Tο 1960, ένας αμερικανός φυσικός,
ο Bussard, πρότεινε
σαν κινητήρα ενός διαστημικού
σκάφους τον «διαστρικό
εμβολοστρόβιλο», μία μηχανή
με προωθητικό σύστημα,
που αποκτά την
αντιδρώσα μάζα από
το περιβάλλον. Η
αρχή έχει ως εξής: Αν
δεν μπορούμε να
αποθηκεύσουμε αρκετή ενέργεια
μέσα στον προωθητήρα
του διαστημικού σκάφους, μήπως θα
μπορούσαμε να αποκτήσουμε
αντιδρώσα μάζα από
το περιβάλλον, για
να διατηρήσουμε
μία συνεχή επιτάχυνση;
Robert W. Bussard
Αμερικανός
φυσικός (1928 – 2007)
Ο Bussard πρότεινε την
κατασκευή ενός αστροσκάφους με
κινητήρα σύντηξης υδρογόνου.
Το μεσοαστρικό υδρογόνο
θα το συλλέγουν
τεράστια ηλεκτρομαγνητικά πεδία, που θα
κυμαίνονται από χιλιόμετρα έως χιλιάδες χιλιόμετρα σε διάμετρο. Οι
υψηλές ταχύτητες θα συμπιέζουν την αντιδρώσα μάζα σε ένα σταδιακά
συσφιγμένο μαγνητικό πεδίο, μέχρι να προκύψει
θερμοπυρηνική σύντηξη. Το μαγνητικό πεδίο στη συνέχεια θα κατευθύνει την παραγόμενη ενέργεια ως εκροή, επιταχύνοντας έτσι το
σκάφος.
Η
πρόταση του Bussard ήταν να
επιταχύνουμε ένα αστρόπλοιο
μέχρι ταχύτητα τέτοια,
που να αρχίσει να
περισυλλέγει μεσοαστρικό αέριο,
επιταχύνοντάς το προς τα
πίσω σαν αντιδρώσα
μάζα: έτσι θα
μπορούσε να προκαλείται
αντίδραση σύντηξης στο
πλάσμα και να λαμβάνεται
ενέργεια απ΄αυτήν. Ακόμη
και αν για
την εκτόξευση χρησιμοποιούσαμε χημικούς
πυραύλους, μόνο μήνες
θα προστίθονταν στην
διάρκεια του ταξιδιού.
Ένα g, διατηρούμενο
για ένα χρόνο,
θα μας έφτανε
στην ταχύτητα του
φωτός – ή ακριβέστερα, στην περιοχή πάνω
από το 99% της
ταχύτητας του
φωτός, όπου το
όχημα θα προσέγγιζε
όλο και πιο
πολύ το c, χωρίς όμως ποτέ
να το φτάνει.
Ο Bond εκτιμά
ότι πάνω από
τα 10% της ταχύτητας
του φωτός, η
προώθηση θα ήταν
πρακτικά σταθερή και ανεξάρτητη
από την ταχύτητα.
Προώθηση 50% θα πετυχαίνονταν στα
2% μόνο της ταχύτητας
του φωτός, και
ακόμη και κάτω
απ΄ αυτό θα υπήρχε
«χρήσιμη προώθηση».
Μέσα στο διαστρικό σκάφος ο χρόνος θα κύλαγε όλο και αργότερα, σχετικά με το εξωτερικό Σύμπαν, έτσι που να φαίνονταν στο πλήρωμα ότι έφθασε, ξεπέρασε δύο φορές την ταχύτητα του φωτός. Και αν η επιτάχυνση μπορούσε να διατηρηθεί, θα μπορούσε να αυξάνει, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του, απεριόριστα την ταχύτητα.
Η
διαστολή του χρόνου
δεν είναι με
κανένα τρόπο ψευδαίσθηση,
αν και για έναν
γήινο παρατηρητή το
όχημα θα χρειάζονταν
πάνω από τέσσερα
χρόνια για να
φτάσει στον
Άλφα Κενταύρου και
άλλα δέκα χρόνια
μέχρι τον Ταύ Κήτους -
το πλήρωμα δεν
θα δει τις βιολογικές
του διαδικασίες π.χ.
να επιταχύνονται ή
να επιβραδύνονται σε
σχέση με τα
ρολόγια του οχήματος.
