Δευτέρα 9 Ιουλίου 2012

Ο φόβος κακός σύμβουλος του ανθρώπου


Η
 εκστρατεία των Αχαιών στην Τροία δοκιμάζεται σκληρά πριν ακόμη ξεκινήσει! Ο στόλος των Αχαιών βρίσκεται καθηλωμένος στο λιμάνι της Χαλκίδας, γιατί οι άνεμοι δεν ευνοούν τον απόπλου. Όταν όμως αργότερα αποπλέει ο στόλος και αποβιβάζονται οι Αχαιοί στην παράκτια περιοχή της Τροίας, αντιμετωπίζουν κι εκεί νέες δυσκολίες, έως ότου εδραιώσουν την εξουσία τους και προχωρήσουν στην πολιορκία της Τροίας,την οποία προστατεύουν υψηλά ισχυρά τείχη και η γενναιότητα του Έκτορα, γιου του Πρίαμου και της Εκάβης.
Για εννιά ολόκληρα χρόνια πολεμούν Αχαιοί και Τρώες, μα η νίκη δεν έχει στέψει οριστικά τα όπλα κανενός, ώσπου, πέρα από τις δυσκολίες αυτές για τους Αχαιούς, προστίθεται και η ρήξη (μήνις)Αγαμέμνονα-Αχιλλέα, για μια γυναίκα, τη Βρισηίδα, την οποία αποσπά ο Αγαμέμνων με τους άνδρες του από τη σκηνή του Αχιλλέα.

Ο γιος της Θεάς , οργισμένος για την προσβολή αυτή, κατηγορεί τον αρχιστράτηγο ως αδιάντροπο και συμφεροντολόγο, γεγονός που εξοργίζει τον Αγαμέμνονα, και εκείνος πάνω στην οργή του τον διώχνει με σκαιό τρόπο από την Τροία, λέγοντάς του ότι τον θεωρεί ως τον πιο μισητό άνθρωπο από όλους τους ηγέτες και πως δεν έχει την ανάγκη του, αφού και μόνος του μπορεί να κυριεύσει την πόλη του Πρίαμου.
Η ανεπίτρεπτη και υπερβολικά σκληρή στάση του Αγαμέμνονα απέναντι στο γενναιότερο των Αχαιών, τον Αχιλλέα, τον εξοργίζει και είναι έτοιμος να πλήξει με το ξίφος τον Ατρείδη, αλλά η επέμβαση της Αθηνάς συγκρατεί το χέρι του νέου. Ο Αχιλλέας, πιστεύοντας πως κάποτε οι Αχαιοί θα βρεθούν στην ανάγκη και θα ζητήσουν τη βοήθειά του, βαθιά λυπημένος και μανιασμένος, αποσύρεται από τον πόλεμο με το στρατό του.
Είναι η πρώτη λαθεμένη και ανεπίτρεπτη ενέργεια του Αγαμέμνονα, ενός ηγέτη που φθάνει στην Τροία, για να τιμωρήσει αυτούς που άρπαξαν την Ελένη από τη Σπάρτη. Κι ενώ οφείλει να κρατά ενωμένες τις στρατιωτικές του δυνάμεις ενάντια στον εχθρό, εκείνος, με την εντελώς αψυχολόγητη στάση του, γίνεται αίτιος μεγάλων συμφορών για τους Αχαιούς.
