Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2014

Αν έγραφα ένα μυθιστόρημα για τον τάφο του Αλέξανδρου…


   
Αρχαιολόγος δεν είμαι. Πάντα όμως με συγκινούσε αυτή η επιστήμη, η συνήθως μοναχική πορεία των λειτουργών της, ο ακάματος σεβασμός στη λεπτομέρεια, το «σκουπάκι», οι ερμηνείες, η σύνθετη σκέψη που ακροβατεί μεταξύ φαντασίας και πηγών.
   Τα μαθήματα της Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο τα γευόμουν με χαρά και ενδιαφέρον. Προϊστορική, Κλασική, Βυζαντινή, Μεταβυζαντινή. Πάντα κάτι καινούργιο μάθαινα. Ένα νέο παράθυρο άνοιγε για να πετάξει η φαντασία μου, βασισμένη σε στοιχεία, πηγές και ευρήματα.
   Παρ` όλα αυτά, η δική μου προδιαγεγραμμένη ρότα ήταν προς την κατεύθυνση της Ιστορίας, το μεγάλο μου έρωτα και βάσανο.
   Αυτή όμως είναι μια άλλη ιστορία.

   Ο Αλέξανδρος ήτανε πάντα βιδωμένος στο νου μου. Η πορεία του, η ορμή του, η τόλμη και οι αναζητήσεις του, η κληρονομιά και η καταλυτική προσφορά του σ` αυτό που λέμε ότι ανήκουμε και είμαστε σήμερα.
   Παρακολουθώ λοιπόν κι εγώ την υπόθεση του λόφου Καστά στην Αμφίπολη εδώ και δύο χρόνια, όταν πρωτακούστηκαν οι πρώτες εκτιμήσεις από την Κατερίνα Περιστέρη. Ακολούθησε ο εντοπισμός του περιβόλου, η ανακοίνωση στην ετήσια Αρχαιολογική Συνάντηση της βόρειας Ελλάδας και φέτος το καλοκαίρι όλα όσα έχουν κινήσει το πανελλήνιο και το παγκόσμιο ενδιαφέρον.



   Αν ήμουν αρχαιολόγος, μάλλον θα είχα εξοργιστεί με όσα λένε και γράφουν διάφοροι, ακόμα και μερικοί του σιναφιού. Έτσι θα ήθελα κι εγώ να γράψω τα δικά μου.
   Για τις σφίγγες που δεν είναι πρωτόγνωρες στη Μακεδονία, για τους ρόδακες, για το ζωγραφικό μοτίβο του κίονα, για το μωσαϊκό.
   Για όλα αυτά που τα βλέπουμε και στις Αιγές, στην Αίνεια, στη Σίνδο, στην Αγία Παρασκευή, αλλά και στην Επίδαυρο και στο Ερέχθειο.
   Μόνο οι Κόρες μας παιδεύουνε ακόμα, η «απρόσωπη» και το ζευγάρι της η «χαμογελαστή», αλλά θα βρεθεί κι εκεί η άκρη.



   Θα σας έδειχνα ίσως και το ξίφος που βρέθηκε στον τάφο του Φίλιππου του Β΄, που έχει στην κεφαλή της λαβής του μια χρυσή μικρογραφία κράνους, με σφίγγα στην κορυφή και έναν λέοντα στα δυό του πόδια. 



   Και το άλλο, το χρυσό ρωμαϊκό περίαπτο που βρέθηκε στο Αμπουκίρ της Αιγύπτου, το ελληνικό Ηράκλειο, δίπλα στην Αλεξάνδρεια. Αυτό το περίαπτο που έχει μια πανέμορφη προτομή του Αλεξάνδρου με αττική περικεφαλαία και μια σφίγγα να στηρίζει το λοφίο και τη θεά Άρτεμη επάνω σ` έναν ταύρο.




   Είπαμε όμως, εγώ δεν είμαι αρχαιολόγος.
   Το πολύ – πολύ καμιά ιστοριούλα να έβγαζα απ` το μυαλό μου να σας πω.
   Έτσι όπως θα ήθελα εγώ να έχει υφάνει η ιστορία τον πέπλο του μυστηρίου.





   Δεν είχε ακόμα γευτεί όσα θα ήθελε, ούτε και είχε δει όλα αυτά που λαχταρούσε να γνωρίσει ο Αλέξανδρος. Κι εκείνο το μοιραίο έτος του 323 πΧ, στις 13 του Ιούνη, χαιρέτισε αυτόν τον κόσμο από τη Βαβυλώνα.
   Είχε προλάβει απόκριση να δώσει στους φιλόδοξους εταίρους, που με αγωνία ρώτησαν, σε ποιόν αφήνει το μέγα βασίλειο:  
   «Τω κρατίστω, ότι μέγαν επιτάφιον αγώνα ορά εφ` αυτώ εσόμενον».
   Τους ήξερε καλά όλους, αφού μ` αυτούς κατέκτησε τον κόσμο. Ήξερε και τι θ` ακολουθήσει μεταξύ τους. Κι αυτοί δεν ξέφυγαν καθόλου απ` όσα ο αρχηγός προέβλεψε.

   Μια κοσμόπολη ονειρευότανε ο Αλέξανδρος. Ένα κράτος παγκόσμιο, με σεβασμό κι αδελφοσύνη ανάμεσα σε λαούς, φυλές και θρησκείες. Με τον ελληνικό «τρόπο», το πνεύμα, την παιδεία και τη γλώσσα την ελληνική, απ` άκρου σ` άκρον.
   Γι` αυτό πήγε να βρει το Διογένη το Σινωπέα. Κοσμοπολίτης φέρονταν κι αυτός πως ήταν. Αν και συμπλήρωνε πως είναι κι άπολις. Έφυγε ο Αλέξανδρος, να μην του κρύβει άλλο τον ήλιο και πήγε για να βρει τους δικούς του ήλιους στα πέρατα του κόσμου και να στεριώσει την κοσμόπολή του.




   Όταν πέθανε ο Αλέξανδρος, βρήκανε λέει ο Διόδωρος, τα Υπομνήματά του. Τα σχέδια που ετοίμαζε και τις εντολές του.
   Ήδη είχε στο μυαλό του να φτιάξει εκείνα τα χίλια πλοία, ακόμα πιο μεγάλα από τριήρεις, για να γυρίσει απ` όλες τις μεριές τις άγνωστες ακτές της Αραβίας.
   Και μετά να φύγει δυτικά, να πάρει και την Καρχηδόνα, να φτιάξει κι ένα δρόμο παράλληλο στη θάλασσα, που να τον οδηγήσει μέχρι τις Ηράκλειες Στήλες. Εκεί που η Αφρική κοντεύει να φιλήσει την Ευρώπη.
   Και που θα σταματούσε; Μόνο όταν θα ένωνε όλα τα κομμάτια γης που γνώριζαν οι γεωγράφοι του καιρού του, αλλά κι αυτό δεν ήταν σίγουρο για έναν Αλέξανδρο.
   Στην Ιβηρία θα περνούσε και θα έπιανε με τη σειρά τις αποικίες των Ελλήνων. Στη Μασσαλία, στην Κορσική, στη Μεγάλη Ελλάδα και θα έβαζε στο κράτος του και τη Ρώμη και θα έκανε δικιά του τη Μεσόγειο, για να περάσει μετά και στον Εύξεινο, ν` ανέβει και την Κασπία και να δει αν είναι λίμνη ή αν είναι κόλπος της μεγίστης θάλασσας, εκεί που τελειώνει ο κόσμος.

   Είχε δώσει και εντολή να φτιάξουνε έξι ή επτά ναούς, που δε θα μοιάζουν με κανέναν παλαιότερο. Ναοί ασύγκριτοι σε πλούτο και σύλληψη. Ναοί που θα θυμίζουνε για πάντα τον Αλέξανδρο. Χίλια πεντακόσια τάλαντα θα κόστιζε ο καθένας. Κόστος ασύλληπτο για την εποχή, που μόνο ο Αλέξανδρος μπορούσε να το αντέξει.
   Αυτοί οι ναοί θα κατασκευάζονταν στη Δήλο, στους Δελφούς, στη Δωδώνη, στο Δίον, στην Κύρρο (κοντά στα Γιαννιτσά) ναός της Αθηνάς, στην Αμφίπολη ναός της Ταυροπόλου Αρτέμιδος και στο Ίλιον αφιερωμένος στην Αθηνά.
   Ήθελε ακόμα να φτιάξει έναν τάφο καινούργιο για τον πατέρα του το Φίλιππο, σαν τη μεγάλη πυραμίδα της Αιγύπτου μεγαλόπρεπο και μοναδικό.




