Αναπαράσταση του ναού της Αρτέμιδος στο πάρκο μινιατούρας στην Κωνσταντινούπολη. |
Ένα στρώμα καταστροφής στη φάση Α του ναού αυτού έχει αποδοθεί από αρχαίους συγγραφείς στους Κιμμέριους ή τους Τρήρες. Παραδίδονται σχεδόν ανεκδοτολογικές ιστορίες σχετικά με το βασιλιά των Κιμμερίων Λύγδαμι. Ωστόσο, τίποτε σχεδόν δεν επιβεβαιώνει τις θεωρίες αυτές. Το μόνο σχετικά σταθερό στοιχείο είναι η χρονολόγηση της καταστροφής του ναού περί το 645 π.Χ.
Ανακατασκευασμένο γιγάντιο Ιωνικό κιονόκρανο από το αρχαϊκό Αρτεμίσιο
Αρχαϊκή περίοδος
|
Αρχιτέκτονες της φάσης αυτής ήταν ο Χερσίφρων και ο Μεταγένης, καταγόμενοι από την Κρήτη, ενώ υποστηρίζεται ότι πιθανόν συνεργάστηκε μαζί τους και ο Θεόδωρος της Σάμου, αρχιτέκτονας του Ηραίου. Η συμβολή του τελευταίου κρίθηκε απαραίτητη για τη στήριξη του ναού, ο οποίος θα οικοδομούνταν σε περιοχή ελώδη, όπως ήταν και το σημείο στο οποίο είχε χτιστεί το Ηραίο.
Κεφάλες αγαλμάτων αρχαϊκής εποχής που βρέθηκαν στο Ιερό |
Παρότι το αρχαϊκό Αρτεμίσιο είχε γενικώς έντονες επιρροές από το Ηραίο, εμφάνιζε αρκετούς νεωτερισμούς και βελτιώσεις. Tο ύψος των κιόνων αποτελούσε 12 φορές τη διάμετρο της βάσης, ήταν δηλαδή 19 μ. Oι βάσεις ήταν συνδυασμός τετράγωνης πλίνθου με σπείρα αποτελούμενη από τροχίλο και σκοτία, πάνω στην οποία στηριζόταν μεγαλύτερη σπείρα. Ο τρόπος αυτός κατασκευής της βάσης πρόσφερε σταθερότητα και για τα επόμενα περίπου 200 χρόνια έγινε δημοφιλές στοιχείο της ιωνικής αρχιτεκτονικής. Ο αριθμός των ραβδώσεων των κιόνων ποίκιλλε, από 40 ως 48, ενώ έχουν αποκαλυφθεί και τμήματα κιόνων με ανάγλυφη διακόσμηση. Οι τελευταίοι χαρακτηρίζονται “columnae caeletae” από τον Πλίνιο, ο οποίος ανάγει τον αριθμό τους σε 36. Οι ανάγλυφοι αυτοί κίονες σίγουρα είχαν ανατολικά πρότυπα και ήταν τοποθετημένοι ως εξής: 16 στις κιονοστοιχίες της πρόσοψης, 2 x 6 εκατέρωθεν των παραστάδων και 8 στον πρόναο.
Λεοντοκεφαλή υδρορροής από τον ναό της Αρτέμιδος |
Η χρονολόγηση του αρχαϊκού ναού έχει γίνει με βάση τα ελεφαντοστέινα αντικείμενα που βρέθηκαν στα θεμέλια, όπως το ειδώλιο ιέρειας με φρυγική φιάλη στο ένα χέρι και μικρή οινοχόη στο άλλο, που έχει χρονολογηθεί γύρω στο 570 π.Χ., αλλά και τους σπονδύλους κιόνων που δωρήθηκαν από τον Κροίσο. Ωστόσο το εκλεπτυσμένο σκάλισμα στα ανάγλυφα της σίμης δείχνει ότι ορισμένα τμήματα συνέχισαν να κατασκευάζονται και να αντικαθίστανται έως και τον 5ο αι. π.Χ. Φαίνεται πως τελική χρονολογία ολοκλήρωσης του ναού ήταν το 460 π.Χ.
