Η Πέργη κατά την Αρχαιότητα υπήρξε μία από τις ισχυρότερες πόλεις της Μικράς Ασίας. Bρίσκεται στη νοτιοανατολική Τουρκία, σε απόσταση 15 χλμ. από την Αττάλεια, στη σύγχρονη θέση Murtana κοντά στο χωριό Aksu. Σήμερα η περιοχή αποτελεί σημαντικό αρχαιολογικό χώρο με μεγάλο αριθμό επισκεπτών.
Η θέση της πόλης –στο μέσο της παμφυλικής πεδιάδας– ήταν εξαιρετικά ευνοϊκή για πολλούς λόγους. H Πέργη βρισκόταν πάνω σε έναν από τους σημαντικούς εμπορικούς οδικούς άξονες της Μικράς Ασίας, που ξεκινούσε από την Πέργαμο και συνέδεε τις πόλεις Θυάτειρα, Ιεράπολη, Λαοδίκεια, Σίδη και Φιλαδέλφεια. Επιπλέον, είχε το προνόμιο του άμεσου ελέγχου των γύρω πεδινών εδαφών –που ήταν παροιμιώδη στους αρχαίους χρόνους για τη γονιμότητά τους– με αποτέλεσμα να εξελιχτεί σε μείζον εμπορικό και οικονομικό κέντρο της Παμφυλίας.
Η Πέργη ήταν χτισμένη σε μία ακρόπολη με φυσική οχύρωση, όπως οι γειτονικές πόλεις Άσπενδος και Σίλλυον. Δύο μικροί λόφοι στα νότια οριοθετούσαν την οικιστική της επικράτεια και παράλληλα τη θωράκιζαν αμυντικά, καθιστώντας δύσκολη κάθε απόπειρα πολιορκίας.
Άποψη της Πέργης απο την Ακρόπολη της.
Πολύ κοντά στην πόλη κυλούσε ο Κέστρος, ο ποταμός που άρδευε την εύφορη πεδιάδα της Παμφυλίας. Ο πλωτός ρους του όχι μόνο διευκόλυνε τη μεταφορά ανθρώπων και προϊόντων, αλλά εξασφάλιζε και πρόσβαση στις παμφυλικές ακτές που απείχαν 12 χιλιόμετρα. Έτσι, η πόλη απολάμβανε όλα τα οικονομικά πλεονεκτήματα από τις θαλάσσιες επικοινωνίες, ενώ ταυτόχρονα ήταν ασφαλής από οποιαδήποτε επιβουλή από θαλάσσης. Ως εκ τούτου, εύλογα οι κάτοικοι της Πέργης θεοποίησαν τον Κέστρο, εκφράζοντας με τον τρόπο αυτό την ευγνωμοσύνη τους για τα πολλαπλά οφέλη που απολάμβαναν χάρη στη γειτονία τους με τον ποταμό.
Η ονομασία της πόλης αποτελεί αδιάψευστο μάρτυρα του προελληνικού παρελθόντος της. Πρόκειται για παραφθορά του τοπωνυμίου «ΠΡΕΙΙΑ», της τοπικής δηλαδή ονομασίας της Πέργης στην «αρχαϊκή» παμφυλική διάλεκτο, η οποία ανάγεται σε εποχή κατά πολύ προγενέστερη της άφιξης των Ελλήνων. Η ανατολική ονομασία όχι μόνο διατηρήθηκε με την πάροδο των χρόνων, αλλά παρέμεινε σε χρήση τουλάχιστον μέχρι και την Ελληνιστική περίοδο.
Ιστορική επισκόπηση
Το γενικό πλαίσιο της πρωιμότατης ιστορίας της Πέργης είναι δυνατό να ανασυσταθεί μέσα από πληθώρα ετερογενών στοιχείων που προέρχονται από την παράδοση, τις γραπτές πηγές και τα πορίσματα των αρχαιολογικών ερευνών. Η ίδρυση της πόλης ανάγεται στη σφαίρα του μύθου. Σύμφωνα με το Στράβωνα, μετά το τέλος του Τρωικού πολέμου γύρω στο 1200 π.Χ., μία ομάδα Ελλήνων –«μιγάδες», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά το αρχαίο κείμενο– προωθήθηκε στην ενδοχώρα και εγκαταστάθηκε σε μία εύφορη περιοχή στη νοτιοανατολική Τουρκία, στην οποία έδωσε την εύγλωττη ονομασία «Παμφυλία» (χώρα όλων των φυλών). Πρωτεργάτες των μεταναστευτικών αυτών κινήσεων ήταν οι περίφημοι μάντεις Μόψος, Κάλχας και Αμφίλοχος. Οι νεοαφιχθέντες ίδρυσαν την Πέργη, την Ολβία, τη Μάγυδο, την Άσπενδο, το Σίλλυον και τη Σίδη, πόλεις που επρόκειτο να διαδραματίσουν πρωταγωνιστικό ρόλο στα ιστορικά δρώμενα της Παμφυλίας μέχρι την ύστερη Αρχαιότητα. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 1953 οι αρχαιολογικές έρευνες επιβεβαίωσαν την παράδοση περί της ίδρυσης της πόλης, με την εύρεση επτά ενεπίγραφων βάσεων αγαλμάτων στον περίβολο της ελληνιστικής της πύλης. Οι επιγραφές των βάσεων ταυτίζουν τα αναπαριστώμενα πρόσωπα με τους «κτίστες», τους μυθικούς ιδρυτές της Πέργης.
