Πάντα ένας καλός κυνηγός έχει και καλά κυνηγόσκυλα, ως αναντικατάστατους αρωγούς στο δύσκολο και επικίνδυνο κυνήγι της ζωής. Έτσι και ο φίλος μας, ο Ωρίωνας, έχει πλάι του τον Μεγάλο Σκύλο (Μέγας Κύων) και τον Μικρό Σκύλο (Μικρός Κύων), να τον ακολουθούν πιστά και να τον συντροφεύουν τις κρύες νυχτιές του χειμώνα. Για να δούμε όμως αυτά τα ζωντανά καλύτερα:
Σημειώθηκε πρώτη φορά στην αρχαιότητα από τον Πτολεμαίο και είναι ένας από τους 88 επίσημους αστερισμούς που έχει θεσπίσει η Διεθνής Αστρονομική Ένωση. Κατά βάση είναι εμφανής από το Νότιο Ημισφαίριο, ενώ στην Ελλάδα είναι αμφιφανής, με καλύτερη περίοδο παρατήρησής του τον Φεβρουάριο.
Για να τον βρείτε θα πρέπει με βάση τη ζώνη του Ωρίωνα, να κατευθυνθείτε γραμμικά προς τα αριστερά του, και δεν γίνεται να μην πέσετε πάνω στο πιο λαμπρό αστέρι του βραδινού μας ουρανού, στον α του Μεγάλου Κυνός, ή αλλιώς στον Σείριο.
Το σχήμα του, ποικίλλει στις χαρτογραφήσεις, αλλά τα κυριότερα αστέρια του σχηματισμού, πλην του Σείριου είναι τα κάτωθι:
• ε CMa: «Αντχάρα» ή «Αδάρα», που προέρχεται από το αραβικό «Αλ Αδάρα», δηλαδή «οι παρθένες»
• δ CMa: «Αλ Ουάζαν» ή «Ουέζεν», δηλαδή «το βάρος» στα αραβικά, που είναι ένας διπλός αστέρας και η προέλευση του ονόματος είναι ακόμα άγνωστη
• β CMa: «Μίρζα» από το αραβικό «Αλ Μουρζίμ», δηλαδή «ο κήρυκας» που δινόταν σε αστέρια που προήγγελλαν την ανατολή ενός λαμπρού αστέρα, στην περίπτωσή μας του Σείριου
• η CMa: «Αλάντρα»
• ζ CMa: «Φουρούντ», δηλαδή ο «λαμπρός μοναδικός»
• γ CMa: «Μουλιφέν»
Όλη η ρώμη όμως, και η λάμψη του Μεγάλου Κυνός, είναι φυσικά ο α CMa, δηλαδή ο «Σείριος».
Ο Όμηρος αναφέρει μερικές φορές το όνομα του Κυνός, αλλά αναφέρεται προφανώς στο Σείριο. Ο Πτολεμαίος, δεν αναφέρει το όνομα Σείριος, αλλά το όνομα «Αστροκύων». Και ο Ησίοδος, αναφέρεται στα έργα του για τον Σείριο, όπως και ο Άρατος, ο οποίος μάλιστα χρησιμοποιεί τη λέξη «μέγας».
Το όνομα Σκύλος, με αναφορά σε ολόκληρο τον αστερισμό και όχι μόνο στον Σείριο, πρέπει μάλλον να αναζητηθεί στους χρόνους των Λατίνων, όπου εμφανίζεται το όνομα Canis ή η δοτική του, Canicula. Οι Λατίνοι πήραν το όνομα από τους προγόνους μας, μόνο που ίσως τον συνέδεσαν με άλλο μύθο. Γιατί ο Μέγας Κύων για τους πρώτους Έλληνες, ήταν ο σκύλος του Ακταίονα «Λαίλαψ» ή ο σκύλος της Νύμφης Πρόκριδος που εντυπωσίασε το Δία με την ταχύτητά του και τον μετέτρεψε σε αστερισμό. Για τους μεταγενέστερους όμως, κι αυτό που έμεινε σε εμάς, είναι ότι ο Μέγας Κύων είναι ο σκύλος του Ωρίωνα, που κυνηγούσε μαζί του.
