Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2018

Η «ΚΙΒΩΤΟΣ ΤΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ» ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΡΩΣΩΝ (1917 -1989).


«Εμείς  οι  Εβραίοι  λέμε:  ο  Χίτλερ  σκότωσε  έξι  εκατομμύρια  εβραίους.  Κατά τον ίδιο τρόπο  σήμερα   οι  Ρώσοι  θεωρούν  ότι εξήντα έξι εκατομμύρια Χριστιανοί έχουν σκοτωθεί στα ρωσικά στρατόπεδα συγκέντρωσης από τον  κομμουνισμό,  μία  ιδεολογία  που  δημιούργησαν  και  κατεύθυναν  δικοί  μας  Ιουδαίοι».
Ιουδαίος  Ισραήλ Σακάκ (1933-2001) καθηγητής οργανικής χημείας στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ και πρόεδρος της Ισραηλινής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και του Πολίτη. «Ο παγκόσμιος ρόλος του Ισραήλ»,  1982,  και  «Τα  χειρόγραφα  Σαχάκ»,  (The Shahak Papers).
  Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ «Yedioth Ahronoth:  «Ο  κομμουνιστής  Genrikh Yagoda, ο μεγαλύτερος  δολοφόνος του 20ού αιώνα  ήταν  εβραίος».

Ο  ΜΩΥΣΗΣ  ΤΟΥ  ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΥ

 
Διάσημο απόσπασμα του Τρότσκι (1917):

«Πρέπει να μετατρέψουμε τη Ρωσία σε μια έρημο που θα κατοικείται από λευκούς νέγρους πάνω στους οποίους θα επιβάλουμε τυραννία, μια τυραννία που οι πιο τρομεροί δεσπότες της Ανατολής είχαν ποτέ ονειρευτεί. Η μόνη διαφορά είναι ότι αυτή θα είναι μια τυραννία της αριστεράς, όχι μια τυραννία της δεξιάς. Θα είναι μια κόκκινη τυραννία και όχι μια λευκή».

«Εννοούμε τη λέξη “κόκκινη” στην κυριολεξία, γιατί θα φέρουμε τέτοιες πλημμύρες αίματος, που θα κάνουν κάθε ανθρώπινη απώλεια που έγινε στους καπιταλιστικούς πολέμους, αδύνατη σε σύγκριση. Οι μεγαλύτεροι τραπεζίτες πέρα από τον ωκεανό θα εργαστούν όσο το δυνατόν πιο στενά μαζί μας. Αν κερδίσουμε την επανάσταση, θα δημιουργήσουμε τη δύναμη του Σιωνισμού πάνω στο ναυάγιο της κηδείας της επανάστασης, και θα γίνουμε μια δύναμη, μπροστά στην οποία όλος ο κόσμος θα γονατίσει. Θα δείξουμε ποια είναι η πραγματική δύναμη. Μέσω της τρομοκρατίας και των λουτρών αίματος, θα υποβιβάσουμε τη Ρωσική διανόηση σε μια κατάσταση πλήρους αποβλάκωσης και ηλιθιότητας και σε μια ζωώδη ύπαρξη ... Αυτή τη στιγμή, οι νέοι άνδρες μας με τα δερμάτινα μπουφάν τους, οι γιοι των ωρολογοποιών από την Οδησσό, την Όρσα, την Gomel και την Vinnitsa, (πόλεις με μεγάλο εβραϊκό πληθυσμό) ξέρουν πώς να μισούν οτιδήποτε ρώσικο. Τι ευχαρίστηση παίρνουν καταστρέφοντας την ρώσικη διανόηση - αξιωματικούς, ακαδημαϊκούς και συγγραφείς ...»

* Όπως αναφέρεται στα «Απομνημονεύματα του Aron Simanovich», (“Memoirs of Aron Simanovich”) ενός Εβραίου κοσμηματοπώλη στην αυλή του Τσάρου, που ενήργησε ως γραμματέας και βοηθός του Ρασπούτιν και επεδίωξε να επηρεάσει τον Τσάρο (μέσω του Ρασπούτιν) προκειμένου να βελτιωθεί η κατάσταση των Εβραίων στη Ρωσία. Τα απομνημονεύματα γράφτηκαν το 1928, αλλά μόλις τώρα μεταφράστηκαν στα αγγλικά. Τα παραπάνω λόγια βρίσκονται και σε πολυάριθμες ρωσικές ακαδημαϊκές εργασίες, συμπεριλαμβανομένης της «Φύσης του Σιωνισμού» (‘The Nature of Zionism’) του Vladimir Stepin, που δημοσιεύθηκε (στα ρωσικά) στη Μόσχα, το 1993 και μεταφράστηκε στα αγγλικά από τον Clive Lindhurst.


ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ  ΑΠΟ  ΤΟ  ΒΙΒΛΙΟ  «ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΣ  ΓΚΟΥΛΑΓΚ»  ΤΟΥ  ΣΟΛΖΕΝΙΤΣΙΝ

O Στάλιν παινευόταν ότι διέθετε τόν ιουδαίο  Lazar Kaganovitch, πού είχε εξοντώσει έξι εκατομμύρια  Ουκρανούς  σε  ένα  μόνο  χρόνο.

Οι εβραιοκομμουνιστές απλά έπρεπε νά συμπληρώνουν καθορισμένους αριθμούς συλλήψεων. 
Βέβαια  το  1953,  ο  ιουδαίος  Καγκάνοβιτς,  σκότωσε  πάνω  σε  καυγά,  για  το  εβραϊκό  ζήτημα,  τον  Ιωσήφ  Τζουγκασβίλι - Στάλιν. 


«ΡΩΣΟΙ,  ΤΑ  ΒΛΑΒΕΡΑ  ΕΝΤΟΜΑ»

Τόν δάσκαλο Λαντιζένσκυ σέ ένα μικρό χωριό τόν ειδοποίησε κάποιος ότι τό όνομά του ήταν στή λίστα της NKVD, αλλά εκείνος του απάντησε ότι δέν ήταν δυνατό νά αφήσουν τό σχολείο χωρίς δάσκαλο. Σέ λίγες μέρες τόν συνέλαβαν. Ο εργοδηγός Μερκούριεβιτς, εξαιτίας τεχνικού λάθους κατέληξε γιά είκοσι χρόνια στή φυλακή, έξι γεολόγοι πού δέν βρήκαν κασσίτερο σέ ορυχείο, "έφαγαν" δέκα χρόνια ο καθένας, ενώ ηλεκτροτεχνίτης πού χάλασε καλώδιο υψηλής τάσης, "έφαγε" είκοσι χρόνια. Αρπαξαν τόν Γιουζάκωφ μέ τή γυναίκα του, αφήνοντας τρία μικρά παιδιά μόνα τους στό σπίτι.

Μία γυναίκα γύριζε νύκτα στό σπίτι της στό Κρασνοντάρ καί γιά κακή της τύχη πέρασε δίπλα από ένα καμιόνι γεμάτο πτώματα. Τήν συνέλαβαν καί ο ανακριτής τήν άλλη μέρα τήν ρώτησε τί είχε δεί. Αυτή απάντησε τίμια καί "έφαγε" δέκα χρόνια  γιά ...αντισοβιετική προπαγάνδα. Κάποιος πού έκλεισε τό ραδιόφωνό του τήν ώρα πού ακούγοταν ο "Πατερούλης", καταγγέλθηκε από γείτονα καί συνελήφθηκε ως κοινωνικά επικίνδυνο στοιχείο, 8 χρόνια.  Οταν ένας γέρος χωρικός ρώτησε τόν τοπικό κομματικό γραμματέα, γιατί γιά επτά χρόνια δουλειάς στά χωράφια δέν πήρε ούτε σπειρί σιτάρι, ο γέρος συνελήφθη γιά αντισοβιετική προπαγάνδα, 10 χρόνια. Όταν ένας μουζίκος πού δούλευε πρόθυμα στά κολχόζ, παρασημοφορήθηκε γιά τήν αποδόσή του, ζήτησε μαζί μέ το παράσημο καί αλεύρι νά ταΐσει τά έξη παιδιά του, ....ο παρασημοφορημένος εξορίσθηκε. Η Ευγενία Ντογιαρένκο, μόλις δεκαεννιά ετών, τό 1921, όταν έψαχναν τό δωμάτιό της, ήταν ατάραχη γιατί ήξερε ότι δέν υπήρχε τίποτα νά βρούν οι πράκτορες της μυστικής αστυνομίας (Τσέ- Κά). Βρήκαν όμως τό παιδικό της ημερολόγιο καί κατέληξε στήν φυλακή της Λουμπιάνκα της Μόσχας.
Βοριόμπωφ, εκπαιδευτικός, τόν  συνέλαβαν το 1936 πάνω στό χειρουργικό τραπέζι. Τόν Χάνς Μπερνστάιν τόν άρπαξαν από τό κρεβάτι του νοσοκομείου μέ τρομερό πυρετό, τόν ιστορικό Τσετβερούχιν τόν συνέλαβαν αφού κατέσχεσαν υπερπολύτιμα έγγραφα τσαρικών διαταγμάτων πού φύλαγε στά συρτάρια του. Τό 1934 συνέλλαβαν τόν πάτερ Ηράκλειο, ο οποίος επισκέφθηκε στήν Αλμα - Άτα τούς εξόριστους πού έμεναν πιστοί στήν θρησκεία τους.