   Κανείς δεν ξέρει τι απ` όλα ξεκίνησε να φτιάχνει ο Δεινοκράτης.
   Τον τάφο; Αυτόν όμως λογικά θα τον έφτιαχνε στις Αιγές.
   Το ναό της Αρτέμιδας στην Αμφίπολη; Είναι πολύ πιθανόν. Το μάρμαρο της Θάσου ήταν κοντά και στην Αμφίπολη έδεναν τα καράβια μέσα στη λίμνη Κερκινίτιδα.
   Ήταν και η στενή σχέση που είχε ο Αλέξανδρος με τη θεά. Το βράδυ που γεννήθηκε, ο Ηρόστρατος πυρπόλησε το ναό της στην Έφεσο. Ήτανε λέει απασχολημένη η Άρτεμις με τη γέννα του Αλέξανδρου, γι` αυτό και δεν πρόφτασε να προφυλάξει το ναό της.
   Γιατί αυτή η Άρτεμις η Βραυρώνια της Αττικής, ήταν προστάτιδα και βοηθός των τοκετών. Και στο ναό της στη Βραυρώνα αφιέρωναν τους χιτώνες όσων γυναικών  τύχαινε να πεθάνουνε πάνω στη γέννα.
   Και ήταν η Άρτεμις επίσης που λατρεύονταν στο Ίλιον ενώ στη Λακωνία οι κόρες με τα καλάθια στο κεφάλι που χόρευαν γι` αυτήν τον χορό κόρδακα, ήταν οι Καρυάτιδες απ` τις Καρυές, που η χάρη τους έγινε γνωστή παντού και αποτυπώθηκε σε γλυπτά που σώθηκαν μέχρι τις μέρες μας.

   Όταν λοιπόν ο Αλέξανδρος πήγε στην Έφεσο και οι κάτοικοι ξεκίνησαν να ξαναφτιάξουν το ναό, αυτός άνοιξε τα ταμεία του για να συνεισφέρει στα έξοδα. Το μόνο που δε δέχτηκαν οι Εφέσιοι, ήταν να γράψουνε το όνομά του. Και για να μη θυμώσει, του είπανε ότι θεός σε θεό δε μπορεί να κάνει προσφορά.

   Την Ταυροπόλο Άρτεμη τη λάτρευαν πολύ στην Αμφίπολη. Όταν ξεκίνησε την εκστρατεία του ο Αλέξανδρος, σ` αυτήν θυσίασε. Και σε πολλά νομίσματά τους οι Αμφιπολίτες, αυτήν είχαν να κάθεται πάνω σε έναν ταύρο.

   Και ήταν η Αμφίπολη σημαντική για τους Μακεδόνες. Σφάχτηκαν Αθηναίοι και Σπαρτιάτες για την πόλη και τελικά ήρθε ο Φίλιππος και την έκανε δικιά του χωρίς να καταλάβουν τις προθέσεις του.
   Αυτή του πρόσφερε τα μέσα για να γίνει κυρίαρχος σε όλη την περιοχή και να προετοιμάσει την εκστρατεία του στην Ασία. Τα μεταλλεία του Παγγαίου του έδιναν το χρυσό και έτσι έκοψε τους χρυσούς στατήρες του, τα πρώτα χρυσά νομίσματα εκτός Ασίας. Τα δάση του Παγγαίου του έδωσαν την ξυλεία για το στόλο, που μέχρι τότε τα εκμεταλλεύονταν οι Αθηναίοι για το δικό τους στόλο.

   Και ήταν η Αμφίπολη πόλη μοναδική για να θυμίζει τα κατορθώματα του Αλέξανδρου.
   Δεν είναι μόνο ότι από εκεί ξεκίνησε την εκστρατεία του για την Ασία.
   Από την Αμφίπολη ξεκίνησε στις αρχές της άνοιξης του 335 πΧ και την πρώτη εκστρατεία του για να κρατήσει ασφαλές το βασίλειο που κληρονόμησε απ` τον πατέρα του. Πήγε πρώτα στα βόρεια και υπέταξε τους Θράκες στην οροσειρά του Αίμου. Προχώρησε πιο πέρα και πήρε και τους Τριβαλλούς. Κι όταν, μετά τον Ίστρο – Δούναβη, καθάρισε και με τους Γέτες, τότε πήγε προς τη δύση για να βάλει σε τάξη και τους Ιλλυριούς.
   Τα νέα που φτάνανε για το νεαρό βασιλιά και την εκστρατεία του κατά των βορείων βαρβάρων ήτανε συγκεχυμένα. Και στην Ελλάδα θελήσανε να σηκώσουνε κεφάλι. Γύρισε τότε νότια, πέρασε την Ήπειρο, ισοπέδωσε τη Θήβα και έδωσε σε όλους να καταλάβουν ότι ο Φίλιππος μπροστά του ήταν φιλήσυχος και μαλακός.




Οθωμανικός χάρτης του 1900, με την περιοχή της Αμφίπολης.
Βλέπουμε καθαρά πώς ήταν η διαμόρφωση με την ύπαρξη της λίμνης 
και τη σύνδεσή της με τη θάλασσα.



   Ο Αλέξανδρος τώρα κείτεται νεκρός στη Βαβυλώνα. Και οι εταίροι και σωματοφύλακές του συζητούν το τι μέλλει γενέσθαι.
   Είναι εκεί όλοι αυτοί που με το βασιλιά τους υπέταξαν την Ασία. Όλοι αυτοί που από τη Μακεδονία έφτασαν να γίνουν κυρίαρχοι του κόσμου. Είναι εκεί ο Πτολεμαίος του Λάγου από την Εορδαία. Ο Λεοννάτος του Ανταίου από την Πέλλα. Ο Πείθων του Κρατεύα από την Εορδαία. Ο Λυσίμαχος του Αγαθοκλέους από την Πέλλα. Ο Περδίκας του Ορόντου από την Ορεστιάδα. Ο Αριστόνοος του Πεισαίου από την Πέλλα. Είναι κι ο Αρριδαίος, αλλά δεν είναι ο αγαπημένος Ηφαιστίωνας που είχε ήδη πεθάνει.

   Όλοι συμφωνούν ότι τα σχέδια του νεκρού βασιλιά τους δεν είναι δυνατό να πραγματοποιηθούν. Το κόστος ήταν τεράστιο και για τους περισσότερους από αυτούς τώρα, το κυρίαρχο ήταν η μοιρασιά της εξουσίας ή η υπεροχή έναντι των υπολοίπων.
   Ο Περδίκκας ξεχώρισε και με τη γνώμη του συμφώνησαν πολλοί. Ο Αριστόνοος, ο Φιλόξενος, ο Πολέμων, ο Αλκέτας, ο Δόκιμος, ο Μήδιος ο Λαρισεύς, ο Σέλευκος, ο Άτταλος και άλλοι.
   Όλοι μαζί πήραν την απόφαση για να μεταφερθεί ο νεκρός στη Μακεδονία (όπως έπρεπε κατά το μακεδονικό τρόπο και ήταν το απολύτως λογικό) ή στην όαση Σίουα του Άμμωνος, όπως γράφει ο Κούρτιος Ρούφος ότι ήταν επιθυμία του Αλέξανδρου.

   Ήδη η μάχη για την επόμενη μέρα έχει αρχίσει. Σύμφωνα με τα έθιμα της πατρίδας τους, τον παλιό βασιλιά τον θάβει ο επόμενος.
   Υπάρχει δε και η προφητεία του Αρίστανδρου από την Τελμισσό, που έλεγε ότι μεγάλη και τρανή και ευτυχισμένη θα είναι η χώρα στην οποία θα ταφεί ο Αλέξανδρος.
   Έτσι, ο Περδίκκας θα ήθελε να θάψει ο ίδιος το βασιλιά του στη Μακεδονία και όχι βέβαια στην Αίγυπτο του Πτολεμαίου.

   Αναθέτουν λοιπόν στον Αρριδαίο την κατασκευή της περίφημης αρμάμαξας και τη μεταφορά του νεκρού βασιλιά τους, το σώμα του οποίου διατηρούν μέσα σε μέλι.
   Ενάμιση χρόνο κράτησε η προετοιμασία και στα τέλη του 322 πΧ η αρμάμαξα ήταν έτοιμη να μεταφέρει τον Αλέξανδρο.
   Όσο πολυτελής κι αν ήταν, μήπως τόσο διάστημα είναι υπερβολικό;
   Μήπως τόσο χρειάστηκε για να φτιαχτεί ένας τάφος στη Μακεδονία; Και όχι στις Αιγές όπου ήταν οι προπάτορες βασιλείς, αλλά στην Αμφίπολη που είχε ισχυρή συμβολική αξία για τον ίδιο τον Αλέξανδρο, αλλά και για την αυτοκρατορία που άφηνε πίσω του, ως κύριο στρατηγικό κέντρο για όλη την επικράτεια;
   Μήπως είχε ήδη προχωρήσει το κτίσμα για το ναό της Αρτέμιδας που είπε ο Αλέξανδρος στο Δεινοκράτη να κατασκευάσει;
   Μήπως αυτό το, ημιτελές ίσως, μοναδικό κτίσμα, αποφασίστηκε να μετατραπεί σε τάφο του Αλέξανδρου και ενάμιση χρόνο κράτησαν οι προετοιμασίες και οι απαιτούμενες μετατροπές;
   Εγώ αυτή την εκδοχή θα διάλεγα να βάλω στη δική μου ιστοριούλα.





