Ο ΑΕΤΟΣ, το ιερό πτηνό του Δωδωναίου Δία είναι ένα εύρημα από το Ιερό της Δωδώνης, του πρώτου μισού του 5ου αι. π.Χ. Είναι χάλκινος και κάθεται
πάνω σε ένα σκήπτρο, από το οποίο σώζεται μόνο το επάνω μέρος, σε σχήμα άνθους λωτού. Ο αετός έχει στραμμένο το κεφάλι ελαφρά προς τα αριστερά, προς το Δία, και το ύψος του είναι 10 εκατοστά.
ΣΤΗΝ ΠΙΝΔΟ, ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ ΤΩΝ ΓΡΕΒΕΝΩΝ, ΑΕΤΟΣ ΣΕ ΤΑΧΥΤΑΤΗ ΕΠΙΘΕΣΗ.
Το φύλλο της Βελανιδιάς είναι αρχαίο ελληνικό λαογραφικό και πολιτικό-στρατιωτικό σύμβολο.
Τετράδραχμο της Ηπείρου. 2ος - 1ος αι. π.Χ. Ο Δίας είναι στεφανωμένος με φύλλα βελανιδιάς, όπως και η πίσω όψη που περικλείεται από στεφάνι φύλλων βελανιδιάς. Πολλά αρχαία νομίσματα της Ηπείρου περιείχαν ως διακοσμητικό στοιχείο το φύλλο βελανιδιάς.
δημοκρατίας, ο αστέρας του Τάγματος του Σωτήρος, φέρει συμβολικά
ένα στεφάνι που αναπαριστά το μισό κλαδί δρυός και το άλλο μισό δάφνης.
Ο Πύρρος, στεφανωμένος με φύλλα δρυός, Ήπειρος. Αργυρό τετράδραχμο, περ.280-278 π.Χ.
ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ ΤΟΥ ΔΙΑ, ΤΟ ΠΙΟ ΣΚΛΗΡΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΕΝΤΡΟ
Επειδή η Βαλανιδιά χαρακτηρίζεται από την δυνατή κορμοστασιά της, την
μακρά ζωή της, την σκληρή και εξαιρετική αντοχή της ξυλείας της, της έχουν αποδοθεί οι συμβολικές αρετές της αντοχής, της εμπιστοσύνης, της μακροβιότητας, ή ακόμα και της αθανασίας. Η ξυλεία των δρυών, σκληρή, βαριά, στέρεα και μεγάλης διάρκειας είναι από τους καλλίτερους κερεστέδες (στηρίγματα) στην οικοδομή.
μακρά ζωή της, την σκληρή και εξαιρετική αντοχή της ξυλείας της, της έχουν αποδοθεί οι συμβολικές αρετές της αντοχής, της εμπιστοσύνης, της μακροβιότητας, ή ακόμα και της αθανασίας. Η ξυλεία των δρυών, σκληρή, βαριά, στέρεα και μεγάλης διάρκειας είναι από τους καλλίτερους κερεστέδες (στηρίγματα) στην οικοδομή.
Το ξύλο όλων των ειδών των δρυών είναι βαρύ, σκληρό και δεν σαπίζει εύκολα. Χρησιμοποιείται στην οικοδομική, ναυπηγική, επιπλοποιία, στην κατασκευή σανίδων, δοκαριών και παρασκευάζονται από αυτό ξυλάνθρακες (Κάρβουνα) πολύ καλής ποιότητας.
Όταν βρίσκεται μέσα στο νερό, δεν σαπίζει ποτέ, σκληραίνει και μαυρίζει σαν έβενος. Τα είδη πλατίτσα και ημεράδι δίνουν τη γερότερη και καλύτερη ξυλεία χρήσιμη στη μεταλλουργία, επιπλοποιία, την κατασκευή παρκέτων κλπ. Οι στρωτήρες των σιδηροδρόμων μας (τραβέρσες) βγαίνουν απ’ τους δρυμούς μας. Ο δρύινος κορμός πρέπει να ‘χει πάχος τουλάχιστον 28 πόντους για να δώσει στρωτήρα για τη γραμμή του ΟΣΕ.
