Στο άρθρο αυτό θα παρουσιαστεί ένα σκοπίμως αποσιωπούμενο από την επίσημη Ιστορία επεισόδιο, με πρωταγωνιστές τον πατριάρχη Αγαθάγγελο και τον πρώτο κυβερνήτη της Ελλάδας, Ιωάννη Καποδίστρια, όπου καθίσταται έκδηλος ο αμείωτος φιλοτουρκισμός του Πατριαρχείου ακόμη και μετά τo ’21 και τη δημιουργία του νεόυ κράτους.
Ο πατριάρχης Αγαθάγγελος Α΄ ο από Χαλκηδόνος έστειλε τον Φεβρουάριο του 1828 στην Ελλάδα τους μητροπολίτες Νίκαιας, Χαλκηδόνας, Λάρισας και Ιωαννίνων, ΜΕ ΣΚΟΠΟ ΝΑ ΣΥΣΤΗΣΟΥΝ ΣΤΟΥΣ ΚΑΤΟΙΚΟΥΣ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΝΗΣΙΩΝ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ ΠΕΛΑΓΟΥΣ, ΝΑ ΔΗΛΩΣΟΥΝ ΥΠΟΤΑΓΗ ΣΤΟΝ ΣΟΥΛΤΑΝΟ ΚΑΙ ΝΑ ΕΠΑΝΕΛΘΟΥΝ ΣΤΟΝ ΟΘΩΜΑΝΙΚΟ ΖΥΓΟ!
Οι μητροπολίτες είχαν μαζί τους και γράμμα του πατριάρχη, που όχι μόνο συμβούλευε την υποταγή, αλλά υποσχόταν, πως ο «πολυχρονεμένος» σουλτάνος θα έδινε αμνηστία σε όσους υποτάσσονταν.
Οι μητροπολίτες, αφού συνάντησαν πρώτα τον Ιμπραήμ, πήγαν ύστερα στο Ναύπλιο, όπου όμως ο έπαρχος Γενοβέλης δεν τους άφησε να εισέλθουν, για να μην επηρεάσουν τον πληθυσμό.
Το ίδιο συνέβη και στην Τριπολιτσά, όπου ο έπαρχος Βλαχόπουλος τους απαγόρευσε να εισέλθουν στην πόλη.
Όταν τον Απρίλιο έφτασαν στον Πόρο και τόλμησαν να πουν στον Καποδίστρια, ότι θα διάβαζαν την πατριαρχική προκήρυξη, με την οποία καλούνταν οι Έλληνες να υποταχθούν στο σουλτάνο, όχι μόνον δεν τους το επέτρεψε, αλλά επί πλέον τους μίλησε σε πολύ αυστηρή γλώσσα.
Ο ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ ΑΠΟΠΕΜΠΕΙ ΤΟΥΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΕΣ
Αξίζει εδώ να παραθέσουμε χαρακτηριστικά αποσπάσματα της απάντησης του Καποδίστρια προς τους απεσταλμένους του Πατριαρχείου κληρικούς, που μετέφεραν την πατριαρχική έκκληση εθελοδουλίας, όπως δημοσιεύθηκε στο «Δελτίο του Κέντρου Ερεύνης της Ιστορίας του Νεώτερου Ελληνισμού», τόμος Β΄, Ακαδημία Αθηνών, Αθήνα 2000:
«Αρ. 2683
Ελληνική Πολιτεία
Ο Κυβερνήτης της Ελλάδος
Προς τον Παναγιώτατον Οικουμενικόν Πατριάρχην
και την περί αυτόν αγίαν Σύνοδον.