Ο πόλεμος όμως δίχως τη συμμετοχή του Αχιλλέα αποδεικνύεται δύσκολος και αναποτελεσματικός, παρόλες τις πρσπάθειες που καταβάλλει ο Αγαμέμνων και οι άλλοι Αχαιοί. Η πόλη του Πρίαμου παραμένει απόρθητη και ισχυρή. Προβληματίζει και ανησυχεί τον Αγαμέμνονα. Θέλει να εντοπίσει την αιτία του κακού, πλην όμως μάταια. Γι' αυτό, σε μια στιγμή αυτοκριτικής αναρωτιέται τι άραγε να φταίει, που και σήμερα πάλι οι Αχαιοί είναι θλιμμένοι και απογοητευμένοι από την πρόσφατη ήττα τους;
Αναζητά την αιτία, για να προβεί σε διορθωτικές κινήσεις, αλλά το μόνο που διαπιστώνει είναι πως, αν και ο στρατός των Αχαιών, σε σύγκριση με το στρατό των Τρώων, είναι ασυγκρίτως μεγαλύτερος (Β 123-130), δεν έχει, δυστυχώς, και τις ανάλογες επιτυχίες. Αυτές είναι σχεδόν ασήμαντες ή και μηδαμινές. Οι σκέψεις αυτές τον βασανίζουν και πάλι, τον προβληματίζουν και τον φοβίζουν.
"Γιατί, αν θέλαμε οι Αχαιοί και οι Τρώες,
αφού κάνουμε συνθήκη, να μετρηθούμε και οι δυο,
κι οι ντόπιοι Τρώες ξεδιαλέγονταν,
ενώ εμείς οι Αχαιοί μπαίναμε σε δεκάδες και διαλέγαμε
η καθεμιά δεκάδα έναν Τρώα να μας κερνά κρασί,
δίχως οινοχόο θα έμεναν πολλές δεκάδες από μας.
Τόσο περισσότεροι, λέω, είμαστε οι Αχαιοί από τους Τρώες
που ζουν μέσα στην πόλη. Έχουν συμμάχους όμως
από πλήθος πολιτείες, άντρες κονταρομάχους,
αυτοί με παν μακριά απ' το σκοπό μου, κι ενώ το θέλω
δε μ' αφήνουν να πάρω της Τροίας την πλούσια πόλη..."(Β 123-133).
Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα του αρχιστράτηγου. Υπερτερεί σε στρατιωτικές δυνάμεις από τον αντίπαλο, αλλά δεν μπορεί ακόμη να αξιοποιήσει το μεγάλο του πλεονέκτημα. Η αριθμητική υπεροχή του στρατού του δε μεταφράζεται σε ανάλογη υπεροχή και στο πεδίο των μαχών.
Έχουν περάσει εννιά χρόνια και δε σημείωσε καμιά αξιόλογη επιτυχία ως τώρα. Επιπλέον δεν υπάρχει κάτι άλλο που να του δίνει ελπίδες πως στο μέλλον θα βελτιωθεί για τους Αχαιούς ηκατάσταση. Γι' αυτό τη μόνη δικαιολογία που βρίσκει να πει είναι πως έχουν έτσι τα πράγματα, γιατί αυτή είναι η θέληση του παντοδύναμου Δία! Μια δικαιολογία όμως που οδηγεί στην πίστη πως είναι ματαιοπονία να επιμένει στην κατάκτηση της Τροίας, αφού δεν το επιθυμεί ο Δίας.
Και μέσα στην αμηχανία και την απογοήτευσή του προβαίνει σε μια πέρα για πέρα αψυχολόγητη πρόταση, τη φυγή!
"Του Δία του μεγαλουδύναμου πέρασαν εννιά χρόνια,
σάπισαν πια των καραβιών τα ξύλα, λιώσανε τα σκοινιά τους,
και οι γυναίκες μας με τα μικρά παιδιά μας θα κάθονται
στα σπίτια μας και θα μας περιμένουν, κι εμείς το έργο
που μας έφερε σ' αυτόν εδώ τον τόπο το 'χουμε ακόμα ανεκτέλεστο.
Εμπρός λοιπόν, στα λόγια μου ας πειθαρχήσουμε όλοι
με τα καράβια ας φύγουμε στην ποθητή πατρίδα,την Τροία δε θα πάρουμε με τους μεγάλους δρόμους"(μτφρ.Β134-141).
