* Άρθρο Θεόδωρου Μαυρογιάννη, αναπληρωτή καθηγητή Tμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Κύπρου
Στη διάλεξη που έδωσα στο Πανεπιστήμιο Κύπρου εξέτασα τους επιφανείς νεκρούς της περιόδου 324-294 π.Χ. και το πού ετάφησαν, ώστε να ελέγξουμε ιστορικά πως προέκυψε το «αρχιτεκτονικό μέγεθος». Κατέληξα στο συμπέρασμα ότι ο Τύμβος της Αμφιπόλεως ανήκει στον Ηφαιστίωνα.
Εν τω μεταξύ, συμπεραίνω ότι άρχισε να οικοδομείται κατά παραγγελία του Αλεξάνδρου στον Αντίπατρο τον Μαϊο του 323 π.Χ. και πρέπει να είχε ολοκληρωθεί επί Πολυπέρχοντος, το 318 π.Χ., οπωσδήποτε πριν ο Κάσσανδρος αναλάβει τα ηνία στην Μακεδονία το 317 π.Χ. Το τελικό συμπέρασμα, ως προς την πολιτική ιστορία, είναι η «έμμεση ενσωμάτωση» της Αθήνας στο μακεδονικό βασίλειο, η πολυπόθητη πρόσδεση της Αθήνας στην Μακεδονία από τον Αντίπατρο, ο οποίος αφ’ ενός κατέλυσε την δημοκρατία τον Αύγουστο του 322 π.Χ., αφ’ ετέρου επέτρεψε στους Αθηναίους με εισόδημα κατώτερο των 2.000 δραχμών να εγκατασταθούν «εν Θράκη», «επανιδρύοντας» την αθηναϊκή κληρουχία του 438 π.Χ. στην Αμφίπολη.
Δεύτερος τη τάξει, χιλίαρχος της εταιρικής ίππου, ο Ηφαιστίων υποτιμήθηκε, εν γνώσει του, από τον Αρριανό (ως έκαστος ή ευνοίας προς Ηφαιστίωνα ή φθόνω είχεν), διασώζεται όμως η ρήση του Αλεξάνδρου στον Αρριανό προς τον θεό Ασκληπιό, ότι ου σώσας μοι τον εταιρον οντινα ίσον τη εμαυτου κεφαλή ήγον, «αφού δεν μου έσωσες τον εταιρο μου, τον οποίο είχα ίσα με την ψυχή μου».
Η ταύτιση είναι ολοκληρωτική δια στόματος Αλεξάνδρου στον Κούρτιο Ρούφο: Non errasti inquit, mater;nam et hic Alexander est: «πράγματι και αυτός Αλέξανδρος είναι». Ο Έφιππος από την Όλυνθο συνέταξεΠερί της Αλεξάνδρου και Ηφαιστίωνος ταφής ή τελευτής σύγγραμμα, στο οποίο ο θάνατος του Ηφαιστίωνα στις 10 Νοεμβρίου 324 π.Χ. αποκτούσε ανάλογες «διαστάσεις» με τον θάνατο του Αλεξάνδρου στις 13 Ιουνίου 323 π.Χ. Θα πρέπει να υπήρχε κάποια αντιστοιχία και στο πρόβλημα της ταφής των δύο φίλων, του Αλεξάνδρου στον exstructus mons – «περιωκοδομημένον όρος», όπως περιγράφει ο Λουκανός το Σήμα της Αλεξάνδρειας, και του Ηφαιστίωνος.
Τέσσερα ερωτήματα προκύπτουν: Α) Πού ετάφη τελικά ο Ηφαιστίων· Β) Τι σημαίνει το γεγονός ότι ο Ηφαιστίων «αποθεώθηκε» από τον Αλέξανδρο· Γ) Ποιά τα «ναυτικά» καθήκοντα του Ηφαιστίωνος στην εκστρατεία· Δ) Τα αρχαιολογικά και τα «εικονογραφικά» δεδομένα του Τύμβου, η ψευδο-ισόδομη τοιχοδομία, κυρίως όμως οι Καρυάτιδες, αφού οι Σφίγγες είναι ακέφαλες. Ως προς το πρώτο ζήτημα: Υπάρχει σοβαρώτατο φιλολογικό πρόβλημα. Ο Πλούταρχος αναφέρεται στην πρόθεση του Αλέξανδρου «τύμβον και ταφήν . . . επιτελέσαι διανοούμενος».