Για κάποιους, ο αστερισμός συνδεόταν με τον Κέρβερο, και για τους Άραβες, πριν πάρουν το ελληνικό όνομα, συνδεόταν με τον «Αλ Σιρά αλ Αμπούρ αλ Ιαμάνια», δηλαδή «το Λαμπρό αστέρι του περάσματος της Υεμένης». Στους πίνακες του Χρυσοκόκκη, ο Σείριος αναφέρεται σαν «Σιαήρ Ιαμανή», δηλαδή «ο αστέρας της Υεμένης».
Για τους Ινδούς από την άλλη, ο αστερισμός ήταν ο «Μριγαβιάδα» ο φονέας των ελαφιών. Οι Βαβυλώνιοι ήξεραν τον Σείριο ως «ΚΑΚ.ΣΙ.ΝΤΙ» ή «ΚΑΚ.ΜΠΑΝ.» δηλαδή «το βέλος» ή ο «αστέρας του τόξου», πιθανόν διότι το σχήμα ολόκληρου του αστερισμού θυμίζει βέλος ή τόξο και βέλος μαζί. Με βέλη και τόξα, υπάρχουν μύθοι και στους Ινδιάνους της Βόρειας Αμερικής, αλλά και στους λαούς της Ινδίας και της Ινδονησίας, που μάλιστα συνδέονται με κατακλυσμούς. Ο Σείριος συνδεόταν με πλημμύρες και καταιγίδες τόσο στην Αίγυπτο, όσο και από τους Λατίνους. Και αξίζει να σημειωθεί ότι δίπλα στον Ωρίωνα τρέχει ο (αστερισμός) Ηριδανός, ένα ποτάμι που συνδεόταν με το Νείλο, δίνοντας έτσι ερμηνεία στη σύνδεση του Σείριου με τις πλημμύρες, καθώς ένας μύθος θέλει τους κατακλυσμούς να γίνονται επειδή κάποιος έριξε ένα βέλος με το τόξο του κάπου μέσα στη θάλασσα.
Ο Σείριος είναι ένας διπλός αστέρας (Σείριος Α και Σείριος Β), κάτι που ανακαλύφθηκε περίπου πριν από 150 χρόνια (το 1862). Ο Σείριος Α είναι ο πιο λαμπρός αστέρας του ουρανού και ο 5ος κοντινότερος αστέρας από εμάς, σε απόσταση περίπου 8,7 έτη φωτός. Είναι ένας μπλε αστέρας, έχει δυο φορές τη μάζα του Ήλιου μας και περίπου δυο φορές το μέγεθος του Ήλιου μας. Ο Σείριος Β, που ανακαλύφθηκε όπως είπαμε το 1862, είναι 10.000 φορές πιο ασθενής του Σείριου Α, με μάζα ίση περίπου με τη μάζα του Ηλίου μας και με ακτίνα το 1/100 της ακτίνας του Ήλιου μας. Πώς είναι όμως δυνατόν ένα αστέρι (ο Σείριος Β) που είναι του ίδιου τύπου με ένα άλλο (ο Σείριος Α) και έχει σχεδόν τη μισή μάζα από αυτό, να είναι 10.000 φορές πιο αδύναμο στη λάμψη; Η απάντηση κρύβεται στο ότι ο Σείριος Β έχει πολύ μεγαλύτερη πυκνότητα από αυτή του Σείριου Α, και μάλιστα 1.000.000 φορές μεγαλύτερη από αυτή του Ηλίου, κάνοντας έτσι πολύ δύσκολο το φευγιό των φωτονίων από το βαρυτικό πεδίο μιας τόσο πυκνής σε μάζα περιοχής, άρα εκπέμποντας λιγότερα φωτόνια. Με άλλα λόγια, η ανακάλυψη του πρώτου λευκού νάνου που καταγράφηκε ποτέ, από τον Al Clark, ήταν πραγματικότητα! Να αναφέρουμε τέλος, ότι η περίοδος περιφοράς του ενός αστέρα γύρω από τον άλλον, είναι περίπου 50 χρόνια.
