Σάββατο 13 Αυγούστου 2011

ΟΙ ΑΣΠΙΔΕΣ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΟΣΜΟ


 
Ομηρικός Σάκος – Sakos (shield) of Homeric era

Ο ΣΑΚΟΣ: (1200 π.Χ.)
Ο τύπος αυτής της ασπίδας αναφέρεται από τον Όμηρο στην Ιλιάδα σαν ένας από τους τύπους των ασπίδων τον οποίο οι Έλληνες πολεμιστές χρησιμοποιούσαν περισσότερο. Κατασκευαζόταν από ένα ή περισσότερα στρώματα δέρματος, εκτός εξαιρέσεων όπως π.χ. οι ασπίδες των ηρώων Οδυσσέα και Αίαντα του Τελαμώνιου που είχαν από τέσσερα έως και επτά στρώματα βοείου δέρματος αντιστοίχως. Τα δερμάτινα αυτά στρώματα ήταν τεντωμένα σε ξύλινο πλαίσιο με εσωτερική ενίσχυση από πλέγμα κλαδιών, πιθανότατα λυγαριάς. Ο ειδικός μελετητής Άγγλος Peter Connolly στο βιβλίο του «Η πολεμική τέχνη των Ελλήνων» την αναφέρει σαν πυργωτή ασπίδα λόγω των διαστάσεών της.

Η εξωτερική πλευρά ήταν κατά κανόνα επενδυμένη με έλασμα από χαλκό για μεγαλύτερη αντοχή στα κτυπήματα και έφερε διάφορες διακοσμητικές ανάγλυφες παραστάσεις και ηλώσεις. Η ασπίδα είχε ημικυλινδρικό σχήμα με ανύψωση στο επάνω μέρος της και είχε ύψος όσο ενός ανδρός καλύπτοντας τον πολεμιστή από τα πόδια έως τον λαιμό – ποδυνεκείς κατά τον Όμηρο. Διέθετε τελαμώνα για το κρέμασμά από τους ώμους και είχε μονή λαβή για την κράτησή της.

Πρέπει να παρείχε αρκετή προστασία στον πολεμιστή που την κρατούσε και να εξοστράκιζε όσα από τα πλήγματα δεν σταματούσαν στα επάλληλα στρώματα των δερμάτων που έφερε.

Η ΟΚΤΩΣΧΗΜΗ ΑΣΠΙΔΑ: (1200 – 1000 π.Χ.)
 
Οκτώσχημη Ασπίδα Μυκηναϊκής εποχής

Εξέλιξη του σάκου υπήρξε η οκτώσχημη ασπίδα. Το όνομά της το πήρε από το σχήμα της που πράγματι έμοιαζε με ένα τεράστιο οκτώ και είχε ύψος όσο σχεδόν του πολεμιστή που την κρατούσε. Η κυρτότητά της ήταν μεγαλύτερη με αποτέλεσμα το αντίπαλο ξίφος ή βέλος να μην φτάνει εύκολα τον πολεμιστή πίσω της σε περίπτωση διάτρησής της. Στην μέση της περίπου έφερε μία στένωση που επέτρεπε ευκολότερα την χρήση του ξίφους ή του ακοντίου.

Η βασική της όμως καινοτομία ήταν η ξύλινη οξεία ράχη που υπήρχε καθ’ όλο το ύψος της και η οποία της έδινε την δυνατότητα κατά την διάρκεια της πολεμικής σύρραξης και ιδιαίτερα κατά το στάδιο του ωθισμού, να διασπά την ενότητα των ασπίδων του εχθρού και να εισχωρεί στις γραμμές του, ενέργεια που οδηγούσε στην σύγχυση και στην συνέχεια στην διάλυση της εχθρικής παράταξης.

Πιθανότατα άνδρες ειδικών σωματικών δυνατοτήτων να είχαν την αποστολή αυτής της διάσπασης των εχθρικών γραμμών με τις ασπίδες τους. Κατασκευαστικά ήταν φτιαγμένη από έναν χιαστί ξύλινο σκελετό – κανόνες – με υπόστρωμα από πλεκτά κλαδιά λυγαριάς, τα οποία επικαλύπτονταν από δέρμα βόειο συρραμμένο και για την συγκράτησή της έφερε υποτυπώδη δερμάτινο πόρπακα και αντιλαβή.
Μειονέκτημα αποτελούσε το γεγονός ότι τα κενά τα οποία άφηνε, λόγω του σχήματός της, επέτρεπαν το πέρασμα των πληγμάτων εκ μέρους του εχθρού κατά του πολεμιστή που την κρατούσε.