Οι γέρικες βαλανιδιές έχουν πολύ σκληρό, χοντρό και ροζιάρικο κορμί και δύσκολα τεμαχίζονται. Για να το σχίσουν παλιά έμπηξαν στο κορμί τους σφήνες καμωμένες απ’ το ίδιο της το ξύλο.
Το πικρό παράπονό της το μεταδίδει ο Αίσωπος σ’ έναν από ους μύθους του: «ου τοσούτον τον κόψαντα με πέλεκυν μέμφομαι, όσον τους εξ εμού φυέντας σφήνας».
Mε τη βελανιδιά, τη δρυ, συνδέεται στενά ο δρυοκολάπτης, μικρό πτηνό που το κτύπημα του ράμφους του στον κορμό της δρυός αντηχεί χαρακτηριστικά μέσα στο δάσος. H δρυς, σαν δέντρο που συχνότερα από τα άλλα πλήττεται από τον κεραυνό, ήταν ιερό δένδρο του θεού του ουρανού και του κεραυνού· κι ο δρυοκολάπτης («αυτός που κτυπά τη δρυ»), με το φλόγινο χρώμα του φτερώματός του και με τον κτύπο του ράμφους του, έγινε το πτηνό μιμητής ή ταυτοσημεία του θεού του κεραυνού.
ΔΡΥΣ
Η ΔΡΥΣ είναι η αδιαμφισβήτητη «Βασίλισσα του Δάσους». Η ικανότητα της να έλκει τον κεραυνό, η απαράμιλλη επιβλητικότητα της σε συνδυασμό με τη μακροβιότητα της την κατέστησαν ιερό δέντρο του Δία, της Κυβέλης, της Εκάτης και του Πάνα, το δέντρο που χαρίζει προστασία, υγεία, πλούτο, γονιμότητα, καλή τύχη και σωματική ρώμη.
Ταυτόχρονα μπορεί να καταστρέψει τον απρόσεκτο που ασεβώς θα θελήσει να κλέψει τα μυστικά της, μιας και είναι ένα από τα δέντρα που χτυπάνε πιο εύκολα οι κεραυνοί.
H Δρυς ή βαλανιδιά είναι το κατ΄ εξοχήν δένδρο των Δρυμών, δέντρο με γερές ρίζες και με διάρκεια ζωής έως 200 χρόνια. Υπάρχουν 200 περίπου
αυτοφυή είδη αυτής της οικογένειας στο βόρειο ημισφαίριο της Γης.
αυτοφυή είδη αυτής της οικογένειας στο βόρειο ημισφαίριο της Γης.
Η βελανιδιά είναι ένα πολύ μεγάλο και δυνατό δέντρο, με κορμό ογκώδη και παχύ, φυλλοβόλο, μακρόβιο, που ανήκει στην οικογένεια των Φυγιδών και το ύψος της μπορεί να φθάσει μέχρι 45 μέτρα. Τα φύλλα του είναι έλλοβα με μικρό μίσχο και τα άνθη του εμφανίζονται σε ταξιανθίες, λεία στην κάτω επιφάνεια, ανοιχτού χρώματος και οι καρποί της οι δρυοβέλανοι (βεναλίδια
ή βαλανίδια) έχουν πράσινο-καφέ χρώμα και για να αρχίσει να τους παράγει απαιτούνται 70 με 80 έτη ζωής. Οι δρυαβάλανοι, όταν πέσουν στο έδαφος, έχουν γεύση κάστανου και διατηρούν τη βλαστική τους ικανότητα, χρειάζονται όμως πολύ φως για να βλαστήσουν.
Ευδοκιμεί σε πεδινές, ημιορεινές και ορεινές περιοχές και απαιτεί γόνιμα μέτρια υγρά εδάφη με καλή αποστράγγιση.
Η βελανιδιά αποτελεί φυσικό εμπόδιο στην εξάπλωση μιας πυρκαγιάς. Είναι δέντρο που καίγεται πολύ δύσκολα και αργά, γι’ αυτό είναι πολύ χρήσιμο να υπάρχουν «ζώνες βελανιδιάς» ανάμεσα στα εύφλεκτα πευκοδάση. Η χλόη που φυτρώνει στον κορμό του δέντρου παίζει προσανατολιστικό ρόλο.
