Το ιερό σπήλαιο της Δήμητρας Μέλαινας βρισκόταν στο Ελάιον όρος κοντά στην αρχαία Φιγαλεία και την Νέδα. Εδώ κατέφυγε η πενθούσα Θεά προκαλώντας ακαρπία στην γή.
Μέσα από το μύθο της Δήμητρας Μέλαινας διαγράφεται η ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού, από το στάδιο της αγριότητας, σ’ αυτό της καλλιέργειας και της συλλογής καρπών. Η Δήμητρα είναι η θεά που ελέγχει πλήρως αυτήν την πρόοδο.
Ο Μύθος
Ο μύθος της Δήμητρας Μέλαινας και η μετέπειτα οργή της, αναφέρονται από αρκετούς αρχαίους συγγραφείς. Ωστόσο, η πληρέστερη και εκτενέστερη αφήγηση του περιστατικού, που περιλαμβάνει τη μεταμόρφωση της θεάς και τη μιξανθρωπική απεικόνισή της, διασώζεται από τον Παυσανία. Στο 8ο βιβλίο του, ο
Παυσανίας, παρουσιάζει το μύθο της περιπλάνησης της θεάς Δήμητρας, το βιασμό της από τον Ποσειδώνα, τη μεταμόρφωσή της και όλα όσα συνέβησαν μετά. Ακολουθεί η περίληψη της αφήγησης του περιηγητή.
Η Δήμητρα, μετά την αρπαγή της Περσεφόνης από τον Άδη, περιπλανήθηκε και βρέθηκε στην Αρκαδία. Εκεί την είδε ο Ποσειδώνας και προσπάθησε να έρθει σε ερωτική επαφή μαζί της. Για να γλιτώσει την επίθεση, η θεά μεταμορφώθηκε σε φοράδα και κρύφτηκε ανάμεσα στο κοπάδι των φοράδων του Ογκίου, γιού του Απόλλωνα, που έβοσκε εκεί κοντά. Ο Ποσειδώνας, κατάλαβε το κόλπο, μεταμορφώθηκε σε επιβήτορα και μ’ αυτή τη μορφή βίασε τη Δήμητρα, όσο ήταν κι εκείνη μεταμορφωμένη.
Μετά το περιστατικό η θεά πήρε πάλι την κανονική της μορφή, πήγε στον ποταμό Λάδωνα, όπου λούστηκε και πήρε την ονομασία Λουσία. Κατόπιν, οργισμένη για τις συμφορές που την είχαν βρει φόρεσε μαύρα ρούχα (εξ’ ου και ο χαρακτηρισμός Μέλαινα) και κλείστηκε σε μια σπηλιά της Αρκαδίας, στο όρος Ελάιον, στην περιοχή της Φιγαλίας.
Από την ένωσή της με τον Ποσειδώνα γεννήθηκαν δύο απόγονοι: ένα άλογο, ο Αρείων και μια κόρη που στη Φιγάλια την αποκαλούσαν Δέσποινα, αλλά και στη γειτονική Θελπούσα, και δεν τολμούσαν να πουν το όνομά της. Ουσιαστικά «Δέσποινα» ήταν ένας λατρευτικός τίτλος, αλλά το αληθινό της όνομα δεν το αναφέρει ο Παυσανίας, ειδικά στους αμύητους, κάτι που θυμίζει την περίπτωση της άλλης κόρης της Δήμητρας, της Περσεφόνης, που απεκαλείτο και Κόρη. Η γέννηση του Αρείωνα αναφέρεται μόνο στην εκδοχή του μύθου στη Θελπούσα, αλλά αυτό μάλλον οφείλεται στην αυξανόμενη σημασία της Δέσποινας στη Φιγάλια.
Όσο όμως η Δήμητρα έμενε κλεισμένη στη σπηλιά, στη φύση έπεσε ακαρπία και οι άνθρωποι υπέφεραν από την πείνα. Ο Πάνας αναζήτησε τη θεά, τη βρήκε και πληροφόρησε το Δία. Εκείνος με τη σειρά του έστειλε στη σπηλιά τις Μοίρες για να πείσουν τη θεά να βγει και πάλι στον κόσμο. Οι Μοίρες πέτυχαν το σκοπό τους, κι έτσι η γη έγινε πάλι εύφορη και καρποφόρησε.
Οι κάτοικοι της περιοχής τοποθέτησαν στη σπηλιά ένα ξόανο της θεάς και του απέδιδαν τιμές. Το ξόανο απεικόνιζε τη θεά καθιστή σε βράχο, με μαύρο, ποδήρες ένδυμα. Στο ένα της χέρι κρατούσε δελφίνι και στο άλλο περιστέρι. Το κεφάλι της όμως είχε αντικατασταθεί με κεφαλή αλόγου, ενώ από τη χαίτη ξεπηδούσαν φίδια και άλλα άγρια θηρία. Ήταν δηλαδή μια μιξανθρωπική απεικόνιση της θεάς Δήμητρας.
Μετά από κάποια χρόνια, μια πυρκαγιά κατέστρεψε το ξόανο κι έτσι η λατρεία έπαψε. Η θεά, εξοργισμένη με τους κατοίκους της Αρκαδίας, τους τιμωρεί στέλνοντας ακαρπία στη γη. Ο κόσμος απειλείται εκ νέου με λιμό και καταφεύγει για βοήθεια στο μαντείο των Δελφών. Η Πυθία τους πληροφορεί ότι η μόνη λύση είναι να επαναφέρουν τη λατρεία της Δήμητρας και να δημιουργήσουν ένα νέο λατρευτικό άγαλμα, αλλιώς θα είναι τόση η πείνα, που θα καταφύγουν στον κανιβαλισμό, καθώς θα φάνε μέχρι και τα βρέφη. Οι Αρκάδες τότε, παρήγγειλαν ένα νέο χάλκινο άγαλμα της θεάς στο γλύπτη Ονάτα, που καταστράφηκε αργότερα από κατολισθήσεις. Το χάλκινο αυτό άγαλμα διαδέχθηκε ένα τρίτο, που μάλλον βρισκόταν στη σπηλιά κατά την επίσκεψη του περιηγητή.
Αυτό που είναι σημαντικό, είναι ότι ο Παυσανίας δεν είδε καμιά από τις τρεις φημολογούμενες απεικονίσεις της θεάς. Για το ξόανο, αρκέστηκε σε μια αφήγηση ενός ηλικιωμένου, ενώ δεν κάνει καμία περιγραφή του αγάλματος του Ονάτα ή αυτού που θεωρητικά θα έπρεπε να υπάρχει στη σπηλιά όταν την επισκέφτηκε. Επίσης, δεν σώζεται καμία άλλη απεικόνιση του μιξανθρωπικού ξοάνου.
Ο Παυσανίας αναφέρει επίσης ένα ναό της θεάς στην Τελφούσα, όπου υπήρχαν δύο αγάλματά της φτιαγμένα από ξύλο. Η κεφαλή, τα χέρια και τα πόδια, τους ήταν φτιαγμένα από παριανό μάρμαρο. Το ένα άγαλμα είναι της Δήμητρας Ερινύας και το άλλο της Δήμητρας Λουσίας.
Η τοποθεσία του ιερού και η λατρεία
Το ιερό της Μελαίνης Δήμητρας ήταν άντρο στο Όρος των Ελαιών (Ελάϊον όρος) νότια της Φιγαλίας. Παυσανίας VIII, 42, 1: τὸ δὲ ἕτερον τῶν ὀρῶν τὸ Ἐλάϊον ἀπωτέρω μὲν Φιγαλίας ὅσον τε σταδίοις τριάκοντά ἐστι, Δήμητρος δὲ ἄντρον αὐτόθι ἱερὸν ἐπίκλησιν Μελαίνης.
Για τη γεωγραφία και τοπολογία του χώρου ο Παυσανίας, ορών προς ανατολάς εκ της πόλεως διακριβώνει σαφέστατα, VIII, 41, 7: περιέχεται δὲ ἡ Φιγαλία ὄρεσιν, ἐν ἀριστερᾷ μὲν ὑπὸ τοῦ καλουμένου Κωτιλίου, τὰ δὲ ἐς δεξιὰν ἕτερον προβεβλημένον ἐστὶν αὐτῆς ὄρος τὸ Ἐλάϊον.
Το προβεβλημένο όρος που περιέχει τη Φιγαλία εξ δεξιών είναι το προς νότο κείμενα υψώματα επέκεινα της Νέδας.
Το άλσος των δρυών πέριξ του σπηλαίου (το δένδρο του χθόνιου άνακτος) και η πηγή ψυχρού ύδατος (Ορφικές δέλτοι) , VIII, 42, 12: ἔστι δὲ δρυῶν τε ἄλσος περὶ τὸ σπήλαιον, καὶ ὕδωρ ψυχρὸν ἄνεισι ἐκ πηγῆς.
Υπήρχε Ιέρεια της Δήμητρος και τρεις άρρενες Ιεροθύται. Η δε νενομισμένη θυσία προσφέρεται μεν από την Ιέρεια και τον νεώτατο των Ιεροθυτών, συνίσταται δε στην τοποθέτηση επί βωμού κειμένου προ της εισόδου του άντρου καρπών από ήμερα φυτά και δένδρα, περιλαμβανομένης της αμπέλου, από κηρία μελισσών με μέλι, από ακαθάριστα και ακατέργαστα μαλλιά προβάτου, και στην επίχυση ελαίου επί των προθεμάτων.