Η ΑΣΠΙΔΑ ΤΗΣ ΥΣΤΕΡΗΣ ΜΥΚΗΝΑΪΚΗΣ ΕΠΟΧΗΣ: (1500 – 1200 π.Χ.)
Ο τύπος αυτής της ασπίδας αντικατέστησε στον ελληνικό χώρο τις δύο προηγούμενες οι οποίες ως εκ της κατασκευής τους ήταν μεν ασφαλείς αλλά βαριές και δύσχρηστες. Η νέα ασπίδα η οποία υιοθετήθηκε ήταν επίπεδη, κυκλική, ξύλινη και μικρότερη από τις προηγούμενες με διάμετρο από 80 εκ. έως 1.0 μ.

Εξωτερικά είχε δερμάτινη επένδυση, μεταλλική περιφέρεια – άντυγα – πιθανόν δε και μεταλλικές εξωτερικές πρόσθετες επικαλύψεις. Στο επάνω της μέρος ήταν κομμένη ελλειψοειδώς και στην εξωτερική της επιφάνεια είχε μεταλλικά εξογκώματα που έδειχναν σαφώς τον επιθετικό της χαρακτήρα. Εσωτερικά και στο κέντρο είχε μια χειρολαβή και έναν δερμάτινο τελαμώνα για την ανάρτησή της από τον λαιμό έτσι που το ελλειπτικό κόψιμο στην φάση της πορείας να ευρίσκεται στο κάτω μέρος ώστε να επιτρέπει μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων στον κάτοχό της ασπίδας.
Η κράτησή της από την χειρολαβή σε ώρα μάχης έφερνε την ελλειψοειδή εγκοπή δεξιά έτσι που ο πολεμιστής να μπορεί να χειρίζεται άνετα τόσο το έγχος – ακόντιο – όσο και το άορ.
 
Ασπίδα Ύστερης Μυκηναϊκής Εποχής

Πολλές παραστάσεις παρουσιάζουν αυτή την ασπίδα στρογγυλή χωρίς ελλειψοειδή εγκοπή, επίσης δε να φέρει εσωτερικά για την κράτησή της τόσο πόρπακα όσο και αντιλαβή. Παραλλαγή του τύπου αυτού της ασπίδας ήταν η λεγομένη «ασπίδα του Κιτίου». Σε αυτή την ασπίδα το ελλειψοειδές σχήμα είχε την μορφή V και στο κάτω μέρος της περιφέρειάς της ήταν κομμένη οριζόντια.
 
Ασπίδα του Κιτίου, Ύστερης Μυκηναϊκης Εποχής

Άλλος παρεμφερής τύπος με αυτή την ασπίδα ήταν η ολοστρόγγυλη που είχε σαφώς μεγαλύτερη διάμετρο, ήταν κατασκευασμένη από πλέγμα κλαδιών λυγαριάς, ξύλινο σκελετό και δερμάτινη επένδυση ή και σπανιότερα κατασκευαζόταν ολόκληρη από μέταλλο. Είχε μια χειρολαβή συγκράτησης στην μέση και πιθανότατα και τελαμώνα ανάρτησης. Εξωτερικά έφερε μεταλλικά στοιχεία τόσο για διακοσμητικούς όσο και επιθετικούς λόγους.
 
Στρογγυλή Ασπίδα της Ύστερης Μυκηναϊκής Εποχής

Η περιγραφόμενη από τον Όμηρο στο έπος της Ιλιάδας πάνχαλκη ασπίδα του Αχιλλέαανήκε στον στρογγυλό τύπο της ασπίδας της ύστερης μυκηναϊκής εποχής χωρίς ελλειψοειδή εγκοπή και είναι ότι ωραιότερο έχει να επιδείξει αυτός ο τύπος της ασπίδας.

