Ο ιατρός Ιωάννης Κούμαρης υπήρξε η
σημαντικότερη φυσιογνωμία της φυσικής ανθρωπολογίας στην Ελλάδα κατά τον
περασμένο αιώνα. Ο Ιωάννης Κούμαρης, καταγόμενος από την Σπάρτη, απόγονος
Λακεδαιμόνιων αγωνιστών του ’21, σπούδασε ιατρική στη Γερμανία και τη Γαλλία.
Δραστήριος και πολυγραφότατος, ένθερμος πατριώτης —δημοσίευσε πατριωτικά
ποιήματα με το εύγλωττο ψευδώνυμο Ίων Μυστράς—, άνθρωπος μοναχικός, ασκητικός,
πολιτικά ουδέτερος, υπήρξε για πολλές δεκαετίες το κεντρικό πρόσωπο της
ελληνικής επιστημονικής συζήτησης γύρω από την
έννοια της φυλής.
Ο Ιωάννης Κούμαρης υπήρξε ένας επιστήμονας ο οποίος επί
δεκαετίες συνεργάστηκε με κορυφαίους εκπροσώπους της πνευματικής ζωής μας από
όλες τις πολιτικές παρατάξεις. Η ίδρυση του Ανθρωπολογικού Μουσείου το 1886, η ίδρυση της πανεπιστημιακής έδρας της Φυσικής Ανθρωπολογίας το 1925 και η ίδρυση της Ελληνικής Ανθρωπολογικής Εταιρείας το 1924, ήταν επιστημονικά γεγονότα και θεσμοί στους οποίους πρωτοστάτησε ο Ιωάννης Κούμαρης, ο οποίος διαδέχθηκε τον Κλώνο Στέφανο στη διεύθυνση του Ανθρωπολογικού Μουσείου το 1915 και παρέμεινε διευθυντής του επί 35 χρόνια, ενώ διατήρησε την έδρα της Φυσικής Ανθρωπολογίας μέχρι το 1949.
Ο ΙΑΤΡΟΣ ΚΟΥΜΑΡΗΣ, Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΥΛΗ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΥΓΟΝΙΚΗΣ.
Η επιστήμη της Φυσικής Ανθρωπολογίας σχετίζεται στενά με την Επιστήμη της Ευγονικής, την φυλετική υγιεινή, την προσπάθεια εκσυγχρονισμού της ελληνικής κοινωνίας με βιολογικούς όρους και με τις εφαρμογές αυτών των επιστημών στον κρατικό έλεγχο της υγείας του λαού. Ο ιατρός Ιωάννης Κούμαρης πρωτοστάτησε στην εμφάνιση της επιστήμης της Φυσικής Ανθρωπολογίας στην Ελλάδα και στο θεσμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε η επιστήμη αυτή στην χώρα μας, με την ίδρυση του Ανθρωπολογικού Μουσείου το 1886, την ίδρυση πανεπιστημιακής έδρας της Φυσικής Ανθρωπολογίας το 1925 και την ίδρυση της Ελληνικής Ανθρωπολογικής Εταιρείας το 1924. Ο Ιωάννης Κούμαρης διαδέχθηκε τον Κλώνο Στέφανο στη διεύθυνση του Ανθρωπολογικού Μουσείου το 1915 και παρέμεινε διευθυντής του επί 35 χρόνια, ενώ διατήρησε την έδρα της Φυσικής Ανθρωπολογίας μέχρι το 1949.
Ο Ιωάννης Κούμαρης, καταγόμενος από την Σπάρτη, απόγονος Λακεδαιμόνιων αγωνιστών του ’21, σπούδασε ιατρική στη Γερμανία και τη Γαλλία. Δραστήριος και πολυγραφότατος, ένθερμος πατριώτης —δημοσίευσε πατριωτικά ποιήματα με το εύγλωττο ψευδώνυμο Ίων Μυστράς—, άνθρωπος μοναχικός, ασκητικός, πολιτικά ουδέτερος, υπήρξε για πολλές δεκαετίες το κεντρικό πρόσωπο της ελληνικής επιστημονικής συζήτησης γύρω από την έννοια της φυλής. Ιστορικά η έννοια «φυλή», χρησιμοποιημένη τον 19ο αιώνα ως λέξη συνώνυμη με το έθνος, ήδη στις αρχές του 20ού αιώνα είχε μετακινηθεί από τη δικαιοδοσία των ιστορικών σε εκείνην των βιοφυσικών επιστημόνων.
Η επιστημονική συζήτηση αυτή δεν διεξήχθη μόνο ανάμεσα στα μέλη της ιατρικής κοινότητας, διότι το γνωστικό πεδίο των νέων βιοφυσικών επιστημών ήταν διεπιστημονικό. Οι έρευνες για τη φυλή έφεραν κοντά τον βιολόγο με τον αρχαιολόγο, τον ανατόμο με τον παλαιοντολόγο και τον γλωσσολόγο.
Όταν το 1924 ο Κούμαρης ίδρυσε την Ελληνική Ανθρωπολογική Εταιρεία, στον κατάλογο των ιδρυτικών μελών, όσο και των τακτικών και επίτιμων μελών, διακρίνουμε αυτήν ακριβώς τη διεπιστημονικότητα: πλάι στα ονόματα γιατρών όπως ο Κούμαρης, ο Γεώργιος Σκλαβούνος και ο Μαρίνος Γερουλάνος, βρίσκονται αυτά του γλωσσολόγου Παναγή Λορεντζάτου, του ιστορικού και εθνολόγου Κωνσταντίνου Άμαντου, του Σωκράτη Κουγέα, του Σίμου Μενάρδου. Το 1941, ανάμεσα στα ονόματα των νέων εταίρων, που αυξάνονταν κάθε χρόνο, διαβάζουμε αυτά του Νίκου Βέη, του Γιάννη Κορδάτου, του Ιωάννη Κακριδή, του Στέλιου Σπεράντζα, του Δημήτρη Κουρέτα. Η ανάγνωση του καταλόγου των μελών καθιστά εμφανές ότι η εταιρεία δεν ευνοούσε έναν συγκεκριμένο πολιτικό προσανατολισμό και κάλυπτε ολόκληρο το ελληνικό ιδεολογικό φάσμα.
Μεταξύ των εταίρων υπήρχαν και ξένοι επιστήμονες, πάντα με την ίδια πολυμορφία ως προς την ειδικότητα και τον ιδεολογικό προσανατολισμό. Ο Γάλλος Ζωρζ Παπιγιώ, καθηγητής κοινωνιολογίας στη Σχολή Ανθρωπολογίας στο Παρίσι και ιδρυτικό μέλος της Γαλλικής Εταιρείας Ευγονικής, ήταν οπαδός του Φράνσις Γκάλτον, υπέρμαχος της φυλετικής καθαρότητας και πολέμιος της μετανάστευσης στη Γαλλία του μεσοπολέμου. Ένα από τα ιδρυτικά μέλη ήταν ο Σταύρος Τσουρουκτσόγλου, ειδικός στα ζητήματα κληρονομικότητας και ευγονικής ή «ευγονίας», γνωστός περισσότερο στη σχετική γερμανική και λιγότερο στην ελληνική βιβλιογραφία.
Ο Κούμαρης πίστευε ακράδαντα στη φυλετική διαφορά και υποστήριζε ότι αυτή η διαφορά πρέπει να προστατεύεται. «Έχομεν γράψει, ότι η ποικιλία των φυλών ενέχει και “ωραιότητα” και η διατήρησις αυτών αποτελεί επιβεβλημένην προσπάθειαν, καθ’ ημάς τουλάχιστον», έγραφε ακόμη και μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Οι Έλληνες για τον Κούμαρη αποτελούν ιδιαίτερη φυλή, η οποία από την αρχαιότητα εξελίχθηκε διαμέσου των αιώνων και, παρά τις επιμιξίες με Τούρκους, Αλβανούς ή Σλάβους, το ελληνικό στοιχείο κυριάρχησε και απορρόφησε τα ξένα στοιχεία. Σ’ αυτή τη φάση η ελληνική φυλή έπρεπε να διατηρήσει την καθαρότητά της και να αποφύγει τη νόθευση εξαιτίας μικτών γάμων.
Ο ΚΟΥΜΑΡΗΣ ΚΑΙ Ο ΙΟΥΔΑΙΟΣ ΧΙΡΣΦΕΛΝΤ
Ο ιουδαίος ιατρός Χίρσφελντ είχε σπουδάσει στη Γερμανία και εγκαινίασε την έρευνα για τους τύπους αίματος. Στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου υπηρέτησε εθελοντικά με τον σερβικό στρατό, και το 1915 στη Θεσσαλονίκη ανακάλυψε τον βάκιλο Salmonella Paratyphi C. Αργότερα ο Χίρσφελντ εγκαταστάθηκε στην Πολωνία όπου συνέχισε τις έρευνες του. Ο Κούμαρης το 1926 επικαλείται τις αιματολογικές έρευνες που έκανε ο Χίρσφελντ σε στρατιώτες Μικρασιάτες και Βορειοελλαδίτες και βρήκε «ομοιομορφίαν».
Βέβαια ο Χίρσφελντ είχε διαχωρίσει τη θέση του από εκείνους που συνδέουν τις έρευνες για το αίμα με τον μυστικισμό της φυλής, και γράφει στα απομνημονεύματα του: «Η έννοια του έθνους στηρίζεται στην αγάπη για την πατρίδα και τις πολιτιστικές παραδόσεις, και όχι στο αίμα ή στη φυλή».
Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΗΣ ΕΥΓΟΝΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Το ευρύτερο πρόγραμμα του Κούμαρη επεκτεινόταν σε ζητήματα ευγονικής. Το ζητούμενο για τον Ιατρό Κούμαρη ήταν η παραγωγή ενός ποιοτικά ανώτερου πληθυσμού, ο οποίος δεν θα επιβάρυνε τα ταμεία κοινωνικής αρωγής και συγχρόνως θα έδινε εγγυήσεις για την ανώτερη ποιότητα της ελληνικής φυλής.
Στην Ελλάδα η ευγονική, η οποία εμφανίζεται επίσης με τα ονόματα «ευγονία», «ευγονισμός», «καλλιγονία», υπήρξε πρώτιστο μέλημα των υπουργείων Υγιεινής, ειδικότερα χάρη στον Απόστολο Δοξιάδη, ο οποίος διετέλεσε υφυπουργός Υγιεινής στην Κυβέρνηση του Βενιζέλου το 1928. Η ευγονική θα έβρισκε έναν μεγάλο και εξαιρετικά δραστήριο υποστηρικτή στο πρόσωπο του Κωνσταντίνου Μουτούση, πρώτου καθηγητή Υγιεινής στην έδρα που δημιουργήθηκε το 1933 στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Στις προσπάθειες κρατικού ελέγχου της υγείας συμμετείχαν με τη δράση τους και άλλα ιδρύματα όπως η Ελληνική Ανθρωπολογική Εταιρεία και το Εθνικό Συμβούλιο Ελληνίδων, που οργάνωσε ειδικό τμήμα Υγιεινής και πραγματοποιούσε εκδηλώσεις, διαλέξεις και εκδόσεις σχετικά με τα «κοινωνικά νοσήματα», δηλαδή την φυματίωση, την σύφιλη, την ελονοσία, τα τραχώματα και τις τοξικομανίες, τον αλκοολισμό, την υγιεινή του γάμου κ.λπ. Οι εκδηλώσεις πραγματοποιούνταν στις αίθουσες του συλλόγου Παρνασσός και της Αρχαιολογικής Εταιρείας και συνοδεύονταν από διανομή ενημερωτικού υλικού και προβολή ταινιών. Διαλέξεις γίνονταν επίσης από το Συμβούλιο Ελληνίδων σε συνοικίες, όπως τα Πετράλωνα και ο Βύρωνας.
Η σειρά εκδόσεων με τίτλο Βιβλιοθήκη Κοινωνικής Υγιεινής, που διηύθυνε ο γιατρός Νικόλαος Δρακουλίδης, γνωστότερος με το λογοτεχνικό ψευδώνυμο Αγγελος Δόξας, φιλοξένησε τις απόψεις των σημαντικότερων υγιεινιστών και ευγονιστών της εποχής, οι οποίοι είχαν διάφορες ιατρικές ειδικότητες: Σταύρος Τσουρουκτσόγλου, Μωυσής Μωυσείδης, Γεώργιος Βλαβιανός, Σπυρ. Αρδαβάνης-Λυμπεράτος, Ηλίας Ι. Μακρής.
ΤΟ ΠΡΟΓΑΜΙΑΙΟ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΥΓΕΙΑΣ
Μια σημαντική σελίδα στην ιστορία της ελληνικής ευγονικής ήταν η προσπάθεια της θέσπισης προγαμιαίου πιστοποιητικού υγείας. Υπέρ του προγαμιαίου ελέγχου αγωνίστηκαν επί σειρά ετών όλοι οι Έλληνες υγιεινολόγοι. Το πιστοποιητικό αυτό είχε εισαχθεί σε ορισμένες πολιτείες των ΗΠΑ από το 1907, και στις σκανδιναβικές χώρες με υπεύθυνη δήλωση (1919-1922).
Το προγαμιαίο πιστοποιητικό υγείας έγινε αντικείμενο πλούσιας αρθρογραφίας στην Ελλάδα, ενώ απασχόλησε και το νομοθετικό σώμα από το 1919. Όταν η πρόταση για τη λήψη ανάλογων μέτρων συζητήθηκε στη βουλή, με εισηγητή τον βουλευτή Λασιθίου γιατρό Μιχαήλ Καταπόδη, πολλοί βουλευτές τάχθηκαν εναντίον. Ο ίδιος ο εισηγητής δίσταζε να εισηγηθεί την διά νόμου επιβολή της ευγονικής στείρωσης. Το μέτρο ξανασυζητήθηκε το 1925 με πρωτοβουλία του τότε υπουργού Υγιεινής Πρόνοιας Κ. Φιλάνδρου, ο οποίος σε επιστολή προς την Μητρόπολη Αθηνών επεσήμανε την αυξανόμενη «κακογονία» στη χώρα μας.
Κατά την αναθεώρηση του αστικού κώδικα στα τέλη του 1930 οι νομικοί διχάστηκαν. Ο Γεώργιος Μπαλής εξέφρασε τον φόβο ότι το μέτρο θα αποβεί «καταθλιπτικόν και επικίνδυνον κοινωνικώς», άλλοι ότι περιορίζει την ελευθερία του ατόμου. Αξίζει να σημειώσουμε ότι υπέρ της στείρωσης με βάση το πρότυπο των ΗΠΑ τάχθηκε ο σοσιαλιστής Αλέξανδρος Σβώλος. Τελικά το μέτρο απορρίφθηκε.
Στον αγώνα υπέρ του προγαμιαίου πιστοποιητικού πρωτοστατούσε ο Κούμαρης, ο οποίος ήταν ενάντιος στους μικτούς γάμους Ελλήνων με άτομα άλλων εθνικοτήτων, καθώς γι’ αυτόν η υγεία συμπεριλάμβανε και τη φυλετική καθαρότητα. Στο ζήτημα της απαγόρευσης των μικτών γάμων ο Κούμαρης παρέμεινε ακλόνητος.
Πολλοί ήσαν εκείνοι από τον Ελληνικό πνευματικό κόσμο οι οποίοι επικροτούσαν τις βιολογικές αντιλήψεις, άλλοι όμως αντιμετώπιζαν με σκεπτικισμό τις ευγονιστικές υπερβολές. Ενδεικτική είναι μια έρευνα για το προγαμιαίο πιστοποιητικό το 1929 στο περιοδικό Υγεία, που διηύθυνε ο γιατρός Μ. Μωυσείδης, ένας από τους πιο φανατικούς οπαδούς της ευγονικής στην Ελλάδα. «Όχι», απάντησε ο Κώστας Ουράνης, «η έκδηλος κακογονία που παρατηρείται στην Ελλάδα και σε άλλα κράτη δεν θεραπεύεται με απαγορεύσεις γάμου για εκείνους που πάσχουν από ορισμένα νοσήματα. Ο Ουράνης επεσήμαινε την ανάγκη για ενημέρωση και ανύψωση του επιπέδου πολιτισμού.
Η προστασία της δημόσιας υγείας συνδεόταν με εκείνην της διαφύλαξης της ελληνικής φυλής από ακατάλληλες ή επικίνδυνες επιμιξίες. «Δεν φανταζόμεθα ότι θα είνε δυνατόν τότε να προτιμηθεί της βαθμιαίας, λελογισμένης, επιστημονικής καθάρσεως, η οιαδήποτε μείξις μετά νεγρικού, ή μογγολικού, ή σημιτικού, ή ετερόφυλου ακόμη και “λευκού” αίματος», έγραφε ο Κούμαρης το 1939.
Ο ίδιος διαπίστωσε την σημασία της φυλής και έκρινε ότι έχει μεγάλη σημασία για ένα έθνος:
"Επί τοσούτον σταθερωτέρα είναι τα καθ'έκαστον έθνη, όσον ομογενέστερα φυλετικώς είναι".
Ο ιατρός Ιωάννης Κούμαρης υπήρξε η σημαντικότερη φυσιογνωμία της φυσικής ανθρωπολογίας στην Ελλάδα κατά τον περασμένο αιώνα. Έχοντας λάβει σπουδές κυρίως στη Γερμανία, ανέλαβε όλα τα καίρια πόστα που σχετίζονταν με την επιστήμη της φυσικής ανθρωπολογίας: Διευθυντής του Ανθρωπολογικού Μουσείου (1915) διαδεχόμενος τον Κλών Στέφανο, ιδρυτής της Ελληνικής Ανθρωπολογικής Εταιρίας (1924) και πρώτος καθηγητής της Φυσικής Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1925), που αποτέλεσε και την πρώτη έδρα Ανθρωπολογίας στα Βαλκάνια. Υπήρξε πολυγραφότατος, δημοσιεύοντας στο εξωτερικό, στο περιοδικό της εταιρίας, αλλά ακόμα και εκλαϊκευτικά κείμενα σε εφημερίδες της εποχής. Η θέση του ήταν σημαντικότατη, για ένα αντικείμενο το οποίο έφτασε να καθορίζει ακόμη και την κοσμοαντίληψη των ανθρώπων. Οι απόψεις του είχαν μεγάλη σημασία και ασκούσαν επιρροή. Ο Κούμαρης εστίασε το επιστημονικό ενδιαφέρον του περισσότερο στην παλαιοανθρωπολογία. Υπήρξε ένθερμος Έλληνας πατριώτης. Ασχολήθηκε με ζητήματα μίξης και εθνικής αλλοίωσης, βλέποντάς τα από φυλετικής σκοπιάς.
