Παρασκευή 7 Αυγούστου 2015

ΤΟ ΝΑΥΑΓΙΟ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΑΚΡΩΤΗΡΙΟΥ (1.300 π.Χ.) ΚΑΙ Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΧΑΙΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΡΩΪΚΟ ΠΟΛΕΜΟ - Ι΄ ΜΕΡΟΣ - ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΝΤΑ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΚΑΙ ΛΑΟΙ - ΕΛΥΜΑΪΣ - ΕΛΥΜΑΙΟΙ

Ι΄ ΜΕΡΟΣ    Η  ΔΙΕΘΝΗΣ  ΣΚΗΝΗ  ΤΟΥ  1.300  Π.Χ.
ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΝΤΑ  ΒΑΣΙΛΕΙΑ  ΚΑΙ  ΛΑΟΙ

4.   ΕΛΥΜΑΪΣ - ΕΛΥΜΑΙΟΙ  (Ελάμ)


Η  αρχαία  χώρα  Ελυμαΐς  στον  Περσικό  Κόλπο.

Εποχή  του  χαλκού  (3.000 – 1.000  π.Χ.)

Οι  Ελυμαίοι ήταν  αρχαίος  ινδοελληνικός  λαός  της Ανατολής. Ήταν οι ανατολικοί  γείτονες  των Σουμερίων  και  των Βαβυλωνίων.  Η  αρχαία  χώρα  τους  Ελυμαΐς,  Ελυμαία,  ή  Ελάμ  είναι  το σημερινό "Χουζιστάν"  στο  νοτιοδυτικό  Ιράν,ανατολικά της Βαβυλώνας, κατά μήκος των ΒΑ ακτών του Περσικού κόλπου. Πρωτεύουσα  της Ελυμαΐδος  ήταν  τα  Σούσα,  μία σπουδαία ιστορική
πόλη,  που  αργότερα οι  Πέρσες την  κατέστησαν πρωτεύουσα της Σατραπείας της Σουσιανής.  
Παρ’ όλο που η Ελυμαΐς συχνάαναφέρεται και σαν  Σουσιανή,  η χώρα  Σουσιανή  δεν ταυτίζεται
πάντοτε  με  την  Ελυμαΐδα.Το  όνομα  Ελάμ  πηγάζει  από  το  Ελαμίτικο  όνομα  ΧΑΛΤΑΜΤΙ.  

Οι  Ελληνοσουμέριοι  την  χώρα  την  αποκαλούσαν  ΕΛΑΜΑ  και  οι  μεταγενέστεροι  Σημιτοακκά-διοι   ΕΛΑΜΤΟΥ. 

Ιστορικά  και  γεωγραφικά, η  χώρα  Ελυμαιώτις  (Ελάμ)  περιλάμβανε την εύφορη πεδιάδα που βρίσκεται στην ανατολική πλευρά της κάτω κοιλάδας του Τίγρη, η οποία ποτιζόταν από τους ποταμούς Καρούν και Καρχέχ, και εκτεινόταν στις ορεινές περιοχές που περιέβαλλαν αυτή την πεδιάδα Β και Α, παρότι αυτά τα δύο σύνορα είναι εκείνα για τα οποία είμαστε λιγότερο βέβαιοι. Σε αυτές τις ορεινές περιοχές πιστεύεται ότι βρισκόταν μια περιοχή με το όνομα Ανσάν, η οποία σύμφωνα με επιγραφές αποτελούσε από πολύ παλιά τμήμα του Ελάμ.
Η  Ελυμαία, λοιπόν, η οποία βρισκόταν στο έσχατο ανατολικό άκρο της Εύφορης Ημισελήνου, 
κατείχε κατά κάποιον τρόπο μεθόρια θέση, δεδομένου ότι ήταν μια από τις περιοχές όπου οι  κατακτητές  σημίτες  της  Μεσοποταμίας, συγκρουόταν ή αναμειγνυόταν με Ινδοελληνικές φυλές.
Το  όνομα  του  "Ελάμ"  επέζησε  μέχρι  την   Ελληνιστική περίοδο.  Το   Ελληνικό όνομα 
Eλυμαΐς,  δόθηκε  από  τους Έλληνες  στο  ημι-ανεξάρτητο  κράτος  των  Ελυμαίων  που ήταν
από  το  200  π.Χ.  μέχρι  το  250  μ.Χ  υπό  την  κυριαρχία των  Πάρθων.

Ελυμαιώτικο  ανάγλυφο  (Μινωϊκής   τεχνοτροπίας)   με  μια  νεαρή  γυναίκα  νηματουργό – Μουσείο του Λούβρου