Η ΑΣΠΙΔΑ ΤΩΝ ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΩΝ ΧΡΟΝΩΝ: (9ος – 8ος αιώνας π.Χ.)
Την εποχή της γεωμετρικής περιόδου η ασπίδα που κυριάρχησε στον Ελληνικό προκλασικό κόσμο ήταν μία αρκετά μεγάλη ασπίδα με ύψος από 1.20 έως 1.50 μ. και αναλόγου φάρδους σίγουρα όμως μικρότερη από τις προηγούμενες της μυκηναϊκών χρόνων. Το σχήμα της ήταν στρογγυλό ή συνηθέστερα ωοειδές αποτελούμενο από δύο τοξοειδή μέρη ενωμένα και έφερε ή όχι στα πλάγια δύο ημισελινοειδείς εντομές.
Υπήρξε προφανώς ο πρόδρομος της βοιωτικής ασπίδας στο σχήμα και την εμφάνιση. Ο τρόπος κράτησής της ήταν αυτός της αργολικής ασπίδας η οποία άλλωστε και ακολούθησε την ασπίδα των γεωμετρικών χρόνων.

Το ιδιαίτερο όμως αυτού του τύπου της ασπίδας και το οποίο την χαρακτήριζε σαν αμυντικό όπλο της γεωμετρικής περιόδου ήταν ο διάκοσμος που ήταν ζωγραφισμένος επάνω της.

Τα σχήματα ήταν γραμμικά σε ευθείες, καμπύλες ή συμπλέγματα γεωμετρικών στοιχείων, με την σύγχρονη νοητή ύπαρξη αξόνων καθ’ ύψος ή κατά πλάτος σε αφηρημένους συνδυασμούς μα πάντα μέσα στο πνεύμα μιας γεωμετρικής διάθεσης.

Η ΑΡΓΟΛΙΚΗ ΑΣΠΙΔΑ: ( Μέσα 6ου – αρχές 2ου αιώνα π.Χ.)
Ο τύπος της ασπίδας αυτής έκανε την εμφάνισή του με την νέα του τροποποιημένη μορφή τον 5ο π.Χ. αιώνα και αποτελούσε συνέχεια του τύπου που έφεραν οι Δωριείς στην Ελλάδα το 1050 π.Χ. Η ασπίδα αυτή αποτέλεσε τον πλέον χαρακτηριστικό τύπο ελληνικής ασπίδας δεδομένου ότι ήταν η ασπίδα που χρησιμοποιήθηκε κατά τους περσικούς πολέμους με το όνομα «όπλον».

 
Αργείτικη ασπίδα με το έμβλημα του Πανεπόπτη Άργου

 
Χαλκιδική Οπλιτική Ασπίδα

 
Σπαρτιατική Οπλιτική Ασπίδα με το έμβλημα της Μόρας των Γερονθρών

 
Οπλιτική Ασπίδα Σαμιών Γεωμόρων, σχέδιο βάση νομισμάτων

Το σχήμα της ήταν στρογγυλό και η αποστολή της ήταν πέραν της προστασίας του κατόχου της οπλίτη να προστατεύει με την προέκτασή της αριστερά και το δεξιό ακάλυπτο πλευρό του συμπολεμιστή του κατά την διάρκεια του σχηματισμού της οπλιτικής φάλαγγας. Ήταν ολόκληρη από χαλκό, είχε σχήμα κοιλόκυρτο η διάμετρός της ήταν από 80 εκ. έως 1.00 μ. και έφερε περιμετρική στεφάνη που τελείωνε σε νεύρωση – άντυγα – για μεγαλύτερη αντοχή, και επενδυόταν εσωτερικά με τεμάχια λεπτού ξύλου γύρω από το κέντρο και χονδρύτερα προς την στεφάνη τα οποία με την σειρά τους επενδύονταν με βόειο δέρμα. Για την κράτησή της έφερε εσωτερικά και έκκεντρα κατακόρυφη μεταλλική ταινία το όχανο πάνω στην οποία στηριζόταν η κυλινδρική λαβή ο πόρπαξ για τον βραχίονα, κοντά δε στην περιφέρεια υπήρχε η αντιλαβή για την παλάμη, το όλο δε σύστημα αποδίδεται με επιφύλαξη στους Κάρες.

Σχέδιο κατασκευής Αργολικής Ασπίδας
 
 
Αργολική Οπλιτική Ασπίδα, χρώματα βάση αγγείου (Μουσείο Λούβρου)

  
Αθηναική Οπλιτική Ασπίδα με έμβλημα την Τρισκελίδα.
Η κλασσική Τρισκελίς χαρακτηρίζει την Φρατρία των Αλκμαιωνιδών επί αιώνες
.