Ο Αρριανός μιλάει μόνον για την κηδεία, την ταφήν, που ταυτίζεται με την Πυρά, όπου και έλαβε χώρα η καύση του νεκρού. Ο Διόδωρος περιγράφει μόνον την Πυρά στην Βαβυλώνα και σε δεύτερο απόσπασμα λέγει ρητά ότι ουδέποτε κατέστη μόνιμο το οικοδόμημα (The Mound of Homera στην Βαβυλώνα), το οποίο θα έπρεπε να είναι επενδεδυμένο εξωτερικά με λιθοδομή, επειδή ο Περδίκκας έκρινε ότι η δαπάνη ήταν τεράστια.
Καμμία αναφορά στον Τύμβο, ή σε Τύμβο στην Βαβυλώνα, εφ’ όσον, εν προκειμένω, σε τύμβο θα είχε εναποθετηθεί το σώμα. Παρά μόνον η πληροφορία του Ιουστίνου (3ος αι. μ.Χ.) στην Επιτομή τωνHistoriae Philippicae του Pompeius Trogus: Quem contra decus regium Alexander diu luxit tumulumque eifecit eumque post mortem coli ut deum esset: «Τον οποίο [Ηφαιστίωνα], ενάντια στο βασιλικό ήθος – δόξα, ο Αλέξανδρος πένθησε επί μακρόν, κατασκευάζοντας του τύμβο, και [τον οποίο] διέταξε μετά τον θάνατο να λατρεύεται ως θεός».
Δηλαδή, ότι ο Αλέξανδρος τον κατασκεύασε τελικά τον τύμβο, τον οποίο συνέδεσε χαρακτηριστικά με την αποθέωση του Ηφαιστίωνος, έστω κι αν πρόκειται απλώς για τον αφηρωϊσμό του. Καίρια θεωρείται, στο σημείο αυτό, η επισήμανση, πως ό,τι έπραξε ήταν ενάντια στο «βασιλικό ήθος» την απόδοση τιμών σε βασιλικό τύμβο. Θέλει να πει ο Ιουστίνος ότι ο Αλέξανδρος του κατασκεύασε του Ηφαιστίωνος «βασιλικό τάφο», χωρίς να είναι βασιλεύς.
Ουδείς, πέραν τούτου, βεβαιώνει ότι ο τάφος του Ηφαιστίωνος ανεγέρθηκε στην Βαβυλώνα. Tον ψάχναμε – εσφαλμένα – στα Εκβάτανα, όπου σώζεται ένας λέων. Αντιθέτως, έχουμε την πληροφορία από τον Αρριανό ότι οικοδομήθηκαν δύο Ηρώα προς τιμήν του Ηφαιστίωνος στην Αλεξάνδρεια, ένα στο νησί της Φάρου και ένα στην πόλη, μάλλον εκατέρωθεν των απολήξεων της γέφυρας του Επτασταδίου. Αρα, επιβεβαιώνεται ο Αρριανός, όταν καταθέτει ότι το μαντείο του Άμμωνος Διός, στην ερώτηση, αν έπρεπε να λατρεύεται o Ηφαιστίων ως ήρωας ή θεός, αποφάνθηκε «να λατρεύεται ως ήρωας».
Η σημαντικότερη ένδειξη, ωστόσο, ότι «Ηρώον» του Ηφαιστίωνος υπήρχε στην ίδια την Μακεδονία είναι το αναθηματικό ανάγλυφο του Μουσείου της Θεσσαλονίκης, από την Πέλλα, στο οποίο γυναικεία μορφή σπένδει στην φιάλη του νεκρού Ηφαιστίωνος, που έχει αφιππεύσει. Φέρει επιγραφή: Διογένης Ηφαιστίωνι ήρωι. Τεκμηριώνεται συνεπώς o αφηρωϊσμός του Ηφαιστίωνος στην Μακεδονία.
Αλλά τί ακριβώς σημαίνει αυτό, ως προς τα μνημειακά μεγέθη, δεν είναι εύκολο να αποσαφηνισθεί. Το ανάγλυφο χρονολογείται «αρχαιολογικά» την περίοδο 324-300 π.Χ., και βεβαιώνει την διάδοση της λατρείας. Ο Υπερείδης στον Επιτάφιο Λόγο προς τιμήν των πεσόντων Αθηναίων του Λαμιακού πολέμου, που εξεγέρθησαν κατά των Μακεδόνων του Αντιπάτρου το 322 π.Χ. υπαινίσσεται την «θρασύτητα και την αναίδεια» των Μακεδόνων που εξαναγκάζουν τους Αθηναίους να λατρεύουν ανθρώπους ως θεούς, προσβάλλοντας την παραδοσιακή λατρεία. Ο Υπερείδης δεν αναφέρεται ρητά στην «επιβολή» της λατρείας του Ηφαιστίωνα στην Αθήνα, μολονότι είναι ο μόνος Μακεδών που λατρεύθηκε ζώντος του Αλεξάνδρου.
