Ο αρχικός Γερμανικός τίτλος που δόθηκε στον πίνακα από τον Μουνκ ήταν Der Schrei der Natur (Ο Λυγμός της Φύσης). Η «Κραυγή» είναι μία εκπληκτική έκφραση υπαρξιακής φρίκης. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που το έχουν χαρακτηρίσει «Μόνα Λίζα» της εποχής του.
Η σύνθεση του πίνακα περιγράφεται γλαφυρά σε
ένα ποίημα, γραμμένο από τον ίδιο το ζωγράφο:
«Περπατούσα κατά μήκος του δρόμου με δυο
φίλους Ο Ήλιος έδυε Ο Ουρανός γύρισε σ' ένα αιματηρό κόκκινο Και ένιωσα μια
πνοή Μελαγχολίας Κάθισα Ακόμα θανατηφόρα κουρασμένος από το μπλε-μαύρο Τα φιόρδ
και η πόλη κρέμαγαν Αίμα και Γλώσσες Φωτιάς Οι φίλοι μου συνέχισαν έμεινα πίσω
έτρεμα με Ανησυχία Ένιωσα τη μεγάλη Κραυγή στη Φύση».
Η
ιστορία της «Κραυγής»
Το πιο διάσημο έργο του Νορβηγού ζωγράφου Έντβαρτ Μουνκ είναι η «Κραυγή», ένας από τους πιο αναγνωρίσιμους
και πολύτιμους πίνακες στον κόσμο.
Η «Κραυγή»
προέκυψε σε μία από τις δύσκολες στιγμές
στη ζωή του Μουνκ.
Ο καλλιτέχνης ήταν ένας νεαρός άνδρας στο
χείλος μιας ολικής ψυχικής κατάρρευσης όταν, περπατώντας με φίλους του στο Όσλο
ένα βράδυ, είδε κάτι που ενέπνευσε το αριστούργημά του το 1893.
Βρίσκονταν κοντά στον λόφο Έκεμπεργκ – κοντά
στο άσυλο που ήταν φυλακισμένη η αδερφή του και σε ένα σφαγείο, όπου οι κραυγές
των ζώων που πέθαιναν συνδυάζονταν με τις κραυγές των ψυχικά διαταραγμένων
ασθενών – όταν ξαφνικά, όλα αυτά ήταν πάρα πολλά για τον Μουνκ, ο οποίος ήταν
ήδη, όπως το έθεσε, σε «τεντωμένο σκοινί» με την φύση να «ουρλιάζει στο αίμα
μου» και να του δίνει την « αίσθηση πως δεν θα μπορούσε ποτέ ξανά να ζήσει».
Αυτή ήταν η στιγμή. «Ο ουρανός έγινε κόκκινος
σαν αίμα. Σταμάτησα και ακούμπησα στον φράχτη, νιώθοντας απίστευτα κουρασμένος»
έγραψε.
«Γλώσσες φωτιάς και αίμα εκτίνονταν παντού.
Οι φίλοι μου συνέχισαν να περπατούν, ενώ εγώ έμεινα πίσω, τρέμοντας από φόβο.
Τότε άκουσα την τεράστια, ατελείωτη κραυγή της φύσης».
Και κατά πάσα πιθανότητα, έτρεξε στο σπίτι
του για να το καταγράψει στο ημερολόγιό του προτού η στιγμή αυτή χαθεί για
πάντα.
Πάνω από 125 χρόνια αργότερα, το πορτρέτο του
Μουνκ (ή πιθανότατα αυτοπροσωπογραφία) μιας μορφής με ένα κρανίο για κεφάλι και
ένα ορθάνοιχτο στόμα, παραμένει θρυλικό.
Ο καλλιτέχνης δημιούργησε πέντε εκδοχές του
έργου – δύο πίνακες, δύο έργα με παστέλ και μια λιθογραφία – μέσα σε μια
περίοδο 27 ετών.
