Κυριακή 19 Νοεμβρίου 2017

Μικρά Ασία : Σέλγη Πισιδίας



Η Σέλγη ήταν αρχαία πόλη της Πισιδίας. Η προελληνική της ονομασία ήταν «ΣΤΛΕΓΕΥΣ», «ΣΤΛΕLIIΣ» και «ΕΣΤΛΕLIIYΣ»1 και ανάγεται χρονικά στην περίοδο πριν από το 1200 π.Χ. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εμφανής ομοιότητά της με την επίσης προελληνική ονομασία της γειτονικής Ασπένδου, «ESTWEDIIYS», στοιχείο που πιστοποιεί το στενό σύνδεσμο των δύο πόλεων κατά την πρώιμη αυτή περίοδο. Η νέα ονομασία (Σέλγη) εμφανίστηκε γύρω στα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ. και αντικατέστησε την παλιά. Οι Βυζαντινοί λεξικογράφοι προσπάθησαν να βρουν κάποιες πιθανές εκδοχές σχετικά με την ετυμολογία της ονομασίας. Στο λεξικό της Σούδας, για παράδειγμα, η Σέλγη συνδέεται με την ασέλγεια, λόγω του αμαρτωλού βίου που διήγαν οι κάτοικοί της (βλ. σχετικά Σουδ., λ. «Ασέλγεια»). Νεότεροι λεξικογράφοι υιοθέτησαν αργότερα την άποψη αυτή. Σύμφωνα πάλι με άλλη εκδοχή, η ετυμολογία δείχνει ότι οι κάτοικοι ήταν εκ διαμέτρου αντίθετοι με την έννοια της ασέλγειας, ήταν δηλαδή δίκαιοι και ενάρετοι.


Η Σέλγη έχει ταυτιστεί με τα ερείπια ενός αρχαίου οικισμού στο σύγχρονο Altınkaya Köyü (παλαιότερη ονομασία Zerk), στην κοιλάδα του ποταμού Ευρυμέδοντα. Ο οικισμός αυτός είναι κτισμένος σε υψόμετρο 1.000 μ., σε απρόσιτη θέση, στο δυτικότερο άκρο της οροσειράς του Ταύρου, βόρεια της Ασπένδου και ανατολικά της Σαγαλασσού. 

Τα ερείπια του Σταδίου 

Ιστορία
Κατά την Αρχαιότητα, η Σέλγη ήταν μία από τις σημαντικότερες πόλεις της Πισιδίας. Ο Στράβωνας, μάλιστα, θεωρεί τους Σελγείς τους αξιολογότερους από τους κατοίκους της Πισιδίας.
Σύμφωνα με μια παράδοση των Ελληνιστικών χρόνων, η πόλη ιδρύθηκε από τον Κάλχαντα, όταν αυτός βρέθηκε στην περιοχή της Παμφυλίας μετά τη λήξη του Τρωικού πολέμου .Σύμφωνα με την ίδια παράδοση, ανάλογη δράση είχαν στην περιοχή της Παμφυλίας ο Αμφίλοχος και ο Μόψος
 Στην περίοδο μάλιστα της ίδρυσής της ανάγεται και το αρχαίο της σύνταγμα, στο οποίο αποδίδονταν παραδοσιακά οι αρετές των κατοίκων της. Τα αρχαιολογικά δεδομένα δεν επιβεβαιώνουν τον ιδρυτικό μύθο της πόλης, αφού δεν υπάρχουν ευρήματα των Μυκηναϊκών χρόνων. Η ίδια παράδοση πάντως αναφέρει ότι στην πόλη εγκαταστάθηκαν σε μεταγενέστερη φάση και Λακεδαιμόνιοι άποικοι.