Ο Κούμαρης ήταν ενάντιος στην φυλετική μίξη των Ελλήνων, όχι μόνο με νέγρους και μογγόλους, αλλά και με αλλόφυλους σκουρόχρωμους λευκούς. Βλέπει με λύπη τους Έλληνες του εξωτερικού να έρχονται σε μίξη με αλλόφυλους, κάτι που αναπόφευκτα οδηγεί σε αλλοίωση ή εξαφάνιση του Ελληνισμού. Ο Κούμαρης ήταν σαφής. Σε διάλεξή του στην Ελληνική Ανθρωπολογική Εταιρία το 1940 έλεγε:
"Επιθυμούμε να σταματήσει η φυλετική μίξη μεταξύ Ελλήνων και ξένων φυλών, ασχέτως αν είναι 'μαύροι', 'κίτρινοι', ή ακόμα και 'λευκοί' από άλλη φυλή."
Η μετανάστευση Ελλήνων προς αναζήτηση εργασίας στο εξωτερικό, αποτελεί πληγή για τον Ελληνισμό, επειδή αφαιρεί τα πιο δημιουργικά στοιχεία του.
Με αυτούς στο μυαλό, ο Κούμαρης λέει:
"Να μην επιτρέψουμε ούτε μία σταγόνα Ελληνικού αίματος να χαθεί".
Ο Ιωάννης Κούμαρης πραγματοποίησε μια μελέτη για τον κεφαλικό δείκτη διαμέσου των αιώνων στην Ελλάδα, σε δημοσίευση της Ελληνικής Ανθρωπολογικής Εταιρίας την οποία βρίσκουμε σε περίληψη στο περιοδικό Revue Anthropologique, με τίτλο "L'indice céphalique aux differents siècles de la Grèce".
Ο Κούμαρης μελέτησε τον κρανιακό δείκτη σε 608 κρανία της συλλογής του Ανθρωπολογικού Μουσείου του Πανεπιστημίου των Αθηνών. Τα κρανία ανήκαν στην προϊστορική, αρχαϊκή, κλασική, ελληνιστική, ρωμαϊκή, μεσαιωνική και σύγχρονη εποχή.
Ο Ιωάννης Κούμαρης θεωρείται και σήμερα από τους ανθρωπολόγους της ιατρικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών ως πρωτοπόρος της ελληνικής ανθρωπολογικής επιστήμης.
ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ
Η ΣΧΕΣΗ ΦΥΛΗΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΙΑΤΡΟ ΚΟΥΜΑΡΗ
Ο Κούμαρης απέδειξε ότι η φυλή συνδέεται με τη συμπεριφορά και όλες τις κοινωνικές εκφάνσεις της.
Είχε κατανοήσει πλήρως τη σημαντικότερη παρακαταθήκη της ανθρωπολογικής επιστήμης. Κάθε φυλή έχει τα δικά της σωματικά και ψυχικά γνωρίσματα. Τα διαφορετικά ψυχικά γνωρίσματα, οδηγούν σε διαφορετικές κοινωνικές συμπεριφορές, σε διαφορετικά ήθη και εντέλει σε διαφορετικό πολιτισμό.
"Είναι λάθος να πιστεύουμε ότι η γλώσσα, η θρησκεία και η εθνική συνείδηση είναι χαρακτηριστικά που ελάχιστα σχετίζονται με τη φυλή, το αίμα. Στην πραγματικότητα, υπάρχει μια πολύ μεγάλη σύνδεση μεταξύ ψυχικών και σωματικών γνωρισμάτων."
Σε μία από τις γνωστότερες μεταπολεμικές δημοσιεύσεις του στο Βρετανικό ανθρωπολογικό περιοδικό Man, ο Κούμαρης επισημαίνει ότι "οι φυλές υπάρχουν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν", τονίζοντας παράλληλα ότι η φυλή και όχι το έθνος θα πρέπει να αποτελεί το κριτήριο για την δημιουργία των κρατών:
"Αν ο καθορισμός των συνόρων βασίζονταν στις ανθρωπολογικές γνώσεις, τότε η αμοιβαία έχθρα... θα εξαφανίζονταν. Θα ήταν καλύτερο να το επιτύχουμε από ότι να συγχωνεύσουμε όλες τις φυλές σε μία."
Όχι απλώς είναι ενάντια στον πολυφυλετισμό, αλλά επιθυμεί τα σύνορα των κρατών να ορίζονται με φυλετικά κριτήρια, γιατί αυτό προσδίδει σταθερότητα.
Ο Κούμαρης ήταν ένθερμος φυλετιστής, ευγονιστής και ενάντιος στον πολυφυλετισμό. Γνωρίζοντας ότι η φυλή είναι ο σημαντικότερος παράγοντας που επηρεάζει τον πολιτισμό, την ορθώνει στην θέση που της αξίζει. Κάθε φυλή έχει τον δικό της σωματικό και ψυχικό υπόβαθρο, κάτι που σημαίνει ότι η μίξη με αλλόφυλους οδηγεί πάντοτε σε αλλοίωση και κοινωνικές προστριβές. Κατά τον Έλληνα επιστήμονα, το ανθρώπινο υλικό, ιδωμένο από φυλετικής σκοπιάς, είναι καίριας σημασίας για το έθνος, θα πρέπει να το διατηρούμε στο υψηλότερο δυνατό βιολογικό επίπεδο.
ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ
ΚΛΑΣΣΙΚΗ ΕΠΟΧΗ
Οι πρώτοι που έκαναν ανθρωπολογικής φύσεως παρατηρήσεις είναι ο Ιπποκράτης, ο Ηρόδοτος, και κυρίως ο Αριστοτέλης. Προπομποί τους μπορούν να θεωρηθούν οι φυσικοί - φιλόσοφοι τού Αιγαίου (Αναξίμανδρος, Αναξαγόρας, Αναξιμένης, Δημόκριτος, Ηράκλειτος).
ΝΕΩΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ
1886. Ο γιατρός Κλων Στέφανος από την Κέα, ιδρύει στην Αθήνα το πρώτο στην Ελλάδα Ανθρωπολογικό Μουσείο. Προηγούμενα είχε πραγματοποιήσει ανθρωπολογικές σπουδές στο Παρίσι, όπου με τους συναδέλφους του Μ. Αποστολίδη και Α. Νεόφυτο έχουν γίνει μέλη της οικείας Ανθρωπολογικής Εταιρείας. Και οι τρεις κάνουν ανθρωπολογικές μετρήσεις (πλάτος και μήκος κεφαλής): ο Αποστολίδης 17 ατόμων, ο Νεόφυτος 142 ανδρών και 20 γυναικών και ο Στέφανος 366 ανδρών. Σαν διευθυντής τού μουσείου, ο Κλων Στέφανος, συγκεντρώνει οστεολογικό υλικό από αρχαιολογικές έρευνες, πριν ξεκινήσει στη Νάξο και τις πρώτες, από Έλληνα, παλαιοανθρωπολογικές ανασκαφές τα έτη 1903-1909. Πεθαίνει το 1915 πικραμένος που δεν κατόρθωσε, παρά τις πολυετείς προσπάθειές του, να δημιουργηθεί έδρα Ανθρωπολογίας.
1915. Διευθυντής του Ανθρωπολογικού Μουσείου αναλαμβάνει ο, επίσης γιατρός, Ιω. Κούμαρης, ο οποίος γίνεται τον ίδιο χρόνο έκτακτος καθηγητής Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και μεταβαίνει εν συνεχεία στο εξωτερικό για σχετικές μεταπτυχιακές σπουδές. Το 1924 ιδρύει την Ελληνική Ανθρωπολογική Εταιρεία.
1949. Καταργείται η μοναδική έδρα Ανθρωπολογίας, η οποία μέχρι τώρα δεν υπάρχει σε κανένα ελληνικό πανεπιστήμιο, ενώ κλείνει για το κοινό το Ανθρωπολογικό Μουσείο Αθηνών (σήμερα δέχεται μόνο κατόπιν ραντεβού).
1969. Διαλύεται η Ελληνική Ανθρωπολογική Εταιρεία (λίγο πριν το θάνατο του Κούμαρη) και τα μέλη του Διοικητικού της Συμβουλίου (Β. Βαλαώρας, Χ. Μαλτέζος κ.α.), υπό την προεδρία του Άρη Πουλιανού ιδρύουν το 1970/1 την Ανθρωπολογική Εταιρεία Ελλάδος. Αξίζει να σημειώσουμε ότι, όταν ο Πουλιανός επέστρεψε από τις σπουδές του στη Σοβιετική Ένωση, είχε την υποστήριξη του ηλικιωμένου πλέον Κούμαρη για να συνεχίσει την ερευνά του.
1976. Από μη ανθρωπολόγους ανασυστήνεται η Ελληνική Ανθρωπολογική Εταιρεία με κύριο στόχο να πλήξει τον Άρη Πουλιανό και τους μαθητές του.
2000. Παρά τις λυσσώδεις επιθέσεις, δικών μας και ξένων, οι προσπάθειες κατά της ελληνικής ανθρωπολογίας αποτυγχάνουν, καθώς κρίνεται τελικά σημαντικότατο το έργο που έχει πραγματοποιηθεί.
ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ
Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Η ανάπτυξη της Φυσικής Ανθρωπολογίας, ιδιαίτερα στη διάρκεια του 20ου αιώνα ως ξεχωριστός επιστημονικός κλάδος με πρωταρχικό αντικείμενο την ποικιλότητα των Σύγχρονων Ανθρώπινων Πληθυσμών, στηρίχτηκε καταρχήν στην Ιατρική, η οποία προσέφερε το γνωστικό υπόβαθρο και την εξοικείωση με την ανατομική συγκρότηση και τη φυσιολογική λειτουργία του ανθρώπινου οργανισμού. Κατά δεύτερο λόγο, στηρίχτηκε στη μεθοδολογία της Συγκριτικής Παλαιοντολογίας για τη διαχρονική προσέγγιση του ανθρώπινου οργανισμού και τη μελέτη της Εξέλιξης του Ανθρώπου, η οποία αποτέλεσε το δεύτερο βασικό ερευνητικό αντικείμενο της Φυσικής Ανθρωπολογίας.
Το έτος 1915, συστάθηκε για πρώτη φορά στη χώρα μας Έκτακτη Έδρα Φυσικής Ανθρωπολογίας στην Ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών που κατελήφθη από τον Ι. Κούμαρη, ο οποίος είχε την ευθύνη της διδασκαλίας του μαθήματος μέχρι την αποχώρησή του από το Πανεπιστήμιο.
Η επανασύσταση και επανάληψη της διδασκαλίας του μαθήματος της Φυσικής Ανθρωπολογίας, μετά από διακοπή μερικών δεκαετιών, έγινε το 1985 στο πλαίσιο της καθιέρωσης των μαθημάτων επιλογής και σύμφωνα με τις προβλέψεις του Νόμου 1268/82. Από την επανασύσταση του μαθήματος, το 1985, το κατ’ επιλογήν μάθημα της Φυσικής Ανθρωπολογίας ανήκε στο διδακτικό έργο του Μορφολειτουργικού Τομέα, που τελικά μετονομάστηκε σε Τομέα Βασικών Ιατρικών Επιστημών της Ιατρικής Σχολής Αθηνών.
Την περίοδο 1985-2002 το μάθημα διδάχτηκε ανελλιπώς με μεγάλη συμμετοχή φοιτητών της Ιατρικής Σχολής, που έφταναν την περίοδο εκείνη τους 300-400 φοιτητές και στα δύο εξάμηνα εκάστου ακαδημαϊκού έτους, με παράλληλη διάθεση πανεπιστημιακών σημειώσεων.
Από το ακαδημαϊκό έτος 2002-2003 και μετά από συνεχή διδασκαλία του μαθήματος επί 17 συναπτά έτη, η ύλη του μαθήματος αναβαθμίστηκε. Καλύπτει διαφορετικές υποομάδες της Ανθρωπολογίας όπως την Σκελετική Ανθρωπολογία, την Ηθολογία, την εξέλιξη του ανθρώπου, την Πληθυσμιακή Ανθρωπολογία. Οι διαλέξεις και τα εργαστήρια στην Φυσική Ανθρωπολογία λαμβάνουν χώρα το χειμερινό εξάμηνο του εκάστοτε ακαδημαϊκού έτους, με δυνατότητα συμμετοχής στο μάθημα όλων των φοιτητών της σχολής, ανεξάρτητα από το έτος σπουδών στο οποίο βρίσκονται.
ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ
Το Ανθρωπολογικό Μουσείο Πανεπιστημίου Αθηνών στεγάζεται στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (Μικράς Ασίας 75, Γουδί) και οποίο ιδρύθηκε το 1886 από τον Κλων Στέφανο, τον πρώτο ερευνητή που ασχολήθηκε με την ανθρωπολογική σύνθεση των αρχαίων πληθυσμών του ελλαδικού χώρου.
Με διευθυντή τον ίδιο τον ιδρυτή του, καθηγητή της ιατρικής και αρχαιολόγο Κλων Στέφανο, το Μουσείο συγκρότησε συλλογές ανθρωπολογικών καταλοίπων (κρανία, σκελετούς κλπ), από ανασκαφικές δραστηριότητες σε διάφορα μέρη της Ελλάδας, χρονολογούμενες από τα προϊστορικά έως τα σύγχρονα χρόνια. Περισυνέλεξε επίσης αρχαιολογικό υλικό από όλο τον κόσμο με σκοπό τη συγκρότηση ενός προϊστορικού μουσείου.
Το 1899 η μετονομασία του μουσείου σε Μουσείον Ανθρωπολογικόν και των Αρχαίων Πατρίων Λειψάνων αναδείκνυε μια από τις κύριες στοχεύσεις του, την απόδειξη της φυλετικής συνέχειας των Ελλήνων. Η προσέγγιση αυτή για πρώτη φορά γινόταν με βάση κρανιομετρικές ή άλλες μετρήσεις οστών οι οποίες αποσκοπούσαν στην συγκρότηση των μεθοδολογικών εργαλείων που θα επέτρεπαν τη μελέτη της φυλετικής συνέχειας.
Η μελέτη του έργου του Μουσείου και του ιδρυτή του θα ενταχθεί στο πλαίσιο των διεθνών εξελίξεων στην παλαιοανθρωπολογία, εξετάζοντας τη φυλετική προσέγγιση των ανθρωπολογικών καταλοίπων καιαρχαιολογικών ευρημάτων της παλαιολιθικής εποχής που ήλθαν στο φως με τις ανασκαφές εκείνη την περίοδο.
Το Ανθρωπολογικό Μουσείο του Πανεπιστημίου Αθηνών ιδρύθηκε το 1886 και είναι ένα από τα αρχαιότερα Μουσεία του Ανθρώπου στην Ευρώπη. Η ίδρυσή του αποσκοπούσε στην προώθηση επιστημονικών στόχων του νεαρού τότε κλάδου της Φυσικής Ανθρωπολογίας και αποτελούσε πρωτοποριακή ενέργεια για τα ελληνικά δεδομένα. Πρέπει, επίσης, να σημειωθεί ότι από την ίδρυσή του είχε δημιουργηθεί με την προοπτική ολοκληρωμένης και εκπαιδευτικής πανεπιστημιακής μονάδας, πέρα από το μουσειακό και ευρύτερα ενημερωτικό του χαρακτήρα.
Αρχικά, το Ανθρωπολογικό Μουσείο του Πανεπιστημίου Αθηνών στεγάστηκε στο κτίριο Ακαδημίας στο κέντρο της Αθήνας. Αργότερα, το 1930, όταν κτίσθηκε το κτιριακό συγκρότημα της Ιατρικής Σχολής στο Γουδί, εγκαταστάθηκε στο χώρο που βρίσκεται σήμερα.
Οπωσδήποτε, η ίδρυση του Ανθρωπολογικού Μουσείου του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο τέλος του 19ου αιώνα, αποτελούσε πρωτοποριακή και εμπνευσμένη ενέργεια, ανταποκρινόμενη σε μελλοντικές επιστημονικές ανάγκες που την εποχή εκείνη μόλις διαφαίνονταν. Στις σημερινές συνθήκες το Ανθρωπολογικό Μουσείο, ως θεσμοθετημένος φορέας στην κατεύθυνση της Φυσικής Ανθρωπολογίας, συνιστά σημαντική παράμετρο αναβάθμισης της ανθρωπολογικής εκπαίδευσης στη χώρα μας.
Ο Ιωάννης Κούμαρης, διευθυντής του μουσείου από το 1915 έως το 1950 και πρώτος καθηγητής της ανθρωπολογίας στην Ελλάδα, συνέβαλε αποφασιστικά στην ανάπτυξη των δραστηριοτήτων του.
