια μουσική εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη, στις 20 Φεβρουαρίου του 1888, σε μια συναυλία συγκεκριμένα, με έργα για φλάουτο, τον Ευρυσθένη Γκίζα, το πρώτο φλάουτο της όπερας της Βιέννης, τον είχε συνοδεύσει στο πιάνο ο Δημήτρης Λάλας. Ο διάσημος φλαουτίστας Ευρυσθένης Γκίζας ήταν στενός φίλος του Μάλερ. Όταν πέθανε ο Γκίζας, ο Μάλερ ήταν από τους πρώτους συνεργάτες και φίλους του που τον συνόδεψαν στο τελευταίο του ταξίδι.
Ο Λάλας πάντως, έγραψε ο κύριος Λεωτσάκος, τόσο στο τραγούδι, “το αγγελούδι του φτωχού παιδιού”, όσο και σε άλλα, εντυπωσιάζει με την ευαισθησία του στο συγκινησιακό και εκφραστικό περιεχόμενο της ποίησης, που εκφράζεται με εύστοχες αντιθέσεις ρυθμικής αγωγής, τονικότητας ή ακόμη και μέτρου, και με την άνεσή του στην αντιμετώπιση τραγουδιών με «διάλογο» κατά το πρότυπο λ.χ του “Ερλκένιγκ” του Σούμπερτ. Εν προκειμένω παραπέμπουμε στο αριστούργημά του, το οκτάφωνο «Η σκήτη», σε ποίηση J.V. Voge, ιδιαίτερης αρμονικής ευαισθησίας έργο, κορύφωμα των χαρισμάτων του Λάλα ως συνθέτη. Το έργο αυτό, οκτάφωνη μεικτή χορωδία συγκαταλέγεται στο μουσικό άλμπουμ της πολιτιστικής Ολυμπιάδας 2004 με τον τίτλο «Αντίς για όνειρα», με έλληνες συνθέτες.
Άλλο ένα από τα έργα του Λάλα, ο Μακεδονικός παιάνας, το έδωσε ο συνθέτης στον Ίωνα Δραγούμη, όταν γνωρίστηκαν στο Μοναστήρι. Ο Ίων, έλεγε κι εκείνος ότι ήταν άνθρωπος μεγάλης αξίας και εξαιρετικό ταλέντο, κι ότι ήθελε το έργο του αυτό να παιχτεί μόνο σε Μακεδονική γιορτή. Πράγματι, ο Μακεδονικός παιάνας, παίχτηκε στις 21 Φεβρουαρίου του 1907, ημέρα Πέμπτη στο «Μακεδονικό χορό», στη στρατιωτική λέσχη της Αθήνας, από μπάντα 30 μουσικών της Ανακτορικής φρουράς. Το έπαιξαν μάλιστα δυο φορές και άρεσε πολύ. «…και αλήθεια είναι ωραιότατος• απ’ αρχής μέχρι τέλους είναι μελαγχολικός• κατ’ αρχάς παριστάνει την λυπηράν κατάστασιν της Μακεδονίας, αίφνης ακούονται σάλπιγγες εξεγείρουσαι πάλιν την συνείδησιν των Ελλήνων και εις το τέλος συναρμολογεί την αρχήν του εθνικού ύμνου, δηλών ούτω τας ελπίδας του Ελληνισμού, και τελειώνει με ήχους ενθουσιασμού. Αισθάνεται κανείς ότι είναι(ο Λάλας) μαθητής του Wagner και θαυμαστής του Beethoven», έγραφε στο ανέκδοτο, προσωπικό ημερολόγιό του ο Φίλιππος Δραγούμης. Το υλικό αυτό διέθεσε στον κύριο Λεωτσάκο ο φίλος του, μουσικολόγος Μάρκος Δραγούμης.
Στην εκδήλωση αυτή ήταν μαζί, ο Ίων, η αδελφή του Νάτα Μελά, ο Μαζαράκης και βέβαια πολύς κόσμος.
Θα κλείσω όλο αυτό το αφιέρωμα στον Δημήτριο Λάλα, έναν πόθο πολλών χρόνων, συγκεντρώνοντας γραπτές κυρίως πληροφορίες, όπου ήταν δυνατόν να συναντήσω, με την επισήμανση του λόγου του φίλου του από το Μοναστήρι, Γεωργίου Θ. Σαγιαξή (1874-1941), ποιητή και Βαλκανολόγου. Από την εφημερίδα «Το Φως», στις 4 Σεπτεμβρίου 1911, εφημερίδα που εκδίδονταν κάθε Κυριακή από τον Χρ. Νώτη στο Μοναστήρι, ξεχωρίζω τα παρακάτω, που είναι μια έκκληση και μοιάζει με προφητεία, για την καταστροφή που έμελλε να συμβεί έξη χρόνια μετά. Σημείωνε λοιπόν προς το τέλος του λόγου του, για τον χαμό του αγαπημένου του φίλου:
«…Αλλά το έργον του αειμνήστου Λάλα μένει και ούτω ατελές και ακατάρτιστον, απαράλλακτα ως του μεγάλου εθνικού ποιητού Σολωμού. Πρέπει να έλθουν εις φως όλα τα ανέκδοτα έργα του –εν τέλειον μελόδραμα, διάφωροι συμφωνίαι και μερικά άσματα– όπως γνωσθή εις ευρύτερον κύκλον και κριθή επαξίως υπό των επαϊόντων ο μέγας Μουσικός και Συνθέτης. Ο εν Θεσσαλονίκη ακόμη ευρισκόμενος διαπρεπής καθηγητής του εθνικού Πανεπιστημίου εις την εσχάτως εν τη «Νέα Αληθεία» δημοσιευθείσαν Νεκρολογία του, υψιπετές εγκώμιον Μεγάλου Διδασκάλου, προς Μέγαν Μουσουργόν, βεβαιοί την ύπαρξιν των ανωτέρων χειρογράφων, την οποίαν και ημείς γνωρίζομεν…».
Κι ακόμη τα εύστοχα λόγια, όπως τα χαρακτηρίζει στην έρευνά του για τον Λάλα ο κύριος Λεωτσάκος, του Γιάννη Μάντακα: «Γυρνά, φέρνοντας με τα έργα του τον γερμανικό ρομαντισμό στην Ελλάδα και μια τεχνική χορωδιακής γραφής άγνωστης εδώ. Τα ελάχιστα χειρόγραφα χορωδιακών του έργων παρ’ όλη την επίδραση του Βάγκνερ, μαρτυρούν ιδιαίτερες ικανότητες και μια ευαισθησία όχι τυχαία». Και συμπληρώνει για το τέλος της έρευνάς του ο ίδιος ο κύριος Λεωτσάκος:
«Η ανεπανόρθωτη, δυστυχώς, απώλεια των έργων του, πρέπει να στάθηκε ένα από τα μεγαλύτερα (και αναρίθμητα αλίμονο) πλήγματα αυτού του είδους που δέχτηκε η Έντεχνη Νεοελληνική Μουσική».