Οι πολύτιμες φαρμακευτικές ιδιότητες του δέντρου
Τα φύλλα και ο φλοιός της βελανιδιάς είναι τα κύρια μέρη που χρησιμοποιούνται σαν φαρμακευτικά.
Οι πολύτιμες ιδιότητες του φυτού περιέχονται στον φλοιό του δέντρου, που
Οι πολύτιμες ιδιότητες του φυτού περιέχονται στον φλοιό του δέντρου, που
περιέχει κηκίδες, τανίνες, φλαβοτανίνη, ελλαγιτανίνη και γαλλικό ή κηκιδικό οξύ.
Η βελανιδιά είναι γνωστή για την στυπτική αλλά και αιμοστατική της δράση.
Το αφέψημα του φλοιού της το χορηγούσαν οι αρχαίο ιατροί για την αντιμετώπιση των αναπνευστικών λοιμώξεων. Επίσης με την μορφή κομπρέσας ή πλύσης βοηθούσε στην αντιμετώπιση των αιμορροΐδων, στις πρωκτικές ραγάδες, αλλά και στα διάφορα δερματικά προβλήματα και κυρίως στα μικροεγκαύματα. Τέλος η σκόνη του αποξηραμένου φλοιού της βελανιδιάς χορηγούνταν για να σταματήσει η ρινορραγία και εναντίον της διάρροιας και της δυσεντερίας.
Τα κυριότερα είδη που βρίσκονται στην Ελλάδα και την Κύπρο είναι :
1. Η ήμερη βελανιδιά (δρυς η αιγίλωψ, λατ. Quercus aegilops). Φτάνει τα 30 μέτρα σε ύψος και ευδοκιμεί σε θερμό και ξηρό περιβάλλον
2. Η δρυς η έμμισχος (λατ. Quercus robur). Φτάνει σε ύψος τα 25 μέτρα και σχηματίζει μεγάλα δάση στις περιοχές της Βορείου και κεντρικής Ευρώπης
3. Η δρυς η άμισχος (δρυς η πετραία, λατ. Quercus petraea). Διαφέρει από την έμμισχο στο ότι τα βαλανίδια της έχουν μικρό μίσχο. Μαζί με την έμμισχο αποτελούν τις άγριες βελανιδιές.
4. Δρυς η Μακεδονική (δρυς η τρωική, λατ. Quercus trojana). Φτάνει σε ύψος τα 20 μέτρα και βρίσκεται στις περιοχές των Βαλκανίων. Στην Ελλάδα βρίσκεται με μεμονωμένα δέντρα σε δασικές περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης.
5. Η δρυς η κηρρίς (λατ. Quercus cerris). Συγγενικό είδος με τα προηγούμενα. Βρίσκεται σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες και στην Ελλάδα είναι αναμεμειγμένη με άλλα δέντρα. Γνωστή και με τις ονομασίες "τσέρο" και "ρουπάκι".
6. Η λατζιά (δρυς η κληθρόφυλλη, λατ. Quercus
2. Η δρυς η έμμισχος (λατ. Quercus robur). Φτάνει σε ύψος τα 25 μέτρα και σχηματίζει μεγάλα δάση στις περιοχές της Βορείου και κεντρικής Ευρώπης
3. Η δρυς η άμισχος (δρυς η πετραία, λατ. Quercus petraea). Διαφέρει από την έμμισχο στο ότι τα βαλανίδια της έχουν μικρό μίσχο. Μαζί με την έμμισχο αποτελούν τις άγριες βελανιδιές.
4. Δρυς η Μακεδονική (δρυς η τρωική, λατ. Quercus trojana). Φτάνει σε ύψος τα 20 μέτρα και βρίσκεται στις περιοχές των Βαλκανίων. Στην Ελλάδα βρίσκεται με μεμονωμένα δέντρα σε δασικές περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης.
5. Η δρυς η κηρρίς (λατ. Quercus cerris). Συγγενικό είδος με τα προηγούμενα. Βρίσκεται σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες και στην Ελλάδα είναι αναμεμειγμένη με άλλα δέντρα. Γνωστή και με τις ονομασίες "τσέρο" και "ρουπάκι".