ΓΛΩΣΣΑ  ΚΑΙ  ΓΡΑΦΗ  ΤΩΝ  ΕΛΥΜΑΙΩΝ

Οι Ελαμίται αποκαλούσαν  την  χώρα  τους  Χαλταμτή.  Οι  ελληνοσουμέριοι  την  αποκαλούσαν
Ελάμ  και  οι  σημίτες  Ακκάδιοι Ελαμού  (θηλυκό  Ελαμιτού). Οι  Έλληνες  γεωγράφοι  την  αποκαλούσαν  Σουσιανή.
Το  σύγχρονο  όνομα  Χουζεστάν  προέρχεται από την περσική ονομασία για τα Σούσα:  Αρχαία Περσικά:   Χουτζίγια =  Σούσα, μέση περσική:  Χούζ  =  Σουσιανή,   σύγχρονη περσική:  Χούζ
και  κατάληξη  -σταν = χώρα.
Η  σύγχρονη  επιστημονική  γλωσσολογία  δέχεται  ότι  η  αρχαία  ελυμαιώτικη  γλώσσα  είναι  μία    απομονωμένη  γλώσσα, διαφορετική  από  την  γειτονική  Σουμεριακή  (επίσης απομονωμένη)  
και  εντελώς  διαφορετική  από  την  σημιτική  Ακκαδική.  Επίσης  διαφέρει  από  τις  μετέπειτα 
ινδοελληνικές  γλώσσες,  που ήρθαν  για  να κυριαρχήσουν στην περιοχή.
Τα  πολύ  πρώιμα  (2.500  π.Χ.),  γραπτά  των  Ελυμαίων  ήταν γραμμένα σε  μία  Γραμμική  γραφή
σαν  την  Κρητομυκηναϊκή γραφή  Α  και  Β.  Το 2006, δύο ακόμη μεγαλύτερες  επιγραφές σε  
Γραμμική  γραφή  ανακαλύφθηκαν στο   Τζιρόφτ  (Jiroft), στα ανατολικά της Ελυμαϊδος.  Αργότερα
οι Ελυμαίοι  εγκατέλειψαν την Ελληνική γραμμική γραφή  και  υιοθέτησαν  την ελληνοσουμεριακή  σφηνοειδή. 
Η  ελυμαιώτικη  γλώσσα  επέζησε  μέχρι  την  πρώιμη ισλαμική περίοδο  και  μετά  εξαφανίσθηκε.   
Εθνικιστές πέρσες  ιστορικοί που  έγραψαν  για  την  εποχή  αυτή,  υποστηρίζουν  ότι  «Οι  ιρανικές   γλώσσες είναι  η γλώσσα  Παχλεβί  (Fahlavi)  γλώσσα Νταρή  (Dari) η  γλώσσα  Χουζή  (Khuzi), 
και  τα  περσικά». Ο   Ιμπν Moκαφφά   σημειώνει  ότι: «η  γλώσσα   Χουζή  (Khuzi) – δηλαδή τα  Ελυμαιώτικα -     ήταν  στην  πραγματικότητα  μία  Περσική  γλώσσα».   
    
Οι  σχέσεις των  Ελυμαιώτικων  με άλλες γλωσσικές οικογένειες

  Είναι  χαρακτηριστικό  ότι  κανένας  σύγχρονος  γλωσσολόγος  δεν προτείνει,  έστω
και  ως  υπόθεση εργασίας,  μία  πιθανή  συγγένεια  της  Ελυμαιώτικης  γλώσσας  με    τις  πρώιμες  Ελληνοπελασγικές.
Αρκετοί  μελετητές έχουν προτείνει ότι η ελυμαιώτικη  γλώσσα θα μπορούσε να σχετίζεται με ορισμένες  Δραβιδικές  Ινδικές γλώσσες  ή γλώσσες της  ΣριΛάνκα.  Κάποιοι  επιθετικοί προχωρούν
και  συνδέουν  την  Ελυμαιώτικη  γλώσσα  με  την γλώσσα  των  Χμέρ  της  Καμπότζης!   
Η  πλειοψηφία  των  γλωσσολόγων  όμως  την  χαρακτηρίζει ως μια απομονωμένη γλώσσα  και  
το  ζήτημα  σταματάει  εκεί.
Οι Πέρσες πήραν  πολλές Ελυμαιώτικες  λέξεις στην γλώσσα τους  και  στην  αρχή   λάτρευαν
πολλούς  Ελυμαιώτες  θεούς.  Περίπου 30.000 πήλινες πινακίδες από την εποχή του Πέρση Βασιλιά Δαρείου Α΄ βρέθηκαν στην Περσέπολη, βασιλική πόλη των Περσών.  Είναι γραμμένες κυρίως στην επονομαζόμενη «ελυμαιώτικη» γλώσσα.

Ελυμαιώτικο  ανάγλυφο  που παριστάνει γυναίκα με ουρά ψαριού  (παραπέμπει  στον  Ωάννη  και  στους  Ελληνοσουμερίους) να κρατάει φίδια – Μουσείο του Λούβρου.  Παρακάτω  προσέξτε  την  ομοιότητα  με  τον  Έλληνα  Τιτάνα  Τυφώνα.


Ο  ΖΕΥΣ  ΟΜΙΛΕΙ:
«Δείδια μυθοτόκον πλέον λλδα, μή τις χαιν
ὑέτιον Τυφνα κα ψιμδοντα καλσσ
 πατον, χρανων μν ονομα».
 Νόννος ο Πανοπολίτης, Διονυσιακά (Α΄ στ. 385-387).
  Μετάφραση: 

  Ο  θεός  Ζεύς  λέει  ότι: 
«περισσότερο  από  όλους  φοβάμαι την Ελλάδα, την μάνα  που  γεννά  τους μύθους,  γιατί  μπορεί  κάποιος  από  τους  Έλληνες  Αχαιούς  να  βγει  και  να πει ότι  ο  Τυφώνας  (και  όχι  ο  Ζεύς)  είναι  ο  Βροχοποιός,  ο  
 Άρχοντας  του  ουρανού και  ο   Ύπατος  (ο  υπέρτατος  θεός)  
και  να  κηλιδώσει  έτσι  το  όνομά μου».

Ασημένιο κύπελλο με Ελυμαιώτικη  γραμμική  επιγραφή – 2.000  π.Χ.
Μινωϊκή  αμφίεση
Η  θέση  των  γυναικών  στην  Μεσοποταμία  και  στην  
Ελυμαιώτιδα.

Στα  προϊστορικά  χρόνια  η  Ελυμαία  αναφέρεται  σαν  καθαρά  μητριαρχική κοινωνία.  Στα 
ιστορικά  χρόνια,  σε γενικές γραμμές, τα δικαιώματα των γυναικών  δεν ήταν ίσα με αυτά  των ανδρών. Παρ’ όλα  αυτά  οι γυναίκες ήταν ελεύθερες να βγουν  έξω  στην  αγορά,  μπορούσαν  να
αγοράζουν και να πωλούν εμπορεύματα, να παρίστανται αν  ήταν  απόντες οι άνδρες τους σε νομικά θέματα,   να  διεκδικούν  το  δικό τους ακίνητο, να  δανείζονται,  να δανείζουν και  να συμμετέχουν  σε  εμπορικές  επιχειρήσεις.
Ιέρειες και  μέλη των βασιλικών οικογενειών των  κρατών  της  Μεσοποταμίας,  έπρεπε  να μάθουν να διαβάζουν και να γράφουν, για  να  τους  δοθεί  έτσι  και  σημαντική διοικητική  θέση.  Η θέση των γυναικών κυμαινόταν  μεταξύ των  διαφόρων  πόλεων-κρατών  της  Μεσοποταμίας  και  άλλαζε
με την πάροδο του χρόνου. Υπήρχε ένα τεράστιο χάσμα  στα  δικαιώματα  των  γυναικών ανάμεσα
στα  ανώτερα  και  στα  κατώτερα  κοινωνικά  στρώματα, (σχεδόν ο μισός πληθυσμός στην  
σημιτική  Αμορρίτικη Βαβυλωνιακή Αυτοκρατορία  ήταν σκλάβοι).  Η ελευθερία των  γυναικών
υποχώρησε  πολύ  κατά  την  Ασσυριακή  περίοδο.