   Οι πρωταγωνιστές πάντως είχαν άλλες βουλές.
   Ο Περδίκκας δε μπορούσε να αφήσει να ολοκληρωθεί η αποστολή που είχε αναθέσει ο ίδιος ο Αλέξανδρος στον αγαπητό του Κρατερό. Δηλαδή την υλοποίηση των σχεδίων του, σύμφωνα με τα Υπομνήματα. Αυτό θα έδινε τη δυνατότητα στον Κρατερό να διαχειριστεί το κρατικό θησαυροφυλάκιο και να κερδίσει κι άλλους πόντους στα μάτια των Μακεδόνων, στους οποίους ήδη ήταν δημοφιλής.
   Ενώ λοιπόν ο Κρατερός βρίσκεται κάπου στην Κιλικία, επικεφαλής 10.000 παλαίμαχων στρατιωτών που στέλνει πίσω στην πατρίδα ο Αλέξανδρος, μαθαίνει το θάνατο του βασιλιά του.
   Επιστρέφει και στη συνέλευση των εταίρων και σωματοφυλάκων παρουσιάζει τα σχέδια, τα οποία ακυρώνονται με εισήγηση του Περδίκκα.
   Γιατί; Μα το είπαμε. Ο Κρατερός στάλθηκε στη Μακεδονία από τον Αλέξανδρο για να αντικαταστήσει ως επίτροπος / αντιβασιλιάς τον Αντίπατρο, με τον οποίο είχε «σκοτωθεί» η Ολυμπιάδα. Εάν είχε και τη διαχείριση του κρατικού θησαυρού, τότε το όνειρο του Περδίκκα για την ηγεσία δεν επρόκειτο να υλοποιηθεί.

   Αποφασίζει λοιπόν η συνέλευση του στρατού να ανακηρυχθεί βασιλιάς ο Φίλιππος Γ` - Αρριδαίος, ο «ζαβός» ετεροθαλής αδερφός του Αλέξανδρου.
   «Προστάτης» της βασιλείας του, δηλαδή ουσιαστικά αντιβασιλιάς, αλλά και «προστάτης» του παιδιού που επρόκειτο να γεννήσει η Ρωξάνη, ανακηρύχθηκε ο Κρατερός.   
   Καταλαβαίνετε λοιπόν το μεγάλο ζόρι του Περδίκκα.
   Σ` αυτόν όμως είχε δώσει το δαχτυλίδι του ο Αλέξανδρος λίγο πριν πεθάνει και έτσι ο λόγος του μετρούσε. Αυτός όρισε αρκετούς νέους σατράπες, με γνώμονα την υποστήριξή τους και ο ίδιος ανέθεσε την Αίγυπτο στον Πτολεμαίο, για να τον κρατήσει ήσυχο και μακριά από τη Μακεδονία.
   Ο ίδιος τελικά έπεισε τον Φίλιππο Γ` να τον ονομάσει «Επίτροπό» του, δηλαδή συμβασιλέα, στη θέση του Κρατερού.

   Απ` όλα αυτά προκύπτει ότι ο Περδίκκας, έχοντας ουσιαστικά «ομήρους» το Φίλιππο – Αρριδαίο, τη Ρωξάνη και τον Αλέξανδρο Δ` που αυτή γέννησε λίγο αργότερα, αλλά και το σώμα του Αλέξανδρου, δεν έχει τίποτα άλλο να κάνει παρά να πάει στη Μακεδονία, να θάψει τον Αλέξανδρο στο μνημείο που ετοίμασε ο Δεινοκράτης, να παραμερίσει τον Αντίπατρο και να κυριαρχήσει αυτός, βασιλεύοντας στο όνομα του αδελφού και του γιού του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

   Ο Πτολεμαίος όμως δεν έτρωγε κουτόχορτο. Όταν ξεκίνησε η πομπή της αρμάμαξας από τη Βαβυλώνα, τάχα για την Σίουα (αλλά στην πραγματικότητα για τη Μακεδονία), έσπευσε στη Συρία και συνεννοημένος από πριν με τον εντεταλμένο για τη μεταφορά Αρριδαίο, την οδήγησε στη Μέμφιδα.
   Λογικό, αν σκεφτεί κανείς ότι το νεκρό Αλέξανδρο ως σύμβολο κύρους και ηγεσίας, θα έπρεπε να τον έχει πάντα κοντά του κάποιος, για να είναι σίγουρος ότι δε θα τον αρπάξει κάποιος άλλος.
   Η Σίουα είναι πολύ απομακρυσμένη μέσα στην έρημο και η Αλεξάνδρεια είναι ακόμα χωριό που χτίζεται και αποικίζεται για να γίνει η πόλη που ονειρεύτηκε ο Αλέξανδρος.
   Λέει μάλιστα ο Πτολεμαίος, ότι εκεί θα μεταφέρει τον Αλέξανδρο, όταν χτιστεί το λαμπρό μαυσωλείο που του πρέπει.

   Ο Περδίκκας σπεύδει να προλάβει, αλλά ο Πτολεμαίος έχει φτάσει ήδη στην Αίγυπτο. Συγκαλεί συνέλευση για να τον καταδικάσουν όλοι, αλλά ο Πτολεμαίος εμφανίζεται με θάρρος, υπερασπίζεται την πράξη του ως αναγκαία για να τιμηθεί και να προστατευτεί το σώμα του Αλέξανδρου και κερδίζει την πλειοψηφία των Μακεδόνων που του δίνουν δίκιο και απορρίπτουν τις κατηγορίες εναντίον του.
   Ο Περδίκκας δεν έχει τίποτα άλλο να κάνει παρά να του επιτεθεί. Πρέπει να τελειώσει μαζί του, να πάρει τον Αλέξανδρο και μετά να κινηθεί εναντίον του Αντίπατρου και του Κρατερού στη Μακεδονία, που κι αυτοί στέκονται πλέον απέναντί του ανοιχτά.
   Οι ελέφαντες του Πτολεμαίου ποδοπατούν τους εισβολείς, άλλους τους κομματιάζουν οι κροκόδειλοι του Νείλου και ο ίδιος συλλέγει τους νεκρούς και τους ενταφιάζει σύμφωνα με τα μακεδονικά έθιμα.
   Η στάση του προκαλεί μεγάλη εντύπωση, πολλοί εκ των εισβολέων αυτομολούν στις τάξεις του, το υπόλοιπο στράτευμα του Περδίκκα επαναστατεί και τον σκοτώνουν μέσα στη σκηνή του.
   Αποτέλεσμα; Ο Πτολεμαίος κυριαρχεί πλέον στην Αίγυπτο, έχει το σώμα του Αλέξανδρου και αυτά του φτάνουν προς το παρόν. Άλλωστε αυτός πρώτος είχε μιλήσει για συλλογική ηγεσία μετά το θάνατο του βασιλιά τους, προβλέποντας το σχέδιο του Περδίκκα για κυριαρχία.
   Συνολικά κυρίαρχος πλέον δεν πρόκειται να αναγνωριστεί κανένας από τους υπόλοιπους, αφού αυτός θάβει τον Αλέξανδρο «κατά τον μακεδονικό τρόπο» στη Μέμφιδα. Αυτό λογικά σημαίνει πυρά, τα οστά σε λάρνακα και μέσα σε σαρκοφάγο.
   Οι μετέπειτα πηγές όμως λένε ότι ταριχεύτηκε σύμφωνα με τον αιγυπτιακό τρόπο και μεταφέρθηκε για να ταφεί στην Αλεξάνδρεια, εκεί που ήταν πλέον η έδρα του βασιλείου, είτε από τον ίδιο τον Πτολεμαίο του Λάγου, είτε από το γιό του Πτολεμαίο Β΄ το Φιλάδελφο.
    





   Τι γίνεται όμως στη Μακεδονία;
   Μετά το θάνατο του Περδίκκα και την καλά υπολογισμένη άρνηση του Πτολεμαίου να αναλάβει την «κηδεμονία» ουσιαστικά των συμβασιλέων Φίλιππου Γ΄ και Αλέξανδρου Δ΄, αυτό το ρόλο αναλαμβάνει ο Αντίπατρος.
   Ο αγαπητός σε όλους Κρατερός έχει σκοτωθεί στη Μικρά Ασία, οι υπόλοιποι αρχίζουν να σχεδιάζουν την επέκταση του καθενός εις βάρος άλλων, ο Πτολεμαίος έχει περιχαρακωθεί στην Αίγυπτο και εμφανίζεται πάλι στο προσκήνιο η περίφημη Ολυμπιάδα, μητέρα του Αλέξανδρου.

   Μετά τις σφοδρές συγκρούσεις με τον Αντίπατρο κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του Αλέξανδρου, η Ολυμπιάδα αποσύρθηκε στην πατρίδα της στην Ήπειρο. Τώρα επανεμφανίζεται και είναι αποφασισμένη να πάρει την εξουσία στα χέρια της.
   Στη Μακεδονία κυρίαρχος είναι πλέον ο γιός του Αντίπατρου, ο Κάσσανδρος, μετά από πολλές συγκρούσεις, αφού είχε χολωθεί όταν ο πατέρας του όρισε διάδοχό του τον Πολυπέρχοντα.
   Ο Κάσσανδρος ήταν υπέρμετρα φιλόδοξος και τραχύς. Με τον Αλέξανδρο είχε μια σχέση γεμάτη συγκρούσεις και έφερε βαρέως τις προσβολές που δέχτηκε από το βασιλιά του. Ίσως αυτό να εξηγεί όλες τις μετέπειτα ενέργειές του.
   Ενώ λοιπόν ο Κάσσανδρος βρίσκεται στη νότια Ελλάδα μαχόμενος να διατηρήσει την κυριαρχία του, η Ρωξάνη με το μικρό Αλέξανδρο έχει καταφύγει στην Ήπειρο και στην Ολυμπιάδα.
   Στη Μακεδονία ως βασιλιάς βρίσκεται ο Φίλιππος Γ΄, ουσιαστικά «πιόνι» του Κάσσανδρου, αν και η σύζυγός του Ευρυδίκη είχε πολλές φιλοδοξίες.