6. Η λατζιά (δρυς η κληθρόφυλλη, λατ. Quercus
alnifolia), θαμνώδες αειθαλές ενδημικό είδος της Κύπρου.
7. Το πουρνάρι, ή πρίνος (δρυς η κοκκοφόρος, λατ. Quercus coccifera), θαμνώδης αείφυλλος σκληρόφυλλος θάμνος με ευρεία εξάπλωση στην περιοχή της Μεσογείου.
8. Η δρυς η βαφική (λατ. Quercus infectoria), ημιφυλλοβόλο δέντρο με εξάπλωση από τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου μέχρι το ΝΔ. Ιράν.
7. Το πουρνάρι, ή πρίνος (δρυς η κοκκοφόρος, λατ. Quercus coccifera), θαμνώδης αείφυλλος σκληρόφυλλος θάμνος με ευρεία εξάπλωση στην περιοχή της Μεσογείου.
8. Η δρυς η βαφική (λατ. Quercus infectoria), ημιφυλλοβόλο δέντρο με εξάπλωση από τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου μέχρι το ΝΔ. Ιράν.
ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΔΑΣΗ ΒΕΛΑΝΙΔΙΩΝ
Οι ελληνικοί δρυμοί καταλαμβάνουν επιφάνεια 7.000.000 στρέμματα και αποτελούν το ένα τρίτο περίπου των ελληνικών δασών.
Ο καρπός της βελανιδιάς είναι το βελανίδι, χρήσιμο για ζωοτροφές και στη βυρσοδεψία.
Η βαλανιδιά σχηματίζει μεγάλα δέντρα στη θερμή ζώνη των αειθαλών (Αιτωλοακαρνανία και Στερεά, Ήπειρος, Πελοπόννησος, Μακεδονία, Θεσσαλία), με ετήσια παραγωγή 20 εκατομύρια κιλά βαλανιδιών. Αποτελεί γι’ αυτό πολυτιμότατο δέντρο της εθνικής μας οικονομίας. Ωραιότατες βαλανιδιές απαντούν στους βραχώδεις όχτους και τις απότομες πλαγιές του Αχέροντα, κάτω απ’ τη ράχη του Δράκου και τα ερείπια του Σουλίου, έως την περίφημη «Σκάλα της Τζαβέλαινας».
Στην περιοχή Ξηρόμερο Αιτωλοακαρνανίας βρίσκεται το μεγαλύτερο Βελανιδοδάσος της Ελληνικής Ευρωπαϊκής Χερσονήσου, συνολικής έκτασης περίπου 130.000 στρ. με κυρίαρχο είδος την ήμερη βελανιδιά.
Δεύτερη έρχεται η πατρίδα μας στην παγκόσμια παραγωγή βαλανιδιού.
Οι μεγάλες αιωνόβιες βαλανιδιές κατεβάζουν γύρω στις 800 κιλά καρπό ετησίως.
Η ΔΡΥΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ
Τα δάση από βαλανιδιές, οι δρυμοί, στην αρχαιότητα ήσαν η κατοικία και το προσκύνημα των νυμφών, οι οποίες ονομάζονταν Δρυάδες, Αμαδρυάδες, Δρυμοχαρείς. Κατά τον Απολλώνιο ονομάζονταν Αμαδρυάδες «δια το άμα ταις δρυσί γεννάσθαι ή δοκούσιν άμα ταις δρυσί φθείρεσθαι».
Ονομάζονταν επίσης Δρυμίδες, υληωροί. Κάθε φορά, που τα δέντρα αυτά ξεραίνονταν, λεγόταν ότι μια νύμφη πέθαινε. Οι νύμφες γεννιόνταν απ’ τα δέντρα και πέθαιναν μαζί μ’ αυτά. Πολλές φορές λέγεται ότι ακούστηκε ο θρήνος και το σκούξιμο των νυμφών, όταν κόβονταν τα δέντρα.