Η  θρησκεία  των  Ελυμαίων    .

Η  γνώση  μας  για τη θρησκεία τους είναι ελάχιστες, αλλά  σύμφωνα με την «Αρχαία Ιστορία» του  Καίμπριτζ,  οι  θεοί  των Ελυμαίων  αποτελούνταν  από  ένα  πάνθεον με  επικεφαλής την  θεά 
Κιριρίσα / Πινικίρ  (Kiririsha / Pinikir). Άλλες θεότητες περιλάμβαναν την Ινσουσινάκ  (Inshushinak)
και  τον  Θεό  Γιαμπρού  (Jabru),  τον άρχοντα του  κάτω  κόσμου.

Η ιστορία της  χώρας  Ελυμαϊδος χωρίζεται σε τέσσερεις  περιόδους:

Η γνώση της ιστορίας των  Ελυμαίων  παραμένει σε μεγάλο βαθμό αποσπασματική  και  βασίζεται  
κυρίως  σε  πηγές  της Μεσοποταμίας ( Σουμερίων, Ακκάδων, Ασσυρίων και Βαβυλωνίων). 
Η εφεύρεση, από τους  μυστηριώδεις  Ανουνάκι, της Σουμεριακής  γραφής από  το  3.000  π.Χ.     βοηθάει  τους  ιστορικούς  ερευνητές  στην  ανασύνθεση  ιστορικών  εξελίξεων  και στην  χώρα  της  Ελυμαίας.
  • Η  προϊστορική  περίοδος   (7.000 – 3.000  π.Χ.)
  • Η  παλαιά  Ελυμαιώτικη  περίοδος   (3.000 – 1.600 π.Χ.)
  • Η  μέση  Ελυμαιώτικη  περίοδος (1.600  – 1.100 π.Χ.)
  • Η  νέα  Ελυμαιώτικη  περίοδος (1.100  – 539 π.Χ.)

Προϊστορική  περίοδος  (7.000  -  3.000  π.Χ.)

Ίχνη κατοίκησης στην  περιοχή  της  Ελυμαϊδος υπάρχουν από το 7.000 π.Χ. Οι  πρώτοι  πολιτισμοί 
της  περιοχής  (Jiroft και Zabol) αποτελούν  μία ειδική περίπτωση, λόγω της μεγάλης αρχαιότητας τους  (από  το  7.000  π.Χ.).

 

Παλαιά  Ελυμαιώτικη  περίοδος
Εποχή  του  χαλκού  (3.000 – 1.600 π.Χ.)
Τρία πρωτο-ελυμαιώτικα κράτη συγχωνεύθηκαν για να σχηματίσουν το βασίλειο της Ελυμαιώτιδος: 
  
α.  το  κράτος  Aνσάν  (που  βρισκόταν  στην  σημερινή  επαρχία   Κουζεστάν - Φαρσί), 
β.  το  κράτος  Αβάν  ή  Άννβη  (σημερινή  επαρχία  Λορεστάν)  και  
γ.  το  κράτος  Σιμάσκη  (σημερινή  επαρχία  Κερμάν ). 