Μία γυναίκα πού το 1937 πήγε στά γραφεία της NKVD, κουβαλώντας τό μωρό της γειτόνισσας πού είχε μείνει νηστικό μετά τή σύλληψη της μητέρας του, τήν συνέλαβαν καί αυτή!!!
Φυσικά δύσκολες ώρες δέν περνούσαν μόνο οι συλληφθέντες αλλά καί οι δικοί τους άνθρωποι, μανάδες, σύζυγοι καί παιδιά, οι οποίοι έμεναν πάντα στό σκοτάδι καί άν ποτέ μάθαιναν πού κρατούσαν τόν δικό τούς άνθρωπο, περίμεναν ακόμα καί ολόκληρα μερόνυκτα έξω από τίς φυλακές γιά νά παραδώσουν κάποιο γράμμα ή λίγα τρόφιμα στόν αγαπημένο τους. Αν τούς απαντούσαν ότι ο κρατούμενος δέν έχει δικαίωμα αλληλογραφίας αυτό σήμαινε ότι είχε τουφεκισθεί.

Και μ' όλο που ο Βλαντίμιρ Ίλιτς Λένιν, στά 1917, για την εδραίωση μιας «αυστηρά επαναστατικής τάξεως», απαιτούσε «να πατάσσεται ανελέητα κάθε απόπειρα αναρχίας εκ μέρους μέθυσων, αλητών, αντεπαναστατών και άλλων προσώπων», θεωρούσε δηλαδή τους μέθυσους σαν τους πιο επικίνδυνους αντιπάλους της Οκτωβριανής επανάστασης και τοποθετούσε τους αντεπαναστάτες κάπου στην τρίτη σειρά, ωστόσο έθετε και ευρύτερα το πρόβλημα.
Στο άρθρο του «Πώς να οργανώσουμε την άμιλλα» (7 και 10 Ιανουαρίου 1918) ο Λένιν κήρυξε σαν γενικό μοναδικό σκοπό «την εκκαθάριση της ρωσικής γης από κάθε βλαβερό έντομο». Και σαν βλαβερά έντομα δεν εννοούσε μόνο όσους δεν ανήκαν στην εργατική τάξη, αλλά και τους «φυγόπονους εργάτες», όπως λόγου χάρη τους στοιχειοθέτες των κομματικών τυπογραφείων της Πετρούπολης.
Κι ακόμα ο Λένιν έγραφε: «σε ποια συνοικία μεγάλης πολιτείας, σε ποιο εργοστάσιο, σε ποιο χωριό... δεν υπάρχουν... σαμποτέρ... που παριστάνουν τους διανοούμενους;» . Είναι αλήθεια πως σ' αυτό το άρθρο ο Λένιν πρότεινε διάφορους τρόπους για την εκκαθάριση της χώρας από τα έντομα: μπορούσαν να τους εξορίζουν, να τους βάζουν να καθαρίζουν αποχωρητήρια, ή να τουφεκίζουν τους χαραμοφάηδες. Υπήρχε επίσης η εκλογή μεταξύ της φυλακής ή «της τιμωρίας σε καταναγκαστικά έργα βαρυτέρας μορφής» . Και μ' όλο που πρόβλεπε και υπόδειχνε τις βασικές κατευθύνσεις των ποινών, ο Βλαντίμιρ Ίλιτς πρότεινε να γίνει αντικείμενο άμιλλας μεταξύ «των διαφόρων ομάδων του πληθυσμού και των κοινοτήτων» η ανεύρεση καλύτερων τρόπων εκκαθάρισης.

Μας είναι πολύ δύσκολο να εξετάσουμε τώρα ποιοι υπάγονταν στην κατηγορία των εντόμων.
Ο πληθυσμός της Ρωσίας είναι πολύ ετερογενής και συναντάμε σ' αυτόν και μεμονωμένες, εντελώς περιττές, ξεχασμένες πια σήμερα, μικρές ομάδες. Έντομα ήταν φυσικά τα μέλη όλων των ζέμστβο (τοπικά διοικητικά συμβούλια στην ύπαιθρο). Έντομα ήταν τα μέλη των συνεταιρισμών και όλοι οι ιδιοκτήτες σπιτιών. Πολλά έντομα βρίσκονταν ανάμεσα στους καθηγητές των γυμνασίων. Μόνο έντομα έπαιρναν μέρος στις ενοριακές επιτροπές και έντομα έψελναν στις εκκλησιαστικές χορωδίες. Έντομα ήταν όλοι οι παπάδες, και πολύ περισσότερο όλοι οι καλόγεροι και οι καλόγριες. Αλλά και όσοι τολστοϊκοί είχαν αναλάβει κάποια υπηρεσία στα Σοβιέτ, αποδείχτηκε πως ήταν επίσης έντομα. Και αφού ήρθε ο λόγος για τους σιδηροδρομικούς, πρέπει να πούμε πως πάρα πολλά έντομα καμουφλάρονταν πίσω από τη στολή του σιδηροδρομικού και ήταν απαραίτητο να τα ξεσκεπάσουν και να τα εξοντώσουν. Όσο για τους τηλεγραφητές, αυτοί για κάποιο λόγο ήταν όλοι τους αδιόρθωτα έντομα και αντιπαθούσαν τα Σοβιέτ. Δεν μπορεί επίσης να πει κανείς κανένα καλό για τη ΒΙΚΖΕΛ (Εκτελεστική επιτροπή του συνδικάτου των σιδηροδρομικών), ούτε και για τα άλλα συνδικάτα, που συχνά ήταν γεμάτα από έντομα εχθρικά προς την εργατική τάξη.

Και μόνο οι ομάδες που αναφέραμε είναι ήδη πολυάριθμες και θα χρειαστούν κάμποσα χρόνια για την εκκαθάρισή τους. Υπάρχουν όμως ακόμη και οι καταραμένοι οι διανοούμενοι, οι ανήσυχοι φοιτητές, οι διάφοροι αλλόκοτοι τύποι, οι αναζητητές της αλήθειας, από τους οποίους του κάκου προσπάθησε ο Μέγας Πέτρος να ξεκαθαρίσει τη Ρωσία και οι οποίοι στέκονται πάντα εμπόδιο στην εγκαθίδρυση του καλά οργανωμένου και σταθερού καθεστώτος. Θα ήταν λοιπόν αδύνατο να κάνουν αυτή την εξυγιαντική εκκαθάριση, και πολύ περισσότερο μάλιστα σε καιρό πολέμου, αν χρησιμοποιούσαν τις παλιές διαδικασίες της δικονομίας. Έτσι εφαρμόσανε μιαν εντελώς καινούργια διαδικασία: την εξωδικαστική δικαιοσύνη, και την άχαρη αυτή δουλειά την ανέλαβε υπεύθυνα και πολύ ζεστά η Βε–Τσε–Κα (Έκτακτη Πανρωσική Επιτροπή Προστασίας της Επανάστασης κατά της Αντεπανάστασης και της Υπονόμευσης). Φρουρός της Επανάστασης, μοναδικό στην ανθρώπινη ιστορία καταπιεστικό όργανο, η Βε–Τσε–Κα συγκέντρωσε στα ίδια χέρια την παρακολούθηση, τη σύλληψη, την ανάκριση, τη δίκη, την καταδίκη και την εκτέλεση της αποφάσεως.
Οταν οι μπολσεβίκοι, άρχισαν νά αρπάζουν τά αγροτικά προϊόντα, οι αγρότες απελπισμένοι καί μέ τόν φόβο της επερχόμενης λιμού (πείνας) οργάνωσαν εξεγέρσεις οι οποίες πνίγηκαν στό αίμα. Στίς 22 Ιουλίου 1918 ο Λένιν υπέγραψε διάταγμα τό οποίο έλεγε: "Όσοι πουλούν, αγοράζουν ή κρύβουν για κερδοσκοπία είδη τροφίμων που ανήκουν στο μονοπώλιο της Δημοκρατίας, θα τιμωρούνται με στέρηση της ελευθερίας, για διάστημα τουλάχιστο δέκα χρόνων, σε συνδυασμό με βαρύτατα καταναγκαστικά έργα και με κατάσχεση όλης της περιουσίας τους". Από αυτό το καλοκαίρι η ύπαιθρος εξαναγκαζόταν να δουλεύει υπεράνθρωπα και να παραδίδει δωρεάν στο κράτος όλη τη σοδειά της. Μεγάλο ανθρωπομάζωμα έγινε στην αγροτική περιοχή του Ταμπώφ, μετά από εξέγερση τον Ιούνιο του 1921. Εκεί δημιουργήθηκαν στρατόπεδα συγκεντρώσεως για τις οικογένειες των αγροτών που έλαβαν μέρος στην ανταρσία. Έφτιαχναν περιφράγματα από αγκαθωτά συρματοπλέγματα γύρω από ξέσκεπους χώρους και έκλειναν εκεί για τρεις βδομάδες κάθε οικογένεια που υποπτεύονταν πως οι άντρες της ήταν ανακατωμένοι στην εξέγερση. Αν ύστερα από τρεις βδομάδες εκείνοι δεν παρουσιάζονταν για να εξαγοράσουν με το κεφάλι τους την οικογένειά τους, όλη η οικογένεια πήγαινε εξορία.