Θα κλείσω όλο αυτό το αφιέρωμα στον Δημήτριο Λάλα, έναν πόθο πολλών χρόνων, συγκεντρώνοντας γραπτές κυρίως πληροφορίες, όπου ήταν δυνατόν να συναντήσω, με την επισήμανση του λόγου του φίλου του από το Μοναστήρι, Γεωργίου Θ. Σαγιαξή (1874-1941), ποιητή και Βαλκανολόγου. Από την εφημερίδα «Το Φως», στις 4 Σεπτεμβρίου 1911, εφημερίδα που εκδίδονταν κάθε Κυριακή από τον Χρ. Νώτη στο Μοναστήρι, ξεχωρίζω τα παρακάτω, που είναι μια έκκληση και μοιάζει με προφητεία, για την καταστροφή που έμελλε να συμβεί έξη χρόνια μετά. Σημείωνε λοιπόν προς το τέλος του λόγου του, για τον χαμό του αγαπημένου του φίλου:
«…Αλλά το έργον του αειμνήστου Λάλα μένει και ούτω ατελές και ακατάρτιστον, απαράλλακτα ως του μεγάλου εθνικού ποιητού Σολωμού. Πρέπει να έλθουν εις φως όλα τα ανέκδοτα έργα του –εν τέλειον μελόδραμα, διάφωροι συμφωνίαι και μερικά άσματα– όπως γνωσθή εις ευρύτερον κύκλον και κριθή επαξίως υπό των επαϊόντων ο μέγας Μουσικός και Συνθέτης. Ο εν Θεσσαλονίκη ακόμη ευρισκόμενος διαπρεπής καθηγητής του εθνικού Πανεπιστημίου εις την εσχάτως εν τη «Νέα Αληθεία» δημοσιευθείσαν Νεκρολογία του, υψιπετές εγκώμιον Μεγάλου Διδασκάλου, προς Μέγαν Μουσουργόν, βεβαιοί την ύπαρξιν των ανωτέρων χειρογράφων, την οποίαν και ημείς γνωρίζομεν…».
Κι ακόμη τα εύστοχα λόγια, όπως τα χαρακτηρίζει στην έρευνά του για τον Λάλα ο κύριος Λεωτσάκος, του Γιάννη Μάντακα: «Γυρνά, φέρνοντας με τα έργα του τον γερμανικό ρομαντισμό στην Ελλάδα και μια τεχνική χορωδιακής γραφής άγνωστης εδώ. Τα ελάχιστα χειρόγραφα χορωδιακών του έργων παρ’ όλη την επίδραση του Βάγκνερ, μαρτυρούν ιδιαίτερες ικανότητες και μια ευαισθησία όχι τυχαία». Και συμπληρώνει για το τέλος της έρευνάς του ο ίδιος ο κύριος Λεωτσάκος:
«Η ανεπανόρθωτη, δυστυχώς, απώλεια των έργων του, πρέπει να στάθηκε ένα από τα μεγαλύτερα (και αναρίθμητα αλίμονο) πλήγματα αυτού του είδους που δέχτηκε η Έντεχνη Νεοελληνική Μουσική».
Από το εξαιρετικό άρθρο για τον Λάλλα της κ. Ελένης Βαφειάδου
Παπανικολάου στην Εφημερίδα της Καστοριάς «ΟΔΟΣ» 30/10/08
Οι πρώτες συνθέσεις του Δημητρίου Λάλλα από την ''Τερψιχόρη'' του Αναστασίου Μάλτου
Απόσπασμα από άρθρο του Γ. Θ. Σαγιαξή στην εφημερίδα του Μοναστηρίου ''Το Φως'', που δημοσιεύθηκε στις 4 Σεπτεμβρίου 1911
''... Αι πρώται συνθέσεις του αοιδίμου Λάλλα, εξ ων τινές περιελήφθησαν εις την ''Τερψιχόρην'' του διαπρεπούς εν Οδησσώ Καθηγητού και πεφιλημένου συμπατριώτου του κ. Αναστ. Μάλτου, είναι δυστυχώς ολίγαι. Ιδία το άσμα του χειμώνος μαρτυρεί βαθείαν αντίληψιν των μυστηρίων της Φύσεως και της Τέχνης. Οι ευτυχήσαντες να ακούσωσιν άσματα διδαχθέντα υπ' αυτού εις μαθητικούς χορούς εν Μοναστηρίω, Θεσσαλονίκη και Χάλκη, ενθυμούνται ακόμη την συναρπάσασαν και κατακηλήσασαν αυτούς γοητείαν και μέθην.''
Στο έργο του Αναστασίου Μάλτου ''Τερψιχόρη Ήτοι συλλογή χορικών ασμάτων'', στις σελ. 126-132, συμπεριλαμβάνονται οι πρώτες συνθέσεις του Δημητρίου Λάλλα. Στην τελευταία δε σελίδα των συνθέσεων του, έχει επιλέξει το ''Νανούρισμα'' του μεγάλου ποιητή και αγωνιστή Γεωργίου Ζαλοκώστα από το Συρράκο της Ηπείρου.
Ο Αναστάσιος Μάλτος στο τέλος του έργου του, στις σελ. 133-134, παρουσιάζει μια ακόμη σύνθεση. Πρόκειται, όπως αναφέρει, για μελοποίηση του Γ. Ν. Μάλτου (1833 - 1871) από το Μεγάροβο που επέλεξε το ποίημα ενός από τους γνωστούς πρωτεργάτες του ολυμπισμού, του λογίου Δημητρίου Βικέλα με τίτλο ''Εκεί πέρα'.
ΕΝΑ ΑΡΘΡΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΑΚΕΔΟΝΑ ΑΙΜΙΛΙΟ ΡΙΑΔΗ, ΜΑΘΗΤΗ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΛΑΛΛΑ
Δημοσιεύθηκε στο «Αρχείο Ελληνικής Μουσικής».
Ιστορικό του Αρχείου
Από τα σπουδαιότερα αποκτήματα της Μουσικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος «Λίλιαν Βουδούρη» αποτελεί το Αρχείο του Αιμίλιου Ριάδη, το οποίο της δωρήθηκε στις 22 Ιουνίου 2000 από την κυρία Ισμήνη Τζερμιά-Σακελλαροπούλου. Το μέρος αυτό του αρχείου κατείχε η σύζυγος του αδελφού του συνθέτη, Ελίζα Ριάδη, η οποία τα εμπιστεύθηκε στην κυρία Σακελλαροπούλου το 1978, αρκετά χρόνια πριν πεθάνει. Ένα άλλο μέρος του αρχείου ήλθε στην Ελλάδα από το Βέλγιο (η κυρία Ελίζα Ριάδη ήταν Βελγίδα) και βρισκόταν στην κατοχή της κυρίας Αλίκης Γουλάρα στη Θεσσαλονίκη (ο σύζυγός της είναι πληρεξούσιος δικηγόρος των κληρονόμων του Αιμίλιου Ριάδη). Τα χειρόγραφα έργα τα οποία περιείχε το μέρος αυτό του αρχείου, σύμφωνα με τη διάλεξη της κυρίας Μαρίας Δημητριάδου-Καραγιαννίδου στη διάρκεια της ημερίδας για τον Ριάδη στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών το 1992, παραδόθηκε στη βιβλιοθήκη του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης στις 16 Μαΐου 1988 και φυλάσσεται εκεί.1 Η κυρία Γουλάρα ακόμη διατηρεί βιβλία του συνθέτη και άλλο υλικό σχετικό με αυτόν.
Εξήντα έξι χρόνια μετά το θάνατό του, το έργο του Αιμίλιου Ριάδη παραμένει ελάχιστα γνωστό, παρ’ όλη την ξεχωριστή θέση που κατέχει στην εξέλιξη της Ελληνικής μουσικής. Ο Ριάδης είναι ένας Έλληνας ιμπρεσιονιστής με μούσα του τη δημοτική μας μουσική, κρατάει όμως στο χέρι του μια γαλλική πένα.