Αυτό που έχει μεγάλη αξία να αναφερθεί, είναι η άποψη ότι κάποιοι άνθρωποι πιθανόν να γνώριζαν τη διπλή φύση του Σείριου, πριν χιλιάδες χρόνια! Μελέτες κάποιων Γάλλων ανθρωπολόγων (ρε μανία με τους ανθρωπολόγους σε αυτό το blog… δεν μπορώ να τους ξεφύγω εύκολα…), και συγκεκριμένα των Germaine Dieterlen και Marcel Griaule, που έγιναν στη φυλή των Ντόγκον του Μάλι και της Σαχάρας, έδειξε ότι η φυλή γνώριζε ότι ο Σείριος είναι διπλός και ζωγράφιζαν την τροχιά του Σείριου Β με περίοδο 50 χρόνων (όσων είναι πραγματικά!) και τον Σείριο Α στη μια εστία μιας ελλειπτικής τροχιάς (να υπενθυμίσουμε ότι η ελλειπτική τροχιά των ουράνιων σωμάτων ανακαλύφθηκε το Μεσαίωνα).
Για τους Αιγύπτιους, η μεγάλη θεά Ίσιδα ή Σώθις, (που ήταν ο Σείριος) ακολουθούνταν από τον Όσιρη, ο οποίος ζωγραφιζόταν σαν ένα μάτι, ενώ για τους Μπόζο στο Μάλι, ο Σείριος Β ήταν το «άστρο-μάτι». Επίσης, για τους Αιγύπτιους, η αδερφή της Ίσιδος, η Νέφθις, την ακολουθεί και είναι στα «όρια του σκότους», ενώ η Ίσις είναι στα «όρια του φωτός». Μήπως τελικά γνώριζαν και οι Αιγύπτιοι για τον Σείριο Β; Οι Αιγύπτιοι δεν ασχολήθηκαν επιστημονικά ούτε συστηματικά με την αστρονομία. Το Σείριο όμως, τον λάτρευαν και για αυτό και το ημερολόγιό τους βασιζόταν σε αυτόν. Ήταν το λεγόμενο Σωθικό Ημερολόγιο, το οποίο χρονικά πρέπει να άρχισε γύρω στο 3285 πΧ.
Ο Σείριος όμως σχετιζόταν πολλές φορές και με την ξηρασία και την κάψα. Και αυτό, γιατί ο ήλιος βρισκόταν στον Λέοντα, όταν ανέτελλε ο Σείριος. Ο ποιητής Ησίοδος, ο πρώτος ίσως που αναφέρεται στον «Οπωρινό» αστέρα του Ομήρου, τον «Κύνα αστέρα» με το όνομα του Σείριου στα «Έργα και Ημέραι» του, είναι λίγο πιο ρεαλιστής και λίγο πιο ρέμπελος σαν Έλληνας, τις ημέρες αυτές του Κυνός και συμβουλεύει τον αδερφό του:
"Και όταν το γαϊδουράγκαθο βγάνει το λουλούδι του και το λαλό τζιτζίκι καθισμένο στο δέντρο χύνει κάτου από τα φτερά του αδιάκοπα το λυγερό τραγούδι του, είναι τότε του κοπιαστικού καλοκαιριού η ώρα. Τότε οι γίδες είναι όσο παίρνει παχιές, το κρασί θαυμάσιο, πιο φλογερές από άλλοτες είναι οι γυναίκες τότε, κι από την άλλη πιο νευροκομμένοι οι άντρες, γιατί τους καίει τότε ο Σείριος το κεφάλι και τα γόνατα και η κάψα το κορμί τους μαραζώνει. Τότε αυτό που θα ‘θελα να ‘χω, είναι τον ίσκιο το χοντρό ενός βράχου, κρασί απ’ αμπέλι βύβλινο, ψωμί μουσκεμένο, γάλα από γίδα που ‘κοψε το βύζασμα και κρέας από δαμάλα πώχει στο λιβάδι τρώγοντας χορτάσει και που δεν είναι ακόμη γεννημένη ή από ερίφια πρωτογέννητα. Και από πάνω να πίνω το κρασάκι φλογερό, καθισμένος στον ίσκιο να χορτάσει η ψυχή μου το φαΐ, γυρίζοντας το πρόσωπο κατά το δροσερό το φύσημα του Ζέφυρου. Κι από πηγή τρεχούμενου κι αδιάκοπου νερού που δε θολώνει, να παίρνω και να χύνω τρία νερού και ένα κρασιού το τέταρτο".