Ένας από τους πίνακες, μια έκδοση με παστέλ
του 1895, που ανήκε στον Νορβηγό επιχειρηματία Πίτερ Όλσεν, πουλήθηκε στο
Sotheby’s του Λονδίνου για την τιμή ρεκόρ των 120 εκατομμυρίων δολαρίων τον
Μάιο του 2012.
Δύο εκδοχές έχουν κλαπεί. Τον Φεβρουάριο του
1994, δύο άνδρες μπήκαν στην Εθνική Πινακοθήκη του Όσλο και έκλεψαν την
«Κραυγή» αφήνοντας ένα σημείωμα: «Ευχαριστούμε για την κακή ασφάλεια». Η
γκαλερί αρνήθηκε να καταβάλει λίτρα αξίας ενός εκατομμυρίου δολαρίων, αλλά ο
πίνακας ανακτήθηκε τρεις μήνες αργότερα χωρίς να έχει καμία ζημιά.
Δέκα χρόνια αργότερα, η εκδοχή της «Κραυγής»
που είχε φιλοτεχνήσει το 1910 εκλάπη, αλλά αργότερα ανακτήθηκε, δυστυχώς
έχοντας υποστεί σοβαρή καταστροφή. Είναι η λιθογραφία που θα εκτεθεί σε μια
έκθεση αφιερωμένη στο έργο του Μουνκ στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου από τον
Απρίλιο. Πιστεύεται πως ο Νορβηγός ζωγράφο έφτιαξε έναν μικρό αριθμό αντίγραφων
προτού η πέτρα (που έχει το σχέδιο) χαθεί ή καταστραφεί.
Έκτοτε, ατελείωτες εκδοχές της διάσημη
φιγούρας έχουν χρησιμοποιηθεί σε κάρτες, κούπες, μπλουζάκια και ημερολόγια, σε
μια διαφημιστική εκστρατεία των M&M και σε μια σειρά γραμματοσήμων. Υπάρχει
επίσης ακόμη και ένα emoji της «Κραυγής».
Η ζωή
του Μουνκ
Ο Έντβαρτ Μουνκ γεννήθηκε σε ένα χωριό κοντά
στην Κριστιανία (σημερινό Όσλο) το 1863 από τον Κρίστιαν Μουνκ, έναν
χαμηλόμισθο στρατιωτικό γιατρό και την Λόρα, που είχε την μισή του ηλικία όταν
παντρεύτηκαν. Μετά τον θάνατο της Λόρα, ο Κρίστιαν έκανε ότι καλύτερο μπορούσε,
προσπάθησε να διδάξει στα παιδιά του ιστορία και λογοτεχνία, και ζήτησε την
βοήθεια της αδερφής του Κάρεν. Αλλά δεν πληρωνόταν και πολύ καλά και η
οικογένειά του αναγκαζόταν συνεχώς να μετακομίζει από το ένα φθηνό διαμέρισμα
στο άλλο και από τότε, ο νεαρός Μουνκ είχε εμμονή με τα σκίτσα, καταγράφοντας
κάθε εσωτερικό και κάθε τοπίο στα πρώτα του σχέδια και τις ακουαρέλες του.
Στην ηλικία των 16 ετών, πήγε σε τεχνικό
σχολείο για να σπουδάσει μηχανική, αλλά παρά το γεγονός ότι ήταν εξαιρετικός
στις επιστήμες, αποφάσισε να γίνει ζωγράφος και εγγράφηκε στην βασιλική Σχολή
Τέχνης και Σχεδίου στην Κριστιανία για να προσπαθήσει να «χρησιμοποιήσει την
τέχνη για να εξηγήσει την ζωή και την έννοιά της στον ίδιο του τον εαυτό».
Το 1883 έκανε το ντεμπούτο του στην τοπική
Έκθεση Βιομηχανίας και Τέχνης, έκανε μια έκθεση στην Αμβέρσα και σπούδασε στο
Παρίσι σε ηλικία μόλις 25 ετών. Αργότερα καθιερώθηκε στη διεθνή σκηνή, με
περισσότερους τρόπους από την τέχνη.
