ΤΟ ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΟ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ Γ. ΔΡΟΣΙΝΗ ΤΟΥ 1896, ΓΙΑ ΤΗΝ «ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» ΠΟΥ ΕΝΕΠΝΕΥΣΕ ΤΟΝ ΣΤΙΧΟΥΡΓΟ ΤΟΥ «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΞΑΚΟΥΣΤΗ».
Στο «Μακεδονικόν Ημερολόγιον» του 1897 που εξεδόθη λίγες εβδομάδες πρίν τον άτυχο πόλεμο του 1897, υπάρχει ένα επίτηδες λησμονημένο ποίημα του Γεωργίου Δροσίνη με τίτλο «Ελληνοπούλα (Μακεδονία)». Το ποίημα ξεκινάει με τον κοσμαγάπητο στίχο «Μακεδονία Ξακουστή» και είναι ο πρόδρομος ή το υπόδειγμα πάνω στο οποίο στηρίχτηκε ο άγνωστος στιχουργός του εμβατηρίου «Μακεδονία Ξακουστή του Αλεξάνδρου η Χώρα». Χήρα, βεβαίως, διότι ακόμα η Μακεδονία ήταν κατεχόμενη από τους Οθωμανούς.
Αντικατοπτρίζει στο ακέραιο το κλίμα της εποχής, ότι δηλαδή μιλάμε για την Μακεδονία την οποία κατέχουν οι Τούρκοι («σκλαβωμένη», «δούλα» κλπ), έχει ελληνικές ρίζες από την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, κατοικείται από Έλληνες και περιμένει να «αναστηθεί ως Ελληνοπούλα», την διεκδικούν οι Βούλγαροι και γενικώς οι δυνάμεις που την εποφθαλμιούν είναι οι «Αυστριακοί, Βούλγαροι, Τούρκοι και Ρώσοι».
Άλλοι παράγοντες δεν υπάρχουν. Οι «Μακεδόνες» δημιουργήθηκαν μετά.
Η ουσία είναι ότι οι στίχοι ξεκινούν με παράφραση του Δροσίνη ή ότι ο Δροσίνης ξεκίνησε με παράφραση άγραφων και άγνωστων στίχων έως τότε (1896), και απλώς εξυμνούν την απελευθέρωση της Μακεδονίας από τις επιβουλές των Βουλγάρων, διότι οι μάχες του 1913 έγιναν με τους Βούλγαρους, όπως η φονικότερη μάχη ίσως τον 20ο αιώνα, η νικηφόρα μάχη του Κιλκίς – Λαχανά τον Ιούνιο του 1913 με 8800 Έλληνες στρατιώτες νεκρούς.
ΙΔΟΥ το ποίημα του Γ. Δροσίνη με τίτλο «Ελληνοπούλα» το οποίο τυπώθηκε το 1896 στο «Μακεδονικόν Ημερολόγιον του 1897», του οποίου ο πρώτος στίχος είναι «Μακεδονία ξακουστή του Αλεξάνδρου χήρα» για το οποίο δεν βγάζουν άχνα οι ανθέλληνες.
Τίτλος ποιήματος: «Ελληνοπούλα» 1896
«Μακεδονία, ξακουστή του Αλεξάνδρου χήρα!
του δοξασμένου βασιλιά για ντύσου την πορφύρα,
το διαμαντένιο στέμμα του για βάλε στο κεφάλι,
τ’ ανίκητό του το σπαθί για ξαναζώσου πάλι,
Και σκόρπα στην Ανατολή φωτιά και λάμψη τόση,
Όπου να ιδούν Αυστριακοί, Βούλγαροι, Τούρκοι, Ρώσσοι,
Κι όσοι σε κράζουν αδερφή, κι όσοι σε θέλουν δούλα.
Αν ήσουν σύ βασίλισσα κι αν ήσ’ Ελληνοπούλα!..
Επέθαν’ ο Αλέξανδρος και πρίν πεθάνει ακόμη
μοιράσθηκαν τη δόξα του ανάξιοι κληρονόμοι,
Ξεσχίσαν την πορφύρα του, συντρίψανε το στέμμα
Και το σπαθί του εσκούριασε με το δικό τους αίμα.
Έμεινα χήρα κι έρημη… μέσα στα μαύρα χρόνια
Μ’ εμάραν’ η απελπισιά, μ’ έφαγ’ η καταφρόνια,
Και στα χαρέμια εσύρθηκα Τούρκων Σουλτάνων δούλα
του κόσμου εγώ η βασίλισσα κ’ η πρώτη Ελληνοπούλα…
Μα πάλι δεν ετούρκεψα. Κι αν ήμαι σκλαβωμένη,
Θερμή κ’ ελεύθερη η καρδιά στα σωθικά μου μένει.