Βάση κίονα από το Ελληνιστικό Αρτεμίσιο |
Ελληνιστική περίοδος
Το 356 π.Χ. –κατά την παράδοση, την ίδια νύχτα που γεννήθηκε ο Μέγας Αλέξανδρος– ο ναός αυτός καταστράφηκε ολοσχερώς από πυρκαγιά, για την οποία υπεύθυνος ήταν κάποιος μανιακός με το όνομα Ηρόστρατος. Η πράξη του ερμηνεύτηκε από τον ίδιο ως απόπειρα να παραμείνει το όνομά του στην ιστορία και, κατά κάποιον τρόπο, τα κατάφερε.
Οι Εφέσιοι αμέσως μετά ξεκίνησαν την οικοδόμηση ενός ακόμη ωραιότερου ναού, αρχιτέκτονας του οποίου αναφέρεται ο Δεινοκράτης (κατ’ άλλους Χειροκράτης). Οι εργασίες στο ναό αυτό συνεχίζονταν ακόμη όταν στην πόλη έφτασε ο Αλέξανδρος το 334 π.Χ. Εντυπωσιασμένος από την αίγλη του ιερού, προσφέρθηκε να καλύψει όλα τα έξοδα για την ανοικοδόμηση, με την προϋπόθεση να αναγράφεται το όνομά του στην αναθηματική επιγραφή. Αυτή την προσφορά, σύμφωνα με το Στράβωνα, την απέρριψαν οι Εφέσιοι με τη δικαιολογία πως ήταν ανάρμοστο σε ένα θεό να «αναθέσει» ναό σε κάποιον άλλο. Τελικά το κτήριο ολοκληρώθηκε περί τα μέσα του 3ου αι. π.Χ.
Το ελληνιστικό Αρτεμίσιο ακολούθησε γενικά το αρχαϊκό αρχιτεκτονικό σχέδιο. Νέοι τοίχοι και κίονες ανεγέρθηκαν πάνω στις ακριβείς θέσεις των παλαιότερων. Τα βασικά νεότερα στοιχεία του ναού ήταν η προσθήκη μιας ακόμη σειράς κιόνων στις προσόψεις και η τοποθέτησή του πάνω σε κρηπίδα ύψους 2,68 μ. με περίπου 13 βαθμίδες. Η ανύψωση αυτή του ναού σε βάθρο ίσως αποσκοπούσε στην προστασία του οικοδομήματος από τις πλημμύρες του βαλτώδους εδάφους. Ωστόσο η βαθμιδωτή κρηπίδα είναι προσφιλές στοιχείο της ανατολίτικης αρχιτεκτονικής, που εκείνη την εποχή αρχίζει να συνδυάζεται με ελληνικές μορφές.
Γιγάντιο κιονόκρανο από το Ελληνιστικό Αρτεμίσιο |
Οι διαστάσεις του στυλοβάτη του ελληνιστικού ναού ήταν 105 x 55 μ. Ο Πλίνιος ανέφερε πως οι κίονες του ύστερου Αρτεμισίου είχαν ύψος 60 ποδών (17,65 μ.), που αποτελούσε 9,6 φορές τη διάμετρο της βάσης. Επίσης πως οι νεότεροι κίονες έδιναν την εντύπωση ότι ήταν λιγότερο ραδινοί και πλαστικοί από αυτούς του αρχαϊκού Αρτεμισίου. Όπως και στην Πριήνη, οι κίονες στο νεότερο Αρτεμίσιο είχαν 24 ραβδώσεις. Οι βάσεις τους έφεραν και πάλι ανάγλυφη διακόσμηση, επηρεασμένη όμως από την τεχνοτροπία της ύστερης κλασικής τέχνης. Ένας από αυτούς τους κίονες σώθηκε έως τις μέρες μας και εκτίθεται στο Βρετανικό Μουσείο. Πάνω του παριστάνονται ανάγλυφα ο Ερμής, ο Θάνατος και μία γυναικεία μορφή που έχει ερμηνευτεί είτε ως Ευρυδίκη ή ως Άλκηστη. Πρόκειται για ένα από τα καλύτερα δείγματα γλυπτικής του 4ου αι. π.Χ. και είναι έργο ενός γλύπτη που ακολουθεί την τεχνοτροπία του Πραξιτέλη. Σύμφωνα με τον Πλίνιο και το Βιτρούβιο, ένας από τους κίονες ήταν έργο του γλύπτη Σκόπα.