Υπό την κηδεμονία του φιλόσοφου, πολιτικού
ακτιβιστή και αρχηγού του νορβηγικού «Boheme» Χανς Τζέγκερ, αγκάλιασε τον μποέμ
τρόπο ζωής με ένα λαμπρό πάθος.
Έπινε, ερωτευόταν, είχε πολλές, πολλές
συντρόφους και ζωγράφιζε σαν τρελός – πάντα περιπετειώδη, συχνά πρωτοποριακά
θέματα, βαθιά επηρεασμένος από σύγχρονες ιδέες, στοχαστές και καλλιτέχνες όπως
οι Μάξ Κλίγκερ, Φρίντριχ Νίτσε, Σίγκμουντ Φρόιντ και Ερρίκος Ίψεν.
Στην τέχνη ήταν πάντα στο προσκήνιο και
αγνοούσε με ευχαρίστηση τις αποδεκτές μορφές. Δεν φοβόταν να δουλεύει ένα έργο
ξανά και ξανά, ενημερώνοντάς το με την πάροδο του χρόνου.
Πλημμυρισμένα από συναισθήματα συγκίνησης,
απελπισίας, άγχους, προκαταλήψεων και θανάτου, τα έργα του όπως «Η Κραυγή»
ήρθαν αντιμέτωπα με το γαλλικό ιμπρεσιονιστικό κίνημα της εποχής, όπου οι
συγκινήσεις απουσιάζουν και το σκοτάδι έχει σβηστεί. Δεν αποτελεί λοιπόν,
έκπληξη πως οι πίνακες του Μουνκ δεν ήταν δημοφιλείς.
Οι λιθογραφίες του, με την δική τους χωριστή
αγορά για πιο απαιτητικούς συλλέκτες ήταν αυτές που τον έβαλαν στον παιχνίδι
και πυροδότησαν την ζήτηση για τους πίνακές του.
Όσο για την ερωτική του ζωή, ο Μουνκ είχε
αμέτρητες σχέσεις, αλλά ήταν απρόθυμος να δεσμευτεί σε μια γυναίκα. Αγαπούσε το
σεξ, λάτρευε τους οίκους ανοχής και κάποτε πέρασε όλα τα Χριστούγεννα σε ένα,
αλλά ήταν απελπισμένος στις σχέσεις – πιστεύοντας πως ήταν ακατάλληλος για να
γίνει πατέρας.
Στη συνέχεια, το 1898, συνάντησε μια
ελκυστική, πλούσια γυναίκα με το όνομα Τουλα Λάρσεν, η οποία έγινε εμμονική
μαζί του. Αυτός την απέρριψε αλλά εκείνη τον ακολούθησε. Όταν αρνήθηκε να την
παντρευτεί, αυτή απείλησε να αυτοκτονήσει.
Η σχέση τους με πολλές διακυμάνσεις
συνεχίστηκε για 4 χρόνια, μέχρι που τα πράγματα πήραν μια άσχημη τροπή σε ένα
περίεργο περιστατικό πυροβολισμού με ένα περίστροφο, με αποτέλεσμα να χάσει το
μεγαλύτερο μέρος ενός δαχτύλου στο αριστερό του χέρι.
Στο τέλος, η Τούλα παντρεύτηκε έναν από τους
νεότερους συναδέρφους του, ενώ ο Μουνκ παρέμεινε μνησίκακος για χρόνια. Παρά
ταύτα, δημιούργησε την περίφημη σειρά έργων του για την αγάπη και τον θάνατο με
τίτλο «Η Ζωφόρος της Ζωής» που έκανε το ντεμπούτο της στο Βερολίνο το 1902.
Τελικά, όμως, η κατανάλωση υπερβολικά μεγάλης
ποσότητας αψεντιού και οίνου και η ύπαρξη μιας πολύ μικρής δομής στη ζωή του,
ήταν πολλά για την εύθραυστη υγεία του Μουνκ και το 1909 υπέστη ένα νευρικό
κλονισμό. Μετά από μια ηλεκτροθεραπεία και μια σύσταση να σταματήσει να πίνει,
αποφάσισε να ζήσει μια πιο ήσυχη και πιο απομονωμένη ζωή.