Κι αν έχασα η βασίλισσα, του Αλεξάνδρου η χήρα,
μαζί με τον Αλέξανδρο και στέμμα και πορφύρα,
Πορφύρα από το αίμα μου μπορώ να βάψω πάλι
και στέμμ’ από τα δάκρυα να βάλω στο κεφάλι,
Κι αντί Βουλγάρα να γενώ ή νάμαι Τούρκου δούλα
Ν’ αναστηθώ ή να θαφτώ για πάντα Ελληνοπούλα!..»
Γιατί αυτό το εκπληκτικό ποίημα (που δεν «γκουγλίζεται» στο Διαδίκτυο, όπερ σημαίνει ότι δεν το ξέρει κανείς…) έχει θαφτεί επί 122 χρόνια, ενώ θα έπρεπε να διδάσκεται υποχρεωτικά σε όλες τις βαθμίδες της Εκπαιδεύσεως;
ΟΙ ΕΒΡΑΙΟΙ ΤΗΣ ΣΟΥΗΔΙΑΣ ΑΡΝΗΘΗΚΑΝ ΤΟ ΒΡΑΒΕΙΟ ΝΟΜΠΕΛ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΑ ΔΡΟΣΙΝΗ.
Tην 1η Αυγούστου του 1946 υποβλήθηκε ο φάκελος με την υποψηφιότητά του Γεώργιου Δροσίνη για το βραβείο Νομπέλ της Λογοτεχνίας, υποστηριζόμενος από την Ακαδημία Αθηνών, τον «Παρνασσό» και την «Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία». Επίσης εστάλη και επιστολή του Αθανασάκη προς τον προσωπικό φίλο του Πρίγκιπα Κάρολο της Σουηδίας, για την υποψηφιότητα του. Στις 14 Νοεμβρίου 1947 το όνειρο της διεθνούς διάκρισης, έσβησε άδοξα καθώς τη χρονιά εκείνη το βραβείο δόθηκε στον Αντρέ Ζιντ.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ
Ο Γεώργιος Δροσίνης (9 Δεκεμβρίου 1859 - 3 Ιανουαρίου 1951) ήταν Έλληνας ποιητής, πεζογράφος και δημοσιογράφος. Ήταν ένας από τους πρωτοπόρους της Νέας Αθηναϊκής Σχολής στην ποίηση και της ηθογραφίας στην πεζογραφία. Η πρώτη ποιητική του συλλογή Ιστοί Αράχνης σηματοδότησε την εμφάνιση της Νέας Αθηναϊκής Σχολής ενώ το διήγημά του Χρυσούλα κέρδισε το πρώτο βραβείο στον πρώτο διαγωνισμό διηγήματος του περιοδικού «Η Εστία» το 1883.
Γεννήθηκε σε ένα αρχοντικό της Πλάκας στην Αθήνα από γονείς Μεσολογγίτες. Ήταν γιος του Χρήστου Δροσίνη, που εργαζόταν ως ανώτατος υπάλληλος στο Υπουργείο Οικονομικών και της Αμαλίας Πετροκόκκινου, της οποίας η οικογένεια είχε κατεβεί στην Αθήνα με τον Καποδίστρια. Η οικογένεια του Δροσίνη, εκτός από εύπορη ήταν και γνωστή για τη συνεισφορά της στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του 1821. Παππούς του ήταν ο Γιώργης Καραγιώργης, που σκοτώθηκε στην Έξοδο του Μεσολογγίου το 1826 ενώ ο προπάππος του ήταν ο Καπετάν-Αναστάσης Δροσίνης, γνωστός και ως ο Πρωτοκλέφτης των Αγράφων.
Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών και μεταγράφηκε στη φιλοσοφική σχολή μετά από σύσταση του Νικόλαου Πολίτη. Το 1885 συνέχισε τις σπουδές του στην Ιστορία της τέχνης στο εξωτερικό, στα Πανεπιστήμια της Λειψίας, της Δρέσδης και του Βερολίνου, στη Γερμανία, χωρίς όμως να πάρει κάποιο πτυχίο. Επίσης ανήκε στον κύκλο των προοδευτικών ποιητών (μαζί με τους Νίκο Καμπά και Κωστή Παλαμά)που επιδίωκαν να ανανεώσουν τον ποιητικό τους λόγο και να καθιερώσουν την δημοτική ως επίσημη γλώσσα της λογοτεχνίας
Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα ανέλαβε τη διεύθυνση του περιοδικού "Η Εστία", το οποίο μετέτρεψε σε καθημερινή εφημερίδα το 1894. Παράλληλα με την λογοτεχνική προσφορά του, συνεισέφερε σημαντικά σε πολλούς τομείς της πνευματικής και κοινωνικής ζωής της χώρας: ήταν γραμματέας του "Συλλόγου προς διάδοση ωφελίμων βιβλίων" που είχε ιδρύσει ο Δημήτριος Βικέλας από το 1899. Ιδρυτής του Ημερολογίου της Μεγάλης Ελλάδας το 1922, διευθυντής του Τμήματος Γραμμάτων και Καλών Τεχνών του Υπουργείου Παιδείας (1914-1920) και 1922-1923 και τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών από την ίδρυσή της το 1926.