Στίς 8 Ιανουαρίου 1921, η Τσε–Κα, πού σέ λίγο θά μετονομαζόταν σέ GPU, αποφάσιζε νά ενταθούν τά κατασταλτικά μέτρα εναντίον της αστικής τάξης, καί άρχιζε τις συλλήψεις των πρώτων φοιτητών. Οι ακομμάτιστοι φοιτητές αγωνίζονταν εκείνο τον καιρό για την «αυτονομία των ανωτάτων σχολών», για το δικαίωμα των συνελεύσεων και την απαλλαγή των σχολικών προγραμμάτων από την άφθονη πολιτική ύλη. Τους απάντησαν με χιλιάδες συλλήψεις. Το 1925, εκατό φοιτητές από το Λένινγκραντ, καταδικάστηκαν σε τρία χρόνια στα απομονωτήρια για τους πολιτικούς κρατουμένους, επειδή διάβαζαν τον «Σοσιαλιστικό αγγελιαφόρο» και μελετούσαν κείμενα του Πλεχάνωφ . Ολα τά κόμματα πλήν εκείνου των Μπολσεβίκων διαλύθηκαν οριστικά, αφού τά μέλη τους ή αποκήρυξαν εγγράφως τήν κομματική τους ιδεολογία ή εξοντώθηκαν.

Το κράτος έχει ανάγκη από χρήματα, χρειάζεται χρυσάφι, και δεν έχουν αρχίσει ακόμα να λειτουργούν τα ορυχεία στον ποταμό Κολύμα. Από το τέλος του 1929 αρχίζει ο πασίγνωστος χρυσός πυρετός, με τη διαφορά πως πυρετό δεν παθαίνουν εκείνοι που ψάχνουν για χρυσάφι, αλλά εκείνοι από τους οποίους το παίρνουν. Η ιδιομορφία του "χρυσού" χειμάρρου είναι πως αυτά τα κουνέλια ουσιαστικά δεν κατηγορούνται για τίποτα και δεν έχουν σκοπό να τα στείλουν στη χώρα του ΓΚΟΥΛΑΓΚ. Το μόνο που ζητάνε είναι να τους αρπάξουν το χρυσάφι με το "δίκαιο του ισχυρότερου". Γι' αυτό γεμίζουν φίσκα οι φυλακές και οι ανακριτές δεν προλαβαίνουν να πάρουν ανάσα, ενώ τα τμήματα μεταγωγών και τα στρατόπεδα δέχονται ασύγκριτα μικρότερα συμπληρώματα.

Ποιους πιάνουν στον "χρυσό" χείμαρρο; Όλους εκείνους, που κάποτε, πριν από δεκαπέντε χρόνια, είχαν "δουλειά" δική τους, ήταν έμποροι ή βιοτέχνες, και, σύμφωνα με τους συλλογισμούς της Γκεπεού, θα μπορούσαν να έχουν κερδίσει και να έχουν κρύψει χρυσάφι. Τις περισσότερες φορές όμως αυτοί ακριβώς δεν είχαν καθόλου χρυσάφι: Είχαν τα κεφάλαιά τους σε χρήμα ή σε ακίνητα κι όλα αυτά χάθηκαν, τα πήρε η επανάσταση, δεν τους έμεινε τίποτα. Τίποτα δεν έσωζε εκείνον που πάνω του έπεφτε η σκιά της "χρυσής" καταγγελίας, ούτε η προλεταριακή του προέλευση, ούτε οι υπηρεσίες που είχε προσφέρει στην επανάσταση. Τους πιάνουν όλους και τους στριμώχνουν στα κελιά της Γκεπεού – ο αριθμός των συλληφθέντων και σήμερα ακόμα φαίνεται φανταστικός. Τόσο το καλύτερο όμως – έτσι θα παραδώσουν το χρυσάφι πιο γρήγορα! Η σύγχυση είναι τέτοια ώστε άντρες και γυναίκες βρίσκονται στα ίδια κελιά και πηγαίνουν στη "βούτα" ο ένας μπροστά στον άλλον. Ποιος νοιάζεται όμως γι' αυτά τα ψιλοπράγματα; Φέρτε το χρυσάφι, κανάγιες! Οι ανακριτές δεν γράφουν πρωτόκολλα. Τι χρειάζονται αυτά τα παλιόχαρτα; Αν οι ενδιαφερόμενοι αρπάξουν αργότερα καμιά ποινή ή όχι, δεν ενδιαφέρει κανέναν. Το μόνο που έχει σημασία είναι: Δώσε το χρυσάφι, κανάγια! Το Κράτος έχει ανάγκη από χρυσάφι, εσένα όμως τι σου χρειάζεται; Οι ανακριτές έχουν χάσει πια τη φωνή τους δεν έχουν καν τη δύναμη να απειλήσουν και να βασανίσουν, υπάρχει όμως μια μέθοδος που εφαρμόζεται σε όλους: ταΐζουν μόνο με αλμυρά φαγητά τους φυλακισμένους και δεν τους δίνουν νερό! Όποιος παραδώσει το χρυσάφι του, αυτός θα πιει νερό! Μια λίρα για ένα ποτήρι νερό!

Αυτός ο χείμαρρος ξεχωρίζει από τους προηγούμενους κι από τους επόμενους, γιατί η μοίρα αν όχι των μισών, τουλάχιστο ενός σημαντικού μέρους των συλληφθέντων, σφάδαζε στα ίδια τους τα χέρια. Αν πραγματικά δεν έχεις χρυσάφι, η θέση σου είναι απελπιστική. Σε δέρνουν, σε καίνε, σε βασανίζουν και σε ψήνουν στον ατμό ώσπου να πεθάνης ή ώσπου να σε πιστέψουν. Μα αν έχεις χρυσάφι, εσύ ο ίδιος καθορίζεις τον βαθμό των βασανιστηρίων σου, τον βαθμό της αντοχής σου και τη μελλοντική σου τύχη. Εδώ που τα λέμε, αυτό δεν είναι καθόλου πιο εύκολο από ψυχολογική πλευρά, είναι πολύ πιο δύσκολο, γιατί αν κάνης λάθος, θα μείνεις για πάντα ένοχος στα ίδια σου τα μάτια. Εκείνος φυσικά που έχει μπει στο πνεύμα αυτών των ιδρυμάτων, θα λυγίσει και θα δώσει το χρυσάφι, και είναι πιο εύκολα έτσι. Δεν πρέπει όμως να το παραδώσεις πάρα πολύ εύκολα: δεν θα σε πιστέψουν πως το έδωσες όλο, και θα σε κρατήσουν ακόμα μέσα. Μα ούτε και πολύ αργά κάνει να το δώσεις: τότε θα σου βγάλουν την ψυχή, ή από τον θυμό τους θα σου φορτώσουν και καμιά ποινή. Ένας Τάταρος αμαξάς άντεξε σε όλα τα βασανιστήρια: δεν έχω χρυσάφι! Τότε συλλάβανε τη γυναίκα του, τη βασάνιζαν, κι ο Τάταρος επέμεινε ακόμα πως δεν έχει χρυσάφι! Έπιασαν και την κόρη του – δεν άντεξε ο Τάταρος, παράδωσε εκατό χιλιάδες ρούβλια. Άφησαν τότε την οικογένειά του, του ίδιου όμως του φόρτωσαν κάμποσα χρονάκια φυλακή. Τα πιο άγαρμπα αστυνομικά μυθιστορήματα, οι πιο απίθανες όπερες για ληστές έγιναν τότε πραγματικότητα στην εφαρμογή της πολιτικής αυτού του μεγάλου κράτους.
Οι μεγαλύτερες όμως διώξεις έγιναν τήν περίοδο 1929 - 1930 εναντίον των λεγομένων κουλάκων. (Κουλάκοι λέγονταν στήν τσαρική Ρωσσία οι εκμεταλλευτές των χωρικών καί οι τοκογλύφοι). Καί όμως τώρα βάπτισαν κουλάκους. εκατομμύρια αγρότες πού είχαν οικονομική άνεση, ήταν ικανοί, εργατικοί, πολιτικά ανέντακτοι καί είχαν δείξει απροθυμία νά εργαστούν στά κολχόζ. Τότε έπιαναν ολόκληρες οικογένειες, συμπεριλαμβανομένων καί όλων των παιδιών ανεξαρτήτου ηλικίας καί τούς μετέφεραν εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά. Ηταν τόσες πολλές οι συλλήψεις, ώστε δεν χωρούσαν οι μεταγωγικές φυλακές καί αναγκάζονταν νά στέλνουν τούς συλληφθέντες κατευθείαν στά Γκουλάγκ.