(Ο Πλίνιος παραδίδει ότι η Παμφυλία ονομαζόταν και Μοψοπία, ονομασία που συνάδει με την παράδοση περί του αποικισμού της περιοχής από το Μόψο)
Όμως τα πλέον πρόσφατα αρχαιολογικά δεδομένα ανάγουν χρονικά το απώτατο παρελθόν της πόλης πολύ πριν από την άφιξη των Αχαιών, στους Μυκηναϊκούς χρόνους. Τα πρώτα ίχνη της αρχαιότατης αυτής πόλης τοποθετούνται χρονικά στα τέλη της 4ης χιλιετίας, ενώ το 13ο αι. π.Χ. βρισκόταν υπό τον έλεγχο των Χετταίων. Στους ιστορικούς πλέον χρόνους, τον 7ο αι. π.Χ., η πόλη δέχτηκε νέους εποίκους από τη Ρόδο.
Η Κεντρική οδός της Πέργης.
Στο εξής, η πορεία της Πέργης συνδέεται στενά με τις τύχες της υπόλοιπης Παμφυλίας. Ο Ηρόδοτος παραδίδει ότι τον 6ο αι. π.Χ. η περιοχή κατακτήθηκε από τον Κροίσο (560-546 π.Χ.). Μετά την ήττα των Λυδών από τους Πέρσες στη μάχη της Πτερίας το 547 π.Χ., η Παμφυλία άλλαξε στρατόπεδο και εντάχθηκε διοικητικά σε μία περσική σατραπεία. Η μεταβολή αυτή είχε συνέπεια την υποχρέωση καταβολής φόρου υποτέλειας στους νέους κυριάρχους, καθώς και τη συμμετοχή στις επιχειρήσεις του περσικού στρατού. Μετά τους Περσικούς πολέμους, τα παράλια της Μικράς Ασίας βρέθηκαν στο επίκεντρο των επεκτατικών βλέψεων της Αθήνας. Κορωνίδα των στρατιωτικών επιχειρήσεων των χρόνων αυτών ήταν η αποφασιστικής σημασίας μάχη στον ποταμό Ευρυμέδοντα το 466 π.Χ., όπου ο Αθηναίος Κίμωνας νίκησε κατά κράτος τους Πέρσες, απελευθερώνοντας μία τεράστια περιοχή που εκτεινόταν από την Ιωνία έως την Παμφυλία. Η Πέργη εντάχθηκε στη Δηλιακή συμμαχία και εξαναγκάστηκε να καταβάλει εισφορά στους Αθηναίους. Ακολούθησαν ο Ιωνικός πόλεμος (412-405 π.Χ.) και η σπαρτιατική εισβολή στη Μικρά Ασία, έως ότου η Ανταλκίδειος ειρήνη (387 π.Χ.) απέδωσε εκ νέου τον έλεγχο των παμφυλικών πόλεων στον Πέρση βασιλέα. Σύντομα ξέσπασε η λεγόμενη Επανάσταση των σατραπών (366-360 π.Χ.), με ενεργό συμμετοχή της Πέργης. Η εξέγερση αυτή κατεστάλη και η πόλη παρέμεινε υπό περσικό έλεγχο μέχρι την άφιξη του Αλεξάνδρου (334/333 π.Χ.). Η αναλυτική περιγραφή του ιστορικού Αρριανού ρίχνει φως όχι μόνο στα γεγονότα αυτά, αλλά και στη γενικότερη κατάσταση που επικρατούσε στην περιοχή τον 4ο αι. π.Χ. Μετά τη μάχη του Γρανικού (334/333 π.Χ.), η Πέργη, η Σίδη και η Άσπενδος έσπευσαν να δηλώσουν άνευ όρων υποταγή στο Μακεδόνα. Τα γεγονότα δείχνουν ότι οι Περγαίοι υπερέβαλαν εαυτόν προκειμένου να του εκφράσουν την αμέριστη αφοσίωσή τους. Αρχικά καθοδήγησαν τα στρατεύματά του από τη Φάσηλι στην Παμφυλία, ενώ στη συνέχεια η πόλη τους λειτούργησε ως ενδιάμεσος σταθμός για τις μετέπειτα στρατιωτικές κινήσεις των Μακεδόνων. Στα χρόνια των Διαδόχων, η Παμφυλία αποτέλεσε για ένα διάστημα το μήλον της Έριδος μεταξύ Σελευκιδών και Πτολεμαίων. Μετά τη συνδιάσκεψη του Τριπαράδεισου (321 π.Χ.) μέχρι και τη μάχη της Ιψού (301 π.Χ.), βρέθηκε υπό σελευκιδικό έλεγχο, ενώ στη συνέχεια πέρασε στην εξουσία των Πτολεμαίων.
Η Ελληνιστική πύλη της αρχαίας Πέργης.