Η προς τους προύχοντας, κληρικούς, προκρίτους και λοιπούς χριστιανούς κατοίκους της Πελοποννήσου και των νήσων του Αιγαίου Πελάγους εκάστης τάξεως και βαθμού διευθυνθείσα παρά της Υμετέρας Παναγιότητος και της ιεράς Συνόδου επιστολή του Φεβρουαρίου μηνός είχε φανή και εις τας εφημερίδας όλης της Ευρώπης, και αυτής ακόμη της Ελλάδος, ότε εσχάτως οι άγιοι Αρχιεπίσκοποι και Μητροπολίται Νικαίας, Χαλκηδόνος, Λαρίσσης και Ιωαννίνων μετά του Μεγάλου Πρωτοσυγκέλλου έφθασαν εις την νήσον Πόρον, όπου κατά το παρόν και ημείς διατρίβομεν...
Όσον ολίγων ελπίδων και αν ήτον η προσδοκία μας, δεν δυνάμεθα να υποκρύψωμεν εις την Υμετέραν Παναγιότητα την ανέκφραστον λύπην, την οποίαν ησθάνθημεν, όταν εβεβαιώθημεν, ότι η αποστολή των Ιεραρχών τούτων σκοπόν μόνον είχε του να εγχειρίσωσι προς ημάς την ιδίαν του Φεβρουαρίου επιστολήν και να μας προτρέψωσιν εν ταυτώ, καθ’ όλους τους κατεπείγοντας τρόπους, ώστε να τους δώσωμεν καν ελπίδας ότι Ελληνικόν έθνος ήθελε παραδεχθή τας νουθεσίας της Υ. Παναγιότητος.
Οι ίδιοι ημείς, δεξάμενοι παρά των ιδίων αυτών την επιστολήν, είπομεν μεθ’ όλης της παρρησίας τα αίτια, με τα οποία το βήμα τούτο ούτε συνέπειάν τινα εδύνατο να έχη, ούτε καρπούς παντελώς να φέρη αναλόγους προς τας επιθυμίας της Υ. Παναγιότητος...
Βαθύτατα αισθανόμεθα ο,τι οφείλομεν εις την θέσιν και της Μεγάλης Εκκλησίας και της Υ. Παναγιότητος, δια τούτο και δεν εγκρίνομεν να ανακεφαλαιώσωμεν το περιεχόμενον της συνοδικής επιστολής...
Περικυκλούμενος και πολεμούμενος ο λαός ούτος εξ ενός μέρους από φοβερά στρατόπεδα ... ωθούμενος συχνάκις έως του χείλους της αβύσσου, ο λαός ούτος υπάρχει ακόμη…
Ομόφωνος και γενική είναι η πεποίθησις αύτη· ούτε οι προύχοντες ούτε ο κλήρος ούτε ο λαός, προς τους οποίους η Υ.Π. διευθύνεται, έχουσιν ούτε δύνανται να έχωσιν άλλην παρ’ αυτήν την πεποίθησιν, χωρίς να εξαχρειωθώσι και να παύσωσι του να είναι άνθρωποι και χριστιανοί.
Πάμπολυ αίμα εχύθη, πάμπολλαι ουσίαι εφθάρησαν εις διάστημα οκτώ ετών πολέμου και δυστυχιών, καθ’ ους ο τόπος ούτος κατηφανίσθη, ώστε όλως διόλου αδύνατον είναι να επανέλθη εις οποιανδήποτε κατάστασιν πραγμάτων βάσιν έχουσαν το παρελθόν!
Εν Πόρω την 28η Μαΐου (9 Ιουνίου) 1828
Ο Κυβερνήτης
Ι. Α. Καποδίστριας
Ο Γραμματεύς της Επικρατείας
Σ. Τρικούπης»
Όσον αφορά στον πατριάρχη Αγαθάγγελο και στην εγκύκλιό του, χαρακτηριστικά είναι όσα γράφτηκαν ανώνυμα στη «Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος» τον Σεπτέμβριο του 1828 με τίτλο: «Περί της εις την Ελλάδα αποστολής των Αρχιερέων κατά τον παρελθόντα Απρίλιον.» Παραθέτουμε ωρισμένα αποσπάσματα:
«...ο Ρείζ Εφέντης εις μίαν συνέντευξίν του μετά του Πατριάρχου εφάνη παρωργισμένος και ήλεγξεν αυτόν, ότι δεν εκπληροί τα πατριαρχικά χρέη του.
