Τετάρτη 18 Μαΐου 2022

Ο ΟΜΗΡΟΣ ΓΝΩΡΙΖΕ Η ΟΧΙ ΤΗΝ ΔΥΤΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ;

 



Νώντας Γαζής  

Ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα έχει προκύψει από την αρχαιότητα, όσον αφορά τις γνώσεις του Όμηρου για την Δυτική Ελλάδα γενικότερα (από την Πύλο μέχρι και την Θεσπρωτία), το οποίο έχει την προέλευσή του κυρίως στον μεγάλο Γεωγράφο Στράβωνα! Ένα σημαντικό παράδειγμα αποτελεί η Πύλος. Ήδη τρεις πόλεις άρχισαν από την αρχαιότητα να διεκδικούν το κλέος και τη δόξα της Ομηρικής Πύλου του σοφού και μελίρρυτου Νέστωρα. Η Πύλος στην Μεσσηνία, γνωστή από τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, η Τριφυλιακή, που βρίσκεται κοντά στο Λέπρεο και συγκλίνει, σύμφωνα με ορισμένους Μελετητές, περισσότερο στα Ομηρικά δεδομένα, και η τελευταία, που βρίσκεται στην Ηλεία, κοντά στην συμβολή των ποταμών Πηνειού και Λάδωνα. Ας σημειωθεί ότι το τοπωνύμιο Πύλος στον Όμηρο εμφανίζεται με το σταθερό επίθετο της περιοχής «ημαθόεις» = αμμώδης (Ιλ. Ι, 153 και Οδ. β, 326 και 359, Οδ. δ, 633 και Οδ. ω, 155).
 Τελικά η πραγματική Ομηρική Πύλος της ύστερης Μυκηναϊκής περιόδου δεν είχε απολύτως καμία σχέση με τις προαναφερθείσες, αλλά ανακαλύφθηκε κοντά στην Μεσσηνιακή και συγκεκριμένα στην περιοχή, που περιλαμβάνεται από τη Χώρα, τον Εγκλιανό, την Τραγάνα και το Κορυφάσιο.
 Η ανακάλυψη του Ανακτόρου του Νέστορα το 1939, που υπήρξε καρπός αφενός των εξαιρετικών περιγραφών του Όμηρου και αφετέρου της γόνιμης συνεργασίας του Αμερικάνου Αρχαιολόγου Carl Blegen με τον Κωνσταντίνο Κουρουνιώτη, Έλληνα Αρχαιολόγο, οδήγησε στη σταδιακή αποκάλυψη της καλλίτερα διατηρημένης βασιλικής κατοικίας που γνωρίζουμε ως τώρα από τη Μυκηναϊκή Ελλάδα και άνοιξε το δρόμο για τη συστηματική εξερεύνηση ολόκληρης της επικράτειας του Νέστορα. Ο απροσδόκητα μεγάλος αριθμός πήλινων πινακίδων με κείμενα της Γραμμικής Β (Μυκηναϊκής) Γραφής, που απέδωσε η αρχική ανασκαφή στον Εγκλιανό, συνέβαλε αποφασιστικά στην επιτυχή εξέλιξη της προσπάθειας αποκρυπτογράφησης της γραφής από τον Michael Ventris. Αυτό μας οδηγεί με πολύ σοβαρή προσέγγιση στο γεγονός ότι ο Όμηρος γνώριζε άριστα τι έγραφε και οι περιγραφές του ακόμη και της Δυτικής Ελλάδας, για τις οποίες τον κατηγόρησαν αρκετοί Μελετητές, διαπιστώνεται ότι έκαναν σοβαρό λάθος. 

Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο που καταδεικνύει και βεβαιώνει ότι ο Όμηρος γνώριζε άριστα όλες τις περιοχές των ηρώων του που περιέγραφε, είναι και το παρακάτω. Ο Όμηρος στην Οδύσσεια αναφερόμενος στην κάθοδο του Οδυσσέα στον Άδη για να πληροφορηθεί από τον Μάντη Τειρεσία για την επιστροφή του στην Ιθάκη, μας δίνει εκπληκτικές πληροφορίες για την γεωγραφία και την τοπογραφία της περιοχής στη ραψωδία Οδ. κ, 487-543. Περιγράφει λεπτομερέστατα το σημείο συνάντησης του Αχέροντα με τον Πυριφλεγέθοντα και τον Κωκυτό, τους δύο ποταμούς, με τους οποίους ενώνεται πριν την έξοδό του προς τη θάλασσα, σ’ έναν καταπληκτικό και ασφαλέστατο κολπίσκο, την Ελιά. 
Πιο συγκεκριμένα, ο Οδυσσέας, κατά την εξιστόρηση των περιπετειών του στους Φαίακες, διηγείται ότι λίγο πριν φύγουν από το νησί της Κίρκης, η ίδια τον συμβούλεψε πως ήταν γραφτό του να κατέβει στον κάτω κόσμο και να ζητήσει χρησμό, από το νεκρό πλέον μάντη Τειρεσία, για το δρόμο της επιστροφής του. Ο ήρωας τρομοκρατήθηκε στην ιδέα, γιατί κανείς άλλος θνητός δεν είχε πραγματοποιήσει ένα παρόμοιο ταξίδι. Έτσι, η Κίρκη του έδωσε συμβουλές τόσο για το ταξίδι όσο και για το τελετουργικό, που θα έπρεπε να ακολουθήσει στον Άδη, προκειμένου να μην πάθει ο ίδιος κακό αλλά και να καταφέρει να συμβουλευτεί το μάντη. Μαθαίνουμε λοιπόν ότι “η είσοδος του κάτω κόσμου βρίσκεται κοντά σε ένα μικρό ακρογιάλι κατάφυτο από Λεύκες και Ιτιές, το δάσος της Περσεφόνης, στο σημείο όπου ο Αχέροντας ποταμός σμίγει με τον Κωκυτό και τον Πυριφλεγέθοντα”. 