Η αλλαγή εξουσίας δε φαίνεται να είχε αξιοσημείωτες συνέπειες για την εσωτερική ζωή των πόλεων της Παμφυλίας. Η πτολεμαϊκή κυριαρχία έληξε το 218 π.Χ. προς όφελος των Σελευκιδών. Στις αρχές του 2ου αι. π.Χ. ο πόλεμος μεταξύ των Ρωμαίων και του Αντιόχου Δ΄ ανέτρεψε εκ νέου τις ισορροπίες των δυνάμεων. Μετά την ήττα των Σελευκιδών στη μάχη της Μαγνησίας (190 π.Χ.), η ειρήνη της Απάμειας καθόρισε τους νέους κυριάρχους της Ασίας. Όλο το δυτικό τμήμα της Παμφυλίας μέχρι τον Κέστρο προσαρτήθηκε στο βασίλειο της Περγάμου, ενώ το ανατολικό παρέμεινε ελεύθερο. Μετά την κληροδότηση του βασιλείου του Αττάλου Γ΄ στη Ρώμη (133 π.Χ.) και την ίδρυση της επαρχίας της Ασίας (129 π.Χ.), η Παμφυλία ανέκτησε ουσιαστικά την ανεξαρτησία της. Σύντομα όμως κλήθηκε να αντιμετωπίσει τη μάστιγα της πειρατείας, που αποτέλεσε καταλυτικό παράγοντα αποσταθεροποίησης για τα επόμενα χρόνια. Εξαιτίας της απουσίας μιας ισχυρής κεντρικής εξουσίας, τα μέσα αυτοπροστασίας των πόλεων αποδείχτηκαν ανεπαρκή.
Άποψη της Ελληνιστικής πύλης εσωτερικά της πόλεως
Η κατάσταση επιδεινώθηκε κατά τους Μιθριδατικούς πολέμους, έως ότου ο ανθύπατος της Κιλικίας Πόπλιος Σερβίλιος Βατίας ανέλαβε το έργο της εκκαθάρισης της περιοχής. Οι πόλεις όμως της Παμφυλίας δέχτηκαν μεγάλα πλήγματα και από την ανεξέλεγκτη δράση των Ρωμαίων διοικητών της Κιλικίας. Μία από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις ήταν οι τεράστιες καταστροφές που προκάλεσε στην Πέργη ο κοιαίστωρ της Κιλικίας Βέρρης το 80/79 π.Χ. Ο Ρωμαίος αξιωματούχος απέσπασε όλα τα αγάλματα από τις πλατείες και τους ναούς μπροστά στα μάτια των ανήμπορων να αντιδράσουν κατοίκων, ενώ δε σεβάστηκε ούτε το ιερό της Αρτέμιδας. Με τη βοήθεια του Περγαίου γιατρού Αρτεμιδώρου, αφαίρεσε όλα τα χρυσά κοσμήματα από το πανάρχαιο λατρευτικό άγαλμα της θεάς και λεηλάτησε τους θησαυρούς του ναού της. Οι περιγραφές των αρχαίων πηγών για τις ανίερες πράξεις που προκάλεσε η απληστία του Βέρρη είναι ιδιαίτερα γλαφυρές. Τελικά, η Παμφυλία απαλλάχθηκε οριστικά από τους πειρατές χάρη στον Πομπήιο, ενώ το 47 π.Χ. πέρασε για λίγο στην επαρχία της Ασίας. Στη συνέχεια, ο Μάρκος Αντώνιος την παραχώρησε στο βασίλειο της Γαλατίας (36 π.Χ.). Μετά το θάνατο του βασιλιά Αμύντα (25 π.Χ.) η Παμφυλία ενώθηκε διοικητικά με τη Λυκαονία, αποτελώντας ξεχωριστή ρωμαϊκή επαρχία. Το 43 μ.Χ. ο Κλαύδιος δημιούργησε τη διπλή επαρχία Λυκίας-Παμφυλίας.
Τμήμα των Ρωμαϊκών λουτρών της πόλης.
Επί Αδριανού, το 136 μ.Χ., πρώτη φορά η επαρχία έγινε συγκλητική για λόγους που εξυπηρετούσαν τη ρωμαϊκή διοίκηση. Μετά τις διοικητικές μεταρρυθμίσεις του Διοκλητιανού στα τέλη του 3ου αιώνα και τις εδαφικές ανακατατάξεις που ακολούθησαν, η Πέργη παρέμεινε στην επικράτεια της Παμφυλίας. Στα ύστερα αυτά χρόνια, η Παμφυλία αποτέλεσε συχνά προπύργιο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας εναντίον των Γότθων και των Περσών. Ο ύστερος 3ος αιώνας, αλλά και μεγάλο μέρος του 4ου, ήταν χρόνια δύσκολα για την πόλη, μία κατάσταση που απηχείται άμεσα στις αλλαγές του πολεοδομικού της ιστού. Η Πέργη κατάφερε να ανακάμψει για τελευταία φορά τον 5ο και 6ο αιώνα, σε βάρος της γειτονικής Ασπένδου, πριν ξεκινήσει η διαδικασία της οριστικής παρακμής της.