Σε αντίθεση με ορισμένους καλλιτέχνες, ο
Μουνκ έγινε διάσημος εν ζωή, αν και ο έργο του «Η Κραυγή» δεν ήταν τόσο γνωστό
όσο σήμερα. Ζούσε καλά, αν και όχι πλούσια, έχοντας πουλήσει πολλά έργα του
επειδή ήταν τόσο παραγωγικός. Είχε δύο ιδιοκτησίες όταν πέθανε αλλά δεν ήταν
ενδιαφερόταν για τα χρήματα και ήταν απρόσεκτος με αυτά.
Ζούσε μόνος για δεκαετίες μαζί με τα
αγαπημένα του σκυλιά και τα άλογά του, αλλά παρέμενε συνδεδεμένος με τον
σύγχρονο κόσμο. Λάτρεψε την φωτογραφία και τον κινηματογράφο και το έργο του
συνέχισε να επηρεάζει πολλούς καλλιτέχνες κατά την διάρκεια της ζωής του και
μετά τον θάνατό του.
Τα τελευταία 27 χρόνια της ζωής του πέρασε
τον χρόνο του στο αγρόκτημά του, κοντά στο Όσλο, συνεχίζοντας να ζωγραφίζει με
πάθος – κυρίως αυτοπροσωπογραφίες – ακόμη κι όταν η όρασή του δεν ήταν και πολύ
καλή μετά από μια αιμορραγία στο μάτι του.
Ποτέ δεν παντρεύτηκε και πάντα επέμεινε πως
οι πίνακές του ήταν τα πραγματικά παιδιά του – οι συλλήψεις του, όπως τις
αποκαλούσε. Μισούσε να τους πουλάει, συχνά έφτιαχνε αντίγραφα ή άλλες εκδόσεις
για να τις κρατά για τον εαυτό του, και δεν ήθελε να τους αποχωρίζεται.
Όταν πέθανε, σε ηλικία 80 ετών, οι αρχές
ανακάλυψαν 1.008 έργα ζωγραφικής, 4.443 σχέδια και 15.931 ξυλογραφίες,
χαρακτικά και λιθογραφίες, κρυμμένα πιω από κλειδωμένες πόρτες στον δεύτερο
όροφο του σπιτιού του.
Η ζωή του Μουνκ, στοιχειωμένη όπως ήταν με
την ασθένεια, τον θάνατο και την παραφροσύνη, μπορεί να μην ακούγεται
διασκεδαστική, αλλά του ταίριαζε. «Όλη μου την ζωή την πέρασα περπατώντας στο
πλάι ενός απύθμενου χάσματος» έγραψε κάποτε. Αλλά «χωρίς την ασθένεια και το
άγχος, θα ήμουν ένα πλοίο χωρίς πηδάλιο».
Έζησε μια ζωή γεμάτη ερωμένες, αλκοόλ,
πίνακες, ασθένειες και θανάτους που τον στοίχειωναν αλλά τα έργα του θα μείνουν
για πάντα στην ιστορία, με διασημότερο
την «Κραυγή.
Η μητέρα του πέθανε από φυματίωση όταν
εκείνος ήταν μόλις 5 ετών. Η αγαπημένη του αδερφή, Τζοάν Σοφί, πέθανε επίσης
από την ίδια ασθένεια σε ηλικία 15 χρονών. Και η μικρότερη αδερφή του, Λόρα,
πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της σε ένα ψυχιατρικό ίδρυμα.
Ο ίδιος ο Μουνκ ήταν άρρωστος συνεχώς και
πέρασε μεγάλα χρονικά διαστήματα απέχοντας από τα σχολικά μαθήματα πεπεισμένος
(λανθασμένα όπως αποδείχτηκε) ότι ολόκληρη η οικογένειά του έπασχε από μια
γενετική κληρονομική τρέλα.