Σχετικά, με την ομηρική περιγραφή, αξίζει να τονιστεί η απίστευτη ομοιότητα με τη σύγχρονη τοπογραφία. Το πιο χαρακτηριστικό σημείο είναι η αναφορά στα τρία ποτάμια, με τα ονόματα με τα οποία ήταν γνωστά καθ' όλη την αρχαιότητα. 
Τι έχει γράψει για το Νεκρομαντείο και τον Αχέροντα ο Όμηρος:

Οδ. κ, 510-515
ἔνθα μὲν εἰς Ἀχέροντα Πυριφλεγέθων τε ῥέουσιν
Κώκυτός θ᾿, ὃς δὴ Στυγὸς ὕδατός ἐστιν ἀπορρώξ,
πέτρη τε ξύνεσίς τε δύω ποταμών εριδούπων

Ἐκεῖ ὁ Πυριφλεγέθοντας στοῦ Ἀχέροντα τὸ ρέμα
κυλιέται μὲ τὸν Κωκυτὸ ποὺ πέφτει ἀπὸ τὴ Στύγα,
κι ὁ βράχος ποὺ βαρύβροντα τὰ δυὸ ποτάμια σμίγουν. 
(Μετ. Αργ. Εφταλιώτη)

Εκεί χύνονται στον Αχέροντα, ο Πυριφλεγέθων και ο Κωκυτός,
που όπως είναι γνωστό ξεκινάει από τα νερά της Στυγός και εκεί υπάρχει βράχος
και η συμβολή των δύο πολύκροτων ποταμών γίνεται εκεί. 
(Μετ. Γεώργιος Σταματόπουλος: «Ελευθεροτυπία», 1994).

Τελικά οι αρχαιολογικές ανασκαφές του 1958-1964 και 1976-1977, που πραγματοποιήθηκαν από τον καθηγητή Αρχαιολογίας Σωτήρη Δάκαρη, έφεραν στο φως το Αρχαίο Νεκρομαντείο, το οποίο βρισκόταν ακριβώς κάτω από το Ναό του Ιωάννου Προδρόμου του Βαπτιστή στο λόφο Ξυλόκαστρο. Οι ανασκαφές έφεραν στο φως μια απίστευτη χωροταξία του αρχαίου ιερού που ταιριάζει επακριβώς στις αρχαίες περιγραφές των κλασσικών κειμένων και μάλιστα βρέθηκαν αρκετά κινητά ευρήματα όπως οι καστάνιες ανάσπασης ειδώλων, τεράστιας αρχαιολογικής σημασίας. 


Πρωτεργάτης της ανεύρεσης του Αρχαίου Νεκρομαντείου θεωρείται ένας απλός δάσκαλος από την Παραμυθιά, πού υπηρετούσε στην περιοχή Φανάρι, ο αείμνηστος Σπύρος Μουσελίμης, ένας ερασιτέχνης «Ερρίκος Σλήμαν» εκείνης της εποχής. Ο Μουσελίμης, όπως γράφει στα εκδοθέντα απομνημονεύματά του, κατάφερε μετά από πολλές προσπάθειες να πείσει τον καθηγητή αρχαιολογίας Δάκαρη, ότι το Νεκρομαντείο, σύμφωνα με τις περιγραφές του Όμηρου, είναι πάνω στο λόφο, ενώ ο καθηγητής θεωρούσε ότι βρίσκεται στις λάσπες του ποταμού, στις όχθες της Αχερουσίας λίμνης. 
Τελικά ο αείμνηστος Σωτήριος Δάκαρης πείσθηκε επιτέλους να προβεί σε ανασκαφές στο βράχο του Αγίου Ιωάννη στο Μεσοπόταμο. Αχέρων, Κωκυτός και Πυριφλεγέθων συναποτελούσαν τους τρεις ποταμούς του Άδη, και οι τρεις με θλιβερά ονόματα (Αχέρων = χωρίς χαρά, Πυριφλεγέθων = πύρινος, Κωκυτός = θρήνος) συμβολίζοντας την θλίψη και τους θρήνους του θανάτου και δίνοντας το συμβολισμό της πύρινης κολάσεως, όπως διατηρείται και σήμερα στην Χριστιανική θρησκεία. [Χαράλαμπος Γκούβας: "Η Ιστορία του Νομού Πρέβεζας", έκδοση 2009, ISBN 978-960-87328-2-7] Σύμφωνα με την λαϊκή παράδοση τα νερά του ποταμού ήταν πικρά καθώς ένα «στοιχειό» (τέρας) που ζούσε στις πηγές του δηλητηρίαζε τα νερά. 

Περνώντας στη ραψωδία λ (Οδ. λ, 14 κ. ε.), πληροφορούμαστε ότι η συγκεκριμένη περιοχή «βρίσκεται κάπου μακριά, στη χώρα των Κιμμερίων». Παράλληλα, η αναφορά στη «χώρα των Κιμμερίων» οδήγησε σε σύγχυση και διχογνωμίες. Είναι γνωστό ότι οι «Κιμμέριοι» κατοικούσαν στην περιοχή της Σκυθίας (στον Εύξεινο Πόντο) και έγιναν γνωστοί στους Έλληνες μόνο μετά τον 7ο π.Χ αιώνα, οπότε και άρχισαν να πραγματοποιούν επιδρομές στα παράλια της Μικράς Ασίας. Επομένως, φαντάζει απίθανη η υπόθεση ο Όμηρος του 8ου π.Χ. αιώνα να γνώριζε το λαό αυτό. Αντίθετα, οι «Χειμέριοι» ήταν φύλο που κατοικούσε στην περιοχή του Αχέροντα. Έτσι, αν αλλάξουμε τη λέξη «Κιμμερίων» με τη αντίστοιχη «Χειμερίων», όπως είχε προτείνει ήδη από τον 3ο π.Χ. αιώνα ο γραμματικός Πρωτέας ο Ζευγματίτης, ο συγκεκριμένος Ομηρικός στίχος θα κάνει μεγαλύτερη την ομοιότητα της περιγραφής με την περιοχή του Νεκρομαντείου.

