Του ΣΗΦΗ ΜΑΝΟΥΣΟΓΙΑΝΝΑΚΗ (Επίτιμος Υπαρχηγός ΓΕΝ-Αντιναύαρχος ε.α)
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΔΥΟ ΚΡΑΤΩΝ
ΤΟΥΡΚΙΑ
Από τον Σεπτέμβριο του 1995 η Τουρκία βρισκόταν σε πολιτική κρίση. Ο συνασπισμός των Σοσιαλδημοκρατών και του κόμματος του Ορθού Δρόμου είχε καταρρεύσει. Οι εκλογές της 24ης Δεκεμβρίου είχαν φέρει πρώτο το κόμμα της Ευημερίας του Ν.Ερμπακάν. Φόβος είχε κυριεύσει το Τουρκικό κατεστημένο. Ο Ν. Ερμπακάν αναζητούσε συμμάχους για να σχηματίσει κυβέρνηση. Η Τανσού Τσιλλέρ σ’ αυτή τη φάση λειτουργούσε σαν υπηρεσιακός Πρωθυπουργός.
Το Τουρκικό κατεστημένο αναζητούσε αγωνιωδώς τρόπους στήριξης στην εξουσία της Τ.Τσιλλέρ ώστε να αποφευχθεί η ανάληψη της εξουσίας από τον Ν.Ερμπακάν. Η κρίση στα Ίμια παρουσιαζόταν σαν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να ισχυροποιηθεί η θέση της Τ.Τσιλλέρ. Και προς την κατεύθυνση αυτή έμελλε να εργασθεί μεγάλη μερίδα του Τουρκικού κατεστημένου.
Οι ΗΠΑ στα πλαίσια των προσπαθειών τους για εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων είχαν αναλάβει πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση της εξέτασης όλων των Ελληνοτουρκικών διαφορών ως πακέτο. Οι πρωτοβουλίες αυτές των ΗΠΑ ικανοποιούσαν την Τουρκική διπλωματία η οποία στο πνεύμα του ανατολίτικου παζαριού επιθυμούσε να τεθούν όσο το δυνατόν περισσότερα προβλήματα προς συζήτηση σε μια πιθανή τράπεζα διαπραγματεύσεων.
Η κρίση στα Ίμια προσφερόταν ως άριστη ευκαιρία για την Τ.Τσιλλέρ να ισχυροποιήσει την πολιτική της θέση προσβλέποντας στο κέρδος που θα αποκόμιζε από το πολιτικό παιχνίδι που παιζόταν στην Τουρκία αλλά και από την Τουρκική διπλωματία με το να θέσει άλλο ένα προς διαπραγμάτευση ζήτημα στα υπάρχοντα στο Αιγαίο. Συγκεκριμένα με την αφορμή των Ιμίων, πρόβαλε τη θέση επανεξέτασης του καθεστώτος νησίδων και βραχονησίδων στο Αιγαίο αμφισβητώντας τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας επ΄αυτών.
Είναι γνωστό ότι η Τουρκική πλευρά δίδει διαφορετική ερμηνεία στη συνθήκη του Ouchy στις 18-10-1912, στη συμφωνία του Λονδίνου στις 30-5-1913, στη Συνθήκη ειρήνης των Αθηνών στις 14-11-1913, στην απόφαση των έξι κρατών στις 13 και 14-2-1914 που αργότερα απορρίφθηκε από την Οθωμανική αυτοκρατορία, στη Συνθήκη της Λωζάνης στις 24-7-1923 και στη Συνθήκη των Παρισίων.
ΕΛΛΑΔΑ
Η εισαγωγή και νοσηλεία στο Ωνάσειο του Α.Παπανδρέου είχε σηματοδοτήσει την μάχη των διαδόχων. Στις 15 Ιανουαρίου 1996 ο Α.Παπανδρέου παραιτήθηκε από Πρωθυπουργός.
Στις 19 Ιαν. εκλέχθηκε από την κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ ως Πρωθυπουργός ο Κ.Σημίτης. Ο κύκλος της διαδοχής δεν είχε κλείσει καθώς απέμεναν ακόμη η απαιτούμενη ψήφος εμπιστοσύνης προς τη νέα υπό τον Κ.Σημίτη κυβέρνηση αλλά και η εκλογή του νέου προέδρου του ΠΑΣΟΚ.
Τα γεγονότα αυτά μονοπωλούσαν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης. Η περίοδος αυτή δημιουργούσε σε αρκετά πολιτικά πρόσωπα αίσθημα ανασφάλειας για το πολιτικό τους μέλλον.
Η ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΗΠΑ
Μετά την κρίση των Ιμίων κυκλοφόρησε σε επανέκδοση ο χάρτης του Αμερικανικού Ναυτικού υπ’ αριθμόν 5441/5 Οκτωβρίου 1996, στον οποίο αναγραφόταν Vrachoi Imia (Greece) με υποσημείωση ότι τα γεωγραφικά ονόματα και ο τρόπος γραφής τους δεν σημαίνουν κατ’ ανάγκη αναγνώριση από τις ΗΠΑ του πολιτικού καθεστώτος σ’ αυτά. Η Αμερικάνικη Υπηρεσία Χαρτών (προ της κρίσεως) κυκλοφόρησε την τέταρτη έκδοση του χάρτη υπ’ αριθμόν 54407 με την ένδειξη Sovereignity undetermined στις 27 Ιανουαρίου 1996 (Κυριαρχία μη καθορισμένη) (Λυμπέρης σελ. 530).
Την 1η Φεβρουαρίου 1996 ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ δήλωσε: «οι ΗΠΑ δεν αναγνωρίζουν Ελληνική η Τουρκική κυριαρχία στα Ίμια (Καρντάκ) και πιθανολογείται ύπαρξη και άλλων νησίδων στην ίδια κατάσταση» (Λυμπέρης σελ.529).
Την Πέμπτη 19 Ιουνίου 1997 ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου Ken Bacon επιβεβαίωσε την ύπαρξη ενός ναυτικού χάρτη που εκδόθηκε στα τέλη του 1996 από την Ομοσπονδιακή Υδρογραφική Υπηρεσία των ΗΠΑ και απεικόνιζε τα Ίμια ως περιοχή της Ελλάδας. Λίγες ώρες όμως αργότερα ο ίδιος δήλωνε «Στην χθεσινή μου ενημέρωση κατά λάθος είπα ότι το νησί του Αιγαίου Ίμια ανήκει στην Ελλάδα. Στην πραγματικότητα την κυριαρχία επί του νησιού διεκδικούν η Ελλάδα και η Τουρκία. Αποτελεί πάγια θέση της Αμερικής να μην παίρνει θέση σε διεκδικήσεις κυριαρχίας ή συνοριακές διαφορές άλλων κρατών.