Η Σέλγη αποτελούσε τμήμα του Λυδικού βασιλείου μέχρι το 547 π.Χ. Διατηρούσε μεγάλο βαθμό αυτονομίας μέχρι τα χρόνια του Αλεξάνδρου, αφού βρισκόταν τυπικά μόνο υπό περσική κυριαρχία(Ουσιαστικά μόνο τα παράλια της Παμφυλίας ελέγχονταν από τους Πέρσες εξαιτίας της στρατηγικής τους σημασίας, ενώ η Πισιδία ήταν ανεξάρτητη).
 Παρουσιάζει στοιχεία αστικής οργάνωσης ήδη από τον 5ο αιώνα π.Χ., πολύ νωρίτερα σε σχέση με τις περισσότερες πισιδικές πόλεις. Αυτό τουλάχιστον αποδεικνύουν οι πρώτες κοπές της, που πρέπει να ξεκίνησαν ήδη από το 400 π.Χ. περίπου. Η πρώιμη μάλιστα νομισματοκοπία της πόλης παρουσιάζει τόσες ομοιότητες με αυτήν της Ασπένδου ώστε να θεωρείται αρκετά πιθανή η ύπαρξη κοινής οικονομικής πολιτικής, μια σύμπραξη που υπαγορευόταν και από λόγους στρατηγικής σκοπιμότητας(Η Άσπενδος αποτελούσε τη μοναδική διέξοδο της Σέλγης προς τη θάλασσα και της εξασφάλιζε σύνδεσμο με το υπερπόντιο εμπόριο των πόλεων της Παμφυλίας).

Ερείπια κτισμάτων στην Σέλγη
Η επικράτεια της Σέλγης ήταν αρκετά εκτεταμένη. Στα Α έφθανε μέχρι τις πόλεις Έτεννα, Κότεννα και Έρυμνα, στα ΒΔ μέχρι τα Άδαδα και ίσως την Τιμβρυάδα, στα ΝΑ μέχρι το Σίλλυον και την Πέργη, ενώ το δυτικό σύνορό της ήταν ο ποταμός Κέστρος. Η σχέση της πόλης με τους γείτονές της χαρακτηριζόταν κατά κανόνα από διαρκείς έριδες για τον έλεγχο των ορεινών περασμάτων του Ταύρου. Ο δεύτερος σημαντικός παράγοντας που καθόριζε την πολιτική της ήταν η γειτνίαση με τις πόλεις της Παμφυλίας στα νότια, που είχαν τον έλεγχο του υπερπόντιου εμπορίου. Κύρια μέριμνα της Σέλγης ήταν πάντοτε η διατήρηση της ανεξαρτησίας της. Το 366 π.Χ. συμμετείχε στην επανάσταση των Σατραπών, χωρίς να υποστεί μεγάλες απώλειες. Λίγο αργότερα, το 334 π.Χ., προτίμησε για τον ίδιο λόγο να ταχθεί με το μέρος του Αλεξάνδρου εναντίον των γειτόνων της Σαγαλασσού και Τερμησσού. Η επιλογή αυτή αποδείχτηκε ορθή, αφού ο Μακεδόνας διαφύλαξε την ανεξαρτησία της συμμάχου του, η οποία δεν έχασε την αυτονομία της ούτε κατά τα χρόνια της κυριαρχίας του Αντιγόνου Α΄ Μονόφθαλμου στην Ασία (323-301 π.Χ.). 
Επόμενος σημαντικός σταθμός στην ιστορία της πόλης είναι η εμπλοκή της στα γεγονότα που σχετίζονται με τη δράση του Αχαιού στην περιοχή τον 3ο αιώνα π.Χ. Ο Πολύβιος αναφέρει μεταξύ άλλων ότι το 218 π.Χ. η Σέλγη επιτέθηκε εναντίον της γειτονικής της Πεδνηλισσού. Ο Αχαιός απέστειλε εκεί τον στρατιωτικό διοικητή Γαρσύηρη και γρήγορα δημιουργήθηκε κοινό μέτωπο εναντίον της Σέλγης με τη συμμετοχή της Ασπένδου και της Έτεννας, που εκμεταλλεύτηκαν τη συγκυρία αυτή με στόχο να περιορίσουν την επεκτατική πολιτική των Σελγέων. Η κατάσταση έγινε ακόμα δυσκολότερη μετά την προδοσία του Λόγβαση, ενός από τους επιφανέστερους κατοίκους της Σέλγης. Παρ' όλα αυτά, οι Σελγείς δεν ντρόπιασαν ούτε τη φήμη τους ως πολιτών μιας πόλης που αγαπούσε την ελευθερία της ούτε τη συγγένεια αίματος με τους Λακεδαιμονίους, όπως αναφέρει ρητά ο Πολύβιος. Κατάφεραν τελικά να διατηρήσουν την ανεξαρτησία τους καταβάλλοντας το τεράστιο ποσό των 700 ταλάντων.