 
Αθηναϊκή Ασπίδα Πεζοναυτών / «Επιβατών»

Ο τύπος αυτός της ασπίδας υπήρξε ο μακροβιότερος στον αρχαίο Ελληνικό κόσμο και πολλοί μεταγενέστεροι τύποι ασπίδων δανείστηκαν πολλά στοιχεία απ’ αυτόν. Στην εξωτερική της πλευρά η αργολική ασπίδα έφερε διάφορες παραστάσεις τα επισήματα με πρόθεση τον εκφοβισμό του αντιπάλου τα οποία αργότερα αντικατεστάθησαν με το αρχικό γράμμα της πόλης απ’ όπου καταγόταν ο πολεμιστής κάτοχος της ασπίδας.(Σχ. 7)
 
Λακωνική Οπλιτική Ασπίδα

 
Μεσσηνιακή Οπλιτική Ασπίδα

Αθηναϊκή Οπλιτική Ασπίδα

 
Αρκαδική Οπλιτική Ασπίδα

 
Αχαϊκή Οπλιτική Ασπίδα

H AΙΤΩΛΙΚΗ ΑΣΠΙΔΑ: ( 5ος – 6ος αιώνας π.Χ.)
Η αιτωλική ασπίδα αποτέλεσε μια πιστή σχηματική παραλλαγή της αργολικής ασπίδας και δεν χρησιμοποιήθηκε τόσο σε ευρεία κλίμακα όσο σε τοπική. Είχε ακριβώς την κατασκευαστική δομή της αργολικής ασπίδας αποτελούμενη εξ’ ολοκλήρου από χαλκό διαφέροντας μόνο κατά το σχήμα της το οποίο δεν ήταν στρογγυλό αλλά ελλειψοειδές.

Διέθετε στεφάνη και άντυγα καθώς όχανο και πόρπακα για το κράτημά της. Το ελλειψοειδές αυτό σχήμα παρείχε ικανοποιητική προστασία κατά την κατακόρυφη έννοια στον κάτοχο της ασπίδας αλλά άφηνε ακάλυπτο το δεξιό πλευρό του, αριστερά της ασπίδας ευρισκομένου, συμπολεμιστή του σε αντίθεση με την αργολική ασπίδα που τον κάλυπτε επαρκώς. Εξωτερικά έφερε διάφορα επισήματα συνήθως δε και έναν μεταλλικό ομφαλό που βοηθούσε κατά το στάδιο του ωθισμού την διάσπαση της ενότητας της αντίπαλης παράταξης.
 
Ασπίδα Αιτωλικού Τύπου

Η ΒΟΙΩΤΙΚΗ ΑΣΠΙΔΑ: (6ος αιώνας π.Χ)
Όπως η αιτωλική ασπίδα έτσι και η βοιωτική ασπίδα αποτέλεσε σχηματική παραλλαγή της αργολικής ασπίδας με περιορισμένη όπως και εκείνη χρήση στον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Η κατασκευαστική της δομή ήταν ακριβώς όπως της αιτωλικής ασπίδας και της αργολικής από την οποία άλλωστε και προήλθε. Η διαφορά της ήταν πάλι ως προς το σχήμα της το οποίο ήταν σχεδόν οκτώσχημο με την έννοια ότι την λέπτυνση στο μέσον της ασπίδας την δημιουργούσαν ημισελινοειδείς εγκοπές που υπήρχαν στα πλευρά του ελλειψοειδούς σχήματός της.

Οι εγκοπές αυτές έδιναν την δυνατότητα στον οπλίτη να χρησιμοποιεί ευχερέστερα το δόρυ ή το οπλιτικό ξίφος κατά περίπτωση. Τέτοιου τύπου ασπίδες δυστυχώς δεν έχουν διασωθεί και γνωρίζουμε την ύπαρξή τους μόνο από αγγεία, διάφορες ανάγλυφες παραστάσεις και νομίσματα.

