Γράφει η ΣΕΒΑΣΤΗ ΧΑΒΙΑΡΑ-ΚΑΡΑΧΑΛΙΑ
Δρ Ιστορίας της Ιατρικής-Οφθαλμίατρος
μεγαλύτερη ηλικία. Διαβάζοντας τα ομηρικά έπη και έχοντας στον νου πάντα το ερώτημα αν ένας εκ γενετής τυφλός μπορεί να περιγράψει και μάλιστα με άφθαστης τεχνικής στίχους το μεγαλείο της φύσης που τον περιβάλλει, δύσκολα, πολύ δύσκολα, θα το παραδεχθούμε. Αδυνατείς να πιστέψεις πώς ένας άνθρωπος, που δεν είδε ποτέ το φως του ήλιου, το περιγράφει με θαυμαστή δεξιοτεχνία. Την αυγή τη λέει νυχτοθρεμμένη και ροδοδάκτυλη, προσωποποιώντας την σαν κόρη που με τα ροδαλά δάχτυλά της απλώνει το χρώμα γύρω της, στον έξοχο στίχο της Οδύσσειας (δ, 306) «Ήμος δ' ηριγένεια φάνη ροδοδάκτυλος Ηώς». Τούτος ο στίχος θα ήταν αδύνατον να ταιριαστεί από άνθρωπο, που δεν έχει δει το ξημέρωμα, που σιγά-σιγά ροδίζει, να περιγράψει όλη την αλλαγή του σκηνικού του ουρανού μόνο με ένα στίχο.
Τον ήλιο που ανεβαίνει στον ουρανό ο Όμηρος μας τον δίνει με άφθαστο λυρισμό στους στίχους της Οδύσσειας (γ, 1-2):
«Ηέλιος δ' ανόρουσιν...
Ουρανόν ες πολύχαλκον...»
«Το γαρ οράν το φως ηλίου ζην εστι»
Στον στίχο της Οδύσσειας (δ, 540) ταυτίζει το φως του ήλιου με την ίδια τη ζωή «έτι ζώειν και οράν φάος ηελίοιο» (είναι ακόμη ζωντανοί και βλέπουν το φως του ήλιου). Στο Σ,6 της Ιλιάδας ταυτίζει τη ζωή με το φως του ήλιου. «Το γαρ οράν το φως ηλίου ζην εστί». Ένας εκ γενετής τυφλός πώς θα μπορούσε να πει πως ζωή είναι να βλέπεις το φως του ήλιου; Ότι ζωή είναι η όραση;Όμως το ίδιο ζωντανά περιγράφει και τη δύση του ήλιου στην Οδύσσεια (ν, 388): «Έδυσε ο ήλιος και σκοτείνιασε όλη η γη».
Κάποιος που δεν είδε ποτέ τη διαφορά της μέρας από τη νύχτα δεν θα μπορούσε να την περιγράψει με τη ζωντάνια και την αρμονία ενός μόνο στίχου. Το ίδιο φυσικό φαινόμενο, δηλαδή της διαδοχής της μέρας από τη νύχτα, μας δίνει με διαφορετικές λέξεις και πάλι στην Οδύσσεια (γ, 335): «Διότι ήδη το φως έφυγε και το διαδέχθηκε το σκοτάδι».
Όμως, πριν φθάσει στο σκοτάδι, περιγράφει το θάμπωμα του εσπερινού (σούρουπο) σε προηγούμενο στίχο (γ, 328) «έδυσε ο ήλιος και ήρθε το θάμπωμα». Βλέπουμε ότι με λιτό στίχο και ποιητικό οίστρο περιγράφει λεπτομερώς την ποσοτική και ποιοτική μεταβολή του φωτός και της αντίληψης που δίνει στο ανθρώπινο μάτι η διάρκεια της εναλλαγής της μέρας με τη νύχτα. Άρα αποκλείουμε την περίπτωση του εκ γενετής τυφλού. Εκτός όμως, από το φως, τη διαφορά της μέρας από τη νύχτα, περιγράφει και τα άλλα χρώματα, ακόμη και τις ποσοτικές διαφορές τους, δηλαδή, τις αποχρώσεις.
Στον στίχο της Ιλιάδας (Ε, 291) διηγείται με άφθαστη τραγικότητα πώς το βέλος του Διομήδη, που το κατηύθυνε η Αθηνά, πέρασε απ' το ριζορρίνι του Πάνδαρου κοντά στα μάτια κι έφθασε στ' άσπρα δόντια του και του έκοψε τη γλώσσα. Ακόμη και τον θάνατο χρωματίζει κόκκινο (Ιλιάδα Π, 333-334). Το τραύμα που κατάφερε ο Αίας στον Κλεόβουλο, ασφαλώς θα έκοψε την καρωτίδα, πλημμύρισε το πρόσωπο με ολοπόρφυρο αίμα κι ο θάνατος ήρθε πορφυρός, δηλ. αιματοβαμμένος.