Τα γεγονότα αυτά δεν είναι δυνατόν να μην δημιουργούν έντονους προβληματισμούς και τούτο διότι το Υπουργείο Εξωτερικών της υπερδύναμης ήταν σε θέση να γνωρίζει και όφειλε να γνωρίζει το καθεστώς των βραχονησίδων αφού είχε υπογράψει την Συμφωνία των Παρισίων του 1947.
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
Η Ευρωπαϊκή Ένωση πριν και κατά τη διάρκεια της κρίσεως απουσίασε εντυπωσιακά (Σημίτης σελ.67).
Εκ των υστέρων το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξέδωσε ψήφισμα με 342 ψήφους έναντι 21, κατά των προκλητικών, όπως τις χαρακτήρισε, ενεργειών της Τουρκίας εις βάρος της Ελλάδας, ενός Κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σύμφωνα με το ψήφισμα «οι νησίδες Ίμια ανήκουν στα Δωδεκάνησα» με βάση τις συνθήκες του 1923, 1932 και 1947. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επισήμανε επίσης «την επικίνδυνη παραβίαση από την Τουρκία των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας» και την κάλεσε να συμμορφωθεί «με τις διεθνείς συνθήκες» και να απέχει από εχθρικές ενέργειες και απειλές.
Πρέπει να σημειωθεί ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μερικούς μήνες νωρίτερα είχε επικυρώσει την τελωνειακή σύνδεση της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Πρέπει ακόμη να επισημανθεί ότι στο Συμβούλιο για τη σύνδεση Ευρ. Ένωσης και Τουρκίας το Μάρτιο του 1995 είχε τονιστεί ότι «αποτελούσε κεφαλαιώδους σημασίας ζήτημα η ενθάρρυνση καλής γειτονίας της Τουρκίας με τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Στο ψήφισμα του Ευρ. Κοινοβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 1996 τονιζόταν ότι «αυτές οι προνομιακές σχέσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Τουρκίας πρέπει αυτομάτως να αποκλείουν κάθε επιθετικότητα στρατιωτικής φύσεως».
Είχε προηγηθεί η δήλωση του Ιταλικού Υπουργείου Εξωτερικών της 6ης Φεβ. ότι η Ιταλοτουρκική συμφωνία του 1932 εξακολουθούσε να ισχύει. Ακολούθησε και δεύτερη Ιταλική ανακοίνωση από τη θέση της Ευρωπαϊκής Προεδρίας της, στις 8 Φεβ. 1996 ότι με βάση τις υπάρχουσες συνθήκες οι βραχονησίδες Ίμια έχουν μεταβιβαστεί στην Ελλάδα.
Ο ΧΕΙΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΡΙΣΕΩΣ
α. ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΠΛΕΥΡΑ
Η ύψωση της Ελληνικής σημαίας από το πλήρωμα του Ελληνικού πολεμικού πλοίου στην ανατολική Ίμια και αργότερα η εγκατάσταση φρουράς για τη φύλαξή του προκάλεσε σοβαρές αντιδράσεις από τη μεριά της Τουρκίας.
Η τοποθέτηση της σημαίας από προσωπικό των ενόπλων δυνάμεων έπαιρνε διαφορετική σημασία και βαρύτητα από ότι η τοποθέτηση της σημαίας από ένα δήμαρχο η δημοσιογράφους, καθώς σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο η πράξη αυτή συνιστούσε επιθετική ενέργεια. Έτσι, ενεργοποιήθηκε το Τουρκικό δικαίωμα για ανάληψη επιχειρήσεων αυτοάμυνας, αφού κατ΄αυτούς τα Ίμια αποτελούν Τουρκικό έδαφος.
Στις 29 Ιαν. η Τουρκία εξέδωσε ρηματική διακοίνωση. Την ίδια μέρα συνεκλήθη το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας της Τουρκίας με ειδική σύνθεση υπό την προεδρία της Πρωθυπουργού Τ.Τσιλλέρ.
Σύμφωνα με τα αναγραφόμενα στο Turkish Review of Balkan studies Annual 2001 στη συνάντηση έλαβαν μέρος εκτός της Πρωθυπουργού, ο Υπουργός Εξωτερικών Ν.Μπαικάλ ο Αρχηγός του Ναυτικού Ναύαρχος Γ. Ερκαγιά, ο Υπαρχηγός ΓΕΕΘΑ Στρατηγός Τ.Μπίρ, ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας Στρατηγός Ι.Κιλίτς, ο Αρχηγός των Υπηρεσιών πληροφοριών Πρέσβης Σ.Κιοκσάλ και ο Υφυπουργός Εξωτερικών Πρέσβης Ο.Οϋμέν.
Η σύσκεψη διήρκεσε τρεις ώρες σε φορτισμένο κλίμα καθώς το θέμα που είχε προκύψει απαιτούσε άμεση δράση στις επόμενες, μία το πολύ δύο μέρες, είτε με διπλωματικά είτε με στρατιωτικά μέσα. Η Πρωθυπουργός και ο Υπουργός Εξωτερικών επέμεναν να εκτελεσθούν στρατιωτικές επιχειρήσεις στην περιοχή, ενόσω διεξάγονταν οι διαπραγματεύσεις σε διπλωματικό επίπεδο, ώστε οι διαπραγματευόμενοι να βρεθούν προ τετελεσμένων γεγονότων.
Ένα ελικόπτερο που είχε πετάξει πάνω από τα Ίμια ανέφερε την ύπαρξη Ελλήνων στρατιωτών στη βραχονησίδα. Ο Υφυπουργός Εξωτερικών Ο.Οϋμέν βεβαίωσε την Πρωθυπουργό ότι η νομική θέση της Τουρκίας για το θέμα είναι ισχυρή.
Σε ερώτηση «πόσο σημαντικά είναι τα Ίμια για την Τουρκία» οι διπλωμάτες εξήγησαν ότι οι βραχονησίδες αυτές είναι ένα τμήμα από άλλες 150 παρόμοιες με το ίδιο διπλωματικό καθεστώς.