Ας ακούσουμε πώς καταγράφει ο Λουκιανός από τα Σαμόσατα το γεγονός στο Περι μη ραδίως πιστεύειν διαβολή: «Στην αυλή του Αλέξανδρου συνέβη η μεγαλύτερη από όλες διαβολή, για την περίπτωση που λεγόταν ότι κάποιος δεν σεβόταν ούτε προσκυνούσε τον Ηφαιστίωνα. Όταν, δηλαδή, πέθανε ο Ηφαιστίωνας, από την αγάπη του γι’ αυτόν ο Αλέξανδρος θέλησε να προσθέσει και τούτο στα υπόλοιπα μεγαλουργήματά του και να θεοποιήσει τον νεκρό. Αμέσως λοιπόν οι πόλεις ανήγειραν ναούς, ιδρύονταν τεμένη και βωμοί και τελούνταν θυσίες και γιορτές προς τιμή του νέου αυτού θεού· και ο μεγαλύτερος όρκος για όλους ήταν «μα τον Ηφαιστίωνα».
Κι αν κάποιος χαμογελούσε για όσα γίνονταν ή δεν φαινόταν να είναι πολύ ευσεβής, κρεμόταν από πάνω του η τιμωρία του θανάτου» (μετ. Σαχπεκίδης). To τη λοιπή μεγαλουργία του κειμένου του Λουκιανού περί αποθεώσεως δεν μπορεί παρά να παραπέμπει, αφ’ενός στην Πυρά, με μήκος πλευράς ένα στάδιο κατά τον Διόδωρο, και αφ’ετέρου στον Τάφο, που δεν ταυτίζεται με την Πυρά, η οποία είχε μορφή βαθμιδωτής πυραμίδας, αλλά πρέπει να είχε ανάλογο μέγεθος με τον τάφο. Ας σημειωθεί, εδώ, ότι η διάμετρος του Τύμβου της Αμφίπολης είναι 158,40 μ., όσο το «αλεξανδρινό στάδιο».
Απομένει να εξηγήσουμε γιατί επελέγη η Αμφίπολη για τον Τάφο του Ηφαιστίωνος και τι ακριβώς συνέβη με την σποδό. Στην Αμφίπολη υπήρχε ναός της Αρτέμιδος Ταυροπόλου, τον οποίο σκόπευε να ανοικοδομήσει μεγαλειωδώς ο Αλέξανδρος. Αυτή η Ταυροπόλος είναι η Βραυρωνία της Αθήνας – το βεβαιώνει επίγραμμα της Παλατινής Ανθολογίας περί της Θρακίας ηρωϊδος Φυλλίδος – την οποία Βραυρωνία ταύτισε ο Γ. Δεσπίνης με την γυναικεία κεφαλή με στεφάνη από πλεξίδα, πρωτότυπο έργο του Πραξιτέλους, σήμερα στο Μουσείο της Ακρόπολης.
Οι «αρχαϊζουσες» Καρυάτιδες στην πρόσοψη του δεύτερου θαλάμου του Τύμβου της Αμφίπολης παραπέμπουν στην Αθήνα, ειδικά στην Ακρόπολη και στις Κόρες του Ερεχθέως και του Πανδίονος «και σε όσα υπέστησαν και έπραξαν εν Θράκη». 12.000 Αθηναίοι φέρεται να εγκαταστάθηκαν, σύμφωνα με τον Διόδωρο, από τον Αντίπατρο «εν Θράκη», αμέσως μετά την ήττα των Αθηναίων στην Κραννώνα, την ήττα στην ναυμαχία της Αμοργού τον Ιούλιο, και την συνεπαγόμενη κατάλυση «των νόμων» και του δημοκρατικού πολιτεύματος, τον Αύγουστο του 322 π.Χ. Από την Αμφίπολη είχε αποπλεύσει ο στόλος του Αλεξάνδρου to 334 π.Χ., αλλά ο Αλέξανδρος διέθετε μόλις 20 μακεδονικά πλοία.
Στην Τύρο το 332 π.Χ. το ναυτικό του Αλεξάνδρου αποτελείτο κατά κύριο λόγο από τα πλοία των Κυπρίων βασιλέων: Πνυταγόρας της Σαλαμίνας, Ανδροκλής της Αμαθούντος, Πασικράτης των Σόλων, Ανδρόμαχος «ο ναύαρχος». Αυτός πρέπει να είναι και ο λόγος για τον οποίο στο επίγραμμα της Παλατινής Ανθολογίας η Άρτεμις της Αμφιπόλεως παρουσιάζεται ως Ταυροπόλος Αιθιοπίη Βραυρωνία. Είναι και Κύπρια.