Σημαντική τόσο στην ανθρωπολογική έρευνα όσο και στον εμπλουτισμό της συλλογής του μουσείου ήταν και η συμβολή του Αυστριακού Άνταλμπερτ Μάρκοβιτς. Τα τελευταία χρόνια οι ερευνητικές δραστηριότητες του μουσείου, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται οι παλαιοανθρωπολογικές έρευνες σε σπηλαιώδη κοιλώματα στην παραλιακή θέση Απήδημα της Μέσα Μάνης, έχουν πολλαπλασιάσει τον όγκο των συλλογών του. Υπολογίζεται ότι σήμερα οι συλλογές του μουσείου περιλαμβάνουν περισσότερα από 30.000 ταξινομημένα και αρχειοθετημένα ευρήματα. Τον κορμό αυτών των συλλογών συνθέτουν οι παλαιοανθρωπολογικές σειρές που αντιπροσωπεύουν πληθυσμούς όλων των πολιτισμικών βαθμίδων του αρχαιοελληνικού κόσμου. Ένα από τα σημαντικότερα ευρήματα αυτής της ενότητας θεωρείται το νεολιθικό κρανίο από τα Αγιωργήτικα Αρκαδίας. Στην ίδια ενότητα εντάσσεται και ένας σημαντικός αριθμός εκμαγείων απολιθωμένων μορφών του ανθρώπου από όλο τον κόσμο, που εκπροσωπούν όλα τα στάδια της ανθρώπινης εξέλιξης. Στην προϊστορική συλλογή του μουσείου περιλαμβάνονται αντίγραφα ευρημάτων, όπως τα γνωστά γυναικεία ειδώλια των θεών της γονιμότητας της άνω παλαιολιθικής περιόδου, γνωστά ως Αφροδίτες, που σηματοδοτούν την αρχή της ανθρώπινης πλαστικής τέχνης· εκμαγεία ευρημάτων, όπως αυτό της κάτω γνάθου του ανθρώπου της Χαϊδελβέργης, ηλικίας 500.000 ετών, που θεωρείται το παλαιότερο ανθρώπινο εύρημα στην Ευρώπη· και, τέλος, ολοκληρωμένες μορφολογικές αναπαραστάσεις παλαιοντολογικών μορφών του ανθρώπου, όπως αυτή του Νεάντερταλ. Η εθνολογική συλλογή του μουσείου, αν και είναι μικρότερη συγκριτικά με τις δύο προηγούμενες, περιλαμβάνει πολλά ενδιαφέροντα αντικείμενα, η έκθεση των οποίων, ελλείψει εξειδικευμένου εθνολογικού μουσείου στην Ελλάδα, είναι πολύ σημαντική. Το 1991 ξεκίνησαν οι εργασίες ανακατασκευής του περιορισμένου εκθεσιακού χώρου του μουσείου, όπου μετά από λίγο καιρό, σε καινούργιες προθήκες και σύμφωνα με τη σύγχρονη μουσειακή αντίληψη, άρχισε η επανέκθεση σε μόνιμη βάση αντιπροσωπευτικού μέρους των συλλογών. Παράλληλα, μέρος των συλλογών αυτών παρουσιάζεται σε θεματικές περιοδικές εκθέσεις μεγάλης χρονικής διάρκειας. Στις προθήκες της μόνιμης έκθεσης του μουσείου έχουν τοποθετηθεί δείγματα της εξέλιξης του ανθρώπινου είδους, όπως κρανία και οστά, λίθινα εργαλεία, όπλα και ειδώλια, τα οποία συνοδεύονται από κατατοπιστικά σχέδια, αναπαραστάσεις και φωτογραφίες. Σε αυτές τις προθήκες, από τα αριστερά προς τα δεξιά της αίθουσας, ακολουθώντας τη χρονολογική έκθεση των αντικειμένων, ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα να μάθει για τις πρώτες μορφές ζωής στη Γη, που χρονολογούνται σε 3,5 δισεκατομμύρια χρόνια, για τους αυστραλοπίθηκους (5,5-2,5 εκατ. χρόνια), τον Hοmο erectus (1,8 εκατ. έως 300.000 χρόνια), τον Προνεάντερταλ (800.000-120.000 χρόνια), τον Νεάντερταλ (40.000 χρόνια), τον πρώτο Hοmο sapiens (30.000-20.000 χρόνια) και τον σύγχρονο Hοmο sapiens. Στον ίδιο χώρο, σε ξεχωριστές προθήκες, δίνονται πληροφορίες για τους μηχανισμούς προσαρμογής του ανθρώπου στο περιβάλλον, για τη θεωρούμενη κοιτίδα της ανθρωπότητας στην Αφρική, για την ποικιλότητα των ανθρώπινων πληθυσμών και για τους συνδυασμούς των ανθρωπολογικών γνωρισμάτων του ελλαδικού χώρου. Στον χώρο των περιοδικών εκθέσεων του μουσείου φιλοξενείται μια έκθεση με αυθεντικές στολές, όπλα και μουσικά όργανα Ιαπώνων πολεμιστών Σαμουράι, του τέλους του 18ου και των αρχών του 19ου αι., καθώς και η έκθεση με τον τίτλο Παλαιοανθρωπολογία της χερσονήσου της Μάνης, στα πλαίσια της οποίας εκτίθενται ευρήματα και πλούσιο εποπτικό υλικό από τις ανασκαφές που διενεργεί το μουσείο στην περιοχή, όπως εκμαγεία ανθρώπινων ευρημάτων, πετρώματα, οστά και απολιθώματα ζώων, καθώς και λίθινα και οστέινα εργαλεία.
ΟΙ ΙΔΡΥΤΕΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ
Η δημιουργία και η βασική σύνθεση του Ανθρωπολογικού Μουσείου όπως έφτασε μέχρι τις μέρες μας καθορίστηκαν κυρίως από δύο επίμονους και αφοσιωμένους στο επιστημονικό τους έργο ανθρώπους, το Συριανό Κλώνο Στέφανο και τον Λακεδαιμόνιο Ιωάννη Κούμαρη. Παρά τις αντίξοες συνθήκες που αντιμετώπισαν, αφιέρωσαν όλες τους τις δυνάμεις και τις προσπάθειές τους στη θεμελίωση ανθρωπολογικής παιδείας στη χώρα μας.
Ο Κλων Στέφανος (1854-1915), ιδρυτής του Μουσείου και διευθυντής του έως το 1915, δημιούργησε τον αρχικό πυρήνα παλαιοανθρωπολογικών συλλογών του Μουσείου και πραγματοποίησε τις πρώτες έρευνες για τη μελέτη των αρχαίων σκελετικών πληθυσμών του ελλαδικού χώρου. Επίσης, έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για τη μελέτη των σύγχρονων πληθυσμών του ανθρώπου και ιδιαίτερα του ελλαδικού πληθυσμού. Εκτός από την ίδρυση του Ανθρωπολογικού Μουσείου, αποτέλεσμα των επιστημονικών δραστηριοτήτων του Κλώνου Στεφάνου, ήταν η ίδρυση, έκτακτης έδρας Ανθρωπολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, το έτος 1915.
Ο Ιωάννης Κούμαρης (1879-1970), ως διευθυντής του Μουσείου από το 1915 έως το 1950, συνέβαλε αποφασιστικά στη σοβαρή ανάπτυξη των δραστηριοτήτων του Μουσείου και την επιστημονική καθιέρωσή του σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Παράλληλα με την περαιτέρω ανάπτυξη της Σκελετικής ή Προϊστορικής Ανθρωπολογίας, καθιέρωσε ένα δεύτερο σημαντικό τομέα εργασίας του Μουσείου που αφορούσε στη διερεύνηση της παρουσίας του "παλαιοντολογικού ανθρώπου" και την ανάπτυξη της Παλαιοανθρωπολογίας στη χώρα μας.
Ο αυστριακός Άνταλμπερτ Μάρκοβιτς (1897-1941) υπήρξε στενός συνεργάτης του Ι. Κούμαρη. Ως πρόεδρος της “Εταιρείας για την Έρευνα των Σπηλαίων” στη Βιέννη, είχε έρθει το 1927 στην Ελλάδα, στα πλαίσια μιας ερευνητικής αποστολής που είχε διοργανώσει με την υποστήριξη αυστριακών επιστημονικών φορέων. Την περίοδο 1927-1940 διεξήγαγε εκτεταμένες σπηλαιολογικές έρευνες από τη Μακεδονία έως την Κρήτη, με στόχο την τεκμηρίωση της ιδιαίτερης σημασίας του γεωγραφικού μας χώρου για την παρουσία και την εξέλιξη του ανθρώπου στην Ευρώπη.
2004-2013 | Διευθυντής Μουσείου,
1998-2013 | Υπεύθυνος Επιστημονικών Συλλογών
Καθηγητής κ. Θ.Πίτσιος
ΤΑ ΕΚΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ
Ο συνολικός αριθμός των ευρημάτων και εκθεμάτων των επιστημονικών συλλογών του Ανθρωπολογικού Μουσείου, όπως αυτό είχε συγκροτηθεί την εποχή του Ι. Κούμαρη έφτανε τις οκτώμισι χιλιάδες καταγραμμένα αντικείμενα.
Τα τελευταία χρόνια οι ερευνητικές δραστηριότητες του Μουσείου έχουν πολλαπλασιάσει τον όγκο των επιστημονικών συλλογών του, έχοντας συγκεντρώσει περισσότερα από τριάντα χιλιάδες ταξινομημένα και αρχειοθετημένα παλαιοανθρωπολογικά και προϊστορικά ευρήματα.
Οι πιο σημαντικές από τις πρόσφατες ερευνητικές δραστηριότητες του Ανθρωπολογικού Μουσείου είναι οι παλαιονθρωπολογικές έρευνες σε σπηλιές της δυτικής Μάνης. Ιδιαίτερα στη θέση Απήδημα, οι έρευνες είχαν αποτέλεσμα την ανακάλυψη στους ανώτερους στρωματογραφικούς ορίζοντες του χώρου ανθρώπινων απολιθωμάτων Κρο-Μανιόν (=Homo Sapiens) ηλικίας είκοσι έως τριάντα χιλιάδων χρόνων και στα παλαιότερα στρώματα του ίδιου χώρου ανθρώπινων ευρημάτων που ανήκουν σε προγονικές μορφές του Homo neanderthalensis (=Προ-Νεάντερταλ) και η ηλικία τους ξεπερνά τις διακόσιες πενήντα χιλιάδες χρόνια.
Τα ευρήματα που αναφέρθηκαν παραπάνω θέτουν με καθοριστικό τρόπο το ερώτημα της συμμετοχής του γεωγραφικού μας χώρου στην εξέλιξη του Homo sapiens και ιδιαίτερα της σημασίας του για την παρουσία και την εξέλιξη του ανθρώπου στον ευρωπαϊκό χώρο, θέση που είχε διατυπωθεί και πάλι στο χώρο του Ανθρωπολογικού Μουσείου πριν από εξήντα χρόνια από τον Adalbert Markovits.
Η βασική υποχρέωση ενός μουσείου για την προστασία των επιστημονικών συλλογών του δεν περιλαμβάνει μόνο την ευθύνη φύλαξης και συντήρησής τους, αλλά και τη διασφάλιση πληροφοριών προέλευσης και τεκμηρίωσης των συλλογών αυτών, καθώς και τη συγκέντρωση των στοιχείων μελέτης επιστημονικής ερμηνείας τους.
Η αξιοποίηση των επιστημονικών συλλογών ενός μουσείου επιτυγχάνεται με τη σωστή διαχείρισή τους που υπαγορεύεται από την εξασφάλιση μέσων πρόσβασης του κοινού στις συλλογές και τα αρχεία του μουσείου για ενημέρωση ή μελέτη με τρόπους που να μη θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια των συλλογών και την επίτευξη των γενικότερων επιστημονικών στόχων του μουσείου.
Απαραίτητες προϋποθέσεις για το σκοπό αυτό είναι η άρτια συγκρότηση και παρουσίαση των εκτεθειμένων συλλογών στη βάση αισθητικών και εκπαιδευτικών κριτηρίων, καθώς και η κατάλληλη οργάνωση των αποθηκευμένων συλλογών, έτσι ώστε να εξυπηρετούν τις ερευνητικές δραστηριότητες στο χώρο του μουσείου.
Ο ΙΑΤΡΟΣ ΚΟΥΜΑΡΗΣ, Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΥΛΗ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΥΓΟΝΙΚΗΣ.
Η επιστήμη της Φυσικής Ανθρωπολογίας σχετίζεται στενά με την Επιστήμη της Ευγονικής, την φυλετική υγιεινή, την προσπάθεια εκσυγχρονισμού της ελληνικής κοινωνίας με βιολογικούς όρους και με τις εφαρμογές αυτών των επιστημών στον κρατικό έλεγχο της υγείας του λαού. Ο ιατρός Ιωάννης Κούμαρης πρωτοστάτησε στην εμφάνιση της επιστήμης της Φυσικής Ανθρωπολογίας στην Ελλάδα και στο θεσμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε η επιστήμη αυτή στην χώρα μας, με την ίδρυση του Ανθρωπολογικού Μουσείου το 1886, την ίδρυση πανεπιστημιακής έδρας της Φυσικής Ανθρωπολογίας το 1925 και την ίδρυση της Ελληνικής Ανθρωπολογικής Εταιρείας το 1924. Ο Ιωάννης Κούμαρης διαδέχθηκε τον Κλώνο Στέφανο στη διεύθυνση του Ανθρωπολογικού Μουσείου το 1915 και παρέμεινε διευθυντής του επί 35 χρόνια, ενώ διατήρησε την έδρα της Φυσικής Ανθρωπολογίας μέχρι το 1949.
Ο Ιωάννης Κούμαρης, καταγόμενος από την Σπάρτη, απόγονος Λακεδαιμόνιων αγωνιστών του ’21, σπούδασε ιατρική στη Γερμανία και τη Γαλλία. Δραστήριος και πολυγραφότατος, ένθερμος πατριώτης —δημοσίευσε πατριωτικά ποιήματα με το εύγλωττο ψευδώνυμο Ίων Μυστράς—, άνθρωπος μοναχικός, ασκητικός, πολιτικά ουδέτερος, υπήρξε για πολλές δεκαετίες το κεντρικό πρόσωπο της ελληνικής επιστημονικής συζήτησης γύρω από την έννοια της φυλής. Ιστορικά η έννοια «φυλή», χρησιμοποιημένη τον 19ο αιώνα ως λέξη συνώνυμη με το έθνος, ήδη στις αρχές του 20ού αιώνα είχε μετακινηθεί από τη δικαιοδοσία των ιστορικών σε εκείνην των βιοφυσικών επιστημόνων.
Την νέα
γνώση περί φυλής την διεκδικούσε η Φυσική
Ανθρωπολογία, επιστημονικός κλάδος που ερευνούσε τις βιολογικές όψεις της
ανθρώπινης ζωής. Επρόκειτο για μια
ιατρική επιστήμη με ολιστικές αξιώσεις και παρακλάδια σε πολλά ιατρικά
εργαστήρια και πολλές ιατρικές ειδικότητες. Διότι η ενασχόληση με τις φυλές
επεκτεινόταν και στην διαφύλαξη της υγείας τους. Η ιατρικοποιημένη φυλή απαιτούσε έλεγχο και θεραπείες που
ανέλαβε η φυλετική υγιεινή και η ευγονική.
Τα νέα πεδία της ιατρικής που προέκυψαν από τις βιοφυσικές επιστήμες,
ιδιαίτερα στα νέα κράτη της Ευρώπης, συμβάδιζαν με ένα πνεύμα εθνικής
αναγέννησης: «Η φυλετική υγιεινή, δηλαδή η προάσπισις της κληρονομικής γραμμής,
από γενεάς εις γενεάν, έχει πατρίδα την Ελλάδα, με τους νόμους του Λυκούργου», έγραφε το 1939 ο
Ιωάννης Κούμαρης (1879-1970), ο πατέρας της ελληνικής Φυσικής Ανθρωπολογίας, ο
άνθρωπος ο οποίος διετέλεσε επί τριάντα πέντε χρόνια διευθυντής του
Ανθρωπολογικού Μουσείου, ενώ υπήρξε ο πρώτος καθηγητής της Φυσικής
Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1925) και ο ιδρυτής της Ελληνικής Ανθρωπολογικής
Εταιρείας (1924).
Η επιστημονική συζήτηση αυτή δεν διεξήχθη μόνο ανάμεσα στα μέλη της ιατρικής κοινότητας, διότι το γνωστικό πεδίο των νέων βιοφυσικών επιστημών ήταν διεπιστημονικό. Οι έρευνες για τη φυλή έφεραν κοντά τον βιολόγο με τον αρχαιολόγο, τον ανατόμο με τον παλαιοντολόγο και τον γλωσσολόγο.
Όταν το 1924 ο Κούμαρης ίδρυσε την Ελληνική Ανθρωπολογική Εταιρεία, στον κατάλογο των ιδρυτικών μελών, όσο και των τακτικών και επίτιμων μελών, διακρίνουμε αυτήν ακριβώς τη διεπιστημονικότητα: πλάι στα ονόματα γιατρών όπως ο Κούμαρης, ο Γεώργιος Σκλαβούνος και ο Μαρίνος Γερουλάνος, βρίσκονται αυτά του γλωσσολόγου Παναγή Λορεντζάτου, του ιστορικού και εθνολόγου Κωνσταντίνου Άμαντου, του Σωκράτη Κουγέα, του Σίμου Μενάρδου. Το 1941, ανάμεσα στα ονόματα των νέων εταίρων, που αυξάνονταν κάθε χρόνο, διαβάζουμε αυτά του Νίκου Βέη, του Γιάννη Κορδάτου, του Ιωάννη Κακριδή, του Στέλιου Σπεράντζα, του Δημήτρη Κουρέτα. Η ανάγνωση του καταλόγου των μελών καθιστά εμφανές ότι η εταιρεία δεν ευνοούσε έναν συγκεκριμένο πολιτικό προσανατολισμό και κάλυπτε ολόκληρο το ελληνικό ιδεολογικό φάσμα.
Μεταξύ των εταίρων υπήρχαν και ξένοι επιστήμονες, πάντα με την ίδια πολυμορφία ως προς την ειδικότητα και τον ιδεολογικό προσανατολισμό. Ο Γάλλος Ζωρζ Παπιγιώ, καθηγητής κοινωνιολογίας στη Σχολή Ανθρωπολογίας στο Παρίσι και ιδρυτικό μέλος της Γαλλικής Εταιρείας Ευγονικής, ήταν οπαδός του Φράνσις Γκάλτον, υπέρμαχος της φυλετικής καθαρότητας και πολέμιος της μετανάστευσης στη Γαλλία του μεσοπολέμου. Ένα από τα ιδρυτικά μέλη ήταν ο Σταύρος Τσουρουκτσόγλου, ειδικός στα ζητήματα κληρονομικότητας και ευγονικής ή «ευγονίας», γνωστός περισσότερο στη σχετική γερμανική και λιγότερο στην ελληνική βιβλιογραφία.
Ο Κούμαρης πίστευε ακράδαντα στη φυλετική διαφορά και υποστήριζε ότι αυτή η διαφορά πρέπει να προστατεύεται. «Έχομεν γράψει, ότι η ποικιλία των φυλών ενέχει και “ωραιότητα” και η διατήρησις αυτών αποτελεί επιβεβλημένην προσπάθειαν, καθ’ ημάς τουλάχιστον», έγραφε ακόμη και μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Οι Έλληνες για τον Κούμαρη αποτελούν ιδιαίτερη φυλή, η οποία από την αρχαιότητα εξελίχθηκε διαμέσου των αιώνων και, παρά τις επιμιξίες με Τούρκους, Αλβανούς ή Σλάβους, το ελληνικό στοιχείο κυριάρχησε και απορρόφησε τα ξένα στοιχεία. Σ’ αυτή τη φάση η ελληνική φυλή έπρεπε να διατηρήσει την καθαρότητά της και να αποφύγει τη νόθευση εξαιτίας μικτών γάμων.
Ο ΚΟΥΜΑΡΗΣ ΚΑΙ Ο ΙΟΥΔΑΙΟΣ ΧΙΡΣΦΕΛΝΤ
Ο ιουδαίος ιατρός Χίρσφελντ είχε σπουδάσει στη Γερμανία και εγκαινίασε την έρευνα για τους τύπους αίματος. Στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου υπηρέτησε εθελοντικά με τον σερβικό στρατό, και το 1915 στη Θεσσαλονίκη ανακάλυψε τον βάκιλο Salmonella Paratyphi C. Αργότερα ο Χίρσφελντ εγκαταστάθηκε στην Πολωνία όπου συνέχισε τις έρευνες του. Ο Κούμαρης το 1926 επικαλείται τις αιματολογικές έρευνες που έκανε ο Χίρσφελντ σε στρατιώτες Μικρασιάτες και Βορειοελλαδίτες και βρήκε «ομοιομορφίαν».