   Η Ολυμπιάδα βρίσκει την ευκαιρία και εισβάλει στη Μακεδονία. Στις περισσότερες των περιπτώσεων γίνεται δεκτή με ενθουσιασμό από τους Μακεδόνες που παραμένουν πιστοί στη γενιά του Αλέξανδρου.
   Και όταν η Ευρυδίκη συγκεντρώνει στρατό για να την εμποδίσει, οι στρατιώτες αρνούνται να πολεμήσουν τη μητέρα του Αλέξανδρου και προσχωρούν στο στρατόπεδό της.
   Ο Φίλιππος Γ΄ συλλαμβάνεται επιτόπου και η Ευρυδίκη λίγο αργότερα στην Αμφίπολη, όπου είχε καταφέρει να διαφύγει. Η Ολυμπιάδα τους φυλάκισε και τους δύο σε ένα κελί τόσο στενό, που μόλις μπορούσαν να κινηθούν. Τους έδιναν δε τόσο λίγη τροφή και νερό, ίσα που να μην πεθάνουν από την πείνα, αλλά να βασανίζονται.
   Τελικά, το θάνατο δεν τον απέφυγαν από την Ολυμπιάδα, όπως και ο Νικάνορας, ο αδελφός του Κάσσανδρου, που διψούσε για εκδίκηση έναντι όσων διεκδικούσαν τη βασιλική κληρονομιά του γιού της του Αλέξανδρου.

   Ο Κάσσανδρος μαθαίνοντας αυτά κίνησε προς τη Μακεδονία.
   Η Ολυμπιάδα διόρισε στρατηγό τον Αριστόνοο του Πεισαία (τον θυμάστε; Ένας από τους πιο πιστούς επτά σωματοφύλακες του Αλέξανδρου) και του έδωσε εντολή να υπερασπιστεί τη Μακεδονία από τον Κάσσανδρο ενώ η ίδια κλείστηκε στα τείχη της Πύδνας, στη σημερινή Πιερία.
   Ο Κάσσανδρος τους πολιόρκησε στενά για επτά μήνες και λίγο έλειψε να πεθάνουν από την πείνα. Τελικά η Ολυμπιάδα, αφού δεν κατάφερε να ξεφύγει κρυφά, αναγκάστηκε να παραδοθεί.
   Έτσι, την άνοιξη του 316 πΧ, η Ολυμπιάδα, η Ρωξάνη και ο μικρός Αλέξανδρος Δ΄, έπεσαν στα χέρια του Κάσσανδρου.
   Δύο πόλεις αποτελούσαν το πρόβλημά του όμως. Οι οχυρωμένες Πέλλα και Αμφίπολη.
   Στην Πέλλα ο Μόνιμος συνθηκολόγησε και παρέδωσε την πόλη.
   Στην Αμφίπολη ο Αριστόνοος (ο οποίος λίγο νωρίτερα είχε ήδη κατατροπώσει στράτευμα του Κάσσανδρου) δεν παραδινόταν με τίποτα και δε φαινόταν τρόπος να πάρουν την οχυρή πόλη.
   Ο Αριστόνοος επέμενε ότι θα την υπερασπιστεί μέχρι τέλους.
   Γιατί άραγε;
   Γιατί τόση επιμονή, αφού μάλιστα η Ολυμπιάδα και ο Αλέξανδρος Δ΄ είχαν ήδη συλληφθεί;
   Τι τόσο σημαντικό υπήρχε στην Αμφίπολη που ο Αριστόνοος, ο πιστός σωματοφύλακας του Αλέξανδρου, δεν ήθελε να αφήσει στα χέρια του Κάσσανδρου;
   Όσο κι αν προκαλούν τη φαντασία αυτά τα ερωτήματα, εγώ θα συνεχίσω στη δική μου ιστορία.

Η Ολυμπιάδα αναγκάζεται να «διατάξει» τον Αριστόνοο να παραδώσει την πόλη, αφού πλέον και η ίδια είναι αιχμάλωτη.
   Είναι ο μόνος τρόπος να πειστεί ο γενναίος πιστός στρατιώτης. Υπακούει στη βασίλισσα του και παραδίδει την Αμφίπολη.

   Ο Κάσσανδρος δε θέλει να βάψει τα χέρια του ακόμα με βασιλικό αίμα.
   Στέλνει στρατιώτες να σκοτώσουν την αιχμάλωτη Ολυμπιάδα, αλλά αυτοί μπροστά στη θέα της βασίλισσας, μητέρας του Αλέξανδρου, δεν τολμούν να την πειράξουν.
   Τελικά την παραδίδει σε συγγενείς θυμάτων της κι αυτοί τη λιθοβολούν μέχρι θανάτου το 316 πΧ.
   Τον πιστό και γενναίο Αριστόνοο διατάζει να τον σκοτώσουν και τη Ρωξάνη με το μικρό Αλέξανδρο τους κρατάει ουσιαστικά φυλακισμένους στην Αμφίπολη.
   Την Ευρυδίκη και το Φίλιππο Γ΄ τους θάβει μεγαλοπρεπώς στους γνωστούς τάφους των Αιγών και ο ίδιος παντρεύεται τη Θεσσαλονίκη, ετεροθαλή αδερφή του Αλέξανδρου, για να έχει πλέον σαφή σύνδεση με τη βασιλική γενιά. 





   Μιλώντας για τη Θεσσαλονίκη, μου μπαίνουν στο μυαλό κι άλλες ιδέες.
   Μήπως αυτή να έχει σχέση με το μνημείο, αν αυτό όντως έχει σχέση με τη θεά Αρτέμιδα, σύμφωνα με τις εντολές που έδωσε ο Αλέξανδρος στο Δεινοκράτη;
   Κι αυτό το σκέφτομαι γιατί η Βραυρωνία Άρτεμις ήταν, όπως είπαμε παραπάνω, προστάτιδα των γυναικών που γεννούσαν και στο ιερό της στη Βραυρώνα αφιέρωναν τους χιτώνες όσων είχαν πεθάνει πάνω στη γέννα.
   Έτσι πέθανε η μητέρα της Θεσσαλονίκης και γυναίκα του Φίλιππου, η Νικησίπολις, είκοσι μέρες μετά που τη γέννησε.

   Και πάλι όμως αφήνω τις άλλες σκέψεις στην άκρη και συνεχίζω σταθερά στη δική μου ιστορία.




   Ο Κάσσανδρος είχε καθαρίσει με όλη τη βασιλική οικογένεια, όταν το 310 ή 309πΧ δίνει εντολή να δολοφονηθούν η Ρωξάνη και ο Αλέξανδρος Δ΄ που τους κρατούσε στην Αμφίπολη.
   Το ίδιο έτος οργανώνει και τη δολοφονία της Βαρσίνης, Περσίδας ερωμένης του Αλέξανδρου και του γιού τους Ηρακλή.
   Είχε μείνει μόνο η Κλεοπάτρα, κόρη του Φίλιππου και της Ολυμπιάδας, αδερφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου και χήρα του Αλέξανδρου των Μολοσσών.
   Αυτήν, για προφανείς λόγους, όλοι την ήθελαν για γυναίκα τους. Ο Κάσσανδρος, ο Αντίγονος, ο Πτολεμαίος, ο Λυσίμαχος και λοιποί επίδοξοι συνεχιστές της βασιλικής δυναστείας.
   Η Κλεοπάτρα αντιστάθηκε σε όλους σθεναρά και στο τέλος επέλεξε τον Πτολεμαίο. Είναι σαφές ότι αυτό θα του έδινε τεράστιο προβάδισμα έναντι των υπολοίπων και έτσι, όταν το 308πΧ ξεκίνησε η Κλεοπάτρα από τις Σάρδεις για την Αλεξάνδρεια, με εντολή του Αντίγονου δολοφονήθηκε.

   Έμεινε πλέον μόνο ο Κάσσανδρος που είχε γυναίκα τη Θεσσαλονίκη με βασιλικό αίμα κι αυτό εδραίωσε τη θέση του στη Μακεδονία.
   Για να ξεκόψει μια και καλή με το παρελθόν, έκανε και κάποιες συμβολικές κινήσεις. Έχτισε την Κασσάνδρεια στη θέση της παλιάς Ποτίδαιας που είχε καταστρέψει ο Φίλιππος Β΄, ξαναέχτισε τη Θήβα που είχε καταστρέψει ο Αλέξανδρος και έχτισε τη Θεσσαλονίκη, προς τιμή της γυναίκας του, μοναδικής ζωντανής απογόνου της βασιλικής οικογένειας.
  
   Φεύγουμε αρκετά χρόνια μετά και φτάνουμε στο 297πΧ, χρονιά που πεθαίνει ο Κάσσανδρος.
   Η Θεσσαλονίκη θέλησε να μοιραστεί το βασίλειο στους δύο γιούς της που είχαν μείνει ζωντανοί. Ο ένας από τους γιούς, ο Αλέξανδρος Ε΄ χολώθηκε και σκότωσε την ίδια του τη μάνα το 295 πΧ, πιθανότατα στην Αμφίπολη.

   Έτσι τελειώνει αυτή η πρώτη περίοδος, με πρωταγωνιστές από το στενό περιβάλλον του Αλέξανδρου.





   Αφήνω στην άκρη όλα όσα ακολούθησαν σε κάθε γωνιά της αυτοκρατορίας του Αλέξανδρου, με τις διαμάχες, τους πολέμους, τις λυκοφιλίες, τις συμμαχίες και το συνεχή ανταγωνισμό.