Η  συγχώνευση  αυτή  σε  ενωμένη κυβερνητική  δομή,  επιτεύχθηκε  ως απάντηση στην  εισβολή
των  γειτόνων  από την Σουμερία.  Στην  παλαιά  Ελυμαιώτικη  περίοδο (Εποχή του Χαλκού ),  
επικρατούσαν  τα  Ελυμαιώτικα  βασίλεια  ψηλά  στο ιρανικό οροπέδιο, με  κέντρο το  Aνσάν. 
Από  τα  μέσα της  2ης χιλιετίας π.Χ., η  ιστορία  της  Ελυμαιώτιδος  ήταν επικεντρωμένη στα πεδινά  γύρω  από  τα  Σούσα.
Η  πόλη των  Σούσων  ιδρύθηκε γύρω στο 3.000 π.Χ. στη λεκάνη απορροής του ποταμού Καρούν,  την  περίοδο  των Ελληνοσουμερίων  Ανουνάκι.
Την  πρωτο – Ελυμαιώτικη  περίοδο (περίοδος  των  Ανουνάκι  στην  Ελληνοσουμερία,  από  το 3.000 – 2.700 π.Χ.) τα αρχαιολογικά ευρήματα έδειξαν μια ιδιαίτερη μορφή Ελληνοσουμεριακής
κεραμικής.  Αυτό  το  είδος  της  κεραμικής  εύκολα  μας  επιτρέπει να αναγνωρίσουμε  την επίδραση  του  πολιτισμού  της  Σουμερίας,  της περιόδου  Ουρούκ. Υπάρχει,  χωρίς  να  έχει αποκρυπτογραφηθεί ένα  πρωτο-ελυμαιώτικο  σύστημα  γραμμικής  γραφής μέχρι περίπου το 2.700 π.Χ.. Η πρωτο-ελυμαιώτικη περίοδος τελειώνει με την εγκαθίδρυση της δυναστείας Άννβη.
Η αρχαιότερη γνωστή ιστορική προσωπικότητα που συνδέεται  μετην  Ελυμαία είναι ο
Ελληνοσουμέριος βασιλιάς  της  πόλεως Κις, ο  Ενμεμπεργκάση,  ο  οποίος  το  2.650  π.Χ. 
κατέλαβε  την  Ελυμαία.  Τότε  η  αυθεντική  Ελληνοσουμεριακή κεραμική αντικατέστησε την πρωτοελυμαιώτικη  κεραμική.
    Οι  Σημίτες  Ακκάδες  που  κατέκτησαν  την  Ελληνοσουμερία  το  2.400  π.Χ.,   προσπάθησαν  να    επεκταθούν  μετά  στα ανατολικά,  στην  Ελυμαία.  Γι αυτό  η  Ελυμαιώτικη  ιστορία μπορεί να ανιχνευθεί  τώρα  καλύτερα  μέσα  από  τις  σφηνοειδείς   γραφές,  που χρονολογούνται  από  την
αρχή της σημιτικής  Ακκαδικής Αυτοκρατορίας,   γύρω στο 2.400 π.Χ. και μετά.
Το  ενωμένο  κράτος  της  Ινδοελληνικής  φυλής  της  Ελυμαίας  δημιουργήθηκε  τότε  σαν  μια προσπάθεια των  αυτόχθονων κατοίκων της περιοχής  το  2.300  π.Χ.  να  επαναστατήσουν
εναντίον  της  κατοχής της χώρας τους από τους εισβολείς Σημίτες  Ακκάδες  και  να οργανωθούν στρατιωτικά και πολιτικά.  Η  ανεξαρτησία  των  Ελυμαίων  από  τους Σημίτες
Ακκάδες  ολοκληρώθηκε  το  2.240  π.Χ.
Γνωρίζουμε δώδεκα βασιλείς για  κάθε μία από τις δύο πρώτες Ελυμαιώτικες  δυναστείες:
Την  δυναστεία  των  Αβάν  ή  Αννβη (2.400-2.100 π.Χ.)  και  την  δυναστεία  των  Σιμάς  (Simash – 2.100-1.970 π.Χ.).   Επίσης  δύο  Ελυμαιώτικες  δυναστείες είχαν ασκήσει σύντομη  κυριαρχία  στην
Σουμερία  σε πολύ πρώιμους χρόνους.  Αρκετοί   επίσης  ηγεμόνες  των  Σουμερίων,  όπως  ο 
Εαννάτουμ  (Eannatum)  του  Λαγκάς  και  ο  Λουγκάλ-Αννέ-Μουντού  (Lugal-Anne-Mundu)  της  
σουμεριακής  χώρας  Aντάμπ, εξουσίασαν  προσωρινά  την  Ελυμαία.
Η  δυναστεία  των  Ελυμαίων  Aβάν  ή  Άννβη  ήταν σύγχρονη  με εκείνη της Μεσοποτάμιας
Ακκαδικής  Αυτοκρατορίας  του  Σαργών.  Ο  Σαργών  νίκησε τον βασιλιά  των  Αβάν  Λουχή-Ισάν 
(Luhi-Ishan)  και  αφού  κυρίευσε  τα  Σούσα,   προσπάθησε να κάνει  την  σημιτική  Ακκαδική
ως  την επίσημη γλώσσα  των  Ελυμαίων.
 Από  αυτή τη στιγμή, οι  πηγές  της  Μεσοποταμίας σχετικά με την  Ελυμαία γίνονται  πιο  συχνές, δεδομένου ότι οι Μεσοποτάμιοι είχαν ενδιαφερθεί  πολύ για τους οικονομικούς πόρους της Ελυμαίας
από το ιρανικό οροπέδιο (όπως  το  ξύλο, η  πέτρα  και  τα μέταλλα)  και  οι  στρατιωτικές αποστολές στην περιοχή έγιναν πιο συχνές.
Μετά  την κατάρρευση της Aκκαδικής  σημιτικής  αυτοκρατορίας  η  Ελυμαία   διακήρυξε  την
ανεξαρτησία της  και  προσπάθησε με  τον  βασιλιά  Κουτίκ-Ινσουσινάκ   (Kutik-Inshushinak,  
2.240-2.220 π.Χ.),  να  προωθήσει  την  Ελυμαιώτικη  γλώσσα.  Μετά τον  θάνατό  του  η δυναστεία
Άννβη κατέρρευσε  και  ένας  λαός  από  το  βορειοδυτικό Ιράν,  οι  Γκούτιοι,  κατέλαβαν
την  χώρα.
 Αναλυτικά  οι  τρεις βασιλικές δυναστείες που  κυριάρχησαν στην  ανεξάρτητη  Ελυμαϊδα την παλαιά περίοδο  είναι:
Δυναστεία των Αβάν  (2.400 – 2.100  π.Χ.)

Η δυναστεία των Αβάν είναι γνωστή από τις επιγραφές των Ακκάδων, την εποχή της κοσμοκρατορίας της δυναστείας του Σαργκόν του Μεγάλου (2.334-2.279 π.Χ. ), ο οποίος αφού κατέκτησε τα Σούσα επιχείρησε βίαια να αντικαταστήσει την ελυμαιώτικη  γλώσσα με την σημιτική  ακκαδική. Με την κατάρρευση της αυτοκρατορίας των Ακκάδων την εποχή του Σαρ – καλί – Σαρί (2.219 - 2.196 π.Χ.), τρισέγγονου του Σαργκόν, η δυναστεία των Αβάν κήρυξε την ανεξαρτησία του Ελάμ με τον βασιλιά Κουτίκ-Ινσουσινάκ (2.240 – 2.220 π.Χ.).
Τα σημιτικά Ακκαδικά αποβλήθηκαν εντελώς από την περιοχή.
 Η δυναστεία των Αβάν κατέρρευσε το 2.100 π.Χ., ύστερα από επιδρομές  μιας  ληστρικής φυλής από το βόρειο Ιράν,  των Γκούτιων, που μιλούσαν μία συγγενική γλώσσα με τους Ελυμαίους.

Βασιλείς της  Ελυμαιώτιδος  κατά την περίοδο αυτή διετέλεσαν οι:
Πελί (Peli (~2.500)
Τατά (Tata ~2.475)
Ουκού-Τακές (Ukku-Takhesh ~2.450)
Κισούρ (Khishur ~2.425)
Σουσούν-Ταρανά (Shushun-Tarana ~2.400) 
Ναπίλ-Κους (Napil-Khush ~2.375)  
Κικού-Σιβέ-Τεμτί (Kikku-Sive-Temti ~2.350) 
Λουκ-Ισχάν (Lukh-Ishshan ~. 24ο αι.) 
Κελού (Khelu ~ 24ο αι.) 
Κιτά (Khita ~ 23ο αιώνα)
  • Κουτίκ-Ινσουσινάκ (~2.240).
Ένα  κομψοτέχνημα  από  τα  Σούσα  (1.200 π.Χ). 