Κάτω από τη σκιά μιας γέρικης δρυός, κοντά στο σημερινό χωριό Πυρά, στην Οίτη, ζήτησε το θάνατο και την αποθέωση του ο Ηρακλής και μια δρυς, η μαντική φηγός της Δωδώνης, ανήγγειλε τον θάνατό του.
Δενδρεύς και Δενδρίτης ονομάζονταν σε πολλά μέρη (Θήβα, Μαγνησία) ο Διόνυσος, επειδή λατρεύονταν μέσα σε κοιλότητα βαλανιδιάς, που αποτελούσε τον πρώτο φυσικό ναό.
Οι κουφάλες των γέρικων δρυών είναι συνήθως γεμάτες από μυρμηγκοφωλιές. Όταν γιός του Δία Αιακός (ο κατόπιν κριτής στον Άδη) βασίλευε στην Αίγινα, ένας φοβερός λιμός εξολόθρεψε τους υπηκόους του. Ο Αιακός παρακάλεσε τον πατέρα του να ξαναπλάσει τους ανθρώπους κι ο Ζεύς μεταμόρφωσε τότε σε ανθρώπους όλα τα μυρμήγκια μιας γέρικης δρυός, που είχαν εκεί φυτέψει από μόσχευμα της Δωδωναίας ιερής δρυός.
Αυτοί αποτέλεσαν τους περίφημους Μυρμιδόνες, τους οποίους ο Αιακός έστειλε σε βοήθεια του Αιγέα εναντίον του Μίνωα.
Σε δέντρα δρυός μεταμόρφωσε κι ο Βάκχος τις γυναίκες της Θράκης που σκότωσαν τον Ορφέα.
Πολλές περιπτώσεις αναφέρονται αυστηρής τιμωρίας ανθρώπων, που υλοτόμησαν δρυς ή οπωσδήποτε βεβήλωσαν την ιερότητα των αλσών. Μας τις περιγράφουν χαριτωμένοι αρχαίοι μύθοι.
Πολλοί αρχαίοι μυθολογικοί ήρωες συνδέονται με τη δρυ και τη δενδρολατρεία:
Ο βασιλιάς της Eλευσίνας Kελεός, που το όνομά του σημαίνει δρυοκολάπτης, είναι πατέρας των διδύμων Iάσου και Tριπτολέμου.
Οι Σπαρτιάτες Διόσκουροι μες στην κουφάλα μιας βελανιδιάς ελλοχεύουν, περιμένοντας τους αντιπάλους τους δίδυμους Αφαρίδες, τον Iδα (=δάσος) και τον Λυγκέα. Kαι ο Λυγκεύς «δρυός εν στελέχει», μες στη βελανιδιά, κατοπτεύει την άφιξη των Διοσκούρων.
Oι Αρκάδες θεϊκοί δίδυμοι Λεύκαστος και Παρράσιος σε μια βελανιδιά χρωστούν, κατά τον Zώπυρο, την ύπαρξη: όταν γεννήθηκαν τους πέταξαν στον ποταμό Eυρύμανθο, όμως το ρεύμα τούς έφερε μες στην κουφάλα μιας βελανιδιάς και έτσι σώθηκαν.
ΤΟ ΜΑΝΤΕΙΟ ΤΗΣ ΔΩΔΩΝΗΣ
Σχετικά με την ίδρυση του μαντείου της Δωδώνης ο Hρόδοτος (Iστορ. B, 54-57) αναφέρει ότι δύο ιέρειες των Θηβών της Αιγύπτου πουλήθηκαν δούλες, η μια στους Λιβύους και η άλλη στους Θεσπρωτούς. H πρώτη ίδρυσε το μαντείο του Άμμωνος Διός στην όαση Σίβα, η δεύτερη έκτισε, κάτω από μια βελανιδιά που φύτρωσε μόνη της, ένα ιερό του Διός στη Δωδώνη.