Θεσμοί και πολιτειακή οργάνωση
Τμήμα της πόλεως
Παρά τις διαφορετικές εθνικές καταβολές των κατοίκων της Πέργης, τα πορίσματα των αρχαιολογικών ερευνών πιστοποιούν ήδη από τον 5ο αι. π.Χ. τις απαρχές μιας τάσης εξελληνισμού. Μία πρώτη εκδήλωσή του στην Πέργη μπορεί να θεωρηθεί η οικιστική επέκταση στο ανατολικό τμήμα της ακρόπολης τον 5ο αι. π.Χ. σύμφωνα με το ιπποδάμειο σύστημα, με κανονική χάραξη οικοδομικών τετραγώνων. Παράλληλα, όσον αφορά τα αρχαιολογικά ευρήματα, η οπισθοχώρηση της τοπικής κεραμικής στα χρόνια αυτά είναι εντυπωσιακή. Στους Ελληνιστικούς χρόνους η τάση αυτή επεκτάθηκε στους θεσμούς και στην πολιτειακή οργάνωση. Παρ’ όλα αυτά, σε πολλές σημαντικές εκδηλώσεις του δημόσιου βίου η τοπική παράδοση αντιστεκόταν σθεναρά. Η τοπική διάλεκτος, για παράδειγμα, ήταν σε χρήση μέχρι και το 2ο αι. π.Χ., τουλάχιστον στις επιγραφές και τη νομισματοκοπία. Επιπλέον, στα χρόνια αυτά, η φήμη της πόλης ξεπέρασε τα στενά τοπικά όρια χάρη στη διάδοση της λατρείας της Περγαίας Αρτέμιδας, η οποία, αν και εξελληνισμένη, δεν έπαυε να είναι αδιάψευστος μάρτυρας του ανατολικού παρελθόντος της πόλης. Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς ολοκληρώθηκε ο εξελληνισμός της Πέργης. Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι με την πάροδο των χρόνων η ολοένα αυξανόμενη παρουσία του ρωμαϊκού στοιχείου στην περιοχή προκάλεσε την εκδήλωση ενός αντίστοιχου φαινομένου. Έτσι, ήδη από τα τέλη του 1ου αι. π.Χ. οι ρωμαϊκοί θεσμοί άρχισαν σταδιακά να επικρατούν εις βάρος των ελληνικών, ενώ ο εκρωμαϊσμός της δημόσιας ζωής ολοκληρώθηκε στους δύο επόμενους αιώνες.
Ορισμένα από τα αγάλματα που στόλιζαν την Πέργη
Μουσείο Αττάλειας
Οι Αυτοκρατορικοί χρόνοι ήταν η εποχή της μέγιστης ακμής της Πέργης. Οι ειρηνικές συνθήκες και η συσσώρευση πλούτου από το εμπόριο επέτρεψαν τον εξωραϊσμό της πόλης με λαμπρά δημόσια οικοδομήματα. Ο δήμος ήταν χωρισμένος σε φυλές και οργανωμένος σε «γερουσία», «νέους» και «εφήβους». Όπως και τα μέλη της Βουλής, οι άρχοντες εκλέγονταν από το δήμο. Το ίδιο συνέβαινε με τους ιερείς, εκτός κι αν το αξίωμά τους ήταν κληρονομικό. Οι συνθήκες στα χρόνια αυτά ευνοούσαν την ανάδειξη ξεχωριστών προσωπικοτήτων που διέπρεψαν σε πλείστους τομείς, όπως για παράδειγμα ο μαθηματικός Απολλώνιος, ο οποίος έδρασε τον 3ο αι. π.Χ. Συχνά, πολίτες που είχαν προσφέρει γενναιόδωρες υπηρεσίες ως χορηγοί δημόσιων κτηρίων καταλάμβαναν δημόσια αξιώματα, τα οποία φυσικά συνεπάγονταν και μεγάλες οικονομικές εισφορές. Έτσι, στα χρόνια του Αδριανού (117-138) ολοκληρώθηκε ένα φιλόδοξο οικοδομικό πρόγραμμα που οφειλόταν κυρίως στη γενναιοδωρία της Πλανκίας Μάγνας. Η Πλανκία, μέλος μιας εξέχουσας οικογένειας, ήταν σύζυγος του Ρωμαίου Ιούλιου Κορνούτου Τέρτουλλου, μέλους της γερουσίας, και κόρη του Περγαίου Μάρκου Πλάνκιου Βάρου, ο οποίος επί Βεσπασιανού (69-79) έγινε ύπατος και διοικητής της επαρχίας Πόντου-Βιθυνίας. Η πολύπλευρη δημόσια δράση της ξεχωριστής αυτής γυναίκας αποτυπώνεται εύγλωττα σε πολυάριθμες επιγραφές που έχουν βρεθεί διάσπαρτες σε ολόκληρη την πόλη. Ήταν «δημιουργός», δηλαδή ανώτατη άρχων και ταυτόχρονα ιέρεια της Αρτέμιδας και της Μητρός των Θεών και «αρχιέρεια των Σεβαστών». Η Πλανκία ανέθεσε αγάλματα προς τιμήν των μελών της αυτοκρατορικής οικογένειας, ενώ και οι τοπικές αρχές την τίμησαν με τον ίδιο τρόπο. Το άγαλμά της, στο οποίο αναπαρίσταται ως ιέρεια της αυτοκρατορικής λατρείας, εκτίθεται σήμερα στο αρχαιολογικό μουσείο της Αττάλειας.Άγαλμα της Πλανκίας Μάγνας ευεργέτιδα της Πέργης
