Από την άφιξη των ελληνικών φυλών στο γεωγραφικό χώρο της σημερινής Ελλάδας, λίγο μετά τον 20ο π.Χ. αιώνα, ως το τέλος της κλασσικής περιόδου, τον 4ο π.Χ. αιώνα, πολλά είχαν αλλάξει. Ο Όμηρος λέει ότι την εποχή του Τρωικού πολέμου, τον 13ο π.Χ. αιώνα, η Ελλάς δεν ήταν περιοχή αλλά πόλη, που βρισκόταν σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων από τη σημερινή Μελιταία του νομού Φθιώτιδος. Η αρχαία πόλη της Μελιταίας χτίσθηκε από τους κατοίκους της πόλης Ελλάδος, τουςΈλληνες, τους οποίους ο Όμηρος αναφέρει μαζί με τους Μυρμηδόνες ως υπηκόους του Αχιλλέα. Για αυτήν την πόλη δεν παραδίδεται τίποτα το αξιοσημείωτο, η δε εποχή που επελέγη το όνομά της ως προσδιοριστικό όλων των ελληνικών εδαφών παραμένει άγνωστη, ενώ ακόμη πιο άγνωστος είναι ο λόγος που επελέγη αυτό το τοπωνύμιο και όχι κάποιο άλλο σημαντικότερο.
Στην αρχαία ελληνική γεωγραφία ο όρος Ελλάς ποτέ δεν περιέλαβε τα ασιατικά, παρευξείνια, ασιατικά και δυτικοευρωπαϊκά εδάφη, όπου υπήρχαν ελληνικοί πληθυσμοί. Για την ακρίβεια η γεωγραφική έκταση της Ελλάδος περιοριζόταν στα σημερινά διαμερίσματα της Πελοποννήσου και του μεγαλύτερου μέρους της Στερεάς Ελλάδος. Όπως μαθαίνουμε από τον Ηρόδοτο, την εποχή των περσικών πολέμων οι Θερμοπύλες ήταν «πέρασμα προς την Ελλάδα» και διαπιστώνουμε το εκπληκτικό παράδοξο να έχει μείνει εκτός Ελλάδος η Θεσσαλία, που πρωταγωνίστησε στον Τρωικό πόλεμο, περιλαμβανομένου του βασιλείου του Αχιλλέα, όπου ανήκε η πόλη Ελλάς και οι κάτοικοί της, οι Έλληνες.
Μετά την κλασσική περίοδο η αρχαία ελληνική γεωγραφία περιέλαβε στον όρο Ελλάς σχεδόν το σύνολο των ελληνικών εδαφών, που περιλαμβάνει το σημερινό ελληνικό κράτος. Έτσι, ο Διόδωρος τοποθετεί τη Θεσσαλία στην Ελλάδα, ο Πολύβιος κάνει λόγο για την «Μακεδονίαν και την άλλην Ελλάδα» και ο Στράβων ξεκαθαρίζει τελεσίδικα ότι «είναι λοιπόν Ελλάς και η Μακεδονία». Ο ίδιος ο Μέγας Αλέξανδρος, που κήρυξε την πανελλήνια εκστρατεία εκδίκησης κατά των Περσών επικεφαλής του Κοινού Συνεδρίου των Ελλήνων, ήταν φυσικά αδύνατο να αποδέχεται τον περιορισμό του γεωγραφικού όρου κατά την επιλεκτική και περιφρονητική κρίση των νοτίων Ελλήνων της εποχής του. Πράγματι, στην απαντητική επιστολή του καταλογίζει στο Δαρείο ότι «οι υμέτεροι πρόγονοι ελθόντες εις Μακεδονίαν και εις την άλλην Ελλάδα κακώς εποίησαν ημάς». Σήμερα, όταν Έλληνες και ξένοι κάνουν λόγο για «αρχαία Ελλάδα», εννοούν σχεδόν αποκλειστικά τον 5ο και 4ο π.Χ. αιώνα, δηλαδή την περίοδο μεταξύ της περσικής εισβολής και της εκστρατείας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, τη γνωστή ως κλασσική περίοδο. Εκείνη η περίοδος απετέλεσε το πολιτικό υπόβαθρο και το περιβάλλον της Μακεδονικής Ηγεμονίας, γι’ αυτό χρειάζεται μία σύντομη ανασκόπησή της.