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι στον αστερισμό του Μεγάλου Κυνός, υπάρχει το πιο γνωστό ανοιχτό σμήνος, ορατό με γυμνό μάτι, το M41 (NGC 2287), ένα πανέμορφο σμήνος με πολλούς διπλούς και πολλαπλούς αστέρες,
Σημαντικότατη δε πληροφορία, είναι ότι σε αυτόν τον αστερισμό, εντοπίζεται και ο ισχυρός, σπειροειδής γαλαξίας NGC 2217, μεταξύ των αστέρων ζ και ξ του αστερισμού,
όπου εντοπίζεται και ένα από τα μεγαλύτερα αστέρια του σύμπαντος, ο υπεργίγας VY CMa.
Διαθέτει τον πολύ λαμπρό αστέρα «Προκύωνα» (α CMi) και την «Αλ Γουμαϊζά» (Gomeisa, β CMi). Μεσουρανεί τον Φεβρουάριο. Ο Προκύων, είναι και αυτός διπλός αστέρας, όπως και ο Σείριος, και ο συνοδός αστέρας είναι και αυτός ένας λευκός νάνος, όπως ο Σείριος Β. Η περίοδος του συστήματος είναι περίπου 40 χρόνια και απέχει από εμάς μόλις 11 έτη φωτός. Ο Προκύων είναι του ίδιου περίπου τύπου με τον ήλιο μας και ο σύντροφός του, ένας λευκός νάνος, ανακαλύφθηκε το 1896. Οι αρχαίοι αναφέρουν ότι ο Προ-κύων ονομάστηκε έτσι γιατί εμφανιζόταν πιο μπροστά από το αστέρι του Μεγάλου Κυνός, τον Σείριο δηλαδή. Στους Άραβες ο αστέρας Προκύων είχε και το όνομα του φυτού «Συκάμινος», δηλαδή «Αλ Γουμαϊζά», που εσφαλμένα πέρασε στον β CMi, ενώ στην πραγματικότητα από την αρχή ήταν το όνομα του α CMi. Στα αραβικά «Αλ Γουμαϊζά» σημαίνει «Η μικρή κλαίουσα» ή ακριβέστερα «Με σταγόνες υγρού στη γωνιά του ματιού της».
Επειδή είναι άγνωστη η προέλευση του ονόματος, δημιουργήθηκε ο μύθος των δυο αδερφών: της Αλ Γουμαϊζά (α CMi) και της Αλ Σιρά (Σείριου). Συγκεκριμένα, ο αδελφός των κοριτσιών αυτών, ο Αλ Σουαίλ (Κάνωβος) που ήταν μνηστήρας της Αλ Γουζά (του Ωρίωνα), μια φορά που έκανε έρωτα με τη μνηστή του, της έσπασε τη σπονδυλική στήλη και τη φόνευσε. Για να γλιτώσει πέρασε το ποτάμι (δηλαδή το γαλαξιακό επίπεδο) και πήγε στο Νότο, παίρνοντας μαζί του και τη μια εκ των δυο αδερφή, την Αλ Σιρά. Έτσι, έμεινε πίσω η άλλη αδερφή, η Αλ Γουμαϊζά (ο Προκύωνας) που με την πάροδο του χρόνου βούρκωσαν τα μάτια της και άρχισαν να στάζουν δάκρυα.
Αυτά ήταν αγαπητοί μου, οι ιχνηλάτες των μεγάλων μυστικών του σύμπαντος, τα σκυλιά του μεγάλου κυνηγού του Ουρανού μας!
Αξίζει να αναφέρουμε ότι η κυνηγετική αυτή ομάδα συμπλέκεται άρρηκτα, καθώς ο Σείριος μαζί με τον Προκύωνα και τον Μπετελγκέζ, σχηματίζουν έναν σχηματισμό που είναι γνωστός ως «Χειμερινό Τρίγωνο».