Ο χρόνος μέσα
στο διαστημόπλοιο έχει
επιβραδυνθεί πραγματικά - και απ΄ όσο
ξέρουμε, θα επιστρέψει
στο κανονικό, και
δεν θα επιταχυνθεί
σε αντιστάθμισμα, καθώς
το όχημα θα
επιβραδύνει.
Δεν
υπάρχει λόγος να
πιστεύουμε ότι η
κατεύθυνση της επιτάχυνσης
έχει σημασία: αν
είχε, όπως έδειξε
ο καθηγητής Nonweiler, θα
βλέπαμε παράδοξα πράγματα
αν το όχημα
περιφέρονταν γύρω
από τον αστέρα
προορισμού του χωρίς
χρήση των μηχανών
του και δεν
χρησιμοποιούσε προώθηση μέχρι
την επιστροφή του
στο Ηλιακό σύστημα.
Η
αρχική ταχύτητα της «εμβολαντλίας» (ramscoop) είναι χαμηλή
1 – 10 Km/sec.
Ένα όχημα με
μάζα στην εκτόξευση
100.000 τόνους, που
βγαίνει από το
ηλιακό σύστημα με
προώθηση σύντηξης και
αρχίζοντας την εκροή
εμβολοστρόβιλου στο 0,02 c, θα
χρειάζονταν 11,8 χρόνια
για ταξίδι 10
ετών φωτός, μετρούμενο
από γήινο παρατηρητή,
αλλά μόνο 4,8
χρόνια μετρούμενο από
το όχημα -
και όσο μακρύτερο
το ταξίδι, τόσον
μεγαλύτερο θα ήταν
το πλεονέκτημα από τις
σχετικιστικές εξισώσεις.
Αν ο εμβολοστρόβιλος μπορούσε να προσφέρει προώθηση ενός g, το κέντρο του Γαλαξία θα συναντιόνταν σε 20 χρόνια, με τον χρόνο του οχήματος, και ο γύρος του Σύμπαντος θα χρειάζονταν 42 χρόνια.
Κάθε στόχος θα ήταν εφικτός στην διάρκεια μιας ζωής. Λόγω της επέκτασης του Σύμπαντος ολοένα και λιγότερος χρόνος επιβράδυνσης θα χρειάζονταν για τους πιο μακρινούς στόχους.
Αν ο εμβολοστρόβιλος μπορούσε να προσφέρει προώθηση ενός g, το κέντρο του Γαλαξία θα συναντιόνταν σε 20 χρόνια, με τον χρόνο του οχήματος, και ο γύρος του Σύμπαντος θα χρειάζονταν 42 χρόνια.
Κάθε στόχος θα ήταν εφικτός στην διάρκεια μιας ζωής. Λόγω της επέκτασης του Σύμπαντος ολοένα και λιγότερος χρόνος επιβράδυνσης θα χρειάζονταν για τους πιο μακρινούς στόχους.
Φαίνεται
ότι η διαστολή
του χρόνου θα
επιτρέψει στον καθένα
να ταξιδέψει οπουδήποτε
στο Σύμπαν στην
διάρκεια της ζωής
του, αν δεν
δώσει σημασία στον
χρόνο που περνάει
στην γη πίσω
του.
Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΗΣ ΕΜΒΟΛΑΝΤΛΙΑΣ
Η
μεσοαστρική ύλη με
τα 1 – 2 άτομα
ανά κυβικό εκατοστό
είναι πολύ αραιή
για ένα απλό
φαινόμενο εμβολοστρόβιλου. Ο καθηγητής Nonweiler την υπολογίζει
σε 10 στην
μείον 24 της κανονικής
ατμοσφαιρικής πίεσης στην
επιφάνεια της θαλάσσης.
Ακόμη και για
σχετικιστικές ταχύτητες, ο
άνεμος της μεσοαστρικής
ύλης που διασχίζει
το αστρόπλοιο δεν θα
είχε αισθητά αποτελέσματα
- ίσως το 10 στην 12η της πίεσης του ανέμου στην γήινη επιφάνεια της θαλάσσης.
Για να αποκτήσουμε χρήσιμο υλικό προώθησης θα χρειάζονταν να το αντλούμε από έναν πολύ μεγάλο όγκο διαστήματος και γι αυτό η πρόταση του Bussard γενικά ονομάζεται "Διαστρική Εμβολαντλία" (Ramscoop).