ενδεικτική απεικόνιση της εξάπλωσης των διαλέκτων της αρχαίας ελληνικής γλώσσας τον 4ο π.Χ. αιώνα.
Τότε οι Έλληνες ήταν οργανωμένοι σε ένα τεράστιο αριθμό ανεξαρτήτων κρατών με διαφορετικέςδιαλέκτους, αλφάβητα, πολιτεύματα, κυβερνήσεις, νομίσματα, μέτρα, σταθμά και με τις κώμες, τα χωριά και τους συνοικισμούς της επικράτειας του κάθε κράτους να ανήκουν στη δεσπόζουσα πόλη του. Οι ίδιοι οι αρχαίοι Έλληνες διαιρούσαν τη γλώσσα τους σε τρεις θεμελιώδεις διαλέκτους, την ιωνική, τη δωρική και την αιολική, ή σε τέσσερις, αν διαχώριζαν την αττική διάλεκτο από την ιωνική. Η διαίρεση αυτή δεν είναι σωστή, διότι από τις επιγραφές προκύπτει ότι υπήρχαν διάλεκτοι, που είχαν ταυτόχρονα αιολικά και δωρικά χαρακτηριστικά, και συνεπώς είναι αδύνατη η κατάταξή τους σε μία από τις δύο. Επειδή λοιπόν η αρχαία διαίρεση της ελληνικής γλώσσας σε διαλέκτους είναι υπερβολικά γενική, σήμερα ακολουθείται άλλη ομαδοποίηση. Αναλυτικότερα, η ανατολική διάλεκτος καταγράφεται στην Ιωνία, τη Χίο, τη Σάμο, την Αττική, την Εύβοια, τη Θάσο και τις Κυκλάδες (πλην Μήλου, Θήρας και Ανάφης). Η αρκαδοκυπριακή καταγράφεται στην Αρκαδία, την Τριφυλία, την Πισάτιδα (την ευρύτερη περιοχή της Ολυμπίας), την Κύπρο και την Παμφυλία. Η αιολική καταγράφεται στην Αχαΐα, τη Λέσβο, την Τένεδο, τη Θεσσαλία, τη Βοιωτία και την Αιολίδα. Η δυτική καταγράφεται στη Λακωνία, την Αργολίδα, τη Μεσσηνία, την Κορινθία, τα Μέγαρα, τα Δωδεκάνησα, την Κρήτη, τη ΒΔ Στερεά Ελλάδα, τη Μακεδονία, την Ηλεία, τη Φωκίδα, τα Κύθηρα, τη Μήλο, τη Θήρα και την Ανάφη. Ορισμένοι μελετητές προτείνουν τη βορειοδυτική διάλεκτο ως υποδιαίρεση της δυτικής και εκεί εντάσσουν τις διαλέκτους της Ηπείρου, της Αιτωλίας, της Λοκρίδας, της Ηλείας και της Μακεδονίας.