Την ίδια ώρα, ο πατέρας του, ένας
θρησκευόμενος στρατιωτικός γιατρός, του οποίου η επιδεικτική ευσέβεια κρατούσε
την οικογένεια σε φτώχεια, φόβιζε τον Έντβαρτ και τα αδέρφια του με ιστορίες
φαντασμάτων και τους υπενθύμιζε πως η νεκρή μητέρα τους, τους κοίταζε από τον
ουρανό και λυπόταν για την κακή συμπεριφορά τους.
«Ο πατέρας μου ήταν ιδιοσυγκρασιακά νευρικός
και παθιασμένα θρησκόληπτος – μέχρι το σημείο της ψύχωσης» είχε γράψει κάποτε ο
Μουνκ «Από αυτόν κληρονόμησα τους σπόρους της τρέλας. Οι άγγελοι του φόβου, της
θλίψης και του θανάτου βρισκόταν δίπλα μου από την ημέρα που γεννήθηκα». Και
δεν χρειάζεται κανείς την γνώμη ενός ψυχιάτρου για να καταλάβει γιατί η δουλειά
του Μουνκ, αν και είναι λαμπρή, είναι μάλλον πολύ βαριά.
Αλλά ο κάθε άνθρωπος έχει τον δικό του τρόπο
αντιμετώπισης. Τροφοδοτούμενος από τους «αγγέλους του φόβου», η απάντηση του
Μουνκ στην δύσκολη ζωή του ήταν να «γράψει την δική του ζωή» και με εμμονή
ζωγράφιζε όλα όσα είχε βιώσει – τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά.
Έτσι, κάθε ασθένεια, θάνατος, άγχος, τραύμα,
μπουκάλι με φάρμακα, στηθοσκόπιο και πτώμα που είχε δει αυτά τα 80 χρόνια της
ζωής του αναδημιουργήθηκε σε καμβά. Όπως και κάθε αποπλάνηση, ζήλια και ερωτική
σχέση (υπήρχαν πολλές) καταγράφηκε.
Κάτι που σήμαινε πως όταν πέθανε το 1944, κληροδότησε στην πόλη του Όσλο
ένα τεράστιο έργο, ένα μεγάλο μέρος του οποίου δεν έχει δει ακόμη το κοινό.
Όταν οι γερμανικές δυνάμεις εισέβαλαν στη
Νορβηγία τον Απρίλιο του 1940. ο Μουνκ ανησύχησε. Ωστόσο
οι Γερμανοί κατά βάθος τον συμπαθούσαν και
επεδίωξαν να κερδίσουν την εύνοιά του. Τον κάλεσαν να συμμετάσχει σε μια
τιμητική οργάνωση Νορβηγών καλλιτεχνών. Τον επέτρεψαν να
ζωγραφίζει ελεύθερα, κυρίως αυτοπροσωπογραφίες και τοπία. Πέθανε
στις 23 Ιανουαρίου 1944, λίγο μετά τα 80ά του γενέθλια.
Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ. Η ΜΗΤΕΡΑ ΕΛΛΑΔΑ ΧΑΝΕΤΑΙ. ΦΟΒΟΣ, ΑΓΩΝΙΑ, ΑΠΟΞΕΝΩΣΗ.
Το κινούμενο χάος που αποτυπώνει με τη δυναμική του ο πίνακας είναι ίσως η πιο χαρακτηριστική εικόνα των σύγχρονων καιρών. Πρόκειται για το δεύτερο πιο άμεσα αναγνωρίσιμο έργο τέχνης μετά τη “Μόνα Λίζα”. Είναι η απόλυτη ενσάρκωση του φόβου, της αγωνίας και της αποξένωσης.
Το κινούμενο χάος που αποτυπώνει με τη δυναμική του ο πίνακας είναι ίσως η πιο χαρακτηριστική εικόνα των σύγχρονων καιρών. Πρόκειται για το δεύτερο πιο άμεσα αναγνωρίσιμο έργο τέχνης μετά τη “Μόνα Λίζα”. Είναι η απόλυτη ενσάρκωση του φόβου, της αγωνίας και της αποξένωσης.