Αργότερα, αφού έμαθε καλά ελληνικά, θα έκτιζε εκεί και το μαντείο. Kαι να πώς ερμηνεύει την τοπική παράδοση για τη μαύρη περιστερά που λαλούσε ανθρώπινα: η περιστερά δεν είναι άλλη από την Αιγυπτία, που αρχικά μιλούσε «βαρβαρικά», κάτι ακατάληπτο που έμοιαζε με γλώσσα πουλιών, και αργότερα μίλησε «ανθρώπινα», δηλαδή ελληνικά. Στο μαντείο της Δωδώνης ο τρόπος μαντικής ήταν η ερμηνεία του θροΐσματος των φύλλων της ιερής «φηγού» (βελανιδιάς) και της φλυαρίας των πουλιών μες στα φυλλώματά της, οι δε ιέρειες ονομάζονταν «Πέλειαι», δηλ. περιστερές.
Το μαντείο στην αρχή ήταν υπαίθριο, με μια βελανιδιά (ιερή φηγός), που γύρω είχε έναν περίβολο από χάλκινους λέβητες πάνω σε τρίποδες, οι οποίοι με τους ήχους που έκαναν όταν χτυπούσαν μεταξύ τους αλλά και σε συνδυασμό με το θρόισμα των φύλλων του δέντρου και άλλους ήχους (περιστέρια, πηγή κτλ.) έδιναν τους χρησμούς, τούς οποίους ερμήνευαν οι ιερείς Πελειαί. Σύμφωνα με μια νέα ερμηνεία, ο μαντικός ήχος προερχόταν χάλκινα αντικείμενα που κρεμόντουσαν στην βελανιδιά και ηχούσαν με το φύσημα του ανέμου. Οι ιερείς δεν έπλεναν ποτέ τα πόδια τους και σέρνονταν στο χώμα για να έχουν επαφή με τη γη.
Στις ρίζες της βελανιδιάς, στην αρχή πιστευόταν ότι κατοικούσε η Γαία, αλλά με το Δωδεκάθεο αντικαταστάθηκε από το Δία και τη γυναίκα του Πότνια Διώνη. Λεγόταν καιΝάιος Δίας από το αρχαιοελληνικό «ναίω»=κατοικώ, γι’ αυτό και οι αγώνες που διεξάγονταν προς τιμή του κάθε 4 χρόνια στο κοντινό στάδιο λέγονταν Νάια
Η Δρυς ήταν και το ιερό δέντρο της μητέρας του Δία, της Ρέας.
Στη Δωδώνη της Ηπείρου, όπου ελατρεύετο ο Ζευς, υπήρχε άλσος φηγών, δηλαδή δρυών. Μια απ’ αυτές, η ιερή φηγός, επροστάτευε στη κουφάλα της την εικόνα του Δία, ήταν δηλαδή ναός του Δία, ο οποίος γι’ αυτό ελέγετο και Φηγοναίος (φηγός-ναός). Με το θρόισμα της ιερής δρυός ο Ολύμπιος θεός φανέρωνε τη θέληση του.
Από το ξύλο της Δωδωναίας ιερής φηγού πήραν οι Αργοναύτες για φυλαχτό και το ‘βαλαν στην πρώρα, την πρύμνη και το τιμόνι της Αργούς.
Η Δωδώνη αξίζει ακόμα αιώνια τιμή και δόξα, γιατί σ’ αυτή μεγάλωσε η ελληνική φυλή. Εδώ έζησαν οι πανάρχαιοι Έλληνες, οι Σελλοί, που έδωσαν το όνομά τους στη χώρα μας, την Ελλάδα.
Του χρυσό στεφάνι από φύλλα βαλανιδιάς του βασιλιά της Μακεδονίας Φιλίππου Β΄.
Βρέθηκε στον τάφο ΙΙ της Βεργίνας. Ο Μ.Αλέξανδρος που πίστευε ότι ήταν γιος του Άμμωνα Δία έφερε στεφάνι βαλανιδιάς που ήταν και το αποκλειστικό είδος στεφανιού που έφερε ο Δίας.
Ομήρου "Ιλιάς", Ραψωδία Π, στίχοι: 233 επ.