Οδ. λ, 14-16
ἔνθα δὲ Κιμμερίων ἀνδρῶν δῆμός τε πόλις τε,
ἠέρι καὶ νεφέλῃ κεκαλυμμένοι: οὐδέ ποτ᾽ αὐτοὺς 15
ἠέλιος φαέθων καταδέρκεται ἀκτίνεσσιν,

ἐκεῖ ποὺ τῶν Κιμμεριωτῶν εἶν' ὁ λαὸς κι ἡ χώρα,
ποὺ καταχνιὰ καὶ σύγνεφα γιὰ πάντα τοὺς σκεπάζουν,
καὶ τοῦ ἥλιου τοῦ χρυσόλαμπρου δὲν τοὺς θωροῦν οἱ ἀχτίδες, (Μετ. Αργ. Εφταλιώτη)

Περνώντας στην Ρωμαϊκή εποχή και στα «Γεωγραφικά» του Στράβωνα, συναντούμε μια ακόμη περιγραφή της περιοχής. Το λιμάνι «Ελαία» βρίσκεται στην άκρη της χώρας των «Χειμερίων». Σε αυτό εκβάλλει ο ποταμός Αχέροντας, ο οποίος ρέει μέσα στην Αχερουσία λίμνη, μαζί με αρκετούς μικρότερους παραποτάμους του. Εξαιτίας των πολλών ποτάμιων υδάτων το νερό του κόλπου είναι γλυκό και το λιμάνι ονομάζεται «Γλυκύς λιμήν». 
Μετά το Στράβωνα, θα ακολουθήσει ο Παυσανίας στην «Περιήγησή» του. Ο μεγάλος αυτός αρχαίος περιηγητής όχι μόνο διασώζει πληροφορίες για την τοπογραφία, αναφέροντας ότι κοντά στη Κίχυρο βρίσκεται η Αχερουσία λίμνη με τον Αχέροντα καθώς και ο Κωκυτός αλλά παρατηρώντας την ομοιότητα της τοπογραφίας της περιοχής που επισκέφτηκε με την αντίστοιχη ομηρική περιγραφή υποθέτει ότι και ο ίδιος ο Όμηρος θα είχε επισκεφτεί τη συγκεκριμένη περιοχή γιατί μόνο έτσι θα τολμούσε να δώσει τα ονόματα των Θεσπρωτικών ποταμών στους αντίστοιχους του κάτω κόσμου. Επιπλέον, στο λιμάνι της περιοχής «Γλυκύς λιμήν», το οποίο αποτέλεσε καλό και ασφαλές αγκυροβόλιο για τα πλοία διαχρονικά, έκανε μια στάση και ο Οκταβιανός ερχόμενος από την Ιταλία και λίγο πριν τη Ναυμαχία του Ακτίου (31 π.Χ).

Περνώντας αρκετούς αιώνες και φτάνοντας στον 12ο μ.Χ. αιώνα, συναντάμε το στόλο του Νορμανδού δούκα της Απουλίας και Καλαβρίας “Ροβέρτου Γουισκάρδου” να προσορμίζεται στο λιμάνι της Ελαιάτιδος (βλ. λιμάνι «Ελαία») και να παραμένει για ολόκληρο το χειμώνα στα ασφαλή αυτά νερά, ενώ ταυτόχρονα ο στρατός του επιδίωκε να κατακτήσει τις ηπειρωτικές περιοχές της Ηπείρου. Επιπροσθέτως, η εικόνα της τοπογραφίας της περιοχής, όπως σκιαγραφείται μέσα από τα έργα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, επιβεβαιώνεται και από τις ομοιότητες που εντοπίζονται στις μαρτυρίες των νεότερων περιηγητών, ιδίως του 19ου αιώνα.