Ο Ηφαιστίων είναι ο πρώτος ναύαρχος του Αλεξάνδρου, και μάλιστα αυτός που ναυπήγησε στα Πάταλα στο Δέλτα του Ινδού τον ναύσταθμο και τις τριήρεις του Νεάρχου, ο οποίος υποβιβάστηκε σε σύμβουλο του Δημητρίου Πολιορκητή στην Γάζα το 312 π.Χ. Ότι ήταν ο πρώτος τη τάξει ναύαρχος δηλώθηκε στην Πυρά: 60 επίχρυσες πλώρες – έμβολα ήταν προσαρτημένες ανά πλευρά στο κατώτερο διάζωμα, σύνολο 240 έμβολα. Πρόκειται για τα σχέδια στα Βασιλικά Υπομνήματα του Αλεξάνδρου περί της καθέλκυσης ναυτικού, κατά των Καρχηδονίων, τα οποία διεγράφησαν από τον Περδίκκα; Μάλλον.
Ένα τελευταίο ερώτημα προκύπτει: Ποιός μετέφερε την σποδό του μέγα ναυπηγού και αρχιτέκτονα-πολεοδόμου, φίλου του Δεινοκράτη, του Ηφαιστίωνα, του ιδίου που πρέπει να υπέδειξε την «μακεδονική χλαμύδα» για τον πολεοδομικό κάνναβο της Αλεξάνδρειας; Η απάντηση βρίσκεται στους «αποστράτους»: 11.000 Μακεδόνες υπό τον Κρατερό και τον Πολυπέρχοντα, οι οποίοι έλαβαν μέρος στους επιτάφιους αγώνες προς τιμήν πρώτα του Ηφαιστίωνα, στην συνέχεια του Αλεξάνδρου, και δεν είχαν καταφθάσει στην Μακεδονία παρά μόνον για την μάχη στην Κραννώνα της Θεσσαλίας, το καλοκαίρι του 322 π.Χ.
Εν τω μεταξύ, κατά παραγγελία του ιδίου του Αλεξάνδρου, την οποία σεβάστηκαν ο Αντίπατρος και ο Κρατερός, και πρέπει να την αμφισβήτησε ο Περδίκκας, είχε αρχίσει να ανεγείρεται την άνοιξη του 323 π.Χ. ο Τύμβος του Ηφαιστίωνα: Aπό τον Δεινοκράτη – Στασικράτη, όπως ακριβώς υπέθεσαν η κ. Περιστέρη και ο κ. Λεφαντζής. Το έργο πρέπει να ολοκληρώθηκε το 318 π.Χ.: Επί Πολυπέρχοντος, ένα χρόνο μετά τον θάνατο του Αντιπάτρου, ο οποίος με διάταγμα επέστρεφε την Σάμο και τον Ωρωπό στην Αθήνα. Η Αμφίπολη δεν ήταν μια οποιαδήποτε «αθηναϊκή κτήση», είχε καταστεί πλέον «μακεδονική και αθηναϊκή».
Ο Τάφος – Ηρώον στην Αμφίπολη πρέπει να οικοδομήθηκε για τον αρχηγό της εταιρικής ίππου του Αλεξάνδρου, τον χιλίαρχο Ηφαιστίωνα.
Στη διάλεξη που έδωσα στο Πανεπιστήμιο Κύπρου εξέτασα τους επιφανείς νεκρούς της περιόδου 324-294 π.Χ. και το πού ετάφησαν, ώστε να ελέγξουμε ιστορικά πως προέκυψε το «αρχιτεκτονικό μέγεθος». Κατέληξα στο συμπέρασμα ότι ο Τύμβος της Αμφιπόλεως ανήκει στον Ηφαιστίωνα.
Εν τω μεταξύ, συμπεραίνω ότι άρχισε να οικοδομείται κατά παραγγελία του Αλεξάνδρου στον Αντίπατρο τον Μαϊο του 323 π.Χ. και πρέπει να είχε ολοκληρωθεί επί Πολυπέρχοντος, το 318 π.Χ., οπωσδήποτε πριν ο Κάσσανδρος αναλάβει τα ηνία στην Μακεδονία το 317 π.Χ. Το τελικό συμπέρασμα, ως προς την πολιτική ιστορία, είναι η «έμμεση ενσωμάτωση» της Αθήνας στο μακεδονικό βασίλειο, η πολυπόθητη πρόσδεση της Αθήνας στην Μακεδονία από τον Αντίπατρο, ο οποίος αφ’ ενός κατέλυσε την δημοκρατία τον Αύγουστο του 322 π.Χ., αφ’ ετέρου επέτρεψε στους Αθηναίους με εισόδημα κατώτερο των 2.000 δραχμών να εγκατασταθούν «εν Θράκη», «επανιδρύοντας» την αθηναϊκή κληρουχία του 438 π.Χ. στην Αμφίπολη.