Το 1918 αγόρασε μαζί με τον αδελφό του το σπίτι του θείου τους Διομήδη Κυριακού στην Κηφισιά και από το 1939 έμενε μόνιμα στο οίκημα αυτό που είχε μετονομασθεί σε έπαυλη Αμαρυλλίδα. Έζησε εκεί τα δύσκολα χρόνια του πολέμου και της κατοχής μέχρι το τέλος της ζωής του την 3 Ιανουαρίου 1951. Το σπίτι αυτό έχει αναπαλαιωθεί, είναι σήμερα ιδιοκτησία του Δήμου Κηφισιάς και στεγάζει τη Δημοτική Βιβλιοθήκη Κηφισιάς από το 1991 και το Μουσείο Δροσίνη από το 1997.
Στο μουσείο αυτό υπάρχει μέσα ολόκληρο το έργο του Δροσίνη και το οποίο περιλαμβάνει: Τις πρώτες εκδόσεις των βιβλίων του, Περιοδικά και λεξικά, προσωπικά αντικείμενα του ποιητή και πλούσιο λαογραφικό υλικό.
Στον 1ο όροφο βρίσκεται ή δανειστική βιβλιοθήκη και το τμήμα των ηλεκτρονικών υπολογιστών με ελεύθερη πρόσβαση στο Ίντερνετ.
Η αριστερή αίθουσα του 2ου ορόφου περιλαμβάνει: Συλλογές βιβλίων παλιά αναγνωστικά, οικογενειακές φωτογραφίες και τις πρώτες εκδόσεις του Ιστορικού λεξικού της Νέας Ελληνικής της Ακαδημίας των Αθηνών, το Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών που απονεμήθηκε στον Δροσίνη, την ιδιόγραφη διαθήκη του και διάφορα άλλα προσωπικά αντικείμενά του.
Η δεξιά αίθουσα του 2ου ορόφου περιλαμβάνει: Ολόκληρο το λογοτεχνικό έργο του καθώς φυλάσσονται μεταφρασμένα παραμύθια, παρτιτούρες με μελοποιημένα ποιήματα, παλιοί τόμοι των εικονογραφημένων περιοδικών Εστία, της Διάπλασης Των Παίδων, Σχολικά Βοηθήματα, την λαογραφική βιβλιοθήκη, Το Ημερολόγιο Της Μεγάλης Ελλάδας, Χειρόγραφα, Επιστολές, Σχετικά άρθρα από ελληνικές και ξένες εφημερίδες, Προσωπικά του είδη και το Παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής που του απονεμήθηκε για την πνευματική του προσφορά.
Ο 3ος όροφος είναι ειδικά διαμορφωμένος για τις επισκέψεις μαθητών. Περιλαμβάνει αφιερώματα του ίδιου του λογοτέχνη και των ηρώων των ποιημάτων του όπως της Αμαρρυλίδος, της Αμυγδαλιάς και του Μπάρμπα-Δήμου, ένα παλιό γραμμόφωνο με δίσκους, λαογραφικό υλικό και αφίσες από πίνακες γνωστών ζωγράφων και οι οποίες τυπώθηκαν στην Λειψία για λογαριασμό του περιοδικού της Εστίας.
Στο μουσείο οργανώνονται εκπαιδευτικές ξεναγήσεις σε ομάδες επισκεπτών και σε μαθητές σχολείων.
Κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 ο Γεώργιος Δροσίνης μαζί με άλλους Έλληνες λογίους προσυπέγραψε την Έκκληση των Ελλήνων Διανοουμένων προς τους διανοούμενους ολόκληρου του κόσμου με την οποία αφενός μεν καυτηριαζόταν η κακόβουλη ιταλική επίθεση, αφετέρου δε, διέγειρε την παγκόσμια κοινή γνώμη σε επανάσταση συνειδήσεων για κοινό νέο πνευματικό Μαραθώνα.
Τιμήθηκε με το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών της «Ακαδημίας Αθηνών», ενώ το 1947 προτάθηκε από το Ελληνικό Κράτος για το βραβείο Νόμπελ, σε αναγνώριση της αξίας του έργου του, το οποίο τελικά απονεμήθηκε στο Γάλλο λογοτέχνη Αντρέ Ζιντ (André Gide).