Χάρη στην θέρμη και την εργασία της κυρίας Ισμήνης Σακελλαροπούλου, του μουσικολόγου Γιώργου Λεωτσάκου, του διευθυντή της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών Βύρωνα Φιδετζή και του συνθέτη και διευθυντή ορχήστρας Νίκου Χριστοδούλου το έργο του Ριάδη έγινε τα τελευταία χρόνια γνωστό στο κοινό μέσω αφ’ ενός των συναυλιών στα πλαίσια των εκδηλώσεων των 27ων Δημητρίων στη Θεσσαλονίκη και της διημερίδας με ομιλίες και συναυλία που οργανώθηκε από το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, το Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης και του Συνδέσμου Θεσσαλονικέων τον Οκτώβριο του 1992 και αφ’ ετέρου μέσω της δισκογραφικής έκδοσης Αιμιλίου Ριάδη, Έργα Ι .2
Θα αναφερθούμε εδώ στην περιγραφή του υλικού της δωρεάς της κυρίας Ισμήνης Σακελλαροπούλου προς τη Μεγάλη Μουσική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος «Λίλιαν Βουδούρη» το οποίο συνολικά αριθμεί 3.529 φύλλα. Από αυτά τα 733 φύλλα είναι κείμενα πεζά και ποιητικά, τα 563 φύλλα είναι διάφορα ντοκουμέντα, φωτογραφίες και έντυπα, ενώ τα μουσικά χειρόγραφα του Αιμίλιου Ριάδη ανέρχονται στα 2.233 φύλλα.
Η καλλιτεχνική φύση του Ριάδη διακρίνεται και για τις ποιητικές, εκτός από τις μουσικές, συνθέσεις του, οι οποίες καλύπτουν ένα μεγάλο μέρος του σωζόμενου αρχείου. Στα 600 και παραπάνω χειρόγραφα και έντυπα φύλλα με ποίηση διαφαίνεται το ίδιο χαρακτηριστικό με αυτό του κατά πολύ μεγαλύτερου μουσικού μέρους του αρχείου. Μια διαρκής προσπάθεια του ποιητή/συνθέτη για την τελειότητα και μια συνεχής επεξεργασία των ιδεών του ακόμη και όταν πια τα έργα έχουν εκτυπωθεί και δημοσιευθεί. Μεταξύ των χειρογράφων του περιλαμβάνονται πολλαπλά αντίτυπα των ποιημάτων του, τα οποία είναι κατά βάσιν αχρονολόγητα.
Οι στίχοι του άρχισαν να δημοσιεύονται, όταν ο Ριάδης ήταν ακόμη σε νεαρή ηλικία, στον περιοδικό τύπο της Θεσσαλονίκης με πρώτο πιθανότατα τον Φάρο της Θεσσαλονίκης, όπου δημοσιεύθηκαν δύο ποιήματά του το 1904 με υπογραφή Αιμ. Κου. Ακολουθούν δημοσιεύσεις και σε άλλα περιοδικά της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας και η συλλογική έκδοση Εκ της συλλογής πατριωτικών ποιημάτων του Αιμ. Ελευθεριάδου το 1905.
Ο ποιητής συγκέντρωσε σε ένα μικρό τετράδιο-λεύκωμα αποκόμματα από τις έντυπες εκδόσεις με τα ποιήματά του της περιόδου 1904 έως 1906. Το τετράδιο αυτό αποτελεί ντοκουμέντο για τους ερευνητές, μια και αφ’ ενός μόνο σποραδικές αναφορές για τέτοιες ποιητικές εκδόσεις γίνονταν μέχρι τώρα, συνήθως μεταγενέστερες, και αφ’ ετέρου έχει την προσωπική του φροντίδα, σχόλια και φωτογραφία του από το 1906. Η Κουκουβάγια έναι ένα ποίημα που ο Ριάδης έγραψε στο Μόναχο όπου σπούδαζε το 1909, με αφιέρωση στον «μεγάλο δάσκαλό μου Δημήτριον Δάλλα»3. Δημοσιεύθηκε στην Εβδομαδιαία εικονογραφημένη επιθεώρηση «Εποχή» της Θεσσαλονίκης αρκετά αργότερα στις 30 Δεκεμβρίου το 1928, αφού όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο εκδότης «το ανακαλύψαμε στην βιβλιοθήκη κάποιου λόγιου Μακεδόνος και σήμερον το φέρομε εις την δημοσιότητα.». Ας σημειώσουμε εδώ ότι ακόμη ένα ποίημα με θερμή αφιέρωση στον Δημήτρη Λάλλα έχει τον τίτλο Στον Παρθενώνα.
Ένα μικρό μόνο μέρος της ποιητικής του συλλογής είναι γραμμένο στα γαλλικά και αποτελείται κυρίως από ποιήματα, τα οποία κατ’ εξοχήν μελοποίησε και τα οποία είτε εκδόθηκαν στο Παρίσι από τους εκδοτικούς οίκους Μ. Senart και Chapelier, ενώ υπάρχουν και ελάχιστα τα οποία παρέμειναν ανέκδοτα.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι ανάμεσα στους στίχους υπάρχει σχέδιο όπερας με τον τίτλο Tutahoroa, Sentier des âmes pour la nuit eternelle, en Quatre actes, Paroles et musique, d’ Aemilian Reiadis (Τουταχορόα, Μονοπάτι των ψυχών για την αιώνια νύχτα, σε τέσσερις πράξεις, Στίχοι και μουσική, Αιμιλιανού Ριάδη). Όπως συμπληρώνει «λαμβάνει χώρα στο άκρο της Αυστραλίας, στο κοντινό νησί Ταραράο της Πολυνησίας, την εποχή που οι (φτερωτοί ;) Τουπαπαχού κατέβαιναν ανάμεσα στους ζωντανούς».4 Είναι γνωστή η σχέση και το ενδιαφέρον του Ριάδη για την κουλτούρα της 'Απω Ανατολής, από τα γραπτά του για τη μουσική και την ποίηση αυτών των λαών.
Σώζεται ακόμη το 197 φύλλων σύγγραμμά του για την Ιστορία της μουσικής. Μόνο ο πρώτος τόμος (έτσι τον ορίζει ο ίδιος ο Ριάδης) του συγγράμματος φαίνεται να είναι ολοκληρωμένος, παρ΄όλο που ακόμη και στα πρόχειρα σημειώματά του δεν υπάρχουν ενδείξεις για υλικό δεύτερου τόμου. Μια σφαιρική άποψη για τη δημιουργία της μουσικής και την πρακτική της σε αρχαίους πολιτισμούς (Αιγύπτιους, Σουμέριους, Πέρσες, Ιάπωνες, Κινέζους, Ινδούς, Εβραίους και Έλληνες) δίνει αυτή η μελέτη η οποία πρέπει να είναι και ανάμεσα στις πρώτες που έγιναν από έλληνα μουσικό. Επεξεργάζεται το θέμα με ένα τρόπο πρωτότυπο για την ελληνική βιβλιογραφία και μπορεί να προηγείται ακόμη και της Ιστορίας της μουσικής της Αύρας Θεοδωροπούλου του 1924 η οποία όμως καθόλου δεν αναφέρεται στην αρχαία μουσική και ιδίως άλλων λαών.
Η μελέτη του Ριάδη κατά το ήμισυ ασχολείται με την Ελληνική μουσική. Ξεκινάει με την αρχαία Ελληνική μουσική και αναφορές, μεταξύ άλλων στην τραγωδία, τον διθύραμβο, τα μουσικά όργανα, την αρμονία, τα τετράχορδα και τις κλίμακες, συνεχίζει με ιστορική ανασκόπηση της μουσικής της Βυζαντινής περιόδου, με αναφορές σε μελωδούς και το τονικό σύστημα και καταλήγει στο «Λαϊκό τραγούδι» το οποίο εξετάζει και σε σχέση με το Βυζαντινό. Αχρονολόγητο και αυτό το σύγγραμμα ίσως συντάχθηκε για να δημοσιευθεί ή να χρησιμοποιηθεί για διδακτικές ανάγκες μετά το 1915 που ο Ριάδης επέστρεψε και δίδασκε στη Θεσσαλονίκη.