Ανάγλυφη βάση κίονα από το Αρτεμίσιο |
Οι αναπαραστάσεις του νεότερου Αρτεμισίου σε νομίσματα δείχνουν ότι οι στενές πλευρές του ναού επιστέφονταν από αετώματα και ότι το κτήριο είχε αμφικλινή στέγη. Στις απεικονίσεις αυτές στο αέτωμα υπάρχουν τρία αψιδωτά ανοίγματα, τα οποία βεβαίως λειτουργούσαν ανακουφιστικά, αλλά θα πρέπει να είχαν και κάποιο λατρευτικό χαρακτήρα, καθώς απαντώνται και στο Αρτεμίσιο της Μαγνησίας. Ίσως από εκεί εμφανίζονταν στους πιστούς αγάλματα θεών.
Οι ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν από τους Αυστριακούς το 1965 οδήγησαν στην ανακάλυψη του βωμού που ανήκε στο νεότερο Αρτεμίσιο. Πρόκειται για ένα πεταλόσχημο κτίσμα επενδεδυμένο με μάρμαρο, που καταλαμβάνει μια περιοχή έκτασης 32 x 22 μ. Γύρω από το βωμό βρέθηκαν αγωγοί, γεγονός που δείχνει ότι και τον 4o αι. π.Χ. η απομάκρυνση των υδάτων αποτελούσε κύριο μέλημα των αρχιτεκτόνων. Ένα ανάγλυφο με παράσταση Αμαζόνας που είχε αποκαλυφθεί το 1901 στη μαρμαροθέτηση της οδού Θεάτρου στην Έφεσο (σήμερα στο Μουσείο της Βιέννης) θεωρείται τμήμα από τη διακόσμηση του βωμού.
Ένα από τα βασικά προνόμια του ναού ήταν ότι χρησίμευε ως άσυλο, ήταν δηλαδή καταφύγιο για όποιον καταδιωκόταν. Ο Αλέξανδρος επέκτεινε τα όρια της προστατευμένης περιοχής σε απόσταση ενός σταδίου γύρω από το ναό. Ο Μιθριδάτης καθόρισε ξανά τα όρια εκτοξεύοντας ένα βέλος από τη γωνία της στέγης του ναού, καλύπτοντας μία απόσταση λίγο μεγαλύτερη από ένα στάδιο. Ο Μάρκος Αντώνιος διπλασίασε αυτή την απόσταση, περιλαμβάνοντας και ένα τμήμα της πόλης. Όμως αυτό το μέτρο κρίθηκε υπερβολικό, καθώς συγκεντρωνόταν στην πόλη μεγάλος αριθμός κακοποιών, και γι’ αυτό εγκαταλείφθηκε από τον Αύγουστο. Ωστόσο επί Αυγούστου τμήμα του ναού χρησίμευσε ως έδρα της αυτοκρατορικής λατρείας (Σεβαστείο). Η πόλη παρέμεινε «άσυλος» εξαιτίας της λατρείας αυτής.