Η απογοήτευση και ηττοπάθειά του είναι φανερή, πλην όμως την ως τώρα αποτυχία του την αποδίδει στο Δία, φέρνοντας μάλιστα ως επιχείρημα το πλανερό όνειρο, που του έστειλε ο θεός και του υποσχέθηκε μ΄αυτό πως, αν επιτεθεί στην Τροία, θα κυριεύσει εύκολα την πόλη, μια και στον Όλυμπο όλοι οι θεοί συμφωνούν με τη γνώμη της Αθηνάς και της Ήρας, που θέλουν την καταστροφή της Τροίας. Το όνειρο, παρόλο ότι φαίνεται να εξυπηρετεί τις επιδιώξεις του - κι ας είναι φιάσκο του Δία- ο Αγαμέμνων, επειδή το θεωρεί αληθινό, αρχίζει τον πόλεμο, για να διαπιστώσει στο τέλος με λύπη του την απρόσμενη ήττα του. Τότε ακριβώς, μέσα στο φόβο και την ταραχή του, παίρνει μόνος μια εντελώς αψυχολόγητη και τραγικά επικίνδυνη απόφαση. Προτείνει στο στρατό τη φυγή στην πατρίδα!
Η διαταγή του προκαλεί αναταραχή στο στρατό, παράλληλα όμως και τον εμπλέκει σε ένα δίλημμα. Να αναχωρήσει στην πατρίδα ντροπιασμένος και αποτυχημένος, ύστερα από ένα εννιάχρονο δύσκολο και άκαρπο αγώνα ή να μείνει και να πολεμήσει γενναία και να πεθάνει, αφού ο Αχιλλέας αρνείται να τους βοηθήσει;
Με τέτοιους όμως προβληματισμούς του στρατού οι πόλεμοι δεν κερδίζονται, χάνονται! Και μια τέτοια απόφαση δεν είναι καλό σημάδι για τον αρχιστράτηγο, που έχει την ευθύνη της διεξαγωγής όλου του πολέμου, γιατί τέτοιες σοβαρές αποφάσεις προαπαιτούν σοβαρή σκέψη, συζήτηση με άλλους ηγήτορες και κάποια συμφωνία μεταξύ τους.
Ο στρατός όμως, που ταλαιπωρείται τόσα χρόνια, μόλις ακούει από τα χείλη του αρχιστράτηγου τη διαταγή της επιστροφής στην πατρίδα- έτσι ηχεί στ' αυτιά του- την επικροτεί και ξεσηκώνεται να την υλοποιήσει, γιατί πιστεύει πως είναι αληθινή.
"....έτσι αναταράχτηκε
απ' ακρη σ' άκρη η συνέλευση. Με αλαλητό ορμήσαν
στα καράβια κι η σκόνη κάτω από τα πόδια τους
ανέβαινε στα ύψη. Κι ο ένας στον άλλο φώναζαν
να πιάσουν τα καράβια, να τα σύρουν στη θεία θάλασσα.
Καθάριζαν τ' αυλάκια κι οι φωνές τους ως τα ουράνια
υψώνονταν απ' τη λαχτάρα τους για την πατρίδα,
κι έβγαζαν τα στηρίγματα κάτω από τα καράβια"( Β 148-155).
Ο Αγαμέμνων, ξαφνιασμένος από την έκρυθμη κατάσταση που έχειδημιουργηθεί, διαπιστώνει το μέγα λάθος του και φροντίζει με τον Οδυσσέα και άλλους να συγκρατήσουν το στρατό και να τοναποτρέψουν από τη φυγή. Ακούγονται κατηγορίες εναντίον του από εκείνους που αντιδρούν στην τακτική και συμπεριφορά μερικών ηγετών τους. Έτσι, ο πιο τολμηρός από όλους και καλός ρήτορας, ο Θερσίτης, βρίσκει την ευκαιρία να ξεσπάσει ενάντια στον Αγαμέμνονα αλλά και άλλων ηγετών. Βγάζει πύρινους λόγους και υποστηρίζει τη φυγή στην πατρίδα, εκφράζοντας και τους πόθους μιας μερίδας στρατιωτών. Κατηγορεί τον Οδυσσέα αλλά και τους Αχαιούς, οι οποίοι ανέχονται τις αυθαιρεσίες των ηγητόρων τους και τους ταλαιπωρούν τόσα χρόνια, για να πλουτίζουν και νακαλοπερνούν οι ίδιοι. Ιδιαίτερα κατηγορεί τον Αγαμέμνονα για πλεονεξία και για αδιαφορία απέναντι στο στρατό, ενώ, απευθυνόμενος προς τους Αχαιούς, τους αποκαλεί γυναίκες!