Ο Παυσανίας τονίζει («οὐδέν») το αναίμακτο της θυσίας: μόνο προϊόντα φυτικά γεωργικής καλλιέργειας και από την κτηνοτροφία μόνο το πρωτογενές μαλλί των προβάτων.
Το ότι από τα ζώα το μόνο που επιτρέπεται να προσφερθεί είναι ακριβώς το μαλλί, ενώ για το μάλλινο υπάρχει τεράστιο θρησκευτικό taboo, είναι εξαιρετικά σημαντικό, «σημαίνει» και δείχνει. Το taboo συνίστατο στο ότι δεν είναι όσιο να εισέρχεται σε ναό κανείς με μάλλινο ένδυμα ή να θάπτεται με τέτοιο.
Προβλήματα απεικόνισης και σχετικά παράλληλα
Όπως ήδη έχει αναφερθεί, η Δήμητρα ζευγαρώνει με τον Ποσειδώνα, ενώ είναι και οι δύο μεταμορφωμένοι σε άλογα. Από την ένωσή τους αυτή γεννιούνται δύο απόγονοι, μια κόρη κι ένα άλογο. Ένα ακόμα παράλληλο, τόσο σε επίπεδο μύθου, όσο και σε επίπεδο απεικόνισης, είναι η περίπτωση της Μέδουσας.
Η γοργόνα Μέδουσα, ήταν αρχικά μια θνητή με την οποία ζευγάρωσε ο Ποσειδώνας, ενώ ήταν και πάλι μεταμορφωμένος σε επιβήτορα. Από την ένωση αυτή γεννήθηκαν δύο απόγονοι: ένα άλογο ο Πήγασος και ένας από τους μετέπειτα γνωστούς ήρωες, ο Χρυσάωρ. Επίσης σώζονται απεικονίσεις της Μέδουσας, είτε ως Κενταύρου, είτε ως φτερωτής, γυναικείας, αλογοκέφαλης μορφής (φωτογραφία κάτω). Οι απεικονίσεις αυτές δεν είναι βέβαια λατρευτικού τύπου, όπως της Δήμητρας Μέλαινας, αλλά ενισχύουν τις πιθανότητες ύπαρξης του ξοάνου της αλογοκέφαλης θεάς.
Ανακεφαλαιώνοντας, βρισκόμαστε μπροστά στο πρόβλημα της απεικόνισης ενός μιξανθρωπικού ξοάνου, για το οποίο σώζεται μια, κατά αρκετούς αιώνες, μεταγενέστερη αφήγηση, βασισμένη λίγο πολύ σε μια μυθολογική παράδοση. Οι ίδιοι οι τρόποι εξαφάνισης του αγάλματος και του ξοάνου εντείνουν το όλο μυστήριο γύρω από τη μορφή της Δήμητρας Μέλαινας. Ωστόσο, το παράλληλο της Μέδουσας, καθώς και η εικονογραφία του αλόγου, που είναι ιδιαίτερα σημαντικό στη λατρεία της Φιγαλίας και της Θελπούσας, καθώς και οι απεικονίσεις της κεφαλής της Δήμητρας σε νομίσματα, μαζί με άλογο στον οπισθότυπο, συνηγορούν υπέρ της απεικόνισης της θεάς σε αλογοκέφαλη μορφή.
Δήμητρα Ερινύς
Στη μορφή αυτή της Δήμητρας, που λατρεύεται στη Θελπούσα, μια περιοχή κοντά στη Φιγάλια, αντιπροσωπεύεται ιδανικά το μοτίβο της οργής της θεάς: οργή απέναντι στον Ποσειδώνα για το βιασμό της, στον Άδη για την αρπαγή της Περσεφόνης, αλλά οργή και απέναντι στους ανθρώπους για την παραμέληση της λατρείας της. Ο θυμός εκπροσωπείται εξίσου και στη μορφή της Μέλαινας, καθώς τα μαύρα ρούχα, σύμφωνα με τον τοπικό μύθο, είναι ένα μέσο προβολής του θυμού της. Η όλη μορφή της οργισμένης θεάς με τα μαύρα θυμίζει την αρκαδική λατρεία των Ευμενίδων, θεότητες παρόμοιες των Ερινυών.
Σύμφωνα με τη διήγηση του Παυσανία, όταν οι Ευμενίδες καταδιώκουν τον Ορέστη μετά το φόνο της Κλυταιμνήστρας και του Αιγίσθου, φορούν μαύρα ρούχα. Στην πορεία και μετά τον καθαρμό του από το φόνο, εμφανίζονται ντυμένες στα λευκά. Συνεπώς, τα χαρακτηριστικά της Δήμητρας Ερινύας ενσωματώνονται ουσιαστικά σ’ αυτά της Μέλαινας και οδηγούν στο ασφαλές συμπέρασμα, ότι η Δήμητρα, σε αυτήν της τη μορφή, είναι μια θεά με οργισμένη, με εκδικητική διάθεση.
Σχετικά με την ονομασία Ερινύς, έχουν διατυπωθεί θεωρίες προϊστορικής λατρείας της θεάς στην Αρκαδία. Έχει υποστηριχθεί μάλιστα η ταύτιση της Δήμητρας με τη θεότητα e-ri-nu, των πινακίδων της Γραμμικής Β΄. Δεν γίνεται καμία αναφορά στις πινακίδες για τη Δήμητρα, οπότε μπορεί να υποτεθεί μια προϊστορική λατρεία της Ερινύας, η οποία σε μεταγενέστερους χρόνους «μετέθεσε» της ιδιότητές της στη μορφή της Ολύμπιας Δήμητρας, η λατρεία της οποίας γνώριζε μεγάλη διάδοση πανελληνίως. Η άποψη αυτή ενδυναμώνεται με τη λατρεία του Ποσειδώνα στην περιοχή της Αρκαδίας, ο οποίος μνημονεύεται στις πινακίδες και η παρουσία του αλόγου που διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη λατρεία του θεού, ήδη από τη μυκηναϊκή εποχή.
Η θηριομορφική Δήμητρα μπορεί να ταυτιστεί και με τη μυκηναϊκή θεότητα po-ti-ni-ja i-qe-ja (ποτνία ἳππια), καθώς τα σύμβολα που κρατάει, το περιστέρι και το δελφίνι, παραπέμπουν σε απεικονίσεις ποτνίας θηρών. Μια ακόμα σύνδεση με τη μυκηναϊκή λατρεία είναι ο χθόνιος χαρακτήρας των φιδιών που προβάλλουν από την κεφαλή της και απαντώνται από τη μυκηναϊκή εποχή. Τέλος, η Δήμητρα λατρευόταν με την ονομασία Ἱππία στη Νεστάνη της Αρκαδίας και το Αλίσιον της Πισάτιδος.
Το μοτίβο της οργής
Μέσα από την αφήγηση του μύθου της Δήμητρας Μέλαινας, γίνεται αντιληπτό ότι η εναρκτήρια και γενεσιουργός δύναμη της ιστορίας, είναι η οργή της θεάς. Είναι αυτό το στοιχείο που την χαρακτηρίζει και την ωθεί σε άγριες, καταστροφικές και απάνθρωπες συμπεριφορές. Η οργή της εκδηλώνεται σε δύο μέρη, όπου το ένα διαδέχεται χρονικά το άλλο. Στην εκδήλωση αυτή του θυμού της θεάς, μεγάλο ρόλο διαδραματίζει η απομάκρυνσή της από τον κόσμο, εκούσια ή ακούσια.
Στο πρώτο μέρος, η Δήμητρα οργισμένη από την αρπαγή της Περσεφόνης και το βιασμό της από τον Ποσειδώνα, κλείνεται σε μια σπηλιά, απομακρύνεται δηλαδή με τη θέλησή της από το φυσικό της περιβάλλον. Η απουσία της αυτή, οδηγεί σε σιτοδεία και γίνεται προσπάθεια να κατευναστεί ο θυμός της θεάς και να επανέλθει στον κόσμο. Στο δεύτερο μέρος, το μιξανθρωπικό ξόανο της θεάς, που βρισκόταν στη σπηλιά καίγεται και η απομάκρυνση αυτή είναι ακούσια. Οι άνθρωποι παύουν να τη λατρεύουν, η Δήμητρα οργίζεται, και απειλεί με λιμό. Η παύση της λατρείας, η απουσία, δηλαδή, της θεάς από τη σπηλιά, δημιουργεί την οργή και επισύρει τιμωρία.
Είναι ξεκάθαρο λοιπόν, ότι η οργή συνδέεται με την απομάκρυνση. Αρχικά, η ίδια η θεά απομακρύνεται ηθελημένα, εξαιτίας της οργής της, από τον κόσμο. Το γεγονός αυτό οδηγεί σε κατάρρευση της καλλιέργειας. Για να σωθεί η ανθρωπότητα, η Δήμητρα πρέπει να εγκαταλείψει την απομόνωσή της, και να επανέλθει στο φυσικό της περιβάλλον. Όταν η θεά βγαίνει από τη σπηλιά, παραμένει εκεί το ξόανό της. Με την καταστροφή του, απομακρύνεται ακούσια η εικόνα της θεάς, ενώ παύει και η λατρεία της. Το γεγονός αυτό την εξοργίζει και η μόνη λύση είναι η επάνοδος της εικόνας της στη σπηλιά, όπου πρέπει να παραμείνει και να λατρεύεται.