Η παραφροσύνη καί η διαστροφή του κομμουνιστικού συστήματος ήταν τέτοια, ώστε στά 1937 επί ηγεσίας Στάλιν, άρχισαν νά συλλαμβάνουν τα στελέχη του κόμματος, της σοβιετικής κυβέρνησης, της στρατιωτικής ηγεσίας και της ηγεσίας της ίδιας της Γκεπεού και της Νι-Κα-Βε-Ντε. Σύμφωνα μέ τήν μαρτυρία της Όλγας Τσαβτσαβάτζε στην Τυφλίδα συνέλαβαν τον πρόεδρο της Εκτελεστικής επιτροπής της πόλης, τον αντικαταστάτη του, όλους τους τομεάρχες, τους βοηθούς τους, όλους τους αρχιλογιστές καί όλους τους βασικούς οικονομολόγους. Ελεύθεροι έμειναν μόνο οι κλητήρες καί οι καθαρίστριες. Ο πραγματικός όμως νόμος που καθόριζε εκείνα τα χρόνια τις συλλήψεις ήταν οι απαιτούμενοι αριθμοί. Κάθε πόλη, κάθε περιοχή και κάθε στρατιωτική μονάδα έπαιρνε διαταγή να συμπληρώσει έναν ορισμένο αριθμό μέσα σε τακτή προθεσμία. Ο Αλεξάντρ Καλγκάνωφ, πρώην πράκτορας της Τσε–Κα, θυμάται πως στην Τασκένδη έφτασε ένα τηλεγράφημα: "Στείλτε διακόσιους!" Κατάφεραν να μαζέψουν μόνο πενήντα άτομα από τα περίχωρα. Πρόσθεσαν καί όσους είχαν συλληφθεί για κοινά ποινικά αδικήματα και πάλι όμως δεν έφτασαν τον απαιτούμενο αριθμό. Σε μιαν από τις πλατείες της πόλης έτυχε τότε να κατασκηνώσουν κάτι τσιγγάνοι. Τους περικύκλωσαν και έπιασαν όλους τους άντρες από δεκαεπτά μέχρι εξήντα χρονών για παράβαση του άρθρου 58. Έτσι εκτελέστηκε το σχέδιο.
Στην περιοχή της Μόσχας γίνεται συνδιάσκεψη της αχτιδικής επιτροπής του κόμματος. Προεδρεύει ο καινούργιος γραμματέας της αχτιδικής επιτροπής στη θέση εκείνου που φυλακίστηκε πριν από λίγο καιρό. Στο τέλος της συνδιάσκεψης διαβάζεται ένα ψήφισμα αφοσίωσης προς τον σύντροφο Στάλιν. Όλοι σηκώνονται φυσικά καί στή μικρή αίθουσα αντηχούν θυελλώδη χειροκροτήματα που καταλήγουν σε επευφημίες. Συνεχίζονται τρία λεπτά, τέσσερα λεπτά, πέντε λεπτά, με ολοένα μεγαλύτερη ένταση.

Μα οι παλάμες άρχισαν να πονάνε. Πιαστήκανε τα σηκωμένα χέρια. Οι ηλικιωμένοι είχαν κιόλας λαχανιάσει. Όλα αυτά άρχισαν να φαίνονται με το παραπάνω ανόητα, ακόμα και σ' εκείνους που λατρεύανε πραγματικά τον Στάλιν. Ποιος όμως θα τολμούσε να σταματήσει πρώτος; Θα μπορούσε να το κάνη ο γραμματέας της αχτιδικής επιτροπής, που στεκόταν ακόμα στην έδρα και μόλις είχε διαβάσει το ψήφισμα. Μα είναι καινούργιος, πήρε τη θέση αυτού που συλλάβανε, φοβάται κι ο ίδιος! Αφού μέσα στην αίθουσα στέκονται και χειροκροτούν και πράκτορες της Νι-Κα-Βε-Ντε, αυτοί ασφαλώς θα προσέξουν και ποιος θα σταματήσει πρώτος. Έτσι τα χειροκροτήματα στην άγνωστη μικρή αίθουσα συνεχίζονται για τον αρχηγό, 6 λεπτά! 7 λεπτά! 8 λεπτά! Είναι χαμένοι! Αφανίζονται! Δεν μπορούν να σταματήσουν πια, ώσπου να πέσουν κάτω από συγκοπή! Εκεί, στο βάθος της αίθουσας, μέσα στον πολύ κόσμο, μπορείς να κάνης μια μικρούλα απάτη και να χειροκροτάς κάπως πιο αραιά, όχι τόσο δυνατά, όχι με τόση μανία, μα εδώ, στο προεδρείο, εδώ που σε βλέπει όλος ο κόσμος!...

Ο διευθυντής του τοπικού εργοστασίου χαρτοποιίας, άνθρωπος ανεξάρτητος και δυνατός, στέκεται στο προεδρείο και, μ' όλο που καταλαβαίνει πόσο ψεύτικη, πόσο αδιέξοδη είναι η θέση του, χειροκροτεί! Ένατο λεπτό! Δέκατο! Κοιτάζει με μελαγχολία τον γραμματέα της αχτιδικής επιτροπής, μα εκείνος δεν τολμάει να σταματήσει. Παραφροσύνη! Ομαδική! Τα στελέχη γυρίζουν και κοιτάζουν ο ένας τον άλλον με μιαν ανεπαίσθητη ελπίδα, αλλά και με ψεύτικο ενθουσιασμό ζωγραφισμένο στα πρόσωπά τους, και θα συνεχίσουν να χειροκροτούν ώσπου να πέσουν καταγής, ώσπου να τους βγάλουν έξω με φορείο! Μα και τότε ακόμα οι υπόλοιποι δεν θα λυγίσουν!... Στο ενδέκατο όμως λεπτό ο διευθυντής του εργοστασίου χαρτοποιίας, παίρνοντας ύφος πολυάσχολο, κάθεται στη θέση του στο προεδρείο. Και – τι θαύμα! – τι έγινε εκείνος ο γενικός ακράτητος ενθουσιασμός; Όλοι σταματούν μεμιάς τα χειροκροτήματα στο ίδιο χτύπημα και κάθονται κι αυτοί. Σώθηκαν!

Ο διευθυντής του εργοστασίου συλλαμβάνεται την ίδια νύχτα. Βρίσκουν εύκολα μιαν εντελώς άσχετη αφορμή και του φορτώνουν δέκα χρόνια. Μα αφού υπογράφεται το υπ' αριθ. 206 ανακριτικό πρωτόκολλο, ο ανακριτής του υπενθυμίζει:

–Και ποτέ να μη σταματάτε πρώτος τα χειροκροτήματα!
Αν στους διανοούμενους των έργων του Τσέχωφ, που αναρωτιόνταν συνέχεια τι θα γίνει ύστερα από είκοσι, τριάντα, σαράντα χρόνια, θα απαντούσε κανείς πως ύστερα από σαράντα χρόνια στη Ρωσία θα γίνονταν ανακρίσεις με βασανιστήρια, πως θα σφίγγανε κρανία με σιδερένια στεφάνια , πως θα βυθίζανε ανθρώπους σε λουτρά γεμάτα οξέα, πως θα τους άφηναν γυμνούς και δεμένους να βασανίζoνται από μυρμήγκια και κοριούς, πως θα έχωναν πυρακτωμένα σε φούρνους σιδερένια ραβδιά στους πρωκτούς ανθρώπων, πως θα συντρίβανε με μπότες αργά–αργά τα γεννητικά τους όργανα και, στα πιο ελαφρά βασανιστήρια, δεν θα άφηναν ανθρώπους να κοιμηθούν για μια βδομάδα, ή θα τους βασάνιζαν με τη δίψα ή θα τους έδερναν τόσο, ώστε θα καταντούσαν σωροί από ματωμένες σάρκες, κανένα από τα έργα του Τσέχωφ δεν θα έφτανε ως το τέλος και όλοι του οι ήρωες θα κατέληγαν στο φρενοκομείο.

Και όχι μόνο οι ήρωες του Τσέχωφ, αλλά και ποιος λογικός Ρώσος στις αρχές του αιώνα μας, καθώς και οποιοδήποτε μέλος του Ρωσικού σοσιαλδημοκρατικού εργατικού κόμματος, θα μπορούσε να πιστέψει, θα μπορούσε να ανεχθεί μια τέτοια κατασυκοφάντηση του φωτεινού μέλλοντος; Μέθοδοι που στέκονταν ακόμα κάπως την εποχή του τσάρου Αλεξέι Μιχαήλοβιτς, που στα χρόνια του Μεγάλου Πέτρου φαίνονταν κιόλας βαρβαρότητες, που στην εποχή του Μπιρόν εφαρμόστηκαν ίσως σε 10–20 ανθρώπους, που είχαν γίνει κάτι εντελώς απίθανο από τα χρόνια της Αικατερίνης της Μεγάλης και πέρα, εφαρμόστηκαν στο μεσουράνημα του μεγάλου εικοστού αιώνα, σε μια κοινωνία οργανωμένη με βάση τις σοσιαλιστικές αρχές, την εποχή που πετούσαν κιόλας αεροπλάνα, κι έκανε την εμφάνισή του ο ομιλών κινηματογράφος και το ραδιόφωνο, και δεν εφαρμόστηκαν από ένα μεμονωμένο κακούργο, σ' ένα μεμονωμένο απόκρυφο μέρος, αλλά από δεκάδες χιλιάδες ειδικά εκπαιδευμένα ανθρώπινα κτήνη πάνω σε εκατομμύρια ανυπεράσπιστα θύματα.