"Γιε του Ατρέα, ποιο το παράπονό σου, τι ζητάς;
Γεμάτες είναι από χαλκό οι σκηνές σου και πλήθος οι γυναίκες,
διαλεχτές, που οι Αχαιοί σε σένα πρώτ' από όλους δίνουμε,
κάθε φορά που θα κουρσέψουμε μια πόλη.
Ή λαχταράς κι άλλο χρυσάφι ακόμα, που κάποιος απ' τους Τρώες
θα φέρει απ' το Ίλιο ως λύτρα για το γιο του,
που εγώ δεμένο θα τον σύρω εδώ ή κάποιος άλλος Αχαιός.
Ή μήπως νέα γυναίκα, να χαίρεσαι τον έρωτα μαζί της,
και απόμερα να την κρατάς για λόγου σου; Δεν πάει,
εσύ ένας αρχηγός, σε συμφορές να ρίχνεις τους γιους των Αχαιών.
Άναντροι τιποτένιοι, γυναίκες, όχι πια άντρες Αχαιοί!
Ας γυρίσουμε τουλάχιστο με τα καράβια στην πατρίδα κι εδώ στην Τροία
ας τον αφήσουμε βραβεία να χορτάσει, για να δει
αν είχε κι από μας κάποια βοήθεια ή όχι.
Ως και τον Αχιλλέα τώρα πρόσβαλε, άντρα πολύ ανώτερό του,
γιατί του άρπαξε το δώρο του και το κρατά ο ΄ίδιος.
Μα ο Αχιλλέας χολή δεν έχει μέσα του, όλα σου τα συγχώρεσε,
αλλιώς, γιε του Ατρέα, ετούτη η ατιμία σου θα 'ταν η τελευταία"(Β 225-242).
Οι κατηγορίες του Θερσίτη είναι σοβαρές. Ο στρατός συνεχίζει να κινείται προς τα καράβια. Η κατάσταση είναι δύσκολη και ο Οδυσσέας αναγκάζεται να χρησιμοποιήσει βία, για να σταματήσει το Θερσίτη, που συνεχίζει να εξωθεί σε φυγή τους Αχαιούς.
"Θερσίτη φαφλατά, αν και είσαι ρήτορας καλός, κρατήσου,
με βασιλιάδες μόνος σου μη θέλεις να τα βάζεις
χειρότερος από σένα, λέω, άλλος θνητός δεν είναι.
......................
Όταν μιλάς λοιπόν, στο στόμα σου μην πιάνεις τους βασιλιάδες
και μην τους βρίζεις, περιμένοντας του γυρισμού την ώρα"( Β 246-251).
Επειδή όμως ο Θερσίτης συνεχίζει να μιλά, ο Οδυσσέας, για να τον εμποδίσει, τον χτυπά με το σκήπτρο στην πλάτη, συμβολικό χτύπημα.
"Στην πλάτη απ' το χρυσό το σκήπτρο βγήκε μια μελανιά
γεμάτη αίμα.Τότε φοβήθηκε και κάθισε.
Πόνεσε, κοίταξε σαστισμένα και σκούπισε το δάκρυ.
Οι άλλοι, αν και θλιμμένοι, γέλασαν με την καρδιά τους" ( Β 265-269).