Ο Γ. Δροσίνης ασχολήθηκε εξίσου με την πεζογραφία και την ποίηση, αλλά σημαντικότερο θεωρείται το ποιητικό του έργο. Άρχισε να δημοσιεύει τα πρώτα ποιήματά του το 1878 στην εφημερίδα "Ραμπαγάς", με το ψευδώνυμο "Αράχνη". Ανήκε στον κύκλο των προοδευτικών ποιητών (μαζί με τους Νίκο Καμπά και Κωστή Παλαμά), που επεδίωκαν να ανανεώσουν τον ποιητικό λόγο, να τον απαλλάξουν από τον στόμφο και την απαισιοδοξία της Α' Αθηναϊκής Σχολής και να καθιερώσουν την δημοτική ως επίσημη γλώσσα της λογοτεχνίας. Η χρονολογία έκδοσης της πρώτης του ποιητικής συλλογής, το 1880, είναι το ορόσημο της εμφάνισης της Νέας Αθηναϊκής Σχολής. Ο Δροσίνης συνέχισε να υπηρετεί την ποίηση ως το τέλος της ζωής του, χωρίς όμως η ποιητική του τέχνη να παρουσιάσει κάποια εξέλιξη.
Τα πεζογραφικά έργα του Δροσίνη εντάσσονται στον χώρο της ηθογραφίας: απεικονίζουν σκηνές από την αγροτική ζωή, ήθη, έθιμα και παραδόσεις του λαού της υπαίθρου. Ο συγγραφέας εξ άλλου ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για τη Λαογραφία (ήταν ιδρυτικό μέλος της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας) και είχε ασχοληθεί με τη συλλογή τραγουδιών, εθίμων και παραδόσεων. Το κύριο γνώρισμά των μυθιστορημάτων και των διηγημάτων του είναι ο ειδυλλιακός χαρακτήρας. Παρ' όλο που στην ποίηση ήταν ένας από τους πρωτοπόρους του δημοτικισμού, οι γλωσσικές του επιλογές στην πεζογραφία ήταν συντηρητικότερες, κάτι που αποτελεί μια από τις βασικές αδυναμίες του πεζογραφικού του έργου.
Χῶμα ἑλληνικό
Τώρα ποὺ θὰ φύγω καὶ θὰ πάω στὰ ξένα
καὶ θὰ ζοῦμε μῆνες, χρόνους χωρισμένοι,
ἄφησε νὰ πάρω κάτι κι ἀπὸ σένα,
γαλανὴ πατρίδα πολυαγαπημένη,
ἄφησε μαζί μου φυλαχτὸ νὰ πάρω
γιὰ τὴν κάθε λύπη κάθε τι κακό,
φυλαχτὸ ἀπὸ ἀρρώστια, φυλαχτὸ ἀπὸ Χάρο,
μόνο λίγο χῶμα, χῶμα ἑλληνικό.
Χῶμα δροσισμένο μὲ νυχτιᾶς ἀγέρι,
χῶμα βαφτισμένο μὲ βροχὴ τοῦ Μάη,
χῶμα μυρισμένο ἀπ᾿ τὸ καλοκαίρι,
χῶμα εὐλογημένο, χῶμα ποὺ γεννάει
μόνο μὲ τῆς Πούλιας τὴν οὐράνια χάρη,
μόνο μὲ τοῦ ἥλιου τὰ θερμὰ φιλιά,
τὸ μοσχάτο κλῆμα τὸ ξανθὸ σιτάρι,
τὴ χλωρὴ τὴ δάφνη, τὴν πικρὴν ἐλιά.
Χῶμα τιμημένο, ποὔχουν ἀνασκάψει
γιὰ νὰ θεμελιώσουν ἕναν Παρθενώνα,
χῶμα δοξασμένο, ποὔχουν ροδοβάψει
αἵματα στὸ Σούλι καὶ στὸ Μαραθώνα,
χῶμα πὄχει θάψει λείψαν᾿ ἁγιασμένα
ἀπ᾿ τὸ Μεσολόγγι κι ἀπὸ τὰ Ψαρὰ
χῶμα ποὺ θὰ φέρνει στὸν μικρὸν ἐμένα
θάρρος, περηφάνια, δόξα καὶ χαρά.
Θὲ νὰ σὲ κρεμάσω φυλαχτὸ στὰ στήθια,
κι ὅταν ἡ καρδιά μου φυλαχτὸ σὲ βάλει
ἀπὸ σὲ θὰ παίρνει δύναμη βοήθεια,
μὴν τὴν ξεπλανέψουν ἄλλα, ξένα κάλλη.
Ἡ δική σου ἡ χάρη θὰ μὲ δυναμώνει,
κι ὅπου κι ἂν γυρίσω, κι ὅπου κι ἂν σταθῶ
σὺ θὲ νὰ μοῦ δίνεις μιὰ λαχτάρα μόνη,
πότε στὴν Ἑλλάδα πίσω θὲ νὰ ῾ρθῶ.
Κι ἂν τὸ ριζικό μου -ἔρημο καὶ μαῦρο-
μοὔγραψε νὰ φύγω καὶ νὰ μὴ γυρίσω,
τὸ στερνὸ συχώριο εἰς ἐσένα θἄβρω,
τὸ στερνὸ φιλί μου θὲ νὰ σοῦ χαρίσω.
Ἔτσι κι ἂν σὲ ξένα χώματα πεθάνω,
καὶ τὸ ξένο μνῆμα θἆναι πιὸ γλυκὸ
σὰ θαφτεῖς μαζί μου στὴν καρδιά μου ἐπάνω,
χῶμα ἀγαπημένο, χῶμα ἑλληνικό.