Το άλογο
Το άλογο και στην ελληνική μυθολογία, αλλά και στην καθημερινή ζωή, είναι ένα αμφιλεγόμενο όν. Η φύση του καθορίζεται από την αλληλεπίδρασή του με τον άνθρωπο. Μπορεί να είναι εξημερωμένο, χορτοφάγο και χρήσιμο στις οικιακές εργασίες, ή να βρεθεί εκτός πλαισίου, να γίνει άγριο και σαρκοβόρο, με άλλα λόγια ένα άγριο θηρίο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της φύσης του αλόγου είναι ο μύθος του Ηρακλή και των αλόγων του Διομήδη, βασιλιά της Θράκης. Τα άλογα, αυτά έτρωγαν ανθρώπινη σάρκα και συγκεκριμένα όσους ναυαγούσαν στη χώρα του Διομήδη. Ο Ηρακλής, σύμφωνα με μια από τις εκδοχές του μύθου, κατάφερε να τα αιχμαλωτίσει και τους πρόσφερε ως τροφή τον ίδιο το Διομήδη. Κατόπιν, ο ήρωας τα έφερε στον Ευρυσθέα, ο οποίος αφού τα αφιέρωσε στην Ήρα, τα άφησε ελεύθερα στον Όλυμπο, όπου κατασπαράχθηκαν από άλλα άγρια θηρία.
Η άγρια αυτή φύση του αλόγου, ταιριάζει ιδιαίτερα στην εκδικητική μορφή της Δήμητρας Μέλαινας, καθώς είναι ενδεικτική του πόσο γρήγορα μπορεί να ανατραπεί ο ανθρώπινος πολιτισμός. Είναι η απόλυτη αγριότητα, με την οποία απειλεί η θεά τους πιστούς της.
Η πλευρά αυτή του αλόγου, δεν πρέπει να συγχέεται με τον Ίππιο Ποσειδώνα. Το άλογο σε αυτή την περίπτωση, ειδικά σε συνδυασμό με το θαλάσσιο στοιχείο του θεού, είναι σύμβολο γονιμότητας.
Το ζωικό στοιχείο δεν έχει από μόνο του μια και μοναδική σημασία, αλλά εξαρτάται από το εκάστοτε τοπικό θρησκευτικό και μυθολογικό πλαίσιο. Στη μορφή της Δήμητρας Μέλαινας, όπως ειπώθηκε παραπάνω, το άλογο είναι σύμβολο καταστροφής και αγριότητας.
Από την άλλη μεριά, σε μια άλλη μιξάνθρωπη μορφή, τον κένταυρο Χείρωνα, δεν υπάρχουν αυτά τα στοιχεία. Αντίθετα με τη Δήμητρα Μέλαινα, ο Χείρων είναι φίλος των ανθρώπων και ασχολείται με την παιδεία. Η διαφορά εδώ έγκειται στο γεγονός ότι στη μορφή της θεάς, το ζωικό μέλος είναι η κεφαλή, επομένως το μέλος που ελέγχει τη σκέψη και τη λογική, ενώ στον κένταυρο είναι ο κάτω κορμός και τα πόδια, που δεν επηρεάζουν τα ανωτέρω.
Η αντιπαράθεση των μορφών αυτών αποδεικνύει ότι ένα ζωικό είδος δεν μπορεί να έχει ένα και μοναδικό συμβολικό νόημα. Το στοιχείο του αλόγου μπορεί λοιπόν να έχει διαφορετικά νοήματα, ανάλογα με το πλαίσιο μέσα στο οποίο εντοπίζεται. Αποδεικνύεται τελικά, ότι δεν μπορεί να συνταχθεί ένα ενιαίο «λεξικό» ερμηνείας των ζωικών συμβόλων με βάση της μιξάνθρωπες θεϊκές μορφές, αλλά, ο συμβολισμός κάθε μορφής πρέπει να ερευνάται με βάση το περιβάλλον στο οποίο βρίσκεται.
Η σημασία της τιμωρίας της Δήμητρας Μέλαινας
Η περιοχή της Αρκαδίας, έχει σημαντικό μυθολογικό παρελθόν που σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με αφηγήσεις περιστατικών κανιβαλισμού. Ένα πολύ γνωστό παράδειγμα είναι ο μύθος του Λυκάονα, ο οποίος προσφέρει στο Δία γεύμα με ανθρώπινο κρέας. Ο Ζεύς αηδιάζει και είτε σκοτώνει το Λυκάονα, είτε τον μεταμορφώνει σε λύκο. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή που αναφέρει ο Παυσανίας, ο Λυκάων πάλι, θυσιάζει ένα βρέφος στο βωμό του Λυκαίου Διός και κατόπιν μεταμορφώνεται σε λύκο. Και στις δύο αυτές εκδοχές διακρίνεται η αποδοκιμασία του θεού απέναντι σε πρακτικές ανθρωποφαγίας και ανθρωποθυσιών, οι οποίες και τιμωρούνται, στη συγκεκριμένη περίπτωση μάλιστα, μέσω της μεταμορφώσεως.
Στη Φιγάλια, η ανθρωποθυσία εμφανίζεται με τη μορφή απειλής: αν οι κάτοικοι δεν επαναφέρουν τη λατρεία της Δήμητρας Μέλαινας, εκείνη θα φέρει ακαρπία και θα αναγκαστούν να φάνε ως και τα βρέφη, όπως λέει ο χρησμός του Μαντείου των Δελφών, σύμφωνα πάντα με τον Παυσανία.
Στο μύθο της Δήμητρας Μέλαινας, το θέμα της ακαρπίας και των θυσιών σχετίζεται με την πρόοδο του ανθρώπινου πολιτισμού. Το πρώιμο στάδιο της διατροφής του ανθρώπου αντιπροσωπεύεται από τους καρπούς και συγκεκριμένα στην περίπτωση των Αρκάδων από τα βελανίδια (Ἀρκάδες βαλανηφάγοι). Βρίσκονται στη φύση και δεν απαιτούν καμία καλλιέργεια. Η δεύτερη εκδοχή πρώιμης τροφής είναι αυτή της ανθρώπινης σάρκας (Λυκάων). Όταν η φύση δεν δίνει τους καρπούς της ο άνθρωπος καταφεύγει στον κανιβαλισμό. Στην αρχική μορφή της λατρείας είναι λογικό να υποθέσουμε ότι οι προσφορές στη θεά ήταν κυρίως βελανίδια, φρούτα, μέλι και μαλλί. Όταν παύουν κι αυτές οι προσφορές, μετά την καταστροφή του ξοάνου, έρχεται στο προσκήνιο η δεύτερη εκδοχή των ανθρωποθυσιών, όπως στην περίπτωση του Λυκαίου Διός. Η λύση είναι μόνο μια: η επαναφορά της λατρείας. Οι μύθοι αυτοί της Φιγαλίας, πραγματεύονται ουσιαστικά την πορεία της ανθρώπινης κοινωνίας από την αγριότητα στον πολιτισμό, μέσω της τροφής.
Όπως έχει ήδη ειπωθεί, μέσα από αυτόν το μύθο, διαγράφεται η ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού, από το στάδιο της αγριότητας και της ανθρωποφαγίας, σ’ αυτό της καλλιέργειας και της συλλογής καρπών. Η Δήμητρα είναι η θεά που ελέγχει πλήρως αυτήν την πρόοδο.
Με μια της απόφαση, μπορεί να αναιρέσει την ίδια την ανθρωπότητα. Αξιοσημείωτο είναι, πως η ίδια δεν χρειάζεται να κάνει απολύτως τίποτα, ενώ άλλοι θεοί σε περιπτώσεις τιμωρίας, προβαίνουν σε μεταμόρφωση, θανάτωση, βασανισμό και σε άλλες παρόμοιου τύπου δραστηριότητες.
Η Δήμητρα τιμωρεί δια της απραξίας. Χωρίς να ενεργήσει κατά οποιονδήποτε τρόπο, καταφέρνει να επιτύχει την πιο αποτελεσματική τιμωρία και φυσικά με το χειρότερο δυνατό αποτέλεσμα: τον αφανισμό της λογικής του ανθρώπου μέσω της στέρησης της τροφής, που θα τον οδηγήσει σε κτηνωδίες, χάνοντας κάθε πρόοδο και στο τέλος και την ίδια του τη ζωή. Αυτή ακριβώς τη δυνατότητα εκφράζει η προσωπικότητα της Δήμητρας Μέλαινας και ο μύθος γύρω από αυτήν, αποδεικνύει με τον πλέον κατάλληλο τρόπο, πως ο άνθρωπος όταν στερηθεί την τροφή, καταλήγει με μεγάλη ευκολία και πολύ γρήγορους ρυθμούς, στο επίπεδο των ζώων, χάνοντας ότι τον διαχωρίζει απ’ αυτά: τη λογική του.
Ο Ναός της Δέσποινας στη Λυκόσουρα
Στη γειτονική της Φιγαλίας, Λυκόσουρα, βρισκόταν το ιερό της Δέσποινας (εικ.6), όπου λατρευόταν μαζί με τη μητέρα της. Στο ναό τοποθετήθηκαν τα λατρευτικά αγάλματα της Δήμητρας, της Δέσποινας, της Άρτεμης και του τιτάνα Άνυτου, έργα του γλύπτη Δαμοφώντα.