Ο στρατός μπορεί να ξεκαρδίζεται στα γέλια, αλλά κατά βάθος είναι σοβαρά προβληματισμένος. Ο Οδυσσέας που φοβάται μήπως καιξαναφουντώσει το κύμα των στρατιωτών για φυγή, τους υπενθυμίζει το θαύμα της Χαλκίδας, όπου ενώ τελούσαν θυσίες στους θεούς εκεί, φάνηκε πάνω σε ένα κλαδί ενός δένδρου ένα φίδι να καταβροχθίζει τα εννιά με τη μάνα τους πουλάκια. Ο Δίας που το είδε, με τον κεραυνό του πετρώνει το φίδι πάνω στο κλαδί. Ο μάντης, ερμηνεύοντας το γεγονός προβλέπει και λέει πως τα εννιά πουλιά είναι τα εννιά χρόνια του πολέμου, που πέρασαν, γι' αυτό πάνω στο δέκατο χρόνο, που διανύουν τώρα οι Αχαιοί, θακυριέψουν την Τροία.
Ο Οδυσσέας τους ενθαρρύνει τονίζοντας ότι πέρασαν τα δύσκολα και τώρα όπου να 'ναι η νίκη θα στέψει τα όπλα τους, επομένως, μια επαίσχυντη φυγή τώρα θα ματαίωνε τους όρκους και τις αποφάσεις που πήραν όλοι μαζί, όταν άρχιζαν τον πόλεμο αυτό. Τα λόγια του Οδυσσέα αλλάζουν το κλίμα. Το ευμετάβολο του στρατού είναι, άλλωστε, γνωστό και όλοι αποφάσισαν να μείνουν και να πολεμήσουν! Η τραγικά αψυχολόγητη διαταγή του Αγαμέμνονα δεν έλαβε μεγαλύτερη έκταση, ευτυχώς!
Αμέσως οι Αχαιοί, σημειώνει ο ποιητής, σαν σμήνη αμέτρητα από φτερωτά πουλιά, που χτυπούν τα φτερά τους και βουίζει ο κάμπος, ξεχύνονται απ' τις σκηνές και τα καράβια τους και κινούν, για να συντρίψουν τους Τρώες. Το σκοτάδι όμως, που πέφτει, σταματά τη φονική αβέβαιη ακόμη μάχη.
Οι Τρώες έχουν ανάψει φωτιές γύρω απ' το στρατόπεδο των Αχαιών και ξενυχτούν μήπως τη νύχτα οι Αχαιοί ανεβούν στα καράβια τους και φύγουν. Η θέση των Αχαιών είναι απελπιστική, και ο ποιητής στρέφει το φακό του στον τρομοκρατημένο αρχηγό και το στρατό του.
"....................όμως τους Αχαιούς
κατείχε μέγας τρόμος, σύντροφος της φρικτής φυγής,
και θλίψη βαριά είχε ζώσει όλους τους αρχηγούς.
Όπως δύο άνεμοι, βοριάς και ζέφυρος, έρχονται ξαφνικά
φυσώντας απ' τη Θράκη κι αναταράζουν το γεμάτο ψάρια πέλαγος
ξεβράζοντας σωρό τα φύκια στη στεριά,
έτσι εσπάραζε η καρδιά στων Αχαιών τα στήθη.
Ο Ατρείδης με πληγωμένη την καρδιά απ' το μεγάλο πόνο
γύριζε εδώ κι εκεί προστάζοντας τους βροντόφωνους κήρυκες
να προσκαλέσουν σε συνέλευση κάθε αρχηγό ονομαστικά,
δίχως φωνές...."( Ι 1-12).
Στη συνέλευση ο Αγαμέμνων τρομοκρατημένος από την ήττα προτείνει για δεύτερη φορά στους ηγήτορες να ανεβούν στα καράβια και να γυρίσει ο στρατός στην πατρίδα.
"Τώρα όμως (ο Δίας) άσχημο δόλο μου 'στησε και με προστάζει
να γυρίσω στο Άργος ντροπιασμένος, αφού πολύ στρατό έχω χάσει
..............................
Εμπρός λοιπόν, στα λόγια μου ας υπακούσουμε όλοι:
με τα καράβια ας φύγουμε στην πατρική μας γη.
Την Τροία με τους μεγάλους δρόμους δε θα την πάρουμε ποτέ" ( Ι 21-28).