ΖΗΝΩΝ ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ
Στο «Μακεδονικόν Ημερολόγιον» του 1897 που εξεδόθη λίγες εβδομάδες πρίν τον άτυχο πόλεμο του 1897, υπάρχει ένα επίτηδες λησμονημένο ποίημα του Γεωργίου Δροσίνη με τίτλο «Ελληνοπούλα (Μακεδονία)». Το ποίημα ξεκινάει με τον κοσμαγάπητο στίχο «Μακεδονία Ξακουστή» και είναι ο πρόδρομος ή το υπόδειγμα πάνω στο οποίο στηρίχτηκε ο άγνωστος στιχουργός του εμβατηρίου «Μακεδονία Ξακουστή του Αλεξάνδρου η Χώρα». Χήρα, βεβαίως, διότι ακόμα η Μακεδονία ήταν κατεχόμενη από τους Οθωμανούς.
Αντικατοπτρίζει στο ακέραιο το κλίμα της εποχής, ότι δηλαδή μιλάμε για την Μακεδονία την οποία κατέχουν οι Τούρκοι («σκλαβωμένη», «δούλα» κλπ), έχει ελληνικές ρίζες από την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, κατοικείται από Έλληνες και περιμένει να «αναστηθεί ως Ελληνοπούλα», την διεκδικούν οι Βούλγαροι και γενικώς οι δυνάμεις που την εποφθαλμιούν είναι οι «Αυστριακοί, Βούλγαροι, Τούρκοι και Ρώσοι».
Άλλοι παράγοντες δεν υπάρχουν. Οι «Μακεδόνες» δημιουργήθηκαν μετά.
Η ουσία είναι ότι οι στίχοι ξεκινούν με παράφραση του Δροσίνη ή ότι ο Δροσίνης ξεκίνησε με παράφραση άγραφων και άγνωστων στίχων έως τότε (1896), και απλώς εξυμνούν την απελευθέρωση της Μακεδονίας από τις επιβουλές των Βουλγάρων, διότι οι μάχες του 1913 έγιναν με τους Βούλγαρους, όπως η φονικότερη μάχη ίσως τον 20ο αιώνα, η νικηφόρα μάχη του Κιλκίς – Λαχανά τον Ιούνιο του 1913 με 8800 Έλληνες στρατιώτες νεκρούς.
ΙΔΟΥ το ποίημα του Γ. Δροσίνη με τίτλο «Ελληνοπούλα» το οποίο τυπώθηκε το 1896 στο «Μακεδονικόν Ημερολόγιον του 1897», του οποίου ο πρώτος στίχος είναι «Μακεδονία ξακουστή του Αλεξάνδρου χήρα» για το οποίο δεν βγάζουν άχνα οι ανθέλληνες.
Τίτλος ποιήματος: «Ελληνοπούλα» 1896
«Μακεδονία, ξακουστή του Αλεξάνδρου χήρα!
του δοξασμένου βασιλιά για ντύσου την πορφύρα,
το διαμαντένιο στέμμα του για βάλε στο κεφάλι,
τ’ ανίκητό του το σπαθί για ξαναζώσου πάλι,
Και σκόρπα στην Ανατολή φωτιά και λάμψη τόση,
Όπου να ιδούν Αυστριακοί, Βούλγαροι, Τούρκοι, Ρώσσοι,
Κι όσοι σε κράζουν αδερφή, κι όσοι σε θέλουν δούλα.
Αν ήσουν σύ βασίλισσα κι αν ήσ’ Ελληνοπούλα!..
Επέθαν’ ο Αλέξανδρος και πρίν πεθάνει ακόμη
μοιράσθηκαν τη δόξα του ανάξιοι κληρονόμοι,
Ξεσχίσαν την πορφύρα του, συντρίψανε το στέμμα
Και το σπαθί του εσκούριασε με το δικό τους αίμα.
Έμεινα χήρα κι έρημη… μέσα στα μαύρα χρόνια
Μ’ εμάραν’ η απελπισιά, μ’ έφαγ’ η καταφρόνια,
Και στα χαρέμια εσύρθηκα Τούρκων Σουλτάνων δούλα
του κόσμου εγώ η βασίλισσα κ’ η πρώτη Ελληνοπούλα…
Μα πάλι δεν ετούρκεψα. Κι αν ήμαι σκλαβωμένη,
Θερμή κ’ ελεύθερη η καρδιά στα σωθικά μου μένει.
Κι αν έχασα η βασίλισσα, του Αλεξάνδρου η χήρα,
μαζί με τον Αλέξανδρο και στέμμα και πορφύρα,
Πορφύρα από το αίμα μου μπορώ να βάψω πάλι
και στέμμ’ από τα δάκρυα να βάλω στο κεφάλι,
Κι αντί Βουλγάρα να γενώ ή νάμαι Τούρκου δούλα
Ν’ αναστηθώ ή να θαφτώ για πάντα Ελληνοπούλα!..»