Ο ναός ήταν δωρικός, εξάστυλος, πρόστυλος, με μεγάλο σηκό, χωρίς οπισθόδομο και οι απόψεις για τη χρονολόγησή του ποικίλλουν. Σύμφωνα με μια άποψη, ο ναός έχει τρείς φάσεις: μια στον -4ο αιώνα (τοίχοι σηκού, αρχαιότερη, χωρίς επένδυση νότια θύρα και δάπεδο προδόμου), μια τον -2ο αιώνα (βάθρο αγαλμάτων και αγάλματα, επενδεδυμένη νότια θύρα, κατώφλι ανατολικής εισόδου και δάπεδο) και η τελευταία τα ρωμαϊκά χρόνια (κίονες πρόστασης και μαρμάρινα μέρη στέγης). Η αντίθετη άποψη πρεσβεύει ότι ο ναός έχει δύο φάσεις: μετά τη θεμελίωσή του το -370. και μετά την καταστροφή του από τον Κλεομένη στα τέλη του -3ου αιώνα. Το υλικό του ναού, καθώς και των αγαλμάτων είναι τοπικό μάρμαρο από τα Δολιανά. Στο ιερό βρέθηκαν πολλά τιμητικά ψηφίσματα Μεγαλοπολιτών, οπότε εικάζεται ότι ο ναός διοικείτο από κοινού, από Μεγαλοπολίτες και Λυκοσουρίους.
Το βάθρο των αγαλμάτων αποτελείτο από ασβεστολιθικούς ορθοστάτες. Τα κολοσσικά αγάλματα, έργα του Δαμοφώντα, χρονολογούνται γύρω στο -190/-180 τα οποία λανθασμένα ο Παυσανίας αναφέρει ότι ήταν μονολιθικά. Τα αγάλματα εντάσσονται στο ρεύμα του νεοκλασικισμού. Χαρακτηρίζονται από απαλή επιφάνεια, απλότητα και ευρύτητα χαρακτηριστικών προσώπου. Η Δήμητρα θυμίζει μορφές της ζωφόρου του Παρθενώνα, ενώ ο Άνυτος βασίστηκε μάλλον στο Δία της Ολυμπίας. Η κόμμωση της Άρτεμης θυμίζει έργα του Πραξιτέλη και ίσως πιο συγκεκριμένα την Αρτέμιδα Βραυρωνία της Ακροπόλεως.
Η μη απεικόνιση της Δήμητρας ως μιξανθρωπική μορφή, αποτελεί επιλογή του Δαμοφώντα και μάλλον οφείλεται σε προσωπικό του δισταγμό, καθώς κάτι τέτοιο θα ήταν πολύ δραστική εικονογραφική επιλογή. Η Δήμητρα και η Δέσποινα κάθονται σε θρόνο και τις πλαισιώνουν οι μορφές της Άρτεμης και του Ανυτού. Η παρουσία της Άρτεμης δικαιολογείται όχι μόνο ως κόρη της Δήμητρας, αλλά και λόγω της χθόνιας απεικόνισής της, ενώ ο Άνυτος, εκτός από πατέρας της Δήμητρας, αντιπροσωπεύει τον παλαιότερο μυθικό κάτοικο του ιερού.
Το σύνταγμα (αναπαράσταση εικόνα πάνω) είχε ύψος 6μ. και το αποτελούσαν τέσσερα αγάλματα. Η σύνθεση είναι γνωστή από την απεικόνισή του σε νόμισμα της Μεγαλόπολης που χρονολογείται στην αυτοκρατορική εποχή και από την περιγραφή του περιηγητή Παυσανία, ο οποίος επισκέφθηκε το ιερό τα μέσα του -2ου αι. Η Δήμητρα και η Δέσποινα παριστάνονταν στο μέσον καθιστές σε ενιαίο θρόνο. Η Δήμητρα κρατούσε δάδα στο δεξιό χέρι της, ενώ με το αριστερό ακουμπούσε την Δέσποινα στον ώμο. Η Δέσποινα κρατούσε σκήπτρο και είχε τη μυστική κίστη στα γόνατα. Δίπλα στην Δήμητρα στεκόταν η θεά ΄Αρτεμις (συνοδευμένη από κυνηγετικό σκύλο), ενώ δίπλα στην Δέσποινα στεκόταν ο τροφός της Τιτάνας ΄Ανυτος.
Από αριστερά: Η κεφαλές της Αρτέμιδας, του Τιτάνα Άνυτου και της Δήμητρος. Από το περίφημο "σύνταγμα" του Μεσσήνιου γλύπτη Δαμοφώντα (σύμπλεγμα των κολοσσιαίων αγαλμάτων της Αθηνάς, της Δήμητρας, της Αρτέμιδας και του τιτάνα Ανύτου) του -2ου αι. Ναός της Δέσποινας αρχαία Λυκόσουρα.
Από το άγαλμα της Δέσποινας σώζονται θραύσματα του πέπλου (εικόνα παραπλεύρως). Εικονίζονται μορφές που χωρίζονται μεταξύ τους από κλαδιά ελιάς, μυρτιάς και από επαναλαμβανόμενες διακοσμητικές ταινίες. Στο επάνω μέρος εικονίζονται αετοί με ανοιχτές φτερούγες. Ακολουθεί πομπή φανταστικών όντων ( Νηρηίδες, Τρίτωνες και ιππόκαμποι) και κατόπιν φτερωτές γυναικείες μορφές που κρατούν πυρσούς. Στην κατώτερη ζώνη εικονίζεται πομπή ανθρώπινων μορφών με κεφάλια, χέρια και πόδια ζώων. Οι μορφές με το κεφάλι αλόγου πρέπει να σχετίζονται με τη Δήμητρα, ενώ τα θαλάσσια όντα με τον Ποσειδώνα. Τέλος βρέθηκε μικρός αριθμός μαρμάρινων γλυπτών, που αντί για πόδια έχουν ουρές ψαριού και μάλλον αποτελούσαν διακόσμηση του θρόνου.
Στο ιερό βρέθηκαν 140 τερακότες γυναικείων μορφών με κεφαλές ζώων. Έχουν ερμηνευτεί ως λατρευτές με μάσκες ζώων, που μετείχαν σε οργιαστικά θρησκευτικά δρώμενα. Παρόμοιες μορφές έχουν βρεθεί στο ναό του Ιππίου Ποσειδώνα στο Πετροβούνι και από τον Παυσανία γνωρίζουμε ότι ο ιερέας στο ιερό της Δήμητρας Κιδαρίας τελούσε τη γιορτή της ως μασκοφόρος.
Τέλος, σύμφωνα με επιγραφικές μαρτυρίες, στο ιερό της Δέσποινας απαγορευόταν η είσοδος για συγκεκριμένο αριθμό ημερών, σε γεγονότα που προαπαιτούσαν καθαρμό. Σε άλλη επιγραφή, αναφέρεται ότι οι γυναίκες που εισέρχονται έπρεπε να μη φοράνε μαύρα ή κόκκινα ρούχα, κοσμήματα και υποδήματα, γεγονός που υποδηλώνει μια πιθανή πιο μυστηριακή λατρεία.
Καζαντζίδη Μαρία: "Η απεικόνηση της Δήμητρας Μέλαινας"
Αριστομένης ο Μεσσήνιος
Μέσα από το μύθο της Δήμητρας Μέλαινας διαγράφεται η ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού, από το στάδιο της αγριότητας, σ’ αυτό της καλλιέργειας και της συλλογής καρπών. Η Δήμητρα είναι η θεά που ελέγχει πλήρως αυτήν την πρόοδο.
Ο Μύθος
Ο μύθος της Δήμητρας Μέλαινας και η μετέπειτα οργή της, αναφέρονται από αρκετούς αρχαίους συγγραφείς. Ωστόσο, η πληρέστερη και εκτενέστερη αφήγηση του περιστατικού, που περιλαμβάνει τη μεταμόρφωση της θεάς και τη μιξανθρωπική απεικόνισή της, διασώζεται από τον Παυσανία. Στο 8ο βιβλίο του, ο
Παυσανίας, παρουσιάζει το μύθο της περιπλάνησης της θεάς Δήμητρας, το βιασμό της από τον Ποσειδώνα, τη μεταμόρφωσή της και όλα όσα συνέβησαν μετά. Ακολουθεί η περίληψη της αφήγησης του περιηγητή.
Η Δήμητρα, μετά την αρπαγή της Περσεφόνης από τον Άδη, περιπλανήθηκε και βρέθηκε στην Αρκαδία. Εκεί την είδε ο Ποσειδώνας και προσπάθησε να έρθει σε ερωτική επαφή μαζί της. Για να γλιτώσει την επίθεση, η θεά μεταμορφώθηκε σε φοράδα και κρύφτηκε ανάμεσα στο κοπάδι των φοράδων του Ογκίου, γιού του Απόλλωνα, που έβοσκε εκεί κοντά. Ο Ποσειδώνας, κατάλαβε το κόλπο, μεταμορφώθηκε σε επιβήτορα και μ’ αυτή τη μορφή βίασε τη Δήμητρα, όσο ήταν κι εκείνη μεταμορφωμένη.