Η ελληνική γλώσσα δεν ομιλείτο μόνο σε σημαντικό αριθμό διαλέκτων, αλλά γραφόταν και σεδιαφορετικά αλφάβητα. Μετά την εγκατάλειψη της γραμμικής γραφής, που χρησιμοποιήθηκε στη μυκηναϊκή περίοδο, υιοθετήθηκε το φοινικικό αλφάβητο τροποποιημένο και προσαρμοσμένο στις φωνητικές ανάγκες της ελληνικής γλώσσας. Επειδή η προσαρμογή δεν ήταν απολύτως ικανοποιητική, χρειάσθηκε να δημιουργηθούν μερικά νέα, καθαρά ελληνικά γράμματα και πρωτεργάτες στην αναζήτηση αυτών των γραμμάτων ήταν οι Ίωνες, οι οποίοι δημιούργησαν τα Ξ, Φ, Χ, Ψ και Ω. Τα ελληνικά κράτη της Μ. Ασίας και των νησιών του Αιγαίου χρησιμοποιούσαν τα νέα αυτά γράμματα ήδη από τον 7ο π.Χ. αιώνα, ωστόσο τα άλλα ελληνικά κράτη τα υιοθέτησαν πολύ αργότερα, μερικά δε κράτη δεν τα υιοθέτησαν όλα. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι επισήμως οι Αθηναίοι ενσωμάτωσαν στα αλφάβητό τους τα Ξ και Ω μόλις το 403, ενώ οι δυτικοί Έλληνες και ειδικότερα οι Ιταλιώτες δεν χρησιμοποίησαν ποτέ τα Ξ, Ψ και Ω, το οποίο Ω φαίνεται να περιορίσθηκε στα ιωνικά αλφάβητα. Αντ’ αυτών έγραφαν αντίστοιχα ΚΣ ή ΧΣ, ΠΣ ή ΦΣ και Ο, απέδιδαν τον φθόγγο Χ μεΚΗ ή QΗ, ενώ προέφεραν το γράμμα Χ ως Ξ, ακριβώς όπως κι οι Ρωμαίοι αργότερα. Στο αλφάβητο των Κορινθίων η πόλη τους γραφόταν QΟΡΙΝΘΟΣ και όχι ΚΟΡΙΝΘΟΣ, γραφόταν δηλαδή με Q(κόππα) αντί Κ (κάπα) και αυτό ακριβώς το γράμμα είναι αποτυπωμένο σε πλήθος κορινθιακών νομισμάτων του 4ου αιώνα, ένα από τα οποία περιλαμβάνει και ο παρών δικτυακός τόπος. Τελικά το αλφάβητο ήταν τόσο σημαντικό στοιχείο της ταυτότητα κάθε ελληνικού κράτους, ώστε αρκετές φορές οι στήλες με τις συμφωνίες μεταξύ δύο ελληνικών κρατών ήταν γραμμένες και στα δύο αλφάβητα. Μία τέτοια «δίγλωσση» επιγραφή βρέθηκε στο Σίγειο της Μικράς Ασίας και φυλάσσεται στο Βρετανικό Μουσείο.
Ούτε η χρησιμοποιούμενη μέθοδος για τη μέτρηση του χρόνου δεν ήταν κοινή σε όλα τα ελληνικά κράτη της κλασσικής περιόδου. Όλα τα αρχαία ελληνικά κράτη διαιρούσαν το έτος σε 12 σεληνιακούς μήνες, εκ των οποίων οι μισοί είχαν 30 ημέρες και οι άλλοι μισοί 29 ημέρες, όμως ακολουθούσαν διαφορετικό τρόπο ονομασίας του κάθε έτους και του κάθε μήνα. Η Αθηναϊκή Δημοκρατία και το Βασίλειο της Σπάρτης έδιναν σε κάθε έτος το όνομα του επωνύμου άρχοντοςκαι του επωνύμου εφόρου αντίστοιχα. Το Βασίλειο της Μακεδονίας έδινε σε κάθε έτος τον αύξοντα αριθμό έτους βασιλείας του Μακεδόνα βασιλιά (π.χ. 3ο έτος βασιλείας του Φιλίππου). Όπως φαίνεται στον παρακάτω ενδεικτικό πίνακα, στις ονομασίες των μηνών υπήρχε η ίδια περίπου σύγχυση, που διέκρινε τα αλφάβητα και τα συστήματα των μέτρων και των σταθμών.