Γιατί αυτό το εκπληκτικό ποίημα (που δεν «γκουγλίζεται» στο Διαδίκτυο, όπερ σημαίνει ότι δεν το ξέρει κανείς…) έχει θαφτεί επί 122 χρόνια, ενώ θα έπρεπε να διδάσκεται υποχρεωτικά σε όλες τις βαθμίδες της Εκπαιδεύσεως;
ΟΙ ΕΒΡΑΙΟΙ ΤΗΣ ΣΟΥΗΔΙΑΣ ΑΡΝΗΘΗΚΑΝ ΤΟ ΒΡΑΒΕΙΟ ΝΟΜΠΕΛ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΑ ΔΡΟΣΙΝΗ.
Tην 1η Αυγούστου του 1946 υποβλήθηκε ο φάκελος με την υποψηφιότητά του Γεώργιου Δροσίνη για το βραβείο Νομπέλ της Λογοτεχνίας, υποστηριζόμενος από την Ακαδημία Αθηνών, τον «Παρνασσό» και την «Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία». Επίσης εστάλη και επιστολή του Αθανασάκη προς τον προσωπικό φίλο του Πρίγκιπα Κάρολο της Σουηδίας, για την υποψηφιότητα του. Στις 14 Νοεμβρίου 1947 το όνειρο της διεθνούς διάκρισης, έσβησε άδοξα καθώς τη χρονιά εκείνη το βραβείο δόθηκε στον Αντρέ Ζιντ.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ
Ο Γεώργιος Δροσίνης (9 Δεκεμβρίου 1859 - 3 Ιανουαρίου 1951) ήταν Έλληνας ποιητής, πεζογράφος και δημοσιογράφος. Ήταν ένας από τους πρωτοπόρους της Νέας Αθηναϊκής Σχολής στην ποίηση και της ηθογραφίας στην πεζογραφία. Η πρώτη ποιητική του συλλογή Ιστοί Αράχνης σηματοδότησε την εμφάνιση της Νέας Αθηναϊκής Σχολής ενώ το διήγημά του Χρυσούλα κέρδισε το πρώτο βραβείο στον πρώτο διαγωνισμό διηγήματος του περιοδικού «Η Εστία» το 1883.
Γεννήθηκε σε ένα αρχοντικό της Πλάκας στην Αθήνα από γονείς Μεσολογγίτες. Ήταν γιος του Χρήστου Δροσίνη, που εργαζόταν ως ανώτατος υπάλληλος στο Υπουργείο Οικονομικών και της Αμαλίας Πετροκόκκινου, της οποίας η οικογένεια είχε κατεβεί στην Αθήνα με τον Καποδίστρια. Η οικογένεια του Δροσίνη, εκτός από εύπορη ήταν και γνωστή για τη συνεισφορά της στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του 1821. Παππούς του ήταν ο Γιώργης Καραγιώργης, που σκοτώθηκε στην Έξοδο του Μεσολογγίου το 1826 ενώ ο προπάππος του ήταν ο Καπετάν-Αναστάσης Δροσίνης, γνωστός και ως ο Πρωτοκλέφτης των Αγράφων.
Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών και μεταγράφηκε στη φιλοσοφική σχολή μετά από σύσταση του Νικόλαου Πολίτη. Το 1885 συνέχισε τις σπουδές του στην Ιστορία της τέχνης στο εξωτερικό, στα Πανεπιστήμια της Λειψίας, της Δρέσδης και του Βερολίνου, στη Γερμανία, χωρίς όμως να πάρει κάποιο πτυχίο. Επίσης ανήκε στον κύκλο των προοδευτικών ποιητών (μαζί με τους Νίκο Καμπά και Κωστή Παλαμά)που επιδίωκαν να ανανεώσουν τον ποιητικό τους λόγο και να καθιερώσουν την δημοτική ως επίσημη γλώσσα της λογοτεχνίας
Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα ανέλαβε τη διεύθυνση του περιοδικού "Η Εστία", το οποίο μετέτρεψε σε καθημερινή εφημερίδα το 1894. Παράλληλα με την λογοτεχνική προσφορά του, συνεισέφερε σημαντικά σε πολλούς τομείς της πνευματικής και κοινωνικής ζωής της χώρας: ήταν γραμματέας του "Συλλόγου προς διάδοση ωφελίμων βιβλίων" που είχε ιδρύσει ο Δημήτριος Βικέλας από το 1899. Ιδρυτής του Ημερολογίου της Μεγάλης Ελλάδας το 1922, διευθυντής του Τμήματος Γραμμάτων και Καλών Τεχνών του Υπουργείου Παιδείας (1914-1920) και 1922-1923 και τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών από την ίδρυσή της το 1926.