Ανάμεσα στα προσωπικά του ντοκουμέντα βρίσκονται το επιμελώς φθαρμένο «Πιστοποιητικό Βαπτίσεως», τα ενδεικτικά και το απολυτήριο του συνθέτη από την Akademie der Tonkunst του Μονάχου, 75 φωτογραφίες προσωπικέςοικογενειακές, καθώς και φωτογραφίες Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών, μερικές μάλιστα με αφιερώσεις και cartes-postales.
Η ενότητα αυτή συμπληρώνεται με αποκόμματα εφημερίδων, προγράμματα συναυλιών και εκδόσεις έργων του.
Χαρακτηριστικά είναι και τα ζωγραφικά έργα, δύο προσωπογραφίες και ένα ολόσωμο πορτραίτο. Από αυτά μόνο η μία προσωπογραφία έχει ευανάγνωστη υπογραφή του ζωγράφου Σόφου, ενώ το ολόσωμο έχει αφιέρωση στα γαλλικά «A mon cher ami E. Riadis...... Salonique 1917» με δυσανάγνωστη υπογραφή.
Η μουσική
Η επίτευξη της τελειότητας ήταν ο στόχος του συνθέτη Αιμίλιου Ριάδη. Οι αλλεπάλληλες διορθώσεις ακόμη και σε τραγούδια που έχουν εκδοθεί (πάνω στην έκδοση) μαρτυρούν έναν αναποφάσιστο αλλά τελειομανή συνθέτη.
Δεν μπορεί παρά να εντυπωσιασθεί, όποιος έρθει σε επαφή με τα χειρόγραφα, με το πόσο ακατάστατα ως προς τη γραφή είναι. Σβησίματα, γραφές «σε επίπεδα» άλλες με μελάνι άλλες με μολύβι, διαγεγραμμένες σελίδες κ.λ.π. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε σημεία που μετά από πολλές διορθώσεις δε μπορούν αν φανούν καθαρά οι νέες νότες, τις γράφει ονομαστικά. Δεν είναι λοιπόν περίεργο το γεγονός ότι στις μετρημένες εκτελέσεις έργων του Ριάδη εκτελούνται περισσότερο τα τραγούδια τα οποία έχουν εκδοθεί, καθώς αποτελεί γιγάντιο έργο η αποκατάσταση των αδημοσίευτων τραγουδιών όπως και των έργων μουσικής δωματίου. Όπως ήδη αναφέραμε ήδη έχουν αποκατασταθεί μερικά για τις ανάγκες των συναυλιών του 1992 και της έκδοσης του CD το 1994 όπως το Κουαρτέτο εγχόρδων σε σολ.
Το αρχείο έχει τακτοποιηθεί ανά έργο, όπως αυτά περιγράφονται σε σημειώματα εξωφύλλων του υλικού από τον ίδιο τον Ριάδη. Υπ’ όψιν έχει ληφθεί και ο κατάλογος τον οποίο συνέταξε ο Γιώργος Λεωτσάκος για την έκδοση του The New Grove Dictionary of Music and Musicians του 1980 και τη νέα έκδοση του 2001 και όπως ο ίδιος εξηγεί καταγράφηκαν τα έργα σε μια απόπειρα «ξεκαθαρίσματος όσων άφησε».5
Στην αναλυτική καταγραφή η οποία ακολούθησε την τακτοποίηση αναφέρονται και αθησαύριστα έργα που δεν έχουν περιληφθεί σε προηγούμενους καταλόγους, καθώς επίσης και οι ποικίλοι τίτλοι, οι οποίοι αντιστοιχούν στα τραγούδια. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ο κύκλος τραγουδιών Ανατολίτικα τραγούδια αναφέρεται και ωςChansons orientales και Les chants de la femme Turque, ο δε κύκλοςMusique funebre sur des vers de Jose Maria d' Heredia αναγράφεται και ως Melodies antiques. Παράλληλα, ακόμα και τα μεμονωμένα τραγούδια φέρουν διαφορετικούς τίτλους ή και στίχους στις ποικίλες τους αντιγραφές και σχέδια ή και τη μετάφρασή τους στα γαλλικά. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το πρώτο από τα Τρία Τσιγγάνικα τραγούδια ή 3 Chanson Τziganes, το οποίο σε διαφορετικά χειρόγραφα αναφέρεται με τρεις τίτλους, Σα γύριζα τη χαραή ήΠαληό μοιρολόι ή Lamento vechio. Η μουσική όπως κατά κανόνα συμβαίνει έχει και αυτή τις παραλλαγές της.
Ο σχολιασμένος κατάλογος των περιεχομένων μουσικών έργων που ακολουθεί, αναφέρει τίτλο, είδος, ενορχήστρωση, συνολικό αριθμό φύλλων χειρογράφων ανά έργο, ημερομηνία σύνθεσης και ποιητή ή συγγραφέα, καθώς δεν κρίνεται σκόπιμο να επιβαρυνθεί το κοινό με ειδικές λεπτομέρειες σε αυτή τη σύντομη παρουσίαση. Ερευνητές οι οποίοι ενδιαφέρονται για περισσότερες πληροφορίες για συγκεκριμένα έργα μπορούν να χρησιμοποιήσουν το ευρετήριο το οποίο παραθέτουμε και βεβαίως να αποτείνονται στη Βιβλιοθήκη.
Όπως αναφέραμε ήδη η αναλυτική τακτοποίηση και καταγραφή έφερε στην επιφάνεια και έργα, μερικά από αυτά σε στάδιο σχεδίου, τα οποία παρέμεναν αθησαύριστα. Ακολουθεί αναγραφή των 15 αυτών έργων
Σχέδια τραγουδιών για φωνή και πιάνο με τίτλους:
α) Danses Greques et Orientales / Danse Asiatique ή Danses Persanes με γαλλικούς στίχους άγνωστου ποιητή, πιθανόν του ίδιου του Ριάδη.
β) Τα τραγούδια της Φιρμαδούλας με τίτλο Noces. Είναι βασισμένο σε στίχους από τον ομώνυμο κύκλο δημοσιευμένων ποιημάτων του Ριάδη με τον ίδιο γενικό τίτλο. Υπάρχει μόνο μια σύντομη εισαγωγή με τους στίχους «Νύφη σα ντυνότανε κι άρχιζ' η χαρά». Το παραπάνω ποιητικό έργο σε άλλη δημοσίευση αναγράφεται ως«Τα τραγούδια της Περμαθούλας». Είναι προφανές πάντως ότι μόνο μια μικρή απόπειρα μελοποίησης των ποιημάτων αυτών έγινε.
α) Danses Greques et Orientales / Danse Asiatique ή Danses Persanes με γαλλικούς στίχους άγνωστου ποιητή, πιθανόν του ίδιου του Ριάδη.
β) Τα τραγούδια της Φιρμαδούλας με τίτλο Noces. Είναι βασισμένο σε στίχους από τον ομώνυμο κύκλο δημοσιευμένων ποιημάτων του Ριάδη με τον ίδιο γενικό τίτλο. Υπάρχει μόνο μια σύντομη εισαγωγή με τους στίχους «Νύφη σα ντυνότανε κι άρχιζ' η χαρά». Το παραπάνω ποιητικό έργο σε άλλη δημοσίευση αναγράφεται ως«Τα τραγούδια της Περμαθούλας». Είναι προφανές πάντως ότι μόνο μια μικρή απόπειρα μελοποίησης των ποιημάτων αυτών έγινε.