Παραθέτω μερικές δημοκρατικές μεθόδους βασανισμού:
 Μία ήπια μέθοδος βασανισμού, τήν σταλινική περίοδο είναι τό ξύπνημα τή νύκτα όπου, ξυπνημένος απότομα ο κρατούμενος (ακόμα κι αν δεν τον βασανίζουν με αϋπνία), δεν μπορεί να είναι το ίδιο ισορροπημένος και λογικός όπως τη μέρα. Είναι πάντα πιο υποχωρητικός. Άλλη μέθοδος είναι η πειθώ με ύφος ειλικρινές εκ μέρους του ανακριτή. «Όπως βλέπεις και μόνος σου, θα σου κοπανίσουν οπωσδήποτε μια ποινή. Μα αν αντισταθείς, θα ψηθείς εδώ στη φυλακή, θα χάσης την υγεία σου. Αν πας όμως σε στρατόπεδο, θα δεις το φως της μέρας, θα πάρεις αέρα... Καλύτερα λοιπόν να υπογράψεις αμέσως». Απαίσιο υβρεολόγιο. Η μέθοδος είναι απλή καί επηρεάζει ικανοποιητικά ανθρώπους καλοαναθρεμμένους και λεπτούς.
 Ψυχολογική αντίθεση, ξαφνικές μεταστροφές: στη διάρκεια όλης της ανάκρισης, ο ανακριτής είναι πολύ ευγενικός, απευθύνεται στον κατηγορούμενο με το όνομα του, καί υπόσχεται πως όλα θα πάνε καλά. Ξαφνικά αρχίζει τίς απειλές, βρίζει, ουρλιάζει. Ταπείνωση. Στα περιβόητα υπόγεια της Γκεπεού του Ροστόβ έβαζαν τους κρατούμενους που επρόκειτο να ανακριθούν να ξαπλώνουν μπρούμυτα πάνω στό πεζοδρόμιο, απαγορεύοντάς τους να σηκώσουν το κεφάλι ή να κάνουν έστω και τον παραμικρό θόρυβο. Κι έμεναν έτσι ξαπλωμένοι σαν μωαμεθανοί που προσεύχονται, ώσπου να τους αγγίξει στον ώμο ο δεσμοφύλακας, και να τους πάει στην ανάκριση. Η Αλεξάνδρα Ο–βα δεν έδωσε, όταν ήταν στη Λουμπιάνκα, τις καταθέσεις που χρειάζονταν. Τη μεταφέρανε στο Λεφόρτοβο. Εκεί, στην αίθουσα υποδοχής, η επόπτρια της φυλακής την πρόσταξε να γδυθεί, πήρε τα ρούχα της με το πρόσχημα ότι θα τα απολυμάνουν και την κλείδωσε γυμνή σε ένα «κουτί» (μικροσκοπικό κελί), όπου τήν κορόϊδευαν οι άντρες δεσμοφύλακες.

Οι άγριες μέθοδοι βασανισμού βέβαια έχουν σίγουρο αποτέλεσμα καί είναι οι ίδιες πού ακολουθούνται σέ όλα τά βάρβαρα καθεστώτα. Σβήσιμο τσιγάρου στο δέρμα τον ανακρινόμενου. Εκτυφλωτικό ηλεκτρικό φως καιει όλο το εικοσιτετράωρο στο κελί ή στο «κουτί» του κατηγορούμενου. Ο λαμπτήρας είναι υπερβολικά ισχυρός για τον μικρό χώρο με τους άσπρους τοίχους. Τα βλέφαρα παθαίνουν φλόγωση και πονάνε πολύ. Και στο ανακριτικό γραφείο του ρίχνουν πάλι προβολείς στα μάτια. Τά λευκά κελιά. Ο αντιφρονούντας κλείνεται μέσα σέ ένα «κουτί», δηλαδή ένα κασόνι ή ένα ντουλάπι, καμιά φορά εφοδιασμένο μ' ένα λαμπάκι και μ' ένα σκαμνί, άλλοτε πάλι σκοτεινό και τόσο μικρό, ώστε μόνο όρθιος μπορεί να στέκεται κανείς, όρθιος και στριμωγμένος πίσω από την πόρτα. Και τον κρατάνε εκεί μέσα κάμποσες ώρες, ή ακόμα καί μέρες. Όταν δεν έφταναν τα «κουτιά», έκαναν και το εξής. Τη Γιελένα Στρουτίνσκαγια την έβαλαν, στη Νι-Κα-Βε-Ντε του Νοβοτσερκάσκ, να καθίσει σ' ένα σκαμνί στον διάδρομο επί έξι μερόνυχτα, και μάλιστα με τέτοιο τρόπο ώστε να μην ακουμπάει πουθενά, δεν την άφηναν να κοιμηθεί, να ξαπλώσει και να σηκωθεί. Κι αυτό κράτησε έξι μερόνυχτα! Το «κουτί» μπορούσε να αντικατασταθεί με έναν λάκκο μεραρχίας, όπως γινόταν στα στρατόπεδα της στρατιάς στο Γκοροχεβέτς, στη διάρκεια του Μεγάλου Πατριωτικού πολέμου. Έριχναν τον κρατούμενο σ' έναν τέτοιο λάκκο, κάπου τρία μέτρα βαθύ και με δύο μέτρα διάμετρο, και τον άφηναν μερικά μερόνυχτα στο ύπαιθρο, συχνά κάτω από βροχή. Ο λάκκος αυτός του χρησίμευε και σαν κελί και σαν αποχωρητήριο. Και του κατέβαζαν εκεί το ψωμί, τριακόσια γραμμάρια τη μέρα, και το νερό με ένα σχοινάκι. Ο υπολοχαγός Τσουλπενιώφ, πυγμάχος, είκοσι ενός έτους, πέρασε ένα μήνα σε έναν τέτοιο λάκκο. Έπειτα από δέκα μέρες γέμισε ψείρες και στις δεκαπέντε μέρες τον κάλεσαν για πρώτη φορά στην ανάκριση. Ο απλός εξαναγκασμός του κρατούμενου σε ορθοστασία. Μπορείς να τον βάλεις να στέκεται όρθιος μόνο την ώρα της ανάκρισης, γιατί κι αυτό κουράζει και εξασθενίζει. Μπορείς όμως να τον αφήσεις να κάθεται στην ανάκριση, αλλά να τον υποχρεώνεις να στέκεται όρθιος στα διαστήματα μεταξύ των ανακρίσεων (ο σκοπός δίπλα του δεν τον αφήνει να ακουμπάει στον τοίχο και αν τον πάρει ο ύπνος και σωριαστή χάμω, τον αναγκάζει με κλωτσιές να σηκωθεί).

Αϋπνία. Η αϋπνία σε συνδυασμό με την ορθοστασία, τη δίψα, τον δυνατό φωτισμό, τον φόβο και την αβεβαιότητα θολώνει το μυαλό, υποσκάπτει τη θέληση, υποτάσσει τόν άνθρωπο. Να πως περιγράφει τα συναισθήματά του κάποιο θύμα (που πριν είχε μείνει επί εικοσιτέσσερις ώρες σ' ένα «κουτί» με κοριούς): «Νιώθω ρίγη από τη μεγάλη απώλεια αίματος. Ο βλεννογόνος υμένας των ματιών μου έχει ξεραθεί εντελώς, λες και κρατάει κάποιος ένα πυρωμένο σίδερο μπροστά τους. Η γλώσσα μου πρήστηκε από τη δίψα και με τσιμπάει σαν σκαντζόχοιρος σε κάθε της κίνηση. Αδιάκοποι σπασμοί μου μαχαιρώνουν το λαρύγγι».

Τα απομονωτήρια. Όσο άσχημο και να είναι το κελί, το απομονωτήριο είναι πάντα χειρότερο, κι όταν βρίσκεται κάποιος εκεί ονειρεύεται τήν στιγμή καί τήν ώρα πού θά γυρίσει στό κελλί του. Στο απομονωτήριο τον άνθρωπο τον βασανίζουν με την πείνα και συνήθως και με το κρύο. Τον κρατούμενο τον γδύνουν, αφήνοντάς τον μόνο με τα εσώρουχα, και πρέπει να μείνει αναγκαστικά ακίνητος στο απομονωτήριο ένα εικοσιτετράωρο, δύο ή καί παραπάνω. Τα πρώτα λεπτά σκέφτεται: "δεν θα μπορέσω να αντέξω ούτε για μια ώρα." Μα από κάποιο θαύμα ο άνθρωπος μπορεί κι αντέχει τα πέντε εικοσιτετράωρά του, ψωνίζοντας ίσως και κάποια αρρώστια, που τον βασανίζει σε όλη του τη ζωή. Μετά τον πόλεμο στις φυλακές του Τσερνόβιτσι κράτησαν ξυπόλυτη τη Μάσα Γκ. δυο ώρες με τα πόδια βουτηγμένα ως τον αστράγαλο σε παγωμένο νερό. Ομολόγησε! Ήταν δεκαοχτώ χρονών!.