Το 1918 αγόρασε μαζί με τον αδελφό του το σπίτι του θείου τους Διομήδη Κυριακού στην Κηφισιά και από το 1939 έμενε μόνιμα στο οίκημα αυτό που είχε μετονομασθεί σε έπαυλη Αμαρυλλίδα. Έζησε εκεί τα δύσκολα χρόνια του πολέμου και της κατοχής μέχρι το τέλος της ζωής του την 3 Ιανουαρίου 1951. Το σπίτι αυτό έχει αναπαλαιωθεί, είναι σήμερα ιδιοκτησία του Δήμου Κηφισιάς και στεγάζει τη Δημοτική Βιβλιοθήκη Κηφισιάς από το 1991 και το Μουσείο Δροσίνη από το 1997.
Στο μουσείο αυτό υπάρχει μέσα ολόκληρο το έργο του Δροσίνη και το οποίο περιλαμβάνει: Τις πρώτες εκδόσεις των βιβλίων του, Περιοδικά και λεξικά, προσωπικά αντικείμενα του ποιητή και πλούσιο λαογραφικό υλικό.
Στον 1ο όροφο βρίσκεται ή δανειστική βιβλιοθήκη και το τμήμα των ηλεκτρονικών υπολογιστών με ελεύθερη πρόσβαση στο Ίντερνετ.
Η αριστερή αίθουσα του 2ου ορόφου περιλαμβάνει: Συλλογές βιβλίων παλιά αναγνωστικά, οικογενειακές φωτογραφίες και τις πρώτες εκδόσεις του Ιστορικού λεξικού της Νέας Ελληνικής της Ακαδημίας των Αθηνών, το Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών που απονεμήθηκε στον Δροσίνη, την ιδιόγραφη διαθήκη του και διάφορα άλλα προσωπικά αντικείμενά του.
Η δεξιά αίθουσα του 2ου ορόφου περιλαμβάνει: Ολόκληρο το λογοτεχνικό έργο του καθώς φυλάσσονται μεταφρασμένα παραμύθια, παρτιτούρες με μελοποιημένα ποιήματα, παλιοί τόμοι των εικονογραφημένων περιοδικών Εστία, της Διάπλασης Των Παίδων, Σχολικά Βοηθήματα, την λαογραφική βιβλιοθήκη, Το Ημερολόγιο Της Μεγάλης Ελλάδας, Χειρόγραφα, Επιστολές, Σχετικά άρθρα από ελληνικές και ξένες εφημερίδες, Προσωπικά του είδη και το Παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής που του απονεμήθηκε για την πνευματική του προσφορά.
Ο 3ος όροφος είναι ειδικά διαμορφωμένος για τις επισκέψεις μαθητών. Περιλαμβάνει αφιερώματα του ίδιου του λογοτέχνη και των ηρώων των ποιημάτων του όπως της Αμαρρυλίδος, της Αμυγδαλιάς και του Μπάρμπα-Δήμου, ένα παλιό γραμμόφωνο με δίσκους, λαογραφικό υλικό και αφίσες από πίνακες γνωστών ζωγράφων και οι οποίες τυπώθηκαν στην Λειψία για λογαριασμό του περιοδικού της Εστίας.
Στο μουσείο οργανώνονται εκπαιδευτικές ξεναγήσεις σε ομάδες επισκεπτών και σε μαθητές σχολείων.
Κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 ο Γεώργιος Δροσίνης μαζί με άλλους Έλληνες λογίους προσυπέγραψε την Έκκληση των Ελλήνων Διανοουμένων προς τους διανοούμενους ολόκληρου του κόσμου με την οποία αφενός μεν καυτηριαζόταν η κακόβουλη ιταλική επίθεση, αφετέρου δε, διέγειρε την παγκόσμια κοινή γνώμη σε επανάσταση συνειδήσεων για κοινό νέο πνευματικό Μαραθώνα.
Τιμήθηκε με το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών της «Ακαδημίας Αθηνών», ενώ το 1947 προτάθηκε από το Ελληνικό Κράτος για το βραβείο Νόμπελ, σε αναγνώριση της αξίας του έργου του, το οποίο τελικά απονεμήθηκε στο Γάλλο λογοτέχνη Αντρέ Ζιντ (André Gide).
Ο Γ. Δροσίνης ασχολήθηκε εξίσου με την πεζογραφία και την ποίηση, αλλά σημαντικότερο θεωρείται το ποιητικό του έργο. Άρχισε να δημοσιεύει τα πρώτα ποιήματά του το 1878 στην εφημερίδα "Ραμπαγάς", με το ψευδώνυμο "Αράχνη". Ανήκε στον κύκλο των προοδευτικών ποιητών (μαζί με τους Νίκο Καμπά και Κωστή Παλαμά), που επεδίωκαν να ανανεώσουν τον ποιητικό λόγο, να τον απαλλάξουν από τον στόμφο και την απαισιοδοξία της Α' Αθηναϊκής Σχολής και να καθιερώσουν την δημοτική ως επίσημη γλώσσα της λογοτεχνίας. Η χρονολογία έκδοσης της πρώτης του ποιητικής συλλογής, το 1880, είναι το ορόσημο της εμφάνισης της Νέας Αθηναϊκής Σχολής. Ο Δροσίνης συνέχισε να υπηρετεί την ποίηση ως το τέλος της ζωής του, χωρίς όμως η ποιητική του τέχνη να παρουσιάσει κάποια εξέλιξη.