Ακόμη και το "μετριοπαθές" αστρόπλοιο 100.000 του Bond θα χρειάζονταν πεδίο περισυλλογής με λειτουργική ακτίνα 34.100 χιλιόμετρα - την μισή ακτίνα του πλανήτη Δία.
Για να αποκτήσουμε χρήσιμο υλικό προώθησης θα χρειάζονταν να το αντλούμε από έναν πολύ μεγάλο όγκο διαστήματος και γι αυτό η πρόταση του Bussard γενικά ονομάζεται "Διαστρική Εμβολαντλία" (Ramscoop).
Ακόμη και το "μετριοπαθές" αστρόπλοιο 100.000 του Bond θα χρειάζονταν πεδίο περισυλλογής με λειτουργική ακτίνα 34.100 χιλιόμετρα - την μισή ακτίνα του πλανήτη Δία.
Ακόμη
και για όχημα
1.000 τόνων, ο Bussard υπολογίζει
ακτίνα περισυλλογής 60
χιλιομέτρων. Η ακριβής
φύση αυτού του
πεδίου μένει να
αποφασιστεί: αν είναι
μαγνητικό, η κινητική
ενέργεια του οχήματος
θα ωθεί τα
ιόντα εγκάρσια προς το
σημείο συλλογής. Αν
είναι ηλεκτροστατικό, χρειάζεται
ένα ξεχωριστό πεδίο για
την προσθιοπισθία αυτή
επιτάχυνση. Η διαμόρφωση
αυτού του πεδίου
λίγο θα επιδρούσε
στην λειτουργία γιατί
η απαιτούμενη ενέργεια
που ενσωματώνεται σε
κάθε σωμάτιο είναι
πολύ μικρή σε σχέση με
την εκροή των
τροφοδοτούμενων αντιδράσεων σύντηξης.
Ο Bond προτείνει ότι η κατασκευή του οχήματος πρέπει να είναι υψηλά συμπιεσμένη, για να αντέχει στις εκρηκτικές δυνάμεις ενός τέτοιου πεδίου. Ο καθηγητής Nonweiler εφιστά την προσοχή στις δυσχέρειες χειρισμού του συλλεγόμενου υλικού: αρπάζοντας το αέριο και εκτρέποντάς το προς το όχημα, ανεβάζουμε την πίεση και την θερμοκρασία του σε κατάσταση πλάσματος - και πως μπορούμε να μετατρέψουμε την ενέργεια του πεδίου από την επιβράδυνσή του στην εκ νέου επιτάχυνσή του;
Ο Bussard πρότεινε ηλεκτροστατική επιτάχυνση, μέσα από ένα πολυφασικό πεδίο ή έναν "τύπο μετασχηματιστή τρέχοντος κύματος", που θα μετέφερε ενέργεια από τα εισερχόμενα στα εξερχόμενα σωμάτια.
Σε υψηλές ταχύτητες, ένα μέρος της αντιδρώσας μάζας θα μπορούσε να ξαναεπιταχύνει με φωτονιακή πίεση από μπρος. Αν χρησιμοποιούνταν τέτοιο σύστημα, όμως, ο κινητήρας θα έχανε αυτήν την προωθητική συνιστώσα όταν άρχιζε η επιβράδυνση.
Η διαστρική εμβολαντλία δεν είναι διόλου πιο εύκολη στην κατασκευή από το φωτονιακό προωθητικό σύστημα αντιύλης. Πιθανόν όμως να προσφέρει καλύτερη απόδοση. Για οχήματα κινούμενα σε σχετικιστικές ταχύτητες, τα τεχνικά προβλήματα δεν περιορίζονται στο προωστικό σύστημα. Π.χ. για άλλα προωθητικά συστήματα και οχήματα η επίδραση των μετεωριτών θα είναι μεγάλο πρόβλημα, από την στιγμή που κάθε μεσοαστρικό άτομο ή κόκκος σκόνης έχει μία υψηλή σχετικιστική μάζα, μετρούμενη από την επίδρασή της στο όχημα. Ο καθηγητής Nonweiler υπολογίζει ότι σε τέτοιες ταχύτητες η κινητική ενέργεια των μετεωριτών θα αύξανε και 10 φορές και θα χρειάζονταν δεκάδες μέτρα προστατευτικού καλύμματος. Ίσως το κάλυμμα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σαν αντιδρώσα μάζα, όταν έφτανε η ώρα της επιβράδυνσης.