Υ.Γ.: Πληροφορίες αντλήθηκαν 1) από το βιβλίο του καθηγητή αστροφυσικής Χαρίτωνα Τομπουλίδη "Ουρανογραφία - Η Ιστορία των Αστερισμών" εκδ. Λιβάνη 1993, 2) από το διαδίκτυο, και 3) από ένα αφιέρωμα που είχε κάνει κάποτε η εφημερίδα "Καθημερινή".
http://astromonos.blogspot.gr/2013/03/2.html
Μεγάλος Κύων (Canis Major - CMa)
Σημειώθηκε πρώτη φορά στην αρχαιότητα από τον Πτολεμαίο και είναι ένας από τους 88 επίσημους αστερισμούς που έχει θεσπίσει η Διεθνής Αστρονομική Ένωση. Κατά βάση είναι εμφανής από το Νότιο Ημισφαίριο, ενώ στην Ελλάδα είναι αμφιφανής, με καλύτερη περίοδο παρατήρησής του τον Φεβρουάριο.
Για να τον βρείτε θα πρέπει με βάση τη ζώνη του Ωρίωνα, να κατευθυνθείτε γραμμικά προς τα αριστερά του, και δεν γίνεται να μην πέσετε πάνω στο πιο λαμπρό αστέρι του βραδινού μας ουρανού, στον α του Μεγάλου Κυνός, ή αλλιώς στον Σείριο.
Το σχήμα του, ποικίλλει στις χαρτογραφήσεις, αλλά τα κυριότερα αστέρια του σχηματισμού, πλην του Σείριου είναι τα κάτωθι:
• ε CMa: «Αντχάρα» ή «Αδάρα», που προέρχεται από το αραβικό «Αλ Αδάρα», δηλαδή «οι παρθένες»
• δ CMa: «Αλ Ουάζαν» ή «Ουέζεν», δηλαδή «το βάρος» στα αραβικά, που είναι ένας διπλός αστέρας και η προέλευση του ονόματος είναι ακόμα άγνωστη
• β CMa: «Μίρζα» από το αραβικό «Αλ Μουρζίμ», δηλαδή «ο κήρυκας» που δινόταν σε αστέρια που προήγγελλαν την ανατολή ενός λαμπρού αστέρα, στην περίπτωσή μας του Σείριου
• η CMa: «Αλάντρα»
• ζ CMa: «Φουρούντ», δηλαδή ο «λαμπρός μοναδικός»
• γ CMa: «Μουλιφέν»
Όλη η ρώμη όμως, και η λάμψη του Μεγάλου Κυνός, είναι φυσικά ο α CMa, δηλαδή ο «Σείριος».
Ο Όμηρος αναφέρει μερικές φορές το όνομα του Κυνός, αλλά αναφέρεται προφανώς στο Σείριο. Ο Πτολεμαίος, δεν αναφέρει το όνομα Σείριος, αλλά το όνομα «Αστροκύων». Και ο Ησίοδος, αναφέρεται στα έργα του για τον Σείριο, όπως και ο Άρατος, ο οποίος μάλιστα χρησιμοποιεί τη λέξη «μέγας».
Το όνομα Σκύλος, με αναφορά σε ολόκληρο τον αστερισμό και όχι μόνο στον Σείριο, πρέπει μάλλον να αναζητηθεί στους χρόνους των Λατίνων, όπου εμφανίζεται το όνομα Canis ή η δοτική του, Canicula. Οι Λατίνοι πήραν το όνομα από τους προγόνους μας, μόνο που ίσως τον συνέδεσαν με άλλο μύθο. Γιατί ο Μέγας Κύων για τους πρώτους Έλληνες, ήταν ο σκύλος του Ακταίονα «Λαίλαψ» ή ο σκύλος της Νύμφης Πρόκριδος που εντυπωσίασε το Δία με την ταχύτητά του και τον μετέτρεψε σε αστερισμό. Για τους μεταγενέστερους όμως, κι αυτό που έμεινε σε εμάς, είναι ότι ο Μέγας Κύων είναι ο σκύλος του Ωρίωνα, που κυνηγούσε μαζί του.
Για κάποιους, ο αστερισμός συνδεόταν με τον Κέρβερο, και για τους Άραβες, πριν πάρουν το ελληνικό όνομα, συνδεόταν με τον «Αλ Σιρά αλ Αμπούρ αλ Ιαμάνια», δηλαδή «το Λαμπρό αστέρι του περάσματος της Υεμένης». Στους πίνακες του Χρυσοκόκκη, ο Σείριος αναφέρεται σαν «Σιαήρ Ιαμανή», δηλαδή «ο αστέρας της Υεμένης».