ΣΕΙΡΑ
|
ΠΕΡΙΟΔΟΣ
|
HM
|
ΑΤΤΙΚΟΙ
|
ΛΑΚΩΝΙΚΟΙ
|
ΒΟΙΩΤΙΚΟΙ
|
ΔΕΛΦΙΚΟΙ
|
ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΙ
|
ΣΙΚΕΛΙΩΤΙΚΟΙ
|
4ος
|
16 Ιαν -15 Φεβ
|
30
|
Γαμηλιών
|
άγνωστος
|
Βουκάτιος
|
Δαδαφόριος
|
Περίτιος
|
Αγριάνειος
|
5ος
|
16 Φεβ -15 Μαρ
|
29
|
Ανθεστηριών
|
Ελευσίνιος
|
Ερμαίος
|
Ποιτρόπιος
|
Δύστρος
|
άγνωστος
|
6ος
|
16 Μαρ -15 Απρ
|
30
|
Ελαφηβολιών
|
Γεράστιος
|
Προστατήριος
|
Βύσιος
|
Ξανθικός
|
Θευδάσιος
|
7ος
|
16 Απρ -15 Μαϊ
|
29
|
Μουνυχιών
|
Αρταμίτιος
|
άγνωστος
|
Αρτεμίσιος
|
Αρτεμίσιος
|
Αρταμίτιος
|
8ος
|
16 Μαϊ -15 Ιουν
|
30
|
Θαργηλιών
|
Δελχίνιος
|
Θειλούθιος
|
Ηράκλειος
|
Δαίσιος
|
άγνωστος
|
9ος
|
16 Ιουν -15 Ιουλ
|
29
|
Σκιροφοριών
|
Φλιάσιος
|
άγνωστος
|
Βοαθόος
|
Πάνημος
|
Βαδρόμιος
|
10ος
|
16 Ιουλ -15 Αυγ
|
30
|
Εκατομβαιών
|
Εκατομβεύς
|
άγνωστος
|
Ιλαίος
|
Λώος
|
Υακίνθιος
|
11ος
|
16 Αυγ -15 Σεπ
|
29
|
Μεταγειτνιών
|
Καρνείος
|
Ιπποδρόμιος
|
Θεοξένιος
|
Γορπιαίος
|
Καρνείος
|
12ος
|
16 Σεπ -15 Οκτ
|
30
|
Βοηδρομιών
|
Πάναμος
|
Πάναμος
|
Βουκάτιος
|
Υπερβερεταίος
|
Πάναμος
|
1ος
|
16 Οκτ -15 Νοε
|
29
|
Πυανεψιών
|
Ηράσιος
|
άγνωστος
|
Ηραίος
|
Δίος
|
Θεσμοφόριος
|
2ος
|
16 Νοε -15 Δεκ
|
30
|
Μαιμακτηριών
|
Απελλαίος
|
Δαμάτριος
|
Απελλαίος
|
Απελλαίος
|
Δάλιος
|
3ος
|
16 Δεκ -15 Ιαν
|
29
|
Ποσειδεών
|
Διόσθυος
|
Αλαλκομένιος
|
άγνωστος
|
Αυδηναίος
|
άγνωστος
|
354
|
Με την πρώτη ματιά φαίνεται η εντυπωσιακή διαφοροποίηση του μηνολογίου της Αθηναϊκής Δημοκρατίας από τα υπόλοιπα. Στα μηνολόγια των άλλων κρατών βλέπουμε ότι κάποιοι μήνες έχουν το ίδιο όνομα, όπως ο Καρνείος των Σπαρτιατών και των Σικελιωτών, ο Εκατομβεύς και ο Εκατομβαιών, ή σχεδόν το ίδιο όπως ο Βοηδρομιών, ο Βαδρόμιος και ο Βοαθόος. Κάποιοι μήνες ήταν προφανώς αφιερωμένοι σε θεούς και κατά τη διάρκειά τους ετελούντο στο συγκεκριμένο κράτος οι σημαντικότερες τελετές προς τιμήν της σχετικής θεότητας. Έτσι ο Διόσθυος των Σπαρτιατών κι ο Δίος των Μακεδόνων ήταν αφιερωμένοι στο Δία, ο Ηράσιος των Σπαρτιατών κι ο Ηραίος των Δελφών στην Ήρα, ο Ποσειδεών των