ΕΡΕΥΝΕΣ
ΚΑΙ ΕΚΔΟΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ "ΚΡΑΥΓΗ"
Η άηχη «Κραυγή» του Έντβαρτ Μουνκ.
Τελικά, η φιγούρα στην «Κραυγή»
του Μουνκ ουρλιάζει, ναι ή όχι;
Είναι ένα από
τα πιο αναγνωρίσιμα έργα τέχνης παγκοσμίως και δεν είναι λίγοι εκείνοι που το
έχουν χαρακτηρίσει «Μόνα Λίζα» της εποχής του.
Η «Κραυγή» του
Έντβαρτ Μουνκ αποτελεί ένα ακόμη διαρκές, μυστήριο της Τέχνης. Φιλοτεχνημένο το
1893 από τον Νορβηγό εξπρεσιονιστή καλλιτέχνη, δείχνει έναν άνδρα να περπατά σε
μία γέφυρα κατά τη διάρκεια του ηλιοβασιλέματος, με το κεφάλι του ανάμεσα στις
παλάμες του και μία έκφραση τρόμου στο πρόσωπό του.
Η εικόνα αυτή
έχει αντιγραφεί και μετατραπεί σε παρωδία σχεδόν σε ό,τι μπορεί κανείς να
φανταστεί: από t-shirts και κάλτσες, μέχρι χαρτοπετσέτες και τους..
Simpsons. Ατελείωτες εκδοχές της διάσημη φιγούρας έχουν χρησιμοποιηθεί σε
κάρτες, κούπες, μπλουζάκια και ημερολόγια, σε μια διαφημιστική εκστρατεία των
M&M και σε μια σειρά γραμματοσήμων.
Ο Φίλιπ
Χουκ, ανώτερο στέλεχος στο τμήμα Ιμπρεσιονισμού και Μοντέρνας Τέχνης του
Sotheby's, γράφει ότι η «Κραυγή»: «είναι το
πιο αναγνωρίσιμο έργο τέχνης μετά τη «Μόνα Λίζα.
Η
"Κραυγή" είναι η εικόνα που προκάλεσε χιλιάδες ερμηνείες. Είναι η
απόλυτη ενσάρκωση του φόβου, της αγωνίας και της αποξένωσης. Έχει καταλήξει να
συμβολίζει την αρνητική συναισθηματική αντίδραση σχεδόν στα πάντα».
Ο συνάδελφός
του, Σίμον Σο, τονίζει: «Είναι
αξέχαστη,
ισχυρή, πυκνή εικόνα. Η "Μόνα Λίζα" δείχνει ακριβώς αυτό που
περιμένεις. Με την "Κραυγή" όμως οι άνθρωποι ξαφνιάζονται. Νομίζουν
ότι την ξέρουν επειδή έχουν δει τις αναπαραγωγές, τις παρωδίες της. Το
αυθεντικό όμως είναι κάτι άλλο. Η δύναμή του να σε σοκάρει παραμένει αμείωτη».
Η «Κραυγή» δεν
ουρλιάζει
Όσοι πιστεύουν
πως στο έργο τέχνης αποτυπώνεται μία φιγούρα που ουρλιάζει, πλανώνται.
«Με την
‘Κραυγή’, ο Μουνκ επαναφέρει στη μνήμη του μία προσωπική ανάμνηση ενός
θεαματικού ηλιοβασιλέματος στο Όσλο, με τον ουρανό και τα σύννεφα να έχουν
πάρει μία δραματική κόκκινη απόχρωση», εξηγεί η Τζούλια Μπάρτρουμ, επιμελήτρια
της επικείμενης έκθεσης στο Βρετανικό Μουσείο, αφιερωμένης στον καλλιτέχνη,
προσθέτοντας: «Ο κατακόκκινος ουρανός του προκάλεσε ένα αίσθημα ακραίας
αναστάτωσης. Το έργο τέχνης είναι περισσότερο μία αντανάκλαση της προσωπικής
διάθεσης του Μουνκ».