Για τους Ινδούς από την άλλη, ο αστερισμός ήταν ο «Μριγαβιάδα» ο φονέας των ελαφιών. Οι Βαβυλώνιοι ήξεραν τον Σείριο ως «ΚΑΚ.ΣΙ.ΝΤΙ» ή «ΚΑΚ.ΜΠΑΝ.» δηλαδή «το βέλος» ή ο «αστέρας του τόξου», πιθανόν διότι το σχήμα ολόκληρου του αστερισμού θυμίζει βέλος ή τόξο και βέλος μαζί. Με βέλη και τόξα, υπάρχουν μύθοι και στους Ινδιάνους της Βόρειας Αμερικής, αλλά και στους λαούς της Ινδίας και της Ινδονησίας, που μάλιστα συνδέονται με κατακλυσμούς. Ο Σείριος συνδεόταν με πλημμύρες και καταιγίδες τόσο στην Αίγυπτο, όσο και από τους Λατίνους. Και αξίζει να σημειωθεί ότι δίπλα στον Ωρίωνα τρέχει ο (αστερισμός) Ηριδανός, ένα ποτάμι που συνδεόταν με το Νείλο, δίνοντας έτσι ερμηνεία στη σύνδεση του Σείριου με τις πλημμύρες, καθώς ένας μύθος θέλει τους κατακλυσμούς να γίνονται επειδή κάποιος έριξε ένα βέλος με το τόξο του κάπου μέσα στη θάλασσα.
Ο Σείριος είναι ένας διπλός αστέρας (Σείριος Α και Σείριος Β), κάτι που ανακαλύφθηκε περίπου πριν από 150 χρόνια (το 1862). Ο Σείριος Α είναι ο πιο λαμπρός αστέρας του ουρανού και ο 5ος κοντινότερος αστέρας από εμάς, σε απόσταση περίπου 8,7 έτη φωτός. Είναι ένας μπλε αστέρας, έχει δυο φορές τη μάζα του Ήλιου μας και περίπου δυο φορές το μέγεθος του Ήλιου μας. Ο Σείριος Β, που ανακαλύφθηκε όπως είπαμε το 1862, είναι 10.000 φορές πιο ασθενής του Σείριου Α, με μάζα ίση περίπου με τη μάζα του Ηλίου μας και με ακτίνα το 1/100 της ακτίνας του Ήλιου μας. Πώς είναι όμως δυνατόν ένα αστέρι (ο Σείριος Β) που είναι του ίδιου τύπου με ένα άλλο (ο Σείριος Α) και έχει σχεδόν τη μισή μάζα από αυτό, να είναι 10.000 φορές πιο αδύναμο στη λάμψη; Η απάντηση κρύβεται στο ότι ο Σείριος Β έχει πολύ μεγαλύτερη πυκνότητα από αυτή του Σείριου Α, και μάλιστα 1.000.000 φορές μεγαλύτερη από αυτή του Ηλίου, κάνοντας έτσι πολύ δύσκολο το φευγιό των φωτονίων από το βαρυτικό πεδίο μιας τόσο πυκνής σε μάζα περιοχής, άρα εκπέμποντας λιγότερα φωτόνια. Με άλλα λόγια, η ανακάλυψη του πρώτου λευκού νάνου που καταγράφηκε ποτέ, από τον Al Clark, ήταν πραγματικότητα! Να αναφέρουμε τέλος, ότι η περίοδος περιφοράς του ενός αστέρα γύρω από τον άλλον, είναι περίπου 50 χρόνια.
Αυτό που έχει μεγάλη αξία να αναφερθεί, είναι η άποψη ότι κάποιοι άνθρωποι πιθανόν να γνώριζαν τη διπλή φύση του Σείριου, πριν χιλιάδες χρόνια! Μελέτες κάποιων Γάλλων ανθρωπολόγων (ρε μανία με τους ανθρωπολόγους σε αυτό το blog… δεν μπορώ να τους ξεφύγω εύκολα…), και συγκεκριμένα των Germaine Dieterlen και Marcel Griaule, που έγιναν στη φυλή των Ντόγκον του Μάλι και της Σαχάρας, έδειξε ότι η φυλή γνώριζε ότι ο Σείριος είναι διπλός και ζωγράφιζαν την τροχιά του Σείριου Β με περίοδο 50 χρόνων (όσων είναι πραγματικά!) και τον Σείριο Α στη μια εστία μιας ελλειπτικής τροχιάς (να υπενθυμίσουμε ότι η ελλειπτική τροχιά των ουράνιων σωμάτων ανακαλύφθηκε το Μεσαίωνα).