Μετά το περιστατικό η θεά πήρε πάλι την κανονική της μορφή, πήγε στον ποταμό Λάδωνα, όπου λούστηκε και πήρε την ονομασία Λουσία. Κατόπιν, οργισμένη για τις συμφορές που την είχαν βρει φόρεσε μαύρα ρούχα (εξ’ ου και ο χαρακτηρισμός Μέλαινα) και κλείστηκε σε μια σπηλιά της Αρκαδίας, στο όρος Ελάιον, στην περιοχή της Φιγαλίας.
Από την ένωσή της με τον Ποσειδώνα γεννήθηκαν δύο απόγονοι: ένα άλογο, ο Αρείων και μια κόρη που στη Φιγάλια την αποκαλούσαν Δέσποινα, αλλά και στη γειτονική Θελπούσα, και δεν τολμούσαν να πουν το όνομά της. Ουσιαστικά «Δέσποινα» ήταν ένας λατρευτικός τίτλος, αλλά το αληθινό της όνομα δεν το αναφέρει ο Παυσανίας, ειδικά στους αμύητους, κάτι που θυμίζει την περίπτωση της άλλης κόρης της Δήμητρας, της Περσεφόνης, που απεκαλείτο και Κόρη. Η γέννηση του Αρείωνα αναφέρεται μόνο στην εκδοχή του μύθου στη Θελπούσα, αλλά αυτό μάλλον οφείλεται στην αυξανόμενη σημασία της Δέσποινας στη Φιγάλια.
Όσο όμως η Δήμητρα έμενε κλεισμένη στη σπηλιά, στη φύση έπεσε ακαρπία και οι άνθρωποι υπέφεραν από την πείνα. Ο Πάνας αναζήτησε τη θεά, τη βρήκε και πληροφόρησε το Δία. Εκείνος με τη σειρά του έστειλε στη σπηλιά τις Μοίρες για να πείσουν τη θεά να βγει και πάλι στον κόσμο. Οι Μοίρες πέτυχαν το σκοπό τους, κι έτσι η γη έγινε πάλι εύφορη και καρποφόρησε.
Οι κάτοικοι της περιοχής τοποθέτησαν στη σπηλιά ένα ξόανο της θεάς και του απέδιδαν τιμές. Το ξόανο απεικόνιζε τη θεά καθιστή σε βράχο, με μαύρο, ποδήρες ένδυμα. Στο ένα της χέρι κρατούσε δελφίνι και στο άλλο περιστέρι. Το κεφάλι της όμως είχε αντικατασταθεί με κεφαλή αλόγου, ενώ από τη χαίτη ξεπηδούσαν φίδια και άλλα άγρια θηρία. Ήταν δηλαδή μια μιξανθρωπική απεικόνιση της θεάς Δήμητρας.
Μετά από κάποια χρόνια, μια πυρκαγιά κατέστρεψε το ξόανο κι έτσι η λατρεία έπαψε. Η θεά, εξοργισμένη με τους κατοίκους της Αρκαδίας, τους τιμωρεί στέλνοντας ακαρπία στη γη. Ο κόσμος απειλείται εκ νέου με λιμό και καταφεύγει για βοήθεια στο μαντείο των Δελφών. Η Πυθία τους πληροφορεί ότι η μόνη λύση είναι να επαναφέρουν τη λατρεία της Δήμητρας και να δημιουργήσουν ένα νέο λατρευτικό άγαλμα, αλλιώς θα είναι τόση η πείνα, που θα καταφύγουν στον κανιβαλισμό, καθώς θα φάνε μέχρι και τα βρέφη. Οι Αρκάδες τότε, παρήγγειλαν ένα νέο χάλκινο άγαλμα της θεάς στο γλύπτη Ονάτα, που καταστράφηκε αργότερα από κατολισθήσεις. Το χάλκινο αυτό άγαλμα διαδέχθηκε ένα τρίτο, που μάλλον βρισκόταν στη σπηλιά κατά την επίσκεψη του περιηγητή.
Αυτό που είναι σημαντικό, είναι ότι ο Παυσανίας δεν είδε καμιά από τις τρεις φημολογούμενες απεικονίσεις της θεάς. Για το ξόανο, αρκέστηκε σε μια αφήγηση ενός ηλικιωμένου, ενώ δεν κάνει καμία περιγραφή του αγάλματος του Ονάτα ή αυτού που θεωρητικά θα έπρεπε να υπάρχει στη σπηλιά όταν την επισκέφτηκε. Επίσης, δεν σώζεται καμία άλλη απεικόνιση του μιξανθρωπικού ξοάνου.
Ο Παυσανίας αναφέρει επίσης ένα ναό της θεάς στην Τελφούσα, όπου υπήρχαν δύο αγάλματά της φτιαγμένα από ξύλο. Η κεφαλή, τα χέρια και τα πόδια, τους ήταν φτιαγμένα από παριανό μάρμαρο. Το ένα άγαλμα είναι της Δήμητρας Ερινύας και το άλλο της Δήμητρας Λουσίας.
Η τοποθεσία του ιερού και η λατρεία
Το ιερό της Μελαίνης Δήμητρας ήταν άντρο στο Όρος των Ελαιών (Ελάϊον όρος) νότια της Φιγαλίας. Παυσανίας VIII, 42, 1: τὸ δὲ ἕτερον τῶν ὀρῶν τὸ Ἐλάϊον ἀπωτέρω μὲν Φιγαλίας ὅσον τε σταδίοις τριάκοντά ἐστι, Δήμητρος δὲ ἄντρον αὐτόθι ἱερὸν ἐπίκλησιν Μελαίνης.
Για τη γεωγραφία και τοπολογία του χώρου ο Παυσανίας, ορών προς ανατολάς εκ της πόλεως διακριβώνει σαφέστατα, VIII, 41, 7: περιέχεται δὲ ἡ Φιγαλία ὄρεσιν, ἐν ἀριστερᾷ μὲν ὑπὸ τοῦ καλουμένου Κωτιλίου, τὰ δὲ ἐς δεξιὰν ἕτερον προβεβλημένον ἐστὶν αὐτῆς ὄρος τὸ Ἐλάϊον.
Το προβεβλημένο όρος που περιέχει τη Φιγαλία εξ δεξιών είναι το προς νότο κείμενα υψώματα επέκεινα της Νέδας.
Το άλσος των δρυών πέριξ του σπηλαίου (το δένδρο του χθόνιου άνακτος) και η πηγή ψυχρού ύδατος (Ορφικές δέλτοι) , VIII, 42, 12: ἔστι δὲ δρυῶν τε ἄλσος περὶ τὸ σπήλαιον, καὶ ὕδωρ ψυχρὸν ἄνεισι ἐκ πηγῆς.
Άποψη του σπηλαίου στο Ελάιον όρος κοντά στην Φιγαλεία που πιθανότατα ταυτίζεται με το ιερό σπήλαιο της Δήμητρας Μέλαινας.
Υπήρχε Ιέρεια της Δήμητρος και τρεις άρρενες Ιεροθύται. Η δε νενομισμένη θυσία προσφέρεται μεν από την Ιέρεια και τον νεώτατο των Ιεροθυτών, συνίσταται δε στην τοποθέτηση επί βωμού κειμένου προ της εισόδου του άντρου καρπών από ήμερα φυτά και δένδρα, περιλαμβανομένης της αμπέλου, από κηρία μελισσών με μέλι, από ακαθάριστα και ακατέργαστα μαλλιά προβάτου, και στην επίχυση ελαίου επί των προθεμάτων.
Ο Παυσανίας τονίζει («οὐδέν») το αναίμακτο της θυσίας: μόνο προϊόντα φυτικά γεωργικής καλλιέργειας και από την κτηνοτροφία μόνο το πρωτογενές μαλλί των προβάτων.
Το ότι από τα ζώα το μόνο που επιτρέπεται να προσφερθεί είναι ακριβώς το μαλλί, ενώ για το μάλλινο υπάρχει τεράστιο θρησκευτικό taboo, είναι εξαιρετικά σημαντικό, «σημαίνει» και δείχνει. Το taboo συνίστατο στο ότι δεν είναι όσιο να εισέρχεται σε ναό κανείς με μάλλινο ένδυμα ή να θάπτεται με τέτοιο.
Προβλήματα απεικόνισης και σχετικά παράλληλα
Όπως ήδη έχει αναφερθεί, η Δήμητρα ζευγαρώνει με τον Ποσειδώνα, ενώ είναι και οι δύο μεταμορφωμένοι σε άλογα. Από την ένωσή τους αυτή γεννιούνται δύο απόγονοι, μια κόρη κι ένα άλογο. Ένα ακόμα παράλληλο, τόσο σε επίπεδο μύθου, όσο και σε επίπεδο απεικόνισης, είναι η περίπτωση της Μέδουσας.