Όπως είχε
γράψει ο ίδιος ο Νορβηγός καλλιτέχνης σε επιγραφή πάνω σε ασπρόμαυρη λιθογραφία
του έργου «Ένιωσα τη μεγάλη κραυγή στη φύση».
«Στιγμές
απελπισίας»
Η κυματώδης
ανάπτυξης της φιγούρας και το παλλόμενο σαν διαπασών φόντο είναι η οπτική
μεταφορά τού πώς νιώθει ο καλλιτέχνης, διευκρινίζει η Μπάρτρουμ: «Έχει ένα
προφανή συναισθηματικό αντίκτυπο. Μπορείς να συνδεθείς άμεσα ανάλογα με τη
διάθεσή σου. Όλοι νιώθουμε τέτοιες στιγμές απόγνωσης», προσθέτει η ίδια,
σημειώνοντας πως είναι πολύ εύκολο να παρερμηνεύσει κανείς το αποτέλεσμα, πιστεύοντας
πως η φιγούρα ουρλιάζει. Όπως εξηγεί, ουσιαστικά, η φιγούρα καλύπτει τα
αυτιά ουσιαστικά για να μην ακούει την κραυγή της φύσης.
Η παρερμηνεία
αυτή έχει οδηγήσει δε, πολλές φορές στο πέρασμα των χρόνων στη χρήση του πίνακα
για πολιτικούς και κοινωνικούς σκοπούς – όπως στην εκστρατεία για τον
πυρηνικό αφοπλισμό. Ωστόσο, ο Μουνκ ακριβώς επειδή εξέφραζε ένα
προσωπικό του συναίσθημα, δεν στόχευε στην «πολιτικοποίηση» του έργου του.
Η Κραυγή δεν
είναι ένα κομμάτι, αλλά τέσσερα
Ο καλλιτέχνης
έχει δημιουργήσει εκδοχές με κηρομπογιές, παστέλ, αλλά και ασπρόμαυρη
λιθογραφία.
Πιθανότατα
άντλησε την έμπνευσή του από μία περουβιανή μούμια
Περίπου εκείνη
την εποχή που φιλοτεχνήθηκε, είχε ανακαλυφθεί η μουμιοποιημένη φιγούρα ενός
πολεμιστή Chachapoyas κοντά στον ποταμό Ουτκουμπάμπα στο Περού. Με τα χέρια του
τοποθετημένα στην κάθε πλευρά από το ανοιχτό στόμα του σε μία γκριμάτσα που
έμοιαζε με κραυγή, η μούμια προσομειάζει στη φιγούρα του πίνακα του Μουνκ. Ένας
ιστορικός Τέχνης, ο Ρόμπερτ Ρόζενμπλουμ, υποστηρίζει ότι ο Μουνκ εμπνεύστηκε
από τη μούμια όταν την είχαν εκθέσει στο Παρίσι.
Ίσως
αναφέρεται στην αυτοκτονία
Ο Μουνκ
ζωγράφισε τον πίνακα, τον καιρό που βίωνε μία ερωτική απογοήτευση, φοβούμενος
ότι θα αναπτύξει ψυχικές ασθένειες που μάστιζαν την οικογένειά του. Η γέφυρα
απεικονίζεται πάνω από ένα φιόρδ στο Όσλο, ένα γνωστό σημείο όπου έχουν γίνει
πολλές αυτοκτονίες, ενώ πολύ κοντά στο τοπίο του πίνακα, βρισκόταν και το
ψυχιατρικό άσυλο όπου νοσηλευόταν με σχιζοφρένεια η αδελφή του
Έχει κλαπεί
δύο φορές
Η πρώτη κλοπή
του πίνακα σημειώθηκε την ημέρα της τελετής έναρξης των Χειμερινών Ολυμπιακών
Αγώνων του 1994 στο Λιλχάμερ. Οι διαρρήκτες τοποθέτησαν μία σκάλα στο παράθυρο
της Εθνικής Πινακοθήκης του Όσλο, μπήκαν μέσα και έκλεψαν τον πίνακα.