Από τις αρχές του 3ου αιώνα η Πέργη ήταν πλέον τόσο ισχυρή, ώστε έριζε με τη Σίδη για τα πρωτεία στην Παμφυλία, ενώ τρίτη στη σειρά ερχόταν η Άσπενδος. Κοινή πρακτική των παμφυλικών πόλεων στα χρόνια αυτά ήταν να επιδιώκουν με κάθε τρόπο να εξάρουν τη σημασία τους, ως αντιστάθμισμα ίσως της αδυναμίας ανάληψης ουσιαστικής πολιτικής δράσης στο πλαίσιο της ρωμαϊκής κυριαρχίας. Οι δύο ανταγωνίστριες πόλεις επαίρονταν για τις άριστες σχέσεις τους με το ιερό των Δελφών, στις οποίες όφειλαν την άδεια τέλεσης Πυθικών αγώνων. Παρά την αντιζηλία τους, η Πέργη, η Σίδη, η Αττάλεια και η Άσπενδος δημιούργησαν στα χρόνια του Βαλεριανού (253-260) ένα είδος συνδέσμου, στο όνομα του οποίου έκοβαν και νομίσματα με την επιγραφή «ΟΜΟΝΟΙΑ». Άλλες συνθήκες τέτοιας μορφής συνήψε η Πέργη με τη Νίκαια, την Έφεσο και τους Δελφούς. Αυτή η προσπάθεια για ενότητα αντικατοπτρίζει ασφαλώς την πρόθεση των πόλεων να αντιμετωπίσουν ενωμένες τους αυξανόμενους κινδύνους που υπήρχαν. Την ίδια τάση απηχούν εν μέρει και οι πολυάριθμοι αγώνες που τελούνταν στις πόλεις της Παμφυλίας, ιδίως στην Πέργη και τη Σίδη, οι οποίοι μνημονεύονται στις επιγραφές κυρίως τον 3ο αιώνα. Φυσικά, τα οικονομικά οφέλη για τις πόλεις από την τέλεση των αγώνων ήταν εξίσου σημαντικά. Εκτός από τους Αγώνες Σεβαστούς, τα Αυγούστεια, τα Καισάρεια που συνδέονταν με την αυτοκρατορική λατρεία, τα Ολύμπια, τα Πύθια και τα Ισοπύθια στην Πέργη, τη Σίδη και την Αττάλεια είχαν άμεση σχέση με τους μεγάλους πανελλήνιους αγώνες, τουλάχιστον όσον αφορά τον τρόπο διεξαγωγής και τα έπαθλα. Η Πέργη απέκτησε τον τιμητικότατο τίτλο της «μητροπόλεως» της Παμφυλίας μόλις το 275/276. Τότε γιορτάστηκαν για πρώτη φορά στην πόλη τα Καισάρεια, ενώ καταργήθηκαν τα Ασύλια, οι αγώνες του ιερού της Περγαίας Αρτέμιδας, που διεξάγονταν από τα χρόνια του Δομιτιανού (81-96).
Θρησκευτική ζωή
Επίκεντρο της θρησκευτικής ζωής της πόλης ήταν η Περγαία Άρτεμις στην εξελληνισμένη της εκδοχή, η οποία είχε κυριαρχήσει ήδη από τον 4ο αι. π.Χ. Τη λατρεία της θεάς επέβλεπαν ιέρειες αλλά και ιερείς, «αγύρται», που προέρχονταν από την ύπαιθρο. Ο ναός της θεάς ήταν ιωνικός με μνημειώδεις διαστάσεις. Παρά τις εκτεταμένες έρευνες που έχουν διεξαχθεί μέχρι σήμερα, η ακριβής θέση του ναού δεν έχει εντοπιστεί ακόμη. Η Περγαία Άρτεμις λατρευόταν επίσης στην Αττάλεια, σε πολλές πόλεις της Πισιδίας και της Καρίας, στη Ρόδο και τη Θήρα. Πλήθος άλλων θεοτήτων λατρεύονταν στην Πέργη παράλληλα με την Αρτέμιδα, στην πλειονότητά τους ελληνικές, ενώ μαρτυρείται και λατρεία του Σαράπιδος, της Ίσιδος και του Αρποκράτη.
Άγαλμα της Θεάς Αθηνάς του 2ου αι. μ.Χ
Νομισματοκοπία
Ασημένιο Τετράδραχμο της Πέργης με την επιγραφή
"Αρτέμιδος Περγαίας".
Σε σύγκριση με άλλες περιοχές της Ασίας, οι παμφυλικές πόλεις που έκοβαν νόμισμα ήταν λίγες. Η Πέργη έκοψε τα πρώτα της νομίσματα τον 3ο αι. π.Χ., ενώ οι κοπές συνεχίστηκαν μέχρι τα τελευταία χρόνια του 3ου αι. μ.Χ. Η Περγαία Άρτεμις επικρατεί ως εικονογραφικός τύπος μέχρι και την ύστερη Αρχαιότητα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν οι κοπές των Αυτοκρατορικών χρόνων, καθώς οι ποικίλες επιγραφές τους αποτελούν άμεση πηγή για τις λατρείες και τους τίτλους της Πέργης την εποχή της μεγάλης της άνθησης.
Πολεοδομικός σχεδιασμός και αρχιτεκτονική
Τα μνημειώδη οικιστικά κατάλοιπα της Πέργης ανήκουν ως επί το πλείστον στους Αυτοκρατορικούς χρόνους, παρέχοντας ολοκληρωμένη εικόνα για την πόλη κατά την εποχή εκείνη. Ενδεικτική της τεράστιας οικονομικής ανάπτυξης που σημειώθηκε στα χρόνια αυτά είναι η ολοκληρωτική σχεδόν ισοπέδωση των προγενέστερων κτηρίων.
Σχεδιάγραμμα της Αρχαίας Πέργης κατά την Ρωμαίκη εποχή.