Βέβαια ο Χίρσφελντ είχε διαχωρίσει τη θέση του από εκείνους που συνδέουν τις έρευνες για το αίμα με τον μυστικισμό της φυλής, και γράφει στα απομνημονεύματα του: «Η έννοια του έθνους στηρίζεται στην αγάπη για την πατρίδα και τις πολιτιστικές παραδόσεις, και όχι στο αίμα ή στη φυλή».
Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΗΣ ΕΥΓΟΝΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Το ευρύτερο πρόγραμμα του Κούμαρη επεκτεινόταν σε ζητήματα ευγονικής. Το ζητούμενο για τον Ιατρό Κούμαρη ήταν η παραγωγή ενός ποιοτικά ανώτερου πληθυσμού, ο οποίος δεν θα επιβάρυνε τα ταμεία κοινωνικής αρωγής και συγχρόνως θα έδινε εγγυήσεις για την ανώτερη ποιότητα της ελληνικής φυλής.
Στην Ελλάδα η ευγονική, η οποία εμφανίζεται επίσης με τα ονόματα «ευγονία», «ευγονισμός», «καλλιγονία», υπήρξε πρώτιστο μέλημα των υπουργείων Υγιεινής, ειδικότερα χάρη στον Απόστολο Δοξιάδη, ο οποίος διετέλεσε υφυπουργός Υγιεινής στην Κυβέρνηση του Βενιζέλου το 1928. Η ευγονική θα έβρισκε έναν μεγάλο και εξαιρετικά δραστήριο υποστηρικτή στο πρόσωπο του Κωνσταντίνου Μουτούση, πρώτου καθηγητή Υγιεινής στην έδρα που δημιουργήθηκε το 1933 στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Στις προσπάθειες κρατικού ελέγχου της υγείας συμμετείχαν με τη δράση τους και άλλα ιδρύματα όπως η Ελληνική Ανθρωπολογική Εταιρεία και το Εθνικό Συμβούλιο Ελληνίδων, που οργάνωσε ειδικό τμήμα Υγιεινής και πραγματοποιούσε εκδηλώσεις, διαλέξεις και εκδόσεις σχετικά με τα «κοινωνικά νοσήματα», δηλαδή την φυματίωση, την σύφιλη, την ελονοσία, τα τραχώματα και τις τοξικομανίες, τον αλκοολισμό, την υγιεινή του γάμου κ.λπ. Οι εκδηλώσεις πραγματοποιούνταν στις αίθουσες του συλλόγου Παρνασσός και της Αρχαιολογικής Εταιρείας και συνοδεύονταν από διανομή ενημερωτικού υλικού και προβολή ταινιών. Διαλέξεις γίνονταν επίσης από το Συμβούλιο Ελληνίδων σε συνοικίες, όπως τα Πετράλωνα και ο Βύρωνας.
Η σειρά εκδόσεων με τίτλο Βιβλιοθήκη Κοινωνικής Υγιεινής, που διηύθυνε ο γιατρός Νικόλαος Δρακουλίδης, γνωστότερος με το λογοτεχνικό ψευδώνυμο Αγγελος Δόξας, φιλοξένησε τις απόψεις των σημαντικότερων υγιεινιστών και ευγονιστών της εποχής, οι οποίοι είχαν διάφορες ιατρικές ειδικότητες: Σταύρος Τσουρουκτσόγλου, Μωυσής Μωυσείδης, Γεώργιος Βλαβιανός, Σπυρ. Αρδαβάνης-Λυμπεράτος, Ηλίας Ι. Μακρής.
ΤΟ ΠΡΟΓΑΜΙΑΙΟ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΥΓΕΙΑΣ
Μια σημαντική σελίδα στην ιστορία της ελληνικής ευγονικής ήταν η προσπάθεια της θέσπισης προγαμιαίου πιστοποιητικού υγείας. Υπέρ του προγαμιαίου ελέγχου αγωνίστηκαν επί σειρά ετών όλοι οι Έλληνες υγιεινολόγοι. Το πιστοποιητικό αυτό είχε εισαχθεί σε ορισμένες πολιτείες των ΗΠΑ από το 1907, και στις σκανδιναβικές χώρες με υπεύθυνη δήλωση (1919-1922).
Το προγαμιαίο πιστοποιητικό υγείας έγινε αντικείμενο πλούσιας αρθρογραφίας στην Ελλάδα, ενώ απασχόλησε και το νομοθετικό σώμα από το 1919. Όταν η πρόταση για τη λήψη ανάλογων μέτρων συζητήθηκε στη βουλή, με εισηγητή τον βουλευτή Λασιθίου γιατρό Μιχαήλ Καταπόδη, πολλοί βουλευτές τάχθηκαν εναντίον. Ο ίδιος ο εισηγητής δίσταζε να εισηγηθεί την διά νόμου επιβολή της ευγονικής στείρωσης. Το μέτρο ξανασυζητήθηκε το 1925 με πρωτοβουλία του τότε υπουργού Υγιεινής Πρόνοιας Κ. Φιλάνδρου, ο οποίος σε επιστολή προς την Μητρόπολη Αθηνών επεσήμανε την αυξανόμενη «κακογονία» στη χώρα μας.
Κατά την αναθεώρηση του αστικού κώδικα στα τέλη του 1930 οι νομικοί διχάστηκαν. Ο Γεώργιος Μπαλής εξέφρασε τον φόβο ότι το μέτρο θα αποβεί «καταθλιπτικόν και επικίνδυνον κοινωνικώς», άλλοι ότι περιορίζει την ελευθερία του ατόμου. Αξίζει να σημειώσουμε ότι υπέρ της στείρωσης με βάση το πρότυπο των ΗΠΑ τάχθηκε ο σοσιαλιστής Αλέξανδρος Σβώλος. Τελικά το μέτρο απορρίφθηκε.
Στον αγώνα υπέρ του προγαμιαίου πιστοποιητικού πρωτοστατούσε ο Κούμαρης, ο οποίος ήταν ενάντιος στους μικτούς γάμους Ελλήνων με άτομα άλλων εθνικοτήτων, καθώς γι’ αυτόν η υγεία συμπεριλάμβανε και τη φυλετική καθαρότητα. Στο ζήτημα της απαγόρευσης των μικτών γάμων ο Κούμαρης παρέμεινε ακλόνητος.
Πολλοί ήσαν εκείνοι από τον Ελληνικό πνευματικό κόσμο οι οποίοι επικροτούσαν τις βιολογικές αντιλήψεις, άλλοι όμως αντιμετώπιζαν με σκεπτικισμό τις ευγονιστικές υπερβολές. Ενδεικτική είναι μια έρευνα για το προγαμιαίο πιστοποιητικό το 1929 στο περιοδικό Υγεία, που διηύθυνε ο γιατρός Μ. Μωυσείδης, ένας από τους πιο φανατικούς οπαδούς της ευγονικής στην Ελλάδα. «Όχι», απάντησε ο Κώστας Ουράνης, «η έκδηλος κακογονία που παρατηρείται στην Ελλάδα και σε άλλα κράτη δεν θεραπεύεται με απαγορεύσεις γάμου για εκείνους που πάσχουν από ορισμένα νοσήματα. Ο Ουράνης επεσήμαινε την ανάγκη για ενημέρωση και ανύψωση του επιπέδου πολιτισμού.
Η προστασία της δημόσιας υγείας συνδεόταν με εκείνην της διαφύλαξης της ελληνικής φυλής από ακατάλληλες ή επικίνδυνες επιμιξίες. «Δεν φανταζόμεθα ότι θα είνε δυνατόν τότε να προτιμηθεί της βαθμιαίας, λελογισμένης, επιστημονικής καθάρσεως, η οιαδήποτε μείξις μετά νεγρικού, ή μογγολικού, ή σημιτικού, ή ετερόφυλου ακόμη και “λευκού” αίματος», έγραφε ο Κούμαρης το 1939.
Ο ίδιος διαπίστωσε την σημασία της φυλής και έκρινε ότι έχει μεγάλη σημασία για ένα έθνος:
"Επί τοσούτον σταθερωτέρα είναι τα καθ'έκαστον έθνη, όσον ομογενέστερα φυλετικώς είναι".
Ο ιατρός Ιωάννης Κούμαρης υπήρξε η σημαντικότερη φυσιογνωμία της φυσικής ανθρωπολογίας στην Ελλάδα κατά τον περασμένο αιώνα. Έχοντας λάβει σπουδές κυρίως στη Γερμανία, ανέλαβε όλα τα καίρια πόστα που σχετίζονταν με την επιστήμη της φυσικής ανθρωπολογίας: Διευθυντής του Ανθρωπολογικού Μουσείου (1915) διαδεχόμενος τον Κλών Στέφανο, ιδρυτής της Ελληνικής Ανθρωπολογικής Εταιρίας (1924) και πρώτος καθηγητής της Φυσικής Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1925), που αποτέλεσε και την πρώτη έδρα Ανθρωπολογίας στα Βαλκάνια. Υπήρξε πολυγραφότατος, δημοσιεύοντας στο εξωτερικό, στο περιοδικό της εταιρίας, αλλά ακόμα και εκλαϊκευτικά κείμενα σε εφημερίδες της εποχής. Η θέση του ήταν σημαντικότατη, για ένα αντικείμενο το οποίο έφτασε να καθορίζει ακόμη και την κοσμοαντίληψη των ανθρώπων. Οι απόψεις του είχαν μεγάλη σημασία και ασκούσαν επιρροή. Ο Κούμαρης εστίασε το επιστημονικό ενδιαφέρον του περισσότερο στην παλαιοανθρωπολογία. Υπήρξε ένθερμος Έλληνας πατριώτης. Ασχολήθηκε με ζητήματα μίξης και εθνικής αλλοίωσης, βλέποντάς τα από φυλετικής σκοπιάς.
Ο Κούμαρης ήταν ενάντιος στην φυλετική μίξη των Ελλήνων, όχι μόνο με νέγρους και μογγόλους, αλλά και με αλλόφυλους σκουρόχρωμους λευκούς. Βλέπει με λύπη τους Έλληνες του εξωτερικού να έρχονται σε μίξη με αλλόφυλους, κάτι που αναπόφευκτα οδηγεί σε αλλοίωση ή εξαφάνιση του Ελληνισμού. Ο Κούμαρης ήταν σαφής. Σε διάλεξή του στην Ελληνική Ανθρωπολογική Εταιρία το 1940 έλεγε:
"Επιθυμούμε να σταματήσει η φυλετική μίξη μεταξύ Ελλήνων και ξένων φυλών, ασχέτως αν είναι 'μαύροι', 'κίτρινοι', ή ακόμα και 'λευκοί' από άλλη φυλή."
Η μετανάστευση Ελλήνων προς αναζήτηση εργασίας στο εξωτερικό, αποτελεί πληγή για τον Ελληνισμό, επειδή αφαιρεί τα πιο δημιουργικά στοιχεία του.
Με αυτούς στο μυαλό, ο Κούμαρης λέει:
"Να μην επιτρέψουμε ούτε μία σταγόνα Ελληνικού αίματος να χαθεί".
Ο Ιωάννης Κούμαρης πραγματοποίησε μια μελέτη για τον κεφαλικό δείκτη διαμέσου των αιώνων στην Ελλάδα, σε δημοσίευση της Ελληνικής Ανθρωπολογικής Εταιρίας την οποία βρίσκουμε σε περίληψη στο περιοδικό Revue Anthropologique, με τίτλο "L'indice céphalique aux differents siècles de la Grèce".
Ο Κούμαρης μελέτησε τον κρανιακό δείκτη σε 608 κρανία της συλλογής του Ανθρωπολογικού Μουσείου του Πανεπιστημίου των Αθηνών. Τα κρανία ανήκαν στην προϊστορική, αρχαϊκή, κλασική, ελληνιστική, ρωμαϊκή, μεσαιωνική και σύγχρονη εποχή.
Ο Ιωάννης Κούμαρης θεωρείται και σήμερα από τους ανθρωπολόγους της ιατρικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών ως πρωτοπόρος της ελληνικής ανθρωπολογικής επιστήμης.
Η ΣΧΕΣΗ ΦΥΛΗΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΙΑΤΡΟ ΚΟΥΜΑΡΗ
Ο Κούμαρης απέδειξε ότι η φυλή συνδέεται με τη συμπεριφορά και όλες τις κοινωνικές εκφάνσεις της.
Είχε κατανοήσει πλήρως τη σημαντικότερη παρακαταθήκη της ανθρωπολογικής επιστήμης. Κάθε φυλή έχει τα δικά της σωματικά και ψυχικά γνωρίσματα. Τα διαφορετικά ψυχικά γνωρίσματα, οδηγούν σε διαφορετικές κοινωνικές συμπεριφορές, σε διαφορετικά ήθη και εντέλει σε διαφορετικό πολιτισμό.
"Είναι λάθος να πιστεύουμε ότι η γλώσσα, η θρησκεία και η εθνική συνείδηση είναι χαρακτηριστικά που ελάχιστα σχετίζονται με τη φυλή, το αίμα. Στην πραγματικότητα, υπάρχει μια πολύ μεγάλη σύνδεση μεταξύ ψυχικών και σωματικών γνωρισμάτων."
Σε μία από τις γνωστότερες μεταπολεμικές δημοσιεύσεις του στο Βρετανικό ανθρωπολογικό περιοδικό Man, ο Κούμαρης επισημαίνει ότι "οι φυλές υπάρχουν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν", τονίζοντας παράλληλα ότι η φυλή και όχι το έθνος θα πρέπει να αποτελεί το κριτήριο για την δημιουργία των κρατών:
"Αν ο καθορισμός των συνόρων βασίζονταν στις ανθρωπολογικές γνώσεις, τότε η αμοιβαία έχθρα... θα εξαφανίζονταν. Θα ήταν καλύτερο να το επιτύχουμε από ότι να συγχωνεύσουμε όλες τις φυλές σε μία."
Όχι απλώς είναι ενάντια στον πολυφυλετισμό, αλλά επιθυμεί τα σύνορα των κρατών να ορίζονται με φυλετικά κριτήρια, γιατί αυτό προσδίδει σταθερότητα.
Ο Κούμαρης ήταν ένθερμος φυλετιστής, ευγονιστής και ενάντιος στον πολυφυλετισμό. Γνωρίζοντας ότι η φυλή είναι ο σημαντικότερος παράγοντας που επηρεάζει τον πολιτισμό, την ορθώνει στην θέση που της αξίζει. Κάθε φυλή έχει τον δικό της σωματικό και ψυχικό υπόβαθρο, κάτι που σημαίνει ότι η μίξη με αλλόφυλους οδηγεί πάντοτε σε αλλοίωση και κοινωνικές προστριβές. Κατά τον Έλληνα επιστήμονα, το ανθρώπινο υλικό, ιδωμένο από φυλετικής σκοπιάς, είναι καίριας σημασίας για το έθνος, θα πρέπει να το διατηρούμε στο υψηλότερο δυνατό βιολογικό επίπεδο.
ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ
ΚΛΑΣΣΙΚΗ ΕΠΟΧΗ
Οι πρώτοι που έκαναν ανθρωπολογικής φύσεως παρατηρήσεις είναι ο Ιπποκράτης, ο Ηρόδοτος, και κυρίως ο Αριστοτέλης. Προπομποί τους μπορούν να θεωρηθούν οι φυσικοί - φιλόσοφοι τού Αιγαίου (Αναξίμανδρος, Αναξαγόρας, Αναξιμένης, Δημόκριτος, Ηράκλειτος).
ΝΕΩΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ
1886. Ο γιατρός Κλων Στέφανος από την Κέα, ιδρύει στην Αθήνα το πρώτο στην Ελλάδα Ανθρωπολογικό Μουσείο. Προηγούμενα είχε πραγματοποιήσει ανθρωπολογικές σπουδές στο Παρίσι, όπου με τους συναδέλφους του Μ. Αποστολίδη και Α. Νεόφυτο έχουν γίνει μέλη της οικείας Ανθρωπολογικής Εταιρείας. Και οι τρεις κάνουν ανθρωπολογικές μετρήσεις (πλάτος και μήκος κεφαλής): ο Αποστολίδης 17 ατόμων, ο Νεόφυτος 142 ανδρών και 20 γυναικών και ο Στέφανος 366 ανδρών. Σαν διευθυντής τού μουσείου, ο Κλων Στέφανος, συγκεντρώνει οστεολογικό υλικό από αρχαιολογικές έρευνες, πριν ξεκινήσει στη Νάξο και τις πρώτες, από Έλληνα, παλαιοανθρωπολογικές ανασκαφές τα έτη 1903-1909. Πεθαίνει το 1915 πικραμένος που δεν κατόρθωσε, παρά τις πολυετείς προσπάθειές του, να δημιουργηθεί έδρα Ανθρωπολογίας.
1915. Διευθυντής του Ανθρωπολογικού Μουσείου αναλαμβάνει ο, επίσης γιατρός, Ιω. Κούμαρης, ο οποίος γίνεται τον ίδιο χρόνο έκτακτος καθηγητής Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και μεταβαίνει εν συνεχεία στο εξωτερικό για σχετικές μεταπτυχιακές σπουδές. Το 1924 ιδρύει την Ελληνική Ανθρωπολογική Εταιρεία.
1949. Καταργείται η μοναδική έδρα Ανθρωπολογίας, η οποία μέχρι τώρα δεν υπάρχει σε κανένα ελληνικό πανεπιστήμιο, ενώ κλείνει για το κοινό το Ανθρωπολογικό Μουσείο Αθηνών (σήμερα δέχεται μόνο κατόπιν ραντεβού).
1969. Διαλύεται η Ελληνική Ανθρωπολογική Εταιρεία (λίγο πριν το θάνατο του Κούμαρη) και τα μέλη του Διοικητικού της Συμβουλίου (Β. Βαλαώρας, Χ. Μαλτέζος κ.α.), υπό την προεδρία του Άρη Πουλιανού ιδρύουν το 1970/1 την Ανθρωπολογική Εταιρεία Ελλάδος. Αξίζει να σημειώσουμε ότι, όταν ο Πουλιανός επέστρεψε από τις σπουδές του στη Σοβιετική Ένωση, είχε την υποστήριξη του ηλικιωμένου πλέον Κούμαρη για να συνεχίσει την ερευνά του.