Τμήμα της αγοράς της πόλης 
Ακόμα πάντως και ύστερα από αυτή την περιπέτεια, η Σέλγη δε σταμάτησε να ασκεί περιστασιακά επεκτατική πολιτική. Έτσι, θεωρείται πιθανό ότι η εκστρατεία του Αντίοχου Γ΄ του Μεγάλου (223-187) στην περιοχή βόρεια της Σίδης το 193 π.Χ. είχε ως στόχο την προφύλαξη των παμφυλικών του κτήσεων από τις βλέψεις της Σέλγης. 
Η ειρήνη της Απάμειας το 188 π.Χ., με την ακόλουθη ανακατανομή των εδαφών της περιοχής υπέρ του βασιλιά της Περγάμου Ευμένη Β΄ Σωτήρα,δεν είχε σοβαρές επιπτώσεις για την πόλη.(Ο βασιλιάς της Περγάμου απέκτησε τον έλεγχο της δυτικής Παμφυλίας μέχρι τον Κέστρο, καθώς και τμήματα της Λυκαονίας και της Πισιδίας. Η ανατολική Παμφυλία και η Σέλγη διατήρησαν την ανεξαρτησία τους). Είναι μάλιστα ενδεικτικό το ότι η Σέλγη βγήκε αλώβητη και από δύο εκστρατείες που έκαναν εναντίον της οι βασιλείς της Περγάμου(Ο Ευμένης Β΄, μετά το 165 π.Χ., θέλησε να εκδικηθεί τη Σέλγη για τη στήριξη που προσέφερε στον Προυσία της Βιθυνίας εναντίον του βασιλείου της Περγάμου. Ακολούθησε δεύτερη αποτυχημένη εκστρατεία υπό τον Άτταλο Β΄ Φιλάδελφο το 158 π.Χ).

Μετά την κληροδότηση του βασιλείου της Περγάμου στη Ρώμη το 133 π.Χ., η ανυπαρξία κεντρικού ελέγχου άφησε ελεύθερο το πεδίο στους ληστές και τους πειρατές για δράση στην Πισιδία και την Παμφυλία. Η Σέλγη κατάφερε με ειδική συμφωνία να συνεχίσει τη διεξαγωγή του εμπορίου της από τα λιμάνια της Πέργης και της Σίδης. Μετά την εξάλειψη της πειρατείας, η ορεινή χώρα της Πισιδίας παρέμεινε υπό τη διοίκηση τοπικών ηγεμόνων, ενώ για ένα μικρό διάστημα (41-25 π.Χ.) πέρασε στην κυριαρχία του Αμύντα, βασιλιά της Γαλατίας. Στα χρόνια του Αυγούστου (31 π.Χ.-14 μ.Χ.) η Σέλγη ανήκε εδαφικά στην Πισιδία αλλά υπαγόταν διοικητικά στην επαρχία της Γαλατίας.

Ερείπια αρχαίου κτίσματος 
Η Αυτοκρατορική περίοδος στο σύνολό της ήταν περίοδος ακμής για την πόλη. Οι ειρηνικές συνθήκες που επικρατούσαν δεν άφηναν περιθώρια για έριδες με τους γείτονες. Επί της αρχής του αυτοκράτορα Δομιτιανού (81-96 μ.Χ.) η Πισιδία υπήχθη ίσως προσωρινά στην επαρχία Λυκίας-Παμφυλίας, ενώ τον επόμενο αιώνα πέρασε ξανά στην επαρχία Γαλατίας. Από τα μέσα του 2ου αιώνα μ.Χ. μέχρι τα πρώτα χρόνια του 3ου αιώνα η Σέλγη γνώρισε αξιόλογη οικονομική άνθηση. Η άρχουσα τάξη μάλιστα φρόντισε για τον εξωραϊσμό της με λαμπρά δημόσια οικοδομήματα. Mετά τις μεταρρυθμίσεις του Διοκλητιανού και τις εδαφικές ανακατατάξεις που ακολούθησαν η Σέλγη παρέμεινε στην επικράτεια της Πισιδίας,ενώ κατά την Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο αποτέλεσε έδρα επισκοπής.