Έργα για πιάνο:
α) Prelude dansé. Πλήρες έργο γραμμένο με μαύρο μελάνι το οποίο έχει τις χαρακτηριστικές διορθώσεις και προσθήκες. Πρέπει να υπήρχαν τουλάχιστον άλλα δύο αντίγραφα γιατί αναφέρεται στο χειρόγραφο ότι « Une copie a ete faite par Melle J. Nedeklon. Elle a fait une autre copie pour Mme Stavrou».
β) Fox trot tango. Ασυνήθιστος τίτλος και είδος για τον Ριάδη· ενώ είναι ολοκληρωμένο έχει πολλές διορθώσεις.
γ) Johannou Marche. Ερευνώντας διάφορες υποθέσεις για την ερμηνεία του ασυνήθιστου για την εργογραφία του Ριάδη τίτλου και είδους του έργου, συναντήσαμε ένα ποίημα ανάμεσα στα χειρόγραφα με τον τίτλο «Στον στρατηγό Ιωάννου» με τους στίχους «Όπου πατεί το πόδι σου, δάφνης να βγει κλωνάρι...» Είναι γνωστός και χαρακτηριστικός ο θαυμασμός του Ριάδη για τον Μακεδονικό αγώνα, καθώς και ο πατριωτικός χαρακτήρας πολλών ποιημάτων του, δημοσιευμένων και μη. Το μοναδικό αυτό μουσικό έργο, αχρονολόγητο όπως τα περισσότερα, με πατριωτικό και στρατιωτικό χαρακτήρα, πρέπει να αναφέρεται στον προαναφερθέντα Ιωάννου. Η αναζήτηση στοιχείων έφερε στο φως τον υποστράτηγο Δημήτριο Ιωάννου, ο οποίος ήταν επικεφαλής της Μεραρχίας Αρχιπελάγους κατά το 1917 στις επιχειρήσεις του Μοναστηρίου και Σκρα και επίσης έλαβε μέρος αργότερα στην εκστρατεία στη Μικρά Ασία.6 Είναι όμως άγνωστο αν ήταν αυτός η πηγή έμπνευσης για τον ποιητή/συνθέτη και ποια ήταν η σχέση του μαζί του.
δ) Marche Espagnole. Μοναδικό δείγμα ενασχόλησης του Ριάδη με το Ισπανικό στοιχείο, είναι ακόμη μια απόδειξη του ενδιαφέροντος του για ποικίλους πολιτισμούς. Είναι ένα ολοκληρωμένο έργο που έχει ενδείξεις ενορχήστρωσης και διορθώσεις.
ε) Theme mit Variationen [και..... sonate opus 5] Υπογεγραμμένο « E R.H. Khu» αποτελεί πιθανότατα απόκομμα μαθητικής μάλλον άσκησης ή ίσως και αντιγραφή.
α) Prelude dansé. Πλήρες έργο γραμμένο με μαύρο μελάνι το οποίο έχει τις χαρακτηριστικές διορθώσεις και προσθήκες. Πρέπει να υπήρχαν τουλάχιστον άλλα δύο αντίγραφα γιατί αναφέρεται στο χειρόγραφο ότι « Une copie a ete faite par Melle J. Nedeklon. Elle a fait une autre copie pour Mme Stavrou».
β) Fox trot tango. Ασυνήθιστος τίτλος και είδος για τον Ριάδη· ενώ είναι ολοκληρωμένο έχει πολλές διορθώσεις.
γ) Johannou Marche. Ερευνώντας διάφορες υποθέσεις για την ερμηνεία του ασυνήθιστου για την εργογραφία του Ριάδη τίτλου και είδους του έργου, συναντήσαμε ένα ποίημα ανάμεσα στα χειρόγραφα με τον τίτλο «Στον στρατηγό Ιωάννου» με τους στίχους «Όπου πατεί το πόδι σου, δάφνης να βγει κλωνάρι...» Είναι γνωστός και χαρακτηριστικός ο θαυμασμός του Ριάδη για τον Μακεδονικό αγώνα, καθώς και ο πατριωτικός χαρακτήρας πολλών ποιημάτων του, δημοσιευμένων και μη. Το μοναδικό αυτό μουσικό έργο, αχρονολόγητο όπως τα περισσότερα, με πατριωτικό και στρατιωτικό χαρακτήρα, πρέπει να αναφέρεται στον προαναφερθέντα Ιωάννου. Η αναζήτηση στοιχείων έφερε στο φως τον υποστράτηγο Δημήτριο Ιωάννου, ο οποίος ήταν επικεφαλής της Μεραρχίας Αρχιπελάγους κατά το 1917 στις επιχειρήσεις του Μοναστηρίου και Σκρα και επίσης έλαβε μέρος αργότερα στην εκστρατεία στη Μικρά Ασία.6 Είναι όμως άγνωστο αν ήταν αυτός η πηγή έμπνευσης για τον ποιητή/συνθέτη και ποια ήταν η σχέση του μαζί του.
δ) Marche Espagnole. Μοναδικό δείγμα ενασχόλησης του Ριάδη με το Ισπανικό στοιχείο, είναι ακόμη μια απόδειξη του ενδιαφέροντος του για ποικίλους πολιτισμούς. Είναι ένα ολοκληρωμένο έργο που έχει ενδείξεις ενορχήστρωσης και διορθώσεις.
ε) Theme mit Variationen [και..... sonate opus 5] Υπογεγραμμένο « E R.H. Khu» αποτελεί πιθανότατα απόκομμα μαθητικής μάλλον άσκησης ή ίσως και αντιγραφή.
Έργα για ενόργανα σύνολα
α) Concerto da camera για vc, pf, 2 vn, fl, cl, ob. Υπάρχει μόνο ένα σχέδιο με την ένδειξη “II Andante”.
β) Bemberg, Herman: Chant Hindou (διασκευή για cl, 2 vn, va, vc) Το τραγούδι Chant Hidou του Herman Bemberg (1859-1931) για σοπράνο ή τενόρο και πιάνο ήταν πολύ δημοφιλές στο Παρίσι των αρχών του αιώνα.
γ) Scott, Cyril: Ινδιάνικη σουίτα (διασκευή για cl, 2 vn, va, vc). Ο Cyril Scott (1879-1970) ήταν ένας από τους γνωστούς Ευρωπαίους συνθέτες, την εποχή που ο Ριάδης ήταν στο Παρίσι. Είχε ενδιαφερθεί ιδιαίτερα για την Ινδική φιλοσοφία όπως φαίνεται και από την τίτλο του έργου του, το οποίο ενδιαφέρθηκε να ενορχηστρώσει ο Ριάδης.
α) Concerto da camera για vc, pf, 2 vn, fl, cl, ob. Υπάρχει μόνο ένα σχέδιο με την ένδειξη “II Andante”.
β) Bemberg, Herman: Chant Hindou (διασκευή για cl, 2 vn, va, vc) Το τραγούδι Chant Hidou του Herman Bemberg (1859-1931) για σοπράνο ή τενόρο και πιάνο ήταν πολύ δημοφιλές στο Παρίσι των αρχών του αιώνα.
γ) Scott, Cyril: Ινδιάνικη σουίτα (διασκευή για cl, 2 vn, va, vc). Ο Cyril Scott (1879-1970) ήταν ένας από τους γνωστούς Ευρωπαίους συνθέτες, την εποχή που ο Ριάδης ήταν στο Παρίσι. Είχε ενδιαφερθεί ιδιαίτερα για την Ινδική φιλοσοφία όπως φαίνεται και από την τίτλο του έργου του, το οποίο ενδιαφέρθηκε να ενορχηστρώσει ο Ριάδης.
Χορωδιακά τραγούδια (μεταγραφές)
α)Τρεις ρωμέικες χορωδίες για αντρικές φωνές: 1. Έχε για, 2. Πάλε συνέφιασ' o ουρανός, 3.Γαρουφαλιά (T, B / S, B) Περιέχονται στην έκδοση Das Lied der Voelker. Στην έκδοση των χορωδιών υπάρχουν αυτά τα τραγούδια και ακόμη το "Γιασεμί" για 4 φωνές και πιάνο αλλά άλλο συνδυασμό φωνών.