 
Ασπίδα «Βοιωτικού» τύπου βασισμένη σε παραστάσεις του ζωγράφου Εξεκία
(Βρεταννικό Μουσείο)

Ο ΑΙΤΩΛΙΚΟΣ ΣΑΚΟΣ: (5ος – 4ος αιώνας π.Χ.)
Στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. όταν οι τακτικές της μάχης άλλαξαν και οι συρράξεις δεν γίνονταν πλέον εκ του συστάδην και με την αυστηρή πολεμική νοοτροπία της οπλιτικής φάλαγγας, παρουσιάστηκε η ανάγκη χρησιμοποίησης ενός τύπου ασπίδας που να έχει μικρότερο βάρος και να είναι περισσότερο ευέλικτη στο πεδίο της μάχης.

Έτσι χρησιμοποιήθηκαν πάλι τα υλικά του παρελθόντος όπως το ξύλο για τον σκελετό και τα κλαδιά της λυγαριάς και της ιτιάς για το πλέγμα το οποίο καλυπτόταν με δέρμα βοδιού στην συνέχεια. Η περιφέρειά της δεν ήταν ενισχυμένη με μέταλλο δεδομένου ότι η ασπίδα δεν προοριζόταν για τις εκ του συστάδην πολεμικές συρράξεις

Το σχήμα της ήταν στρογγυλό, επίπεδο και η διάμετρός της κυμαινόταν από 80 εκ. έως και 1.0 μ. Για την συγκράτησή της είχε μία δερμάτινη λαβή στο κέντρο και μία επίσης δερμάτινη αντιλαβή στην περιφέρεια. Αυτή η ασπίδα λόγω της ελαφρότητάς της ήταν κυρίως κατάλληλη για τους ακοντιστές, τους «ψιλούς» οπλίτες και τους πελταστές που σύμφωνα με τις καινούργιες μεθόδους μάχης δρούσαν ανεξάρτητοι αυτόνομοι και με ακροβολιστική κυρίως τακτική μάχης.
 
Αιτωλικός Σάκος – Aitolian Hoplite Sakos 

Η ΘΡΑΚΙΚΗ ΠΕΛΤΗ: (4ος – 1ος αιώνας π.Χ.)
Από τον τύπο αυτό των ελαφρών ασπίδων διάσημη έγινε η πέλτη η οποία υπήρξε ασπίδα κυρίως των Θρακών ακοντιστών από τον 5ο αιώνα π.Χ. και μετά. Η πέλτη έδωσε το όνομά της στους πελταστές, το ελαφρύ πεζικό των Θρακών, κατ’ αρχήν, αργότερα δε και σε όποιους εκ των πολεμιστών του αρχαίου κόσμου χρησιμοποιούσαν πέλτη. Η πέλτη αποτελούσε την απ’ ευθείας εξέλιξη, αλλά σε μικρότερο μέγεθος, της ασπίδας της ύστερης μυκηναϊκής εποχής.

Το σχήμα της ήταν ελλειψοειδές και στο επάνω μέρος της είχε μία ημισεληνοειδή εντομή, ο δε τρόπος κατασκευής της ήταν ο κλασικός τρόπος κατασκευής όλων των ελαφρών ασπίδων.

Κατασκευαζόταν μια επίπεδη επιφάνεια από σκελετό χονδρών κλαδιών λυγαριάς ο οποίος γέμιζε κατόπιν με πλέγμα λεπτότερων κλαδιών και το σύνολο επενδυόταν με χονδρό βοδινό δέρμα επάνω στο οποίο ζωγράφιζαν διάφορες διακοσμητικές παραστάσεις, από ζώα, ή πουλιά αλλά συνηθέστερα σχεδίαζαν μια τυποποιημένη μορφή, με μεγάλα μάτια που έδειχναν την εγρήγορση των πελταστών.
Υπήρχε ακόμη και ένας τύπος πέλτης φτιαγμένος από λεπτές φέτες ξύλου επενδυμένες επίσης με δέρμα και για την κράτησή της διέθετε δύο λαβές δερμάτινες, μία για τον βραχίονα και μία αντιλαβή, όπως συνηθιζόταν να εξοπλίζονται οι ασπίδες, σύμφωνα με τον τύπο της αργολικής ασπίδας. Επίσης στην εσωτερική της επιφάνεια είχε και δερμάτινο αορτήρα για το κρέμασμα της πέλτης από τον ώμο ή το λαιμό κατά την διάρκεια των πορειών του κατόχου της πελταστή.