   Σταματάω μόνο στην εποχή του Φιλίππου Ε΄.
   Ο βασιλιάς που μετά από έναν αιώνα και πλέον, ξαναέδωσε στη Μακεδονία την αίγλη του παρελθόντος.
   Ο βασιλιάς που στάθηκε απέναντι στους Ρωμαίους και τους κατανίκησε σε πολλές περιπτώσεις.
   Ο βασιλιάς που στις μέρες του η οικονομία και η στρατιωτική δύναμη της Μακεδονίας προκαλούσαν θαυμασμό και φθόνο σε φίλους και εχθρούς.
   Συμμάχησε με την Καρχηδόνα, πολέμησε εναντίον του Πτολεμαίου, απέκρουσε τους Ρωμαίους στον Α΄ Μακεδονικό Πόλεμο και τα βρήκε μαζί τους για ένα διάστημα.
   Στο Β΄ Μακεδονικό Πόλεμο κέρδισε πολλές μάχες με τους Ρωμαίους, αλλά έχασε μόνο μία, την κρισιμότερη, στις Κυνός Κεφαλές το 197πΧ.
   Διατηρώντας στη συνέχεια ειρήνη και συμμαχία με τη Ρώμη, κατορθώνει να συνεχίσει την άνοδο του βασιλείου της Μακεδονίας.
   Το 181πΧ δίνει εντολή να δολοφονηθεί ο μικρός του γιός Δημήτριος, μετά από υπόδειξη του μεγαλύτερου Περσέα ότι συνωμοτούσε με τους Ρωμαίους για να πάρει το θρόνο. 





   Το 179πΧ ο Φίλιππος Ε΄ πεθαίνει στην Αμφίπολη και βασιλιάς γίνεται ο Περσέας.
   Αναδιοργανώνει το κράτος, συνεχίζει την πορεία του πατέρα του, γίνεται δημοφιλής με τις αποφάσεις του περί διαγραφής χρεών, απελευθέρωσης κρατουμένων και πολλά άλλα μέτρα που πήρε και εκτόξευσαν στα ύψη τη δημοτικότητά του.
   Παράλληλα ετοιμαζόταν για τη μεγάλη σύγκρουση με τους Ρωμαίους που ήξερε ότι είναι αναπόφευκτη.
   Επαληθεύτηκε όταν ξέσπασε ο Γ΄ Μακεδονικός πόλεμος το 171πΧ.
   Τρία χρόνια κράτησαν οι μάχες, χωρίς να καταφέρουν να τον υποτάξουν οι Ρωμαίοι.
   Μέχρι που έφτασε με πολλές ενισχύσεις ο Λεύκιος Αιμίλιος Παύλος.
   Στις 22 Ιουνίου του 168πΧ έγινε η μεγάλη μάχη της Πύδνας. Ενώ φαινόταν ότι θα επικρατήσει ο Περσέας, τελικά, από έναν λανθασμένο ελιγμό, επέρχεται η καταστροφή της παράταξής του.
   Ο ίδιος φεύγει στην Αμφίπολη και οι Ρωμαίοι τον ακολουθούν. Μαζεύει όσους θησαυρούς μπορεί, παίρνει την οικογένειά του και καταφεύγει στη Σαμοθράκη.
   Όταν μαθαίνει ότι οι Ρωμαίοι τον ανακάλυψαν και ζητούν από τους Σαμοθρακίτες να τον παραδώσουν, κανονίζει με έναν πλοίαρχο από την Κρήτη να τον φυγαδέψει το ξημέρωμα. Όταν κατεβαίνει με την οικογένειά του σε μια απόμακρη παραλία, βλέπει ότι ο Κρητικός τον εγκατέλειψε, παίρνοντας μαζί τους το θησαυρό που είχε φορτωθεί νωρίτερα στο καράβι. Έτσι παραδίδεται στους Ρωμαίους.




   Την άνοιξη του 167πΧ νικήθηκε ο Περσέας και αμέσως μετά έγινε το Συνέδριο της Αμφίπολης.
   Εκεί οι Ρωμαίοι αποφάσισαν να χωρίσουν τη Μακεδονία σε τέσσερις «μερίδες», χωρίς δικαίωμα επαφών και συναλλαγών μεταξύ τους. Η ανατολικότερη ήταν αυτή που έφτανε μέχρι το Στρυμόνα, με πρωτεύουσα την Αμφίπολη.
   Οι κατακτητές έκλεισαν τα μεταλλεία, απαγόρεψαν την υλοτομία και τις περισσότερες οικονομικές συναλλαγές, καταδικάζοντας έτσι όλη τη Μακεδονία σε μαρασμό, παρακμή, φτώχεια και πείνα.

   Από τις 27 μέχρι τις 29 Νοεμβρίου του ίδιου έτους, πραγματοποιήθηκε στη Ρώμη ο λαμπρότερος μέχρι τότε θρίαμβος.
   Επί τρεις μέρες οι Ρωμαίοι παρακολουθούν έκθαμβοι την πομπή του θριάμβου που τέλεσε ο Λεύκιος Αιμίλιος Παύλος.
   Ο Πλούταρχος και ο Διόδωρος μας τον παρέδωσαν γλαφυρά. Μέγα πλήθος από όπλα μακεδονικά, αγάλματα, αφιερώματα και άλλα έργα τέχνης, νομίσματα, χρυσός και ασήμι, σκεύη και αντικείμενα ασύλληπτης αξίας, ολόκληρη η περίφημη Βιβλιοθήκη του Περσέως και τόσα άλλα, που χρειάστηκαν 250 άρματα για να κουβαλήσουν τόσους θησαυρούς.
   Και ο ίδιος ο βασιλιάς Περσέας, μαζί με την οικογένειά του, δέσμιοι προπορεύονται του άρματος του θριαμβευτή Λεύκιου Αιμίλιου Παύλου.
   Ακόμα δέσμιος ήταν όταν πέθανε το 162πΧ σε μια αγροτική περιοχή της Ρώμης.
   Ο θριαμβευτής λέγεται ότι για το μόνο που μετάνιωσε, ήταν η ελευθερία που έδωσε στους στρατιώτες του να λεηλατήσουν τα πάντα στη Μακεδονία.
   Τα επίσημα λάφυρα που παρουσίασε στη Ρώμη εκτιμήθηκαν σε διακόσια δέκα εκατομμύρια σηστέρσια, δηλαδή κοντά στα εννιά χιλιάδες τάλαντα.
   Και μόνο αυτό αποδεικνύει τον πλούτο που είχε η Μακεδονία κατά τα χρόνια του Περσέα.

   Μήπως λοιπόν σ` αυτό το μνημείο είχε θάψει ο Περσέας τον πατέρα του Φίλιππο Ε΄;
   Μετά τα χρόνια του Αλέξανδρου, ήταν ο μόνος που μπορούσε να διαθέσει τέτοια ποσά για ένα μνημείο, αλλά είχε και τη χρονική άνεση να το ολοκληρώσει.
   Μήπως για να γλιτώσει τη λεηλασία και τη βεβήλωση που ήδη είχε ξεκινήσει στην υπόλοιπη Μακεδονία μετά την ήττα της Πύδνας, ήταν αυτός που έδωσε εντολή να σκεπαστεί το μνημείο με τέτοια φροντίδα, να τεμαχιστεί και να ποντιστεί ο λέοντας στα νερά της Κερκινίτιδας, να σπάσουν τα φτερά και τα κεφάλια από τις σφίγγες για να μπορέσουν να παραχωθούν;
   Μήπως εκεί έκρυψε και τον υπόλοιπο κρατικό θησαυρό, αφού στη Σαμοθράκη πήρε μαζί του μόνο όσα χώρεσαν σε ένα καράβι;
   Μήπως γι` αυτό κρύφτηκε τόσο επιμελώς αυτό το μνημείο; 




   Όσο κι αν θέλω να προχωρήσω στη δική μου ιστορία, δε μπορώ να μην αναφερθώ και στον περίφημο Ανδρίσκο.

   Δεν πέρασαν ούτε είκοσι χρόνια από τη μάχη της Πύδνας, όταν το 149πΧ, έκανε την εμφάνισή του ένας νέος διεκδικητής του μακεδονικού θρόνου.
   Οι πηγές λένε ότι διέδωσε την εξής ψεύτικη ιστορία. Οτι ήταν γιός του Περσέα και τον είχε εμπιστευτεί ο πατέρας του σε έναν έμπορο από το Αδραμύττιο της Ιωνίας, για να τον σώσει από τους Ρωμαίους. Ο έμπορος τον μεγάλωσε και πριν πεθάνει έδωσε στη γυναίκα του ένα κλειστό χειρόγραφο με τη σφραγίδα του Περσέα, να το δώσει στο παιδί όταν ενηλικιωθεί.
   Ο Διόδωρος λέει οτι σ` αυτό το χειρόγραφο που πήρε στα χέρια του ο Ανδρίσκος, του αποκάλυπτε ο βασιλιάς Περσέας ότι είναι γιός του και ότι έχει κρύψει δύο θησαυρούς στη Μακεδονία γι` αυτόν. Τον έναν στη Θεσσαλονίκη και τον άλλον στην Αμφίπολη.