1976. Από μη ανθρωπολόγους ανασυστήνεται η Ελληνική Ανθρωπολογική Εταιρεία με κύριο στόχο να πλήξει τον Άρη Πουλιανό και τους μαθητές του.
2000. Παρά τις λυσσώδεις επιθέσεις, δικών μας και ξένων, οι προσπάθειες κατά της ελληνικής ανθρωπολογίας αποτυγχάνουν, καθώς κρίνεται τελικά σημαντικότατο το έργο που έχει πραγματοποιηθεί.
Γενετιστές «επιστήμονες», όπως ο Κώστας Κριμπάς, προσπάθησαν,
για άγνώστους λόγους,
με γενετικο-βιολογικά
επιχειρήματα να ανατρέψουν
την βεβαιότητα, την
θεμελιωμένη πλέον επιστημονικά, για
την Ελληνική καταγωγή
των νεοελλήνων
ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ
Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Η ανάπτυξη της Φυσικής Ανθρωπολογίας, ιδιαίτερα στη διάρκεια του 20ου αιώνα ως ξεχωριστός επιστημονικός κλάδος με πρωταρχικό αντικείμενο την ποικιλότητα των Σύγχρονων Ανθρώπινων Πληθυσμών, στηρίχτηκε καταρχήν στην Ιατρική, η οποία προσέφερε το γνωστικό υπόβαθρο και την εξοικείωση με την ανατομική συγκρότηση και τη φυσιολογική λειτουργία του ανθρώπινου οργανισμού. Κατά δεύτερο λόγο, στηρίχτηκε στη μεθοδολογία της Συγκριτικής Παλαιοντολογίας για τη διαχρονική προσέγγιση του ανθρώπινου οργανισμού και τη μελέτη της Εξέλιξης του Ανθρώπου, η οποία αποτέλεσε το δεύτερο βασικό ερευνητικό αντικείμενο της Φυσικής Ανθρωπολογίας.
Το έτος 1915, συστάθηκε για πρώτη φορά στη χώρα μας Έκτακτη Έδρα Φυσικής Ανθρωπολογίας στην Ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών που κατελήφθη από τον Ι. Κούμαρη, ο οποίος είχε την ευθύνη της διδασκαλίας του μαθήματος μέχρι την αποχώρησή του από το Πανεπιστήμιο.
Η επανασύσταση και επανάληψη της διδασκαλίας του μαθήματος της Φυσικής Ανθρωπολογίας, μετά από διακοπή μερικών δεκαετιών, έγινε το 1985 στο πλαίσιο της καθιέρωσης των μαθημάτων επιλογής και σύμφωνα με τις προβλέψεις του Νόμου 1268/82. Από την επανασύσταση του μαθήματος, το 1985, το κατ’ επιλογήν μάθημα της Φυσικής Ανθρωπολογίας ανήκε στο διδακτικό έργο του Μορφολειτουργικού Τομέα, που τελικά μετονομάστηκε σε Τομέα Βασικών Ιατρικών Επιστημών της Ιατρικής Σχολής Αθηνών.
Την περίοδο 1985-2002 το μάθημα διδάχτηκε ανελλιπώς με μεγάλη συμμετοχή φοιτητών της Ιατρικής Σχολής, που έφταναν την περίοδο εκείνη τους 300-400 φοιτητές και στα δύο εξάμηνα εκάστου ακαδημαϊκού έτους, με παράλληλη διάθεση πανεπιστημιακών σημειώσεων.
Από το ακαδημαϊκό έτος 2002-2003 και μετά από συνεχή διδασκαλία του μαθήματος επί 17 συναπτά έτη, η ύλη του μαθήματος αναβαθμίστηκε. Καλύπτει διαφορετικές υποομάδες της Ανθρωπολογίας όπως την Σκελετική Ανθρωπολογία, την Ηθολογία, την εξέλιξη του ανθρώπου, την Πληθυσμιακή Ανθρωπολογία. Οι διαλέξεις και τα εργαστήρια στην Φυσική Ανθρωπολογία λαμβάνουν χώρα το χειμερινό εξάμηνο του εκάστοτε ακαδημαϊκού έτους, με δυνατότητα συμμετοχής στο μάθημα όλων των φοιτητών της σχολής, ανεξάρτητα από το έτος σπουδών στο οποίο βρίσκονται.
Εκμαγείο του κρανίου του
Αρχανθρώπου των Πετραλώνων
(αριστ.,) και αναπαράσταση του
προσώπου του κατά τον
Άρη
Πουλιανό.
Μουσείο της
Ανθρωπολογικής Εταιρείας.
ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ
Το Ανθρωπολογικό Μουσείο Πανεπιστημίου Αθηνών στεγάζεται στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (Μικράς Ασίας 75, Γουδί) και οποίο ιδρύθηκε το 1886 από τον Κλων Στέφανο, τον πρώτο ερευνητή που ασχολήθηκε με την ανθρωπολογική σύνθεση των αρχαίων πληθυσμών του ελλαδικού χώρου.
Με διευθυντή τον ίδιο τον ιδρυτή του, καθηγητή της ιατρικής και αρχαιολόγο Κλων Στέφανο, το Μουσείο συγκρότησε συλλογές ανθρωπολογικών καταλοίπων (κρανία, σκελετούς κλπ), από ανασκαφικές δραστηριότητες σε διάφορα μέρη της Ελλάδας, χρονολογούμενες από τα προϊστορικά έως τα σύγχρονα χρόνια. Περισυνέλεξε επίσης αρχαιολογικό υλικό από όλο τον κόσμο με σκοπό τη συγκρότηση ενός προϊστορικού μουσείου.
Το 1899 η μετονομασία του μουσείου σε Μουσείον Ανθρωπολογικόν και των Αρχαίων Πατρίων Λειψάνων αναδείκνυε μια από τις κύριες στοχεύσεις του, την απόδειξη της φυλετικής συνέχειας των Ελλήνων. Η προσέγγιση αυτή για πρώτη φορά γινόταν με βάση κρανιομετρικές ή άλλες μετρήσεις οστών οι οποίες αποσκοπούσαν στην συγκρότηση των μεθοδολογικών εργαλείων που θα επέτρεπαν τη μελέτη της φυλετικής συνέχειας.
Η μελέτη του έργου του Μουσείου και του ιδρυτή του θα ενταχθεί στο πλαίσιο των διεθνών εξελίξεων στην παλαιοανθρωπολογία, εξετάζοντας τη φυλετική προσέγγιση των ανθρωπολογικών καταλοίπων καιαρχαιολογικών ευρημάτων της παλαιολιθικής εποχής που ήλθαν στο φως με τις ανασκαφές εκείνη την περίοδο.
Το Ανθρωπολογικό Μουσείο του Πανεπιστημίου Αθηνών ιδρύθηκε το 1886 και είναι ένα από τα αρχαιότερα Μουσεία του Ανθρώπου στην Ευρώπη. Η ίδρυσή του αποσκοπούσε στην προώθηση επιστημονικών στόχων του νεαρού τότε κλάδου της Φυσικής Ανθρωπολογίας και αποτελούσε πρωτοποριακή ενέργεια για τα ελληνικά δεδομένα. Πρέπει, επίσης, να σημειωθεί ότι από την ίδρυσή του είχε δημιουργηθεί με την προοπτική ολοκληρωμένης και εκπαιδευτικής πανεπιστημιακής μονάδας, πέρα από το μουσειακό και ευρύτερα ενημερωτικό του χαρακτήρα.
Αρχικά, το Ανθρωπολογικό Μουσείο του Πανεπιστημίου Αθηνών στεγάστηκε στο κτίριο Ακαδημίας στο κέντρο της Αθήνας. Αργότερα, το 1930, όταν κτίσθηκε το κτιριακό συγκρότημα της Ιατρικής Σχολής στο Γουδί, εγκαταστάθηκε στο χώρο που βρίσκεται σήμερα.
Οπωσδήποτε, η ίδρυση του Ανθρωπολογικού Μουσείου του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο τέλος του 19ου αιώνα, αποτελούσε πρωτοποριακή και εμπνευσμένη ενέργεια, ανταποκρινόμενη σε μελλοντικές επιστημονικές ανάγκες που την εποχή εκείνη μόλις διαφαίνονταν. Στις σημερινές συνθήκες το Ανθρωπολογικό Μουσείο, ως θεσμοθετημένος φορέας στην κατεύθυνση της Φυσικής Ανθρωπολογίας, συνιστά σημαντική παράμετρο αναβάθμισης της ανθρωπολογικής εκπαίδευσης στη χώρα μας.
Ο Ιωάννης Κούμαρης, διευθυντής του μουσείου από το 1915 έως το 1950 και πρώτος καθηγητής της ανθρωπολογίας στην Ελλάδα, συνέβαλε αποφασιστικά στην ανάπτυξη των δραστηριοτήτων του.
Σημαντική τόσο στην ανθρωπολογική έρευνα όσο και στον εμπλουτισμό της συλλογής του μουσείου ήταν και η συμβολή του Αυστριακού Άνταλμπερτ Μάρκοβιτς. Τα τελευταία χρόνια οι ερευνητικές δραστηριότητες του μουσείου, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται οι παλαιοανθρωπολογικές έρευνες σε σπηλαιώδη κοιλώματα στην παραλιακή θέση Απήδημα της Μέσα Μάνης, έχουν πολλαπλασιάσει τον όγκο των συλλογών του. Υπολογίζεται ότι σήμερα οι συλλογές του μουσείου περιλαμβάνουν περισσότερα από 30.000 ταξινομημένα και αρχειοθετημένα ευρήματα. Τον κορμό αυτών των συλλογών συνθέτουν οι παλαιοανθρωπολογικές σειρές που αντιπροσωπεύουν πληθυσμούς όλων των πολιτισμικών βαθμίδων του αρχαιοελληνικού κόσμου. Ένα από τα σημαντικότερα ευρήματα αυτής της ενότητας θεωρείται το νεολιθικό κρανίο από τα Αγιωργήτικα Αρκαδίας. Στην ίδια ενότητα εντάσσεται και ένας σημαντικός αριθμός εκμαγείων απολιθωμένων μορφών του ανθρώπου από όλο τον κόσμο, που εκπροσωπούν όλα τα στάδια της ανθρώπινης εξέλιξης. Στην προϊστορική συλλογή του μουσείου περιλαμβάνονται αντίγραφα ευρημάτων, όπως τα γνωστά γυναικεία ειδώλια των θεών της γονιμότητας της άνω παλαιολιθικής περιόδου, γνωστά ως Αφροδίτες, που σηματοδοτούν την αρχή της ανθρώπινης πλαστικής τέχνης· εκμαγεία ευρημάτων, όπως αυτό της κάτω γνάθου του ανθρώπου της Χαϊδελβέργης, ηλικίας 500.000 ετών, που θεωρείται το παλαιότερο ανθρώπινο εύρημα στην Ευρώπη· και, τέλος, ολοκληρωμένες μορφολογικές αναπαραστάσεις παλαιοντολογικών μορφών του ανθρώπου, όπως αυτή του Νεάντερταλ. Η εθνολογική συλλογή του μουσείου, αν και είναι μικρότερη συγκριτικά με τις δύο προηγούμενες, περιλαμβάνει πολλά ενδιαφέροντα αντικείμενα, η έκθεση των οποίων, ελλείψει εξειδικευμένου εθνολογικού μουσείου στην Ελλάδα, είναι πολύ σημαντική. Το 1991 ξεκίνησαν οι εργασίες ανακατασκευής του περιορισμένου εκθεσιακού χώρου του μουσείου, όπου μετά από λίγο καιρό, σε καινούργιες προθήκες και σύμφωνα με τη σύγχρονη μουσειακή αντίληψη, άρχισε η επανέκθεση σε μόνιμη βάση αντιπροσωπευτικού μέρους των συλλογών. Παράλληλα, μέρος των συλλογών αυτών παρουσιάζεται σε θεματικές περιοδικές εκθέσεις μεγάλης χρονικής διάρκειας. Στις προθήκες της μόνιμης έκθεσης του μουσείου έχουν τοποθετηθεί δείγματα της εξέλιξης του ανθρώπινου είδους, όπως κρανία και οστά, λίθινα εργαλεία, όπλα και ειδώλια, τα οποία συνοδεύονται από κατατοπιστικά σχέδια, αναπαραστάσεις και φωτογραφίες. Σε αυτές τις προθήκες, από τα αριστερά προς τα δεξιά της αίθουσας, ακολουθώντας τη χρονολογική έκθεση των αντικειμένων, ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα να μάθει για τις πρώτες μορφές ζωής στη Γη, που χρονολογούνται σε 3,5 δισεκατομμύρια χρόνια, για τους αυστραλοπίθηκους (5,5-2,5 εκατ. χρόνια), τον Hοmο erectus (1,8 εκατ. έως 300.000 χρόνια), τον Προνεάντερταλ (800.000-120.000 χρόνια), τον Νεάντερταλ (40.000 χρόνια), τον πρώτο Hοmο sapiens (30.000-20.000 χρόνια) και τον σύγχρονο Hοmο sapiens. Στον ίδιο χώρο, σε ξεχωριστές προθήκες, δίνονται πληροφορίες για τους μηχανισμούς προσαρμογής του ανθρώπου στο περιβάλλον, για τη θεωρούμενη κοιτίδα της ανθρωπότητας στην Αφρική, για την ποικιλότητα των ανθρώπινων πληθυσμών και για τους συνδυασμούς των ανθρωπολογικών γνωρισμάτων του ελλαδικού χώρου. Στον χώρο των περιοδικών εκθέσεων του μουσείου φιλοξενείται μια έκθεση με αυθεντικές στολές, όπλα και μουσικά όργανα Ιαπώνων πολεμιστών Σαμουράι, του τέλους του 18ου και των αρχών του 19ου αι., καθώς και η έκθεση με τον τίτλο Παλαιοανθρωπολογία της χερσονήσου της Μάνης, στα πλαίσια της οποίας εκτίθενται ευρήματα και πλούσιο εποπτικό υλικό από τις ανασκαφές που διενεργεί το μουσείο στην περιοχή, όπως εκμαγεία ανθρώπινων ευρημάτων, πετρώματα, οστά και απολιθώματα ζώων, καθώς και λίθινα και οστέινα εργαλεία.
ΟΙ ΙΔΡΥΤΕΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ
Η δημιουργία και η βασική σύνθεση του Ανθρωπολογικού Μουσείου όπως έφτασε μέχρι τις μέρες μας καθορίστηκαν κυρίως από δύο επίμονους και αφοσιωμένους στο επιστημονικό τους έργο ανθρώπους, το Συριανό Κλώνο Στέφανο και τον Λακεδαιμόνιο Ιωάννη Κούμαρη. Παρά τις αντίξοες συνθήκες που αντιμετώπισαν, αφιέρωσαν όλες τους τις δυνάμεις και τις προσπάθειές τους στη θεμελίωση ανθρωπολογικής παιδείας στη χώρα μας.
Ο Κλων Στέφανος (1854-1915), ιδρυτής του Μουσείου και διευθυντής του έως το 1915, δημιούργησε τον αρχικό πυρήνα παλαιοανθρωπολογικών συλλογών του Μουσείου και πραγματοποίησε τις πρώτες έρευνες για τη μελέτη των αρχαίων σκελετικών πληθυσμών του ελλαδικού χώρου. Επίσης, έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για τη μελέτη των σύγχρονων πληθυσμών του ανθρώπου και ιδιαίτερα του ελλαδικού πληθυσμού. Εκτός από την ίδρυση του Ανθρωπολογικού Μουσείου, αποτέλεσμα των επιστημονικών δραστηριοτήτων του Κλώνου Στεφάνου, ήταν η ίδρυση, έκτακτης έδρας Ανθρωπολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, το έτος 1915.
Ο Ιωάννης Κούμαρης (1879-1970), ως διευθυντής του Μουσείου από το 1915 έως το 1950, συνέβαλε αποφασιστικά στη σοβαρή ανάπτυξη των δραστηριοτήτων του Μουσείου και την επιστημονική καθιέρωσή του σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Παράλληλα με την περαιτέρω ανάπτυξη της Σκελετικής ή Προϊστορικής Ανθρωπολογίας, καθιέρωσε ένα δεύτερο σημαντικό τομέα εργασίας του Μουσείου που αφορούσε στη διερεύνηση της παρουσίας του "παλαιοντολογικού ανθρώπου" και την ανάπτυξη της Παλαιοανθρωπολογίας στη χώρα μας.
Ο αυστριακός Άνταλμπερτ Μάρκοβιτς (1897-1941) υπήρξε στενός συνεργάτης του Ι. Κούμαρη. Ως πρόεδρος της “Εταιρείας για την Έρευνα των Σπηλαίων” στη Βιέννη, είχε έρθει το 1927 στην Ελλάδα, στα πλαίσια μιας ερευνητικής αποστολής που είχε διοργανώσει με την υποστήριξη αυστριακών επιστημονικών φορέων. Την περίοδο 1927-1940 διεξήγαγε εκτεταμένες σπηλαιολογικές έρευνες από τη Μακεδονία έως την Κρήτη, με στόχο την τεκμηρίωση της ιδιαίτερης σημασίας του γεωγραφικού μας χώρου για την παρουσία και την εξέλιξη του ανθρώπου στην Ευρώπη.
2004-2013 | Διευθυντής Μουσείου,
1998-2013 | Υπεύθυνος Επιστημονικών Συλλογών
Καθηγητής κ. Θ.Πίτσιος
ΤΑ ΕΚΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ
Ο συνολικός αριθμός των ευρημάτων και εκθεμάτων των επιστημονικών συλλογών του Ανθρωπολογικού Μουσείου, όπως αυτό είχε συγκροτηθεί την εποχή του Ι. Κούμαρη έφτανε τις οκτώμισι χιλιάδες καταγραμμένα αντικείμενα.
Τα τελευταία χρόνια οι ερευνητικές δραστηριότητες του Μουσείου έχουν πολλαπλασιάσει τον όγκο των επιστημονικών συλλογών του, έχοντας συγκεντρώσει περισσότερα από τριάντα χιλιάδες ταξινομημένα και αρχειοθετημένα παλαιοανθρωπολογικά και προϊστορικά ευρήματα.
Οι πιο σημαντικές από τις πρόσφατες ερευνητικές δραστηριότητες του Ανθρωπολογικού Μουσείου είναι οι παλαιονθρωπολογικές έρευνες σε σπηλιές της δυτικής Μάνης. Ιδιαίτερα στη θέση Απήδημα, οι έρευνες είχαν αποτέλεσμα την ανακάλυψη στους ανώτερους στρωματογραφικούς ορίζοντες του χώρου ανθρώπινων απολιθωμάτων Κρο-Μανιόν (=Homo Sapiens) ηλικίας είκοσι έως τριάντα χιλιάδων χρόνων και στα παλαιότερα στρώματα του ίδιου χώρου ανθρώπινων ευρημάτων που ανήκουν σε προγονικές μορφές του Homo neanderthalensis (=Προ-Νεάντερταλ) και η ηλικία τους ξεπερνά τις διακόσιες πενήντα χιλιάδες χρόνια.