Η συζήτηση επεκτάθηκε και στην υφαλοκρηπίδα και στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των νησιών. Υπογραμμίσθηκε ότι πίσω από το θέμα της κυριαρχίας στα Ίμια ήταν το θέμα των 12 ναυτικών μιλίων χωρικής θάλασσας και συνεπώς ο ιδιοκτήτης των βραχονησίδων θα είχε πλεονέκτημα κατά την χάραξη των θαλασσίων συνόρων στην περιοχή.
Συζητήθηκαν όλα τα σενάρια στην περίπτωση στρατιωτικής δράσεως καθώς και οι πιθανές επιπτώσεις. Συζητήθηκε η πιθανότητα μικρής μάχης. Ο πρέσβης Ι.Μπατού πρότεινε την αποστολή στρατιωτών στην Δυτ. Ίμια που δεν υπήρχαν Έλληνες στρατιώτες. Το γεγονός ότι υπήρχαν δυο βραχονησίδες και στη μία δεν υπήρχαν Έλληνες στρατιώτες προσέφερε μια άριστη ευκαιρία στους Τούρκους προκειμένου να αποφασίσουν. Σύμφωνα με τον Ι.Μπατού η σπουδαιότητα αυτής της λύσεως βρισκόταν στο γεγονός ότι ελαχιστοποιούσε το ρίσκο ένοπλης συρράξεως και έφερνε τα δύο κράτη στην ίδια θέση.
Στη σύσκεψη αυτή, η παραπάνω πρόταση δεν κρίθηκε εφαρμόσιμη. Όμως στην επόμενη που πραγματοποιήθηκε την άλλη μέρα στο ΓΕΕΘΑ υιοθετήθηκε και οριστικοποιήθηκαν οι ακόλουθες αποφάσεις:
• Σε διπλωματικό επίπεδο να ζητηθεί από την Ελλάδα η αποχώρηση των πλοίων των στρατιωτών και της σημαίας δηλαδή η επιστροφή στο καθεστώς «status quo ante».
• Να σχεδιαστούν στρατιωτικές επιχειρήσεις, ώστε στην περίπτωση αποτυχίας των διπλωματικών προσπαθειών, να προβλέπουν την αποβίβαση στρατιωτών με τη σημαία στην Δυτ. Ίμια που δεν υπήρχαν Έλληνες. Την επόμενη μέρα αν δεν είχε υπάρξει πρόοδος στο διπλωματικό επίπεδο να καταλαμβάνονταν και τα Ανατ. Ίμια.
Μετά τη συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας η Πρωθυπουργός Τ.Τσιλλέρ ενημέρωσε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Σ.Ντεμιρέλ. Ακολούθησε σύσκεψη του Υπουργικού Συμβουλίου ενώ το θέμα της κρίσεως συζητήθηκε στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση.
Οι ξένοι πρέσβεις κλήθηκαν στο Υπουργείο Εξωτερικών για ενημέρωση. Το βράδυ της 29ης Ιαν. βρίσκονταν στην ευρύτερη περιοχή των Ιμίων δύο Πυραυλάκατοι και τέσσερα σκάφη της Τουρκικής Ακτοφυλακής (αντίστοιχη του δικού μας Λιμενικού Σώματος ).
Τις πρώτες πρωινές ώρες της 30ης Ιαν. κατέπλευσαν στην περιοχή και δύο Φρεγάτες ώστε η παρουσία Ναυτικών Μονάδων να είναι αντίστοιχη των Ελληνικών. Μία τρίτη Φρεγάτα βρισκόταν εν πλώ στο Αιγαίο για να συμμετάσχει σε άσκηση του ΝΑΤΟ.
Τις μεσημεριανές ώρες της 30ης Ιαν. Τουρκικό πλοίο επιβεβαίωσε την παρουσία Ελλήνων βατραχανθρώπων στα Ανατ Ίμια.
Την ίδια μέρα 30 Ιαν. ο Έλληνας πρέσβης στην Άγκυρα συναντήθηκε με τον Υφυπουργό Εξωτερικών Ο.Οϋμέν και απαίτησε να σταματήσει η παραβίαση των Ελληνικών χωρικών υδάτων και του εθνικού εναέριου χώρου επισημαίνοντας τον κίνδυνο. Ο βοηθός Υφυπουργός Εξωτερικών πρέσβης Ι.Μπατού κάλεσε τούς πρέσβεις ή τους επιτετραμμένους των Ευρωπαϊκών χωρών και τους παρουσίασε την Τουρκική εκδοχή για την κρίση. (Κούρκουλας σελ.51).
Το απόγευμα άρχισε η διαμεσολαβητική δραστηριότητα Αμερικανών αξιωματούχων. Στην Άγκυρα οι συνομιλητές των Αμερικανών ήταν η Πρωθυπουργός Τ.Τσιλλέρ, ο Υπουργός και Υφυπουργός Εξωτερικών Ν.Μπαικάλ και Ο.Οϋμέν καθώς και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Σ. Ντεμιρέλ.
Από την εξέλιξη των γεγονότων προκύπτει ότι η Τουρκική πλευρά δέχθηκε μεν την διαμεσολάβηση αλλά έθεσε και το χρονικό όριο μέσα στο οποίο θα διαρκούσαν οι διαπραγματεύσεις. Γι’ αυτό και λίγο πριν τα μεσάνυχτα της 30ης Ιαν. τόσον ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας όσο και η Πρωθυπουργός « ροκάνιζαν» τον χρόνο και απέφευγαν την επικοινωνία με τους Αμερικανούς διαμεσολαβητές αφού τους είχαν γνωστοποιήσει ότι απέρριπταν τις Ελληνικές προτάσεις.
Η θέση της Τουρκίας όπως μεταφέρθηκε από την Τ.Τσιλλέρ στον Πρόεδρο Κλίντον ήταν: «αυτά τα πλοία θα φύγουν, αυτή η σημαία θα φύγει αυτός ο στρατιώτης θα φύγει» [Κούρκουλας σ.52 ].
Μετά την έξοδο του Ελληνικού Στόλου αποφασίσθηκε κατ’ αντιστοιχία η αύξηση της παρουσίας και των Τουρκικών Ναυτικών Μονάδων στο Αιγαίο. Έτσι τις βραδινές ώρες εξήλθαν από τα στενά των Δαρδανελίων και κινήθηκαν προς νότο δυο Φρεγάτες τρία Αντιτορπιλικά και τέσσερις Πυραυλάκατοι. Το μέγεθος της Τουρκικής δυνάμεως ήταν οπωσδήποτε μικρότερο της αντίστοιχης Ελληνικής.