Η γοργόνα Μέδουσα, ήταν αρχικά μια θνητή με την οποία ζευγάρωσε ο Ποσειδώνας, ενώ ήταν και πάλι μεταμορφωμένος σε επιβήτορα. Από την ένωση αυτή γεννήθηκαν δύο απόγονοι: ένα άλογο ο Πήγασος και ένας από τους μετέπειτα γνωστούς ήρωες, ο Χρυσάωρ. Επίσης σώζονται απεικονίσεις της Μέδουσας, είτε ως Κενταύρου, είτε ως φτερωτής, γυναικείας, αλογοκέφαλης μορφής (φωτογραφία κάτω). Οι απεικονίσεις αυτές δεν είναι βέβαια λατρευτικού τύπου, όπως της Δήμητρας Μέλαινας, αλλά ενισχύουν τις πιθανότητες ύπαρξης του ξοάνου της αλογοκέφαλης θεάς.
Αριστερά: Λεπτομέρια αρχαϊκής ροδιακής κύλικας, -560 περίπου, Μουσείο Λονδίνου Δεξιά: Λεπτομέρια κυκλαδικού αναθηματικού πίθου, από τη Βοιωτία, β΄ τέταρτο -7ου αιώνα, Μουσείο Λούβρου
Δήμητρα Ερινύς
Στη μορφή αυτή της Δήμητρας, που λατρεύεται στη Θελπούσα, μια περιοχή κοντά στη Φιγάλια, αντιπροσωπεύεται ιδανικά το μοτίβο της οργής της θεάς: οργή απέναντι στον Ποσειδώνα για το βιασμό της, στον Άδη για την αρπαγή της Περσεφόνης, αλλά οργή και απέναντι στους ανθρώπους για την παραμέληση της λατρείας της. Ο θυμός εκπροσωπείται εξίσου και στη μορφή της Μέλαινας, καθώς τα μαύρα ρούχα, σύμφωνα με τον τοπικό μύθο, είναι ένα μέσο προβολής του θυμού της. Η όλη μορφή της οργισμένης θεάς με τα μαύρα θυμίζει την αρκαδική λατρεία των Ευμενίδων, θεότητες παρόμοιες των Ερινυών.
Σύμφωνα με τη διήγηση του Παυσανία, όταν οι Ευμενίδες καταδιώκουν τον Ορέστη μετά το φόνο της Κλυταιμνήστρας και του Αιγίσθου, φορούν μαύρα ρούχα. Στην πορεία και μετά τον καθαρμό του από το φόνο, εμφανίζονται ντυμένες στα λευκά. Συνεπώς, τα χαρακτηριστικά της Δήμητρας Ερινύας ενσωματώνονται ουσιαστικά σ’ αυτά της Μέλαινας και οδηγούν στο ασφαλές συμπέρασμα, ότι η Δήμητρα, σε αυτήν της τη μορφή, είναι μια θεά με οργισμένη, με εκδικητική διάθεση.
Σχετικά με την ονομασία Ερινύς, έχουν διατυπωθεί θεωρίες προϊστορικής λατρείας της θεάς στην Αρκαδία. Έχει υποστηριχθεί μάλιστα η ταύτιση της Δήμητρας με τη θεότητα e-ri-nu, των πινακίδων της Γραμμικής Β΄. Δεν γίνεται καμία αναφορά στις πινακίδες για τη Δήμητρα, οπότε μπορεί να υποτεθεί μια προϊστορική λατρεία της Ερινύας, η οποία σε μεταγενέστερους χρόνους «μετέθεσε» της ιδιότητές της στη μορφή της Ολύμπιας Δήμητρας, η λατρεία της οποίας γνώριζε μεγάλη διάδοση πανελληνίως. Η άποψη αυτή ενδυναμώνεται με τη λατρεία του Ποσειδώνα στην περιοχή της Αρκαδίας, ο οποίος μνημονεύεται στις πινακίδες και η παρουσία του αλόγου που διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη λατρεία του θεού, ήδη από τη μυκηναϊκή εποχή.
Η θηριομορφική Δήμητρα μπορεί να ταυτιστεί και με τη μυκηναϊκή θεότητα po-ti-ni-ja i-qe-ja (ποτνία ἳππια), καθώς τα σύμβολα που κρατάει, το περιστέρι και το δελφίνι, παραπέμπουν σε απεικονίσεις ποτνίας θηρών. Μια ακόμα σύνδεση με τη μυκηναϊκή λατρεία είναι ο χθόνιος χαρακτήρας των φιδιών που προβάλλουν από την κεφαλή της και απαντώνται από τη μυκηναϊκή εποχή. Τέλος, η Δήμητρα λατρευόταν με την ονομασία Ἱππία στη Νεστάνη της Αρκαδίας και το Αλίσιον της Πισάτιδος.
Το μοτίβο της οργής
Μέσα από την αφήγηση του μύθου της Δήμητρας Μέλαινας, γίνεται αντιληπτό ότι η εναρκτήρια και γενεσιουργός δύναμη της ιστορίας, είναι η οργή της θεάς. Είναι αυτό το στοιχείο που την χαρακτηρίζει και την ωθεί σε άγριες, καταστροφικές και απάνθρωπες συμπεριφορές. Η οργή της εκδηλώνεται σε δύο μέρη, όπου το ένα διαδέχεται χρονικά το άλλο. Στην εκδήλωση αυτή του θυμού της θεάς, μεγάλο ρόλο διαδραματίζει η απομάκρυνσή της από τον κόσμο, εκούσια ή ακούσια.
Στο πρώτο μέρος, η Δήμητρα οργισμένη από την αρπαγή της Περσεφόνης και το βιασμό της από τον Ποσειδώνα, κλείνεται σε μια σπηλιά, απομακρύνεται δηλαδή με τη θέλησή της από το φυσικό της περιβάλλον. Η απουσία της αυτή, οδηγεί σε σιτοδεία και γίνεται προσπάθεια να κατευναστεί ο θυμός της θεάς και να επανέλθει στον κόσμο. Στο δεύτερο μέρος, το μιξανθρωπικό ξόανο της θεάς, που βρισκόταν στη σπηλιά καίγεται και η απομάκρυνση αυτή είναι ακούσια. Οι άνθρωποι παύουν να τη λατρεύουν, η Δήμητρα οργίζεται, και απειλεί με λιμό. Η παύση της λατρείας, η απουσία, δηλαδή, της θεάς από τη σπηλιά, δημιουργεί την οργή και επισύρει τιμωρία.
Είναι ξεκάθαρο λοιπόν, ότι η οργή συνδέεται με την απομάκρυνση. Αρχικά, η ίδια η θεά απομακρύνεται ηθελημένα, εξαιτίας της οργής της, από τον κόσμο. Το γεγονός αυτό οδηγεί σε κατάρρευση της καλλιέργειας. Για να σωθεί η ανθρωπότητα, η Δήμητρα πρέπει να εγκαταλείψει την απομόνωσή της, και να επανέλθει στο φυσικό της περιβάλλον. Όταν η θεά βγαίνει από τη σπηλιά, παραμένει εκεί το ξόανό της. Με την καταστροφή του, απομακρύνεται ακούσια η εικόνα της θεάς, ενώ παύει και η λατρεία της. Το γεγονός αυτό την εξοργίζει και η μόνη λύση είναι η επάνοδος της εικόνας της στη σπηλιά, όπου πρέπει να παραμείνει και να λατρεύεται.
Με βάση την αφήγηση του περιηγητή, έχει γίνει μια προσπάθεια απεικόνισης του αρχαϊκού ξοάνου από τη ζωγράφο Ευαγγελία Καραντινού. Η εικόνα δεξιά εικονίζει το ξόανο με υφαντή, μελανή εσθήτα, κατά την αθηναϊκή συνήθεια με τον πέπλο του ξοάνου της Αθηνάς Παρθένου, ενώ στην εικόνα αριστερά, το ξόανο εικονίζεται ολόκληρο από ξύλο.
Το άλογο
Το άλογο και στην ελληνική μυθολογία, αλλά και στην καθημερινή ζωή, είναι ένα αμφιλεγόμενο όν. Η φύση του καθορίζεται από την αλληλεπίδρασή του με τον άνθρωπο. Μπορεί να είναι εξημερωμένο, χορτοφάγο και χρήσιμο στις οικιακές εργασίες, ή να βρεθεί εκτός πλαισίου, να γίνει άγριο και σαρκοβόρο, με άλλα λόγια ένα άγριο θηρίο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της φύσης του αλόγου είναι ο μύθος του Ηρακλή και των αλόγων του Διομήδη, βασιλιά της Θράκης. Τα άλογα, αυτά έτρωγαν ανθρώπινη σάρκα και συγκεκριμένα όσους ναυαγούσαν στη χώρα του Διομήδη. Ο Ηρακλής, σύμφωνα με μια από τις εκδοχές του μύθου, κατάφερε να τα αιχμαλωτίσει και τους πρόσφερε ως τροφή τον ίδιο το Διομήδη. Κατόπιν, ο ήρωας τα έφερε στον Ευρυσθέα, ο οποίος αφού τα αφιέρωσε στην Ήρα, τα άφησε ελεύθερα στον Όλυμπο, όπου κατασπαράχθηκαν από άλλα άγρια θηρία.
Η άγρια αυτή φύση του αλόγου, ταιριάζει ιδιαίτερα στην εκδικητική μορφή της Δήμητρας Μέλαινας, καθώς είναι ενδεικτική του πόσο γρήγορα μπορεί να ανατραπεί ο ανθρώπινος πολιτισμός. Είναι η απόλυτη αγριότητα, με την οποία απειλεί η θεά τους πιστούς της.