    Έτσι λοιπόν ξεσηκώνεται αυτός ο άσημος επαρχιώτης και διακηρύσσει ότι θα ελευθερώσει τη Μακεδονία.
   Στην αρχή τον παίρνουν για τρελό ή απατεώνα. Οι Ρωμαίοι τον συλλαμβάνουν, αλλά αυτός ξεφεύγει, πηγαίνει πρώτα στη Μίλητο και μετά στη Θράκη.
   Διάφοροι βασιλείς του προσφέρουν μερικές εκατοντάδες μαχητές και μ` αυτούς μπαίνει στη Μακεδονία, κατεβαίνει την κοιλάδα του Στρυμόνα και φτάνει στην Αμφίπολη.
   Αρχίζει να παίρνει με τη σειρά τα φρούρια, τις πόλεις και τους οικισμούς, ενώ τον υποδέχονται παντού ως ελευθερωτή βασιλιά και σπεύδουν να ενταχθούν στο στρατό του, που σύντομα αριθμεί δεκάδες χιλιάδες.
   Φτάνει στην Πέλλα και εκεί ανακηρύσσεται βασιλιάς της Μακεδονίας με το όνομα Φίλιππος.
   Κατεβαίνει προς τη Θεσσαλία και εκεί τον περιμένει η ρωμαϊκή λεγεώνα. Η ορμή του είναι υπερφυσική και συντρίβει τους Ρωμαίους.
   Στέλνονται από τη Ρώμη άλλες δύο λεγεώνες με τον Καικίλιο Μέτελλο.
   Την πρώτη μάχη κερδίζει πάλι ο Ανδρίσκος – Φίλιππος.
   Κάνει όμως ένα μοιραίο λάθος. Στέλνει ένα τμήμα του στρατού του κάτω στη Θεσσαλία για αντιπερισπασμό μάλλον και τότε βρίσκουν ευκαιρία οι Ρωμαίοι να επιτεθούν και να νικήσουν.
   Ο ίδιος κατορθώνει να διαφύγει στη Θράκη και μετά από δύο χρόνια κάνει νέα προσπάθεια απελευθέρωσης της Μακεδονίας.
   Τελικά με προδοσία του βασιλιά της Θράκης Βύζη, συλλαμβάνεται και μεταφέρεται στη Ρώμη.

   Ο Μέτελλος άρπαξε από τη Μακεδονία όσα είχαν απομείνει μετά την ήττα του Περσέα.
   Η λεηλασία ήταν ανεπανάληπτη. Απογυμνώθηκε ο τόπος από κάθε έργο τέχνης ή αντικείμενο αξίας.
   Μέχρι και την περίφημη χάλκινη ίλη του Λύσιππου που είχε δώσει εντολή ο Αλέξανδρος να στηθεί στο Δίον, την πήρε ο Μέτελλος και τη μετέφερε στη Ρώμη. Σ` αυτό το έργο τέχνης, ο Αλέξανδρος είχε ζητήσει να εμφανίζονται έφιπποι ο ίδιος μαζί με τους 25 εταίρους του που σκοτώθηκαν στη μάχη του Γρανικού ποταμού.
   Ο Μέτελλος γέμισε τους ναούς και τα δημόσια κτίρια της Ρώμης με έργα τέχνης από τη Μακεδονία. Τότε έδωσε εντολή στον Ερμόδωρο και έχτισε τον πρώτο μαρμάρινο ναό της Ρώμης, στο Πεδίο του Άρεως. Με μάρμαρα από τη λεηλατημένη Ελλάδα. 




   Έτσι έσβησε τελεσίδικα το βασίλειο της Μακεδονίας, αφού πλέον ονομάστηκε ρωμαϊκή επαρχία και έχασε κάθε αυτονομία, έστω και κατ` όνομα.

   Και σκέφτεται κάποιος φυσιολογικά:
   Μετά από αυτές τις ασύλληπτες απανωτές λεηλασίες, χωρίς να υπολογίζουμε και διάφορες μικρές επιδρομές, κυρίως Θρακών, στην περιοχή της Αμφίπολης, πώς είναι δυνατό να γλίτωσε αυτό το μνημείο του λόφου Καστά αν ήταν εμφανές;

   Άρα, είχε σκεπαστεί κάθε ίχνος που μπορεί να μαρτυρούσε την παρουσία του.
   Κι αυτό μπορεί να έγινε ή κατά την περίοδο του Κάσσανδρου ή κατά την περίοδο του Περσέα.

   Και αν το μνημείο ήταν μόνο προς τιμή της Αρτέμιδας, γιατί να παραχωθεί επί Κασσάνδρου;
   Άρα πρέπει να υπήρχε και τάφος ή τάφοι μέσα.
   Ποιες είναι οι εκδοχές;

   Να είχε μεταφερθεί κρυφά ο Αλέξανδρος, με τη σύμφωνη γνώμη όλων μετά τη συνάντηση του Τριπαραδείσου, την ειρήνη και την ανακήρυξη ως βασιλέα του Αλεξάνδρου Δ΄.
   Σενάριο σχεδόν απίθανο, γιατί με ένα νεκρό και έναν ζωντανό Αλέξανδρο στη Μακεδονία, ο Κάσσανδρος θα είχε σαφές πλεονέκτημα έναντι όλων των άλλων.
   Άλλωστε κάτι τέτοιο αποκλείεται να έμενε κρυφό, αφού θα το ήξεραν πολλοί, οι οποίοι μάλιστα είχαν αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα και στα μετέπειτα χρόνια βρέθηκαν πολλές φορές αντιμέτωποι.

   Να ήταν η Ρωξάνη και ο μικρός Αλέξανδρος;
   Μα ξέρουμε ότι ο τάφος του μικρού πρίγκιπα βρέθηκε, κατά πάσα πιθανότητα, στις Αιγές από τον Ανδρόνικο.
   Και αν τον έθαψε ο ίδιος ο Κάσσανδρος εκεί με τόσες τιμές, γιατί να έθαψε μετά με τιμές και τη βάρβαρη Ρωξάνη στην Αμφίπολη; Και μάλιστα σε τέτοιο μεγαλοπρεπές μνημείο.
   Το μόνο που απομένει να σκεφτούμε, είναι να τους έθαψε μαζί στην Αμφίπολη, αλλά κι αυτό δε στέκει, αφού ο Κάσσανδρος δεν ήθελε να μείνει ζωντανή η ανάμνηση του Αλέξανδρου, άρα και του γιού του.

   Μπορεί να είναι του Φίλιππου του Ε΄, φτιαγμένο από τον Περσέα.
   Ο πλούτος και η δύναμη υπήρχαν στην εποχή του. Η σταθερότητα επίσης.
   Ο πατέρας του είχε ξανακάνει δυνατή τη Μακεδονία και ο Περσέας δικαιολογούνταν να του φτιάξει τέτοιο μνημείο.
   Αμέσως μετά, για να γλιτώσει από τη λεηλασία, θα μπορούσε να κάνει όλα όσα απαιτούνταν για να μείνει αφανές και απροσπέλαστο.
   Αυτή η εκδοχή θα ταίριαζε και με όσους αποδίδουν τα ευρήματα στο 2ο με 1ο αιώνα πΧ και όχι στα τέλη του 4ου.
   Άλλωστε μια σύγκριση με το λεγόμενο πρώιμο πομπηιανό στυλ, θα μας έδειχνε πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία.
   Είναι αυτό που ξεκίνησε από τις αρχές του δεύτερου αιώνα στον ελλαδικό χώρο και μεταφέρθηκε μετά και στην Ιταλία. Χαρακτηριστικά δείγματα βρίσκουμε σε ελληνιστικά κτίσματα της Δήλου και σε διάφορες πόλεις γύρω από το Βεζούβιο.
   Τι βλέπουμε εκεί; Τοίχους με παχύ στρώμα από στούκο, που πάνω τους με το χρωματισμό δημιουργούν ζωγραφιστή «ορθομαρμάρωση», επιστέψεις κλπ.
   Δηλαδή όσα έχουμε δει μέχρι τώρα και στο λόφο Καστά.

   Όλα αυτά όμως δεν ταιριάζουν με τη χρονολόγηση που κάνει η Κατερίνα Περιστέρη και τη σύνδεση με το Δεινοκράτη, οπότε τα αφήνουμε προς το παρόν.

   Πιο λογικό από τα παραπάνω, θα ήταν να πρόκειται για μνημείο που χτίστηκε προς τιμή της Θεσσαλονίκης, σε σχέση πάντα με την Αρτέμιδα και την προσωπική ιστορία της βασίλισσας.
   Και πάλι όμως η εποχή ήταν πολύ ταραγμένη για τόσο μεγάλο έργο, αν και με την «ιδιότυπη» προσωπικότητα του Κάσσανδρου και των γιών του, δε μπορείς να είσαι σίγουρος για τίποτα.


   Αυτό το μνημείο πάντως, πέρασε για αιώνες μετά την κατασκευή του απαρατήρητο.
   Κι αυτό είναι το περίεργο.
   Η μόνη λογική εξήγηση που μπορεί να δοθεί, είναι να πρόκειται για το μνημείο που είχε αρχικά δώσει εντολή ο Αλέξανδρος στο Δεινοκράτη να κατασκευάσει, για να τιμήσει την Αρτέμιδα.
   Μετά το θάνατό του να το προόριζαν για τάφο του, πριν πάρει το σώμα ο Πτολεμαίος στην Αίγυπτο και τελικά να έμεινε κενοτάφιο και στα χρόνια του Κάσσανδρου, που ήθελε να σβήσει κάθε ίχνος του Αλέξανδρου, να αφέθηκε στην τύχη του ή να παραχώθηκε.