Ο πατριάρχης, φοβηθείς μήπως εκπέση του θρόνου του η μήπως ευρεθή εις ανάγκην να εκκενώση τον συναχθέντα πλούτον του, σκεφθείς επενόησε και επρόβαλεν εις την Πόρταν ότι, αν του εδίδετο άδεια, ηδύνατο να μεταχειρισθή τινά μέσα, δια να διαιρέση τους έλληνας, και με πρόσχημα θρησκευτικών παραινέσεων να αποτοξεύση εις αυτούς εμφύλιον πόλεμον ... Κατ’ αυτόν τον τρόπον ενηργήθη η αποστολή των αρχιερέων και των εγκυκλίων γραμμάτων εις Πελοπόννησον.
Ο δε πατριάρχης αυτός... περιγράφεται όμως ως άνθρωπος νωθροτάτου νοός και χαμερπών αισθημάτων· διο, και, ενώ αυτόκλητος περιεπλέχθη εις επιχείρημα όσον απερίσκεπτον τόσον και μάταιον, ήδη βλέπων πλησιάζοντα τον καιρόν, καθ’ ον θέλει φανή του κινήματός του η απροβλεψία, κυριεύεται από πολλήν δειλίαν. Άραγε ο συναχθείς παρ’ αυτού πλούτος δύναται να τον σώση;»
ΤΑ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΑ «ΡΕΑΓΙΑΔΙΚΑ ΧΡΕΗ»
Ο επόμενος πατριάρχης, Κωνστάντιος, επικοινώνησε με τον Καποδίστρια και προσπάθησε να τον πείσει να απαγορεύσει να κυκλοφορούν στην Ελλάδα καλβινιστικά βιβλία, εξέφρασε δε «την ζωηράν επιθυμίαν, όπως οι έλληνες επανέλθωσιν πάλιν υπό τας ζωοπαρόχους ακτίνας του ορθοδόξου πατριαρχικού ήλιου».
Ούτε σε μεταγενέστερους χρόνους το Πατριαρχείο σταμάτησε να προτρέπει τους ορθόδοξους χριστιανούς να εκτελούν πιστά τα προς τον σουλτάνο χρέη τους. Έτσι με την από 23 Φεβρουαρίου 1840 έντυπη εγκύκλιό του ο πατριάρχης Άνθιμος Δ΄ ο από Νικομηδείας, ευθύς μετά την εκλογή του και την ανάληψη των καθηκόντων του, απευθύνθηκε προς τις μονές του Αγίου Όρους, στις οποίες συνιστούσε να εκτελούν πιστά τα «ρεαγιαδικά χρέη» τους και να προσεύχονται για τη μακροημέρευση και υγεία του «ευσπλαχνικωτάτου ημών Άνακτος Σουλτάν Απδούλ Μετζίτ εφένδη».
Αντίτυπό της, μαζί με άλλα παρόμοια, φυλάσσεται στο Αρχείο της Μονής Δοχειαρίου του Αγίου Όρους (φάκελλος: «Πατριαρχικά 1783-1906»).
Ο βασισμένος στην εξουσία, που κληρονόμησε από τον σουλτάνο σαν ανταπόδοση, ρόλος του Πατριαρχείου συνεχίστηκε και μετά το ‘21.
Έτσι, υπερασπιζόμενο τα κεκτημένα του το Πατριαρχείο τάχθηκε εναντίον της επανάστασης, αφόρισε τους επαναστάτες και συνέχισε να προπαγανδίζει την επαναφορά των Ελλήνων στον σουλτανικό ζυγό ακόμη και μετά το ΄21.