Ότι έχει απομείνει σήμερα από τον γιγάντιο ναό |
Ανασκαφές
Ο ναός της Αρτέμιδος ήταν το πρώτο κτίσμα που ανασκάφηκε στην Έφεσο. Η ανακάλυψη του περίφημου ναού οφείλεται σε έναν Άγγλο μηχανικό σιδηροδρόμων, τον J.T. Wood, για τον οποίο είχε γίνει όνειρο ζωής. Η θέση του ναού ήταν σχεδόν άγνωστη. Ο Wood εργάστηκε στην Έφεσο το διάστημα 1863-1874 και ξόδεψε μεγάλο μέρος από την προσωπική του περιουσία διενεργώντας δοκιμαστικές τομές σε διάφορα σημεία της πεδιάδας. Ένα σημαντικό στοιχείο αποτέλεσε η επιγραφή που ανακαλύφθηκε το 1869 εντοιχισμένη στον ανατολικό τοίχο της νότιας παρόδου του θεάτρου. Αναφερόταν στον Gaius Vibius Salutaris, ο οποίος το 104 μ.Χ. αφιέρωσε στο ναό της Αρτέμιδος ένα σύνολο από αργυρά και χρυσά αγαλματίδια και όρισε να μεταφέρονται σε τακτές ημερομηνίες από το ναό στο θέατρο και πίσω, μέσα από συγκεκριμένη διαδρομή. Η ιερή αυτή πομπή περνούσε από την Πύλη της Μαγνησίας. Η επιγραφή αυτή συνδυάστηκε και με πληροφορία του Φιλοστράτου ότι κάποιος Τίτος Φλάβιος Δαμιανός συνέδεσε το Αρτεμίσιο με την πόλη μέσω Στοάς από την Πύλη του Κορησσού. Πράγματι, αποκαλύφθηκε η οδός, επενδεδυμένη με μαρμάρινες πλάκες, που οδηγούσε στον περίβολο του ιερού. Ο Wood ωστόσο δεν πρόλαβε να προχωρήσει στην ανασκαφή των κατώτερων στρωμάτων του ναού, πράγμα το οποίο τελικά πραγματοποίησαν οι D.G. Hogharth και A.E. Henderson το 1904 και το 1905, οπότε και ήρθε στο φως ο περίφημος αποθέτης των θεμελίων του ναού με ένα θησαυρό χρυσών αντικειμένων. Τα ευρήματα που ήρθαν στο φως κατά τις ανασκαφές των Άγγλων μεταφέρθηκαν στο Βρετανικό Μουσείο.
Μαρμάρινο άλογο αφιέρωμα στο Ιερό |
Κατά τις πρόσφατες δεκαετίες ήρθαν στο φως αξιόλογα ευρήματα του 8ου και 7ου αι. π.Χ., γεωμετρικής και ανατολίζουσας τέχνης αντίστοιχα. Σε αυτά συγκαταλέγονται αντικείμενα από χρυσό, ελεφαντόδοντο, φαγεντιανή, χαλκό αλλά και κεραμική των τύπων της «εφεσιακής» και της «μελανής επί ερυθρού».
Θρησκεία – Λατρεία
Το λατρευτικό άγαλμα της θεάς
Άγαλμα της Άρτεμις. Παρόμοιο ήταν και το λατρευτικό που υπήρχε στο Αρτεμίσιο |
Η άσκηση της λατρείας της θεάς ανήκε σε ένα ιερατείο του οποίου η δομή ήταν διαφορετική από τα ελληνικά δεδομένα. Μάλιστα, ορισμένες από τις λέξεις που περιγράφουν τις τάξεις του ιερατείου δεν είναι καν ελληνικές. Στην κορυφή της πυραμίδας βρισκόταν ο ιερέας ή οι ιερείς – δεν είναι γνωστό αν ήταν ένας ή πολλοί. Πάντως, γνωρίζουμε ότι επρόκειτο για ευνούχο που αποκαλούνταν Μεγάβυζος. Σύμφωνα με το Στράβωνα, η επιλογή του γινόταν πάντα από μη ελληνικά φύλα και περιβαλλόταν με πολύ μεγάλες τιμές.
Στην υπηρεσία του ιερέα βρισκόταν ένα πολυπληθές σώμα νεαρών παρθένων, που χωρίζονταν σε τρεις ομάδες: τις υποψήφιες ιέρειες (δόκιμες), τις ιέρειες που ασκούσαν το λειτούργημα και όσες είχαν χρηματίσει ιέρειες στο παρελθόν και είχαν καθήκον να μυούν στη λατρεία τις δόκιμες.