β) Δύο κουαρτέτα φωνητικά: 1. Μάνα με κακοπάντρεψες, 2. Το φίλημα (S, A, T, B, pf)
γ)'Αξιον εστίν (Θεία Λειτουργία) (2 v)
α)Τρεις ρωμέικες χορωδίες για αντρικές φωνές: 1. Έχε για, 2. Πάλε συνέφιασ' o ουρανός, 3.Γαρουφαλιά (T, B / S, B) Περιέχονται στην έκδοση Das Lied der Voelker. Στην έκδοση των χορωδιών υπάρχουν αυτά τα τραγούδια και ακόμη το "Γιασεμί" για 4 φωνές και πιάνο αλλά άλλο συνδυασμό φωνών.
β) Δύο κουαρτέτα φωνητικά: 1. Μάνα με κακοπάντρεψες, 2. Το φίλημα (S, A, T, B, pf)
γ)'Αξιον εστίν (Θεία Λειτουργία) (2 v)
Διάφορα
α) Τετράδιο ασκήσεων "Quatuor" (4 v)
β) Σπουδές για ήχους και γένη
α) Τετράδιο ασκήσεων "Quatuor" (4 v)
β) Σπουδές για ήχους και γένη
Μόνο 30 έργα (από τα 50 του καταλόγου) είναι πλήρη και μόνον 9 έργα έχουν χρονολογία. Το πιο πρώιμο είναι μια Fuga για κουαρτέτο εγχόρδων του 1909 και το αργότερο είναι η Εκάβη του 1927. Ανάμεσα σε αυτά μόνο μερικά τραγούδια και το Prelude tragique για πιάνο (το έργο στο οποίο βασίστηκε το Ombres Macedoniennes και η Εκάβη) από την εποχή του Παρισιού έχουν ημερομηνία 1911, η Γαλάτεια 1912, και 1913, La route verte1914 και το Au temple de la lune από τον κύκλο Pelerinages fantasques, 1920.
Η περίπτωση των έργων για κουαρτέτο εγχόρδων έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Η έλλειψη τάξης στα χειρόγραφα υπονοεί ότι ο συνθέτης μάλλον δεν είχε αποφασίσει για το πώς θα συντάξει το(α) κουαρτέτο(α) του. Φαίνεται ότι είχε συνθέσει μέρη κουαρτέτων, χωρίς να αποφασίσει να τα εντάξει με κάποιο τρόπο. Το Κουαρτέτο σε Σολ έχει τακτοποιηθεί σύμφωνα με την αποκατάσταση την οποία έκανε ο συνθέτης και διευθυντής ορχήστρας Νίκος Χριστοδούλου, που όπως αναφέραμε παραπάνω εκτελέσθηκε το 1992. Τα άλλα μέρη, εκτός αυτών που περιλαμβάνει το Κουαρτέτο σε Σολ, έχουν τακτοποιηθεί ξεχωριστά (αρ. 38 και 39 του καταλόγου). Το αυτό ισχύει και για τη(ις) Σονάτα(ες) για βιολοντσέλο και πιάνο.
Περιοριζόμαστε εδώ στην καταγραφή του υλικού το οποίο δωρήθηκε από την κυρία Ισμήνη Τζερμιά-Σακελλαροπούλου στην Μεγάλη Μουσική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος «Λίλιαν Βουδούρη». Η ανάγκη σύνταξης ενός αναλυτικού καταλόγου με πλήρη καταγραφή και περιγραφή των έργων είναι επιτακτική, εξήντα έξι χρόνια μετά το θάνατο του συνθέτη. Λόγω της ιδιαιτερότητας του υλικού, αλλά κυρίως του συνθέτη, επιβάλλεται προσεκτική ανάλυση και σύγκριση των χειρογράφων, ειδικά των τραγουδιών, ώστε να καταγραφούν όλες οι εκδοχές και μεταγραφές των έργων. Πρέπει επομένως να καταγραφούν σχολαστικά και τα υπόλοιπα χειρόγραφα του συνθέτη που φυλάσσονται στο Κρατικό Ωδείο για να ακολουθήσει η μελέτη τους και η σύνταξη ενός ενιαίου αναλυτικού καταλόγου.
Ο Αιμίλιος Ριάδης είναι ένας από τους πιο σημαντικούς συνθέτες της εποχής του και της λεγόμενης Ελληνικής Εθνικής Σχολής και του πρέπουν η ανάλογη προσοχή και η ανάλογη συναυλιακή διάδοση των έργων του.
Στεφανία Μεράκου
Φοίβος Ανωγιανάκης, «Πρόλογος» στο Αιμίλιος Ριάδης, Τραγούδια, επ. Φοίβος Ανωγιανάκης (Θεσσαλονίκη: Τέχνη, [1973])
Μαρία Δημητριάδου-Καραγιαννίδου, «Αιμίλιος Ριάδης-Η συμβολή του στη μουσική και λογοτεχνική ζωή της Θεσσαλονίκης, το αρχείο του στο ΚΩΘ», ομιλία στην ημερίδα Ο 'Αγνωστος Ριάδης 1880-1935(Αθήνα: Μέγαρο Μουσικής, 14 Οκτωβρίου 1992)
_____________, «Εισαγωγή» στο Αιμίλιου Ριάδη, Τραγούδια (Θεσσαλονίκη: Τέχνη, 1997)
Δήμητρα Διαμαντοπούλου-Cornejo, «Les mélodies pour une voix et piano d’ Emile Riadis: Aspects esthétiques entre les musiques Française et Grecque au début di XXe siècle» (Διδακτορική διατριβή, Universite Francois Rabelais, Tours, 2001)
Γιάννης Καϊμάκης, «Το δημοτικό τραγούδι στο έργο του Ριάδη» ομιλία στην ημερίδα Ο 'Αγνωστος Ριάδης 1880-1935 (Αθήνα: Μέγαρο Μουσικής, 14 Οκτωβρίου 1992)
Μανώλης Καλομοίρης, «Ο Αιμίλιος Ριάδης και η Ελληνική μελωδία» Νέα Εστία 41 (1947), 594-596
Γιώργος Λεωτσάκος, Ο 'Αγνωστος Ριάδης 1880-1935, Ο δημιουργός και το έργο του, Πρόγραμμα (Αθήνα: Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, 1992)
_____________, «Riadis [Eleftheriadis; Khu], Emilios», The New Grove Dictionary of Music and Musicians, ed. Stanley Sadie (Macmillan, 2001) 21: 313-314
_____________, «Ριάδης Αιμίλιος» , Παγκόσμιο βιογραφικό λεξικό, Γ. Α. Χριστόπουλος εκδ. (Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, 1991) 9Α: 69-70
Νίκος Χριστοδούλου, «Κουαρτέτο με πιάνο και Κουαρτέτο εγχόρδων. Προβλήματα αποκατάστασης και πρόταση εκτελέσιμης μορφής από τα χειρόγραφα», ομιλία στην ημερίδα Ο 'Αγνωστος Ριάδης 1880-1935 (Αθήνα: Μέγαρο Μουσικής, 14 Οκτωβρίου 1992)
Evelyn Voightmanm-Καϊμάκη, «Ο Ριάδης και ο ιμπρεσιονισμός», ομιλία στην ημερίδα Ο 'Αγνωστος Ριάδης 1880-1935 (Αθήνα: Μέγαρο Μουσικής, 14 Οκτωβρίου 1992)
Μαρία Δημητριάδου-Καραγιαννίδου, «Αιμίλιος Ριάδης-Η συμβολή του στη μουσική και λογοτεχνική ζωή της Θεσσαλονίκης, το αρχείο του στο ΚΩΘ», ομιλία στην ημερίδα Ο 'Αγνωστος Ριάδης 1880-1935(Αθήνα: Μέγαρο Μουσικής, 14 Οκτωβρίου 1992)