Τα πεζογραφικά έργα του Δροσίνη εντάσσονται στον χώρο της ηθογραφίας: απεικονίζουν σκηνές από την αγροτική ζωή, ήθη, έθιμα και παραδόσεις του λαού της υπαίθρου. Ο συγγραφέας εξ άλλου ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για τη Λαογραφία (ήταν ιδρυτικό μέλος της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας) και είχε ασχοληθεί με τη συλλογή τραγουδιών, εθίμων και παραδόσεων. Το κύριο γνώρισμά των μυθιστορημάτων και των διηγημάτων του είναι ο ειδυλλιακός χαρακτήρας. Παρ' όλο που στην ποίηση ήταν ένας από τους πρωτοπόρους του δημοτικισμού, οι γλωσσικές του επιλογές στην πεζογραφία ήταν συντηρητικότερες, κάτι που αποτελεί μια από τις βασικές αδυναμίες του πεζογραφικού του έργου.
Χῶμα ἑλληνικό
Τώρα ποὺ θὰ φύγω καὶ θὰ πάω στὰ ξένα
καὶ θὰ ζοῦμε μῆνες, χρόνους χωρισμένοι,
ἄφησε νὰ πάρω κάτι κι ἀπὸ σένα,
γαλανὴ πατρίδα πολυαγαπημένη,
ἄφησε μαζί μου φυλαχτὸ νὰ πάρω
γιὰ τὴν κάθε λύπη κάθε τι κακό,
φυλαχτὸ ἀπὸ ἀρρώστια, φυλαχτὸ ἀπὸ Χάρο,
μόνο λίγο χῶμα, χῶμα ἑλληνικό.
Χῶμα δροσισμένο μὲ νυχτιᾶς ἀγέρι,
χῶμα βαφτισμένο μὲ βροχὴ τοῦ Μάη,
χῶμα μυρισμένο ἀπ᾿ τὸ καλοκαίρι,
χῶμα εὐλογημένο, χῶμα ποὺ γεννάει
μόνο μὲ τῆς Πούλιας τὴν οὐράνια χάρη,
μόνο μὲ τοῦ ἥλιου τὰ θερμὰ φιλιά,
τὸ μοσχάτο κλῆμα τὸ ξανθὸ σιτάρι,
τὴ χλωρὴ τὴ δάφνη, τὴν πικρὴν ἐλιά.
Χῶμα τιμημένο, ποὔχουν ἀνασκάψει
γιὰ νὰ θεμελιώσουν ἕναν Παρθενώνα,
χῶμα δοξασμένο, ποὔχουν ροδοβάψει
αἵματα στὸ Σούλι καὶ στὸ Μαραθώνα,
χῶμα πὄχει θάψει λείψαν᾿ ἁγιασμένα
ἀπ᾿ τὸ Μεσολόγγι κι ἀπὸ τὰ Ψαρὰ
χῶμα ποὺ θὰ φέρνει στὸν μικρὸν ἐμένα
θάρρος, περηφάνια, δόξα καὶ χαρά.
Θὲ νὰ σὲ κρεμάσω φυλαχτὸ στὰ στήθια,
κι ὅταν ἡ καρδιά μου φυλαχτὸ σὲ βάλει
ἀπὸ σὲ θὰ παίρνει δύναμη βοήθεια,
μὴν τὴν ξεπλανέψουν ἄλλα, ξένα κάλλη.
Ἡ δική σου ἡ χάρη θὰ μὲ δυναμώνει,
κι ὅπου κι ἂν γυρίσω, κι ὅπου κι ἂν σταθῶ
σὺ θὲ νὰ μοῦ δίνεις μιὰ λαχτάρα μόνη,
πότε στὴν Ἑλλάδα πίσω θὲ νὰ ῾ρθῶ.
Κι ἂν τὸ ριζικό μου -ἔρημο καὶ μαῦρο-
μοὔγραψε νὰ φύγω καὶ νὰ μὴ γυρίσω,
τὸ στερνὸ συχώριο εἰς ἐσένα θἄβρω,
τὸ στερνὸ φιλί μου θὲ νὰ σοῦ χαρίσω.
Ἔτσι κι ἂν σὲ ξένα χώματα πεθάνω,
καὶ τὸ ξένο μνῆμα θἆναι πιὸ γλυκὸ
σὰ θαφτεῖς μαζί μου στὴν καρδιά μου ἐπάνω,
χῶμα ἀγαπημένο, χῶμα ἑλληνικό.
ΖΗΝΩΝ ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.