Δεύτερος τη τάξει, χιλίαρχος της εταιρικής ίππου, ο Ηφαιστίων υποτιμήθηκε, εν γνώσει του, από τον Αρριανό (ως έκαστος ή ευνοίας προς Ηφαιστίωνα ή φθόνω είχεν), διασώζεται όμως η ρήση του Αλεξάνδρου στον Αρριανό προς τον θεό Ασκληπιό, ότι ου σώσας μοι τον εταιρον οντινα ίσον τη εμαυτου κεφαλή ήγον, «αφού δεν μου έσωσες τον εταιρο μου, τον οποίο είχα ίσα με την ψυχή μου».
Η ταύτιση είναι ολοκληρωτική δια στόματος Αλεξάνδρου στον Κούρτιο Ρούφο: Non errasti inquit, mater;nam et hic Alexander est: «πράγματι και αυτός Αλέξανδρος είναι». Ο Έφιππος από την Όλυνθο συνέταξεΠερί της Αλεξάνδρου και Ηφαιστίωνος ταφής ή τελευτής σύγγραμμα, στο οποίο ο θάνατος του Ηφαιστίωνα στις 10 Νοεμβρίου 324 π.Χ. αποκτούσε ανάλογες «διαστάσεις» με τον θάνατο του Αλεξάνδρου στις 13 Ιουνίου 323 π.Χ. Θα πρέπει να υπήρχε κάποια αντιστοιχία και στο πρόβλημα της ταφής των δύο φίλων, του Αλεξάνδρου στον exstructus mons – «περιωκοδομημένον όρος», όπως περιγράφει ο Λουκανός το Σήμα της Αλεξάνδρειας, και του Ηφαιστίωνος.
Τέσσερα ερωτήματα προκύπτουν: Α) Πού ετάφη τελικά ο Ηφαιστίων· Β) Τι σημαίνει το γεγονός ότι ο Ηφαιστίων «αποθεώθηκε» από τον Αλέξανδρο· Γ) Ποιά τα «ναυτικά» καθήκοντα του Ηφαιστίωνος στην εκστρατεία· Δ) Τα αρχαιολογικά και τα «εικονογραφικά» δεδομένα του Τύμβου, η ψευδο-ισόδομη τοιχοδομία, κυρίως όμως οι Καρυάτιδες, αφού οι Σφίγγες είναι ακέφαλες. Ως προς το πρώτο ζήτημα: Υπάρχει σοβαρώτατο φιλολογικό πρόβλημα. Ο Πλούταρχος αναφέρεται στην πρόθεση του Αλέξανδρου «τύμβον και ταφήν . . . επιτελέσαι διανοούμενος».
Ο Αρριανός μιλάει μόνον για την κηδεία, την ταφήν, που ταυτίζεται με την Πυρά, όπου και έλαβε χώρα η καύση του νεκρού. Ο Διόδωρος περιγράφει μόνον την Πυρά στην Βαβυλώνα και σε δεύτερο απόσπασμα λέγει ρητά ότι ουδέποτε κατέστη μόνιμο το οικοδόμημα (The Mound of Homera στην Βαβυλώνα), το οποίο θα έπρεπε να είναι επενδεδυμένο εξωτερικά με λιθοδομή, επειδή ο Περδίκκας έκρινε ότι η δαπάνη ήταν τεράστια.
Καμμία αναφορά στον Τύμβο, ή σε Τύμβο στην Βαβυλώνα, εφ’ όσον, εν προκειμένω, σε τύμβο θα είχε εναποθετηθεί το σώμα. Παρά μόνον η πληροφορία του Ιουστίνου (3ος αι. μ.Χ.) στην Επιτομή τωνHistoriae Philippicae του Pompeius Trogus: Quem contra decus regium Alexander diu luxit tumulumque eifecit eumque post mortem coli ut deum esset: «Τον οποίο [Ηφαιστίωνα], ενάντια στο βασιλικό ήθος – δόξα, ο Αλέξανδρος πένθησε επί μακρόν, κατασκευάζοντας του τύμβο, και [τον οποίο] διέταξε μετά τον θάνατο να λατρεύεται ως θεός».