Πρωταγωνίστησε επίσης στην εγκαθίδρυση της παράλληλης θεοκρατικής εξουσίας στο νέο κράτος, η οποία έκτοτε αποτελεί τον σπουδαιότερο ανασταλτικό παράγοντα προόδου.
Στο εικονιζόμενο Δελτίο δημοσιεύεται το γεγονός της αποστολής από τον πατριάρχη Αγαθάγγελο στον Πόρο, στον Κυβερνήτη Ι. Καποδίστρια, τεσσάρων μητροπολιτών με τον μέγα πρωτοσύγγελο, με σκοπό την υποταγή του νέου κράτους στον σουλτάνο («επαναγωγή των αποπλανηθέντων εις την ποίμνην»).
Δια να εννοήσει κανείς την αμφίπλευρη και αμοιβαία επωφελή σχέση, η οποία υφίστατο - και εξακολουθεί να υφίσταται - μεταξύ των Οθωμανών και του Πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως, αρκεί να μελετήσει το βιβλίο «Ελληνική Νομαρχία» Ανωνύμου του Έλληνος. Εκεί περιγράφεται με ενάργεια και σαφήνεια η σχέση μεταξύ αυτών των δύο δυναστών του Ελληνισμού, η οποία κράτησε 400 χρόνια, αλλά και δεν έπαψε ποτέ να υπάρχει!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑλλά ας παραθέσουμε μερικά αποσπάσματα από το βιβλίο αυτό, διά να γνωρίζουμε διά ποιό πράγμα ομιλούμε:
«…Η Σύνοδος, αγοράζει τον πατριαρχικόν θρόνον από τον οθωμανικόν αντιβασιλέα, διά μίαν μεγάλην ποσότητα χρημάτων, έπειτα τον πωλεί ούτινος της δώση περισσότερον κέρδος και τον αγοραστήν τον ονομάζει πατριάρχην. Αυτός λοιπόν, διά να ξαναλάβει τα όσα εδανείσθη διά την αγοράν του θρόνου, πωλεί τας επαρχίας, ήτοι τας αρχιεπισκοπάς, ούτινος δώση περισσοτέραν ποσότητα και ούτως σχηματίζει τους αρχιεπισκόπους, οι οποίοι πωλώσι και αυτοί εις άλλους τας επισκοπάς των. Οι δε επίσκοποι τας πωλώσι των χριστιανών, δηλδή γυμνώνουσι τον λαόν, διά να εβγάλωσι τα όσα εξώδευσαν. Και ούτος εστίν ο τρόπος, με τον οποίον εκλέγονται των διαφόρων ταγμάτων τα υποκείμενα, δηλαδή ο χρυσός….
……Η πρώτη έγνοια του πατριάρχου, λοιπόν, είναι να αποκτήση την φιλίαν των φίλων της Συνόδου……..Και αυτό το κάμνει διά δύο αίτια: Πρώτον μεν διά να ημπορεί να κλέπτη με περισσότερον θάρρος, δεύτερον δε να κλέπτη διά περισσότερον καιρόν, ωσάν οπού η Σύνοδος έχει όλα τα μέσα εις την οθωμανικήν δυναστείαν και εξακολούθως, όταν ο πατριάρχης δεν της αρέσει, ευθύς τον εξορίζει. Και δεν της αρέσει πάντοτε, όταν δεν ομογνωμεί με αυτήν, και όταν δεν υπογράφη, χωρίς να αναγνώση, ό,τι γράμμα του παραδώσει……».
Κάτω από αυτό το πρίσμα, είναι απόλυτα κατανοητές οι προσπάθειες του Πατριαρχείου, τόσον διά να καταπνιγεί η Επανάσταση του 1821, όσο και διά να επηρεάσει τους Έλληνες, μετά την απελευθέρωσή τους!
ΜΕΓΙΣΤΙΑΣ.