Μέχρι αργά το βράδυ ο Ρ.Χόλμπρουκ είχε αμέτρητες επαφές με την Πρωθυπουργό Τ.Τσιλλέρ και τον Υφυπουργό Ο.Οϋμέν. Αυτό που ουσιαστικά έλεγε ο Χόλμπρουκ προς την Άγκυρα ήταν «σας ζητάμε να κάνετε λίγη υπομονή, μπορούμε να διαβεβαιώσουμε ότι θα αποσυρθούν οι Ελληνικές δυνάμεις, αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνει τώρα όσο η Ελληνική Κυβέρνηση δεν έχει πάρει ψήφο εμπιστοσύνης». Στο ερώτημα της Άγκυρας, πόσο πρέπει να περιμένουν ο Χόλμπρουκ απάντησε «περίπου δύο εβδομάδες». [Κούρκουλας σ. 53 ].
Μία ώρα πριν τα μεσάνυχτα της 30ης Ιαν. γνωστοποιήθηκε στον Χόλμπρουκ η απόρριψη των Ελληνικών προτάσεων για αποκλιμάκωση της κρίσης καθώς οι Τούρκοι επέμεναν στην αποχώρηση και της σημαίας.
Στις 0300 τα ξημερώματα της 31ης Ιαν. ο Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Ν.Μπαικάλ ανακοίνωσε από την Τουρκική τηλεόραση ότι «στις 01.40 άνδρες των υποβρυχίων καταδρομών πήγαν στον βράχο που είναι δίπλα από τον βράχο που είχαν εγκατασταθεί οι Έλληνες στρατιώτες και ύψωσαν την Τουρκική Σημαία» [Κούρκουλας σ. 53 ].
ΙΜΙΑ 3: Ώρα μηδέν. Αυτά που δεν έγιναν τη μοιραία νύχτα.
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΧΕΙΡΙΣΜΟ ΚΡΙΣΕΩΝ
Όλα τα προηγμένα κράτη σήμερα έχουν μηχανισμούς που παρακολουθούν, διαμορφώνουν και επιλύουν τις κρίσεις ανάλογα με τις επιδιώξεις τους. Η χώρα μας σύμφωνα με το νόμο 2292/95 έχει το ΚΥΣΕΑ έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
Η ευθύνη για την άμυνα της χώρας ανήκει στην κυβέρνηση η οποία καθορίζει την Πολιτική Εθνικής Άμυνας και ασκεί την διοίκηση των Ενόπλων Δυνάμεων.
Κύριο όργανο για τη λήψη αποφάσεων σε ζητήματα που αφορούν την άσκηση της παραπάνω πολιτικής και γενικά την Εθνική Άμυνα της χώρας είναι το Κυβερνητικό Συμβούλιο Εξωτερικών και Άμυνας (Πρωθυπουργός, ΥΠΕΞ, ΥΕΘΑ, Αν.ΥΠΕΞ, Υπ. Εσωτερικών, ΥΠ Ενέργειας, ΥΠΕΧΩΔΕ, ΥΠΕΘΟ, Οικονομικών, Δημ. Τάξης και ο Α/ΓΕΕΘΑ.
Το ΚΥΣΕΑ επί θεμάτων Εθνικής Άμυνας έχει τις παρακάτω αρμοδιότητες:
Διαμορφώνει την Πολιτική Εθνικής Άμυνας της χώρας με εκτίμηση μακράς προοπτικής.
Αποφασίζει για την οργάνωση του Συστήματος Χειρισμού Κρίσεων παρέχοντας κατευθυντήριες οδηγίες προς το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας τα συναρμόδια Υπουργεία και λοιπούς εμπλεκόμενους φορείς.
Προβαίνει σε έκτακτες καταστάσεις κρίσεων και εκδίδει κατευθυντήριες οδηγίες.
Αποφασίζει την κήρυξη και άρση μέτρων και σταδίων συναγερμού για την μερική η γενική κινητοποίηση της χώρας και την εφαρμογή και άρση των Κανόνων Εμπλοκής των Ενόπλων Δυνάμεων. Εκχωρεί κατά την κρίση του αρμοδιότητες σχετικά με τα παραπάνω για την άμεση αντιμετώπιση εκτάκτων καταστάσεων η επεισοδίων.
Καθορίζει την πολιτική και τις προτεραιότητες συλλογής και εκμετάλλευσης στρατηγικών πληροφοριών που ενδιαφέρουν την Εθνική Άμυνα.
Καθορίζει την πολιτική συμμετοχής των εμπλεκομένων φορέων στην δοκιμή εφαρμογής των σχεδίων της Πολιτικής Σχεδίασης Έκτακτης Ανάγκης.
Το Συμβούλιο Άμυνας [ ΣΑΜ ] ΥΕΘΑ, ΥΦΕΘΑ, Α/ΓΕΕΘΑ, Α/ΓΕΣ, Α/ΓΕΝ, Α/ΓΕΑ είναι το ανώτατο όργανο από το οποίο ο ΥΕΘΑ βοηθείται στην άσκηση των αρμοδιοτήτων του για:
• Εκτιμήσεις επί καταστάσεων που παρουσιάζονται στο εγγύς η ευρύτερο περιβάλλον και είναι δυνατόν να επηρεάσουν την ασφάλεια η τις σχέσεις της χώρας με όμορα κράτη.
• Θέματα που απαιτούν άμεση αντίδραση σε επεισόδια, η έκτακτες καταστάσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε κρίση
• Την ανάθεση της Επιχειρησιακής Διοικήσεως δυνάμεων των τριών κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων στον Α/ΓΕΕΘΑ
Θα εξετάσουμε στη συνέχεια πώς έγινε ο χειρισμός της κρίσης από την Ελλάδα.
Ο ΤΡΟΠΟΣ ΧΕΙΡΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΚΡΙΣΕΩΣ
Στις 10.30 της 28ης Ιαν. 1996 άνδρες του Περιπολικού «ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ» του Πολεμικού Ναυτικού αφαίρεσαν την Τουρκική ενώ άνδρες του Περιπολικού ΑΝΤΩΝΙΟΥ τοποθέτησαν την Ελληνική σημαία στα Ανατ. Ίμια.
Η ενέργεια αυτή καμωμένη από τις Ένοπλες Δυνάμεις απαιτούσε έγκριση του ΚΥΣΕΑ η οποία δεν είχε δοθεί, ο δε Πρωθυπουργός της χώρας δεν γνώριζε τίποτα (Σημίτης σελ.59).