Τα ευρήματα που αναφέρθηκαν παραπάνω θέτουν με καθοριστικό τρόπο το ερώτημα της συμμετοχής του γεωγραφικού μας χώρου στην εξέλιξη του Homo sapiens και ιδιαίτερα της σημασίας του για την παρουσία και την εξέλιξη του ανθρώπου στον ευρωπαϊκό χώρο, θέση που είχε διατυπωθεί και πάλι στο χώρο του Ανθρωπολογικού Μουσείου πριν από εξήντα χρόνια από τον Adalbert Markovits.
Η βασική υποχρέωση ενός μουσείου για την προστασία των επιστημονικών συλλογών του δεν περιλαμβάνει μόνο την ευθύνη φύλαξης και συντήρησής τους, αλλά και τη διασφάλιση πληροφοριών προέλευσης και τεκμηρίωσης των συλλογών αυτών, καθώς και τη συγκέντρωση των στοιχείων μελέτης επιστημονικής ερμηνείας τους.
Η αξιοποίηση των επιστημονικών συλλογών ενός μουσείου επιτυγχάνεται με τη σωστή διαχείρισή τους που υπαγορεύεται από την εξασφάλιση μέσων πρόσβασης του κοινού στις συλλογές και τα αρχεία του μουσείου για ενημέρωση ή μελέτη με τρόπους που να μη θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια των συλλογών και την επίτευξη των γενικότερων επιστημονικών στόχων του μουσείου.
Απαραίτητες προϋποθέσεις για το σκοπό αυτό είναι η άρτια συγκρότηση και παρουσίαση των εκτεθειμένων συλλογών στη βάση αισθητικών και εκπαιδευτικών κριτηρίων, καθώς και η κατάλληλη οργάνωση των αποθηκευμένων συλλογών, έτσι ώστε να εξυπηρετούν τις ερευνητικές δραστηριότητες στο χώρο του μουσείου.
ΠΑΛΑΙΟΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΕΣ
ΣΥΛΛΟΓΕΣ ΤΟΥ
ΜΟΥΣΕΙΟΥ
Οι παλαιοανθρωπολογικές συλλογές του Ανθρωπολογικού Μουσείου περιλαμβάνουν σημαντικό αριθμό εκμαγείων παλαιοανθρωπολογικών ευρημάτων που προέρχονται από όλο τον κόσμο και καλύπτουν όλες τις φάσεις της εξελικτικής πορείας του ανθρώπου (=Homo) και της φυλογενετικής ιστορίας των Ανθρωπιδών (=Hominidae), τα τελευταία πέντε εκατομμύρια χρόνια.
Ανάμεσά τους βρίσκεται αντίγραφο της κάτω γνάθου του ανθρώπου της Χαϊδελβέργης, ηλικίας μισού εκατομμυρίου ετών, που θεωρείται το παλαιότερο ανθρώπινο απολίθωμα του γηγενούς εξελικτικού κλάδου του Νεάντερταλ στο γεωγραφικό χώρο της Ευρώπης, καθώς και εκμαγείο κρανίου από το φαράγγι Ολντουβάι της Τανζανίας, με την επωνυμία Twiggy, που θεωρείται πρώιμη μορφή του γένους Homo (=Homo habilis). Επίσης περιλαμβάνουν αναπαραστάσεις απολιθωμένων μορφών του ανθρώπου, όπως αυτή του Κρο Μανιόν, που στηρίζονται σε γνωστά παλαιοανθρωπολογικά ευρήματα ή ανθρώπινα απολιθώματα προηγούμενων γεωλογικών περιόδων.
Ανάμεσά τους βρίσκεται αντίγραφο της κάτω γνάθου του ανθρώπου της Χαϊδελβέργης, ηλικίας μισού εκατομμυρίου ετών, που θεωρείται το παλαιότερο ανθρώπινο απολίθωμα του γηγενούς εξελικτικού κλάδου του Νεάντερταλ στο γεωγραφικό χώρο της Ευρώπης, καθώς και εκμαγείο κρανίου από το φαράγγι Ολντουβάι της Τανζανίας, με την επωνυμία Twiggy, που θεωρείται πρώιμη μορφή του γένους Homo (=Homo habilis). Επίσης περιλαμβάνουν αναπαραστάσεις απολιθωμένων μορφών του ανθρώπου, όπως αυτή του Κρο Μανιόν, που στηρίζονται σε γνωστά παλαιοανθρωπολογικά ευρήματα ή ανθρώπινα απολιθώματα προηγούμενων γεωλογικών περιόδων.
O Σουηδός Σβάντε Πάαμπο
(Svante Pääbo), διευθυντής του κέντρου μοριακής ανθρωπολογίας στο Ινστιτούτο Max Plank της Λειψίας.
ΣΚΕΛΕΤΙΚΕΣ ΣΥΛΛΟΓΕΣ
ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ
Τον κύριο κορμό των επιστημονικών συλλογών του Ανθρωπολογικού Μουσείου αποτελούν οι σκελετικές σειρές που αντιπροσωπεύουν πληθυσμούς όλων των πολιτισμικών βαθμίδων του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Οι συλλογές αυτές υπήρξαν αντικείμενο εκτεταμένων ανθρωπολογικών ερευνών από διαπρεπείς ανθρωπολόγους, όπως ο R.Virchow, o C.Fuerst και ο J.L.Angel, οι οποίοι διατύπωσαν βασικές απόψεις, σχετικά με την ανθρωπολογική συγκρότηση και την εθνογένεση του ελλαδικού πληθυσμού.
Ένα ενδιαφέρον εύρημα των συλλογών αυτών με ιστορική κυρίως αξία, αποτελεί το νεολιθικό κρανίο από τα Αγιωργήτικα της Αρκαδίας στο οποίο στηρίχτηκε προπολεμικά η προέλευση των Ελλήνων. Το κρανίο είχε βρεθεί σε ανασκαφή του Αμερικανού αρχαιολόγου C.Blegen το καλοκαίρι του 1928 και ήταν το παλαιότερο ανθρωπολογικό εύρημα του ελλαδικού χώρου την εποχή εκείνη. Η πρώτη ανθρωπολογική εξέταση του κρανίου είχε γίνει από το διάσημο σουηδό ανθρωπολόγο Carl Fuerst ο οποίος υποστήριξε, άστοχα, ότι ανήκε σε ρωμαλέα γυναίκα νομαδικού πληθυσμού με νορδική (=βορειοευρωπαïκή) προέλευση.
Ένα ενδιαφέρον εύρημα των συλλογών αυτών με ιστορική κυρίως αξία, αποτελεί το νεολιθικό κρανίο από τα Αγιωργήτικα της Αρκαδίας στο οποίο στηρίχτηκε προπολεμικά η προέλευση των Ελλήνων. Το κρανίο είχε βρεθεί σε ανασκαφή του Αμερικανού αρχαιολόγου C.Blegen το καλοκαίρι του 1928 και ήταν το παλαιότερο ανθρωπολογικό εύρημα του ελλαδικού χώρου την εποχή εκείνη. Η πρώτη ανθρωπολογική εξέταση του κρανίου είχε γίνει από το διάσημο σουηδό ανθρωπολόγο Carl Fuerst ο οποίος υποστήριξε, άστοχα, ότι ανήκε σε ρωμαλέα γυναίκα νομαδικού πληθυσμού με νορδική (=βορειοευρωπαïκή) προέλευση.
ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΕΣ ΣΥΛΛΟΓΕΣ
ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ
Σε αντίθεση προς τις σκελετικές σειρές του Μουσείου, οι οποίες εκπροσωπούν, κυρίως, τον ελλαδικό χώρο, οι προϊστορικές συλλογές του Ανθρωπολογικού Μουσείου αντιπροσωπεύουν διάφορες φάσεις της ελλαδικής και της ευρωπαϊκής Προϊστορίας. Ανάμεσά τους υπάρχουν πολλές πρωτότυπες σειρές, αντιπροσωπευτικές της πολιτισμικής ανέλιξης του ανθρώπου, καθώς και αντίγραφα περίφημων προϊστορικών ευρημάτων, όπως οι αφροδίτες της Άνω Παλαιολιθικής περιόδου που σηματοδοτούν τις αρχές της ανθρώπινης τέχνης.
ΜΟΥΜΙΕΣ ΚΑΙ ΕΘΝΟΛΟΓΙΚΕΣ
ΣΥΛΛΟΓΕΣ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ
Οι μικρότερες σε αριθμό, αλλά ενδιαφέρουσες -ελλείψει εξειδικευμένου εθνολογικού μουσείου στη χώρα μας- εθνολογικές συλλογές του Ανθρωπολογικού Μουσείου περιλαμβάνουν σειρές εκθεμάτων χρηστικών και διακοσμητικών αντικειμένων γηγενών πληθυσμών της Αφρικής, της Ασίας και της Αμερικής.
Ανάμεσα στις πιο εντυπωσιακές από αυτές είναι οι ξυλόγλυπτες παραστάσεις από την Αφρική, οι πέτρινες βουδιστικές παραστάσεις και οι αυθεντικές στολές Σαμουράι, μεσαιωνικών πολεμιστών της Ιαπωνίας. Ακόμη, περιλαμβάνουν ένα μοναδικό ανθρώπινο κρανίο με διακοσμητικές επεμβάσεις επικάλυψης της κρανιακής επιφάνειας, των οφθαλμικών κογχών και της ρινικής κοιλότητας με ορυκτά πλακίδια και ένθετα φυσικά υλικά, καθώς και τεχνικές διευθετήσεις που εξυπηρετούν προφανώς στην ανάρτηση και την έκθεσή του σε κοινή θέα. Πιθανώς να πρόκειται για τρόπαιο πολεμικού γεγονότος ή και τελετουργικό αντικείμενο που θυμίζει ανάλογα ευρήματα αρχαίων λαών της Αμερικής.
ΦΥΣΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ.
ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ
Φυσική Ιστορία του Ανθρώπου: Γενικό μέρος- Ιστορικά στοιχεία - Εξελικτική θεωρία - Πρωτεύοντα- Εξέλιξη πρωτευόντων- Απολιθώματα
Σκελετική Ανθρωπολογία - Παλαιοπαθολογία: Λειτουργική σημασία του σκελετού- Ανθρωπολογική μελέτη- Επιγενετικοί χαρακτήρες- Παλαιοπαθολογία- Αναγνώριση σκελετικών ευρημάτων- Ανάπλαση σκελετικών ευρημάτων- Μουμιοποίηση- Ιστορική ανάλυση- Νεκρικές καύσεις- Επιτόπια εξέταση- Σκελετική εξέλιξη του Homo Sapiens- Οδοντική Ανθρωπολογία- Σκελετική διαφοροποίηση σύγχρονου ανθρώπου- Η μελέτη ελλαδικών σκελετικών πληθυσμών
Εξέλιξη του Ανθρώπου: Ανθρωπίδες (=Hominidae)- Αυστραλοπίθηκοι (γένος Australopithecus)- Πρώιμες μορφές του γένους Homo- Αρχάνθρωπος (H.ergaster-H.erectus)- Εξέλιξη του εγκεφάλου- Ανθρώπινη συμπεριφορά- Πρώιμες μορφές της Ευρώπης- Άνθρωπος του Νεάντερταλ- Προ-Νεάντερταλ- Κλασικός Νεάντερταλ- Έναρθρος λόγος- Ο -ανατομικά- σύγχρονος άνθρωπος- Παλαιοανθρωπολογική έρευνα στην Ελλάδα- Ο Ταινάριος άνθρωπος
Πληθυσμιακή Ανθρωπολογία: Γενετική μέθοδος- Πληθυσμιακή γενετική- Παράγοντες γενετικής διαφοροποίησης- Ανθρωπολογική μελέτη- Προσαρμοστικοί μηχανισμοί- Διαφοροποίηση των δύο φύλων- Γεωγραφική διαφοροποίηση- Ευρωπαϊκή Ανθρωπολογία- Ανθρωπολογία του Ελλαδικού χώρου- Φυλετικές διακρίσεις- Το μέλλον του Homo Sapiens
Ηθολογία: Μελέτη της Ανθρώπινης Συμπεριφοράς. Συνεργασία με διεθνείς ομάδες εργασίας όπως η ISHE (International Society of Human Ethology)
ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ
ΠΑΛΑΙΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑ
Σκελετική Ανθρωπολογία - Παλαιοπαθολογία: Λειτουργική σημασία του σκελετού- Ανθρωπολογική μελέτη- Επιγενετικοί χαρακτήρες- Παλαιοπαθολογία- Αναγνώριση σκελετικών ευρημάτων- Ανάπλαση σκελετικών ευρημάτων- Μουμιοποίηση- Ιστορική ανάλυση- Νεκρικές καύσεις- Επιτόπια εξέταση- Σκελετική εξέλιξη του Homo Sapiens- Οδοντική Ανθρωπολογία- Σκελετική διαφοροποίηση σύγχρονου ανθρώπου- Η μελέτη ελλαδικών σκελετικών πληθυσμών
Εξέλιξη του Ανθρώπου: Ανθρωπίδες (=Hominidae)- Αυστραλοπίθηκοι (γένος Australopithecus)- Πρώιμες μορφές του γένους Homo- Αρχάνθρωπος (H.ergaster-H.erectus)- Εξέλιξη του εγκεφάλου- Ανθρώπινη συμπεριφορά- Πρώιμες μορφές της Ευρώπης- Άνθρωπος του Νεάντερταλ- Προ-Νεάντερταλ- Κλασικός Νεάντερταλ- Έναρθρος λόγος- Ο -ανατομικά- σύγχρονος άνθρωπος- Παλαιοανθρωπολογική έρευνα στην Ελλάδα- Ο Ταινάριος άνθρωπος
Πληθυσμιακή Ανθρωπολογία: Γενετική μέθοδος- Πληθυσμιακή γενετική- Παράγοντες γενετικής διαφοροποίησης- Ανθρωπολογική μελέτη- Προσαρμοστικοί μηχανισμοί- Διαφοροποίηση των δύο φύλων- Γεωγραφική διαφοροποίηση- Ευρωπαϊκή Ανθρωπολογία- Ανθρωπολογία του Ελλαδικού χώρου- Φυλετικές διακρίσεις- Το μέλλον του Homo Sapiens
Ηθολογία: Μελέτη της Ανθρώπινης Συμπεριφοράς. Συνεργασία με διεθνείς ομάδες εργασίας όπως η ISHE (International Society of Human Ethology)
Η τεχνική της
ταυτοποίησης του αρχαίου DNA βασίστηκε στην εκπληκτική μέθοδο πολλαπλασιασμού
δειγμάτων γενετικού υλικού την οποία επινόησε το 1985 ο νομπελίστας βιοχημικός
Κάρι Μούλις (Kary B. Mullis) |
ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ
Η ανθρωπολογική έρευνα, μελετώντας απολιθωμένους και σκελετικούς πληθυσμούς ή ακόμη και τη σύγχρονη βιοποικιλότητα των ζωντανών πληθυσμών του ανθρώπου, χρησιμοποιεί θεωρητικά δεδομένα και μεθοδολογικές τεχνικές των θετικών επιστημών. Οι τεχνικές αυτές εκτείνονται από την κλασική μορφομετρική περιγραφή, τη βιοχημική ανάλυση και τη μικροσκοπική παρατήρηση, μέχρι την ακτινογραφική εξέταση, την αξονική τομογραφία και τη γενετική ανάλυση, πάντοτε σε συνδυασμό με εξειδικευμένες μεθόδους στατιστικής επεξεργασίας των δεδομένων της.
Το πλαίσιο και οι κανόνες διεξαγωγής των ανθρωπολογικών ερευνών έχουν προσδιοριστεί από διεθνείς συμβάσεις και διακηρύξεις του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών, όπως η Σύμβαση για την προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σε σχέση με τις εφαρμογές των βιο-ιατρικών επιστημών, καθώς και η Διακήρυξη του Ελσίνκι, το 1964, η οποία τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε το 1989 και το 1997.
Το πλαίσιο και οι κανόνες διεξαγωγής των ανθρωπολογικών ερευνών έχουν προσδιοριστεί από διεθνείς συμβάσεις και διακηρύξεις του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών, όπως η Σύμβαση για την προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σε σχέση με τις εφαρμογές των βιο-ιατρικών επιστημών, καθώς και η Διακήρυξη του Ελσίνκι, το 1964, η οποία τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε το 1989 και το 1997.
1920-1930
Οι πρώτες συστηματικές έρευνες για την αναζήτηση στον ελλαδικό χώρο, παλαιοανθρωπολογικών ευρημάτων παλαιότερων της Νεολιθικής περιόδου, πραγματοποιήθηκαν τη δεκαετία 1920-1930από τον αυστριακό σπηλαιολόγο Άνταλπμπερτ Μάρκοβιτς με την υποστήριξη του Ιωάννη Κούμαρη, διευθυντή του Ανθρωπολογικού Μουσείου του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Το σπήλαιο Ζαΐμη (Νο 413) ήταν το πρώτο που έδωσε θετικά αποτελέσματα για τις προϊστορικές έρευνες του Α. Μάρκοβιτς στην Ελλάδα. Τοπογραφικά βρισκόταν περίπου στο μέσο της Κακιάς Σκάλας, κοντά στο φυλάκιο Νο. 23 της σιδηροδρομικής γραμμής Αθηνών-Κορίνθου (64ο χιλιόμετρο) και εβδομήντα μέτρα ψηλότερα από αυτήν. Η καρστική κοιλότητα της σπηλιάς ήταν διανοιγμένη σε ένα ασβεστολιθικό έπαρμα της απόκρημνης παραλίας, σε ύψος 138 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας. Η είσοδος της είχε αποφραχθεί τελείως από γεωλογικές προσχώσεις και η ύπαρξή της μπόρεσε να διαπιστωθεί έμμεσα από τη γεωμορφολογική διαμόρφωση της περιοχής.
Στο σπήλαιο Ούλμπριχ της Ναυπλίας, ο Μάρκοβιτς επιβεβαίωσε την παρουσία των μεσολιθικών πολιτισμικών φάσεων που είχε ανακαλύψει στο σπήλαιο Ζαΐμη και διαπίστωσε την ύπαρξη ακόμη παλαιότερων στρωματογραφικών οριζόντων, στους οποίους αναγνώρισε δύο φάσεις της Άνω Παλαιολιθικής: της Ύστερης Μαγδαλιναίας και της Ωρινάκιας περιόδου.