Ο αρχικός οικιστικός πυρήνας δημιουργήθηκε στην ακρόπολη. Στους Ελληνιστικούς χρόνους η πόλη άρχισε να επεκτείνεται οικιστικά προς τα νότια, αρχικά στις πλαγιές της ακρόπολης και σταδιακά στην πεδιάδα. Έτσι δημιουργήθηκε η κάτω πόλη, η οποία ενισχύθηκε με αμυντικό τείχος στα ανατολικά, δυτικά και νότια. Τα ελληνιστικά αυτά τείχη διατηρούνται σήμερα σε καλή κατάσταση, κυρίως στα ανατολικά. Αρκετοί από τους πολυάριθμους αμυντικούς πύργους σώζονται σχεδόν άθικτοι σε ύψος 12 μ. Οι ειρηνικές συνθήκες που επικρατούσαν στους Αυτοκρατορικούς χρόνους επέτρεψαν την περαιτέρω επέκταση προς τα νότια. Η σταδιακή αποδυνάμωση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και το γενικότερο κλίμα ανασφάλειας που χαρακτηρίζει την ύστερη αρχαιότητα απηχούνται στην κατασκευή ενός νέου εξωτερικού αμυντικού τείχους τον 4ο αι. μ.Χ., το οποίο ενίσχυσε την άμυνα των νότιων συνοικιών που ήταν οι πιο ευάλωτες. Στους Βυζαντινούς χρόνους ο οικισμός συρρικνώθηκε και –όπως συνέβη και σε άλλες πόλεις– ο πληθυσμός περιορίστηκε ξανά στην ακρόπολη.
Η ρωμαϊκή Πέργη ήταν χωρισμένη σε τέσσερις ανισομεγέθεις συνοικίες που οριοθετούνταν από τους δύο κύριους οδικούς άξονες –τους decumanus maximus και cardo maximus– οι οποίοι τέμνονταν στο κέντρο περίπου της πόλης. Οι δύο αυτές οδοί είχαν μνημειώδη μορφή με κιονοστοιχίες στις δύο πλευρές, στις οποίες στεγάζονταν στοές και καταστήματα.
Τμήμα της κεντρικής οδού της πόλης.
Ο κατακόρυφος δρόμος (cardo maximus) ξεκινούσε από τα νότια, έξω από τα όρια της πόλης. Ολοκληρώθηκε στα χρόνια του Αδριανού (117-138) και έφτασε μέχρι το νυμφαίο στα βόρεια, με συνολικό μήκος 300 μ. Στο κέντρο των δύο κεντρικών αυτών οδών υπήρχε ένας ανοιχτός αγωγός στον οποίο κυλούσε νερό που ανάβλυζε από το βόρειο νυμφαίο, κάτω από το άγαλμα του Κέστρου. Το τεχνητό αυτό ρυάκι αποτελούσε ανάσα δροσιάς για τους κατοίκους κατά τους θερμούς καλοκαιρινούς μήνες. Κάθε λίγα μέτρα, εμπόδια στο ρου του νερού δημιουργούσαν μικρούς πίδακες, προκαλώντας μια ευχάριστη οπτική και ακουστική εντύπωση.
Η είσοδος στην πόλη γινόταν από τρεις πύλες: στα ανατολικά, δυτικά και νότια. Η νότια ελληνιστική πύλη ήταν μνημειώδης και με ιδιαίτερη αρχιτεκτονική μορφή: η είσοδός της πλαισιώνεται από τετραώροφους αμυντικούς πύργους κυκλικής διατομής, ενώ στους τοίχους του περιβόλου ανοίγονταν κόγχες με τοξωτή αρχιτεκτονική πλαισίωση. Το 121 η Πλανκία Μάγνα έκανε μνημειώδεις προσθήκες στην πύλη, αλλάζοντας ριζικά τη μορφή της. Οι τοίχοι του περιβόλου επενδύθηκαν με μάρμαρο, ενώ περιμετρικά τοποθετήθηκαν στις κόγχες αγάλματα, που αναπαριστούσαν τους ιδρυτές της πόλης, θεούς, καθώς και τον πατέρα της δωρήτριας με το γιο του. Μπροστά στις κόγχες αυτές χτίστηκε μία στοά με κορινθιακούς κίονες. Η βόρεια πλευρά του περιβόλου οριοθετήθηκε με μία τριπλή θριαμβική αψίδα με περίτεχνη διακόσμηση, που παραπέμπει στις ανάλογες κατασκευές του Αδριανού στην Αθήνα και την Αττάλεια.
Μια εκ των πυλών της πόλης.
Τα λεγόμενα βόρεια λουτρά, κοντά στη δυτική είσοδο της πόλης, διασώζουν το αρχικό ύψος τους σε μεγάλο βαθμό. Χρονολογούνται τον 3ο αιώνα και εξυπηρετούσαν τις ανάγκες της γειτονικής παλαίστρας, η οποία ήταν το πρωιμότερο οικοδόμημα εντός των τειχών και χτίστηκε από τον Ιούλιο Κορνούτο, ανθύπατο της επαρχίας της Ασίας, και τη σύζυγό του προς τιμήν του αυτοκράτορα Νέρωνα (54-68). Στους πρόποδες της ακρόπολης βρισκόταν το βόρειο νυμφαίο, το οποίο χτίστηκε στα χρόνια του Αδριανού (117-138). Περιβάλλεται από τοίχο με κόγχες που κοσμούνταν με αγάλματα και φέρει δύο προεξέχουσες απολήξεις. Μνημειακά λουτρά υπήρχαν και στο νότιο τμήμα της πόλης, τα οποία ανήκαν στον τύπο λουτρών-γυμνασίων του μικρασιατικού χώρου. Οικοδομήθηκαν προς τιμήν του Βεσπασιανού (69-79) και ήταν σε χρήση για περισσότερα από 300 χρόνια. Σήμερα διατηρούνται σε καλή κατάσταση οι αίθουσες λούσεως, σε μερικές από τις οποίες διασώζεται η θολωτή τους στέγαση. Ο ιδιόμορφος αρχιτεκτονικός σχεδιασμός του συγκροτήματος βρίσκει τα παράλληλά του σε παρόμοιες εγκαταστάσεις θερμών στη Μίλητο, τη Σαγαλασσό, τη Σίδη, την Άσπενδο και σε πόλεις της Λυκίας.