Για το ίδιο θέμα ο Υπουργός Άμυνας δήλωσε στον Πρωθυπουργό: «η εντολή που έδωσα ήταν να φύγει η Τουρκική σημαία» (Σημίτης σελ.60) ενώ ο Α/ΓΕΕΘΑ καταγράφει στο βιβλίο του ότι ο ίδιος επιδοκίμασε την απόφαση του Α/ΓΕΝ για την αφαίρεση της Τουρκικής και τοποθέτηση της Ελληνικής σημαίας και ενημέρωσε τον Υπουργό Άμυνας (Λυμπέρης σελ.559).
Ο Υπουργός Άμυνας εξέφρασε την δυσφορία του για το γεγονός (Λυμπέρης σελ.560). Εν τούτοις ο Γ.Αρσένης δεν τροποποίησε την απόφαση του Α/ΓΕΕΘΑ, αν και είχε δικαίωμα και υποχρέωση να το κάνει αν δεν συμφωνούσε ή αν ήταν αντίθετη με τις εντολές που είχε δώσει.
Τις μεσημεριανές ώρες της ίδιας ημέρας σε σύσκεψη της στρατιωτικής και πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας αποφασίσθηκε η λήψη στρατιωτικών μέτρων που αποσκοπούσαν στην ετοιμότητα των Ενόπλων Δυνάμεων.
Αποφασίσθηκε επίσης να παραμείνει η σημαία στα Ανατ. Ίμια και να αποβιβασθεί μια ομάδα βατραχανθρώπων για τη φύλαξή της. (Λυμπέρης σελ. 560). Για την Δυτ. Ίμια που δεν υπήρχε σημαία δεν αποφασίστηκε τίποτα.
Οι βατραχάνθρωποι αποβιβάσθηκαν στα Ανατ. Ίμια περί την 20.45 Η πολιτική εντολή της ημέρας αυτής (28ης Ιανουαρίου» ήταν: « Αρχηγέ νύχτα θα τους βγάλεις στην βραχονησίδα και νύχτα θα τους πάρεις πίσω στο πλοίο» (Λυμπέρης σ. 560,561 ).
Την επόμενη, 29 Ιαν. στις 05.30 το πρωί οι βατραχάνθρωποι κατόπιν πολιτικής εντολής επανήλθαν στο πλοίο (Λυμπέρης σ. 561 ).
Περί ώραν 10.00 της ίδιας μέρας με εντολή του Α/ΓΕΕΘΑ κατόπιν γνωμοδοτήσεως του ΣΑΓΕ οι βατραχάνθρωποι επανήλθαν στα Ανατ. Ίμια. Είχε προηγηθεί προσπάθεια Τουρκικού φουσκωτού σκάφους να προσεγγίσει την βραχονησίδα. Στους Έλληνες βατραχανθρώπους που αποβιβάσθηκαν στη βραχονησίδα είχαν δοθεί εντολές
• Να παρεμποδίσουν την αποβίβαση ξένων.
• Να χρησιμοποιήσουν βία σε περίπτωση αυτοάμυνας και μη συμμόρφωσης αυτών που τυχόν επιδιώξουν αποβίβαση.
• Να αποτρέψουν την προσέγγιση προσγειώσεως Τουρκικού ελικοπτέρου το οποίο θα επεδίωκε προσγείωση στη βραχονησίδα.
• Να βάλλουν προειδοποιητικές βολές.
Για ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας νησιωτικών χώρων στα Δωδεκάνησα από τις απογευματινές ώρες της 29ης Ιαν. ετοιμάσθηκε δύναμη ταχείας ενίσχυσης από προσωπικό των Ειδικών Δυνάμεων Αττικής. Ο τρόπος μεταφοράς τους ήταν με ελικόπτερα του Σ.Ξ η και C-130 (Λυμπέρης σ.563 ).
Εγκρίθηκαν από τον ΥΕΘΑ (αν και απαιτείτο έγκριση από το ΚΥΣΕΑ), κανόνες εμπλοκής για ρίψη προειδοποιητικών βολών και ίση ανταπόδοση σε προκλήσεις Τούρκων στροφής των πυροβόλων και ραντάρ πυροβολικού προς τα πλοία μας και σε ηλεκτρονικές παρεμβολές (Λυμπέρης σ.563 ). Σημειώνει ο Ναύαρχος Χ.Λυμπέρης στο βιβλίο του (σελ. 563) «Η αποδέσμευση ορισμένων Κανόνων Εμπλοκής επιπέδου ΚΥΣΕΑ έγινε με πρωτοβουλία μου και στη συνέχεια ζητήθηκε η πολιτική έγκριση του Υπουργού Αμύνης η οποία πάντοτε δινόταν».
Το βράδυ της 29ης Ίαν. στην περιοχή της Δωδεκανήσου βρισκόταν ένα Αντιτορπιλικό, μια Φρεγάτα, μια Πυραυλάκατος, δύο Κανονιοφόροι, τρία Περιπολικά, και μια Τορπιλάκατος . Το πρωί της 30ης Ίαν. Και περί ώρα 09.00 ο ΥΕΘΑ ενέκρινε τις ακόλουθες εισηγήσεις του ΣΑΓΕ (Λυμπέρης σ.564).
• Να τροποποιηθεί το σχήμα ελέγχου-διοίκησης και ο ΑΓΕΕΘΑ να αναλάβει απ’ ευθείας την επιχειρησιακή διοίκηση των ακολούθων δυνάμεων των τριών κλάδων Στρατιά, ΑΣΔΕΝ, ΓΕΝ και ΑΤΑ .Τον επιχειρησιακό έλεγχο θα διατηρούσαν οι επικεφαλής των παραπάνω σχηματισμών.
• Να συνεχισθεί η Ελληνική ναυτική παρουσία στο Ανατ. Αιγαίο σε αντίστοιχο επίπεδο της Τουρκικής και να ενισχυθεί η ναυτική περιπολία στην περιοχή των Ιμίων.
• Η Πολεμική Αεροπορία να εκτελεί από αέρος αναγνωρίσεις για συμπλήρωση της εικόνας επιφανείας.
• Να αυξηθεί η ετοιμότητα των Ενόπλων Δυνάμεων για αντιμετώπιση στρατιωτικής ενέργειας.