Ξυλοδαρμός που δεν αφήνει ίχνη. Χτυπούν με λάστιχα, με ματσόλες και με σάκους άμμου. Πονάει πολύ όταν σε χτυπάνε στα κόκαλα, όπως και όταν σε κλοτσάει ο ανακριτής με τη μπότα του στο καλάμι, όπου το κόκαλο βρίσκεται σχεδόν στην επιφάνεια. Τον ταξίαρχο Καρπούνιτς – Μπράβεν τον χτυπούσαν 21 μέρες συνέχεια. «Πέρασαν τριάντα χρόνια και μου πονάνε ακόμα όλα τα κόκαλα και το κεφάλι». Από τις δικές του αναμνήσεις και από τις αφηγήσεις άλλων απαριθμεί 52 τρόπους βασανιστηρίων, όπως γιά παράδειγμα νά στερεώνουν τα χέρια του πολιτικού κρατούμενου μ' ένα ειδικό εργαλείο πάνω σ' ένα τραπέζι, έτσι που οι παλάμες του να ακουμπούν καλά στο ξύλο, και νά τόν χτυπούν με τη γωνία του χάρακα στις αρθρώσεις ή ακόμα καί νά του σπάνε τά δόντια. Ο συνταγματάρχης Σίντορωφ στη φυλακή του Λεφόρτοβο έδινε μετά τον πόλεμο κλωτσιές με τη μπότα του στα ανδρικά γεννητικά όργανα. Ο πόνος αυτός δεν συγκρίνεται με τίποτα και ο άνθρωπος χάνει συνήθως τις αισθήσεις του. Στη Νι-Κα-Βε-Ντε του Νοβοροσίσκ ανακάλυψαν ένα μηχανάκι για να βγάζουν τα νύχια. Ο ζουρλομανδύας εφαρμόστηκε αργότερα στίς ψυχιατρικές κλινικές, επί εποχή Μπρέζνιεφ. Και το χαλινάρι. Αυτή είναι μια μέθοδος από τη φυλακή της Σουχάνοφκα καί του Αρχαγγέλου (ανακριτής Ίβκωφ το 1940). Περνούν μια τραχιά πετσέτα από το στόμα (σου βάζουν χαλινάρι) και πάνω από την πλάτη σου δένουν τις άκρες της στις φτέρνες σου. Και έτσι, τυλιγμένος σαν ρόδα, μένεις ξαπλωμένος με την κοιλιά για ένα–δυο μερόνυχτα, ενώ η πλάτη σου τρίζει ολόκληρη, χωρίς νερό και χωρίς φαΐ.

Οι υπερπλήρεις θάλαμοι όχι μόνο αντικαθιστούσαν τα μοναχικά κελιά, αλλά και αποδείχτηκε πως ήταν πρώτης τάξεως βασανιστήριο, πολύτιμο κυρίως, γιατί διαρκούσε ολόκληρα μερόνυχτα και βδομάδες, χωρίς να καταβάλει καμιά προσπάθεια γι' αυτό ο ανακριτής: οι κρατούμενοι βασανίζονταν από τους ίδιους τους κρατούμενους! Στριμώχνανε στους θαλάμους τόσο πολλούς, ώστε δεν υπήρχε ένα κομμάτι δάπεδο για τον καθένα, δεν μπορούσαν καλά–καλά να μετακινηθούν, τσαλαπατούσε ο ένας τον άλλον και καθόταν ο ένας πάνω στα πόδια του άλλου. Έτσι στα κελιά προφυλάκισης του Κισινιέφ έχωσαν το 1945 σε ένα κελί απομονώσεως 18 ανθρώπους, στο Λουγκάνσκ το 1937 15 κρατούμενους, ενώ ο Ιβάνωφ–Ραζούμνικ έμενε το 1938 στο Μπουτύρκι σε έναν θάλαμο για 25 άτομα μαζί με 140 (τα αποχωρητήρια ήταν τόσο φορτωμένα, ώστε πήγαιναν εκεί τους κρατούμενους μόνο μια φορά το εικοσιτετράωρο). Ο ίδιος υπολόγισε πως στο «χώρο υποδοχής» της Λουμπιάνκα, για βδομάδες ολόκληρες, αναλογούσε από 1 τετρ. μέτρο χώρος για τρείς ανθρώπους. Το κελλί δεν είχε ούτε παράθυρα, ούτε εξαερισμό, και με τη θερμότητα από τα σώματα και τις αναπνοές η θερμοκρασία ανέβαινε στους 45 βαθμούς. Όλοι κάθονταν μόνο με τα εσώρουχα, τα γυμνά τους κορμιά ήταν συμπιεσμένα και από τον ξένο ίδρωτα το δέρμα πάθαινε έκζεμα. Έτσι έμεναν εβδομάδες ολόκληρες.....


Τραγικά θύματα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου ήταν οι εκατομμύρια Ρώσοι στρατιώτες πού πιάστηκαν αιχμάλωτοι από τούς Γερμανούς.
Δεινοπάθησαν ως κρατούμενοι στά ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης καί όσοι εξ αυτών επέζησαν, μετά τήν συντριβή του Χίτλερ, θεωρήθηκαν προδότες από τόν Στάλιν καί γυρίζοντας στήν πατρίδα "φιλοξενήθηκαν" πλέον στά κομμουνιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης της Σιβηρίας, όπου οι περισσότεροι πέθαναν εργαζόμενοι σαν σκλάβοι. Παρακάτω διαβάζουμε γιά τήν περιπέτεια ενός στρατιώτη του Κόκκινου Στρατού του Γιούρι Νικολάγιεβιτς:
.... Η πυροβολαρχία που διοικούσε, περικυκλώθηκε κοντά στη Λούγκα από τούς Γερμανούς. Αυτός και οι άντρες του σκορπίσανε, αλλά δεν κατάφεραν να αποφύγουν την αιχμαλωσία. Ο Γιούρι βρέθηκε στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως για αξιωματικούς κοντά στη Βίλνα. Στη ζωή κάθε ανθρώπου υπάρχει κάποιο γεγονός που καθορίζει την ύπαρξή του – και τη μοίρα του, και τις πεποιθήσεις του, και τα πάθη του. Δυο χρόνια σ' αυτό το στρατόπεδο, άλλαξαν ριζικά τον Γιούρι. Όσα έγιναν εκεί δεν περιγράφονται με λόγια, ούτε εξηγούνται με συλλογισμούς. Σ' αυτό το στρατόπεδο οι κρατούμενοι έπρεπε να πεθάνουν, και όποιος δεν πέθαινε έπρεπε να βγάλει συμπεράσματα.

Να επιζήσουν μπορούσαν μόνο οι όρντνερ, δηλαδή τα μέλη της εσωτερικής αστυνομίας του στρατοπέδου, οι οποίοι διαλέγονταν μεταξύ των κρατουμένων. Ο Γιούρι δεν έγινε φυσικά όρντνερ. Επιζούσαν ακόμα και οι μάγειροι. Μπορούσαν ακόμα να επιζήσουν και οι διερμηνείς, γιατί οι Γερμανοί τους χρειάζονταν. Ο Γιούρι ήξερε περίφημα τα γερμανικά, αλλά το έκρυψε. Καταλάβαινε πολύ καλά πως σαν διερμηνέας θα αναγκαζόταν να καρφώνει τους δικούς του. Μπορούσε επίσης να απομακρύνει κανείς τον θάνατο σκάβοντας τάφους, αλλά γι' αυτή τη δουλειά υπήρχαν άλλοι πιο γεροί και πιο γρήγοροι από αυτόν. Ο Γιούρι δήλωσε πως είναι ζωγράφος. Του έδωσαν ένα ξεχωριστό δωμάτιο στο παράπηγμα και εκεί ο Γιούρι ζωγράφιζε για τους Γερμανούς αξιωματικούς διάφορους μικρούς πίνακες, και γι' αυτή τη δουλειά του έδιναν κάτι να τρώει. Το νεροζούμι, που για να το πάρουν οι αιχμάλωτοι αξιωματικοί στέκονταν στην ουρά με τις καραβάνες τους από τις έξι το πρωί, ενώ οι όρντνερ τους χτυπούσαν με τα μπαστούνια και οι μάγειροι με τις κουτάλες, δεν μπορούσε να κρατήσει έναν άνθρωπο στη ζωή. Τα βράδια από το παράθυρο της κάμαράς του ο Γιούρι έβλεπε τα θηριόμορφα όντα που κάποτε υπήρξαν Ρώσοι αξιωματικοί. Τα όντα αυτά τώρα ροκανίζανε κόκαλα από ψόφια άλογα, έψηναν ζυμάρι φτιαγμένο από φλούδες πατάτας, καπνίζανε κοπριά και πάνω τους σαλεύανε ολόκληρα κοπάδια από ψείρες. Δεν είχαν ψοφήσει ακόμα όλα αυτά τα δίποδα. Δεν είχαν χάσει ακόμα όλα την έναρθρη μιλιά τους και στην πορφυρή ανταύγεια της φωτιάς έβλεπες πως κάποιο κατάλοιπο νοημοσύνης υπήρχε ακόμα στα πρόσωπά τους.....