Οικονομία 

Οι περιγραφές των πηγών δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στον φυσικό πλούτο της περιοχής. Οι πλούσιοι αυτοί φυσικοί πόροι κατέστησαν τη Σέλγη μια από τις πλέον ακμάζουσες πόλεις της Πισιδίας κατά την Αρχαιότητα. Μεταξύ άλλων οι Σελγείς καλλιεργούσαν το φυτό «στύραξ», από το οποίο παρήγαν ένα είδος αρωματικού ρετσινιού. Ιδιαίτερα δημοφιλής ήταν και η λεγόμενη «σελγική» ίριδα, ένα φυτό από το οποίο έφτιαχναν μια εξαιρετικής ποιότητας αλοιφή. Επιπλέον, η πόλη εξήγε κρασί και ελαιόλαδο, καθώς και κτηνοτροφικά προϊόντα και ξυλεία. 
Αποτέλεσμα εικόνας για pisidia selge coins

Αργυρός Στατήρας της Σέλγης .325-290 π.Χ

Η νομισματοκοπία της Σέλγης παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Οι πρώτες αργυρές κοπές ξεκίνησαν στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. και συνεχίστηκαν χωρίς διακοπή μέχρι και τον 1ο αιώνα π.Χ. Από τα τέλη του 2ου αιώνα ξεκίνησαν και οι χάλκινες κοπές. Η νομισματοκοπία παρουσιάζει κενό στο διάστημα της κατοχής από τον Αμύντα. Οι αυτοκρατορικές κοπές ξεκινούν επί της αρχής του Αδριανού (117-138 μ.Χ.) και σταματούν επί Αυρηλιανού (270-275 μ.Χ.).
Θρησκεία
Η θρησκευτική ζωή επικεντρωνόταν από τα τέλη του 3ου αιώνα π.Χ. στο ιερό του Διός. Ήταν ένας σημαντικός χώρος λατρείας, το λεγόμενο «Κεσβέλιον» των πηγών. Στον μεγάλο ναό συλλατρεύονταν ο Δίας και ο Ηρακλής, ενώ στον μικρό η Άρτεμις. 
Οικιστική οργάνωση του αρχαίου οικισμού
Η δόμηση της αρχαίας Σέλγης υποδηλώνει πολεοδομικό σχεδιασμό με ζώνες χρήσης του αστικού χώρου. Τα ερείπια που σώζονται σήμερα χρονολογούνται στην πλειοψηφία τους στη Ρωμαϊκή και την Υστερορωμαϊκή περίοδο. 
Ο αρχαίος οικισμός ήταν τειχισμένος και εκτεινόταν σε τρία υψώματα. H πρόσβαση στον Ευρυμέδοντα, μέσω μιας γέφυρας, ήταν ανηφορική και δύσκολη. Παρά το μεγάλο υψόμετρο, η θέση της πόλης ήταν ιδιαίτερα ευνοημένη, αφού βρισκόταν σε επίπεδη εύφορη έκταση κατάλληλη για καλλιέργειες. Το τείχος είχε συνολικό μήκος 2,5 χλμ. Η κατασκευή του τοποθετείται στους Ρωμαϊκούς χρόνους, ενώ σε διάφορα σημεία του –κυρίως στις πύλες– η τειχοποιία υποδηλώνει και μια πρωιμότερη ελληνιστική φάση. Ο επισκέπτης έμπαινε στην πόλη από την κύρια πύλη στα Α, καθώς και από δύο ακόμα πύλες στα ΝΔ και ΝΑ.

Η Ρωμαϊκή γέφυρα στον Ευρυμέδοντα ποταμό.

Εντός των τειχών δεσπόζει το ιερό «Κεσβέλιον». Ο κυρίως ναός ήταν ιωνικός περίπτερος, με 6 κίονες στη στενή πλευρά και 11 στη μακρά. Παρουσιάζει εμφανείς ομοιότητες με το ναό της Αθηνάς Πολιάδος στην Πριήνη που θεωρείται πρότυπο και άλλων ιωνικών ναών της Μικράς Ασίας, ενώ δεν υπάρχει ομοφωνία σχετικά με τη χρονολόγησή του( 3ο η τελη 2ου αι.π.Χ).Παραπλεύρως βρίσκονται τα ερείπια του μικρότερου ναού, δίστυλου εν παραστάσι.