Η πλευρά αυτή του αλόγου, δεν πρέπει να συγχέεται με τον Ίππιο Ποσειδώνα. Το άλογο σε αυτή την περίπτωση, ειδικά σε συνδυασμό με το θαλάσσιο στοιχείο του θεού, είναι σύμβολο γονιμότητας.
Το ζωικό στοιχείο δεν έχει από μόνο του μια και μοναδική σημασία, αλλά εξαρτάται από το εκάστοτε τοπικό θρησκευτικό και μυθολογικό πλαίσιο. Στη μορφή της Δήμητρας Μέλαινας, όπως ειπώθηκε παραπάνω, το άλογο είναι σύμβολο καταστροφής και αγριότητας.
Από την άλλη μεριά, σε μια άλλη μιξάνθρωπη μορφή, τον κένταυρο Χείρωνα, δεν υπάρχουν αυτά τα στοιχεία. Αντίθετα με τη Δήμητρα Μέλαινα, ο Χείρων είναι φίλος των ανθρώπων και ασχολείται με την παιδεία. Η διαφορά εδώ έγκειται στο γεγονός ότι στη μορφή της θεάς, το ζωικό μέλος είναι η κεφαλή, επομένως το μέλος που ελέγχει τη σκέψη και τη λογική, ενώ στον κένταυρο είναι ο κάτω κορμός και τα πόδια, που δεν επηρεάζουν τα ανωτέρω.
Η αντιπαράθεση των μορφών αυτών αποδεικνύει ότι ένα ζωικό είδος δεν μπορεί να έχει ένα και μοναδικό συμβολικό νόημα. Το στοιχείο του αλόγου μπορεί λοιπόν να έχει διαφορετικά νοήματα, ανάλογα με το πλαίσιο μέσα στο οποίο εντοπίζεται. Αποδεικνύεται τελικά, ότι δεν μπορεί να συνταχθεί ένα ενιαίο «λεξικό» ερμηνείας των ζωικών συμβόλων με βάση της μιξάνθρωπες θεϊκές μορφές, αλλά, ο συμβολισμός κάθε μορφής πρέπει να ερευνάται με βάση το περιβάλλον στο οποίο βρίσκεται.
Η σημασία της τιμωρίας της Δήμητρας Μέλαινας
Η περιοχή της Αρκαδίας, έχει σημαντικό μυθολογικό παρελθόν που σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με αφηγήσεις περιστατικών κανιβαλισμού. Ένα πολύ γνωστό παράδειγμα είναι ο μύθος του Λυκάονα, ο οποίος προσφέρει στο Δία γεύμα με ανθρώπινο κρέας. Ο Ζεύς αηδιάζει και είτε σκοτώνει το Λυκάονα, είτε τον μεταμορφώνει σε λύκο. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή που αναφέρει ο Παυσανίας, ο Λυκάων πάλι, θυσιάζει ένα βρέφος στο βωμό του Λυκαίου Διός και κατόπιν μεταμορφώνεται σε λύκο. Και στις δύο αυτές εκδοχές διακρίνεται η αποδοκιμασία του θεού απέναντι σε πρακτικές ανθρωποφαγίας και ανθρωποθυσιών, οι οποίες και τιμωρούνται, στη συγκεκριμένη περίπτωση μάλιστα, μέσω της μεταμορφώσεως.
Στη Φιγάλια, η ανθρωποθυσία εμφανίζεται με τη μορφή απειλής: αν οι κάτοικοι δεν επαναφέρουν τη λατρεία της Δήμητρας Μέλαινας, εκείνη θα φέρει ακαρπία και θα αναγκαστούν να φάνε ως και τα βρέφη, όπως λέει ο χρησμός του Μαντείου των Δελφών, σύμφωνα πάντα με τον Παυσανία.
Στο μύθο της Δήμητρας Μέλαινας, το θέμα της ακαρπίας και των θυσιών σχετίζεται με την πρόοδο του ανθρώπινου πολιτισμού. Το πρώιμο στάδιο της διατροφής του ανθρώπου αντιπροσωπεύεται από τους καρπούς και συγκεκριμένα στην περίπτωση των Αρκάδων από τα βελανίδια (Ἀρκάδες βαλανηφάγοι). Βρίσκονται στη φύση και δεν απαιτούν καμία καλλιέργεια. Η δεύτερη εκδοχή πρώιμης τροφής είναι αυτή της ανθρώπινης σάρκας (Λυκάων). Όταν η φύση δεν δίνει τους καρπούς της ο άνθρωπος καταφεύγει στον κανιβαλισμό. Στην αρχική μορφή της λατρείας είναι λογικό να υποθέσουμε ότι οι προσφορές στη θεά ήταν κυρίως βελανίδια, φρούτα, μέλι και μαλλί. Όταν παύουν κι αυτές οι προσφορές, μετά την καταστροφή του ξοάνου, έρχεται στο προσκήνιο η δεύτερη εκδοχή των ανθρωποθυσιών, όπως στην περίπτωση του Λυκαίου Διός. Η λύση είναι μόνο μια: η επαναφορά της λατρείας. Οι μύθοι αυτοί της Φιγαλίας, πραγματεύονται ουσιαστικά την πορεία της ανθρώπινης κοινωνίας από την αγριότητα στον πολιτισμό, μέσω της τροφής.
Όπως έχει ήδη ειπωθεί, μέσα από αυτόν το μύθο, διαγράφεται η ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού, από το στάδιο της αγριότητας και της ανθρωποφαγίας, σ’ αυτό της καλλιέργειας και της συλλογής καρπών. Η Δήμητρα είναι η θεά που ελέγχει πλήρως αυτήν την πρόοδο.
Με μια της απόφαση, μπορεί να αναιρέσει την ίδια την ανθρωπότητα. Αξιοσημείωτο είναι, πως η ίδια δεν χρειάζεται να κάνει απολύτως τίποτα, ενώ άλλοι θεοί σε περιπτώσεις τιμωρίας, προβαίνουν σε μεταμόρφωση, θανάτωση, βασανισμό και σε άλλες παρόμοιου τύπου δραστηριότητες.
Η Δήμητρα τιμωρεί δια της απραξίας. Χωρίς να ενεργήσει κατά οποιονδήποτε τρόπο, καταφέρνει να επιτύχει την πιο αποτελεσματική τιμωρία και φυσικά με το χειρότερο δυνατό αποτέλεσμα: τον αφανισμό της λογικής του ανθρώπου μέσω της στέρησης της τροφής, που θα τον οδηγήσει σε κτηνωδίες, χάνοντας κάθε πρόοδο και στο τέλος και την ίδια του τη ζωή. Αυτή ακριβώς τη δυνατότητα εκφράζει η προσωπικότητα της Δήμητρας Μέλαινας και ο μύθος γύρω από αυτήν, αποδεικνύει με τον πλέον κατάλληλο τρόπο, πως ο άνθρωπος όταν στερηθεί την τροφή, καταλήγει με μεγάλη ευκολία και πολύ γρήγορους ρυθμούς, στο επίπεδο των ζώων, χάνοντας ότι τον διαχωρίζει απ’ αυτά: τη λογική του.
Ο Ναός της Δέσποινας στη Λυκόσουρα
Στη γειτονική της Φιγαλίας, Λυκόσουρα, βρισκόταν το ιερό της Δέσποινας (εικ.6), όπου λατρευόταν μαζί με τη μητέρα της. Στο ναό τοποθετήθηκαν τα λατρευτικά αγάλματα της Δήμητρας, της Δέσποινας, της Άρτεμης και του τιτάνα Άνυτου, έργα του γλύπτη Δαμοφώντα.
Ο ναός ήταν δωρικός, εξάστυλος, πρόστυλος, με μεγάλο σηκό, χωρίς οπισθόδομο και οι απόψεις για τη χρονολόγησή του ποικίλλουν. Σύμφωνα με μια άποψη, ο ναός έχει τρείς φάσεις: μια στον -4ο αιώνα (τοίχοι σηκού, αρχαιότερη, χωρίς επένδυση νότια θύρα και δάπεδο προδόμου), μια τον -2ο αιώνα (βάθρο αγαλμάτων και αγάλματα, επενδεδυμένη νότια θύρα, κατώφλι ανατολικής εισόδου και δάπεδο) και η τελευταία τα ρωμαϊκά χρόνια (κίονες πρόστασης και μαρμάρινα μέρη στέγης). Η αντίθετη άποψη πρεσβεύει ότι ο ναός έχει δύο φάσεις: μετά τη θεμελίωσή του το -370. και μετά την καταστροφή του από τον Κλεομένη στα τέλη του -3ου αιώνα. Το υλικό του ναού, καθώς και των αγαλμάτων είναι τοπικό μάρμαρο από τα Δολιανά. Στο ιερό βρέθηκαν πολλά τιμητικά ψηφίσματα Μεγαλοπολιτών, οπότε εικάζεται ότι ο ναός διοικείτο από κοινού, από Μεγαλοπολίτες και Λυκοσουρίους.