Δηλαδή, ότι ο Αλέξανδρος τον κατασκεύασε τελικά τον τύμβο, τον οποίο συνέδεσε χαρακτηριστικά με την αποθέωση του Ηφαιστίωνος, έστω κι αν πρόκειται απλώς για τον αφηρωϊσμό του. Καίρια θεωρείται, στο σημείο αυτό, η επισήμανση, πως ό,τι έπραξε ήταν ενάντια στο «βασιλικό ήθος» την απόδοση τιμών σε βασιλικό τύμβο. Θέλει να πει ο Ιουστίνος ότι ο Αλέξανδρος του κατασκεύασε του Ηφαιστίωνος «βασιλικό τάφο», χωρίς να είναι βασιλεύς.
Ουδείς, πέραν τούτου, βεβαιώνει ότι ο τάφος του Ηφαιστίωνος ανεγέρθηκε στην Βαβυλώνα. Tον ψάχναμε – εσφαλμένα – στα Εκβάτανα, όπου σώζεται ένας λέων. Αντιθέτως, έχουμε την πληροφορία από τον Αρριανό ότι οικοδομήθηκαν δύο Ηρώα προς τιμήν του Ηφαιστίωνος στην Αλεξάνδρεια, ένα στο νησί της Φάρου και ένα στην πόλη, μάλλον εκατέρωθεν των απολήξεων της γέφυρας του Επτασταδίου. Αρα, επιβεβαιώνεται ο Αρριανός, όταν καταθέτει ότι το μαντείο του Άμμωνος Διός, στην ερώτηση, αν έπρεπε να λατρεύεται o Ηφαιστίων ως ήρωας ή θεός, αποφάνθηκε «να λατρεύεται ως ήρωας».
Η σημαντικότερη ένδειξη, ωστόσο, ότι «Ηρώον» του Ηφαιστίωνος υπήρχε στην ίδια την Μακεδονία είναι το αναθηματικό ανάγλυφο του Μουσείου της Θεσσαλονίκης, από την Πέλλα, στο οποίο γυναικεία μορφή σπένδει στην φιάλη του νεκρού Ηφαιστίωνος, που έχει αφιππεύσει. Φέρει επιγραφή: Διογένης Ηφαιστίωνι ήρωι. Τεκμηριώνεται συνεπώς o αφηρωϊσμός του Ηφαιστίωνος στην Μακεδονία.
Αλλά τί ακριβώς σημαίνει αυτό, ως προς τα μνημειακά μεγέθη, δεν είναι εύκολο να αποσαφηνισθεί. Το ανάγλυφο χρονολογείται «αρχαιολογικά» την περίοδο 324-300 π.Χ., και βεβαιώνει την διάδοση της λατρείας. Ο Υπερείδης στον Επιτάφιο Λόγο προς τιμήν των πεσόντων Αθηναίων του Λαμιακού πολέμου, που εξεγέρθησαν κατά των Μακεδόνων του Αντιπάτρου το 322 π.Χ. υπαινίσσεται την «θρασύτητα και την αναίδεια» των Μακεδόνων που εξαναγκάζουν τους Αθηναίους να λατρεύουν ανθρώπους ως θεούς, προσβάλλοντας την παραδοσιακή λατρεία. Ο Υπερείδης δεν αναφέρεται ρητά στην «επιβολή» της λατρείας του Ηφαιστίωνα στην Αθήνα, μολονότι είναι ο μόνος Μακεδών που λατρεύθηκε ζώντος του Αλεξάνδρου.
Ας ακούσουμε πώς καταγράφει ο Λουκιανός από τα Σαμόσατα το γεγονός στο Περι μη ραδίως πιστεύειν διαβολή: «Στην αυλή του Αλέξανδρου συνέβη η μεγαλύτερη από όλες διαβολή, για την περίπτωση που λεγόταν ότι κάποιος δεν σεβόταν ούτε προσκυνούσε τον Ηφαιστίωνα. Όταν, δηλαδή, πέθανε ο Ηφαιστίωνας, από την αγάπη του γι’ αυτόν ο Αλέξανδρος θέλησε να προσθέσει και τούτο στα υπόλοιπα μεγαλουργήματά του και να θεοποιήσει τον νεκρό. Αμέσως λοιπόν οι πόλεις ανήγειραν ναούς, ιδρύονταν τεμένη και βωμοί και τελούνταν θυσίες και γιορτές προς τιμή του νέου αυτού θεού· και ο μεγαλύτερος όρκος για όλους ήταν «μα τον Ηφαιστίωνα».