Η πέλτη χρησιμοποιήθηκε σε μάχες εκ του συστάδην από άτακτους και ελαφρούς πεζούς που ήθελαν να αναπτύξουν πρωτοβουλίες και νέες τακτικές μάχης μακριά από την γνωστή έως τότε τακτική της οπλιτικής φάλαγγας π.χ. Οι πελταστές του Αθηναίου στρατηγού Ιφικράτη, οι Θράκες πελταστές κ.λ.π.
Πέλτη – Thracian Pelti 

Η ΚΡΗΤΙΚΗ ΠΕΛΤΗ: (4ος – 2ος αιώνας π.Χ.)
Οι Κρήτες τοξότες από τον 4ο αιώνα π.Χ. χρησιμοποιούσαν μικρές στρογγυλές μεταλλικές πέλτες κυρίως από χαλκό. Οι ασπίδες αυτές εκτός από χαλκό κατασκευάζονταν και από πλέγμα κλαδιών λυγαριάς όπως οι ασπίδες παλαιοτέρων τύπων.

Το πιθανότερο είναι οι ασπίδες αυτές να διέθεταν δύο κυρίως λαβές εκ των οποίων η μία να είχε την χρήση και αντιλαβής έτσι που το αριστερό, κατά κανόνα, χέρι περνούσε και από τις δύο δίνοντας έτσι την δυνατότητα στον τοξότη παράλληλα με την ασπίδα να κρατά και το τόξο με την ελεύθερη παλάμη του χεριού του ή να βαστά την αντιλαβή μαζί με το στέλεχος του τόξου στην ίδια παλάμη. Εκτός των δύο δερμάτινων λαβών τύπου πόρπακος η κρητική ασπίδα έφερε και ιμάντα ανάρτησης – αορτήρα για την ανάρτησή της από τον ώμο κατά τις πορείες. Η πέλτη γενικώς και ιδιαίτερα η μεταλλική προσέφερε προστασία έναντι των πληγμάτων ενώ η πλεκτή πέλτη προσέφερε επαρκή προστασία από τα πλήγματα των βελών αλλά ήταν ανεπαρκής έναντι των πληγμάτων από τα δόρατα και τα ακόντια.

Κρητική Πέλτη Τοξότη

 
Κρητική Πέλτη

Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ ΑΣΠΙΔΑ: (4ος αιώνας π.Χ.)
Κατά την εκστρατεία των Μακεδόνων στην Ασία από το 334 π.Χ έως το 323 π.Χ., έτος θανάτου του Μεγάλου Αλεξάνδρου, χρησιμοποιήθηκαν βασικά από τα τακτικά Μακεδονικά στρατεύματα, τους πεζέταιρους και τους φαλαγγίτες, δύο κυρίως είδη ασπίδων δεδομένου ότι το ιππικό απαρτιζόμενο κυρίως από τους υπασπιστές και τους εταίρους είναι αδιευκρίνιστο τουλάχιστον από την σχετική βιβλιογραφία αν έφεραν ή όχι ασπίδα και ποιο είδος.

Οι πεζέταιροι που αποτελούσαν και την κύρια οπλιτική δύναμη κρούσης και μάχονταν πεζοί χρησιμοποιούσαν ασπίδες αργολικού τύπου του συνηθέστερου τύπου ασπίδας από τον Ε’ αιώνα και μετά. Οι ασπίδες αυτές ήταν ζωηρά χρωματισμένες με περιφερειακά φύλλα δάφνης, το οκτάκτινο ή δεξαεξάκτινο αστέρι σύμβολο της δυναστείας των Αργεαδών και αργότερα έφεραν συμβολικά την μορφή του Μ. Αλεξάνδρου με περσική τιάρα ως κατακτητή της Περσίας και κατ’ επέκταση όλης της Ασιατικής ηπείρου.

Οι φαλαγγίτες επίσης οι οποίοι σαν κύριο όπλο είχαν την σάρισα και χρειάζονταν και τα δύο τους χέρια ελεύθερα όσο την χρησιμοποιούσαν, προστατεύονταν από ένα είδος ασπίδας που ήταν χάλκινη ή ορειχάλκινη διαμέτρου από 0.60 έως 0.70 εκ. δεν είχε στεφάνη για να στερεώνεται στον ώμο είχε μικρότερη κύρτωση αλλά διέθετε όλα τα άλλα στοιχεία της αργολικής ασπίδας από την οποία άλλωστε και προερχόταν.
 