Στις 10.45 της 30ης Ιανουαρίου πραγματοποιήθηκε σύσκεψη στο γραφείο του Πρωθυπουργού στη Βουλή με συμμετοχή των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Άμυνας, Εξωτερικών, Εσωτερικών, Τύπου, και τον Α/ΓΕΕΘΑ. Θέμα ήταν η αξιολόγηση της κατάστασης και η λήψη αποφάσεων στη διαχείριση της κρίσης. Ο Πρωθυπουργός ζήτησε να μείνουν τα πράγματα ως έχουν και να αποφευχθούν ενέργειες κλιμάκωσης της κρίσης. Μάλιστα παρακάλεσε τους Υπουργούς Εξωτερικών και Άμυνας να χρησιμοποιήσουν χαμηλούς τόνους στις συνεντεύξεις τους προς τα ΜΜΕ και να κινηθούν σε πνεύμα αποκλιμακώσεως.
Το μεσημέρι δόθηκε συνέντευξη από τους Υπουργούς Εξωτερικών και Άμυνας όπως είχε αποφασισθεί νωρίτερα στη σύσκεψη υπό τον Πρωθυπουργό. Είχε προηγηθεί δήλωση του Πρωθυπουργού «Αν η Τουρκία αποσύρει τα πλοία της τότε και εμείς θα αποσύρουμε τα δικά μας» . Ο Γ.Αρσένης μεταξύ άλλων δήλωσε «Δεν επιθυμούμε την κλιμάκωση της κρίσης….ζητάμε η Τουρκία να απομακρύνει τις δυνάμεις της από την περιοχή. Η βραχονησίδα φρουρείται από δυνάμεις εσωτερικής ασφαλείας» . Ο Θ.Πάγκαλος προσέθετε «Δεν επιθυμούμε την ένταση η οποία έχει προκληθεί από την παρουσία στρατιωτικών μονάδων της Τουρκίας. Με την απομάκρυνση το κλίμα θα βελτιωθεί».
Παρά’ όλα αυτά την ίδια ώρα το ΓΕΕΘΑ διέταζε τα Γενικά Επιτελεία ναυλοποιήσουν τις αποφάσεις που είχαν ληφθεί το πρωί της ίδιας ημέρας στοΣυμβούλιο Άμυνας υπό τον Γ.Αρσένη ο οποίος δεν θεώρησε σκόπιμο να τιςακυρώσει παρά τις αποφάσεις που πάρθηκαν στη σύσκεψη με τον Πρωθυπουργό.
Έτσι στις 13.30 περίπου απέπλευσαν και αναπτύχθηκαν στο Αιγαίο τρεις Φρεγάτεςένα Αντιτορπιλικό, τέσσερις Πυραυλάκατοι, δύο Υποβρύχια, τέσσερα Αρματαγωγά,ένα Πετρελαιοφόρο, ένα πλοίο γενικής υποστηρίξεως και ένα πλοίο συλλογής πληροφοριών. Τον απόπλου των πλοίων πρόβαλαν οι τηλεοπτικοί σταθμοί.
Απογευματινές ώρες της ίδιας μέρας διατάχθηκε η επιστροφή της Φρεγάτας «ΥΔΡΑ» που συμμετείχε στις επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ στη Βοσνία και η δίωρη ετοιμότητα επιστροφής των C-130 που συμμετείχαν στις ίδιες επιχειρήσεις. Κανένας στο ΥΕΘΑ δεν έλαβε υπ’ όψη του το μήνυμα που εξέπεμπε αυτή η εντολή.
Εκείνες τις ώρες άρχισε η διαμεσολαβητική δραστηριότητα των Αμερικανών Αξιωματούχων την οποία είχε ζητήσει η Ελλάδα (Σημίτης σελ. 67).
Οι ΗΠΑ είχαν συμφέρον να μην διαφοροποιηθεί το status quo στην περιοχή για να μην διαταραχθούν οι σχέσεις τους ούτε με την Ελλάδα ούτε με την Τουρκία. Οι ισορροπίες έπρεπε να κρατηθούν γιατί και τα δύο κράτη, το καθένα για διαφορετικούς λόγους είναι σημαντικά για τις ΗΠΑ.
Δεν επιθυμούσαν την αποδυνάμωση της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ σε περίπτωση συρράξεως Ελλάδας Τουρκίας ενώ γνωρίζοντας την αδυναμία της Ευρωπαϊκής Ενώσεως εύρισκαν μια καταπληκτική ευκαιρία να δηλώσουν την επικυριαρχία τους. Πιθανόν και να αποθάρρυναν τον Κ.Σημίτη να απευθυνθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στην Αθήνα οι συνομιλητές των Αμερικανών ήταν ο Πρωθυπουργός Κ.Σημίτης ο Υπουργός Άμυνας Γ.Αρσένης και ο Υπουργός Εξωτερικών Θ.Πάγκαλος στον οποίο είχε αναθέσει ο Πρωθυπουργός την επίτευξη συμφωνίας με τους Τούρκους μέσω του Χόλμπρουκ.
Ο Ρ.Χόλμπρουκ Υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ προωθούσε την λύση, «όχι πλοία, όχι στρατιώτες, όχι σημαίες και επιστροφή στο status quo ante». Με την θέση αυτή συμφωνούσαν οι Τούρκοι. Ο Έλληνας διαπραγματευτής Θ. Πάγκαλος συμφωνούσε με την απόσυρση των πλοίων και των στρατιωτών αλλά διαπραγματευόταν το θέμα της σημαίας προφανώς γιατί εκεί διέβλεπε πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση. Οι συνεννοήσεις γίνονταν εν κρυπτώ από την στρατιωτική ηγεσία αλλά και από τα άλλα μέλη της κυβέρνησης.
Περί ώρα 21.00 εντοπίσθηκε στην περιοχή των Δαρδανελίων Τουρκική δύναμη αποτελούμενη από δύο Φρεγάτες, τρία Αντιτορπιλικά και τέσσερις Πυραυλακάτους που κατευθύνονταν προς νότο.
Στις 23.30 της ίδιας μέρας, κατά δήλωση του Γ.Αρσένη ο Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών W.Perry και ο Αμερικανός Α/ΓΕΕΘΑ Salikasvilly του γνωστοποίησαν την αρνητική Τουρκική απάντηση στην Ελληνική πρόταση αποκλιμακώσεως της κρίσεως που είχε διαμορφωθεί και η οποία προέβλεπε αποχώρηση των πλοίων των δύο κρατών και του Ελληνικού αγήματος από τα ανατ. Ίμια.