Δυναστεία των Σιμάς:  (2.100 – 1970  π.Χ.)
 Έναν αιώνα αργότερα ο βασιλιάς Σουλγκή της Ελληνοσουμεριακής  3ης δυναστείας της Ουρ
κατέλαβε τα Σούσα, αλλά η δύναμη των Σουμερίων ξεκίνησε απότομα να φθίνει  από  εσωτερικούς
λόγους  (υπήρχαν ελάχιστοι  Ελληνοσουμέριοι  ανάμεσα  σε πλήθος  Σημιτών  Αμορριτών).  
      Την εποχή του εγγονού του Σουλγκή,  Ιμπί-Σιν, οι Ελυμαίοι  επαναστάτησαν,  κυρίευσαν και λεηλάτησαν την Ουρ,  ανατρέποντας την τελευταία δυναστεία των Ελληνοσουμερίων  (2.004 π.Χ.). Δεν  γνωρίζουμε  αν  οι  Αμορρίτες  Σημίτες,  οι οποίοι  αποτελούσαν  πλέον  την  πλειοψηφία  του  
πληθυσμού  της  Ουρ, άνοιξαν  την  Κερκόπορτα.  Ο  ίδιος ο Ιμπί Σιν μεταφέρθηκε αιχμάλωτος στα Σούσα με πλήθος από λάφυρα.     
     Η  Σημιτική  Ακκαδική δυναστεία της  Ισίν που αντικατέστησε την ελληνοσουμεριακή  
3η δυναστεία της Ουρ,  έδιωξε τους Ελυμαίους  από την Μεσοποταμία, ξαναπαίρνοντας τα κλοπιμαία από τα Σούσα, όπως το άγαλμα του θεού Νάννα.
Οι  βασιλείς  αυτής  της  δυναστείας  στην  Ελυμαιώτιδα  είναι:
 Γκιρ-Ναμέ (Gir-Namme ~ 2.030)
Ενπί-Λουχάμ (Enpi-Luhhan ~ 2.010)
Κουτράν-Τεμτ (Khutran-Temtt ~1.990)
Κιντατού (Kindattu (~1.970)
Ιντατού-Ινσουσινάκ Α (Indattu-Inshushinnak I ~1.950)
Ταν-Ρουκουρατέρ (Tan-Rukhurater ~1.935) 
Ιντατού-Ινσουσινάκ Β (Indattu-Inshushinnak II ~1.925) 
Ιντατού-Ναπίρ (Indattu-Napir ~1.915) 
Ιντατού-Τεμτ (Indattu-Tempt ~1.900).
Δυναστεία των Επαρτί:  (1.970 - 1.770  π.Χ.)

Η  δυναστεία  αυτή  ιδρύθηκε από  τον  Επαρτί  Ι.
Στην  αρχή  αυτής της περιόδου, τα Σούσα ήταν  ελεύθερα,  αλλά  διάφορα  σημιτικά  κράτη
της  Μεσοποταμίας, όπως  η  Λάρσα και  η  Ισίν  προσπαθούν   συνεχώς να ξαναπάρουν την πόλη.  Ένας Ελυμαίος αξιωματούχος ονόματι Κουδούρ-Μαβούκ,  γύρω στο  1.850  π.Χ.  κατέλαβε την εξέχουσα αρχαία  Ελληνοσουμεριακή  πόλη Λάρσα (σημιτική  πόλη  πλέον - κατά μήκος του Ευφράτη ποταμού, βόρεια της Ουρ)  και  εγκατέστησε  βασιλιά  τον γιο του  Γαράντ-Σιν.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι τόσο το όνομα του Γαράντ-Σιν όσο και το όνομα του Ριμ-Σιν (αδελφού του Γαράντ-Σιν που τον διαδέχθηκε ως βασιλιάς) είναι σημιτικά, πράγμα που πιστοποιεί περαιτέρω την βαθειά  επίδραση  του σημιτικού στοιχείου στην  ευρύτερη  περιοχή
(και στην  Ελυμαία).
Σπουδαίοι  ηγεμόνες  της  εποχής  περιλαμβάνουν  τον  Σιρουκντού  (Sirukdukh),  τον  Σιβέ-Παλάρ-Κουπάκ  (Siwe-Palar-Khuppak), - αναφέρεται με σεβασμό  ως "πατέρας" της Μεσοποταμίας  και
τον  βασιλιά  Ζιμριλίμ  (Zimrilim)  του κράτους  Μαρί.  Η  βόρεια Μεσοποταμία  βρισκόταν  υπό τον έλεγχο της Παλαιάς Ασσυριακής αυτοκρατορίας.  Η  Ελυμαιώτικη  επιρροή  της  δυναστείας 
των  Επαρτί  στη νότια Μεσοποταμία δεν κράτησε  πολύ  γιατί   συνέπεσε  με  την  άνοδο  της
δυναστείας  των Σημιτών Αμορριτών στην Βαβυλώνα.  Η  δυναστεία  Επαρτί ανατράπηκε το
1.760 π.Χ από τον  Αμορρίτη  Χαμουραμπί, που έδιωξε τους Ελυμαίους, κατέλαβε ολόκληρη την Μεσοποταμία  και ίδρυσε  μια βραχύβια Αμορρίτικη Βαβυλωνιακή Αυτοκρατορία.

Βασιλείς  της  δυναστείας  Επαρτί  ήταν οι:
Επαρτί Α (Eparti I ~1.899)
Επαρτί Β (Eparti II ~1.875) 
Επαρτί Γ (Eparti III ~1.850)
Σιλκακά (Shilkhakha ~1.840) 
Ατακουσού (Attakhushu ~1.830)
Σιρουκντού (Sirukdukh ~1.792)
Σιμούτ-Βαρτάς (Shimut-Wartash 1.772 – 1.770  π.Χ.).

H  ΘΕΣΗ  ΤΗΣ  ΧΩΡΑΣ  ΕΛΥΜΑΪΔΟΣ  (1.000  Π.Χ.)  
ΕΜΠΟΡΙΚΟΙ  ΔΡΟΜΟΙ  ΤΗΣ  ΠΕΡΙΟΧΗΣ


Μέση  Ελυμαιώτικη  περίοδος  (1.600  -  1.100  π.Χ.)