Αθηναίων στον Ποσειδώνα, ο Δαμάτριος των Δελφών στη Δήμητρα και ο Ερμαίος των Βοιωτών στον Ερμή. Ο Αρταμίτιος των Σπαρτιατών και των Σικελιωτών κι ο Αρτεμίσιος των Δελφών και των Μακεδόνων ήταν αφιερωμένοι στην Αρτέμιδα, ενώ ο Απελλαίος των Σπαρτιατών, των Δελφών και των Μακεδόνων στον Απέλλωνα (Απόλλωνα). Κάποιοι μήνες ήταν αφιερωμένοι σε κατώτερες θεότητες, όπως ο Ηράκλειος των Δελφών και κάποιοι άλλοι πήραν το όνομά τους από ή το έδωσαν σε κάποιες εορτές, που ετελούντο στη διάρκειά τους, όπως ο Ανθεστηριών των Αθηναίων, Ιπποδρόμιος των Βοιωτών, ο Δαδαφόριος των Δελφών και ο Περίτιος των Μακεδόνων (περιτίω = αποδίδω μεγάλες τιμές). Ο Πάναμος των Σπαρτιατών, των Βοιωτών και των Σικελιωτών εμφανίζεται ως Πάνημος και στο μηνολόγιο των Μακεδόνων, αλλά σε διαφορετική θέση. Επίσης σε διαφορετικές θέσεις τοποθετούσαν οι Βοιωτοί και οι Δελφοί τον Βουκάτιο. Τέλος, για τους Μακεδόνες φαίνεται ότι ο καλύτερος μήνας του έτους ήταν ο Λώος (λῷος = άριστος, βέλτιστος).
Άλλη σημαντική διαφοροποίηση μεταξύ των ελληνικών πόλεων-κρατών ήταν η χρήση διαφορετικών νομισματικών μονάδων, οι οποίες ακόμη κι όταν είχαν το ίδιο όνομα (π.χ. στατήρες Κυζίκιου, Λαμψάκου, Μακεδονίας, κλπ), είχαν διαφορετική αξία. Επίσης τα συστήματα των μέτρων και των σταθμών είχαν διαφορετικές ονομαστικές αξίες παρά τα κοινά τους ονόματα (π.χ. τάλαντο ευβοϊκό, αιγηνιτικό κλπ). Όλες οι παραπάνω διαφοροποιήσεις αποτελούσαν σαφέστατο εμπόδιο στη μεταξύ των ελληνικών κρατών εμπορική δραστηριότητα, αλλά διετηρούντο συνειδητά, διότι αποτελούσαν επιδιωκόμενες ειδοποιούς διαφορές μεταξύ τους. Οι αρχαίοι Έλληνες σε καμία περίπτωση δεν αποτελούσαν έθνος με τη σημερινή έννοια του όρου και στην επόμενη ενότητα αναφέρουμε τι εννοούσαν με τον όρο αυτό. Λόγω κοινής φυλετικής καταγωγής και πολιτισμού μπορούμε να παρομοιάσουμε τα αρχαία ελληνικά κράτη με τα σημερινά σλαβικά, ενώ οι μεταξύ τους σχέσεις ήταν πάντοτε αυτές, που επέδειξαν τα συστατικά κράτη της γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας κατά τη διάλυσή της.