Κι αν κάποιος χαμογελούσε για όσα γίνονταν ή δεν φαινόταν να είναι πολύ ευσεβής, κρεμόταν από πάνω του η τιμωρία του θανάτου» (μετ. Σαχπεκίδης). To τη λοιπή μεγαλουργία του κειμένου του Λουκιανού περί αποθεώσεως δεν μπορεί παρά να παραπέμπει, αφ’ενός στην Πυρά, με μήκος πλευράς ένα στάδιο κατά τον Διόδωρο, και αφ’ετέρου στον Τάφο, που δεν ταυτίζεται με την Πυρά, η οποία είχε μορφή βαθμιδωτής πυραμίδας, αλλά πρέπει να είχε ανάλογο μέγεθος με τον τάφο. Ας σημειωθεί, εδώ, ότι η διάμετρος του Τύμβου της Αμφίπολης είναι 158,40 μ., όσο το «αλεξανδρινό στάδιο».
Απομένει να εξηγήσουμε γιατί επελέγη η Αμφίπολη για τον Τάφο του Ηφαιστίωνος και τι ακριβώς συνέβη με την σποδό. Στην Αμφίπολη υπήρχε ναός της Αρτέμιδος Ταυροπόλου, τον οποίο σκόπευε να ανοικοδομήσει μεγαλειωδώς ο Αλέξανδρος. Αυτή η Ταυροπόλος είναι η Βραυρωνία της Αθήνας – το βεβαιώνει επίγραμμα της Παλατινής Ανθολογίας περί της Θρακίας ηρωϊδος Φυλλίδος – την οποία Βραυρωνία ταύτισε ο Γ. Δεσπίνης με την γυναικεία κεφαλή με στεφάνη από πλεξίδα, πρωτότυπο έργο του Πραξιτέλους, σήμερα στο Μουσείο της Ακρόπολης.
Οι «αρχαϊζουσες» Καρυάτιδες στην πρόσοψη του δεύτερου θαλάμου του Τύμβου της Αμφίπολης παραπέμπουν στην Αθήνα, ειδικά στην Ακρόπολη και στις Κόρες του Ερεχθέως και του Πανδίονος «και σε όσα υπέστησαν και έπραξαν εν Θράκη». 12.000 Αθηναίοι φέρεται να εγκαταστάθηκαν, σύμφωνα με τον Διόδωρο, από τον Αντίπατρο «εν Θράκη», αμέσως μετά την ήττα των Αθηναίων στην Κραννώνα, την ήττα στην ναυμαχία της Αμοργού τον Ιούλιο, και την συνεπαγόμενη κατάλυση «των νόμων» και του δημοκρατικού πολιτεύματος, τον Αύγουστο του 322 π.Χ. Από την Αμφίπολη είχε αποπλεύσει ο στόλος του Αλεξάνδρου to 334 π.Χ., αλλά ο Αλέξανδρος διέθετε μόλις 20 μακεδονικά πλοία.
Στην Τύρο το 332 π.Χ. το ναυτικό του Αλεξάνδρου αποτελείτο κατά κύριο λόγο από τα πλοία των Κυπρίων βασιλέων: Πνυταγόρας της Σαλαμίνας, Ανδροκλής της Αμαθούντος, Πασικράτης των Σόλων, Ανδρόμαχος «ο ναύαρχος». Αυτός πρέπει να είναι και ο λόγος για τον οποίο στο επίγραμμα της Παλατινής Ανθολογίας η Άρτεμις της Αμφιπόλεως παρουσιάζεται ως Ταυροπόλος Αιθιοπίη Βραυρωνία. Είναι και Κύπρια.
Ο Ηφαιστίων είναι ο πρώτος ναύαρχος του Αλεξάνδρου, και μάλιστα αυτός που ναυπήγησε στα Πάταλα στο Δέλτα του Ινδού τον ναύσταθμο και τις τριήρεις του Νεάρχου, ο οποίος υποβιβάστηκε σε σύμβουλο του Δημητρίου Πολιορκητή στην Γάζα το 312 π.Χ. Ότι ήταν ο πρώτος τη τάξει ναύαρχος δηλώθηκε στην Πυρά: 60 επίχρυσες πλώρες – έμβολα ήταν προσαρτημένες ανά πλευρά στο κατώτερο διάζωμα, σύνολο 240 έμβολα. Πρόκειται για τα σχέδια στα Βασιλικά Υπομνήματα του Αλεξάνδρου περί της καθέλκυσης ναυτικού, κατά των Καρχηδονίων, τα οποία διεγράφησαν από τον Περδίκκα; Μάλλον.