Στο κέντρο του ελληνιστικού οικισμού δέσποζε η άνω αγορά της πόλης, η οποία περιστοιχιζόταν στις τρεις πλευρές από δημόσια οικοδομήματα. Στα δυτικά βρισκόταν το αγορανομείον, πιθανόν ελληνιστικό οικοδόμημα που ταυτίστηκε με επιγραφή. Παραπλεύρως, ένας ναΐσκος ήταν προφανώς αφιερωμένος στην Τύχη, όπως αναφέρεται σε επιγραφή που βρέθηκε εκεί κοντά. Είχε κορινθιακούς κίονες και το μοναδικό σωζόμενο κιονόκρανο τοποθετεί το οικοδόμημα γύρω στο 100 π.Χ. Ολόκληρη η βόρεια πλευρά της αγοράς καταλαμβάνεται από ένα επίμηκες εμπορικό τριώροφο οικοδόμημα με σειρές καταστημάτων. Η κάτοψή του θυμίζει ανάλογα οικοδομήματα στις Αιγές της Αιολίδας και την Άσσο της Τρωάδας, όπως και στην Άσπενδο της Παμφυλίας. Στα ανατολικά οριοθετούνταν από ένα ορθογώνιο οικοδόμημα με στοά στην πρόσοψη. Η είσοδος γινόταν μέσω κλιμάκων που οδηγούσαν σε τρεις θύρες. Κατά την Ύστερη Ρωμαϊκή περίοδο χρησιμοποιήθηκε με βεβαιότητα ως βασιλική. Έχει προταθεί η άποψη ότι επρόκειτο αρχικά για ωδείο, αφού μια επιγραφή τεκμηριώνει την ύπαρξη ενός τέτοιου οικοδομήματος στην πόλη. Η πρόταση ότι ακόμα πρωιμότερα, στην Ελληνιστική περίοδο, στεγαζόταν στον ίδιο χώρο το βουλευτήριο της Σέλγης παραμένει μια ελκυστική αλλά αναπόδεικτη υπόθεση.Στα ανατολικά της Αγοράς οικοδομήθηκε κατά τη Βυζαντινή περίοδο ένα κτηριακό συγκρότημα από το οποίο σώζονται μόνο τα ερείπια μιας βασιλικής. 

Σχεδιάγραμμα της αρχαίας Πόλεως 
Ένα ορθογώνιο διώροφο δωρικό οικοδόμημα του 2ου αιώνα π.Χ. κοντά στο τείχος μοιάζει με το βουλευτήριο της Σαγαλασσού, αλλά η χρήση του παραμένει άγνωστη. Στα ΒΑ της άνω αγοράς βρισκόταν το στάδιο της πόλης και οι θέρμες. Από τα υστερότερα οικοδομήματα, στα βόρεια του αταδίου, το πιο σημαντικό είναι το θέατρο, το οποίο ανοικοδομήθηκε στα μέσα του 2ου αιώνα μ.Χ. Η στατικότητά του είναι αξιοθαύμαστη, δεδομένου ότι η διάμετρός του έφθανε τα 104 μ., ενώ η θέση του μεταξύ δύο λόφων είναι ιδιαίτερα ευνοημένη. Είχε χωρητικότητα περίπου 10.000 θεατών. Το κοίλο, μάλιστα, ήταν κτισμένο κατά την ελληνική παράδοση.

Τέλος, στην έξοδο της πόλης, στα ΝΑ του θεάτρου και προς τη γέφυρα του Ευρυμέδοντα, βρέθηκαν τα ερείπια της κάτω αγοράς. Εκτός των τειχών υπήρχαν και δύο νεκροπόλεις. Κοντά στα ερείπια μιας τρίκλιτης βασιλικής βρέθηκε ναός σε πόδιο αφιερωμένος στον Αίλιο Καίσαρα, τον υιοθετημένο γιο του αυτοκράτορα Αδριανού.

Φωτογραφίες :
https://upload.wikimedia.org
https://www.vcoins.com/
http://bikeclassical.blogspot.gr/

ΠΗΓΗ : http://www.ehw.gr/asiaminor/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.