Η πίκρα γεμίζει το στόμα! Η ζωή, που καταφέρνει να διατηρεί ο Γιούρι, δεν είναι πια ακριβή ούτε σ' αυτόν τον ίδιο. Δεν είναι από εκείνους που δέχονται εύκολα να ξεχάσουν. Όχι, του είναι γραφτό να επιζήσει, πρέπει λοιπόν να βγάλει συμπεράσματα. Είναι ήδη γνωστό πως αιτία δεν είναι οι Γερμανοί, ή μάλλον πως δεν είναι μόνο οι Γερμανοί, πως από τους αιχμαλώτους πολλών εθνοτήτων μόνο οι Σοβιετικοί ζουν έτσι και πεθαίνουν έτσι. Κανείς δεν ζει χειρότερα από τους Σοβιετικούς. Ακόμα και οι Πολωνοί, ακόμα και οι Γιουγκοσλάβοι ζουν σε πιο υποφερτές συνθήκες, και όσο για τους Άγγλους και τους Νορβηγούς, αυτοί είναι παραφορτωμένοι με δέματα του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και με δέματα από τα σπίτια τους και δεν θέλουν πια να παίρνουν το γερμανικό συσσίτιο. Όπου τα στρατόπεδα βρίσκονται δίπλα – δίπλα, οι σύμμαχοι δίνουν από καλοσύνη το συσσίτιό τους στους δικούς μας πάνω από τα σύρματα και οι δικοί μας πέφτουν επάνω σε ότι τους δίνουν σαν σκυλιά σε κόκαλα. Οι Ρώσοι σηκώνουν όλο το βάρος του πολέμου, και όμως σ' αυτούς έλαχε ένας τέτοιος κλήρος. Γιατί;

Από εδώ κι από εκεί έρχονται σιγά – σιγά οι διευκρινίσεις: η ΕΣΣΔ δεν αναγνωρίζει τη ρωσική υπογραφή στη σύμβαση της Χάγης για τους αιχμαλώτους και επομένως δεν αναλαμβάνει καμιά υποχρέωση σχετικά με τη μεταχείριση των αιχμαλώτων, ούτε απαιτεί την προστασία των δικών της στρατιωτών και αξιωματικών που αιχμαλωτίσθηκαν. Η ΕΣΣΔ δεν αναγνωρίζει τον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό. Η ΕΣΣΔ δεν αναγνωρίζει τους χθεσινούς στρατιώτες της: δεν σκοπεύει να τους υποστηρίξει στην αιχμαλωσία τους. Οταν οι Γερμανοί υποχωρούσαν ο Γιούρι συνελήφθηκε από τούς Σοβιετικούς καί βρέθηκε στο κελί μας γιά τρεις εβδομάδες. Τον πήραν από το κελί μας καί κανείς από όσους ρώτησα δέν έτυχε νά τόν συναντήσει ποτέ.....
Στήν Ρωσία των τσάρων, από τόν 17ο αιώνα μέχρι τόν 19ο αιώνα, καταδικάζονταν κρατούμενοι σέ θάνατο καί γίνονταν εκτελέσεις πολιτικών ή ποινικών κρατουμένων, μερικών εκατοντάδων κάθε χρόνο. Στα τριάντα χρόνια από το 1876 ως το 1905  τήν εποχή των μαζικών απεργιών και των ταραχών των αγροτών, εκτελέστηκαν 486 άτομα, δηλαδή περίπου 17 τον χρόνο σε όλη τη χώρα. Στη διάρκεια της πρώτης επανάστασης και της καταστολής της, ο αριθμός των εκτελέσεων αυξήθηκε απότομα, προκαλώντας δάκρυα στον Τολστόι και αγανάκτηση στον Κορολένκο και σε πολλούς άλλους: από το 1905 ως το 1908 εκτελέστηκαν περίπου 2200 άτομα. Πραγματική επιδημία εκτελέσεων, όπως γράφει ο Ταγκάντσεφ.

Ποιος νομομαθής, ποιος ιστορικός του ποινικού δικαίου θα μας δώσει συγκεκριμένα στατιστικά στοιχεία για τις εκτελέσεις της περιόδου 1937-1938; Που βρίσκονται τα ειδικά αρχεία, όπου θα μπορούσαμε να διαβάσουμε τους αριθμούς; Δεν υπάρχουν. Και δεν θα υπάρξουν ποτέ. Ας τολμήσουμε λοιπόν να επαναλάβουμε μόνο τους αριθμούς που κυκλοφορούσαν το 1939 - 40 κάτω από τις καμάρες της φυλακής του Μπουτύρκι και προέρχονταν από διάφορους σημαίνοντες ή μεσαίους πράκτορες του Γιεζώφ, οι οποίοι είχαν περάσει πριν από λίγο καιρό από εκείνα τα κελιά. Αυτοί οι πράκτορες λοιπόν έλεγαν πως σ' αυτά τα δυο χρόνια τουφεκίστηκαν ΜΙΣΟ ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΟ πολιτικοί κρατούμενοι.

Είναι άραγε απίθανοι αυτοί οι αριθμοί; Αν λάβουμε υπόψη πως οι εκτελέσεις γίνονταν όχι επί δύο χρόνια, αλλά μόνο επί ενάμιση χρόνο, θα έχουμε κατά μέσον όρο 28 χιλιάδες εκτελεσμένους τον μήνα για όλη τη Σοβιετική Ένωση. Μα πόσα ήταν τα μέρη όπου γίνονταν εκτελέσεις; Ο υπολογισμός μας θα είναι πολύ μετριοπαθής, αν πούμε εκατό πενήντα. (Ασφαλώς ήταν περισσότερα. Μόνο στο Πσκώφ, σε πολλές εκκλησίες, τα πρώην κελιά των αναχωρητών στα υπόγεια είχαν μετατροπή από τη Νι-Κα-Βε-Ντε σε θαλάμους βασανιστηρίων και εκτελέσεων. Ακόμα και το 1953 απαγορευόταν να μπαίνουν τουρίστες σ' αυτές τις εκκλησίες. Πριν αρχίσουν τα έργα της αναστήλωσης των εκκλησιών, έβγαζαν από εκεί ολόκληρα καμιόνια με κόκαλα). Μήπως ο αριθμός σας φαίνεται φανταστικός; Μα είναι πολύ κάτω από την πραγματικότητα! Σύμφωνα με άλλες πηγές, ως την 1η Ιανουαρίου 1939 είχαν τουφεκισθεί 1.700.000 άτομα.

Εξι κολχόζνικοι από τα περίχωρα του Τσάρσκογιε Σελό που έφταιξαν γιατί μετά τον θερισμό του κολχόζ (με τα δικά τους τα χέρια) πήγαν και θέρισαν τα σημεία όπου το έδαφος ήταν ανώμαλο, για να εξασφαλίσουν τροφή στις αγελάδες τους. Καί οι έξι αυτοί αγρότες εκτελέστηκαν!

1937. Ο αγρονόμος μιας επαρχίας καταδικάστηκε σε θάνατο γιατί έκανε λάθος στην ανάλυση του σπόρου των κολχόζ!

1937. Ο Μέλκικωφ, πρόεδρος ενός βιοτεχνικού συνεταιρισμού, καταδικάστηκε σε θάνατο γιατί στο εργαστήριό του έγινε πυρκαγιά από μια σπίθα μηχανής!.

Στην ίδια φυλακή του Κρέστι, το 1932, περίμεναν τον θάνατό τους: ο Φέλντμαν, γιατί στο σπίτι του βρέθηκε συνάλλαγμα, κι ο Φαϊτέλεβιτς, πρώην μαθητής του Ωδείου, γιατί πούλησε μια μεταλλική ταινία για να φτιαχτούν πέννες. Το πατροπαράδοτο εμπόριο, ο βιοπορισμός και η ψυχαγωγία των Εβραίων, έγιναν κι αυτά αιτία θανατικής καταδίκης!

Δεν πρέπει λοιπόν ν' απορεί κανείς για το γεγονός πως καταδικάστηκε σε θάνατο ένας νεαρός αγρότης από το Ιβάνοβο, ο Γιεράσκα. Στην ανοιξιάτικη γιορτή του Αγίου Νικόλα, ο Γιεράσκα γλέντησε στο γειτονικό χωριό, ήπιε γερά κι έδωσε μια μ' ένα παλούκι στον πισινό - όχι του χωροφύλακα, όχι! - μα του αλόγου του χωροφύλακα! .......