Και τίθενται ορισμένα κορυφαία ερωτήματα: 
1. Είναι δυνατό να αμφισβητούμε τις Γεωγραφικές γνώσεις του Όμηρου, όταν όλες οι περιγραφές του έχουν επιβεβαιωθεί πλήρως; 
2. Αν ο Όμηρος γνώριζε τόσο άριστα τον Αχέροντα, και τη συμβολή των άλλων δύο ποταμών μαζί του, τον Κωκυτό δηλ. και τον Πυριφλεγέθοντα, καθώς επίσης και το σημείο προσάραξης των πλοίων, έχει κανείς το δικαίωμα να αμφισβητεί τις γνώσεις του Όμηρου για την Δυτική Ελλάδα; Αυτή η επισήμανση πρέπει να απευθυνθεί πρωταρχικά στον Στράβωνα (και όλους όσους τον ακολουθούν και τον αντιγράφουν άκριτα), ο οποίος θεωρεί ότι ο Όμηρος δεν γνώριζε καθόλου τα Ιόνια Νησιά, με αποτέλεσμα να έχει οδηγήσει την Παγκόσμια Επιστημονική Κοινότητα σε λάθος δρόμους, μιας και ο Στράβων είναι ο ιδρυτής της Γεωγραφικής Επιστήμης! 
3. Κι αν γνώριζε τόσο λεπτομερώς την Είσοδο στον Άδη στην Θεσπρωτία, είναι δυνατό να μην γνώριζε τα 4 βασικά νησιά του Βασιλείου του Οδυσσέα; 
4. Είναι δυνατό να μην γνώριζε την περιοχή όταν για αρκετούς αιώνες πριν τον Όμηρο η ναυτιλία ήταν σε τεράστιο βαθμό ανεπτυγμένη και μάλιστα ήταν πολύ συχνή η επικοινωνία με την Νότιο Ιταλία και την Σικελία, που σημαίνει ότι το πέρασμα των ναυτικών από το Βασίλειο του Οδυσσέα ήταν πάρα πολύ συχνό, άρα οι γνώσεις της περιοχής ήταν πολύ λεπτομερειακές για τους ναυτικούς; Κανείς δεν πρέπει να ξεχνάει το ναυτικό παρελθόν αυτού του Λαού, το γεγονός ότι περίπου γύρω στο 7.000 π.Χ μεταφέρθηκε από την Μήλο Οψιδιανός ή Οψιανός στο Σπήλαιο Φράγχθι, μια θαλάσσια απόσταση 80 ν. μιλίων! Και κανείς δεν πρέπει να ξεχνάει την Αργοναυτική Εκστρατεία, καθώς επίσης και τον ίδιο τον Τρωικό Πόλεμο, όπου εκστράτευσαν 1.186 πλοία! 
5. Είναι δυνατό να μην γνώριζε την περιοχή και για έναν επί πλέον βασικότατο λόγο, ότι στην περιοχή ζούσαν και δρούσαν οι Τάφιοι Ληστές, που λυμαίνονταν και έλεγχαν τα περάσματα με τους αιφνιδιασμούς τους; Θα ήταν αυτοκαταστροφικοί οι Ναυτικοί αν δεν γνώριζαν τα περισσότερα σημεία των κρησφύγετων των Τάφιων Ληστών, που σημαίνει ότι και ο Όμηρος είχε λεπτομερέστατη πληροφόρηση και γνώση από τους Ναυτικούς της εποχής του. 
6. Είναι δυνατό να αμφισβητούμε σήμερα την τοποθέτηση από τον Όμηρο της Ιθάκης με εκπληκτική ακρίβεια, ως «πανυπερτάτη πρός ζόφον», (πάντων υπερτάτη), δηλ. το πιο απόμακρο από τα υπόλοιπα; Και μόνη αυτή η τοποθέτηση της Ιθάκης αποκλείει με κάθετο και οριστικό τρόπο την τοποθέτηση της Ιθάκης του Οδυσσέα από τον οποιονδήποτε, στα δύο νησιά που αποτελούν ένα αιώνιο ζεύγος απίστευτα κοντινών, όπως είναι τα σημερινά Κεφαλονιά και Θιάκι, τα οποία απέχουν μόλις 2 μίλια μεταξύ τους! Σε κανένα από τα δύο αυτά νησιά δεν μπορεί να αποδοθεί ο Ομηρικός χαρακτηρισμός «πανυπερτάτη» νήσος ως προς το άλλο! Το «πρός ζόφον» είναι παραδεκτό από όλους τους Γεωγράφους μέχρι και την Ρωμαϊκή εποχή ότι η διαδρομή Κόρινθος, Ναύπακτος, Στόμιο Κορινθιακού, Αστακός, Στόμιο Αμβρακικού, Θεσπρωτία ήταν μία ευθεία με καθαρό προσανατολισμό Ανατολή προς Δύση και ακριβώς τον ίδιο προσανατολισμό είχαν και τα νησιά που βρίσκονταν παράλληλα προς αυτήν την ακτογραμμή. Το πιο απόμακρο προς τη Δύση όλων των νησιών του βασιλείου του Οδυσσέα, σύμφωνα με τον Ποιητή, ήταν η Ιθάκη. Στο άλλο άκρο προς τα Ανατολικά της τετράδας των νησιών αυτών ο Ποιητής τοποθετεί τη Ζάκυνθο. Στο ενδιάμεσο αυτών των ακραίων τοποθετεί ένα ζεύγος νησιών πολύ κοντινών μεταξύ τους, ενός μικρού κι ενός μεγαλύτερου όλων των άλλων, δηλ. της Σάμης και του Δουλίχιου. 