Στο κλασσικό διήγημα επιστημονικής φαντασίας "Τραγούδια της μακρινής Γης", που μιλάει για ένα όχημα με ταχύτητα κάτω του φωτός, ο Άρθουρ Κλάρκ προτείνει για κάλυμμα πάγο ύδατος. Ο Strong προτείνει την μεταφορά του καυσίμου στο εξωτερικό κέλυφος του αστρόπλοιου, δημιουργώντας έτσι περισσότερο ζωτικό χώρο για την διάρκεια του ταξιδιού.
Ο Shepherd δεν ενδιαφέρεται πολύ για τις κρούσεις σκόνης και μετεωριτών. Ένα όχημα επιφάνειας 100 τ. μέτρων, κινούμενο με 10 στην 11η cm/sec (πολύ κάτω από την ταχύτητα του φωτός), θα συγκρούονταν με ένα σωμάτιο σκόνης μόνο μία φορά στα 10 στην 11η χρόνια. Όμως σε σχετικιστικές ταχύτητες, το μεσοαστρικό υδρογόνο θα δημιουργούσε ροή 10 στην 9η με 10 στην 10η πρωτόνια/cm.sec. Ενώ π.χ. στα 14.000 Km/sec αυτή η ακτινοβολία δεν θα είχε σοβαρό αποτέλεσμα, διεισδύοντας μόνο λίγα μικρά στο κάλυμμα (ένα εκατοστό αλουμινίου θα ήταν αποτελεσματικό κάλυμμα μέχρι τα 100.000 Km/sec), στα 200.000 Km/sec και πάνω η ροή θα ήταν 10.000 φορές από όσο στην κορυφή της γήινης ατμόσφαιρας - αρκετή για να ανεβάσει την θερμοκρασία ενός καλύμματος κατά πολλές εκατοντάδες βαθμούς C, εκτός και αν διασκορπίζονταν. Ίσως το πεδίο μιας εμβολαντλίας να εξέτρεπε αυτήν την ροή από τα ζωτικά μέρη του οχήματος, κάνοντας έτσι αποτελεσματική την χρήση ενός καλύμματος από πάγο για τα στερεά σωμάτια.
Ο Bussard πρότεινε ηλεκτροστατική επιτάχυνση, μέσα από ένα πολυφασικό πεδίο ή έναν "τύπο μετασχηματιστή τρέχοντος κύματος", που θα μετέφερε ενέργεια από τα εισερχόμενα στα εξερχόμενα σωμάτια.
Σε υψηλές ταχύτητες, ένα μέρος της αντιδρώσας μάζας θα μπορούσε να ξαναεπιταχύνει με φωτονιακή πίεση από μπρος. Αν χρησιμοποιούνταν τέτοιο σύστημα, όμως, ο κινητήρας θα έχανε αυτήν την προωθητική συνιστώσα όταν άρχιζε η επιβράδυνση.
Η διαστρική εμβολαντλία δεν είναι διόλου πιο εύκολη στην κατασκευή από το φωτονιακό προωθητικό σύστημα αντιύλης. Πιθανόν όμως να προσφέρει καλύτερη απόδοση. Για οχήματα κινούμενα σε σχετικιστικές ταχύτητες, τα τεχνικά προβλήματα δεν περιορίζονται στο προωστικό σύστημα. Π.χ. για άλλα προωθητικά συστήματα και οχήματα η επίδραση των μετεωριτών θα είναι μεγάλο πρόβλημα, από την στιγμή που κάθε μεσοαστρικό άτομο ή κόκκος σκόνης έχει μία υψηλή σχετικιστική μάζα, μετρούμενη από την επίδρασή της στο όχημα. Ο καθηγητής Nonweiler υπολογίζει ότι σε τέτοιες ταχύτητες η κινητική ενέργεια των μετεωριτών θα αύξανε και 10 φορές και θα χρειάζονταν δεκάδες μέτρα προστατευτικού καλύμματος. Ίσως το κάλυμμα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σαν αντιδρώσα μάζα, όταν έφτανε η ώρα της επιβράδυνσης.