   Αφήνω προς το παρόν στην άκρη όσες απορίες υπάρχουν για τη μη αναφορά αυτού του μνημείου από τους ιστορικούς της ελληνιστικής και της ρωμαϊκής εποχής.
   Στέκομαι όμως σε έναν από τους μεγαλύτερους ποιητές που ζει και δημιουργεί στις τελευταίες δεκαετίες πριν τη γέννηση του Χριστού και στις πρώτες μετά. 
   Είναι ο πολυγραφότατος επιγραμματοποιός Αντίπατρος ο Θεσσαλονικεύς, του οποίου πολλά επιγράμματα έχουν σωθεί στην Παλατινή Ανθολογία.
   Εμάς μας ενδιαφέρει όμως ένα στιχούργημα που αναφέρεται στην Αμφίπολη:

Στρυμόνι και μεγάλω πεπολισμένη Ελλησπόντω
ηρίον Ηδωνής Φυλλίδος, Αμφίπολι,
λοιπά τοι Αιθοπίης Βραυρωνίδος ίχνια νηού μίμνει,
και ποταμού ταμφιμάχητον ύδωρ
την δε ποτ` Αιγείδαις μεγάλην έριν, ως αλιανθές τρύχος,
επ` αμφοτέραις δερκόμεθ` ηιόσι.




   Τι μας λέει εδώ ο Αντίπατρος;
   Πρώτα ας δούμε τη νεοελληνική μετάφραση κάποιων λέξεων, πέραν των ευκόλως κατανοητών.
   «Πεπολισμένη» = Από το ρήμα «πολίζω», «πεπόλισμαι» στον παθητικό παρακείμενο. Ιδρύω πόλη, αποικίζω χτίζοντας μια πόλη.
   «Ηρίον» = Σημαίνει τάφος, τύμβος, μνημείο.
   «Ηδωνής Φυλλίδος» = Η Φυλλίς, σύμφωνα με την παράδοση, ήταν κόρη του Σίθωνα, βασιλιά της θρακικής φυλής των Ηδωνών. Όταν ο Δημοφών, γιός του Θησέα, επέστρεφε από την Τροία, πέρασε από τα μέρη της, την ερωτεύτηκε και την παντρεύτηκε. Όταν όμως νοστάλγησε την Αθήνα, θέλησε να επισκεφτεί την πατρίδα του. Η Φυλλίδα ζήτησε να της υποσχεθεί ότι θα γυρίσει και έμεινε να τον περιμένει. Πέρασαν χρόνια και η όμορφη κόρη πέθανε από τον καημό της. Οι θεοί τη μεταμόρφωσαν σε αμυγδαλιά, που συμβολίζει την ελπίδα. Όταν τελικά επέστρεψε με ένοχη συνείδηση ο Δημοφών και έμαθε τι έγινε, βρήκε το δέντρο σχεδόν ξερό, το αγκάλιασε κι αυτό αμέσως γέμισε με τα πανέμορφα άνθη της αμυγδαλιάς. Η Αμφίπολη έχει σχέση, γιατί από τον 6ο πΧ αυτή η περιοχή, οι Εννέα Οδοί, ανήκε στους Ηδωνούς, μέχρι που την κατέλαβαν οι Αθηναίοι το 436 πΧ. Ο μύθος πάντως, ίσως να έχει σχέση και με την κατάληψη της Αμφίπολης από τους Αθηναίους, θέλοντας να τη δικαιολογήσουν και προβάλλοντας ως ισχυρισμό ότι έχουν σχέση με την περιοχή από την εποχή του Τρωικού Πολέμου.
   «Αιθοπία Βραυρωνία» = είναι επίθετο της θεάς Αρτέμιδος. Το ρήμα «αίθω» σημαίνει φλέγομαι, αλλά και ακτινοβολώ. «Αίθοψ» είναι ο απαστράπτων, αυτός που έχει όψη φλογερή και πιο μεταφορικά ο τολμηρός, ο φλογερός, ο οξύς. Η δεύτερη λέξη οφείλεται στη Βραυρώνα της Αττικής, εκεί που ήταν το περίφημο ιερό της Αρτέμιδας, προστάτιδας της γέννας όπως αναφέραμε παραπάνω, σχετικά με τη Θεσσαλονίκη και τη σχέση που μπορεί να είχε με τη συγκεκριμένη λατρεία της θεάς. «Βραυρώνιον», δηλαδή ναός της Βραυρωνίας Αρτέμιδας, υπήρχε επίσης στο νοτιοανατολικό άκρο των Προπυλαίων, στην Ακρόπολη της Αθήνας.
   «Αμφιμάχητον ύδωρ» = είναι το νερό για το οποίο μάχονται αντίπαλοι, αυτό που θέλουν να κατακτήσουν μαχόμενοι γύρω του. Σαφώς αναφέρεται στο Στρυμόνα και την Κερκινίτιδα λίμνη της Αμφίπολης, για την οποία συγκρούστηκαν σφοδρά Αθηναίοι και Σπαρτιάτες και όχι μόνο αυτοί, όπως είναι γνωστό από την ιστορία και μερικά σχετικά γεγονότα αναφέρθηκαν παραπάνω.
   «Αιγείδαι» = είναι οι απόγονοι του βασιλιά Αιγέα της Αθήνας, αλλά και φυλή της Σπάρτης. Άλλη μια σαφής αναφορά στη διαμάχη των δύο πόλεων για την Αμφίπολη.
   «Αλιανθές» = από τις λέξεις «αλς» = θάλασσα και «άνθος». Αυτό που έχει το χρώμα του από τη θάλασσα. Θα μπορούσαμε να πούμε ίσως αυτό που έχει το χρώμα της θαλασσινής πορφύρας, με επιφύλαξη για την ερμηνεία. Περισσότερο πιστεύω οτι εννοεί αυτό που έχει ξεθωριάσει πλέον λόγω της θάλασσας, της αρμύρας και αυτή την ερμηνεία προκρίνω.
   «Τρύχος» = το απότριμμα. Στην κυριολεξία ένα ρούχο τετριμμένο, ένα κουρέλι, ένα ράκος.
   «Ηιών» = είναι η ακτή. Στην περίπτωσή μας η όχθη ποταμού ή λίμνης. Μάλιστα νοτιότερα της Αμφίπολης, ακριβώς στις εκβολές του Στρυμόνα, υπήρχε άλλη μια παραλιακή πόλη των Ηδωνών, η Ηιών.

   Τι μας λέει λοιπόν ο Αντίπατρος ο Θεσσαλονικεύς στο ποίημά του;
   Θρηνεί για την Αμφίπολη που χτίστηκε στο Στρυμόνα και στο μεγάλο Ελλήσποντο (το Θρακικό πέλαγος).
   Την Αμφίπολη όπου πέθανε η Φυλλίς των Ηδωνών.
   Την Αμφίπολη που ήταν το αίτιο της μεγάλης έριδας των Αιγείδων.
   Την Αμφίπολη που της έμειναν μόνο λίγα ίχνη από το ναό της απαστράπτουσας Βραυρωνίδος Αρτέμιδος και τα νερά του Στρυμόνα που γύρω από αυτά (και γι` αυτά) έγιναν μάχες.
   Την Αμφίπολη που τώρα τη βλέπουμε ως ξεθωριασμένο κουρέλι στις δύο όχθες του ποταμού.

   Άρα, την εποχή του Χριστού περίπου, τότε που έζησε και έγραψε ο Αντίπατρος, η Αμφίπολη είχε χάσει κάθε αίγλη, βρισκόταν σε παρακμή και μάλιστα «λίγα μόλις ίχνη» υπάρχουν από το ναό της Αρτέμιδας.
   Από όλα τα μνημεία της Αμφίπολης, αναφέρει ονομαστικά μόνο το ναό της Αρτέμιδας, ως κάτι πολύ ξεχωριστό στο παρελθόν, αλλά στην εποχή του δεν υπάρχουν παρά μόνο κάποια ίχνη.
   Να έχει σχέση άραγε με το μνημείο στο λόφο Καστά;
   Να ήταν όντως ένας ναός αφιερωμένος στην Άρτεμη, αυτός που έδωσε εντολή ο Αλέξανδρος στο Δεινοκράτη για να χτίσει;
   Να έχει σχέση η δομή που βλέπουμε να έρχεται στο φως και δεν έχει σχέση με τη γνωστή δομή των μακεδονικών τάφων, με την ίδια την Άρτεμη;
   Το ναό της Ταυροπόλου ήθελε να χτίσει ο Αλέξανδρος, τη Βραυρωνία αναφέρει ο Αντίπατρος.
   Τι σύμπτωση αλήθεια. Οι ναοί της Αρτέμιδας που είχαν απαραβίαστο άδυτο με απαγορευμένη είσοδο και εκεί φυλάσσονταν το άγαλμά της και οι θησαυροί από τα αφιερώματα, ήταν της Ταυροπόλου (πχ στη Λούτσα Αττικής ή Αρτέμιδα) και της Βραυρωνίας (στη Βραυρώνα Αττικής, κοντά στην προηγούμενη).
   Κι αν ήταν τέτοιο μνημείο τελικά αυτό στο λόφο Καστά, γιατί το κρύψανε επιμελώς;
   Μήπως για να γλιτώσουν οι θησαυροί της θεάς από τη λεηλασία;
   Μήπως γιατί υπήρχε και σημαντική ταφή μέσα στο άδυτο του ναού;
   Μήπως και για τους δύο αυτούς λόγους; 


   Εγώ και πάλι θα προσπεράσω κι αυτά τα ερωτήματα και θα συνεχίσω τη δική μου ιστορία. 