Το βάθρο των αγαλμάτων αποτελείτο από ασβεστολιθικούς ορθοστάτες. Τα κολοσσικά αγάλματα, έργα του Δαμοφώντα, χρονολογούνται γύρω στο -190/-180 τα οποία λανθασμένα ο Παυσανίας αναφέρει ότι ήταν μονολιθικά. Τα αγάλματα εντάσσονται στο ρεύμα του νεοκλασικισμού. Χαρακτηρίζονται από απαλή επιφάνεια, απλότητα και ευρύτητα χαρακτηριστικών προσώπου. Η Δήμητρα θυμίζει μορφές της ζωφόρου του Παρθενώνα, ενώ ο Άνυτος βασίστηκε μάλλον στο Δία της Ολυμπίας. Η κόμμωση της Άρτεμης θυμίζει έργα του Πραξιτέλη και ίσως πιο συγκεκριμένα την Αρτέμιδα Βραυρωνία της Ακροπόλεως.
Η μη απεικόνιση της Δήμητρας ως μιξανθρωπική μορφή, αποτελεί επιλογή του Δαμοφώντα και μάλλον οφείλεται σε προσωπικό του δισταγμό, καθώς κάτι τέτοιο θα ήταν πολύ δραστική εικονογραφική επιλογή. Η Δήμητρα και η Δέσποινα κάθονται σε θρόνο και τις πλαισιώνουν οι μορφές της Άρτεμης και του Ανυτού. Η παρουσία της Άρτεμης δικαιολογείται όχι μόνο ως κόρη της Δήμητρας, αλλά και λόγω της χθόνιας απεικόνισής της, ενώ ο Άνυτος, εκτός από πατέρας της Δήμητρας, αντιπροσωπεύει τον παλαιότερο μυθικό κάτοικο του ιερού.
Το σύνταγμα (αναπαράσταση εικόνα πάνω) είχε ύψος 6μ. και το αποτελούσαν τέσσερα αγάλματα. Η σύνθεση είναι γνωστή από την απεικόνισή του σε νόμισμα της Μεγαλόπολης που χρονολογείται στην αυτοκρατορική εποχή και από την περιγραφή του περιηγητή Παυσανία, ο οποίος επισκέφθηκε το ιερό τα μέσα του -2ου αι. Η Δήμητρα και η Δέσποινα παριστάνονταν στο μέσον καθιστές σε ενιαίο θρόνο. Η Δήμητρα κρατούσε δάδα στο δεξιό χέρι της, ενώ με το αριστερό ακουμπούσε την Δέσποινα στον ώμο. Η Δέσποινα κρατούσε σκήπτρο και είχε τη μυστική κίστη στα γόνατα. Δίπλα στην Δήμητρα στεκόταν η θεά ΄Αρτεμις (συνοδευμένη από κυνηγετικό σκύλο), ενώ δίπλα στην Δέσποινα στεκόταν ο τροφός της Τιτάνας ΄Ανυτος.
Από αριστερά: Η κεφαλές της Αρτέμιδας, του Τιτάνα Άνυτου και της Δήμητρος. Από το περίφημο "σύνταγμα" του Μεσσήνιου γλύπτη Δαμοφώντα (σύμπλεγμα των κολοσσιαίων αγαλμάτων της Αθηνάς, της Δήμητρας, της Αρτέμιδας και του τιτάνα Ανύτου) του -2ου αι. Ναός της Δέσποινας αρχαία Λυκόσουρα.
Από το άγαλμα της Δέσποινας σώζονται θραύσματα του πέπλου (εικόνα παραπλεύρως). Εικονίζονται μορφές που χωρίζονται μεταξύ τους από κλαδιά ελιάς, μυρτιάς και από επαναλαμβανόμενες διακοσμητικές ταινίες. Στο επάνω μέρος εικονίζονται αετοί με ανοιχτές φτερούγες. Ακολουθεί πομπή φανταστικών όντων ( Νηρηίδες, Τρίτωνες και ιππόκαμποι) και κατόπιν φτερωτές γυναικείες μορφές που κρατούν πυρσούς. Στην κατώτερη ζώνη εικονίζεται πομπή ανθρώπινων μορφών με κεφάλια, χέρια και πόδια ζώων. Οι μορφές με το κεφάλι αλόγου πρέπει να σχετίζονται με τη Δήμητρα, ενώ τα θαλάσσια όντα με τον Ποσειδώνα. Τέλος βρέθηκε μικρός αριθμός μαρμάρινων γλυπτών, που αντί για πόδια έχουν ουρές ψαριού και μάλλον αποτελούσαν διακόσμηση του θρόνου.
Στο ιερό βρέθηκαν 140 τερακότες γυναικείων μορφών με κεφαλές ζώων. Έχουν ερμηνευτεί ως λατρευτές με μάσκες ζώων, που μετείχαν σε οργιαστικά θρησκευτικά δρώμενα. Παρόμοιες μορφές έχουν βρεθεί στο ναό του Ιππίου Ποσειδώνα στο Πετροβούνι και από τον Παυσανία γνωρίζουμε ότι ο ιερέας στο ιερό της Δήμητρας Κιδαρίας τελούσε τη γιορτή της ως μασκοφόρος.
Τέλος, σύμφωνα με επιγραφικές μαρτυρίες, στο ιερό της Δέσποινας απαγορευόταν η είσοδος για συγκεκριμένο αριθμό ημερών, σε γεγονότα που προαπαιτούσαν καθαρμό. Σε άλλη επιγραφή, αναφέρεται ότι οι γυναίκες που εισέρχονται έπρεπε να μη φοράνε μαύρα ή κόκκινα ρούχα, κοσμήματα και υποδήματα, γεγονός που υποδηλώνει μια πιθανή πιο μυστηριακή λατρεία.
Καζαντζίδη Μαρία: "Η απεικόνηση της Δήμητρας Μέλαινας"
Αριστομένης ο Μεσσήνιος
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Γάλλου, Κ. Χ. 2008. « Αρκαδικές θηριομορφικές λατρείες και ο Μυκηναϊκός τους απόηχος», στο: Proceedings of the International Symposium in honor of James Roy, 50 χρόνια Αρκάς (1958-2008), Στεμνίτσα 2008, 91-104.
Κουρουνιώτης, Κ. 1911. Κατάλογος του Μουσείου της Λυκόσουρας, Αθήνα.
Μπούρας, Χ. 1999. Μαθήματα Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής, Τόμος Α, Αθήνα.
Aston, E. 2011. Mixanthropoi. Animal-Human hybrid deities in Greek religion, Λιέγη.
Avagianou, A. 1991. Sacred Marriage in the Rituals of the Greek Religion. Ζυρίχη.
Boardman, J. 2002. Ελληνική Πλαστική. Κλασσική Περίοδος. Αθήνα.
Buxton, R. 2005. Οι ελληνικοί μύθοι. Ένας ολοκληρωμένος οδηγός. Αθήνα.
Buxton, R. 2009. Forms of Astonishment. Greek Myths of Metamorphosis. Νέα Υόρκη.
Camp, M. J. 2009. Οι αρχαιότητες της Αθήνας και της Αττικής. Αθήνα.
Cavvadias, P. 1893. Fouilles de Lykosoura. Αθήνα.
Dickins, G. 1905-1906. "Damophon of Messene", BSA 22, 109-136.
Forbes-Irving, P. M. C. 1990. Metamorphosis in Greek Myth. Οξφόρδη.
Grimal, P. 1964. Παγκόσμιος Μυθολογία. Τόμος Α΄. Αθήνα.
Gruben, G. 2000. Ιερά και Ναοί των αρχαίων Ελλήνων. Αθήνα.
Kerényi, Κ. 2013. Η μυθολογία των Ελλήνων. Αθήνα.
Orlandini, A. G. 1972. "Considerazioni sul Megaro di Despoina a Licosura",
ASAtene 47-48, 343-358.
Pollitt, J. J. 1986. Art in the Hellenistic Age. Cambridge.
Richepin, J. 1953. Ελληνική Μυθολογία. Τόμος Β΄. Αθήνα.
Stewart, A. 1990. Greek sculpture. An Exploration. New Haven & Λονδίνο.
ΑΡΧΑΙΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ
Παυσανίας. 1976. Ελλάδος Περιήγησις. Βιβλίο 8. Αθήνα.
Αιλιανός. 1959. Περί ζώων. Τόμος 2, Βιβλία 6-9. Λονδίνο.
Απολλόδωρος. 1965. Βιβλιοθήκη. Έλληνες Μυθογράφοι. Τόμος 1. Stuttgard.
Καλλίμαχος. 1958. Αποσπάσματα. Λονδίνο.
Οβίδιος. 1916. Μεταμορφώσεις. Τόμος 1. Βιβλίο 6. Λονδίνο.
Φώτιος. 1962. Βιβλιοθήκη. Τόμος 3, Παρίσι.
Περί των ιερών σπηλαίων της Ευρυνόμης και της Δήμητρος Μέλαινας στον ποταμό της Νέδας στην Τριφυλία. Απόσπασμα από την ταινία τεκμηρίωσης "Προολύμπιες θεότητες" με τον Ισπανό Ελληνιστή και Ερευνητή ΠΕΔΡΟ ΟΛΑΓΙΑ.
Περί των ιερών σπηλαίων της Ευρυνόμης και της Δήμητρος Μέλαινας στον ποταμό της Νέδας στην Τριφυλία. Απόσπασμα από την ταινία τεκμηρίωσης "Προολύμπιες θεότητες" με τον Ισπανό Ελληνιστή και Ερευνητή ΠΕΔΡΟ ΟΛΑΓΙΑ.
http://aristomenismessinios.blogspot.gr/2015/05/blog-post_27.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.