Στο κλασσικό διήγημα επιστημονικής φαντασίας "Τραγούδια της μακρινής Γης", που μιλάει για ένα όχημα με ταχύτητα κάτω του φωτός, ο Άρθουρ Κλάρκ προτείνει για κάλυμμα πάγο ύδατος. Ο Strong προτείνει την μεταφορά του καυσίμου στο εξωτερικό κέλυφος του αστρόπλοιου, δημιουργώντας έτσι περισσότερο ζωτικό χώρο για την διάρκεια του ταξιδιού.
Ο Shepherd δεν ενδιαφέρεται πολύ για τις κρούσεις σκόνης και μετεωριτών. Ένα όχημα επιφάνειας 100 τ. μέτρων, κινούμενο με 10 στην 11η cm/sec (πολύ κάτω από την ταχύτητα του φωτός), θα συγκρούονταν με ένα σωμάτιο σκόνης μόνο μία φορά στα 10 στην 11η χρόνια. Όμως σε σχετικιστικές ταχύτητες, το μεσοαστρικό υδρογόνο θα δημιουργούσε ροή 10 στην 9η με 10 στην 10η πρωτόνια/cm.sec. Ενώ π.χ. στα 14.000 Km/sec αυτή η ακτινοβολία δεν θα είχε σοβαρό αποτέλεσμα, διεισδύοντας μόνο λίγα μικρά στο κάλυμμα (ένα εκατοστό αλουμινίου θα ήταν αποτελεσματικό κάλυμμα μέχρι τα 100.000 Km/sec), στα 200.000 Km/sec και πάνω η ροή θα ήταν 10.000 φορές από όσο στην κορυφή της γήινης ατμόσφαιρας - αρκετή για να ανεβάσει την θερμοκρασία ενός καλύμματος κατά πολλές εκατοντάδες βαθμούς C, εκτός και αν διασκορπίζονταν. Ίσως το πεδίο μιας εμβολαντλίας να εξέτρεπε αυτήν την ροή από τα ζωτικά μέρη του οχήματος, κάνοντας έτσι αποτελεσματική την χρήση ενός καλύμματος από πάγο για τα στερεά σωμάτια.
Η ΝΑΥΣΙΠΛΟΪΑ ΣΤΙΣ ΤΑΧΥΤΗΤΕΣ ΕΜΒΟΛΑΝΤΛΙΑΣ
Η
ναυσιπλοΐα στις ταχύτητες
εμβολαντλίας ανακινεί αρκετά
ενδιαφέροντα προβλήματα. Δύο
οχήματα συντονισμένα
μπορούν να ανταλλάσσουν
σήματα και να
προσανατολίζονται καθένα σε
σχέση με τα
άλλα, όσο κοντά
και αν είναι
στην ταχύτητα του
φωτός: το πρόβλημα
δεν είναι σαν
όταν προσπαθείς να
φωνάξεις ενάντια στην
κατεύθυνση του ανέμου.
Σε σχέση με το εξωτερικό Σύμπαν ωστόσο, η ναυσιπλοΐα έχει προβλήματα, που μεγαλώνουν μαζί με ην ταχύτητα. Ένα αστρόπλοιο επιταχυνόμενο σταθερά κατά 1 g και απομακρυνόμενο από το τον Ήλιο, σε έξι εβδομάδες θα κινείται με 0,15 c. Τότε τα άστρα εμπρός του θα φαίνονται αφύσικα λαμπερά, λόγω του φαινομένου Doppler, ενώ τα άστρα πίσω του θα παρουσιάζουν αισθητή μετατόπιση προς το ερυθρό. Σ΄ αυτή την φάση η μέτρηση της ταχύτητας του οχήματος είναι εύκολη: η μετατόπιση των φωτεινών και σκοτεινών γραμμών στο φάσμα του Ήλιου από τις κανονικές τους συχνότητες μας δείχνει πόσο γρήγορα κινείται το πλοίο. Στο 0,3 c όμως ο Ήλιος δεν θα είναι πια ορατός με γυμνό οφθαλμό και οι ταινίες των ταχυμέτρων θα βυθίζονται στο υπέρυθρο, και έτσι θα γίνεται όλο και δυσκολότερη η παρατήρησή τους. Όταν φθάσουν στις ραδιοφωνικές συχνότητες, το όχημα φαίνεται απίθανο να διαθέτει δέκτες φυσικού μεγέθους αρκετού, ώστε να ξεχωρίζει τον Ήλιο από τον γενικό φόντο.