   Μεταφερόμαστε στα τέλη του 2ου αιώνα μΧ και συγκεκριμένα στο 193 μΧ, όταν γίνεται Αυτοκράτορας της Ρώμης ο Λούκιος Σεπτίμιος Σεβήρος.
   Για 7-8 χρόνια αγωνίζεται να στερεώσει το θέση του και να πολεμήσει τους εξωτερικούς εχθρούς.
   Κατά την εκστρατεία του εναντίον των Πάρθων έρχεται κοντά στις ανατολικές δοξασίες και κατηγορείται γι` αυτό.
   Είναι όμως γνωστό ότι μέχρι το θάνατό του ήταν προστάτης των τεχνών και των γραμμάτων και άριστος γνώστης της ελληνικής παιδείας.

   Και ενώ αρχικά ο Σεπτίμιος Σεβήρος δεν ακολουθεί κάποιους από τους προκατόχους του στις διώξεις κατά των χριστιανών που συνεχώς πληθαίνουν, μετά την εκστρατεία του εναντίον των Πάρθων εκδίδει το διάταγμα του 202 μΧ, σύμφωνα με το οποίο θα τιμωρούνται όσοι προσέρχονται στο χριστιανισμό και στον ιουδαϊσμό.
   Οι διωγμοί επεκτάθηκαν και ειδικά στην Αλεξάνδρεια οι ταραχές και οι διαμαρτυρίες των χριστιανών, αλλά και οι έριδες με την ιουδαϊκή κοινότητα της μεγαλούπολης, ήταν συνεχείς.




   Τότε λοιπόν, ο Αυτοκράτορας επισκέπτεται την Αλεξάνδρεια, μένει εκεί επί μακρόν, μελετάει αρχεία, ψάχνει απαντήσεις σε όσα ενδιαφέρεται να μάθει και τελικά παίρνει μια απόφαση που μας ενδιαφέρει άμεσα.
   Μέχρι τότε γνωρίζουμε από τις διασωθείσες πηγές, ότι στην Αλεξάνδρεια και συγκεκριμένα στο κέντρο της πόλης και στη συνοικία Βρούχειον, βρισκόταν το Σώμα, δηλαδή το Μαυσωλείο του Αλέξανδρου.
   Μάλιστα υπάρχουν αναφορές που περιγράφουν την επίσκεψη του Ιουλίου Καίσαρα και του Αυγούστου στον τάφο.
   Εμάς όμως μας ενδιαφέρει ο Σεπτίμιος Σεβήρος.
   Ας δούμε τι γράφει ο Δίων Κάσσιος για τον Αυτοκράτορα στην Αλεξάνδρεια:

   «Και επολυπραγμόνησε πάντα και τα πάνυ κεκρυμμένα. Ην γαρ οίος μηδέν μήτε ανθρώπινον μήτε θείον αδιερεύνητον καταλιπείν. Κακ τούτου τα τε βιβλία πάντα τα απόρρητόν τι έχοντα, όσα γε και ευρείν ηδυνήθη, εκ πάντων ως ειπείν των αδύτων ανείλε και το του Αλεξάνδρου μνημείον συνέκλεισεν, ίνα μηδείς έτι μήτε το τούτου σώμα ίδη μήτε τα εν εκείνοις γεγραμμένα αναλέξηται».

   Ποια ήταν αυτά τα απόρρητα που ανακάλυψε ο Σεπτίμιος Σεβήρος και γιατί τα έκρυψε, σφραγίζοντας και το μνημείο του Αλεξάνδρου, ώστε κανείς να μη δει το σώμα του ούτε όσα ήταν γραμμένα στα βιβλία;
   Τι ήθελε να προφυλάξει μ` αυτή του την απόφαση;





   Μετά το θάνατό του Σεπτίμιου, τον διαδέχτηκε ο γιός του Μάρκος Αυρήλιος Αντωνίνος, που έμεινε γνωστός με το όνομα Καρακάλλας, λόγω του μανδύα με κουκούλα που συνήθιζε να φορά.
   Ο θαυμασμός του για τον Αλέξανδρο, σχεδόν τον οδήγησε στο να ταυτιστεί μαζί του.
   Από την Αμφίπολη επανέλαβε το πέρασμα του Αλέξανδρου στη Θράκη και στη Μικρά Ασία και θυσίασε στον μνημείο του Αχιλλέα στο Ίλιον, όπως είχε κάνει και ο μεγάλος στρατηλάτης.
   Συγκρότησε δε και μια φάλαγγα με δεκαέξι χιλιάδες Μακεδόνες.
   Και πάλι ο Δίων Κάσσιος είναι αποκαλυπτικός:

   «Περί δε τον Αλέξανδρον ούτω τι επτόητοώστε και όπλοις τισί και ποτηρίοις ως και εκείνου γεγονόσι χρήσθαι, και προσέτι και εικόνας αυτού πολλάς και εν τοις στρατοπέδοις και εν αυτή τη Ρώμη στήσαι, φάλαγγά τε τινά εκ μόνων των Μακεδόνων ες μυρίους και εξακισχιλίους συντάξαι, και αυτήν Αλεξάνδρου τε επονομάσαι και τοις όπλοις οις ποτέ επ` εκείνου επέχρηντο οπλίσαι. Ταύτα δ` ην κράνος ωμοβόειον, θώραξ λινούς τρίμιτος, ασπίς χαλκή, δόρυ μακρόν, αιχμή βραχεία, κρηπίδες, ξίφος….
   …Ότι ες την Θράκην αφίκετο ο Αντωνίνος μηδέν έτι της Δακίας φροντίσας, και τον Ελλήσποντον ουκ ακινδύνως διαβαλών τον τε Αχιλλέα και εναγίσματι και περιδρομαίς ενοπλίοις και εαυτού και των στρατιωτών ετίμησε, και επί τούτω εκείνοις τε, ως και μέγα τι κατωρθωκόσι και το Ίλιον ως αληθώς αυτό το αρχαίον ηρηκόσι, χρήματα έδωκε, και αυτόν τον Αχιλλέα χαλκούν έστησε».







   Και επειδή πίστευε ότι ο Αλέξανδρος δηλητηριάστηκε με εντολή του Αριστοτέλη, κυνήγησε ανηλεώς όλους τους λεγόμενους Αριστοτέλειους της εποχής, έκαψε βιβλία τους και  σταμάτησε τα συσσίτια και όλες τις άλλες δράσεις τους στην Αλεξάνδρεια.

   Αυτός λοιπόν, ο Καρακάλλας, φαίνεται πως ήταν ο τελευταίος που μπήκε στο μνημείο του Αλέξανδρου, μετά τη σφράγισή του από τον πατέρα του Σεπτίμιο Σεβήρο.
   Τι είδε εκεί;
   Τι αντίκρισε;
   Τι έμαθε από τα «απόρρητα» που είχε καταχώσει ο πατέρας του;

   Πάντως το 215 μΧ, οι σφαγές που έκανε στην Αλεξάνδρεια ήταν φρικιαστικές.
   Έσπειρε τον τρόμο στους κατοίκους της πόλης και κλείστηκαν όλοι στα σπίτια τους για να γλιτώσουν.
   Τα θύματα ξεπέρασαν τις είκοσι χιλιάδες και οι καταστροφές από τους στρατιώτες του ήταν εκτεταμένες σε όλη την πόλη.
   Ο λόγος ήταν ότι «θίχτηκε» για τις υπόνοιες που άφησαν οι Αλεξανδρινοί ότι αυτός σκότωσε τον αδερφό του τον Γέτα (πράγμα που ήταν αλήθεια) και οι ειρωνείες για τα αλλόκοτα φερσίματα και συνήθειές του.

   Τι άλλο θα μπορούσε να κάνει για να τους τιμωρήσει;
   Να τους πάρει και τον Αλέξανδρο;
    Ή μήπως τον είχε προλάβει ο πατέρας του, που το «Αλεξάνδρου μνημείον συνέκλεισεν» μαζί με τα «απόρρητα», για να μην τον ξαναδεί κανένας και να μην τα διαβάσει κανένας;
   Ίσως και για να προστατέψει το νεκρό.
   Όχι όμως στην Αλεξάνδρεια, αλλά αλλού.
   Πιο βόρεια.
   Στη Μακεδονία.
   Στην Αμφίπολη.
   Εκεί που ανασκάπτει τώρα η Κατερίνα Περιστέρη.
   Στο μνημείο που φτιάχτηκε και προορίζονταν αρχικά για την Αρτέμιδα και μετά για τον Αλέξανδρο.

   Εγώ έτσι θα τελείωνα το δικό μου μυθιστόρημα.
   Γιατί μ` αρέσουν οι ανατροπές και τα μυστήρια της ιστορίας.
   Εσείς διαλέξτε όποια εκδοχή σας πάει καλύτερα ή σκεφτείτε κάποια άλλη που σας αρέσει περισσότερο.
    Έτσι κι αλλιώς, σε λίγο καιρό θα μάθουμε την αλήθεια.

   Αν όχι για τον Αλέξανδρο, τουλάχιστον για το μνημείο του λόφου Καστά.


Νίκος Πετρίδης
26/9/2014

http://garasari.blogspot.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...