Ο αρχιστράτηγος όχι μόνο είναι τρομοκρατημένος από την κατάσταση αλλά επιπλέον έχει χάσει και την πίστη του στη νίκη. Το χειρότερο όμως απ' όλα είναι ότι δίνει εντολή για φυγή στην πατρίδα, την οποία μάλιστα εμφανίζει ως εντολή του θεού! Το δεύτερο όμως ατόπημα του Αγαμέμνονα μας θυμίζει τη γνωστή φράση: "το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού".
Οι Αχαιοί, για μια ακόμη φορά, ακούνε την ίδια διαταγή. Τη φορά αυτή είναι και οι ίδιοι τρομοκρατημένοι, γι' αυτό μένουν βουβοί και βαθιά λυπημένοι. Νιώθουν ίσως καλύτερα από τον αρχηγό τους πως η κατάσταση είναι επικινδύνως κρίσιμη και μια λαθεμένη ενέργεια από κάποιον μπορεί να πυροδοτήσει τον πόθο της φυγής και τότε όλα μπορεί να ανατραπούν και να ξεφύγουν από τον έλεγχό τους.
Ό,τι όμως δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει ο τρομοκρατημένος αρχιστράτηγος των Αχαιών, το συνειδητοποιεί ο γενναίος και συνετός Διομήδης, που επεμβαίνει αμέσως και ανατρέπει το δυσάρεστο κλίμα. Μιλά με γνώση και θάρρος στον Αγαμέμνονα και τους Αχαιούς.
" Γιε του Ατρέα, πρώτα θα διαφωνήσω μαζί σου, όπως ορίζει, βασιλιά,
το δίκαιο στη συνέλευση, για τις ανόητες προτάσεις σου,και μη θυμώσεις.
Κάποτε ντρόπιασες το θάρρος μου μπροστά στους Δαναούς,
λέγοντας πως είμαι απόλεμος και άναντρος
........................
Άμυαλε, θαρρείς, αλήθεια, πως είναι τόσο απόλεμοι
οι γιοι των Αχαιών, τόσο λιπόψυχοι, όπως εσύ μας λες;
Αν η καρδιά σου λαχταρά να γυρίσεις στην πατρίδα,
πήγαινε. Ιδού ο δρόμος!
Ωστόσο εμείς, εγώ κι ο Σθένελος, θα πολεμούμε, ώσπου το τέλος
της Τροίας να βρούμε- με θεία βούληση έχουμε φτάσει εδώ"( Ι 33-49).
Ο Διομήδης έχει εξοργιστεί με τις ενέργειες και τις αποφάσεις του αρχιστράτηγου και επιπλέον έχει προσωπικούς λόγους να του μιλά με τον τρόπο αυτό. Τον πληρώνει με το ίδιο νόμισμα για τις άδικες κατηγορίες εναντίον του και του Σθένελου, τις οποίες εκστόμισε λίγο νωρίτερα, αν και γνώριζε τη δύσκολη θέση των Αχαιών, και χωρίς περίσκεψη πρόσβαλε τους γενναίους άνδρες. Γι' αυτό τώρα ο Διομήδης, ανταποδίδοντας την κατηγορία, τον αποκαλεί άμυαλο, ηττοπαθή και του δείχνει το δρόμο της φυγής για την πατρίδα. Η επέμβαση του Διομήδη ενθαρρύνει τους Αχαιούς και ανατρέπει το φοβικό και ηττοπαθές κλίμα. Την προσπάθειά του στη συνέχεια ενισχύει και η επέμβαση του σοφού Νέστορα, η οποία κάπως ηρεμεί τα πνεύματα και ο Αγαμέμνων, πιεζόμενος όχι μόνον από την επικίνδυνη κατάσταση αλλά και από την πίεση πολλών ηγητόρων, υποχωρεί και υπόσχεται να προσφέρει στον Αχιλλέα πλούσια δώρα, αν σταματήσει την οργή του και κατεβεί να πολεμήσει μαζί τους τον εχθρό, που τους απειλεί επικίνδυνα.