Σε σχέση με το εξωτερικό Σύμπαν ωστόσο, η ναυσιπλοΐα έχει προβλήματα, που μεγαλώνουν μαζί με ην ταχύτητα. Ένα αστρόπλοιο επιταχυνόμενο σταθερά κατά 1 g και απομακρυνόμενο από το τον Ήλιο, σε έξι εβδομάδες θα κινείται με 0,15 c. Τότε τα άστρα εμπρός του θα φαίνονται αφύσικα λαμπερά, λόγω του φαινομένου Doppler, ενώ τα άστρα πίσω του θα παρουσιάζουν αισθητή μετατόπιση προς το ερυθρό. Σ΄ αυτή την φάση η μέτρηση της ταχύτητας του οχήματος είναι εύκολη: η μετατόπιση των φωτεινών και σκοτεινών γραμμών στο φάσμα του Ήλιου από τις κανονικές τους συχνότητες μας δείχνει πόσο γρήγορα κινείται το πλοίο. Στο 0,3 c όμως ο Ήλιος δεν θα είναι πια ορατός με γυμνό οφθαλμό και οι ταινίες των ταχυμέτρων θα βυθίζονται στο υπέρυθρο, και έτσι θα γίνεται όλο και δυσκολότερη η παρατήρησή τους. Όταν φθάσουν στις ραδιοφωνικές συχνότητες, το όχημα φαίνεται απίθανο να διαθέτει δέκτες φυσικού μεγέθους αρκετού, ώστε να ξεχωρίζει τον Ήλιο από τον γενικό φόντο.
Στο μεταξύ ο γύρω ουρανός θα έχει παραμορφωθεί, λόγω της παραπλάνησης του φωτός, εξαιτίας της ταχύτητας του οχήματος. Το ίδιο φαινόμενο κάνει το χιόνι και την βροχή να φαίνονται σαν να πέφτουν λοξά μπρος σε ένα αυτοκίνητο, ενώ στην πραγματικότητα πέφτουν κάθετα: η κίνηση της γης κάνει τα άστρα να φαίνονται σαν να κινούνται αργά μπρος – πίσω στην διάρκεια του έτους. Ιδωμένα από το όχημα, από τα 0,25 c και πάνω, τα άστρα αρχίζουν εμφανώς να πυκνώνουν [προς την κατεύθυνση του οχήματος. Η ταχύτητα του οχήματος μπορεί για λίγο διάστημα να υπολογιστεί με βάση την παραμόρφωση των αστερισμών, αλλά καθώς το φαινόμενο αναπτύσσεται οι αστέρες γίνονται πια δύσκολα αναγνωρίσιμοι ένας – ένας, και οι υπολογισμοί θέσεως θα γίνονται όλο και πιο περίπλοκοι.
Η ΑΣΤΡΙΚΗ ΚΑΝΝΗ
Στα 0,36 c, το φως του αστέρα προορισμού μετατοπίζεται έξω από το ορατό φάσμα στο υπεριώδες. Με 1 g επιτάχυνση, η εξαφάνιση του Ηλίου και του αστέρα – στόχου θα απέχουν λιγότερο από μία εβδομάδα. Τώρα το όχημα κινείται μέσα σε έναν στενό κώνο σκοτεινιάς εμπρός του, αφήνοντας πίσω του έναν μεγαλύτερο. Στα 0,5 c, ο κώνος εμπρός έχει άνοιγμα 60 μοιρών και ο άλλος πίσω το διπλάσιο: το όχημα κινείται τώρα μέσα σε μία «αστρική κάννη», που κατά μήκος της τα χρώματα ποικίλλουν από γαλανόλευκο εμπρός μέχρι το ερυθρό του ορατού φάσματος. Στα 0, 67 c, η κάννη έχει κοντύνει και μετακινηθεί προς τα μπρος, έτσι που όλο το ημισφαίριο προς την πρύμνη είναι στο σκοτάδι.