Τμήμα της αρχαίας Αγοράς.
Η αγορά βρισκόταν στο νότιο τμήμα της πόλης, ανατολικά της νότιας ελληνιστικής πύλης, και ο σχεδιασμός της έγινε με βάση τον κατακόρυφο κεντρικό οδικό άξονα της πόλης. Διαμορφώθηκε το 2ο αι. μ.Χ., είχε τετράγωνο σχήμα με πλευρά περίπου 65 μ. και περιβαλλόταν από στοές και καταστήματα. Στο κέντρο της βρισκόταν ένα κυκλικό οικοδόμημα (θόλος) με πιθανόν λατρευτική χρήση. Οι οικιστικές ζώνες της πόλης έχουν εντοπιστεί στα νότια, εκατέρωθεν του κατακόρυφου κεντρικού οδικού άξονα. Κυρίαρχος τύπος ήταν μία εξελιγμένη μορφή της ελληνιστικής οικίας με περιστύλιο. Πολλά σπίτια είχαν χωρητικότητα 300-500 τ.μ., ενώ διέθεταν και δεύτερο όροφο.
Το Νυμφαίο
Στα νότια της ελληνιστικής πόλης βρισκόταν ένα ακόμα μνημειακό νυμφαίο, το οποίο χρονολογείται στα τέλη του 2ου αιώνα με αρχές 3ου αιώνα και είχε αφιερωθεί στην προστάτιδα θεά της πόλης, την Άρτεμη Περγαία και τον αυτοκράτορα Σεπτίμιο Σεβήρο.
Το αρχαίο Στάδιο.
Εκτός των ορίων της πόλης, στα νοτιοδυτικά, βρίσκονται το στάδιο και το θέατρο. Η κατασκευή τους ξεκίνησε κατά το δεύτερο μισό του 1ου αι. μ.Χ., αλλά φαίνεται ότι το στάδιο αποπερατώθηκε νωρίτερα από το θέατρο. Το στάδιο, χωρητικότητας 12.000 θεατών, ένα από τα καλύτερα διατηρημένα της Μικράς Ασίας, ήταν προσανατολισμένο προς την πλευρά του θεάτρου. Έχει μήκος 234 μ. και διατηρείται σε άριστη κατάσταση. Διέθετε δώδεκα σειρές θέσεων, η βόρεια πλευρά του είχε κυκλικό σχήμα, ενώ στα νότια υπήρχε μία μνημειακή πύλη η οποία έχει καταστραφεί εντελώς. Κάτω από τις κερκίδες στα ανατολικά υπήρχαν θολωτά περάσματα που χωρίζονταν με τοίχους σε τριάντα δωμάτια. Πολλά από αυτά ήταν καταστήματα, στα οποία μαρτυρείται με επιγραφές στους τοίχους το είδος προς πώληση ή και το όνομα του ιδιοκτήτη. Στα νότια βρισκόταν το θέατρο, ρωμαϊκού-μικρασιατικού τύπου, που οικοδομήθηκε από το Μάρκο Πλάνκιο Ρουτίλιο Βάρο και είχε χωρητικότητα 15.000 θέσεων.
Το αρχαίο Θέατρο.
Στο ανώτατο σημείο του κοίλου υπήρχε στοά για την προστασία των θεατών από τη βροχή. Το σκηνικό οικοδόμημα είχε τουλάχιστον δύο ορόφους και σώζεται σε μεγάλο ύψος. Κοσμούνταν με εντυπωσιακή ανάγλυφη ζωφόρο με θέματα από τη ζωή του Διονύσου, κενταυρομαχία και γιγαντομαχία. Σε μεταγενέστερους χρόνους, ένα νυμφαίο χτίστηκε στον εξωτερικό τοίχο του σκηνικού οικοδομήματος. Στο θέατρο της Πέργης τελούνταν κάθε είδους θεατρικές παραστάσεις, καθώς και μονομαχίες και θηριομαχίες από το 2ο αι. μ.Χ. Επιπλέον, λόγω της μεγάλης χωρητικότητάς του, ήταν ο ιδανικός χώρος για τις συνελεύσεις του δήμου.
Σαρκοφάγος Ρωμαϊκής εποχής με παραστάσεις από τους
άθλους του Ηρακλή.