Ο πατριωτισμός επέβαλλε στους πολίτες των ελληνικών πόλεων-κρατών να είναι βαθύτατα προσηλωμένοι στην ελευθερία της πόλης τους, φανατικά υποταγμένοι σε μία από τις πολιτικές μερίδες (κόμματα), να θεωρούν ως πρωταρχικό εχθρό της πόλης τους την αντίπαλη πολιτική παράταξη και ως δευτερεύοντα εχθρό τις γειτονικές πόλεις-κράτη. Για να «σώσουν» την πατρίδα τους από τον πρωταρχικό εχθρό, με άλλα λόγια για να κυβερνήσει το δικό τους πολιτικό κόμμα, δεν δίσταζαν να αναμίξουν αμέσως ή εμμέσως στα πολιτικά τους πράγματα και άλλα κράτη, άλλοτε ελληνικά και άλλοτε βαρβαρικά, συνήθως δε από την Περσία.
Η υπερίσχυση του κάθε ελληνικού κράτους έναντι των άλλων ήταν η μόνιμη στρατηγική επιδίωξη, την οποία δεν επιρρέαζαν ούτε η κοινή καταγωγή ούτε ο κοινός πολιτισμός. Γι’ αυτό τον 5ο αιώνα η επικείμενη εισβολή των Περσών για να υποδουλώσουν την κυρίως Ελλάδα, δεν εκλήφθηκε ως κίνδυνος για την ελευθερία και την ευημερία όλων των Ελλήνων, αλλά τα περισσότερα κράτη την αντιλήφθηκαν ως στρατηγική πρόκληση και στην αντιμετώπισή της έπαιξαν σημαντικότατο ρόλο οι σχέσεις τους με τα άλλα κράτη. Έτσι οι Θεσσαλοί αρχικά συντάχθηκαν με τους Έλληνες, που είχαν αποφασίσει να αντισταθούν μέχρις εσχάτων, αλλά όταν οι νότιοι σύμμαχοι τους εγκατέλειψαν, συμμάχησαν πολύ πρόθυμα με τους Πέρσες και έσπευσαν να ξεκαθαρίσουν παλιούς λογαριασμούς με άλλα κράτη, που είχαν αντισταθεί. Οι Φωκείς εντάχθηκαν στη συμμαχία κατά των Περσών λόγω του μίσους τους προς τους Θεσσαλούς, που είχαν ήδη μηδίσει, και ο Ηρόδοτος πιστεύει ότι, αν οι Θεσσαλοί είχαν παραμείνει στη συμμαχία, θα είχαν μηδίσει οι Φωκείς! Οι Αργείοι ως όρο για τη συμμετοχή τους στη συμμαχία έθεσαν την από κοινού με τους Σπαρτιάτες διοίκηση του στρατού, οι Σπαρτιάτες φυσικά αρνήθηκαν και οι Αργείοι απάντησαν ότι προτιμούσαν να υποταχθούν σε βαρβάρους παρά να υποκύψουν στους αλαζόνες Σπαρτιάτες. Παρόμοιος απαίτηση προέβαλε κι ο Γέλων, ο τύραννος των Συρακουσών, που διέθετε μία από τις ισχυρότερες και πιο εμπειροπόλεμες ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις. Ως αντάλλαγμα για τη συμμετοχή του στη συμμαχία ζήτησε διαδοχικά την ηγεσία του συμμαχικού στρατού και μετά του ναυτικού. Την ηγεσία του μεν στρατού κατείχαν ήδη οι Σπαρτιάτες του δε ναυτικού οι Αθηναίοι και κανείς τους δεν δέχθηκε να παραιτηθεί υπέρ του Ιταλιώτη. Και μόνο από τη δήλωση του Αθηναίου πρέσβυ προς τον Γέλωνα ότι «η Ελλάς μας έστειλε να σου ζητήσουμε στρατό κι όχι ηγέτη» γίνεται απόλυτα σαφές ότι οι Αθηναίοι και οι Σπαρτιάτες είχαν συμφωνήσει να ηγεμονεύσουν