Η πρώτη αναφορά ―σε κείμενο του δυτικού πολιτισμού― στην κληρονομικότητα σωματικών χαρακτηριστικών βρίσκεται στον στίχο (α, 208) της Οδύσσειας, όπου η Αθηνά, μεταμφιεσμένη σε ναυτικό ονόματι Μέντη, λέει στον Τηλέμαχο πόσο μοιάζει στον πατέρα του: «Μοιάζεις πολύ (στον Οδυσσέα) στην κεφαλή και στα όμορφα μάτια». Στο (δ, 623) της Οδύσσειας ο Όμηρος μας περιγράφει τις καλοκαμωμένες παρθένες με δυο λέξεις, με άφθαστη οικονομία στίχου: «άλοχοι καλλικρήδεμνοι». Μας φέρνει στον νου τις κοπελιές που κουβαλούσαν στο κεφάλι τα πανέρια του ψωμιού, για να ετοιμάσουν το βασιλικό τραπέζι στ' ανάκτορα του Μενελάου. Το επίθετο καλλικρήδεμνοι κατά λέξη σημαίνει τον όμορφο λαιμό, δηλ. αυτό που φανταζόμαστε: να είναι οι κοπέλες αυτές εύσωμες με λαιμό κύκνου.
Μα και τα καλοφτιαγμένα πόδια δεν λείπουν από τους στίχους σε πολλά μέρη των δύο επών. Στο (δ, 309) της Οδύσσειας περιγράφει το όμορφα καλοφτιαγμένα πόδια του Μενελάου. Τα παχιά μέλη ήταν πολύ αρεστά στην εποχή του Ομήρου. Τούτο φαίνεται και από άλλες αναφορές τόσο στην Οδύσσεια όσο και στην Ιλιάδα. Το αισθητικό πρότυπο ήταν το λιπαρό, δηλ. το παχουλό, που έδινε όψη καλοφτιαγμένη, με αναγλυφές που δεν άφηναν τα κόκκαλα να προβάλουν. Την όμορφη κόμη της Καλυψώς μας δίνει με μία μόνο λέξη «εϋπλόκαμος», τους Αχαιούς με τη φροντισμένη εμφάνιση περιγράφει με δυο μόνο λέξεις «κάρη κομόωντες» και γενικά δίνει πολύ «εύστοχα» και λιτά την περιγραφή ποικίλων σωματικών χαρακτηριστικών.
Περιγραφή συναισθημάτων και ψυχικών καταστάσεων
Απ' όσα μέχρι τώρα αναφέρθηκαν, συνάγεται ότι ο ποιητής δεν ήταν εκ γενετής τυφλός (συγγενής καταρράκτης) και φυσικά ούτε έχασε το φως του σε νηπιακή ηλικία (συγγενές γλαύκωμα). Η παράδοση, όμως, τον θέλει τυφλό γέροντα, υποβασταζόμενο να περπατεί στα χωριά της βόρειας Χίου. Στην Βολισσό ακόμη και σήμερα μιλούν για (κάποιο χάλασμα) ερείπια του σπιτιού του Ομήρου.
Ο ιστορικός Γιάννης Κορδάτος, όπως και άλλοι πριν από αυτόν, υποστήριξαν ότι ο Όμηρος ανήκε στην τάξη των ιερέων-μυστών. Με τη διάδοση των επών του, κοινολόγησε μυστικά ιερά-απόρρητα και γι' αυτό έπρεπε να αποβληθεί από το ιερατείο και να τιμωρηθεί παραδειγματικά. Εκφράζει την άποψη ότι η τιμωρία, που ήταν πιο βαριά κι από τον θάνατο, ήταν η τύφλωση.
Οι στίχοι σε ελεύθερη μετάφραση θα μπορούσαν να αποδοθούν:
«Και τότε εγώ έχωσα τον δαυλό στην αναμμένη θράκα ως να πυρωθεί και με λόγια προσπαθούσα να δώσω θάρρος στους συντρόφους μου όλους, ώστε να μη φοβηθεί κανείς και θελήσει να φύγει. Και όταν ο δαυλός από ελιά, κόντευε ν' ανάψει γιατί ήταν χλωρός και στη φωτιά φαινόταν να λάμπει, τον πήρα απ' τη φωτιά. Γύρω (στον Κύκλωπα) στέκονταν οι σύντροφοί μου.