Ο Όμηρος με την φράση «Δουλίχιόν τε Σάμη τε» μας ενημερώνει ότι μεταξύ Ιθάκης δυτικά και Ζακύνθου ανατολικά υπάρχει ένα ζεύγος νησιών πολύ κοντινών μεταξύ τους. Στο Ιόνιο υπάρχουν δύο ζεύγη νησιών πολύ κοντινών μεταξύ τους οι Παξοί και οι Αντίπαξοι και η Κεφαλονιά με το Θιάκι. Αναμφισβήτητα αποκλείεται το ζεύγος Παξοί – Αντίπαξοι, απλά γιατί δεν είναι απέναντι από την Ηλεία, ούτε καν οπτική επαφή δεν έχουν με την Ηλεία. Συνεπώς το αιώνιο ζεύγος Κεφαλονιά και Θιάκι πρέπει να μας οδηγούν με μεγάλη βεβαιότητα προς το ζεύγος «Δουλίχιόν τε Σάμη τε». Και δεν περιορίζεται μόνο σ’ αυτές τις περιγραφές ο Ποιητής, αλλά μας βεβαιώνει ότι η Ιθάκη ήταν πολύ – πολύ κοντά στην ηπειρωτική χώρα με τις παρακάτω επισημάνσεις: 
α. Ο Φιλοίτιος περνούσε καθημερινά επί τρία χρόνια μεταφέροντας ζώα για σφαγή με Πορθμείο και Πορθμείς κι όχι με Πλοίο και Ναύτες, που σημαίνει με βεβαιότητα πολύ κοντινή απόσταση απ' τη στεριά!
β. Τέσσαρες φορές επαναλαμβάνεται η ερώτηση «Δεν πιστεύω να ήρθες με τα πόδια», που κατά κανένα τρόπο δεν υπήρχε καν η υποψία χιούμορ. Αυτό ξεκάθαρα καταδεικνύει την δυνατότητα πρόσβασης και με τα πόδια! (Στη Λευκάδα μπήκαν το 2.500 πΧ οι Λέλεγες με τα άλογά τους και το ίδιο έγινε και κατά την Ενετοκρατία των Επτανήσων, που το μοναδικό νησί που κατέλαβαν οι Τούρκοι για 200 χρόνια ήταν η Λευκάδα!)
γ. Ο Λαέρτης, όταν βασίλευε, ακριβώς επειδή ήταν πολύ κοντινή η απόσταση προς την απέναντι στεριανή ακτή και επειδή υπήρχε εύκολη πρόσβαση, με πολύ οξυδέρκεια και στρατηγική εκστράτευσε απέναντι στην ηπειρωτική ακτή και κατέλαβε την πόλη Νήρικο με το ωριόχτιστο Κάστρο, για να έχει φυλαγμένα τα νώτα του από τις διάφορες φυλές που ζούσαν ή περνούσαν από την απέναντι στεριανή χώρα, μιας και στην ευρύτερη περιοχή του Πορθμού της Ιθάκης με την ηπειρωτική ακτή δεν είχε πόλη ή οχυρό για να προστατεύει το νησί του! (Σημειώνουμε πως στη σημερινή Λευκάδα πριν την έλευση των Κορινθίων υπήρχαν δύο πόλεις το Ελλόμενον στο κέντρο και ανατολικά του νησιού, στην περιοχή του Νυδριού και οι Φαρές στο νότιο μέρος του, μεταξύ Σύβρου και Βασιλικής). Έτσι δημιούργησε ένα ισχυρό προπύργιο στην απέναντι ηπειρωτική ακτή για να προστατέψει κατά το μέγιστο δυνατό το νησί του. Αργότερα οι Κορίνθιοι καθάρισαν τα αβαθή σημεία του Πορθμού για να γίνεται ευχερής η διέλευση των πλοίων τους, που ασφαλώς ήταν και μεγαλύτερα και βαθύτερα. 
Για να έχουν δε τον έλεγχο της διέλευσης του Πορθμού μετέφεραν την πόλη Νήρικο από την ηπειρωτική πλευρά της Ακαρνανίας στην πλευρά της Λευκάδας, η οποία σε σύντομο χρόνο μετά έγινε μια πολύ μεγάλη πόλη που ξεπέρασε αργότερα τις 20.000 πληθυσμό, κάτι που ασφαλώς είχε σχέση με τη στρατηγική της θέση της άμεσης επικοινωνίας με την ηπειρωτική χώρα, αλλά και του απόλυτου ελέγχου, που είχε με το πέρασμα όλων των πλοίων προς και από την Κάτω Ιταλία, Σικελία, σημερινή Κέρκυρα και Θεσπρωτία (σημερινή Ήπειρο με την Δωδώνη, με την Είσοδο στον Άδη, με τον Αμβρακικό κλπ.) μιας και το πέρασμα του Ακρωτηρίου του Λευκάτα ήταν ο φόβος και ο τρόμος των ναυτικών και από καιρικές συνθήκες και από τους Τάφιους Ληστές που κυριαρχούσαν από τις Εχινάδες μέχρι και τις εκβολές του Αχέροντα! 
δ. Και μόνο η ύπαρξη και σήμερα ενός αιώνιου ζεύγους νησιών (Κεφαλονιάς και Θιάκι) στην εν λόγω περιοχή και μάλιστα στο ίδιο ακριβώς σημείο, δυτικότερα δηλ. της Ζακύνθου, (με τον τότε προσανατολισμό) όχι απλά πρέπει να μας προβληματίσει αλλά είναι πλέον ή βέβαιο ότι αν δεν επισκέφθηκε ο ίδιος την περιοχή αυτή, τουλάχιστον οι πληροφορίες που είχε συλλέξει πρέπει να ήταν πρωτογενείς, από ανθρώπους, οι οποίοι γνώριζαν με πληρότητα την Ιθάκη του Οδυσσέα και σαφώς είχαν και μεγάλη γνώση των άλλων νησιών του Βασιλείου του Οδυσσέα. Άλλωστε και οι 70 περιγραφές του Παλατιού του Οδυσσέα αλλά και της πόλης και των λιμανιών και των βουνών και των κλιματικών συνθηκών που επικρατούν στο νησί, και το γεγονός ότι δεν ήταν γης για άλογα και ότι χρειάζονταν μπαστούνι για να περπατήσεις, μας οδηγούν να αποδεχτούμε σχεδόν με βεβαιότητα την προσωπική γνώση της περιοχής από τον Όμηρο. 