Η μέση  Ελυμαιώτικη  περίοδος ξεκινά με την άνοδο της δυναστείας των Ανσανιτών (1.500 π.Χ.) οι οποίοι  προσπάθησαν  και πέτυχαν  την  επαναφορά  της  προγονικής  Ινδοελληνικής  γλώσσας  στα Σούσα.  Οι  βασιλείς  αυτοί  έλαβαν  τον  τίτλο  «βασιλείς των  Σούσων  και της Aνσάν» και αποκάλεσαν  τους εαυτούς τους "δούλους του Kιρβασίρ  (Κirwashir),  μιάς   ελυμαιώτικης θεότητας των ορεινών φυλών,  που  την  εισήγαγαν στο πάνθεον των  Ελυμαίων.  Προηγήθηκαν πέντε βασιλείς των Κυδινουιδών (1.500  – 1.400 π.Χ. οι οποίοι εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούν την σημιτική  Ακκαδική γλώσσα, αλλά οι διάδοχοι τους Ιγκεχαλκίδες (1.400  – 1.210 π.Χ.) και Σουτρουκίδες  (1.210 – 1.100 π.Χ. χρησιμοποιούν πλέον  τα Ινδοελληνικά  Ελυμαιώτικα. Τότε καθιερώθηκαν οι  ντόπιες Ελυμαιώτικες  θεότητες στα Σούσα.
Από τους Ιγκεχαλκίδες είναι γνωστοί 10 βασιλείς.  Πολλοί από αυτούς παντρεύτηκαν πριγκίπισσες των Ελληνοκασσιτών  ηγεμόνων της  Βαβυλώνας,  οι οποίοι σποραδικά είχαν καταλάβει την  Ελυμαία (Χρονική  περίοδος  Τρωϊκού  πολέμου, - Ελληνοκασσίτες βασιλείς:  Κουρίγκαλζου ΙΙ,  1.320  π.Χ.  -   Καστίλιας  ΙV,  1.230 π.Χ.).  
     Με τους Σουτρουκίδες η Ελυμαιώτικη  αυτοκρατορία έφτασε στο αποκορύφωμα της δόξας της.  Ο βασιλιάς Σουτρούκ Νακχουντέ και οι τρεις γιοί του έκαναν σκληρές επιθέσεις στην
Βαβυλώνα που βρισκόταν υπό την εξουσία των Κασσιτών. Δημιούργησαν ισχυρό στρατό  και
έκτισαν λαμπρά κτίρια και ναούς.   Η  Ελληνοκασσιτική  Βαβυλωνιακή  ισχύς  εξασθενούσε  και η 
βόρεια Μεσοποταμία  κυριαρχείται  πλέον  από  την  Μέση Ασσυριακή Αυτοκρατορία 
(1.366-1.020 π.Χ.).  Οι Ελυμαίοι  ήρθαν σε σύγκρουση  και  με την Ασσυρία , καταφέρνοντας να καταλάβουν  την ασσυριακή πόλη Aρράπα.
      Ο  σπουδαίος  βασιλιάς  της  Ελυμαίας  Σουτρούκ Νακχουντέ  αφού  λεηλάτησε την Βαβυλώνα
μετέφερε  στα Σούσα πολλά πολύτιμα κλοπιμαία όπως το άγαλμα του Μαρδούκ από τον ναό της Εσαγκίλα, την στήλη του Χαμουραμπί  και  την  στήλη  του Ναράμ  Σιν.  Ανέτρεψε τον Ελληνοκασσίτη βασιλιά της Βαβυλώνας Ζαμπάμπα – σουμά – Ιντίν,  αντικαθιστώντας τον με τον δικό του  γιο  Κουτίρ – Νακχουντέ. 
Ύστερα από αυτό οι  Ελληνοκασσίτες ανατράπηκαν στην Βαβυλώνα από μια τοπική σημιτική 
δυναστεία της Ισίν, την 5η δυναστεία της Βαβυλώνας. Η  σημιτική  φυλή  των  Χαλδαίων εξουσιάζει πλέον στην  Βαβυλώνα.  Ο βασιλιάς της 5ης δυναστείας  της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορ Α΄ 
έδιωξε  από  την Βαβυλώνα  τους Ελυμαίους,  λεηλάτησε τα Σούσα,   μεταφέροντας πίσω τα πολύτιμα κλοπιμαία, όπως το άγαλμα του Μαρδούκ και την στήλη του Χαμουραμπί.
Μετά  τον  βασιλιά  Κουτελουτούς – Ιν – Σουσινάκ,  η ισχύς  της  Ελυμαιώτικης  Αυτοκρατορίας
άρχισε να φθίνει  και  η  χώρα  της Ελυμαιώτιδος  εξαφανίζεται στο σκοτάδι  για  περισσότερο 
από  τρεις αιώνες.

Ελυμαιώτικο  τεχνούργημα.  Η  τεχνοτροπία  είναι  επηρεασμένη  από  τον  πολιτισμό  Τζιρόφτ.

Νέα  Ελυμαιώτικη περίοδος   (1.100  -  539  π.Χ.)

Εποχή  του  σιδήρου

Α΄  περίοδος  ( 1.100-770  π.Χ.)
Για αυτήν την περίοδο δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία, αυτό  όμως  που παρατηρούμε είναι  ότι
η  Ελυμαΐς  συμμαχεί  με την Βαβυλώνα, για να αντιμετωπιστεί η υπερδύναμη της Ασσυρίας.  
Τότε  ένας Ελυμαίος, ο Μαρ μπιτί απλά Ουσούρ, έγινε  βασιλιάς της  Βαβυλώνας.
Σ’ αυτήν  την  περίοδο παρατηρούμε την  γέννηση  ενός λαού,  τους  Μήδες,   στα οροπέδια του Ιράν, που μιλούσε την Ινδοελληνική  γλώσσα.
Οι Ασσυριακές πηγές από το  800  π.Χ. γράφουν  για τους «ισχυρούς Μήδες».      Ανάμεσα στις  φυλές των Μήδων  ήταν  και  η φυλή των Παρσί  (Πέρσες),  στις όχθες της λίμνης Ουρμιά, η  οποία  καταγράφεται  για πρώτη φορά το 844 π.Χ.   Τον 7ο αιώνα π.Χ.  οι  Μήδες  και οι  Πέρσες  ήταν υποτελείς των Ασσυρίων.