10.000.000  ΟΥΚΡΑΝΟΙ - ΕΝΤΟΜΑ  ΕΞΟΛΟΘΡΕΥΤΗΚΑΝ  ΣΕ  ΔΥΟ  ΧΡΟΝΙΑ  ΑΠΟ  ΤΟΝ  ΙΟΥΔΑΙΟ  ΚΑΓΚΑΝΟΒΙΤΣ.  
ΠΟΙΟ  ΧΟΛΥΓΟΥΝΤ  ΘΑ  ΚΛΑΨΕΙ  ΓΙ  ΑΥΤΟΥΣ  ΤΟΥΣ  ΦΤΩΧΟΥΣ  ΑΓΡΟΤΕΣ;

Τό 2006, το Ουκρανικό κοινοβούλιο, μέ ένα ψήφισμά του, καταδίκασε τήν γενοκτονία δέκα εκατομμυρίων Ουκρανών, πού προκλήθηκε από πείνα, τήν περίοδο 1932-1933. Εκείνη τήν περίοδο όλοι οι Ουκρανοί αγρότες, ήταν αναγκασμένοι νά εργάζονται από κοινού σέ αγροκτήματα (κολλεκτίβες) καί ενώ οι ίδιοι δέν αποκόμιζαν τίποτα από τήν εργασία τους, ολόκληρη η παραγωγή πήγαινε στό κράτος. Τό 80% των ιδιόκτητων αγροκτημάτων είχε περιέλθει στήν κυριότητα του κράτους, κάτι πού σήμαινε ότι οι περισσότεροι αγρότες είχαν χάσει τίς περιουσίες τους καί τά κτήματά τους από τά οποία ζούσαν. Οσοι τόλμησαν νά αντισταθούν εκτελέστηκαν επί τόπου. Οσοι έκρυβαν τρόφιμα στό σπίτι τους, στέλνονταν στήν Σιβηρία μέ τήν κατηγορία "κλοπή σοσιαλιστικής ιδιοκτησίας". Ο επερχόμενος χειμώνας βρήκε τούς αγρότες χωρίς τροφή, μέ αποτέλεσμα εκατομμύρια νά σωριάζονται στούς δρόμους καί νά πεθαίνουν από ασιτία καί εξάντληση. Οσοι είχαν δυνάμεις μετανάστευαν πρός τίς πόλεις γιά νά επιβιώσουν. Όσοι, πάλι προσπαθούσαν νά δραπετεύσουν πρός τήν Βεσσαραβία ή πρός τήν Ρουμανία, τουφεκίζονταν από τούς κομμουνιστές ή από τά μέλη της Komsomol.

Σύμφωνα μέ τόν αμερικάνο δημοσιογράφο Thomas Walker, ο οποίος είχε ταξιδέψει στίς ουκρανικές πεδιάδες, η κατάσταση ήταν πέρα ως πέρα τραγική:
«Είκοσι μίλλια νοτίως του Κίεβο, συνάντησα ένα χωριό τό οποίο είχε πλήρως εξοντωθεί από τήν πείνα. Είχε δεκαπέντε σπίτια καί 50 ανθρώπους. Ολα τά σκυλιά καί οι γάτες είχαν φαγωθεί. Σέ μία καλύβα μαγείρευαν σέ μία χύτρα κάτι κόκκαλα καί δέρμα από γουρούνι. Ο τρόπος πού οι υπόλοιποι κάτοικοι παρατηρούσαν αυτή τήν μάζα πού βρίσκονταν στην κατσαρόλα, μαρτυρούσε τό βαθμό της πείνας τους. Σέ ένα παιδάκι τά πόδια καί τά χέρια ήταν σκέτα κόκκαλα, ενώ τό στομαχάκι του ήταν πρησμένο καί διπλάσιο από τό κανονικό του μέγεθος. Ηταν ορφανό καί μέ πήγε καί μού έδειξε τό νεκρό πατέρα του, τόν οποίο είχε καλύψει μέ άχυρα. Δέν μπόρεσε νά τόν θάψει γιατί οι κομμουνιστές είχαν κατασχέσει όλα τά φτυάρια καί τά σκαπτικά εργαλεία. Μού είπε ότι η μητέρα του είχε φύγει μία μέρα από τό σπίτι γιά νά βρεί φαγητό καί δέν είχε ξαναγυρίσει».


"ΕΛΛΗΝΕΣ,  ΑΛΛΑ  ΒΛΑΒΕΡΑ  ΕΝΤΟΜΑ"

Ο Ιβάν Τζουχά συγκέντρωσε στοιχεία γιά πολλούς Ελληνες, σοβιετικής υπηκοότητας, πού είτε εκτελέστηκαν είτε εξοντώθηκαν μέ αργό θάνατο στά στρατόπεδα του θανάτου. (Μόνο στην περιοχή του Ντονέτσκ, στην Κριμαία, από τις 20 Ιανουαρίου έως τις 5 Φεβρουαρίου του 1938 τουφεκίστηκαν χωρίς δίκη 3140 Ελληνες. Μέσα σ' ένα μήνα στην Μαριούπολη συνελήφθησαν 8000 Ελληνες και σχεδόν όλοι εκτελέστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες. Στο Κρασνοντάρ συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν 5000 καί άλλοι τόσοι στο Βατούμ και το Σοχούμ).

Ο Παναγιωτίδης ήταν κρατούμενος πού δούλευε σέ θερμοκρασία -50 βαθμών Κελσίου καί τά βράδια άκουγε τήν ποντιακή λύρα, τόν κεμετζέ, στόν κοιτώνα του. Επιβίωσε γιατί τρεφόταν μέ ψόφια άλογα, ενώ οι συγκρατούμενοί του πού τρέφονταν μέ μπλιγούρι καί 300 γραμμάρια ψωμί, έπαθαν σκορβούτο καί τυφλώθηκαν από τήν αβιταμίνωση. Ο Γεράσιμος Βαρελάς μέλος του ΚΚΣΕ, συνελήφθη μία νύκτα του καλοκαιριού στό σπίτι του, καί όταν τον πήραν, η γυναίκα του τόν ρώτησε, γιατί παίρνει τό βαρύ πανωφόρι του. Αυτός, σάν μέλος του κόμματος είχε καταλάβει....

Ο Γιωργάκης Στασινόπουλος ήταν διευθυντής σέ εργοστάσιο της Μόσχας. Ενα βράδυ, η γυναίκα του τού τηλεφώνησε καί του είπε νά μήν αργήσει γιατί οι καιροί είναι επικίνδυνοι. Ο Στασινόπουλος της είπε νά μήν ανησυχεί γιατί "τούς αθώους δέν τούς πειράζουν". Τόν πήραν τό ίδιο βράδυ... Η Κλεοπάτρα Μαρουφίδου ήρθε στην Ελλάδα από τη Ρωσία το 1999. Συνελήφθη με την κατηγορία της κατασκοπείας, φυλακίστηκε, εκτοπίστηκε στις στέπες του Καζακστάν, αλλά, όπως λέει, «στάθηκα τυχερή, γιατί αν με είχαν στείλει στα γκούλαγκ, το πιο πιθανό ήταν να είχα πεθάνει όπως τόσοι άλλοι». Σε ένα από αυτά τα γκούλαγκ εκτελέστηκε ο πατέρας της ως κατάσκοπος των Ελλήνων. Τόν Τριανταφυλλίδη επίτροπο ορθόδοξης εκκλησίας, τόν πήραν καί τόν εκτέλεσαν μέ συνοπτικές διαδικασίες, τόν Δεκέμβριο του 1937.

Ο Γεώργιος Γαβρίλωφ συνελήφθη από τούς Γερμανούς τό 1941 στή νότια Ρωσία, καί τόν έστειλαν σέ καταναγκαστική εργασία στήν Αυστρία. Οταν μετά τό τέλος του πολέμου, επέστρεψε στήν πατρίδα του ελεύθερος, οι κομμουνιστές ...τόν φόρτωσαν σέ τραίνο γιά τήν Κολυμά. Του απήγγειλαν κατηγορία επτά μήνες αργότερα: "Προδοσία της πατρίδας".

Η Βάλια Μουρατίδου ήταν 15 χρονών όταν η αστυνομία συνέλαβε τον πατέρα της, Δημήτρη στο Βατούμι. «Ηταν Δευτέρα, 19 Δεκεμβρίου του 1937, και το πρωί κατεβήκαμε από το χωριό με τον πατέρα μου στο Βατούμι, αυτός για να πάει στη δουλειά του και εγώ στο σχολείο. Δύο ώρες μετά ήρθε ένας θείος μου και μου είπε ότι τον “πήραν”. Τον κράτησαν ένα χρόνο στις φυλακές στο Βατούμι με άλλους Ελληνες. Ολοι τους πιάστηκαν με την ψεύτικη κατηγορία της υπονόμευσης του κράτους και της κατασκοπείας. Οι συνθήκες ήταν απάνθρωπες στη φυλακή, τα βασανιστήρια καθημερινό φαινόμενο. Πολλοί δεν άντεξαν και υπέγραψαν ότι αποδέχονται τις κατηγορίες και τους έστειλαν στα στρατόπεδα εργασίας. Λόγω των συνθηκών, αναγκαστήκαμε να φύγουμε στην Ελλάδα και αρχές του 1947 ένας εξάδελφος μας έγραψε ότι έμαθε από κάποιον που επέζησε πως “ο θείον ο Δημητρόν απέθανεν”». 




«Πρέπει να καταλάβετε, οι κορυφαίοι μπολσεβίκοι που κυβέρνησαν την Ρωσία δεν ήταν Ρώσοι. Μισούσαν τους Ρώσους. Μισούσαν τους χριστιανούς. Καθοδηγούμενοι από εθνοτικό μίσος βασάνισαν και έσφαξαν εκατομμύρια Ρώσους χωρίς ίχνος ανθρώπινης μεταμέλειας. Αυτό  δεν μπορεί να υπερεκτιμηθεί. Ο Μπολσεβικισμός διέπραξε την μεγαλύτερη ανθρώπινη σφαγή όλων των εποχών. Το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου είναι αδαές και αδιάφορο για αυτό το τεράστιο έγκλημα είναι η απόδειξη ότι τα παγκόσμια μέσα μαζικής ενημέρωσης είναι και  σήμερα  στα χέρια των δραστών».

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ  ΣΟΛΖΕΝΙΤΣΙΝ 
(1918 - 2008)



ΖΗΝΩΝ  ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...