Το σπήλαιο Ζαΐμη (Νο 413) ήταν το πρώτο που έδωσε θετικά αποτελέσματα για τις προϊστορικές έρευνες του Α. Μάρκοβιτς στην Ελλάδα. Τοπογραφικά βρισκόταν περίπου στο μέσο της Κακιάς Σκάλας, κοντά στο φυλάκιο Νο. 23 της σιδηροδρομικής γραμμής Αθηνών-Κορίνθου (64ο χιλιόμετρο) και εβδομήντα μέτρα ψηλότερα από αυτήν. Η καρστική κοιλότητα της σπηλιάς ήταν διανοιγμένη σε ένα ασβεστολιθικό έπαρμα της απόκρημνης παραλίας, σε ύψος 138 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας. Η είσοδος της είχε αποφραχθεί τελείως από γεωλογικές προσχώσεις και η ύπαρξή της μπόρεσε να διαπιστωθεί έμμεσα από τη γεωμορφολογική διαμόρφωση της περιοχής.
Στο σπήλαιο Ούλμπριχ της Ναυπλίας, ο Μάρκοβιτς επιβεβαίωσε την παρουσία των μεσολιθικών πολιτισμικών φάσεων που είχε ανακαλύψει στο σπήλαιο Ζαΐμη και διαπίστωσε την ύπαρξη ακόμη παλαιότερων στρωματογραφικών οριζόντων, στους οποίους αναγνώρισε δύο φάσεις της Άνω Παλαιολιθικής: της Ύστερης Μαγδαλιναίας και της Ωρινάκιας περιόδου.
1980-
Από το 1980 το επιστημονικό προσωπικό του Ανθρωπολογικού μουσείου συμμετέχει σε επιτόπιες ερευνητικές εργασίες, ανασκαφές και μελέτες σκελετικών και παλαιοανθρωπολογικών ευρημάτων του Ελλαδικού χώρου, ανάμεσα στις οποίες οι σημαντικότερες ήταν αυτές:
- του Βυζαντινού και του αρχαϊκού νεκροταφείου των Αβδήρων, στη Θράκη
- του Μινωικού Ιερού των Αρχανών Ηρακλείου
- του Σπηλαιοβαράθρου του Καιάδα Λακωνίας
- του Απηδήματος Μάνης
- των αρχαιολογικών ανασκαφών της Μεσαιωνικής πόλης της Ρόδου
- των αρχαιολογικών ανασκαφών νεκροπόλεων της Αττικής (Ακροπόλεως, Διπύλου, πλατείας Κοτζιά, Ελευσίνας, ΜΕΤΡΟ Μακρυγιάννη, ΜΕΤΡΟ Κεραμεικού).
ΠΑΛΑΙΟΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ
Η εύρεση ενός ολόκληρου σκελετού κατά τη διάρκεια μιας ανασκαφής φέρει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον με τα ερωτηματικά, που δημιουργούνται για την ταυτότητα του ατόμου, στο οποίο ανήκει ο σκελετός, το φύλο, την ηλικία, την ασχολία του και την θέση, που κατείχε στο κοινωνικό σύνολο, όπου ζούσε. Η επιστήμη που ασχολείται με αυτή την έρευνα ονομάζεται Παλαιοπαθολογία/Παλαιοανθρωπολογία.
Συχνά η ταυτοποίηση αυτή είναι δύσκολη εφόσον σπάνια έρχονται στο φως όλα τα τμήματα του σκελετού. Αυτό οφείλεται συνήθως σε πολλούς παράγοντες, όπως στην επίδραση του εδάφους, τη μετακίνηση των οστών από μετακινήσεις του εδάφους ανά τους αιώνες ή την απομάκρυνσή τους κατά τη διάρκεια παλαιότερου ανοίγματος του τάφου, με σκοπό την κλοπή πολύτιμων αντικειμένων, κοσμημάτων, όπλων, που τοποθετούνταν μαζί με το νεκρό κατά την ταφή.
Επιπλέον η έρευνα των ευρεθέντων σκελετών δυσκολεύεται και από έναν ακόμα παράγοντα, τη διάβρωση της επιφάνειας αυτών από το έδαφος. Αυτό που θα χαρακτηρίζαμε ως «Erosion» ή «Sinter» δεν είναι τίποτε άλλο από την αλλοίωση της επιφάνειας των οστών και των αρθρώσεων από την τριβή με πέτρες, εισαγωγή ριζών από φυτά, δαγκώματα τρωκτικών ή και εναπόθεσης ουσιών στην επιφάνεια των οστών, όπως αλάτων και κρυστάλλων.
Αφού καθαριστούν προσεκτικά τα οστά, γίνεται αρχικά η ταξινόμησή τους στο μέρος του σώματος που ανήκουν, άνω ή κάτω άκρα, σπονδυλική στήλη, θώρακας ή κρανίο. Εάν έχουμε σε έναν τάφο περισσότερα από ένα άτομα, τότε πρώτα γίνεται ο διαχωρισμός τους ανά άτομο και μετά μεμονωμένα η ανάλυση του καθενός. Κατόπιν γίνεται καταγραφή της ύπαρξης ορισμένων χαρακτηριστικών, που βοηθούν στον προσδιορισμό του φύλου και της ηλικίας. Τέτοια χαρακτηριστικά βρίσκουμε συνήθως στο κρανίο, τη λεκάνη και στο μήκος των μακρών οστών (Οστεομετρία), KNUSSMANN: Lehrbuch der Anthropologie.
Το επόμενο βήμα της μελέτης περιλαμβάνει την εξέταση των οστών αναφορικά στην εύρεση παθολογικών αλλοιώσεων, όπως οστεοαρθρίτιδας, οστεομυελίτιδας, παλαιών καταγμάτων κ.ά. Αλλά ακόμα και συστημικές ασθένειες αφήνουν πολλές φορές σημάδια στην επιφάνεια των οστών , όπως η αναιμία, οι ρευματοπάθειες, μεταβολικές ασθένειες κ.ά.
Τα αποτελέσματα μιας τέτοιας ανάλυσης συγκρίνονται πάντα με τις υπόλοιπες πληροφορίες, που έχουμε για το συγκεκριμένο τάφο και για τον αντίστοιχο πληθυσμό (Παλαιοδημογραφία). Τέτοιες πληροφορίες δίνουν αντικείμενα, όπως ατομικά είδη δίπλα στο νεκρό, όπλα, τμήματα από την ένδυση ή γραπτά κείμενα. Ο προσδιορισμός των συστατικών του εδάφους και η ανάλυση DNA μας φέρνουν πιο κοντά στις απαντήσεις μας. Η συνήθης όμως μελέτη συμπεριλαμβάνει τη μακροσκοπική εξέταση, τη χρήση ακτινογραφιών ή τομογράφου, την ιστολογική εξέταση (Παλαιοιστολογία) και την ενδοσκόπηση, π.χ. του ενδοκρανιακού χώρου, σε καλά διατηρημένο κρανιακό σκελετό.
Αναφορικά στην Παλαιοιστολογία, μας δίνεται η δυνατότητα να διακρίνουμε δομές των οστών αλλά και των μαλακών μορίων, που με οποιαδήποτε άλλη μέθοδο δεν θα ήταν εφικτό. Η προετοιμασία του ιστολογικού παρασκευάσματος γίνεται με ειδικά γι αυτό μηχανήματα τομών εξαιρετικής ακρίβειας, για την καλύτερη δυνατή απεικόνιση.
Υπαίθριες ασκήσεις:
1. Σπήλαιο των Πετραλώνων
Εισαγωγή στη επιστημονική σκέψη, Υπόθεση, Θεωρία, Νόμος. Οι Φυσικές Επιστήμες στην Ανθρωπολογία, Ιστορία και Αρχαιολογία. Η Δημιουργία του Σύμπαντος και η ειδογένεση των έμβιων όντων. Δαρβινισμός. Εξελικτικοί μηχανισμοί και γεγονότα μέχρι την εμφάνιση του Ανθρώπου στη Γη.
Σχολή Θετικών Επιστημών
Τμήμα
Βιολογίας
H εξοικείωση των φοιτητών με τις βασικές αρχές της Βιολογικής
Aνθρωπολογίας. Επικεντρώνοντας στις βασικές έννοιες του
μαθήματος οι φοιτητές ενθαρρύνονται να σκεφτούν, να αξιολογήσουν και να
χρησιμοποιήσουν την παρεχόμενη πληροφορία, αντί να την απομνημονεύσουν και να
την “παπαγαλίσουν” στις εξετάσεις. Το μάθημα χωρίζεται σε 11 ενότητες. Οι πρώτες τέσσερις ενότητες εισάγουν τους φοιτητές
στο στο πεδίο της Aνθρωπολογίας, στην Eπιστήμη της Φυσικής Ανθρωπολογίας,
στη Δαρβινική εξέλιξη,στη Βιολογία του Ανθρώπου, και στην σύγχρονη εξελικτική
σύνθεση, Η πέμπτη ενότητα ασχολείται με
την εισαγωγή στην Βιολογία των πρωτευόντων, ενώ oι ενότητες έξι με εννέα καταγράφουν την εξέλιξη του Homo. Στην ενότητα 10
καταγράφεται η ανθρώπινη ποικιλομορφία και γίνεται μια εκτενής συζήτηση των
δυνάμεων που οδηγούν την εξέλιξη του ανθρώπου καθώς και συζήτηση πάνω σε
διάφορες προκαταλήψεις γι'αυτή, ενώ η ενότητα 11
ασχολείται με την μελλοντική εξέλιξη του ανθρώπου. Στις διάφορες ενότητες
παρουσιάζονται στοιχεία που αφορούν είτε την εξέλιξη του ανθρώπου στον
Ελλαδικό χώρο είτε διάφορα θέματα αιχμής στην ανθρωπολογία.
Στόχος
Μαθήματος:
Εισαγωγικές έννοιες (2 ώρες). ΕΝΟΤΗΤΑ 1: Εισαγωγή στην εξελικτική
πραγματικότητα και θεωρία (3 ώρες). ΕΝΟΤΗΤΑ 2: Βασικά στοιχεία της Βιολογίας
του Ανθρώπου (2 ώρες). ΕΝΟΤΗΤΑ 3: Εισαγωγή στη Γενετική και στη Γονιδιωματική
(2 ώρες). ΕΝΟΤΗΤΑ 4: Σύγχρονη Εξελικτική Ιστορία (3 ώρες). ΕΝΟΤΗΤΑ 5: Οικολογία
της Συμπεριφοράς των Πρωτευόντων (4 ώρες). ΕΝΟΤΗΤΑ 6: Η Εξέλιξη των Πρώιμων
Πρωτευόντων (3 ώρες). ΕΝΟΤΗΤΑ 7: Εξέλιξη των Πρώιμων ανθρωπογονικών (3 ώρες).
ΕΝΟΤΗΤΑ 8: Ανθρωποϋπόστατοι της Πλειο-πλειστοκαινικής εποχής και το γένος Homo (9 ώρες). ΕΝΟΤΗΤΑ 9: Η Ανατολή των Σύγχρονων Ανθρώπων
(3 ώρες) ΕΝΟΤΗΤΑ 10: Το πλαίσιο της ανθρώπινης βιολογικής ποικιλότητας (3
ώρες). ΕΝΟΤΗΤΑ 11: Το Παρόν και το Μέλλον της ανθρώπινης Εξέλιξης (2 ώρες).
1 - 2:
Μελέτη του σκελετού του Ανθρώπου 3: Προσδιορισμός
του φύλου 4: Προσδιορισμός της ηλικίας
θανάτου και αρχές παλαιοδημογραφίας 5: Ανθρωπομετρία
και ποικιλομορφία χαρακτήρων Ι 6: Ανθρωπομετρία
και ποικιλομορφία χαρακτήρων ΙΙ 7: Πρωτεύοντα Ι 8: Πρωτεύοντα ΙΙ 9: Πρωτεύοντα ΙΙΙ
10: Μελέτη των εξελικτικών
Διδάσκοντες
Θεωρία & Εργαστηριακές Ασκήσεις:
Θεωρία: Ε. Βαλάκος,
Καθηγητής Συγκριτικής Φυσιολογίας Ζώων - Οικοφυσιολογίας (Συντονιστής Μαθήματος) - Σπ. Ευθυμιόπουλος, Καθηγητής
Φυσιολογίας Ζώων & Ανθρώπου - Νευροβιολογίας - Π. Παπαζαφείρη, Αναπληρώτρια
Καθηγήτρια Φυσιολογίας Ζώων - Ουρ. Τσιτσιλώνη, Αναπληρώτρια
Καθηγήτρια Ανοσολογίας - Ι. - Κ. Αγγελή, Επίκουρη Καθηγήτρια
Φυσιολογίας Ζώων - Δρ. Μ. Χοβαλοπούλου
Εργαστήρια: Ε. Βαλάκος,
Καθηγητής Συγκριτικής Φυσιολογίας Ζώων - Οικοφυσιολογίας - Ι. - Κ. Αγγελή, Επίκουρη Καθηγήτρια
Φυσιολογίας Ζώων - Δρ. Σύλβια Παπαβασιλείου (ΕΔΙΠ) - Δρ. Αγ. Φωτεινοπούλου (ΕΔΙΠ) -
Δρ. Αθ. Μαρμάρη (ΕΔΙΠ) – Δρ.
Μ. Χοβαλοπούλου
Διδακτέα ύλη
Φυσική Ανθρωπολογία στην πράξη
Ε. Βαλάκος, Ε. Νικήτα, Σ. Παπαβασιλείου
Αθήνα, 2015
Επιπλέον η έρευνα των ευρεθέντων σκελετών δυσκολεύεται και από έναν ακόμα παράγοντα, τη διάβρωση της επιφάνειας αυτών από το έδαφος. Αυτό που θα χαρακτηρίζαμε ως «Erosion» ή «Sinter» δεν είναι τίποτε άλλο από την αλλοίωση της επιφάνειας των οστών και των αρθρώσεων από την τριβή με πέτρες, εισαγωγή ριζών από φυτά, δαγκώματα τρωκτικών ή και εναπόθεσης ουσιών στην επιφάνεια των οστών, όπως αλάτων και κρυστάλλων.
Αφού καθαριστούν προσεκτικά τα οστά, γίνεται αρχικά η ταξινόμησή τους στο μέρος του σώματος που ανήκουν, άνω ή κάτω άκρα, σπονδυλική στήλη, θώρακας ή κρανίο. Εάν έχουμε σε έναν τάφο περισσότερα από ένα άτομα, τότε πρώτα γίνεται ο διαχωρισμός τους ανά άτομο και μετά μεμονωμένα η ανάλυση του καθενός. Κατόπιν γίνεται καταγραφή της ύπαρξης ορισμένων χαρακτηριστικών, που βοηθούν στον προσδιορισμό του φύλου και της ηλικίας. Τέτοια χαρακτηριστικά βρίσκουμε συνήθως στο κρανίο, τη λεκάνη και στο μήκος των μακρών οστών (Οστεομετρία), KNUSSMANN: Lehrbuch der Anthropologie.
Το επόμενο βήμα της μελέτης περιλαμβάνει την εξέταση των οστών αναφορικά στην εύρεση παθολογικών αλλοιώσεων, όπως οστεοαρθρίτιδας, οστεομυελίτιδας, παλαιών καταγμάτων κ.ά. Αλλά ακόμα και συστημικές ασθένειες αφήνουν πολλές φορές σημάδια στην επιφάνεια των οστών , όπως η αναιμία, οι ρευματοπάθειες, μεταβολικές ασθένειες κ.ά.
Τα αποτελέσματα μιας τέτοιας ανάλυσης συγκρίνονται πάντα με τις υπόλοιπες πληροφορίες, που έχουμε για το συγκεκριμένο τάφο και για τον αντίστοιχο πληθυσμό (Παλαιοδημογραφία). Τέτοιες πληροφορίες δίνουν αντικείμενα, όπως ατομικά είδη δίπλα στο νεκρό, όπλα, τμήματα από την ένδυση ή γραπτά κείμενα. Ο προσδιορισμός των συστατικών του εδάφους και η ανάλυση DNA μας φέρνουν πιο κοντά στις απαντήσεις μας. Η συνήθης όμως μελέτη συμπεριλαμβάνει τη μακροσκοπική εξέταση, τη χρήση ακτινογραφιών ή τομογράφου, την ιστολογική εξέταση (Παλαιοιστολογία) και την ενδοσκόπηση, π.χ. του ενδοκρανιακού χώρου, σε καλά διατηρημένο κρανιακό σκελετό.
Αναφορικά στην Παλαιοιστολογία, μας δίνεται η δυνατότητα να διακρίνουμε δομές των οστών αλλά και των μαλακών μορίων, που με οποιαδήποτε άλλη μέθοδο δεν θα ήταν εφικτό. Η προετοιμασία του ιστολογικού παρασκευάσματος γίνεται με ειδικά γι αυτό μηχανήματα τομών εξαιρετικής ακρίβειας, για την καλύτερη δυνατή απεικόνιση.
Η
ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ΣΗΜΕΡΑ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΜΑΘΗΜΑ
ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ
ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ
Απόκτηση γνώσεων για την προέλευση, την εξέλιξη και τη
βιολογική φύση του ανθρώπινου «είδους». Εκτίμηση και κατανόηση της προέλευσης
και της θέσης του ανθρώπου στη φύση, της καταγωγής του, της εξέλιξής του και
της δημιουργίας της ποικιλομορφίας μέσα απο τη μελέτη της σύχρονης εξελικτικής
θεωρίας και τη μελέτη και εξελικτική πορεία άλλων πρωτευόντων.
Περιεχόμενο Μαθήματος
Η θέση του ανθρώπου στη φύση. Πρωτεύοντα. Η εξέλιξη
των πρωτευόντων. Η προ-ανθρώπινη φάση της εξέλιξης. Η ανθρώπινη φάση της
εξέλιξης. Oι σύγχρονοι άνθρωποι. Ανθρωπολογικά γνωρίσματα και ανθρωπολογικές
μετρήσεις.
Εργαστηριακές Ασκήσεις
1. Ανθρωπολογικές μετρήσεις. Σκελετός. Κρανιομετρία. 2. Προσδιορισμός της ηλικίας και του φύλου από το σκελετό.
1. Ανθρωπολογικές μετρήσεις. Σκελετός. Κρανιομετρία. 2. Προσδιορισμός της ηλικίας και του φύλου από το σκελετό.
3. Κεφαλομετρία.