»Θάρρος μας έδωσε ο μεγάλος θεός. Αφού σήκωσαν τον δαυλό από ελιά, το οξύ άκρο του έμπηξαν στο μάτι. Εγώ δε (ο Οδυσσέας) από πάνω στηριζόμενος τον περιέστρεψα όπως κάνει ο καραβομαραγκός περιστρέφοντας το τρυπάνι στο ξύλο κι από κάτω οι άλλοι τριγύριζαν τον ιμάντα ώστε να γυρίζει συνεχώς. Έτσι εμείς στο μάτι γυρίζαμε τον πυρωμένο δαυλό κι όπως μπηγόταν καυτός, τον μούσκευε το αίμα. Κι όλα τα γύρω μόρια, βλέφαρα και φρύδια τα έκαψε η φωτιά και έβγαινε ατμός από το βολβό, που καιγόταν ακόμη, και οι ρίζες (τα οπτικά νεύρα) σφραγίστηκαν με τη φωτιά».
Συγκλονιστικότερη περιγραφή της πύρωσης του ματιού (εξόρυξη με καύση) σε στίχους δεν θα μπορούσε να δοθεί. Ίσως, λοιπόν, ο ποιητής γνώριζε από πρώτο χέρι την πύρωση της εξόρυξης των ματιών. Αν, όμως, δεν είναι έτσι τα πράγματα και η τύφλωση οφείλεται σε παθολογικά αίτια, ποια μπορεί να ήταν;
Αν δεχθούμε ότι οι άνθρωποι που έχασαν την όρασή τους σε κάποια ηλικία, έχουν την εικόνα του γύρω κόσμου δεν μπορούν όμως να φέρουν στη μνήμη τους (να αναπαραστήσουν πιστά) τις οπτικές παραστάσεις, θα πρέπει να υπολογίσουμε ότι η τύφλωση επήλθε μετά τη σύνθεση των επών, και ιδιαίτερα της Οδύσσειας, στην οποία η περιγραφή του περιβάλλοντος είναι λεπτομερής και συχνή, ενώ στην Ιλιάδα κυριαρχούν συναισθηματικές περιγραφές.
Υπεύθυνο το χρόνιο γλαύκωμα
Αν, λοιπόν, ο Όμηρος προσβλήθηκε από ευλογιά, που του έτηξε τους κερατοειδείς και άδειασαν οι βολβοί του, θα ήταν ασφαλώς αόμματος, όπως τον θέλει η παράδοση. Όμως θα ήξερε το προσωπείο που αφήνει η ευλογιά με τις ανεξίτηλες ουλές και κάπου θα το ανέφερε. Αφού πουθενά δεν βρίσκουμε τέτοια περιγραφή, μπορούμε να αποκλείσουμε και την τύφλωση από ευλογιά.
Όμως η νόσος προκαλεί πόνους, δακρυόρροιες, τόσες και τέτοιες αναπηρίες στο μάτι, που δεν αφήνει στον πάσχοντα ήρεμο χρόνο να ασχοληθεί με έργο πνευματικό και μάλιστα αυτού του ύψους. Κερατίτιδες, τριχιάσεις, συμβλέφαρα, πυώδεις δακρυοκυστίτιδες, εντρόπια, εκτρόπια, θολώσεις
Συμπερασματικά, αν ο Όμηρος ήταν τυφλός, αυτό συνέβη σε προχωρημένη ηλικία, μετά τα πενήντα και αφού συνέθεσε τα αθάνατα έπη του. Το πιθανότερο νόσημα που προκάλεσε την τύφλωση φαίνεται να είναι το χρόνιο γλαύκωμα με τη σημαντική συμβολή του καταρράκτη.
Βιβλιογραφία
1) Καζαντζάκης Νικ.: Οδύσσεια, Αθήναι 1967 Δ' έκδοση.
2) Κολιόπουλος Γιάννης: Όραση-θέωση, Αθήνα-Πάτρα 2002.
3) Κορδάτος Γιάννης: Πρόλογος στην έκδοση Οδύσσειας του οίκου Ζαχαρόπουλου Αθήνα 1972.
4) Κοφινιώτης Ευάγγελος: Ομηρικόν λεξικόν, Εν Αθήναις 1902.
5) Κωστομοίρης Γεώργ.: Περί Οφθαλμολογίας και Ωτολογίας των Αρχαίων Ελλήνων. Εν Αθήναις 1887.
6) Μαρωνίτης Δημ.: Ο Οδυσσέας και οι γυναίκες. «Το Βήμα» 4/10/98
7) Νικόλας (μοναχός): Ενιαία οπτική αίσθηση. Επιστημονικές Εκδόσεις «Science press» Θεσσαλονίκη 1996.
8) Ομήρου Ιλιάς εκδόσεις Πάπυρος, Αθήνα 1975.
9) Ομήρου Ιλιάς εκδόσεις Ζαχαρόπουλος, Αθήνα ΧΧ.
10) Ομήρου Οδύσσεια εκδόσεις Ζαχαρόπουλος Αθήνα 1972.