Ένα τελευταίο ερώτημα προκύπτει: Ποιός μετέφερε την σποδό του μέγα ναυπηγού και αρχιτέκτονα-πολεοδόμου, φίλου του Δεινοκράτη, του Ηφαιστίωνα, του ιδίου που πρέπει να υπέδειξε την «μακεδονική χλαμύδα» για τον πολεοδομικό κάνναβο της Αλεξάνδρειας; Η απάντηση βρίσκεται στους «αποστράτους»: 11.000 Μακεδόνες υπό τον Κρατερό και τον Πολυπέρχοντα, οι οποίοι έλαβαν μέρος στους επιτάφιους αγώνες προς τιμήν πρώτα του Ηφαιστίωνα, στην συνέχεια του Αλεξάνδρου, και δεν είχαν καταφθάσει στην Μακεδονία παρά μόνον για την μάχη στην Κραννώνα της Θεσσαλίας, το καλοκαίρι του 322 π.Χ.
Εν τω μεταξύ, κατά παραγγελία του ιδίου του Αλεξάνδρου, την οποία σεβάστηκαν ο Αντίπατρος και ο Κρατερός, και πρέπει να την αμφισβήτησε ο Περδίκκας, είχε αρχίσει να ανεγείρεται την άνοιξη του 323 π.Χ. ο Τύμβος του Ηφαιστίωνα: Aπό τον Δεινοκράτη – Στασικράτη, όπως ακριβώς υπέθεσαν η κ. Περιστέρη και ο κ. Λεφαντζής. Το έργο πρέπει να ολοκληρώθηκε το 318 π.Χ.: Επί Πολυπέρχοντος, ένα χρόνο μετά τον θάνατο του Αντιπάτρου, ο οποίος με διάταγμα επέστρεφε την Σάμο και τον Ωρωπό στην Αθήνα. Η Αμφίπολη δεν ήταν μια οποιαδήποτε «αθηναϊκή κτήση», είχε καταστεί πλέον «μακεδονική και αθηναϊκή».
Ο Τάφος – Ηρώον στην Αμφίπολη πρέπει να οικοδομήθηκε για τον αρχηγό της εταιρικής ίππου του Αλεξάνδρου, τον χιλίαρχο Ηφαιστίωνα.
Αν είναι δυνατον....Ο Μαυρογιάννης,ο οποιος μεχρι τωρα μας εχει δωσει ενα σωρο σεναριων για το οποιος ειναι θαμμενος εντος του τυμβου,καταληγει τελικα στον Ηφαιστιωνα με ενα και μοναδικο στοιχειο:οτι βρεθηκε αναθυματικο αναγλυφο στην θεσσαλονικη για τον Ηφαιστιωνα!!!Με βαση αυτο το στοιχειο,ερμηνευσε κατα το δοκουν τις αναφορες των αρχαιων ιστοριογραφων και δημιουργησε ενα ευφανταστο σεναριο στα μετρα του ισχυρισμου του.Ρητα αναφερεται οτι εγινε η καυση του νεκρου στην Βαβυλωνα,οπου και πεθανε επειτα απο ξαφνικη ασθενεια κι ΕΚΕΙ εγινε μεγαλοπρεπρεστατο μνημειο-περιγραφεται αναλυτικα-ενω ξερουμε οτι εγιναν και ηρωα στην αλεξανδρεια.Δεν αναφερεται σε καμια πηγη η μεταφορα του πτωματος ή η δημιουργια του τεραστιου τυμβου-δεν θα ηταν κατι το μυστικο η μεταφορα του-ενω αμφισβητει και παρερμηνευει,ωστε να ικανοποιησει το σεναριο του,τους Διωδωρο και Αρριανό.
ΑπάντησηΔιαγραφήThe progress in excavating Kasta Tumulus proved the Mavrojannis (and of those who agreed with him early on) "Hephaestion hypothesis" correct.
ΔιαγραφήThis article apparently appeared here on Monday, October 6th 2014. A number of points I wish to make. (I) The article differs in some regards from the lecture by Prof. Mavrojannis delivered in September (I think the 10th or 11th) 2014. (II) The issue that the tomb was constructed initially for Hephaestion is now beyond any dispute, given the inscriptions found inside and outside the tomb. (III) The Temple of Artemis Tavropolos (that Alexandros wanted to renovate, according to the references given above by Prof Mavrojannis) most likely was exactly where the Kasta tomb for Hephaestion was constructed. (IV) I presented this in my paper: https://www.academia.edu/20339980/The_Tumulus_at_Amphipolis_Summary_of_a_Theory
ΑπάντησηΔιαγραφή(V) The first paper I wrote about the Kasta Tumulus was published on October 23, 2014 and is embedded here: https://www.academia.edu/14138924/On_the_HFAISTION_at_Kasta_Hill_hypothesis
Thank you for hosting my reply.