Η  εκστρατεία  του  Ασσύριου  βασιλιά  Ασσουρμπανιπάλ εναντίον  της  Ελυμαΐδος και  των  Σούσων  το  647  π.Χ.
Β΄  περίοδος  (770 – 646  π.Χ.)
   Το χαρακτηριστικό γνώρισμα  της δευτέρας  περιόδου  είναι  οι αδιάκοποι πόλεμοι  της  Ελυμαίας  με  την  Ασσυρία.  Οι Ελυμαίοι  συμμάχησαν με τον Χαλδαίο  σφετεριστή  βασιλιά της Βαβυλώνας
Μαρδούκ απλά Ιντινά Β', στην επανάσταση του εναντίον του βασιλιά της Ασσυρίας Σαργών Β΄
(722 π.Χ.).  Η Βαβυλώνα  ανακατελήφθη από τον Σαργών Β΄ το  710 π.Χ.    Ο γιος του Σαργών,
 ο  Σενναχειρείμ, συνέτριψε οριστικά τον Μαρδούκ απλά Ιντινά Β' (702 π.Χ.).  Ο ίδιος ο σφετεριστής Χαλδαίος βασιλιάς κατέφυγε στην  Ελυμαία, όπου παρέμεινε επικηρυγμένος από τον Ασσύριο βασιλιά ως τον θάνατό του.
        Οι Ελυμαίοι  κατέλαβαν την Βαβυλώνα  το  694 π.Χ. σκοτώνοντας  τον Ασσύριο  βασιλιά 
Ασούρ ναδίν Σουμί, γιό του Σεναχειρίμπ,  που είχε τοποθετηθεί στην θέση αυτή από τον πατέρα του.  Τοποθέτησαν βασιλιά τον Νεργκάλ Ουσεζίμπ, που αιχμαλωτίστηκε την επόμενη χρονιά από τους Ασσύριους.  Οι  Ελυμαίοι  τοποθέτησαν στην συνέχεια βασιλιά τον  Σημίτη  Χαλδαίο πρίγκιπα
Μουσεζίμπ Μαρδούκ ο  οποίος  παρέμεινε ως την χρονιά που ο Σενναχειρείμπ  κατέλαβε και ισοπέδωσε την Βαβυλώνα, για να εκδικηθεί τον θάνατο του γιου του (689 π.Χ.).   Οι  σχέσεις των Ελυμαίων  με τους Ασσύριους βελτιώθηκαν μονάχα ένα διάστημα,  όταν ήταν βασιλιάς της Ασσυρίας ο Σαρδανάπαλος  και  στην  Ελυμαΐδα  βασιλιάς  ο   Ουρτακού.  Τελικά βρήκε και αυτός τον θάνατο από τους Ασσυρίους (665 π.Χ.).
Οι εμφύλιες διαμάχες στην συνέχεια εξασθένησαν την Ελυμαΐδα,  κάθε βασιλιάς έμενε στον θρόνο ελάχιστα. Ο Σημίτης Ασσύριος βασιλιάς Σαρδανάπαλος βρήκε  έτσι  την  ευκαιρία (μάχη του Ουλαή – Ulaï, το 653 π.Χ να καταλάβει και να ισοπεδώσει τα Σούσα, Ο τελευταίος Ελυμαίος  βασιλιάς, 
ο  Κούμμα-Καλντάς  (Khumma-Khaldash ΙΙΙ), συνελήφθη  και  η  χώρα του  έγινε  τελικά
Ασσυριακή επαρχία το  640  π.Χ.   
Σε  μία  πινακίδα  που  ανακαλύφθηκε το 1.854 από τον Henry Austin Layard, ο Ασσύριος βασιλιάς
Ασσουρμπανιπάλ υπερηφανεύεται για την καταστροφή που είχε επιφέρει  στους  Ελυμαίους:
«Τα  Σούσα, την  μεγάλη ιερή πόλη,  την  κατοικία των Θεών τους, την έδρα των μυστηρίων τους,  την  έχω κατακτήσει. Μπήκα στα παλάτια τους, άνοιξα τα  ταμεία τους, όπου το ασήμι και τον χρυσό, τα αγαθά και τον πλούτο είχαν συσσωρεύσει. Κατέστρεψα  τα  Ζιγκουράτ
των  Σούσων. Κατέστρεψα  τους ναούς  του  Ελάμ.  Τους  θεούς και  τις  θεές τους  τούς  έχω διασπείρει  στους ανέμους. Θα  καταστρέψω τους τάφους των αρχαίων και  των πρόσφατων βασιλιάδων τους,  τα  οστά  τους θα εκτεθούν  στον ήλιο  και θα παρασυρθούν  στην  γη
της  Ασούρ. Θα  καταστρέψω  τις επαρχίες του Ελάμ και στη γη τους θα  σπείρω  αλάτι». 
Γ΄ περίοδος   (646 – 539  π.Χ.).
Η μεταγενέστερη νέο-ελυμαιώτικη  περίοδος χαρακτηρίζεται από την  άνοδο  στο  ιστορικό
προσκήνιο  των Ινδο-Ελληνικών ιρανικών φύλων.  Οι  νεοαφιχθέντες ιρανικοί  λαοί ήταν μέχρι τα τέλη του 7ου αιώνα π.Χ. υποτελείς της  Ασσυριακής Αυτοκρατορίας.
Η  Ασσυριακή αυτοκρατορία, που ήταν η κυρίαρχη δύναμη  από  το  1.300 π.Χ.  στην Εγγύς Ανατολή, στην Μικρά Ασία, στον Καύκασο και στην  Ανατολική Μεσόγειο,  άρχισε  να
διαλύεται  από  εσωτερικούς  εμφύλιους  πολέμους  μετά το θάνατο του Ασσουρμπανιπάλ το 627 π.Χ. Οι ιρανικές φυλές  Μήδοι , Πάρθοι και Πέρσες  επωφελήθηκαν  από την αναρχία στην Ασσυρία, και στο 616 π.Χ. απελευθερώθηκαν από  την  ασσυριακή κυριαρχία. Στην περιοχή κυριάρχησαν σύντομα οι Αχαιμενίδες, οι πρόγονοι των Περσών μαζί με τους Μήδους,  που ζούσαν στην ίδια περιοχή  και  ήταν υποτελείς των Ασσυρίων.  Ο βασιλιάς των Μήδων Κυαξάρης εκμεταλλεύτηκε την αναρχία στην Ασσυρία και ελευθέρωσε την  Ελυμαία συμμαχώντας με τον Χαλδαίο στρατηγό Ναβοπολάσαρ (616 π.Χ.), τον ιδρυτή της  νέας  Χαλδαίικης αυτοκρατορίας,
και  με  ένα  συνασπισμό  χωρών,  πρώην υποτελών της Ασσυρίας
(Βαβυλώνα,  Χαλδαία,  Σκύθες,  Κιμμέριοι).  Αυτή η συμμαχία, στη συνέχεια  επιτέθηκε στην αποδυναμωμένη Ασσυρία. Οι μεγάλες πόλεις της   Ασσυρίας  κατελήφθησαν.   Το  Καλάχ  στο 
616 π.Χ.,  η  Aσούρ στο 613 π.Χ., η Νινευή  στο   612 π.Χ.,  η Χαρράν  στο 608 π.Χ. και  η  Καρκεμίς στο 605 π.Χ. 
 Οι  Σημίτες  Ασσύριοι  υποστήριζαν  στις  επιγραφές τους  ότι  είχαν καταστρέψει ολοσχερώς το ελυμαιώτικο  έθνος. Η καταστροφή ήταν βέβαια  λιγότερο οριστική  από όσο  καυχήθηκε  ο  
Ασσουρμπανιπάλ.  Παρ’ όλα  αυτά  η  Ελυμαία,  όντως  είχε  σε μεγάλο βαθμό αποδυναμωθεί 
από  την  Ασσυρία  και   έτσι έγινε εύκολη λεία για τους  Μήδους.  Ο  τελευταίος  αδύναμος βασιλιάς  της Ελυμαίας, ο  Τεμπτή-Κούμμα-Ιν- Σουσινάκ  (Tempti-Khumma-In-Shushinak) παρέδωσε την χώρα  του  στους Πέρσες  το  540 π.Χ. Έτσι  η  Ελυμαΐς σαν ανεξάρτητο  κράτος
εξέλειπε πλέον  οριστικά.
Ο  Εβραίος  «προφήτης»  Ιεζεκιήλ περιγράφει,  με  την  γνωστή  ταλμουδική  χαιρεκακία,
τον  πλήρη  αφανισμό  του Ελυμαιώτικου  έθνους  από  τους  Μήδους,  στο 12ο έτος της Εβραϊκής βαβυλώνιας αιχμαλωσίας το 587 π.Χ.:
Ιεζ. 32,24           ἐκεῖ Αἰλὰμ καὶ πᾶσα ἡ δύναμις αὐτοῦ περικύκλῳ τοῦ μνήματος αὐτοῦ, πάντες οἱ τραυματίαι οἱ πεπτωκότες μαχαίρᾳ καὶ καταβαίνοντες ἀπερίτμητοι εἰς γῆς βάθος, οἱ δεδωκότες αὐτῶν φόβον ἐπὶ γῆς ζωῆς καὶ ἐλάβοσαν τὴν βάσανον αὐτῶν μετὰ τῶν καταβαινόντων εἰς βόθρον ἐν μέσῳ τραυματιῶν.
                         