Ο ποιητής, ίσαμε το σημείο αυτό, μας εμφάνιζε έναν αρχιστράτηγο που δεν είναι ψύχραιμος σε κρίσιμες στιγμές και παίρνει λαθεμένες αποφάσεις, οι οποίες αποδεικνύονται ολέθριες για τους Αχαιούς και οι οποίες, αντί να ενθαρρύνουν το στρατό, τον αποθαρρύνουν, τον αποδιοργανώνουν, και δίνουν το δικαίωμα σε κάποιον να σκεφτεί μήπως οι κατηγορίες του Θερσίτη δεν είναι λόγια ενός φαφλατά, όπως τον χαρακτήρισε ο Οδυσσέας, αλλά πικρές αλήθειες που πληγώνουν πολλούς.
Ο Αγαμέμνων, όταν κάποτε κατανοεί πόσο κακό έκανε η ρήξη του με τον Αχιλλέα και πόσο πολύ έθιξαν τα πικρά του λόγια το γενναιότερο των Αχαιών, τον Αχιλλέα, μεταμελείται και αναγκάζεται να υποχωρήσει στην απαίτηση του Αχιλλέα. Η στάση του δικαιώνει πανηγυρικά τον Αχιλλέα, πλην όμως ο Αχιλλέας επανέρχεται στον πόλεμο όχι, γιατί συγκινήθηκε από τα πλούσια δώρα του Αγαμέμνονα, αλλά από κάτι πιο σημαντικό, για να εκδικηθεί το θάνατο του αγαπημένου φίλου του, Πάτροκλου.
Γι' αυτό, αν κάτι σώζει το γόητρο του Αγαμέμνονα από τις λαθεμένες ενέργειες και αποφάσεις του, είναι η δημόσια μεταμέλειά του για την ανεπίτρεπτη συμπεριφορά του προς τον Αχιλλέα( Ι 115-161), η αριστεία του στον πόλεμο (Λ 84 και εξής) και ο τραυματισμός του στη μάχη (Λ 251-279).
"Γέροντα δεν απαρίθμησες με λόγια ψεύτικα τα λάθη μου.
κι εγώ τ' ομολογώ τυφλώθηκα..........
Θέλω να επανορθώσω και πλούσια να του δώσω ανταμοιβή.
Εφτά καινούριους τρίποδες, χρυσάφι δέκα τάλαντα,
είκοσι λέβητες αστραφτερούς και δώδεκα άλογα γερά,
αθλοφόρα, που έχουν κερδίσει στο τρέξιμο βραβεία.
Κι εφτά γυναίκες χρυσοχέρες θα του δώσω απ' τη Λέσβο
....μαζί τους και την κόρη του Βρισέα.."(Ι 115-131).
Και καταλήγει:
"Αυτά θα του'δινα, αν δώσει τόπο στην οργή,
Ας μαλακώσει- μόνο ο Άδης είναι σκληρός και άκαμπτος,
κι ας κάνει λίγο πίσω, μιας και είμαι πιο μεγάλος βασιλιάς,
μα και στα χρόνια λέω πως είμαι μεγαλύτερός του" (Ι 157-160).
Ο Αγαμέμνων απαιτεί να μαλακώσει ο Αχιλλέας. Τώρα νιώθει και ο ίδιος πόσο σκληρό είναι το πείσμα και ο εγωισμός, όταν τον διαπιστώνει στους άλλους και τον αγνοεί, όταν πρόκειται για τον ίδιο. Ο ποιητής όμως, που δε θέλει να τον μειώσει περισσότερο, αρχίζει να τον εκθειάζει.
"Όταν οι Αχαιοί με την παλικαριά τους σπάσαν των Τρώων
τις φάλαγγες, δίνοντας ο ένας στον άλλο θάρρος, πρώτος ο Αγαμέμνων
όρμησε και σκότωσε το βασιλιά Βιήνορα
τον Οιλέα ύστερα...