«Ζεῦ ἄνα Δωδωναῖε Πελασγικὲ τηλόθι ναίων
Δωδώνης μεδέων δυσχειμέρου,
«Ζεῦ ἄνα Δωδωναῖε Πελασγικὲ τηλόθι ναίων
Δωδώνης μεδέων δυσχειμέρου,
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ:
«ΔΩΔΩΝΑΙΕ ΔΙΑ, ΒΑΣΙΛΙΑ ΤΩΝ ΠΕΛΑΣΓΩΝ, ΠΟΥ ΚΑΤΟΙΚΕΙΣ ΜΑΚΡΙΑ, ΣΤΑ ΜΕΡΗ ΤΗΣ ΔΩΔΩΝΗΣ, ΜΕ ΤΟΝ ΒΑΡΥ ΧΕΙΜΩΝΑ».
Ο Όμηρος προσεύχεται στον «Πελασγικό» Δωδωναίο Δία που κατοικεί μακριά (τηλόθι) στην δυσχείμερο Δωδώνη, γύρω από την οποία κατοικούν οι «πρωτόγονοι»Σελλοί που δεν πλένουν τα πόδια τους (ανιπτόποδες) και κοιμούνται χάμω στο χώμα.
ἀμφὶ δὲ Σελλοὶ
σοὶ ναίουσ᾽ ὑποφῆται ἀνιπτόποδες χαμαιεῦναι,
ἠμὲν δή ποτ᾽ ἐμὸν ἔπος ἔκλυες εὐξαμένοιο,
τίμησας μὲν ἐμέ, μέγα δ᾽ ἴψαο λαὸν Ἀχαιῶν,
ἠδ᾽ ἔτι καὶ νῦν μοι τόδ᾽ ἐπικρήηνον ἐέλδωρ·
αὐτὸς μὲν γὰρ ἐγὼ μενέω νηῶν ἐν ἀγῶνι,
ἀλλ᾽ ἕταρον πέμπω πολέσιν μετὰ Μυρμιδόνεσσι
μάρνασθαι· τῷ κῦδος ἅμα πρόες εὐρύοπα Ζεῦ,
θάρσυνον δέ οἱ ἦτορ ἐνὶ φρεσίν».
σοὶ ναίουσ᾽ ὑποφῆται ἀνιπτόποδες χαμαιεῦναι,
ἠμὲν δή ποτ᾽ ἐμὸν ἔπος ἔκλυες εὐξαμένοιο,
τίμησας μὲν ἐμέ, μέγα δ᾽ ἴψαο λαὸν Ἀχαιῶν,
ἠδ᾽ ἔτι καὶ νῦν μοι τόδ᾽ ἐπικρήηνον ἐέλδωρ·
αὐτὸς μὲν γὰρ ἐγὼ μενέω νηῶν ἐν ἀγῶνι,
ἀλλ᾽ ἕταρον πέμπω πολέσιν μετὰ Μυρμιδόνεσσι
μάρνασθαι· τῷ κῦδος ἅμα πρόες εὐρύοπα Ζεῦ,
θάρσυνον δέ οἱ ἦτορ ἐνὶ φρεσίν».
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: «Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΣ ΕΙΝΑΙ Η ΧΩΡΑ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΩΔΩΝΗ»
«ΕΚΕΙ ΚΑΤΟΙΚΟΥΝ ΟΙ ΣΕΛΛΟΙ, ΠΟΥ ΟΝΟΜΑΖΟΝΤΑΝ ΓΡΑΙΚΟΙ ΚΑΙ ΜΕΤΕΠΕΙΤΑ ΕΛΛΗΝΕΣ»
[Μετεωρολογικά, 352a,33-34]
«ἀλλ’ ὥσπερ ὁ καλούμενος ἐπὶ Δευκαλίωνος κατακλυσμός· καὶ γὰρ οὗτος περὶ τὸν Ἑλληνικὸν ἐγένετο τόπον μάλιστα, καὶ τούτου περὶ τὴν Ἑλλάδα τὴν ἀρχαίαν.
Αὕτη δ’ ἐστὶν ἡ περὶ Δωδώνην καὶ τὸν Ἀχελῷον·
Oὗτος γὰρ πολλαχοῦ τὸ ῥεῦμα μεταβέβληκεν·
ᾤκουν γὰρ οἱ Σελλοὶ ἐνταῦθα καὶ οἱ καλούμενοι τότε μὲν Γραικοὶ νῦν δ’ Ἕλληνες».-
ΖΗΝΩΝ ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.