4. Σωματοσκοπία
Υπαίθριες ασκήσεις:
1. Σπήλαιο των Πετραλώνων
2. Προιστορικός λιμναίος οικισμός - Δισπηλιό Καστοριάς
Βιβλιογραφία μαθήματος
1.Relethford J. (Ελληνική έκδοση) (2004). Το ανθρώπινο
είδος. Εισαγωγή στη βιολογική ανθρωπολογία. Εκδόσεις Παρισιανού. Αθήνα.
2. Stringer C. and P. Andrews. (Ελληνική έκδοση) (2006). HOMO. Η καταγωγή και η εξέλιξη του ανθρώπου. Εκδόσεις Polaris. Αθήνα.
2. Stringer C. and P. Andrews. (Ελληνική έκδοση) (2006). HOMO. Η καταγωγή και η εξέλιξη του ανθρώπου. Εκδόσεις Polaris. Αθήνα.
Επιπρόσθετη βιβλιογραφία για μελέτη
Νεοφυτου Ε.Π. (2010).
Πειραματική Βιολογική Ανθρωπολογία.Εκδόσεις Ζήτη, Θεσσαλονίκη
ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ
ΘΡΑΚΗΣ
Τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας
Εισαγωγή στην Εξέλιξη και τη Φυσική Ανθρωπολογία
Διδάσκοντες:
Αντώνιος Μπαρτσιώκας
Χριστίνα Παπαγεωργοπούλου
Εισαγωγή στη επιστημονική σκέψη, Υπόθεση, Θεωρία, Νόμος. Οι Φυσικές Επιστήμες στην Ανθρωπολογία, Ιστορία και Αρχαιολογία. Η Δημιουργία του Σύμπαντος και η ειδογένεση των έμβιων όντων. Δαρβινισμός. Εξελικτικοί μηχανισμοί και γεγονότα μέχρι την εμφάνιση του Ανθρώπου στη Γη.
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Σχολή Θετικών Επιστημών
Τμήμα
Βιολογίας
H εξοικείωση των φοιτητών με τις βασικές αρχές της Βιολογικής
Aνθρωπολογίας. Επικεντρώνοντας στις βασικές έννοιες του
μαθήματος οι φοιτητές ενθαρρύνονται να σκεφτούν, να αξιολογήσουν και να
χρησιμοποιήσουν την παρεχόμενη πληροφορία, αντί να την απομνημονεύσουν και να
την “παπαγαλίσουν” στις εξετάσεις. Το μάθημα χωρίζεται σε 11 ενότητες. Οι πρώτες τέσσερις ενότητες εισάγουν τους φοιτητές
στο στο πεδίο της Aνθρωπολογίας, στην Eπιστήμη της Φυσικής Ανθρωπολογίας,
στη Δαρβινική εξέλιξη,στη Βιολογία του Ανθρώπου, και στην σύγχρονη εξελικτική
σύνθεση, Η πέμπτη ενότητα ασχολείται με
την εισαγωγή στην Βιολογία των πρωτευόντων, ενώ oι ενότητες έξι με εννέα καταγράφουν την εξέλιξη του Homo. Στην ενότητα 10
καταγράφεται η ανθρώπινη ποικιλομορφία και γίνεται μια εκτενής συζήτηση των
δυνάμεων που οδηγούν την εξέλιξη του ανθρώπου καθώς και συζήτηση πάνω σε
διάφορες προκαταλήψεις γι'αυτή, ενώ η ενότητα 11
ασχολείται με την μελλοντική εξέλιξη του ανθρώπου. Στις διάφορες ενότητες
παρουσιάζονται στοιχεία που αφορούν είτε την εξέλιξη του ανθρώπου στον
Ελλαδικό χώρο είτε διάφορα θέματα αιχμής στην ανθρωπολογία.
Στόχος
Μαθήματος:
Εισαγωγικές έννοιες (2 ώρες). ΕΝΟΤΗΤΑ 1: Εισαγωγή στην εξελικτική
πραγματικότητα και θεωρία (3 ώρες). ΕΝΟΤΗΤΑ 2: Βασικά στοιχεία της Βιολογίας
του Ανθρώπου (2 ώρες). ΕΝΟΤΗΤΑ 3: Εισαγωγή στη Γενετική και στη Γονιδιωματική
(2 ώρες). ΕΝΟΤΗΤΑ 4: Σύγχρονη Εξελικτική Ιστορία (3 ώρες). ΕΝΟΤΗΤΑ 5: Οικολογία
της Συμπεριφοράς των Πρωτευόντων (4 ώρες). ΕΝΟΤΗΤΑ 6: Η Εξέλιξη των Πρώιμων
Πρωτευόντων (3 ώρες). ΕΝΟΤΗΤΑ 7: Εξέλιξη των Πρώιμων ανθρωπογονικών (3 ώρες).
ΕΝΟΤΗΤΑ 8: Ανθρωποϋπόστατοι της Πλειο-πλειστοκαινικής εποχής και το γένος Homo (9 ώρες). ΕΝΟΤΗΤΑ 9: Η Ανατολή των Σύγχρονων Ανθρώπων
(3 ώρες) ΕΝΟΤΗΤΑ 10: Το πλαίσιο της ανθρώπινης βιολογικής ποικιλότητας (3
ώρες). ΕΝΟΤΗΤΑ 11: Το Παρόν και το Μέλλον της ανθρώπινης Εξέλιξης (2 ώρες).
Οι
εργαστηριακές ασκήσεις προετοιμάζουν τους φοιτητές πάνω σε θέματα σκελετικής
βιολογίας, στη μελέτη της ανθρώπινης ποικιλομορφίας και στη μελέτη της εξέλιξης
του ανθρώπου.
1 - 2:
Μελέτη του σκελετού του Ανθρώπου 3: Προσδιορισμός
του φύλου 4: Προσδιορισμός της ηλικίας
θανάτου και αρχές παλαιοδημογραφίας 5: Ανθρωπομετρία
και ποικιλομορφία χαρακτήρων Ι 6: Ανθρωπομετρία
και ποικιλομορφία χαρακτήρων ΙΙ 7: Πρωτεύοντα Ι 8: Πρωτεύοντα ΙΙ 9: Πρωτεύοντα ΙΙΙ
10: Μελέτη των εξελικτικών
Διδάσκοντες
Θεωρία & Εργαστηριακές Ασκήσεις:
Θεωρία: Ε. Βαλάκος,
Καθηγητής Συγκριτικής Φυσιολογίας Ζώων - Οικοφυσιολογίας (Συντονιστής Μαθήματος) - Σπ. Ευθυμιόπουλος, Καθηγητής
Φυσιολογίας Ζώων & Ανθρώπου - Νευροβιολογίας - Π. Παπαζαφείρη, Αναπληρώτρια
Καθηγήτρια Φυσιολογίας Ζώων - Ουρ. Τσιτσιλώνη, Αναπληρώτρια
Καθηγήτρια Ανοσολογίας - Ι. - Κ. Αγγελή, Επίκουρη Καθηγήτρια
Φυσιολογίας Ζώων - Δρ. Μ. Χοβαλοπούλου
Εργαστήρια: Ε. Βαλάκος,
Καθηγητής Συγκριτικής Φυσιολογίας Ζώων - Οικοφυσιολογίας - Ι. - Κ. Αγγελή, Επίκουρη Καθηγήτρια
Φυσιολογίας Ζώων - Δρ. Σύλβια Παπαβασιλείου (ΕΔΙΠ) - Δρ. Αγ. Φωτεινοπούλου (ΕΔΙΠ) -
Δρ. Αθ. Μαρμάρη (ΕΔΙΠ) – Δρ.
Μ. Χοβαλοπούλου
Η επανασύσταση του μαθήματος της Φυσικής Ανθρωπολογίας, ως κατ’ επιλογήν
υποχρεωτικού μαθήματος, έγινε το 1985 με ευθύνη του υπογράφοντος.
Την περίοδο 1985-2002 το μάθημα διδάχτηκε ανελλιπώς με μεγάλη συμμετοχή
φοιτητών της Ιατρικής Σχολής (κατά προσέγγιση 300-500 φοιτητές ανά ακαδημαϊκό
έτος), με παράλληλη διάθεση πανεπιστημιακών σημειώσεων από τον υπεύθυνο του
μαθήματος.
Από το ακαδημαϊκό έτος 2002-2003, η ύλη του μαθήματος αναβαθμίστηκε και
μοιράστηκε σε δύο νέα κατ΄ επιλογήν υποχρεωτικά μαθήματα, ως ακολούθως:
Α) Φυσική Ανθρωπολογία Ι (Εξέλιξη του Ανθρώπου), μάθημα διδακτέο στο
χειμερινό εξάμηνο του ακαδημαϊκού έτους, και
Β) Φυσική Ανθρωπολογία ΙΙ (Σκελετική και Πληθυσμιακή Ανθρωπολογία), μάθημα
διδακτέο στο εαρινό εξάμηνο του ακαδημαϊκού έτους.
Παράλληλα έγινε δυνατή η συγγραφή και διάθεση εξειδικευμένου και σύγχρονου
συγγράμματος Ανθρωπολογίας για τους φοιτητές του μαθήματος (Θ.Πίτσιος,
«Εξελικτική Ανθρωπολογία» 2002).
Στην περίοδο αυτή (2002-2010), ο αριθμός των φοιτητών που συμμετείχαν στο
μάθημα, ανά ακαδημαϊκό έτος, κυμάνθηκε μεταξύ 250 και 300 ατόμων.
Η επανασύσταση του μαθήματος της Φυσικής Ανθρωπολογίας, ως κατ’ επιλογήν
υποχρεωτικού μαθήματος, έγινε το 1985 με ευθύνη του υπογράφοντος.
Την περίοδο 1985-2002 το μάθημα διδάχτηκε ανελλιπώς με μεγάλη συμμετοχή
φοιτητών της Ιατρικής Σχολής (κατά προσέγγιση 300-500 φοιτητές ανά ακαδημαϊκό
έτος), με παράλληλη διάθεση πανεπιστημιακών σημειώσεων από τον υπεύθυνο του
μαθήματος.
Από το ακαδημαϊκό έτος 2002-2003, η ύλη του μαθήματος αναβαθμίστηκε και
μοιράστηκε σε δύο νέα κατ΄ επιλογήν υποχρεωτικά μαθήματα, ως ακολούθως:
Α) Φυσική Ανθρωπολογία Ι (Εξέλιξη του Ανθρώπου), μάθημα διδακτέο στο
χειμερινό εξάμηνο του ακαδημαϊκού έτους, και
Β) Φυσική Ανθρωπολογία ΙΙ (Σκελετική και Πληθυσμιακή Ανθρωπολογία), μάθημα
διδακτέο στο εαρινό εξάμηνο του ακαδημαϊκού έτους.
Παράλληλα έγινε δυνατή η συγγραφή και διάθεση εξειδικευμένου και σύγχρονου
συγγράμματος Ανθρωπολογίας για τους φοιτητές του μαθήματος (Θ.Πίτσιος,
«Εξελικτική Ανθρωπολογία» 2002).
Στην περίοδο αυτή (2002-2010), ο αριθμός των φοιτητών που συμμετείχαν στο
μάθημα, ανά ακαδημαϊκό έτος, κυμάνθηκε μεταξύ 250 και 300 ατόμων.
ΠΙΤΣΙΟΣ Θ.
«Εξελικτική Ανθρωπολογία - Πορίσματα και βασικές έννοιες της σύγχρονης ανθρωπολογικής έρευνας» για τους φοιτητές των μαθημάτων επιλογής της Φυσικής Ανθρωπολογίας Ι (=Εξέλιξη του Ανθρώπου) και της
Φυσικής Ανθρωπολογίας ΙΙ (=Σκελετική και Πληθυσμιακή Ανθρωπολογία).
Αθήνα (σελίδες 666)
Διδακτέα ύλη
Γνωστικό αντικείμενο της Φυσικής Ανθρωπολογίας Ι (Εξέλιξη του ανθρώπου) αποτελεί η διερεύνηση της εξελικτικής πορείας των Ανθρωπιδών (Hominidae)
και η ποικιλότητα των βιολογικών χαρακτήρων του γένους Homo, μέσα στο χώρο και
το χρόνο. Ιδιαίτερα η περίοδος των τελευταίων 5 εκ. χρόνων σηματοδοτεί τον αποχωρισμό της εξελικτικής γραμμής του ανθρώπου από αυτή των ανθρωποειδών πιθήκων και περιλαμβάνει τις προ-ανθρώπινες μορφές των Αυστραλοπιθήκων (Australopithecus) και στη συνέχεια όλες τις ανθρώπινες απολιθωμένες μορφές
του από τον Homo habilis και τον Homo ergaster, στο γεωγραφικό χώρο της Αφρικής,
μέχρι τις ασιατικές μορφές του Homo erectus και τις ευρωπαικές μορφές του
Homo antecessor, του Homo
heidelbergensis και του Homo
neanderthalensis.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στη Δαρβινική θεωρία, στους παράγοντες που επηρεάζουν τις εξελικτικές διεργασίες όπως είναι η Φυσική επιλογή, η βιολογική προσαρμογή και η δημιουργία νέων βιολογικών ειδών, μέσω της ειδογένεσης.
Καθώς και στο ευρύτερο πλαίσιο της εξέλιξης του ανθρώπου, της συστηματικής ταξινόμησής του ως αναπόσπαστου τμήματος της βιολογικής εξέλιξης των ζωντανών οργανισμών και της ιδιαίτερης ένταξής του στην ομοταξία των θηλαστικών και την τάξη
των Πρωτευόντων, ήδη, από την εποχή του Αριστοτέλη.
Το γνωστικό αντικείμενο της Φυσικής Ανθρωπολογίας ΙΙ (Προϊστορική και Ιστορική Ανθρωπολογία) ασχολείται με τη βιοποικιλότητα του ανατομικά σύγχρονου ανθρώπου (Homo sapiens), μελετώντας τόσο τους σκελετικούς πληθυσμούς που φέρνουν στο φως οι αρχαιολογικές ανασκαφές, όσο και τους ζωντανούς πληθυσμούς,
τη γεωγραφική τους διαφοροποίηση στη διάρκεια των τελευταίων.
Φυσική Ανθρωπολογία στην πράξη
Ε. Βαλάκος, Ε. Νικήτα, Σ. Παπαβασιλείου
Αθήνα, 2015
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Ιωάννης
Κούμαρης, «Το πρόβλημα της φυλής», Ελληνική Ανθρωπολογική Εταιρεία, Πρακτικά
των συνεδριών του έτους 1939, Αθήνα
2. «Ευγονικές
απαντήσεις στην πρόκληση εκσυγχρονισμού της ελληνικής κοινωνίας (1900-1940)»,
στο Δημόσια Υγεία και κοινωνική πολιτική: ο Ελευθέριος Βενιζέλος και η εποχή
του, επιμ. Γιάννης Κυριόπουλος, Αθήνα: Εκδ. Παπαζήση, 2008.
3. «Η ορολογική
διάκρισις των ανθρωπίνων φυλών», στα Πρακτικά της Ελληνικής Ανθρωπολογικής
Εταιρείας, 1926.
4. Ιωάννης
Κούμαρης, Ο άνθρωπος και η ιστορία του. Περιεκτική περίληψη μαθημάτων του,
Ανθρωπολογίας, Φυσικής και Ψυχικής, Αθήνα Δημητράκος, 1954.
5. MAΘHMATA ΦΥΣΙΚΗΣ
ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ, ΑΘΗΝΑΣ ΠΕΝΤΖΟΥ - ΔΑΠΟΝΤΕ, ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑΣ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
1990.
6. ΚΑΠΡΑΛΟΣ Π.: "Κεφαλικός δείκτης στον πληθυσμό
της Πελοποννήσου"
7. ΛΑΠΠΟΣ ΣΠ., ΤΖΟΡΜΠΑΤΖΟΓΛΟΥ Ι.:"Μελέτη
σκελετικών ευρημάτων ανασκαφών της Μεσαιωνικής πόλης της Ρόδου - Αγιος
Μάρκος"
8. ΠΙΣΙΜΙΣΗΣ Γ.: "Ανάπλαση Νεολιθικού κρανίου
από τα Αγιωργήτικα Αρκαδίας"
9. ΘΕΟΥΛΑΚΗΣ Π., ΨΑΡΡΑ ΕΥ.
"Ανθρωπολογική μελέτη σκελετικού υλικού
καύσεων της αρχαίας Ιθώμης"
10. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ Ν-ΚΑΤΣΑΡΓΥΡΗΣ Θ. 2002: «Σκελετικά
ευρήματα ενηλίκων και παιδικών ταφών του αρχαίου νεκροταφείου της
πλατείας Κοτζιά (1987)».
11. Κ. ΣΔΡΙΜΑΣ, Κ. ΤΣΑΝΑΣΙΩΤΗ: «Εργαστηριακή μελέτη και
μορφολογική ανάλυση σκελετικού υλικού Καιάδα. Προσδιορισμός φύλου,
ηλικίας και παθολογικών ευρημάτων»
12. ΜΑΚΡΥΘΑΝΑΣΗΣ Π., ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ Τ.
"Παλαιοανθρωπολογικά ευρήματα από το Απήδημα Μάνης και συσχέτισή
τους με την εξέλιξη του ανθρώπου"
13. ΒΡΑΧΝΗΣ Σ., ΠΛΑΤΣΗΣ Γ.: "Εξέταση
σκελετικού υλικού από τις αρχαιολογικές ανασκαφές Αγησάνδρου και Αγ.
Κωνσταντίνου της Ρόδου"
14. Επιστημονικό Συμπόσιο «Καιάδας, από το Μύθο στην
Ιστορία». Σπάρτη- Τρύπη, 20-22.5.2005
2. «Ευγονικές απαντήσεις στην πρόκληση εκσυγχρονισμού της ελληνικής κοινωνίας (1900-1940)», στο Δημόσια Υγεία και κοινωνική πολιτική: ο Ελευθέριος Βενιζέλος και η εποχή του, επιμ. Γιάννης Κυριόπουλος, Αθήνα: Εκδ. Παπαζήση, 2008.
3. «Η ορολογική διάκρισις των ανθρωπίνων φυλών», στα Πρακτικά της Ελληνικής Ανθρωπολογικής Εταιρείας, 1926.
4. Ιωάννης Κούμαρης, Ο άνθρωπος και η ιστορία του. Περιεκτική περίληψη μαθημάτων του, Ανθρωπολογίας, Φυσικής και Ψυχικής, Αθήνα Δημητράκος, 1954.
5. MAΘHMATA ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ, ΑΘΗΝΑΣ ΠΕΝΤΖΟΥ - ΔΑΠΟΝΤΕ, ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1990.
6. ΚΑΠΡΑΛΟΣ Π.: "Κεφαλικός δείκτης στον πληθυσμό της Πελοποννήσου"
ΖΗΝΩΝ ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ
ΖΗΝΩΝ ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.