ΑΘΑΝΑΤΟΣ
Ζ.Π.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΤΣΙΦΑΣ: Ένας εργατικός άνδρας που λάτρευε το χωριό του, την οικογένειά του και βοηθούσε όποιον είχε ανάγκη.
«Μάνα μου, να κρατήσεις γερά! Δε σε φοβάμαι, είσαι Ηπειρώτισσα», ήταν τα τελευταία λόγια του Κωνσταντίνου Κατσίφα προς την μητέρα του Βασιλική Κατσίφα, λίγη ώρα πριν πέσει νεκρός από τις σφαίρες των τουρκαλβανών, ανήμερα της 28ης Οκτωβρίου.
Περίπου στη μέση του βουνού, δύο χιλιόμετρα απόσταση πάνω από το χωριό, το μεσημέρι της 28ης Οκτωβρίου δύο σφαίρες διαπέρασαν το σώμα του 35χρονου Κατσίφα και τα βουνά αντιλάλησαν από τους πυροβολισμούς των όπλων.
«Τι να σας πω εγώ, η δόλια η μάνα; Πείτε μου που έχω πιει πικρό ποτήρι. Ο Κωνσταντής μου ήταν ένα διαμάντι. Έπιανε το χέρι του σε όλες τις δουλειές. Δεν υπάρχει και ούτε θα υπάρξει άλλο παιδί σαν τον Κωνσταντή μας. Βοηθούσε όλο το χωριό όπου του ζητούσαν. Ο Κωνσταντής πήγαινε τα καλοκαίρια και δούλευε σε διάφορα ξενοδοχεία για να έχει χρήματα για τον χειμώνα και μετά, τον Οκτώβρη, ερχόταν εδώ στο χωριό και μας έκανε παρέα. Μας βοηθούσε να σπείρουμε, να κλαδέψουμε. Πριν τον δολοφονήσουν, είχε πάει και είχε κόψει ξύλα για να έχουμε για τον χειμώνα. Γέμισε όλη την αποθήκη. Είχε σκάψει όλο τον κήπο μόνος του, φυτέψαμε σκόρδα για να έχουμε για τον χειμώνα, ενώ έβαλε σε όλο το σπίτι γύρω γύρω τσιμέντο με περβάζι. Τα είχε ετοιμάσει όλα για να είμαστε εμείς καλά. Προχθές είχε πάει και έφτιαξε μια σιδηροκατασκευή σε έναν φίλο του. Οταν γύρισε εξουθενωμένος, μου λέει: “Μάνα, δεν θα του πάρω λεφτά. Είναι και εκείνος μεροκαματιάρης σαν και εμάς”. Η ψυχή του είχε έναν καλό λόγο για όλους τους συγχωριανούς του. Γι' αυτό, παιδί μου, ήρθαν όλα τα χωριά να τον αποχαιρετήσουν στην κηδεία του. Ο Κωνσταντής μου φύλαγε Θερμοπύλες εδώ. Πήγαινε στην Ελλάδα και, όταν είχε ρεπό, ερχόταν στο χωριό. Το είχε στην καρδιά του, στο αίμα του..
Την ημέρα της κηδείας σε όλους τους στύλους που φωτίζουν το χωριό ήταν κρεμασμένες σημαίες.
«Αυτές, παιδί μου, τις είχε βάλει ο Κωνσταντής. Περίμενε πώς και πώς να έρθει η 28η Οκτωβρίου και η 25η Μαρτίου, για να ντύσει στα γαλανόλευκα το χωριό. Ηταν παντού μπροστάρης. Ήταν και καλός μαραγκός και καλός σιδεράς. Δεν ζητούσε ποτέ λεφτά από κανέναν. Ολα από την τσέπη του τα έβαζε. Όλα τα εκκλησάκια, και στο δικό μας το χωριό και στο διπλανό, ο Κωνσταντής τα είχε αναστηλώσει. Και το τέμπλο του Αϊ-Θανάση που είχε ξεκινήσει να το φτιάχνει, δεν πρόλαβε να το ολοκληρώσει. Τον έφαγαν οι κακούργοι. Θέλω, παιδί μου, να στείλω ένα μήνυμα σε όλο τον Ελληνισμό, να έχουν την υγειά τους και την ευχή μου για τη συμπαράσταση που μου έδειξαν και μου δείχνουν. Είμαι υποχρεωμένη σε όλους τους Έλληνες».
Οσο για τα λόγια του Πάγκαλου; «Εκείνος και οι φίλοι του οδήγησαν την Ελλάδα στη χρεοκοπία, ας τους δικάσει ο λαός. Εμείς εδώ είμαστε Έλληνες, παιδί μου, και ζούμε με τον τρόμο. Τι να μας πουν εμάς εδώ στη Βόρειο Ήπειρο ο Φίλης και ο Τσίπρας;»
ΑΘΑΝΑΤΟΣ
ΑπάντησηΔιαγραφή