Τα νεκροταφεία της Πέργης βρίσκονταν κοντά στις πύλες, στα ανατολικά, δυτικά και νότια. Η ποικιλία στους ταφικούς τύπους και στα υλικά κατασκευής απηχεί τη διαφορετική κοινωνική θέση των νεκρών. Κάποια ταφικά μνημεία συνωστίζονται γύρω από τους δρόμους που περνούσαν μέσα από τις πύλες, πολλές σαρκοφάγοι ήταν λαξευμένες στο βράχο χωρίς συγκεκριμένο προσανατολισμό και άλλες πατούσαν σε υπερυψωμένα βάθρα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει «η Οικία της Σαρκοφάγου», ο τάφος δηλαδή του Ευτυχιανού, ιερέα της Νεμέσεως, τον οποίο κοσμούν τοιχογραφίες που απεικονίζουν ταφικό δείπνο και λουλούδια. Στη νότια νεκρόπολη βρισκόταν και ο τάφος της Πλανκίας Μάγνας, ο οποίος σήμερα είναι εντελώς κατεστραμμένος.
ΠΗΓΗ :http://www.ehw.gr/asiaminor
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ :
https://www.panoramio.com/
http://www.icollector.com/
https://commons.wikimedia.org/
Δείτε επίσης :
Μικρά Ασία :Η Αρχαία Άσσος της Τρωάδος
Μικρά Ασία : Αρχαία Λάμψακος
Μικρά Ασία : Aρχαία Άβυδος.
Μικρά Ασία : Αλεξάνδρεια Τρωάδος
Μικρά Ασία : Δωριέων Εξάπολις - Κνίδος Καρίας
Μικρά Ασία: Αρχαία Άντανδρος της Τρωάδος
Μικρά Ασία : Φώκαια Ιωνίας
Μικρά Ασία : Αρχαία Σμύρνη Ιωνίας.
Μικρά Ασία : Ερυθρές Ιωνίας.
Μικρά Ασία :Κλαζομενές Ιωνίας
Μικρά Ασία : Τέως Ιωνίας.
Μικρά Ασία : Κολοφώνα Ιωνίας
Μικρά Ασία : Νότιον Ιωνίας
Μικρά Ασία : To Ιερό του Απόλλωνα στην Κλάρο
Μικρά Ασία :Λέβεδος Ιωνίας
Μικρά Ασία : 'Εφεσος Ιωνίας
Μικρά Ασία : Το ιερό της Αρτέμιδος στην Έφεσο
Μικρά Ασία : Πριήνη Ιωνίας
Μικρά Ασία : Μίλητος Ιωνίας
Μικρά Ασία : Το Ιερό του Απόλλων στα Δίδυμα
Μικρά Ασία : Mητρόπολις Ιωνίας
Μικρά Ασία : Αλικαρνασσός Καρίας
Μικρά Ασία : Ιασός Καρίας
Μικρά Ασία : Ηράκλεια Λάτμου Καρίας
Μικρά Ασία : Κύμη Αιολίδος
Μικρά Ασία : Κύζικος Μυσίας
Μικρά Ασία : Πέργαμος Μυσίας
Μικρά Ασιά : Χαλκηδών Βιθυνίας
Μικρά Ασία : Νίκαια Βιθυνίας
Μικρά Ασία : Μαγνησία του Μαίανδρου
Μικρά ασία : Σινώπη Πόντου
Μικρά Ασία : Τραπεζούντα Πόντου
Μικρά Ασία : Αμισός Πόντου
Μικρά Ασία : Σίδη Παμφυλίας
Μικρά Ασία :Η Αρχαία Άσσος της Τρωάδος
Μικρά Ασία : Αρχαία Λάμψακος
Μικρά Ασία : Aρχαία Άβυδος.
Μικρά Ασία : Αλεξάνδρεια Τρωάδος
Μικρά Ασία : Δωριέων Εξάπολις - Κνίδος Καρίας
Μικρά Ασία: Αρχαία Άντανδρος της Τρωάδος
Μικρά Ασία : Φώκαια Ιωνίας
Μικρά Ασία : Αρχαία Σμύρνη Ιωνίας.
Μικρά Ασία : Ερυθρές Ιωνίας.
Μικρά Ασία :Κλαζομενές Ιωνίας
Μικρά Ασία : Τέως Ιωνίας.
Μικρά Ασία : Κολοφώνα Ιωνίας
Μικρά Ασία : Νότιον Ιωνίας
Μικρά Ασία : To Ιερό του Απόλλωνα στην Κλάρο
Μικρά Ασία :Λέβεδος Ιωνίας
Μικρά Ασία : 'Εφεσος Ιωνίας
Μικρά Ασία : Το ιερό της Αρτέμιδος στην Έφεσο
Μικρά Ασία : Πριήνη Ιωνίας
Μικρά Ασία : Μίλητος Ιωνίας
Μικρά Ασία : Το Ιερό του Απόλλων στα Δίδυμα
Μικρά Ασία : Mητρόπολις Ιωνίας
Μικρά Ασία : Αλικαρνασσός Καρίας
Μικρά Ασία : Ιασός Καρίας
Μικρά Ασία : Ηράκλεια Λάτμου Καρίας
Μικρά Ασία : Κύμη Αιολίδος
Μικρά Ασία : Κύζικος Μυσίας
Μικρά Ασία : Πέργαμος Μυσίας
Μικρά Ασιά : Χαλκηδών Βιθυνίας
Μικρά Ασία : Νίκαια Βιθυνίας
Μικρά Ασία : Μαγνησία του Μαίανδρου
Μικρά ασία : Σινώπη Πόντου
Μικρά Ασία : Τραπεζούντα Πόντου
Μικρά Ασία : Αμισός Πόντου
Μικρά Ασία : Σίδη Παμφυλίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.