Υπάρχουν διάφορες εκδοχές σχετικά με την προέλευση του ονόματος Ιταλία.
Άλλες περιέχουν αληθοφανή στοιχεία που τις κάνουν σχεδόν αποδεκτές ενώ άλλες είναι απο αδιάφορες έως αστείες στο ετυμολογικό και σημασιολογικό τους υπόβαθρο.
Διαβάστε συμπυκνωμένα τι κυρίως γράφεται για την Ιταλία και κυκλοφορεί και στο διαδίκτυο :
«Οι Αρχαίοι Έλληνες, άλλωστε, ήταν οι «νονοί» της Ιταλίας. Όταν θα αποικήσουν τη χερσόνησο, θα βρουν τον ντόπιο πληθυσμό να ασχολείται αποκλειστικά με την εκτροφή των μοσχαριών. Το μοσχάρι στην ομβρική διάλεκτο ονομάζεται: vitlu <λατ. vitulus < λατ. vitalia < ελλ. Ιταλία. Οι Έλληνες θα αποκαλέσουν, μάλλον ειρωνικά, το ντόπιο πληθυσμό ως “Ιταλούς” (: γελαδάρηδες) και τη χώρα “Ιταλία” (: γη των μοσχαριών). Άλλωστε παρόμοια χρήση είχε γίνει με τη λέξη “Εύβοια” (< ευ + βους, περιοχή με πλούσια εκτροφή βοειδών).
Η λέξη “Ιταλία” απαντά για πρώτη φορά στον Ηρόδοτο. Η Ιταλία (ή “Μοσχαρία”, αν προτιμάτε), αναμφισβήτητα είναι η χώρα του ωραίου και του εκλεπτυσμένου, αν και το όνομα της δεν το συνυπογράφει. Πάντως, πέρα από κάθε διάθεση αστεϊσμού, καλό είναι να τονίσουμε ότι η ετυμολογία της λέξης επιστημονικά είναι αβέβαιη. Η παραπάνω εκδοχή είναι η πιο ισχυρή. Άλλες πιθανές εικασίες είναι ότι προέρχεται από τον ήρωα Italo (o οποίος είναι μυθικό ήρωας και δεν έχει επιβεβαιωθεί, ιστορικά, η ύπαρξη του). Μία άλλη πιθανή εκδοχή είναι ότι προέρχεται από την ελληνική λέξη Αιθαλία (Αethalia), “η ομιχλώδης από τους καπνούς χώρα”, λόγω των ηφαιστείων της. Από την ίδια ρίζα παράγεται ετυμολογικά και το ηφαίστειο Αίτνα.»
Αυτό που πρέπει να κρατήσουμε είναι η παραδοχή πως η ετυμολογία του ονόματος είναι επιστημονικά αβέβαιη.
Με δεδομένο τον Ελληνικό αποικισμό της Ιταλίας δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τη συμβολή των Ελλήνων στην εξέλιξη της Λατινικής γλώσσας όσο και στη δημιουργία ονομάτων και τοπωνυμιών με Ελληνική προέλευση πάνω στην Ιταλική χερσόνησο.
Η γεωφυσιολογία
Το πρώτο στοιχείο όμως που αγνοείται είναι το συνθετικό του ονόματος Ιταλία, το «αλια», που το συναντάμε επίσης σε Ελληνικές λέξεις και ονόματα και προέρχεται από το αλς (=θάλασσα).
Π.χ. Θεσσαλία (θέσις+αλς) καθώς σε πανάρχαιους χρόνους η περιοχή του σημερινού θεσσαλικού κάμπου καταλαμβανόταν από ύδατα. Παραλία (παρα+αλς) το τμήμα της ξηράς παρά την άλα. Ακόμα και το όνομα Μασσαλία, πιθανόν από το μάσσων (παραθετικό του μακρός) πάλι μαζί με το αλς.
Το εύλογο ερώτημα είναι γιατί δεν έχει γίνει ποτέ προσπάθεια εξήγησης του ονόματος με βάση το προφανές και αυταπόδεικτο, σε σύγκριση με τις συγγενείς περιπτώσεις, και καταφεύγουμε στην «εύκολη» ερμηνεία των μοσχαριών!