Ανακτήθηκε αρκετούς μήνες μετά. Το 2004 κλάπηκαν από το Μουσείο Μουνκ η Κραυγή
και η Μαντόννα, έτερος πίνακας του Μουνκ.
Και οι δύο
πίνακες ανακτήθηκαν το 2006. Είχαν υποστεί φθορές που έπρεπε να διορθωθούν και
επέστρεψαν στην κοινή θέα τον Μάιο του 2008
Η M&Ms
βοήθησε στην ανεύρεσή του το 2006
Η εταιρεία
M&M's με τις αγαπημένες σοκολατένιες καραμέλες πιθανώς να έπαιξε
καθοριστικό ρόλο στην εύρεση του χαμένου πίνακα τον Αύγουστο του 2006. Η
εταιρεία χρησιμοποίησε τον πίνακα στη διαφημιστική της καμπάνια εκείνη τη
χρονιά και μάλιστα, ανακοίνωσε έπαθλο 2 εκατομμυρίων καραμέλων M&M's για
εκείνον που θα έβρισκε τον χαμένο πίνακα. Λίγο καιρό μετά από την ανακοίνωση, ο
πίνακας βρέθηκε.
Αποτέλεσε
έμπνευση για τη μάσκα του δολοφόνου στο Scream του Γουές Κρέιβεν
Ο σκηνοθέτης
της επιτυχημένης ταινίας περιλαμβάνει στα αγαπημένα του έργα την Κραυγή και
είχε πει ότι είναι μία κλασική αναφορά στον τρόμο (γεγονότων) του 20ού αιώνα ή
ίσως απλά στην ανθρώπινη ύπαρξη.
Επηρέασε και
τον «Doctor Who»
Στη σειρά του
2011 ο Doctor Who αντιμετώπισε την πρώτη ομάδα εξωγήινων που απειλούσαν το
σύμπαν, γνωστή ως Silence. Ο παραγωγός της σειράς, Στίβεν Μοφάτ, παραδέχθηκε
ότι η όψη αυτών των τρομακτικών πλασμάτων ήταν εμπνευσμένη από την "Κραυγή" του
Μουνκ.
Ο διάσημος
πίνακας δεν είναι ένας, αλλά τέσσερις, καθώς ο Μουνκ ζωγράφισε τέσσερις εκδοχές
του ίδιου πίνακα. Το Μουσείο Μουνκ έχει
μια από τις δύο ζωγραφικές εκδοχές (1910) και ένα παστέλ. Μουνκ . Η άλλη
ζωγραφική εκδοχή βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη της Νορβηγίας (1893). Ενώ η
τέταρτη εκδοχή, σε παστέλ, είναι στην ιδιοκτησία του Νορβηγού
δισεκατομμυριούχου Πέττερ Όλσεν. Η τέταρτη αυτή
εκδοχή δημοπρατήθηκε το 2012 στη
Νέα Υόρκη στην τιμή ρεκόρ των 120 εκατ. δολαρίων. Ο διάσημος ζωγράφος,
δημιούργησε το 1895 επίσης μια λιθογραφία της εικόνας.
Κραυγή και
νευροβιολογία
Μελέτες της
καθηγήτριας Νευροβιολογίας στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, Μάργκαρετ Λίβιγκστον
σε μακάκους απέδειξαν ότι το μυαλό είναι πολύ πιθανό να αντιδρά σε πρόσωπα που
έχουν υπερβολικές εκφράσεις, όπως της "Κραυγής" με το ανοιχτό στόμα.
«Για αυτό
θεωρώ ότι μία καρικατούρα ενός συναισθήματος λειτουργεί τόσο καλά. Είναι εκεί
που συντονίζονται τα νευρικά μας κύτταρα» σημείωσε η επιστήμονας.
ΖΗΝΩΝ ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.