Ιεζ. 32,24                 Εκεί ευρίσκεται ο βασιλεύς του Αιλάμ και όλοι  οι   στρατιώτες  του  έχουν ταφεί  γύρω από το μνήμα του.Όλοι αυτοί  οι  απερίτμητοι  σφάχτηκαν  με  μαχαίρια, το  ίδιο  σφάχτηκαν με  μαχαίρια και  όλοι οι  τραυματίες και  όλους  μαζί  τους  παράχωσαν   βαθειά  μέσα  στην  γη. Αυτοί, οι οποίοι  ενέπνευσαν φόβο  και τρόμο  στους κατοίκους της γης, έλαβαν τώρα την πρέπουσα τιμωρία μαζί με όλους εκείνους, τους  σφαγμένους  με  μαχαίρια, οι οποίοι έχουν κατεβεί  στο   Άδη.
Η άνοδος των Αχαιμενιδών κατά τον 6ο αιώνα π.Χ., έφερε ένα τέλος στην ύπαρξη της  Ελυμαΐδος
ως ανεξάρτητη πολιτική δύναμη, αλλά  όχι  ως πολιτισμική οντότητα. Διάφορες  ελυμαιώτικες  παραδόσεις συνέχιζαν  να  υπάρχουν, όπως π.χ.  η χρήση του τίτλου «Βασιλιάς της Aνσάν» από  τον  Κύρο  το  Μεγάλο,  Η  ελυμαιώτικη  γλώσσα  εθεωρείτο ως  η
πρώτη από τις τρεις επίσημες γλώσσες της αυτοκρατορίας των  Περσών  και   χρησιμοποιούνταν σε χιλιάδες διοικητικά κείμενα που βρέθηκαν στην πόλη του Δαρείου, την  Περσέπολη.
 Έτσι  η  χώρα  της  Ελυμαΐδος  έγινε  ο αγωγός, μέσα  από  τον  οποίο τα επιτεύγματα του  Ελληνοσουμεριακού  πολιτισμού της Μεσοποταμίας εισήχθησαν  στις  φυλές της ιρανικού  οροπεδίου.-


Ζ.  ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ



Διαβάστε επίσης: 




















ΤΟ ΝΑΥΑΓΙΟ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΑΚΡΩΤΗΡΙΟΥ (1.300 π.Χ.) ΚΑΙ Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΧΑΙΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΡΩΪΚΟ ΠΟΛΕΜΟ - Ι΄ ΜΕΡΟΣ  - ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΝΤΑ  ΒΑΣΙΛΕΙΑ  ΚΑΙ  ΛΑΟΙ - Η  χώρα  Μιτάννι


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.