7. Ένα άλλο επίσης στοιχείο της ακριβούς τοποθέτησης στον ευρύτερο χώρο του Βασιλείου του νησιού της Ομ. Ιθάκης, είναι το γεγονός ότι την τοποθετεί στο πρώτο νησί που συναντάει ο Ναυτικός, που έρχεται από την Θεσπρωτία για το Δουλίχιο. Στην Ιθάκη σταματάει το πλοίο που μεταφέρει τον Οδυσσέα (που εμφανίζεται ως Κρητικός) και τον έστειλε ο Φείδων στον Άκαστο τον Αρχηγό του Δουλίχιου, που είχε μεγάλες παραγωγές και μεγάλη Ναυτική δύναμη και έφτανε σε πολλά μέρη της Μεσογείου, για να τον μεταφέρουν στην πατρίδα του την Κρήτη. Ποιο νησί κατά την άποψη των πάντων είναι που συναντάει κανείς ερχόμενος από την Ήπειρο (Θεσπρωτία); Δεν είναι η Λευκάδα; 
8. Το πιο σημαντικό στοιχείο για την ακριβή τοποθέτηση της Ομηρικής Ιθάκης στον χώρο είναι η περιγραφή που κάνει ο απόλυτος γνώστης της περιοχής Όμηρος: Περνώντας από τις Φαιές ο Τηλέμαχος, επιστρέφοντας από την Πύλο, αφήνει αριστερά του την Ζάκυνθο, στρίβει δεξιά προς τις Οξειές με σκοπό να πάρει καλύτερα τον νοτιοανατολικό άνεμο Σιρόκο, που του έστειλε η Αθηνά, ώστε να του εξασφαλίσει χωρίς (ή ελάχιστο) ζιγκ ζαγκ να φθάσει στην Ιθάκη του, που ήταν απόμακρη από την Ηλεία, όπως ο ίδιος μας βεβαιώνει. Στη συνέχεια περνάει σχετικά μακριά από το αιώνιο ζεύγος νησιών «Δουλίχιόν τε Σάμη τε» από τη μια μεριά και τις Οξειές και Εχινάδες από την άλλη, {η απόσταση από το πλησιέστερο νησί των Εχινάδων είναι 11 ν.μ. από το Θιάκι και 15 ν.μ. από Κεφαλονιά}. Και μέσα στο χάραμα, την ώρα που άλλαζαν οι βάρδιες (η νυχτερινή και η ημερήσια των μνηστήρων στο νησί Αστερίς) και με την απίστευτη βοήθεια που τους έδινε ο Σιρόκος, με την αχλή, την ομίχλη και το ψιλοβρόχι και την άμμο που σέρνει μαζί του, πέρασαν από το νησί Αστερίς, της ενέδρας των μνηστήρων, που το τοποθετεί ο Όμηρος «πρὶν πατρίδα γαῖαν ἱκέσθαι» και δεν τους αντιλήφθηκαν καθόλου. [Ως γνωστόν, ο Σιρόκος, ερχόμενος από την περιοχή της Αιγύπτου και του Σινά και περνώντας πάνω απ’ την Μεσόγειο σέρνει μαζί του απίστευτη υγρασία και άμμο – περιορίζοντας στο ελάχιστο την ορατότητα]. Κατά πάσα πιθανότητα πρέπει να είχε επιστρέψει το πλοίο από την νυχτερινή βάρδια μέσα στον ένα κόλπο από τους αμφίδυμους και να ετοιμάζονταν η ημερήσια βάρδια για το καραούλι από τα ανεμοδαρμένα ύψη της Αστερίδας.
 Κατάφερε, λοιπόν, να φθάσει ο Τηλέμαχος, χωρίς να τον αντιληφθούν από την ενέδρα της Αστερίδας, με το πρώτο φως στην Ιθάκη του και μάλιστα πολύ κοντά στη σπηλιά του Εύμαιου, στον όρμο Σκύδι στα νοτιοανατολικά της σημερινής Λευκάδας, όπως ακριβώς το περιγράφει ο Όμηρος. Είναι δεδομένο ότι η αλλαγή βάρδιας σαφώς γίνονταν μέσα σε έναν από τους δύο κόλπους, που διέθετε κατά τον Όμηρο η Αστερίς «λιμένες δ᾽ ἔνι ναύλοχοι αὐτῇ ἀμφίδυμοι», που έχει δύο ασφαλή λιμάνια δίδυμα, στα οποία μπορούσε να ελλιμενιστεί το καράβι των μνηστήρων, τα οποία και ασφαλώς τους έκρυβαν από τα περιπλέοντα πλοία και σε πλήρη ατμοσφαιρική ορατότητα! Κι αυτός είναι ένας ακόμη βασικός λόγος, πέραν του ομιχλώδους Σιρόκου, που δεν αντιλήφθηκαν το πλοίο του Τηλέμαχου, όταν πέρασε σχετικά κοντά από την Αστερίδα πηγαίνοντας για να αφήσουν τον Τηλέμαχο σε λιμάνι κοντά στον Εύμαιο. Ενώ λίγο αργότερα, που άλλαξε ρότα το πλοίο για να πάει προς την πόλη της Ιθάκης, το αντιλήφθηκαν οι ημεροσκόποι της ενέδρας και το ακολούθησαν μιας και είχε αρχίσει η μέρα και τους κυνήγησαν μέχρι το λιμάνι της Ιθάκης, οπότε τους είδε ο Εύμαιος από τον Έρμαιο λόφο να κατέρχονται προς το λιμάνι τα δύο πλοία και ο Αντίνοος ο οποίος ωρύονταν πως οι Θεοί βοήθησαν τον Τηλέμαχο και γλύτωσε τη δολοφονία! 