Οι Τούρκοι επέμεναν και ζητούσαν και την απομάκρυνση της Ελληνικής σημαίας. Ο Γ.Αρσένης πριν εισέλθει στη σύσκεψη της Κυβερνητικής Επιτροπής τα μεσάνυχτα της 30ης Ιαν. γνώριζε τις Τούρκικές θέσεις τις οποίες δεν είχε κοινοποιήσει στην στρατιωτική ηγεσία (Λυμπέρης σ.572). Θεωρείται βέβαιο ότι την ίδια ώρα ο Ρ.Χόλμπρουκ είχε ενημερώσει και τον Θ.Πάγκαλο για την Τουρκική αρνητική απάντηση.
Στοιχειώδης ορθολογική αξιολόγηση της κατάστασης θα οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι εφόσον η Τουρκία δεν συμφωνούσε με αυτούς τους όρους πρόβαλε πλέον ως φυσιολογική η επιδίωξη από μέρους της να ενεργήσει για να ανατρέψει το ελληνικό προβάδισμα εγκαθιστώντας σύμβολό της σε Ελληνικό έδαφος ώστε να υπάρξει εξίσωση και σ’αυτό το σημείο (Βλάσσης σελ. 16). Προκύπτει ότι ο Θ.Πάγκαλος που φαίνεται ότι δεν χρησιμοποίησε τον έμπειρο μηχανισμό του Υπουργείου Εξωτερικών σ’αυτές τις διαπραγματευτικές του δραστηριότητες «δεν είχε καταλάβει». Αντί οτιδήποτε άλλου αποφάσισε να δώσει συνέντευξη στο MEGA για να καθησυχάσει τον Ελληνικό λαό. Από τί άραγε;
Την 31η Ιαν. στις 00.30 συνεκλήθη σύσκεψη της Κυβερνητικής Επιτροπής στο γραφείο του Πρωθυπουργού στη Βουλή. Στη σύσκεψη συμμετείχαν ο Πρωθυπουργός, ο ΥΠΕΞ, ο ΥΕΘΑ, ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας, ο Υπουργός Εσωτερικών, ο Υπουργός Τύπου, ο Α/ΓΕΕΘΑ και δύο σύμβουλοι του Πρωθυπουργού. Ο ΥΠΕΞ απουσίαζε σε συνέντευξη σε τηλεοπτικό σταθμό. Ο σύμβουλος του Πρωθυπουργού ανέλαβε να τον ειδοποιήσει και τότε όλος ο Ελληνικός λαός ενημερώθηκε δια στόματος του δημοσιογράφου ότι γίνεται σύσκεψη για τα Ίμια στη Βουλή και αναζητείται ο Υπουργός Εξωτερικών ο οποίος κατέφθασε περί την πρώτη πρωινή στη Βουλή.
Το θέαμα ήταν αποκαρδιωτικό.(Λυμπέρης σελ.572). Εάν ο Πρωθυπουργός ήταν εκείνος που ενέκρινε την παρουσία του Θ.Πάγκαλου στη συνέντευξη (Σημίτης σελ.64) τότε έχει μέρος της ευθύνης και αυτός.
Ο Πρωθυπουργός άρχισε την ενημέρωσή του με το τηλεφώνημα του Προέδρου Κλίντον που είχε γίνει περί τις 22 .15 Αναφέρθηκε ακόμα στη συνομιλία που είχε με τον πρέσβη των ΗΠΑ κ. Νάιλς ο οποίος του είχε υποδείξει την ανάγκη διαπραγμάτευσης Ο Γ. Αρσένης επιβεβαίωσε: «ο πρέσβης των ΗΠΑ κ. Νάιλς μας προτρέπει να τα βρούμε με τους Τούρκους μέσω διαπραγματεύσεων» (Σημίτης σ.64,65)
Όταν έφθασε ο Πάγκαλος από το ΜΕGA ο Πρωθυπουργός τον ρώτησε: «πού βρίσκεται η διαπραγμάτευση με τους Αμερικανούς». Απάντηση Πάγκαλου: «‘Έχουμε συμφωνήσει για την απομάκρυνση των πλοίων και του αγήματος όχι όμως για τη σημαία. Οι Τούρκοι και οι Αμερικανοί επιμένουν να απομακρυνθούν το πρωί μαζί με το άγημα και τα πλοία, και εμείς τους ζητάμε κάποια χρονική καθυστέρηση ολίγων ημερών την οποία και δεν αποδέχονται. (Λυμπέρης σ.572 ).
Στην αρχή της συζητήσεως όπως αναφέρει ο Πρωθυπουργός στο βιβλίο του (Σημίτης σ.64) «ο κ. Αρσένης προς έκπληξη όλων των παρευρισκομένων μεταφέροντας πρόταση της ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων την οποία φαίνεται να υιοθετούσε και ο ίδιος ρώτησε, μήπως ήταν σκόπιμο να μεταφερθούμε στο Υπουργείο Άμυνας. Το αρνήθηκα. Θα ήταν λάθος μήνυμα». Προσθέτει στο βιβλίο του ο Σημίτης ότι ο Αρσένης είπε: «η σειρά των ενεργειών εμπλοκής μπορούν να εγκριθούν μόνο από το ΚΥΣΕΑ και πρέπει να λάβουμε τις σχετικές αποφάσεις». Είναι απορίας άξιο γιατί ο Γ.Αρσένης που όπως προκύπτει δεν γνωστοποίησε στους παρευρισκομένους την πληροφορία που του είχε διαβιβάσει ο Αμερικανός Υπουργός Άμυνας Perry ότι οι Τούρκοι απέρριψαν τις Ελληνικές προτάσεις και ότι αφού επιμέναμε για τη σημαία οι Τούρκοι κάτι θα έκαναν τις επόμενες ώρες έθετε αυτή την ώρα τέτοιου είδους προτάσεις.
Περί την 01.00 της 31ης την ώρα που συνεδρίαζε η Κυβερνητική Επιτροπή, το Κέντρο Επιχειρήσεων του ΓΕΕΘΑ διαβίβαζε στα Κέντρα Επιχειρήσεων των τριών κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων ότι «επίκειται Τουρκική επίθεση σε μια ώρα. Πιθανός στόχος το Φαρμακονήσι».
Την πληροφορία αυτή διαβίβασε ο Γ.Αρσένης στον Υφυπουργό Ν.Κουρή «Ν.Κουρής σ.90) ο οποίος την μετέφερε στο Εθνικό Κέντρο Επιχειρήσεων το οποίο με τη σειρά του ενημέρωσε τα Γενικά Επιτελεία (Λυμπέρης σ.574 ).
Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο Γ.Αρσένης είχε λάβει την πληροφορία μέσω της Ελληνικής πρεσβείας στην Ουάσιγκτον ότι «ο Ελληνοαμερικανός λομπίστας Α.Μανάτος αποκάλυψε πως σύμφωνα με πληροφορίες του οι Τούρκοι επρόκειτο να αποβιβαστούν σε κάποιο νησί». Την πληροφορία αυτή φαίνεται ότι δεν έθεσε προς συζήτηση στη σύσκεψη. Την ίδια ώρα ο Α/ΓΕΕΘΑ έδωσε εντολή στον Α/ΓΕΝ να στοχοποιηθούν όλα τα Τουρκικά πλοία.
Εν τω μεταξύ αναπτύχθηκε ένας προβληματισμός για θέματα, όπως το πόσο σοβαρό θα ήταν αν απέσυραν τη σημαία, ποια ήταν η πιθανότητα Ελληνικής νίκης επί της Τουρκίας αλλά και για την άποψη του Αμερικανού Α/ΓΕΕΘΑ Salikasvilli που εξέφρασε στον Γ.Αρσένη ότι οι Αμερικανοί δεν έβλεπαν ως μείζον θέμα, αν το άγημα με την αποχώρησή του έπαιρνε μαζί του και τη σημαία.
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα ο Α/ΓΕΕΘΑ ορθά επισήμαινε πόσο σοβαρό πλήγμα θα ήταν για τις Ένοπλες Δυνάμεις και όχι μόνο για αυτές να αποσυρθεί η Σημαία σ’αυτή τη φάση και ζητούσε επιμόνως κανόνες εμπλοκής που θα του επέτρεπαν το πρώτο χτύπημα, χωρίς όμως να του δίδονται.
Αναφέρει ο Π. Κονδύλης: «Η στρατηγική σημασία του πρώτου πλήγματος διόλου δεν εμπεριέχει κάποια έμμεση παρότρυνση να ξεκινήσει κανείς πόλεμο από λεβεντιά ή στα καλά καθούμενα, σημαίνει μόνον ότι αν ένας εμπόλεμος διαθέτει επαρκή μέσα για ένα καίριο πρώτο πλήγμα πρέπει να το χρησιμοποιήσει έφ’ όσον θέλει να κερδίσει έναν πόλεμο με δεδομένες τις σύγχρονες και υπερσύγχρονες τεχνολογικές συνθήκες».
Ας σημειωθεί ότι ενώ ο ίδιος ο Γ.Αρσένης είχε ζητήσει από τον Α/ ΓΕΕΘΑ νωρίτερα να έχει έτοιμο σχετικό εισηγητικό προς ΚΥΣΕΑ τώρα του απαντούσε: «Αρχηγέ άφησε τώρα τους κανόνες εμπλοκής εδώ έχουμε διαπραγματεύσεις».(Λυμπέρης σελ.573).
Την 31 Ιαν. και ώρα 01.35 τηλεφώνησε ο Α/ΓΕΝ στον Α/ΓΕΕΘΑ και τον πληροφόρησε ότι δυο Τουρκικά ελικόπτερα τύπου BLACK HAWK υπερίπταντο των Ιμίων.
Ο Α/ΓΕΕΘΑ μετέφερε την πληροφορία αυτή στον Πρωθυπουργό με την εκτίμηση ότι πιθανώς θα επιχειρηθεί αεραπόβαση. Ο Υφυπουργός Ν. Κουρής τηλεφώνησε στο γραφείο του Πρωθυπουργού από το κόκκινο τηλέφωνο στο οποίο απάντησε ο ίδιος ο Πρωθυπουργός και ζήτησε την έγκριση για κατάλληλο κανόνα εμπλοκής. Ο Πρωθυπουργός πήρε την γνώμη του Γ.Αρσένη για χτύπημα, στο οποίο ο δεύτερος τάχθηκε αρνητικά.
Στη συνέχεια ο Πρωθυπουργός έδωσε στον Α/ΓΕΕΘΑ το τηλέφωνο να μιλήσει με τον Υφυπουργό. Ο κανόνας εμπλοκής που έδωσε ο Α/ΓΕΕΘΑ στον Υφυπουργό ήταν: «κατά την αιώρηση των ελικοπτέρων να ρίπτονται φωτοβολίδες, και εφ’ όσον επιμένουν, προειδοποιητικές βολές. Και αν ανοίξει σκάλα για αποβίβαση τότε να καταρριφθούν τα ελικόπτερα». Την εντολή αυτή άκουγαν όλοι οι παρευρισκόμενοι στο γραφείο του Πρωθυπουργού. Αργότερα αποδείχτηκε ότι τα ελικόπτερα δεν ήταν αυτού του τύπου αλλά ανθυποβρυχιακά, γεγονός που προκάλεσε την αγανάκτηση του Πρωθυπουργού (Λυμπέρης σ. 575 ).
Στις 03.35 έγινε γνωστό ότι οι Τούρκοι είχαν αποβιβάσει βατραχανθρώπους και είχαν υψώσει την Τουρκική σημαία στα Δυτ. Ίμια Παρά το γεγονός ότι ο Χόλμπρουκ το επιβεβαίωσε στον Θ.Πάγκαλο κρίθηκε σκόπιμο να επιβεβαιωθεί και από την δική μας πλευρά. Επειδή ο έλεγχος της βραχονησίδας με προβολέα από περιπολικό σκάφος δεν ήταν αποτελεσματικός διατάχθηκε το ΓΕΝ να στείλει το ελικόπτερο της Φρεγάτας να ερευνήσει. Το ελικόπτερο επιβεβαίωσε περί την 04.50 την ύπαρξη των Τούρκων στρατιωτών και της Τουρκικής Σημαίας.
Περί την 05.00 ενημερώθηκε ο Πρωθυπουργός ο οποίος εν τω μεταξύ είχε συγκαλέσει το ΚΥΣΕΑ.
Στο ΚΥΣΕΑ συζητήθηκε το ενδεχόμενο της εφαρμογής στρατιωτικών σχεδίων που υπάρχουν γι’ αυτές τις περιπτώσεις αλλά η πρόταση απορρίφθηκε γιατί θα μπορούσε να οδηγήσει σε μεγαλύτερη εμπλοκή. Τελικά το ΚΥΣΕΑ κατέληξε σε συμφωνία απεμπλοκής « όχι πλοία όχι στρατιώτες όχι σημαίες» και επαναφορά στο «status quo ante». Η απόφαση επισφραγίσθηκε με το τραγικό γεγονός της πτώσεως του ελικοπτέρου της Φρεγάτας και τον θάνατο των τριών μελών του πληρώματός του.
ΠΗΓΗ: OnAlert.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.