Για τους Αιγύπτιους, η μεγάλη θεά Ίσιδα ή Σώθις, (που ήταν ο Σείριος) ακολουθούνταν από τον Όσιρη, ο οποίος ζωγραφιζόταν σαν ένα μάτι, ενώ για τους Μπόζο στο Μάλι, ο Σείριος Β ήταν το «άστρο-μάτι». Επίσης, για τους Αιγύπτιους, η αδερφή της Ίσιδος, η Νέφθις, την ακολουθεί και είναι στα «όρια του σκότους», ενώ η Ίσις είναι στα «όρια του φωτός». Μήπως τελικά γνώριζαν και οι Αιγύπτιοι για τον Σείριο Β; Οι Αιγύπτιοι δεν ασχολήθηκαν επιστημονικά ούτε συστηματικά με την αστρονομία. Το Σείριο όμως, τον λάτρευαν και για αυτό και το ημερολόγιό τους βασιζόταν σε αυτόν. Ήταν το λεγόμενο Σωθικό Ημερολόγιο, το οποίο χρονικά πρέπει να άρχισε γύρω στο 3285 πΧ.
Ο Σείριος όμως σχετιζόταν πολλές φορές και με την ξηρασία και την κάψα. Και αυτό, γιατί ο ήλιος βρισκόταν στον Λέοντα, όταν ανέτελλε ο Σείριος. Ο ποιητής Ησίοδος, ο πρώτος ίσως που αναφέρεται στον «Οπωρινό» αστέρα του Ομήρου, τον «Κύνα αστέρα» με το όνομα του Σείριου στα «Έργα και Ημέραι» του, είναι λίγο πιο ρεαλιστής και λίγο πιο ρέμπελος σαν Έλληνας, τις ημέρες αυτές του Κυνός και συμβουλεύει τον αδερφό του:
"Και όταν το γαϊδουράγκαθο βγάνει το λουλούδι του και το λαλό τζιτζίκι καθισμένο στο δέντρο χύνει κάτου από τα φτερά του αδιάκοπα το λυγερό τραγούδι του, είναι τότε του κοπιαστικού καλοκαιριού η ώρα. Τότε οι γίδες είναι όσο παίρνει παχιές, το κρασί θαυμάσιο, πιο φλογερές από άλλοτες είναι οι γυναίκες τότε, κι από την άλλη πιο νευροκομμένοι οι άντρες, γιατί τους καίει τότε ο Σείριος το κεφάλι και τα γόνατα και η κάψα το κορμί τους μαραζώνει. Τότε αυτό που θα ‘θελα να ‘χω, είναι τον ίσκιο το χοντρό ενός βράχου, κρασί απ’ αμπέλι βύβλινο, ψωμί μουσκεμένο, γάλα από γίδα που ‘κοψε το βύζασμα και κρέας από δαμάλα πώχει στο λιβάδι τρώγοντας χορτάσει και που δεν είναι ακόμη γεννημένη ή από ερίφια πρωτογέννητα. Και από πάνω να πίνω το κρασάκι φλογερό, καθισμένος στον ίσκιο να χορτάσει η ψυχή μου το φαΐ, γυρίζοντας το πρόσωπο κατά το δροσερό το φύσημα του Ζέφυρου. Κι από πηγή τρεχούμενου κι αδιάκοπου νερού που δε θολώνει, να παίρνω και να χύνω τρία νερού και ένα κρασιού το τέταρτο".
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι στον αστερισμό του Μεγάλου Κυνός, υπάρχει το πιο γνωστό ανοιχτό σμήνος, ορατό με γυμνό μάτι, το M41 (NGC 2287), ένα πανέμορφο σμήνος με πολλούς διπλούς και πολλαπλούς αστέρες,
ενώ πολύ κοντά του, εντοπίζονται και τα σμήνη NGC 2362 πάνω από τον δ αστέρα
και το NGC 2360 δίπλα στον γ αστέρα.