_____________, «Εισαγωγή» στο Αιμίλιου Ριάδη, Τραγούδια (Θεσσαλονίκη: Τέχνη, 1997)
Δήμητρα Διαμαντοπούλου-Cornejo, «Les mélodies pour une voix et piano d’ Emile Riadis: Aspects esthétiques entre les musiques Française et Grecque au début di XXe siècle» (Διδακτορική διατριβή, Universite Francois Rabelais, Tours, 2001)
Γιάννης Καϊμάκης, «Το δημοτικό τραγούδι στο έργο του Ριάδη» ομιλία στην ημερίδα Ο 'Αγνωστος Ριάδης 1880-1935 (Αθήνα: Μέγαρο Μουσικής, 14 Οκτωβρίου 1992)
Μανώλης Καλομοίρης, «Ο Αιμίλιος Ριάδης και η Ελληνική μελωδία» Νέα Εστία 41 (1947), 594-596
Γιώργος Λεωτσάκος, Ο 'Αγνωστος Ριάδης 1880-1935, Ο δημιουργός και το έργο του, Πρόγραμμα (Αθήνα: Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, 1992)
_____________, «Riadis [Eleftheriadis; Khu], Emilios», The New Grove Dictionary of Music and Musicians, ed. Stanley Sadie (Macmillan, 2001) 21: 313-314
_____________, «Ριάδης Αιμίλιος» , Παγκόσμιο βιογραφικό λεξικό, Γ. Α. Χριστόπουλος εκδ. (Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, 1991) 9Α: 69-70
Νίκος Χριστοδούλου, «Κουαρτέτο με πιάνο και Κουαρτέτο εγχόρδων. Προβλήματα αποκατάστασης και πρόταση εκτελέσιμης μορφής από τα χειρόγραφα», ομιλία στην ημερίδα Ο 'Αγνωστος Ριάδης 1880-1935 (Αθήνα: Μέγαρο Μουσικής, 14 Οκτωβρίου 1992)
Evelyn Voightmanm-Καϊμάκη, «Ο Ριάδης και ο ιμπρεσιονισμός», ομιλία στην ημερίδα Ο 'Αγνωστος Ριάδης 1880-1935 (Αθήνα: Μέγαρο Μουσικής, 14 Οκτωβρίου 1992)
1 Σχετική περιγραφή του υλικού το οποίο βρίσκεται στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης έγινε από την κυρία Μαρία Δημητριάδου-Καραγιαννίδου κατά την διημερίδα-αφιέρωμα στον Αιμίλιο Ριάδη στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών στις 14 και 15 Οκτωβρίου 1992.
2 Ριάδης, Αιμίλιος, Έργα Ι (Αθήνα: Lyra, 0116)
3 Πρόκειται φυσικά για τυπογραφικό λάθος και εννοεί τον Δημήτριο Λάλλα.
4 "Se passe dans l’ extremité Australe de la presque île Tararao de la Polynésie à l’ époque oú les Toupapahous (ailés ?) descendaient encore parmis les vivants". Η λέξη ailés είναι δισανάγνωστη.
5 Γιώργος Λεωτσάκος, «Ριάδης Αιμίλιος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό (Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, 1991) 9Α: 69-70
6 Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών) τ. 14, σ. 64, 72
2 Ριάδης, Αιμίλιος, Έργα Ι (Αθήνα: Lyra, 0116)
3 Πρόκειται φυσικά για τυπογραφικό λάθος και εννοεί τον Δημήτριο Λάλλα.
4 "Se passe dans l’ extremité Australe de la presque île Tararao de la Polynésie à l’ époque oú les Toupapahous (ailés ?) descendaient encore parmis les vivants". Η λέξη ailés είναι δισανάγνωστη.
5 Γιώργος Λεωτσάκος, «Ριάδης Αιμίλιος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό (Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, 1991) 9Α: 69-70
6 Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών) τ. 14, σ. 64, 72
(Μία Σημείωση: Η ιστορία του κρυφού έρωτα του μουσικού Λάλλα με την Κοζίμα,
την γυναίκα του Βάγκνερ, η φυγή του από το Μπαϋρώυτ για να μην προδώσει τον φίλο του Ριχάρδο, όλη του η ζωή και το έργο σε εκείνο το κέντρο μουσικής
δημιουργίας, θα περίμενε κανείς να συγκινήσει μερικούς νεοέλληνες συγγραφείς που θα μπορούσαν να γράψουν σπουδαίες μυθιστορηματικές δημιουργίες. Από αυτές θα μπορούσαν να προκύψουν σενάρια και εξαιρετικές κινηματογραφικές
ταινίες από ταλαντούχους δημιουργούς.
Το εβραϊκό Χόλυγουντ παίρνει ασήμαντες ιστορίες στις εμπλέκεται κάποιος
ιουδαίος, δημιουργεί χιλιάδες μύθους και θρύλους σε χιλιάδες ταινίες και μας σερβίρει κατάλληλα στο υποσυνείδητό μας, όλα τα δήθεν μεγαλουργήματα των
ιουδαίων (συνήθως ασήμαντες καθημερινές ιστορίες ή συνομωσίες του Σανχενδρίν της εβραϊκής φυλής κατάλληλα φτιαγμένες).
Δυστυχώς τίποτε από αυτά δεν συμβαίνει. Το πνεύμα των νεοελλήνων στέρεψε για πάντα - εδώ και 100 χρόνια - με την προσκόλλησή τους στην ιδεολογία του
ιουδαίου Κεσιλέ Μαρδοχαίου. Το ίδιο είχε στερέψει μεταξύ του 400 και 600 μ.Χ. λόγω της φανατικής τους προσκολλήσεως σε ένα άλλο ιουδαίο, τον Ιησού. Έκαναν πάνω από χίλια χρόνια για να πάρουν ανάσα).
Βιβλιογραφία:1. Από το Μουσικό Αρχείο του κυρίου Γεωργίου Λεωτσάκου, Αρχείο Δημητρίου Λάλα.
2. «Ο Δημήτριος Στεργίου Λάλας και το έργο αυτού» του Πέτρου Ν. Παπαγεωργίου, στο Μακεδονικό Ημερολόγιο-1913.
3. Μια νεκρολογία του Γεωργίου Θ. Σαγιαξή στην εφημερίδα «το Φως», Μοναστήρι 4 Σεπτεμβρίου 1911.
4. Τα ημερολόγια της Κόζιμα Βάγκνερ, εκδ. R. Piper&co Verlag, Μόναχο, 1976.
2. «Ο Δημήτριος Στεργίου Λάλας και το έργο αυτού» του Πέτρου Ν. Παπαγεωργίου, στο Μακεδονικό Ημερολόγιο-1913.
3. Μια νεκρολογία του Γεωργίου Θ. Σαγιαξή στην εφημερίδα «το Φως», Μοναστήρι 4 Σεπτεμβρίου 1911.
4. Τα ημερολόγια της Κόζιμα Βάγκνερ, εκδ. R. Piper&co Verlag, Μόναχο, 1976.
5. Γιώργος Λεωτσάκος,
"Οι χαμένες ελληνικές όπερες ή ο αφανισμός του μουσικού μας πολιτισμού"[Lost Greek Operas or the Annihilation of our Musical Civilization], Επίλογος [Epilogos] [Αθήνα / Athènes, Γαλαίος], 1992, pp. 398-428. (article important faisant le catalogue de 57 opéras de compositeurs grecs)
ΡΙΧΑΡΔΟΣ ΒΑΓΚΝΕΡ (1813 – 1883)
Ο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΣ ΜΟΥΣΙΚΟΣ ΤΩΝ ΝΕΩΤΕΡΩΝ
ΧΡΟΝΩΝ.