τράβηξε μετά στον Ίσο και στον Άντιφο να τους σκοτώσει,
γιους του Πρίαμου, που ήταν στο ίδιο άρμα..." (Λ μτφρ. 90-103) Εκθειάζει την ανδρεία του Αγαμέμνονα ως πολεμιστή, γιατί θέλει να τον αποκαταστήσει πλήρως στην εκτίμηση του στρατού. Για τον ίδιο λόγο τον παρουσιάζει να πολεμά γενναία και να τραυματίζεται από τον Κόωνα, του οποίου τον αδερφό είχε σκοτώσει προηγουμένως και από τον οποίο τραυματίζεται, όταν τον βλέπει νε περνά από μπροστά του, χτυπώντας τον με το ακόντιο στο χέρι.
" Τρόμαξε τότε ο στρατηλάτης Αγαμέμνων
μα δε σταμάτησε τη μάχη και τον πόλεμο,
ορμάει πάνω στον Κόωνα..."( μτφρ.Λ 254 και εξής) τον σκοτώνει και συνεχίζει τη μάχη, έως ότου το αίμα που τρέχει ακόμη ζεστό από την πληγή, παγώνει και αρχίζουν οι φρικτοί πόνοι. Μην αντέχοντας άλλο, πηδά στο άρμα του και αποχωρεί από τη μάχη, κατευθυνόμενος προς τα βαθουλά καράβια, αφήνοντας εντολή στους Αχαιούς να συνεχίσουν τον αγώνα και δίχως την παρουσία του.
"Φίλοι μου,αρχηγοί και άρχοντες των Αργείων,
εσείς τώρα κρατήσετε μακρια απ' τα ποντοπόρα πλοία
την άγρια μάχη, γιατί ο Δίας ο πολύγνωμος
δε μ' άφησε ολημερίς να πολεμώ τους Τρώες" (Λ 276-279).
Ο Αγαμέμνων αποχωρεί από τη μάχη τραυματισμένος με μοναδικό παράπονο απέναντι στο Δία, γιατί ο θεός με τον τραυματισμό του δεν του επέτρεψε να συνεχίσει τον πόλεμο. Εδώ τελειώνει η δράση του Αγαμέμνονα, πλην όμως ο ποιητής με όσα θετικά αφηγήθηκε γι΄αυτόν κάλυψε κάπως τα αρνητικά του. Αν ο Αγαμέμνων ήταν τόσο συνετός και μετρημένος, όπως τον εμφανίζει στο τέλος ο ποιητής, τότε δε θα χρειαζόταν να του υπενθυμήσει κανείς τη γνωστή φράση: "Εν οργή μηδέ λέγε μηδέ πράττε". Αν η φράση αυτή ισχύει για το κάθε άνθρωπο, πόσο περισσότερο θα πρέπει να ισχύει για έναν αρχιστράτηγο, για έναν ηγήτορα ενός ολόκληρου λαού, του οποίου την ευθύνη έχει επωμιστεί; Οι μεγάλοι άνδρες οφείλουν να είναι υπεύθυνοι, θαρραλεοι, σώφρονες και να αναλαμβάνουν τις ευθύνες των λόγων και των πράξεών τους, να μην παίρνουν σοβαρές αποφάσεις υπό το κράτος του φόβου και της οργής, γιατί αυτά τα δύο είναι κακοί σύμβουλοι και δε βοηθούν στη λήψη ορθών αποφάσεων. Κατά πόσο όμως τήρησε την αρχή αυτή ο Αγαμέμνων εναπόκειται στη δική σας κρίση.
Πάντως, ο ποιητής έψεξε τον αρχιστράτηγο για τις λαθεμένες αποφάσεις και πράξεις του, όταν έπρεπε, παράλληλα όμως και τον υποστήριξε, για την ανδρεία και την παλικαριά του, για να μην τον αφήσει εκτεθειμένο στην εκτίμηση του στρατού και τη δική μας.


Δ.Κ. ΑΡΑΜΠΑΤΖΗΣ

[Τα μεταφρασμένα αποσπάσματα αντλήθηκαν από το βιβλίο:Ομήρου Ιλιάδα.΄Μετάφραση Γιάννης Κόραβος-Χρυσάνθη Δρόσου, εκδόσεις Σοκόλη, Αθήνα 2008]

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...