9. Ο Όμηρος επίσης τοποθετεί τα τρία πλην Ιθάκης νησιά με εκπληκτική ακρίβεια απέναντι από την Ηλεία, ενώ την Ιθάκη όχι. Αυτό σημαίνει ότι τα «Δουλίχιόν τε Σάμη τε και υλήεσσα Ζάκυνθος» βρίσκονται απέναντι από την Ηλεία, όπως ακριβώς τα σημερινά Κεφαλονιά, Θιάκι και Ζάκυνθος, ενώ η σημερινή Λευκάδα όχι! 
10. Κρίνω σκόπιμο να σημειώσω και την τέλεια περιγραφή της Αστερίδας, που μας προσφέρει ο Όμηρος.
 Την τοποθετεί μεταξύ της Ομ. Ιθάκης και ενός εκ των δύο νησιών του αιώνιου ζεύγους νησιών «Δουλίχιόν τε Σάμη τε», μονοσήμαντα της Σάμης! Είναι συνεπώς σαφώς νοτιοανατολικότερα της Ομ. Ιθάκης (πριν πατρίδα γαίαν ικέσθαι) σύμφωνα με τον ίδιο τον Ποιητή και την τοπογραφία που μας έδωσε των 4 νησιών. Έχει δύο λιμάνια «αμφίδυμα», δηλ. δύο όμοια λιμάνια με το ίδιο σχεδόν βάθος και για να εισέλθεις η πορεία και στα δύο είναι δεξιόστροφη (εξ ου και το «αμφίδυμα») που στο ενδιάμεσό τους υπάρχει ένας οικισμός, Αλαλκομενές, όπως μας βεβαιώνει ο Απολλόδωρος. Είχε ανεμοδαρμένα ύψη,(126 μ.) με συνέπεια να έχουν καλή παρατήρηση στο πέλαγος προς την γραμμή πλεύσης των πλοίων που έρχονται από την Πύλο εν προκειμένω. Δεν περιορίζεται ο Όμηρος μόνο σ’ αυτές τις σαφείς περιγραφές, αλλά μας δίνει και το μέγεθος του νησιού αυτού. Την χαρακτηρίζει «ου μεγάλη», κάτι που σύμφωνα με την γλώσσα της εποχής σημαίνει ότι λίγο ακόμη μεγαλύτερο αν ήταν θα το κατέτασσε στα μεγάλα. Άλλωστε τα 4.500 στρ. το βεβαιώνουν! Οι Ομηρικές περιγραφές είναι ακριβέστατες! Συνεπώς κατά κανένα τρόπο δεν είναι δυνατόν να το ψάχνουμε σε μια βραχονησίδα, όπως είναι η βραχονησίδα Δασκαλιό, όπου τοποθετούν οι Ιθακιστές την Αστερίδα. Άλλωστε το Δασκαλιό ούτε έχει 2 λιμάνια, ούτε έχει ανεμοδαρμένα ύψη, το ψηλότερο σημείο του είναι 5 μ. και το μέγεθός του είναι 4.5 - 5 στρ. που είναι αδιανόητο να χωρέσει η πόλη των Αλαλκομενών, που αργότερα μετά την Κάθοδο των Δωριέων, μετακόμισαν (οι Αλαλκομενές) στον Πισαετό της Ιθάκης, εκεί που ο Σλήμαν, από λάθος του θεώρησε ότι ήταν η Ομηρική Ιθάκη. Τέλος το Δασκαλιό δεν βρίσκεται στο μέσον μεταξύ Ιθάκης και Κεφαλονιάς αλλά είναι πολύ πλησιέστερο προς την Κεφαλονιά (1:7), ενώ το Αρκούδι προσιδιάζει απόλυτα και σ’ αυτό το στοιχείο, είναι στο μέσον της Λευκάδας (Ομ. Ιθάκης) και Θιάκι (Ομ. Σάμης).
 Με απόλυτη βεβαιότητα το μοναδικό νησί της περιοχής, που διαθέτει 100% τα στοιχεία, που του προσδίδει ο Όμηρος, είναι το Αρκούδι, ενώ το υποτιθέμενο βραχονήσι Δασκαλιό ή Μαθηταριό δεν διαθέτει απολύτως κανένα από τα χαρακτηριστικά που μας διδάσκει ο Όμηρος. (Άλλωστε το Δασκαλιό φαίνεται από το Παλάτι εκεί που το τοποθετούν οι Ιθακιστές κι αυτό είναι απίστευτα αρνητικό στοιχείο και αδιανόητο να το επέλεγε ο Αντίνοος αυτό το βραχονήσι!)
Έτσι δένουν αρμονικά όλα τα χωρία που περιγράφουν τα 4 νησιά, είτε όταν έρχεται κάποιος από Θεσπρωτία και κατευθύνεται προς το πολύσταρο Δουλίχιο, κάνοντας μία στάση στην ενδιάμεση Ιθάκη, είτε κατευθύνεται προς Πύλο και Σπάρτη, είτε έρχεται από Πύλο και περνάει πρώτα τη Ζάκυνθο, μετά από το αιώνιο ζεύγος «Δουλίχιόν τε Σάμη τε» για να φτάσει τελικά στην «πανυπερτάτη προς ζόφον» Ιθάκη! Νομίζω ότι και ο πλέον αδαής θα εξάγει τα σωστά συμπεράσματα! Ουσιαστικά ο Στράβων έκανε αρκετά και σημαντικά λάθη! Το βασικό και τραγικό λάθος του ήταν να θεωρήσει χερσόνησο την Λευκάδα και να την αποκλείσει. Το ένα λάθος όμως φέρνει τ' άλλο. Ερμήνευσε τη λέξη Ζόφος ως Βοριά, ενώ Ζόφος είναι η Δύση, εκεί που χάνεται ο ήλιος κι αμέσως σκοτεινιάζει, γι’ αυτό και ο Δυτικός άνεμος ονομάστηκε Ζέφυρος, κι αυτό το λάθος έγινε για να τοποθετήσει στο σημερινό Θιάκι την Ομηρική Ιθάκη, γιατί με τον τότε προσανατολισμό ήταν όντως Βόρειο το Θιάκι, σε συσχετισμό με την γειτονική του Κεφαλονιά, ενώ το καθαρά Δυτικό νησί τότε ήταν η Λευκάδα. Άλλωστε πηγαίνοντας ο Τηλέμαχος προς την Πύλο, γράφει ο Όμηρος ότι είχε ευνοϊκό και ούριο άνεμο τον Ζέφυρο, τον Δυτικό Πονέντε, που επιβεβαιώνει τα ανωτέρω για τον τότε προσανατολισμό! 