Σε αυτή την περίπτωση θα μας αρκούσε μια μόνη έρευνα εξήγησης του αρχικού «ιτ» του ονόματος.
Να διευκρινίσω εδώ πως το παραπάνω ερώτημα δεν αποτελεί μομφή για τα πολλά έντυπα και ιστοσελίδες που δημοσιεύουν το ίδιο κείμενο αφού στις πλείστες των περιπτώσεων το υλικό που παρουσιάζουν απλά αναπαράγει μια αρχική δημοσίευση κάποιας εγκυκλοπαίδειας ή λεξικού που είχε χρέος να αναφέρει όλες τις διαθέσιμες εκδοχές.
Ούτε και θέλω να αδικήσω αυτόν ή αυτούς που έχουν καταλήξει στην προέλευση του ονόματος απο τα συμπαθή μοσχάρια. Γιατί; Διότι η ρίζα των ονομάτων είναι η ίδια. Ομως δεν προέρχεται το ένα από το άλλο, αλλά και τα δύο απο μια άλλη «μητρική» λέξη που αντικατοπτρίζει κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους.
Υπάρχει ένα «ετυμολογικό αξίωμα» πως η πλειοψηφεία των ονομάτων που έχουν δοθεί σε πόλεις, όρη, ποταμούς ή και χώρες έχει σχέση με τα ιδιαίτερα γεωγραφικά γνωρίσματα, περιβαλλοντικές ιδιαιτερότητες και τη θέση που καταλαμβάνουν μέσα στον χώρο. Τα ονόματα δηλαδή ερμηνεύουν την γεωφυσιολογία του αντικειμένου ...
Με βάση αυτό το αξίωμα και ερευνώντας την πλούσια σε ρίζες-σημασίες Ελληνική γλώσσα μπορούμε να ερμηνεύσουμε τα περισσότερα ονόματα που αγνοούμε την προέλευσή τους.
Και είναι τόσο χαρακτηριστική η ερμηνευτική ικανότητα της γλώσσας μας που, πολλές φορές, όταν δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε την σημασία μιας πανάρχαιας ή και άγνωστης ρίζας, αυτή εξηγείται αναλύοντας τις ιδιότητες και τα χαρακτηριστικά του σημαινομένου. Εχουμε δηλαδή μια αντίστροφη λειτουργία και αντί να πάμε από το σημαίνον στο σημαινόμενο πάμε από το σημαινόμενο στο σημαίνον με σκοπό πάντα να το αποκρυπτογραφήσουμε.
Στην περίπτωση της Ιταλίας έχουμε το πολύ ιδιαίτερο, σε όλο τον παγκόσμιο χάρτη, σχήμα της και την, σε βάθος αιώνων, σχέση της με τους Ελληνες.
Οι Ελληνες ναυτικοί είχαν εξερευνήσει και χαρτογραφήσει την θάλασσα της Μεσογείου πολύ νωρίς και είχαν φτάσει στην Ιταλική χερσόνησο πριν τον 10ο πχ αιώνα πλέοντας πότε κατευθείαν προς το «τακούνι» της χερσονήσου, που ήταν ορατό λίγο πιο βόρεια από την Κέρκυρα, ή περιπλέοντας τα παράλια της Αδριατικής θάλασσας.
Ανέβαιναν δηλαδή στα ανοιχτά των Ιλλυρικών ακτών και μετά κατέβαιναν ανατολικά των ακτών της χερσονήσου έως την Σικελία (Τρινακρία για τους αρχαίους Ελληνες λόγω του σχεδόν τριγωνικού σχήματος – τρία άκρα) και μετά πάλι προς τα επάνω μέχρι τα Λιγυρικά παράλια.