Μακεδονική Ασπίδα Μονάδας Πεζεταίρων, πλούσια διακοσμημένη ασπίδα
από τους Μακεδονικούς τάφους των Λύσωνα και Καλλικλή.

Η ασπίδα αυτή πιθανόν να είχε τέτοιου είδους αντιλαβή ώστε να μπορούσαν να την κρατούν σαν την αργολική αλλά και να είχαν και την δυνατότητα να περνούν το χέρι τους μέσα από αυτήν σαν να είχε δύο όχανα έτσι που η αριστερή παλάμη να ήταν και αυτή ελεύθερη όπως δηλαδή λειτουργούσε και η κρητική πέλτη των τοξοτών

 
Εξωτερική και 
Εσωτερική όψη Μακεδονικής Ασπίδας
Η ΙΦΙΚΡΑΤΕΙΟΣ ΑΣΠΙΔΑ: (4ος αιώνας π.Χ.)

Πρότυπο για την μετέπειτα Μακεδονική ασπίδα χωρίς στεφάνη και άντυγα υπήρξε ηΙφικράτειος ασπίδα σε επίπεδη έκδοση από ξύλο επενδυμένη με δέρμα και με προστατευμένη ή όχι την περιφέρειά της. Η ασπίδα αυτή ονομάστηκε όψιμα πέλτη λόγο της βορειοανατολικής καταγωγής της και του τρόπου ανάρτησής της.

Ήταν εύκολη και φτηνή στην κατασκευή της και ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος ο Β’ την υιοθέτησε περί το 350 π.Χ. καθώς και άλλα όπλα και τακτικές μάχης μετά τις επανειλημμένες νίκες του Αθηναίου στρατηγού Ιφικράτη επί των Σπαρτιατών μερικά χρόνια νωρίτερα περί το 386 π.Χ.
Εξωτερικά έφερε και αυτή διάφορα μεταλλικά διακοσμητικά στοιχεία όπως και η προερχομένη από αυτήν κατόπιν Μακεδονική ασπίδα αλλά με βελτιώσεις που έκανε ο Φίλιππος ο Β’ π.χ. μεταλλική επένδυση, κυρτότητα, τρόπος κρατήματος και ανάρτησης όπως στην αργολική κ.λ.π.

 
Ιφικράτειος Οπλιτική Ασπίδα

Ο ΘΥΡΕΟΣ: ( 4ος – 3ος αιώνας π.Χ.)
Μετά την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου την θέση της μακεδονικής, που ήταν λίγο ή πολύ συνέχεια της αργολική, θα πάρει μία άλλη ασπίδα με το όνομα θυρεός η οποία ήταν μάλλον γαλατικής προέλευσης. Παρά όμως την αλλοδαπή προέλευσή της η νέα ασπίδα διαδόθηκε πολύ γρήγορα στον ελληνικό κόσμο της εποχής και υιοθετήθηκε σαν το νεότερο αμυντικό όπλο μεταξύ των Ελλήνων και ιδιαίτερα των Μακεδόνων.

Ήταν κατασκευασμένη από ξύλινες τάβλες αντικολλητές σε επίπεδη μορφή ή ελαφρώς κυρτή και στην περιφέρειά της είχε μεταλλική ενίσχυση που παρείχε προστασία από τα κτυπήματα καταφοράς. Το σχήμα της ήταν ελλειπτικό αλλά και εξάγωνο ή παραλληλόγραμμο και το ύψος της κυμαινόταν από 1.00 μ. έως και 1.20 μ. το δε φάρδος της ήταν 60 εκ.

Εξωτερικά ήταν επενδυμένη με δέρμα και έφερε κατακόρυφα ένα μεταλλικό εξόγκωμα σαν ράχη η οποία στην μέση διογκωνόταν ακόμη περισσότερο δεδομένου ότι από πίσω υπήρχε η λαβή συγκράτησης της ασπίδας. Εκτός από αυτή την χειρολαβή η ασπίδα διέθετε και ιμάντα ανάρτησής της από τους ώμους κατά την διάρκεια των πορειών. Το επίμηκες αυτό μεταλλικό εξόγκωμα είχε την ίδια αποστολή με το αντίστοιχο ξύλινο επίμηκες εξόγκωμα της οκτώσχημης ασπίδας, δηλαδή την διάσπαση των γραμμών της αντιπάλου παρατάξεως κατά το στάδιο του ωθισμού.