11. Το πολύ σημαντικό λάθος του Στράβωνα, είναι ότι η λέξη χερσόνησος δεν υπήρχε στο Ομηρικό Λεξιλόγιο. Η λέξη δημιουργήθηκε από τον Ηρόδοτο γύρω στο 450 π.Χ . Όλες οι Χερσόνησοι αποκαλούνταν νήσοι (εξ ου και Πελοπόννησος). Ο Ηρόδοτος πρώτος πρόσθεσε το πρόθεμα χερσον- μπροστά στη λέξη νήσος και δημιούργησε την λέξη «χερσόνησος». Άρα η Λευκάδα και χερσόνησος να ήταν, ΝΗΣΟΣ αποκαλούνταν και θεωρούνταν την Ομηρική Εποχή. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη κι αν ήταν χερσόνησος η Ομηρική Ιθάκη, ΝΗΣΟΣ και θεωρούνταν και αποκαλούνταν τότε! 
12. Το κορυφαίο όμως λάθος του Στράβωνα είναι ότι στην προσπάθειά του να επιβάλει την άποψη ότι το σημερινό Θιάκι είναι η Ομηρική Ιθάκη, χρησιμοποίησε το «Σόφισμα της λήψης του ζητούμενου» του Πρωταγόρα, ένα διπλό λογικό τέχνασμα, που του επιτρέπει να ξεπεράσει τη δυσκολία στην οποία έχει περιέλθει. Μετατρέπει την αποδεικτέα πρόταση σε αποδεικτικό λόγο! Μια δηλ. σοφιστική συλλογιστική τεχνική, που χρησιμοποιεί την αποδεικτέα θέση (το επιδιωκόμενο συμπέρασμα) ως αποδεικτικό επιχείρημα (a priori)! Με απλά λόγια παρουσιάζει το ζητούμενο σαν δεδομένο! 
Καταλήγουμε, συνεπώς, ότι ο Όμηρος όχι απλά γνώριζε πολύ καλά τον Κάϊστρο ποταμό και το Αιγαίο πέλαγος, αλλά γνώριζε πάρα πολύ καλά και το Βασίλειο του Οδυσσέα και γενικότερα την Δυτική Ελλάδα. 
Δεν είναι δυνατό να κάνει κάποιος αποδεκτές (ο οιοσδήποτε Μελετητής, Ερευνητής, Αρχαιολόγος κ.ά.) τις 70 περιγραφές του Παλατιού μονοσήμαντα και ταυτόχρονα να απορρίπτει τις περιγραφές των νησιών του Οδυσσέα, με την απίστευτη ελαφρότητα ότι ο Όμηρος δεν είχε απολύτως καμία γνώση της περιοχής! Γιατί αν δεχτούμε αυτή τη συλλογιστική (γνώριζε μόνο το μέρος κι όχι το όλον) τότε πρέπει να δεχτούμε ότι επισκέφθηκε τα Ανάκτορα με τα φτερά του Ίκαρου ή του Δαίδαλου, τα περιεργάστηκε, τα μελέτησε και τα κατέγραψε, μας έδωσε 70 και πλέον περιγραφές τους, αλλά δεν ξεμάκρυνε καθόλου απ’ αυτά και ξανάφυγε απ’ το νησί της Ιθάκης χωρίς να έχει καμία προσωπική γνώση για το νησί. Δηλαδή τις περιγραφές των κλιματικών συνθηκών, των βουνών, του λιμανιού του Φόρκυνα, το ότι η Ιθάκη ήταν πολύ κοντά στην ηπειρωτική ακτή, ενώ όλα τα άλλα ήταν πολύ μακριά, το ότι επί 1.100 μέρες ο Φιλοίτιος πηγαινοέρχονταν με πορθμείς και πορθμείο κι όχι με πλοίο και ναύτες, το ότι τα τρία άλλα ήταν απέναντι από την Ηλεία, ενώ η Ιθάκη ήταν απόμακρη, το ότι αυτή ήταν «πανυπερτάτη προς ζόφον» ενώ τα άλλα τρία βρίσκονταν προς την ανατολή και τον νοτιά, «προς ηώ τ’ ηέλιόν τε», που όλα αυτά μας τα περιγράφει ο Όμηρος, με ποιο δικαίωμα τα αμφισβητούμε; Το τραγικό είναι ότι αυτά τα ισχυρίζονται και Επιστήμονες που ανασκάπτουν για την ανεύρεση του Ανακτόρου έχοντας ως Ευαγγέλιο τις Ομηρικές περιγραφές των Ανακτόρων από τον Όμηρο και την ίδια στιγμή τον απορρίπτουν σε όλες τις άλλες περιγραφές, που μας δίνει για την Ιθάκη του Οδυσσέα. Αν αυτό δεν είναι κορυφαίος υποκειμενισμός … Αν αυτό δεν είναι υστερόβουλη καθαρά θέση…! 
13. Τίθεται επίσης ένα άλλο ερώτημα που εκθέτει τους οπαδούς αυτής της άποψης. Πολύ κοντινή στην εποχή του Όμηρου ήταν η Σαπφώ. Αν ο Όμηρος δεν γνώριζε καθόλου την Ομ. Ιθάκη, πως γνώριζε ο ίδιος ότι υπήρχε Ναός του Απόλλωνα και κατ’ επέκταση πώς ήξερε για το Ναό του Απόλλωνα η Σαπφώ; 
Και αφού ο Όμηρος δεν το ήξερε το νησί, πως το ήξερε η Σαπφώ, που ζούσε στην ίδια περίπου εποχή και στην ίδια περιοχή με τον Όμηρο; Είναι ερωτήματα που χρήζουν ξεκάθαρης απάντησης! Και το καίριο ερώτημα: Ποιο νησί έχει από την εποχή του Κέφαλου Ναό του Απόλλωνα; 
Ο Κέφαλος, ως γνωστόν, έζησε τρεις γενιές (περίπου έναν αιώνα) προ του Τρωικού Πολέμου! Το γενεαλογικό δέντρο είναι: Κέφαλος – Αρκείσιος – Λαέρτης – Οδυσσέας! 
Το μοναδικό νησί με Ναό του Απόλλωνα πριν τον Τρωικό Πόλεμο ήταν μονοσήμαντα το νησί με το σημερινό όνομα Λευκάδα!!!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.