Σε αυτά τους τα ταξίδια είχαν προσδιορίσει το μεγάλο μήκος και το μικρό πλάτος αυτού του κομματιού γης, πως εισχωρούσε στην θάλασσα και πως δημιουργούσε «σχέση» με την Ιλλυρική στεριά και τις βόρειες ακτές της Ελληνικής επικράτειας.
Τι εννοώ; Πως η θέση της χερσονήσου στον χώρο, το ιδιαίτερο μακρόστενο σχήμα της και η μορφολογία που διαμορφώνει με την απέναντι ξηρά «υποχρέωσαν», ή αν θέλετε ενέπνευσαν, τους αρχαίους Ελληνες να της δώσουν το συγκεκριμένο όνομα Ιταλία (ιτ+αλς).
Για το «αλς» αναφέρθηκα πιο πάνω. Το «ιτ» προέρχεται από την λέξη ‘Ιτυς που σημαίνει την κάθε κυκλική ή καμπύλη περιφέρεια. Π.χ. την περιφέρεια του τροχού ή της ασπίδας, την κύρτωση μιας αψίδας, του τόξου των φρυδιών (αναφέρεται η ίτυς βλεφάρων) ή το λυγισμένο και καμπυλωμένο κλαδί ενός δένδρου… Γιατί και το δένδρο Ιτέα (η γνωστή μας ιτιά) από αυτό το ίτυς προέρχεται λόγω των ευλύγιστων και κατάλληλων για κατασκευές κλαδιών της.
Η Ιταλική χερσόνησος αυτή την εικόνα παρουσιάζει. Σε συνδυασμό με τα Ιλλυρικά παράλια δημιουργεί μια ίτυν (=περιφέρεια) που σχεδόν κλείνει εκεί όπου το «τακούνι» της πλησιάζει τις σημερινές Αλβανικές ακτές περικλείοντας την θάλασσα (αλς) που ονομάζουμε Αδριατική.
Σε ακριβή απόδοση οι αρχαίοι Ελληνες ονόμασαν το κομμάτι αυτό της στεριάς «περιφέρεια της θάλασσας» (ίτυς αλία= ιταλία) αποδίδοντας γλαφυρά και με ανώτερη ποιητική διάθεση την ιδιαίτερη γεωμορφολογία που ανακάλυψαν. Μήπως δεν είναι έτσι;
Μοσχαρία !
Όπως είδαμε vitlu <λατ. vitulus < λατ. Vitalia σημαίνει μοσχάρι και στην σύγχρονη ιταλική γλώσσα έγινε vitello, vitella κλπ.
Στην Λατινική και στην συνέχεια στις άλλες δυτικές γλώσσες, όταν χρησιμοποιούν λέξεις Ελληνικής προέλευσης, το V αντικαθιστά συχνά το δίγαμα F των προομηρικών χρόνων . Π.χ το ρήμα νάω (=πλέω-ρέω) γραφόταν ναFω που εξελίχθηκε σε ναύω, για να μας δώσει το ναύς και το ναύτης, και κατέληξε για τους Ευρωπαίους σε nave, navy, navigo, κλπ.
Με τον ίδιο τρόπο το Fίτυς (Ομηρικό λεξικό Ι. Πανταζίδου) έγινε για τους Λατίνους, vitus, vitulus, vitalia, κ.ο.κ. με παρεμφερείς σημασίες ως πρός κύρια χαρακτηριστικά, και έδωσε , εκτός των άλλων, το όνομα στα μοσχάρια, τις αγελάδες και τους ταύρους (Αναφέρεται επίσης η λέξη ίταλος για τον ταύρο και μια ακόμη εκδοχή για την ονομασία της χώρας είναι πως τα φύλα που την κατοικούσαν είχαν την ορμητικότητα των νεαρών ταύρων).
Γιατί δόθηκε αυτή η ονομασία ; Διότι τα κέρατα των μόσχων, των αγελάδων και των ταύρων σχηματίζουν πάνω από το κεφάλι των ζώων μιαν ίτυν. Μια περισσότερο ή λιγότερο καμπυλοειδή περιφέρεια (πιό σωστά : δυο ημιπεριφέρειες) ανάλογα με τα χαρακτηριστικά κάθε φυλής .