Μία ακόμη τάξη ιερέων ήταν οι Εσσαίοι. Σύμφωνα με μια αρχαία ερμηνεία, η λέξη «Εσσαίος» σήμαινε το βασιλιά των μελισσών. Κατά μια ερμηνεία, η ιεραρχία στην Έφεσο ακολουθούσε τη δομή του μελισσιού, καθώς η μέλισσα ήταν το έμβλημα της πόλης. Φαίνεται ότι οι Εσσαίοι λειτουργούσαν ως ενδιάμεσοι μεταξύ της θρησκευτικής και κοσμικής εξουσίας. Πρόσφεραν θυσίες στη θεά εν ονόματι της πόλης και οργάνωναν τα δημόσια δείπνα που ακολουθούσαν τις θρησκευτικές τελετουργίες.
Θραύσμα από κίονα του Αρτεμισίου |
Οι Ακροβάται, δηλαδή «αυτοί που περπατούν στις άκρες των δακτύλων», ήταν ένα ακόμη σώμα του ιερατείου. Δεν είναι γνωστό για ποιο λόγο περπατούσαν με αυτό τον τρόπο. Εκείνο που γνωρίζουμε είναι ότι ήταν είκοσι άτομα και έκαναν θυσίες.
Γενικώς το ιερατείο έπαιζε και οικονομικό ρόλο στη ζωή της πόλης, καθώς δεχόταν δωρεές και χρήματα αλλά μπορούσε και να δανείζει χρηματικά ποσά σε ιδιώτες.
Σε πολυάριθμες δημοσιεύσεις των τελευταίων 30 ετών το Αρτεμίσιο αντιμετωπίστηκε ως πλουραλιστικό κέντρο λατρείας διάφορων θεοτήτων, παρότι δεν υπάρχουν αρχαίες γραπτές πηγές που να συντείνουν σε κάτι τέτοιο. Η υπόθεση που είχε διατυπωθεί από ορισμένους ερευνητές ήταν ότι ο βασιλιάς της Λυδίας Κροίσος αντικατέστησε τις προγενέστερες λατρείες με μία νέα συγκρητιστική λατρεία της Εφεσίας Αρτέμιδος. Η άποψη αυτή όμως έχει αμφισβητηθεί τελευταία έντονα, καθώς τα ανασκαφικά δεδομένα δε συμφωνούν ούτε επαρκούν για την απόδειξη τέτοιων θεωριών.
ΠΗΓΗ : http://www.ehw.gr/
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ :
http://daydreamtourist.com/
http://www.britishmuseum.org/
http://flickrhivemind.net/
greecefsp.wordpress.com
Δείτε επίσης :
Μικρά Ασία :Η Αρχαία Άσσος της Τρωάδος
Μικρά Ασία : Αρχαία Λάμψακος
Μικρά Ασία : Aρχαία Άβυδος.
Μικρά Ασία : Αλεξάνδρεια Τρωάδος
Μικρά Ασία : Δωριέων Εξάπολις - Κνίδος Καρίας
Μικρά Ασία: Αρχαία Άντανδρος της Τρωάδος
Μικρά Ασία : Φώκαια Ιωνίας
Μικρά Ασία : Αρχαία Σμύρνη Ιωνίας.
Μικρά Ασία : Ερυθρές Ιωνίας.
Μικρά Ασία :Κλαζομενές Ιωνίας
Μικρά Ασία : Τέως Ιωνίας.
Μικρά Ασία : Κολοφώνα Ιωνίας
Μικρά Ασία : Νότιον Ιωνίας
Μικρά Ασία : To Ιερό του Απόλλωνα στην Κλάρο
Μικρά Ασία :Λέβεδος Ιωνίας
Μικρά Ασία : 'Εφεσος Ιωνίας
Μικρά Ασία : Πριήνη Ιωνίας
Μικρά Ασία : Μίλητος Ιωνίας
Μικρά Ασία : Το Ιερό του Απόλλων στα Δίδυμα
Μικρά Ασία : Mητρόπολις Ιωνίας
Μικρά Ασία : Αλικαρνασσός Καρίας
Μικρά Ασία : Ιασός Καρίας
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.