11) Ομήρου Οδύσσεια εκδόσεις Πάπυρος Αθήνα 1975. Ροδοκανάκειον Φιλολογικόν Διαγώνισμα: «Περί του Ομηρικού ζητήματος», Εν Αθήναις 1865.
12) Τρυπάνης Κων/νος: Τα Ομηρικά Έπη. Αθήνα 1975.
13) Τσαγγαλής Χρ.: Ομηρικά αινίγματα. Εφημερίδα «Βήμα» 26/4/98
14) Χαβιάρα-Καραχάλιου Σεβαστή: Οι Οφθαλμολογικές γνώσεις του Ομήρου. Περ. Οφθαλμολογία 7,2: 215-218 Θεσσαλονίκη 1995.
14) Χαβιάρα-Καραχάλιου Σεβαστή: Θλίψη-Κατάθλιψη. Πρώτες αναφορές στον Όμηρο. Πρακτικά Ε' Διεθνούς Συνεδρίου Πελ/κών Σπουδών, τόμος Β' Αθήνα 1997.
5) Χαβιάρα-Καραχάλιου Σεβαστή: Πώς τραγούδησαν οι αρχαίοι ποιητές μας τα πάθη των ματιών. Ημερίδα Ομίλου Μελετητών Ιστορίας Ελληνικής Οφθαλμολογίας. Χίος 6/10/01 (υπό δημοσίευση).
2) Κολιόπουλος Γιάννης: Όραση-θέωση, Αθήνα-Πάτρα 2002.
3) Κορδάτος Γιάννης: Πρόλογος στην έκδοση Οδύσσειας του οίκου Ζαχαρόπουλου Αθήνα 1972.
4) Κοφινιώτης Ευάγγελος: Ομηρικόν λεξικόν, Εν Αθήναις 1902.
5) Κωστομοίρης Γεώργ.: Περί Οφθαλμολογίας και Ωτολογίας των Αρχαίων Ελλήνων. Εν Αθήναις 1887.
6) Μαρωνίτης Δημ.: Ο Οδυσσέας και οι γυναίκες. «Το Βήμα» 4/10/98
7) Νικόλας (μοναχός): Ενιαία οπτική αίσθηση. Επιστημονικές Εκδόσεις «Science press» Θεσσαλονίκη 1996.
8) Ομήρου Ιλιάς εκδόσεις Πάπυρος, Αθήνα 1975.
9) Ομήρου Ιλιάς εκδόσεις Ζαχαρόπουλος, Αθήνα ΧΧ.
10) Ομήρου Οδύσσεια εκδόσεις Ζαχαρόπουλος Αθήνα 1972.
11) Ομήρου Οδύσσεια εκδόσεις Πάπυρος Αθήνα 1975. Ροδοκανάκειον Φιλολογικόν Διαγώνισμα: «Περί του Ομηρικού ζητήματος», Εν Αθήναις 1865.
12) Τρυπάνης Κων/νος: Τα Ομηρικά Έπη. Αθήνα 1975.
13) Τσαγγαλής Χρ.: Ομηρικά αινίγματα. Εφημερίδα «Βήμα» 26/4/98
14) Χαβιάρα-Καραχάλιου Σεβαστή: Οι Οφθαλμολογικές γνώσεις του Ομήρου. Περ. Οφθαλμολογία 7,2: 215-218 Θεσσαλονίκη 1995.
14) Χαβιάρα-Καραχάλιου Σεβαστή: Θλίψη-Κατάθλιψη. Πρώτες αναφορές στον Όμηρο. Πρακτικά Ε' Διεθνούς Συνεδρίου Πελ/κών Σπουδών, τόμος Β' Αθήνα 1997.
5) Χαβιάρα-Καραχάλιου Σεβαστή: Πώς τραγούδησαν οι αρχαίοι ποιητές μας τα πάθη των ματιών. Ημερίδα Ομίλου Μελετητών Ιστορίας Ελληνικής Οφθαλμολογίας. Χίος 6/10/01 (υπό δημοσίευση).
http://www.istoria.gr/dec03/content03.htm
Όμηρος = ο, η Σύζυγος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟμηρικά Έπη = τα (γνωστά) Περί (ενδόξων) Συζύγων Ποιήματα (λογοτεχνήματα).
Η λογοτεχνία, συνήθως, δεν ιστορεί. Τα Ομηρικά Έπη δεν αποτελούν ιστορήματα ούτε αναγνωρίστηκαν, ποτέ, ως ιστορήματα!
Όμηρος (ο... ανύπαρκτος ποιητής) < Ομηρικά, Συζυγικά Έπη.
i tyflotita tou omirou theoro pos simenei oti o rapsodos den eide ta gegonota me ta matia tou apo'do kai i "tyflotita" tou!
ΑπάντησηΔιαγραφή