Και μπορούμε αυτό να το επεκτείνουμε και να πούμε πως, στην περίπτωση των ταύρων, το ίτυς δεν υπήρχε μόνο του –δεν ταιριάζει εδώ το αλς-, αλλά συνδυαζόταν με το άλως (Fίτυς+άλως), το γνωστό φωτοστέφανο των αγίων, που χρησιμοποιείται για να ονομάσουμε τον φωτεινό περίγυρο του ηλίου και της σελήνης, τον εξωτερικό κύκλο του βολβού του ματιού ή για το κυκλικό αλώνι των γεωργικών εργασιών.
Στα Λατινικά η λέξη vitus χρησιμοποιείται με την σημασία του λανθασμένος και φυσικά εμπεριέχει την έννοια στρεβλός-κυρτωμένος. Προσέξτε την πλήρη ομοιότητα των λέξεων Fίτυς και vitus (F και V είναι χειλικά και παράγουν σχεδόν τον ίδιο ήχο).
Επιβεβαίωση της γλωσσικής σχέσης του Λατινικού-Ιταλικού « vit» με την Ελληνική ρίζα «Fιτ» (=περιφέρεια, καμπύλη) είναι ή σημασία λέξεων που έχουν φτάσει μέχρι την σύγχρονη Ιταλική με ίδιο ή συγγενές νόημα. Δηλαδή, vite= βίδα κ’ ελικοειδής κίνηση (δηλώνει περιστροφή όπως η περιφέρεια του τροχού), επίσης vite = το αμπέλι (γιατί ένα βασικό χαρακτηριστικό του είναι οι τρυφεροί έλικες που χρησιμοποιεί για αναρρίχηση), viticcio = έλικα (το ίδιο), vitina= μικρή μέση ή κορσές (δηλώνει ακριβώς την περιφέρεια των γυναικών).
Αρα, για πολλοστή φορά και παρ’ όλη την δυσκολία ταύτισης, ανακαλύπτουμε χρήση Ελληνικών ριζών για την δημιουργία λέξεων και ονομάτων σε μια άλλη γλώσσα.
Οι εκεί αυτόχθονες πληθυσμοί προσάρμοσαν στις δικές τους φωνητικές ικανότητες αυτούσιες Ελληνικές λέξεις και προσπαθώντας να μιμηθούν αυτά που άκουγαν τα μετάλλαξαν σε βαθμό τέτοιο που η προέλευσή τους να αναγνωρίζεται μόνο μετά από ανάλυση των χαρακτηριστικών του σημαινομένου και την παράλληλη σύγκριση των εννοιών και στις δύο γλώσσες.
Σημείωση: Στην μελέτη της σχέσης Λατινικής και Ελληνικής γλώσσας πρέπει να υπολογισθεί σοβαρά η καθομιλουμένη των πρώτων Ελλήνων εξερευνητών-αποίκων ή οποία δεν ήταν η γνωστή μας Ιωνική διάλεκτος των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων. Ο Β’ αποικισμός της Ιταλικής χερσονήσου ξεκίνησε τον 8ο π.χ. αιώνα και ο Α’ είναι πολύ προγενέστερος.Μιλάμε λοιπόν για εμπλουτισμό της Λατινικής με Ελληνικές λέξεις και ρίζες της Ομηρικής και προομηρικής εποχής που πιθανόν να μην είναι καν σε χρήση στην κλασική περίοδο και μετέπειτα.
Δελφικός.
Πολύ λεπτομερειακή εργασία και πολύ προσεγμένη. Είναι κάποιο γραπτό σου που σε αντιπροσωπεύει. Δημιουργείς όμως και κάποια υποχρέωσή σου προς εμάς από τον τίτλο." Ελληνική Μεσόγειος"...... Θα περιμένουμε και τα υπόλοιπα τμήματα τα οποία διαισθάνομαι ότι βρίσκονται σε πολύ προχωρημένη σύνθεση.. Εύγε σου.
ΑπάντησηΔιαγραφή