από κοινού τη συμμαχία των Ελλήνων και ότι όλα τα υπόλοιπα ελληνικά κράτη, για να ενταχθούν στη συμμαχία, έπρεπε να αποδεχθούν καθεστώς υποτελούς στους δύο ηγεμόνες. Όσα κράτη δεν επιθυμούσαν αυτό το καθεστώς υποτέλειας, είχαν τις επιλογές, είτε να αντισταθούν μεμονωμένα και προφανώς να αφανισθούν είτε να υποταχθούν στους Πέρσες. Όμως οι δύο ηγεμόνες εγκαίρως είχαν συνειδητοποιήσει ότι η απειλή της περσικής εισβολής αποτελούσε πρώτης τάξεως ευκαιρία να εκτοξεύσουν τη στρατηγική τους θέση στην Ελλάδα και γι’ αυτό επίσης εγκαίρως είχαν μεριμνήσει να εγκλωβίσουν τα μικρότερα ελληνικά κράτη ανάμεσα στον τρόμο των Ελλήνων και στον πανικό των Περσών. Για να το πετύχουν αυτό έπεισαν τα νοτιότερα κράτη, δηλαδή τα πιο απομακρυσμένα από την περσική στρατιά, να πάρουν επίσημο όρκο ότι, αν νικούσαν τους Πέρσες θα αποδεκάτιζαν όσους είχαν μηδίσει.
Αυτά βέβαια δεν είναι καθόλου παράξενα, αντιθέτως είναι απολύτως αναμενόμενα στη συμπεριφορά καθ’ όλα ανεξαρτήτων κρατών. Παράδοξη είναι η αντίληψη των Πελοποννησίων ως στρατηγικά ορθής της εγκατάλειψης των φυσικών κωλυμάτων της κυρίως Ελλάδος και της οχύρωσής τους στον ισθμό της Κορίνθου, λες και οι Πέρσες δεν διέθεταν ναυτικό, για να αποβιβασθούν σε όποιο σημείο της Πελοποννήσου επέλεγαν. Αυτή η νοοτροπία είναι μεν παράδοξη και δυσεξήγητη αλλά δεν επεδείχθη υπό το κράτος του πανικού από την ακώλυτη προέλαση των Περσών. Μυωπική νοοτροπία επέδειξαν οι Σπαρτιάτες και έναν αιώνα αργότερα όταν με την Ανταλκίδειο Ειρήνη παρέδωσαν τους Έλληνες της Μικράς Ασίας και πολλών νησιών του Αιγαίου στους Πέρσες, για να γίνουν με την περσική υποστήριξη Ηγεμόνες της Ελλάδος. Μπορούμε λοιπόν να ευφυολογήσουμε ότι η νοοτροπία της Ψωροκώσταινας δημιουργήθηκε από τους Πελοποννήσιους της κλασσικής και όχι της μετεπαναστατικής περιόδου.
Η σημαντικότερη παρατήρηση είναι βεβαίως ότι ο Ανταλκίδας σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί προδότης, διότι δεν πρόδωσε, αντίθετα υπηρέτησε αποτελεσματικότατα την πατρίδα του, τη Σπάρτη. Αργότερα μάλιστα, επειδή απέτυχε να επαναλάβει μία συμφωνία με τους Πέρσες εξίσου επωφελή για την πατρίδα του, αυτοκτόνησε από υπερβολική ευθιξία. Αυτή ήταν η κατάσταση στα ελληνικά κράτη της κλασσικής περιόδου, οπότε δημιουργήθηκαν οι (διεθνείς πλέον) όροιπολιτική, πολιτικός και πατριώτης.
(Ομήρου Ιλιάς Ι.395,447,478, Ηρόδοτος Ζ.132, 148-9, 161-2, 172-3,175-6, Η.15, 30, Διόδωρος ΙΣΤ.14.1, Στράβων Ζ,Frg 9, Πολύβιος 7.9.1-3, Θουκυδίδης Β.22, Αρριανός Β.14.4)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.