Η προστασία που προσέφερε έναντι των πληγμάτων των σαρισών ή των ακοντίων ήταν μικρή αλλά έναντι των πληγμάτων από σπαθιά και βέλη ήταν πολύ ικανοποιητική. Παρά την σχετική προστασία που προσέφερε η γρήγορη εξάπλωσή της στον ελληνικό τότε κόσμο οφειλόταν στο γεγονός ότι η κατασκευή της ήταν γρήγορη, εύκολη και είχε χαμηλό οικονομικό κόστος.

 
Μακεδονικός Εξάγωνος Θυρεός Γαλατικής
ή Γερμανικής (το πιθανότερον) προέλευσης

Μακεδονικός Ορθογώνιος Θυρεός

 
Μακεδονικός Ελλειπτικός Θυρεός

ΟΙ ΑΣΠΙΔΕΣ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ ΕΠΙΓΟΝΩΝ: (3ος – 1ος αιώνας π.Χ.)
Η Μακεδονική ασπίδα μετά τον Μέγα Αλέξανδρο και μέχρι την υποταγή της Ελλάδας στην πολεμική μηχανή της Ρώμης στην μάχη της Πύδνας το 168 π.Χ. ήταν μεταλλική, σχετικά μικρού μεγέθους από 0.60 έως 0.70 εκ. στρογγυλή με μικρή κύρτωση και χωρίς στεφάνη. Είχε δύο λαβές δηλαδή πόρπακα και αντιλαβή όπως η αργολική ασπίδα αλλά και τελαμώνα για την ανάρτησή της από τους ώμους ή το λαιμό του πολεμιστή κατά τις πορείες. Πιθανότατα η ανάγκη δύο ελεύθερων χεριών για το κράτημα της σάρισας και συγχρόνως της προστασίας του σαρισοφόρου να καθιστούσε την αντιλαβή ένα είδος δεύτερου οχάνου που μέσα απ’ αυτήν να πέρναγε ολόκληρη η παλάμη του κατόχου της φαλαγγίτη.

Στα επί μέρους βασίλεια των επιγόνων και μεταξύ αυτών και του Αντιγόνου και του Σέλευκου χρησιμοποιούσαν αυτόν τον τύπο ασπίδας για τους πεζέταιρους και τους φαλαγγίτες που τους ονόμαζαν Λευκάσπιδες και Αργυράσπιδες από το λευκό χρώμα που είχαν οι επικασσιτερωμένες ασπίδες τους ή Χαλκάσπιδες από το χρώμα του απαστράπτοντα χαλκού των ασπίδων.

Στο κέντρο και στην θέση του ομφαλού και εξωτερικά έφερε συχνά εξόγκωμα τόσο για επιθετικούς όσο και για διακοσμητικούς λόγους καθώς και άλλα διακοσμητικά στοιχεία όπως το δεκαεξάκτινο αστέρι της βασιλικής δυναστείας των Αργεαδών, ομόκεντρους ελλιπείς κύκλους μεταλλικά στεφάνια, καρφιά διακοσμητικά κ.λπ.

Εσωτερικά ήταν επενδυμένη με λεπτό ξύλο με κάποιον από τους τρόπους που επενδυόταν και η αργολική ασπίδα από την οποία άλλωστε και προερχόταν και το σύνολο προστατευόταν τελικά από στρώση βοείου δέρματος.
 
Μακεδονική Ασπίδα Μονάδας Αργυρασπίδων

 
Ασπίδα Μακεδόνα Φαλαγγίτη Αντιγονιδών

Αργότερα κατά την ελληνιστική περίοδο εμφανίστηκαν στον ελληνικό χώρο ασπίδες στρογγυλές που έμοιαζαν με τις Μακεδονικές αλλά προέρχονταν από την Ιταλία απ’ όπου είχαν εισαχθεί από τους οπλίτες του βασιλιά της Ηπείρου Πύρο μετά την εκστρατεία του τελευταίου στην Ιταλική χερσόνησο.


Δημήτρης Νικολακόπουλος
Λαγονήσι
Νοέμβριος 2005


1 σχόλιο :

Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...