Στο
0,74 c,
τα συνδυασμένα φαινόμενα
παραπλάνησης και μετατόπισης
Doppler συγχωνεύουν
όλα τα άστρα
που απομένουν σε
ένα «αστρικό τόξο» -
έναν πολύχρωμο δακτύλιο
γαλάζιο στην εσωτερική
του πλευρά, που προχωράει στο πράσινο, κίτρινο,
πορτοκαλί μέχρι το
κόκκινο. Το «αστρικό
τόξο» έχει άνοιγμα
12 μοίρες, με
την πρόσθια άκρη
του στις 23
μοίρες σε σχέση
με την γραμμή
πτήσης και καθώς
η επιτάχυνση συνεχίζεται,
το τόξο στενεύει
και κινείται εμπρός,
μέσα στον πρόσθιο
κώνο του σκοταδιού.
Η
μέτρηση της ταχύτητας
του οχήματος είναι
τώρα πολύ ευκολότερη.
Στα 99% της ταχύτητας
του φωτός, π.χ.,
η κεντρική κίτρινη ταινία
του αστρικού τόξου
θα είναι στις 31
μοίρες σε σχέση
με την γραμμή
πτήσης. Η αστρονομία
θέσεων, ωστόσο, είναι τώρα
ολότελα αδύνατη: κανείς
ξεχωριστός αστέρας δεν
έμεινε ορατός μετά
τον σχηματισμό του
αστρικού τόξου, και
η εμφάνιση του τόξου δεν θα
μεταβληθεί αν το
όχημα παρεκκλίνει από
την πορεία του.
Η αδρανειακή πλοήγηση είναι το εργαλείο του πλοηγού σε αυτή την κατάσταση. Θα χρειάζεται όχι υπολογισμός διαστήματος (αδύνατος λόγω της διαστολής του χρόνου: με 1 g επιτάχυνση το όχημα ποτέ δεν θα φαίνεται να καλύπτει πάνω από ένα έτος φωτός), αλλά ακριβής μέτρηση της επιτάχυνσης (διορθωμένης κατά την διαστολή του χρόνου) σε κάθε στιγμή.
Η αδρανειακή πλοήγηση είναι το εργαλείο του πλοηγού σε αυτή την κατάσταση. Θα χρειάζεται όχι υπολογισμός διαστήματος (αδύνατος λόγω της διαστολής του χρόνου: με 1 g επιτάχυνση το όχημα ποτέ δεν θα φαίνεται να καλύπτει πάνω από ένα έτος φωτός), αλλά ακριβής μέτρηση της επιτάχυνσης (διορθωμένης κατά την διαστολή του χρόνου) σε κάθε στιγμή.
Ο Strong απέδειξε ότι
με 1 g περίπου επιτάχυνση,
αν δεν είναι
γνωστή επακριβώς και
με την διαστολή
του χρόνου στα
0,99 c,
το πλήρωμα θα
μπορούσε να δει
το αστρικό τόξο
να παίρνει ημισεληνοειδές σχήμα
και τότε θα
συνειδητοποιούσε ότι έχει
φύγει ήδη και
από τον ίδιο Γαλαξία.
Στο μεταξύ χιλιάδες χρόνια θα έχουν περάσει στην Γη και την αποικία και το μυστήριο της εξαφάνισης του διαστημόπλοιου θα έχει ξεχαστεί από καιρό.
Στο μεταξύ χιλιάδες χρόνια θα έχουν περάσει στην Γη και την αποικία και το μυστήριο της εξαφάνισης του διαστημόπλοιου θα έχει ξεχαστεί από καιρό.
ΝΕΩΤΕΡΕΣ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΕΙΣ
ΚΑΙ ΒΕΛΤΙΩΣΕΙΣ ΤΟΥ
ΣΧΕΔΙΟΥ BUSSARD
Από την
εποχή της αρχικής πρότασης του Bussard ανακαλύφθηκε, ότι η περιοχή που
περιβάλλει το Ηλιακό Σύστημα, έχει πολύ χαμηλότερη πυκνότητα υδρογόνου, από ό, τι πίστευαν το
1960.
Υπάρχουν τα εξής νεώτερα σχέδια:
1. Σχέδιο του
John Ford Fishback, 1969.
2. Σχέδιο του Daniel P. Whitmire, 1975.
3. Project
Daedalus, της
British Interplanetary Society, 1978.
4. Σχέδιο Robert Zubrin και Dana Andrews, 1985.
ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ:
1. Ram
Augmented Interstellar Rocket (RAIR).
2. Friedwardt Winterberg
ΖΗΝΩΝ ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.