ΕΝΑΣ ΘΕΡΜΟΣ ΦΙΛΕΛΛΗΝΑΣ
Στην αυτοβιογραφία του γράφει (το 1821 ήταν ένα μικρό παιδί 8 χρονών):
«Οι ανταποκρίσεις των εφημερίδων και των περιοδικών από τον αγώνα των Ελλήνων για ανεξαρτησία, μου είχαν προξενήσει φοβερή συγκίνηση.
Έτσι, η αγάπη μου για την Ελλάδα, που αργότερα μετατράπηκε σε ενθουσιασμό για τη μυθολογία και την ιστορία της αρχαιότητάς της, πήγασε από το ζωηρό και επώδυνο ενδιαφέρον μου για τα γεγονότα του παρόντος. Στα κατοπινά χρόνια, η ιστορία των αγώνων των Ελλήνων κατά των Περσών μού έφερνε πάντα στο νου την σύγχρονη επανάσταση κατά των Τούρκων.»
Στο σπίτι τους στο Μπαϋρόιτ, λίγα μέτρα δεξιότερα από την εξώπορτα, αναπαύονται η Cosima και ο Richard Wagner. Κοντά τους έχει ταφεί και ο αγαπημένος σκύλος τους, ο Russ. Εκεί μετά το θάνατο του συνθέτη η Κόζιμα αφιερώθηκε στην οργάνωση του Φεστιβάλ, φρόντισε για την οργάνωση και αξιοποίηση του αρχείου του και δρομολόγησε εκδηλώσεις που ακόμα σήμερα εκτιμάται η σπουδαιότητά τους. Μέχρι το 1966 το σπίτι ανήκε στους απογόνους του συνθέτη. Στο σπίτι σήμερα λειτουργεί το Μουσείο Βάγκνερ και εκεί λαμβάνουν χώρα συνέδρια, συναυλίες και άλλες εκδηλώσεις στη μεγάλη αίθουσα συναυλιών με την εξαιρετική ακουστική αλλά και στον κήπο, κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.
Όπως αναφέρει στο Ημερολόγιό της η Cosima, ο νεαρός Λάλας ερχόταν σχεδόν καθημερινά στο σπίτι τους για να μελετήσει μουσική με τον Richard και μετά να συζητήσουν και οι τρείς τους διάφορα μουσικά θέματα, ενώ συχνά τους δεχόταν κι εκείνος για καφέ στο σπίτι του, στο οποίο μάλιστα είχαν γνωρίσει και έναν από τους αδελφούς του.
Μουσείο Orsay, Παρίσι. Ο πίνακας που φιλοτέχνησε το 1882 ο Ρενουάρ, ένας θερμός θαυμαστής του Βάγκνερ και φίλος της Κοζίμα.
Ο Βίλχελμ Ρίχαρντ Βάγκνερ γεννήθηκε στις 22 Μαΐου 1813 στη Λειψία και πέθανε στις 13 Φεβρουαρίου 1883 στη Βενετία της Ιταλίας. Ήταν πρωτοποριακός Γερμανός ρομαντικός συνθέτης, ποιητής και μουσικολόγος του 19ου αιώνα.
ΒΑΓΚΝΕΡ, ο αγαπημένος των θεών.
Πόσα και πόσα δεν έχουν γραφτεί για την τεράστια αυτή προσωπικότητα και την πολυτάραχη ζωή του. Τη λατρεία των φίλων της όπερας και της μουσικής, όσο και για τα αμφιλεγόμενα αισθήματα που εμπνέει στις καρδιές το ίνδαλμά τους.
Ο ΒΑΓΚΝΕΡ έγραψε το σημαντικό δοκίμιο «Το εβραϊκό στοιχείο στη Μουσική» (1850).
“Τριστάνος και Ιζόλδη” η καλύτερη όπερα του Βάγκνερ.
Ο γερμανός μουσικοσυνθέτης, ποιητής και φιλόσοφος Ρίχαρντ Βάγκνερ (Richard Wagner), ο Αναμορφωτής της όπερας, έκανε σκοπό της καλλιτεχνικής του δημιουργίας την αναβίωση του αρχαίου Ελληνικού Δράματος μέσω του Λυρικού Θεάτρου.
Μετά απ’ αυτόν, τίποτα στην όπερα –και στην Τέχνη γενικότερα – δεν ήταν ίδιο.
Θέλησε να συνενώσει όλες τις τέχνες (ποίηση, μουσική, εικαστικές τέχνες) σε μία ενιαία Τέχνη που θα εμπεριείχε κάθε δυνατή έκφανση του ωραίου.
Στο «μουσικό δράμα» (όπερα), αναβάθμισε τον ρόλο της ορχήστρας από συνοδευτικό και υποδηλωτικό του ρυθμού (νοοτροπία απ’ την οποία δεν ξέφυγε ούτε ο μεγάλος Βέρντι) σε ρόλο αληθινού φιλοσοφικού σχολιαστή τού δράματος, ανάλογου με τον χορό στο αρχαίο ελληνικό θέατρο.
Ο ΒΑΓΚΝΕΡ ΓΡΑΦΕΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ:
«Οι ανταποκρίσεις των εφημερίδων και των περιοδικών από τον αγώνα των Ελλήνων για ανεξαρτησία, μου είχαν προξενήσει φοβερή συγκίνηση. Έτσι, η αγάπη μου για την Ελλάδα, που αργότερα μετατράπηκε σε ενθουσιασμό για τη μυθολογία και την ιστορία της αρχαιότητάς της, πήγασε από το ζωηρό και επώδυνο ενδιαφέρον μου για τα γεγονότα του παρόντος. Στα κατοπινά χρόνια, η ιστορία των αγώνων των Ελλήνων κατά των Περσών μού έφερνε πάντα στο νου τη σύγχρονη επανάσταση κατά των Τούρκων.»
Σε αντίθεση με πολλούς άλλους φιλέλληνες που αγάπησαν την Ελλάδα λόγω θαυμασμού για την αρχαιότητά της, ο Βάγκνερ στράφηκε στη μελέτη της κλασικής Ελλάδας έχοντας ως αφετηριακό ερέθισμα τους εθνικο-απελευθερωτικούς αγώνες του νεώτερου Ελληνισμού.
Για τον Βάγκνερ, η Ελλάδα αποτελούσε μία αδιάσπαστη ενιαία ιδέα και μια πολιτιστική αξία με απόλυτη ιστορική συνέχεια.
Δυστυχώς οι γενιές των Ελλήνων του 20ού αιώνα φάνηκαν ανίκανες να
συνεχίσουν τα μεγάλα έργα των προγόνων τους, στράφηκαν για πνευματική τροφή σε εβραίους σαν τον Κεσιλέ Μαρδοχαίο, το πνεύμα τους
στέρεψε τελείως από την προσκόλησή τους στην φιλοσοφία και πρακτική
του Εβραιομαρδοχαϊσμού, άρχισαν την αλληλοεξόντωση και τελικά πρόδωσαν την πίστη που έτρεφε γι αυτούς ο Βάγκνερ,
ο προσωπικός φίλος του Μακεδόνα Λάλλα.-
ΖΗΝΩΝ ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ
Διαβάστε επίσης:
ΟΙ ΣΚΛΑΒΩΜΕΝΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΑΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ Έλληνες του Μοναστηρίου (Βιτώλειον–Μπιτόλια)
H ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ ΤΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.