Σημαντικότατη δε πληροφορία, είναι ότι σε αυτόν τον αστερισμό, εντοπίζεται και ο ισχυρός, σπειροειδής γαλαξίας NGC 2217, μεταξύ των αστέρων ζ και ξ του αστερισμού,
όπου εντοπίζεται και ένα από τα μεγαλύτερα αστέρια του σύμπαντος, ο υπεργίγας VY CMa.
Ο Μικρός Κύων (Canis Minor - CMi)
Διαθέτει τον πολύ λαμπρό αστέρα «Προκύωνα» (α CMi) και την «Αλ Γουμαϊζά» (Gomeisa, β CMi). Μεσουρανεί τον Φεβρουάριο. Ο Προκύων, είναι και αυτός διπλός αστέρας, όπως και ο Σείριος, και ο συνοδός αστέρας είναι και αυτός ένας λευκός νάνος, όπως ο Σείριος Β. Η περίοδος του συστήματος είναι περίπου 40 χρόνια και απέχει από εμάς μόλις 11 έτη φωτός. Ο Προκύων είναι του ίδιου περίπου τύπου με τον ήλιο μας και ο σύντροφός του, ένας λευκός νάνος, ανακαλύφθηκε το 1896. Οι αρχαίοι αναφέρουν ότι ο Προ-κύων ονομάστηκε έτσι γιατί εμφανιζόταν πιο μπροστά από το αστέρι του Μεγάλου Κυνός, τον Σείριο δηλαδή. Στους Άραβες ο αστέρας Προκύων είχε και το όνομα του φυτού «Συκάμινος», δηλαδή «Αλ Γουμαϊζά», που εσφαλμένα πέρασε στον β CMi, ενώ στην πραγματικότητα από την αρχή ήταν το όνομα του α CMi. Στα αραβικά «Αλ Γουμαϊζά» σημαίνει «Η μικρή κλαίουσα» ή ακριβέστερα «Με σταγόνες υγρού στη γωνιά του ματιού της».
Επειδή είναι άγνωστη η προέλευση του ονόματος, δημιουργήθηκε ο μύθος των δυο αδερφών: της Αλ Γουμαϊζά (α CMi) και της Αλ Σιρά (Σείριου). Συγκεκριμένα, ο αδελφός των κοριτσιών αυτών, ο Αλ Σουαίλ (Κάνωβος) που ήταν μνηστήρας της Αλ Γουζά (του Ωρίωνα), μια φορά που έκανε έρωτα με τη μνηστή του, της έσπασε τη σπονδυλική στήλη και τη φόνευσε. Για να γλιτώσει πέρασε το ποτάμι (δηλαδή το γαλαξιακό επίπεδο) και πήγε στο Νότο, παίρνοντας μαζί του και τη μια εκ των δυο αδερφή, την Αλ Σιρά. Έτσι, έμεινε πίσω η άλλη αδερφή, η Αλ Γουμαϊζά (ο Προκύωνας) που με την πάροδο του χρόνου βούρκωσαν τα μάτια της και άρχισαν να στάζουν δάκρυα.
Αυτά ήταν αγαπητοί μου, οι ιχνηλάτες των μεγάλων μυστικών του σύμπαντος, τα σκυλιά του μεγάλου κυνηγού του Ουρανού μας!
Αξίζει να αναφέρουμε ότι η κυνηγετική αυτή ομάδα συμπλέκεται άρρηκτα, καθώς ο Σείριος μαζί με τον Προκύωνα και τον Μπετελγκέζ, σχηματίζουν έναν σχηματισμό που είναι γνωστός ως «Χειμερινό Τρίγωνο».
Υ.Γ.: Πληροφορίες αντλήθηκαν 1) από το βιβλίο του καθηγητή αστροφυσικής Χαρίτωνα Τομπουλίδη "Ουρανογραφία - Η Ιστορία των Αστερισμών" εκδ. Λιβάνη 1993, 2) από το διαδίκτυο, και 3) από ένα αφιέρωμα που είχε κάνει κάποτε η εφημερίδα "Καθημερινή".
http://astromonos.blogspot.gr/2013/03/2.html
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.