Η ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΠΙΛΟΤΩΝ
ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑΣ «ΛΕΩΝΙΔΑΣ»
ΧΑΝΝΑ ΡΑΪΤΣ (1912 – 1979)
Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΓΥΝΑΙΚΑ - ΠΙΛΟΤΟΣ
Η Χάννα Ράιτς (Hanna Reitsch, 29 Μαρτίου 1912–24 Αυγούστου 1979)
ήταν Γερμανίδα αεροπόρος, πιλότος – δοκιμαστής της Γερμανικής
Πολεμικής Αεροπορίας (Λουφτβάφφε) και η μοναδική γυναίκα που
τιμήθηκε με τον Σιδηρούν Σταυρό Α΄ Τάξεως στον Β΄ Π.Π. Ήταν, επίσης, η πρώτη γυναίκα πιλότος που πέταξε δοκιμαστικά με
ελικόπτερο.
Η δημιουργία μιας μοίρας αυτοκτονίας ( Staffel ) προτάθηκε αρχικά από τον Όθωνα Σκορτσένυ και τον Χάγιο Χέρρμανν. Η πρόταση αυτή υποστηρίχθηκε από την πιλότο δοκιμών Χάννα Ράιτς.
Η ιδέα που προτάθηκε ήταν ότι η Γερμανία θα πρέπει να χρησιμοποιήσει εθελοντές πιλότους αυτοκτονίας, προκειμένου να ξεπεράσει τα αριθμητικά
πλεονεκτήματα των Αγγλοαμερικανών. Η ιδέα είχε τις ρίζες της στην γερμανική μυθολογία.
Στις 28 Φεβρουαρίου του 1944 η Χάννα Ράιτς παρουσίασε την ιδέα της
αυτοκτονίας στον Χίτλερ στο Μπερχτεσγκάντεν, η οποία: «θα απαιτούσε άνδρες που ήταν έτοιμοι να θυσιάσουν τον εαυτό τους, με την πεποίθηση ότι θα μπορούσε έτσι να σωθεί η πατρίδα τους».
Ο Χίτλερ ήταν απρόθυμος, πιστεύοντας ότι δεν ήταν σύμφωνη με τον γερμανικό χαρακτήρα και επιπλέον «εκτιμούσε ότι η κατάσταση του
πολέμου δεν ήταν τόσο κακή, για να απαιτήσει τέτοια ακραία μέτρα»,
αλλά τελικά συμφώνησε με το αίτημα της Ράιτς, να δημιουργήσει και να
εκπαιδεύσει μια μονάδα αυτοκτονίας, με την προϋπόθεση ότι δεν θα
πρέπει να εμπλακεί σε αγώνα χωρίς την έγκριση του.
Πάνω από 70 εθελοντές, κυρίως νεοσύλλεκτοι, δήλωσαν αμέσως συμμετοχή,
υπογράφοντας μία ατομική δήλωση που έγραφε: «Εγώ, ο Γερμανός
στρατιώτης, αποφασίζω εθελοντικά να εγγραφώ στην ομάδα αυτοκτονίας «Λεωνίδας» σαν τμήμα μιας ανθρώπινης βόμβας – αεροπλάνου.
Κατανοώ πλήρως ότι η ενέργεια αυτή θα επιφέρει τον δικό μου θάνατο».
Ο Γκύνθερ Κόρτεν, ο επικεφαλής του γενικού επιτελείου της Luftwaffe,
ανέθεσε να ασχοληθεί μ΄αυτό το ζήτημα ο διοικητής της KG 200.
To αεροπλάνο Φόκε – βουλφ Focke – Wulf Fw 190s που χρησιμοποιήθηκεe για «το σύνολο της δραστηριότητας».
Η «Μοίρα Λεωνίδας», επισήμως γνωστή ως 5 Staffel της
για να πετάξει το Fieseler Fi 103R (Reichenberg), το οποίο ήταν μια
επανδρωμένη έκδοση της ιπτάμενης βόμβας V-1, σε επιθέσεις στις οποίες ο
πιλότος ήταν πιθανό να σκοτωθεί.
Η βόμβα V-1 Reichenberg δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ στη μάχη, γιατί ο
Βέρνερ Μπάουμπαχ , ο διοικητής της KG 200, έπεισε τους ανωτέρους του
ότι είναι μία περιττή σπατάλη ζωής και πόρων.
Η Ράιτς το 1936 στο Βάσσερκουπε
Η νέα μονάδα, με την ονομασία «Μοίρα Λεωνίδας», έγινε μέρος
της KG 200.
Ονομάστηκε «Μοίρα Λεωνίδας» προς τιμή του βασιλιά της Σπάρτης ,
που το 480 π.Χ. αντιστάθηκε στην εισβολή του περσικού στρατού στην
τον τελευταίο άνδρα.
Το σχέδιο της πιλότου Ράιτς ήταν, χρησιμοποιώντας το αεροπλάνο Messerschmitt Me 328, ως αεροπλάνο αυτοκτονίας, να βουτήξει μ’ αυτό στη
θάλασσα, κάτω από τα πολεμικά πλοία και να εκραγεί , φέροντας μία
βόμβα 900 κιλών.
Στις 9 Ιουνίου του 1944, ο Καρλ Κόλλερ ανακοίνωσε ότι η «Μοίρα Λεωνίδας» της KG200, εξοπλισμένα με ειδικά αεροπλάνα Focke –
Wulf Fw 190s ήταν έτοιμη για «το σύνολο των δραστηριοτήτων». Κάθε
αεροσκάφος μετέφερε μία βαριά βόμβα, εξαιτίας της οποίας, τα ντεπόζιτα δεν θα μπορούσαν να φέρουν αρκετά καύσιμα για την πτήση της επιστροφής. Ο διοικητής της KG 200 Βέρνερ Μπάουμπαχ , πρότεινε να χρησιμοποιήσει
KG 200, υπό την διοίκηση του Αντισυνταγματάρχη Χάινερ Λάνγκε, από τις
17 Απριλίου μέχρι τις 20 Απριλίου 1945 έκανε «αποστολές αυτοκτονίας» (Selbstopfereinsätze), στις γέφυρες πάνω από τον ποταμό Όντερ .
Βέρνερ Μπάουμπαχ
Ο Βέρνερ Μπάουμπαχ, Werner Baumbach (27 Δεκεμβρίου του 1916 - 20 Οκτωβρίου, 1953) ήταν πιλότος βομβαρδιστικού στην γερμανική Λουφτβάφφε
κατά την διάρκεια του Β΄ Π.Π. και διοικητής της μυστικής αεροπορικής
μοίρας βομβαρδισμού Kampfgeschwader 200 (KG 200). Έλαβε τον Σταυρό
των Ιπποτών με φύλλα βελανιδιάς και ξιφών Ritterkreuz des Eisernen Kreuzes mit Eichenlaub und Schwertern ) για την καταστροφή πάνω από
300.000 κόρων της αγγλοαμερικανικής ναυτιλίας.
Μετά τον πόλεμο, ο Μπάουμπαχ πέρασε τρία χρόνια ως αιχμάλωτος πολέμου των αμερικανών, πριν μετακομίσει στην Αργεντινή, όπου εργάστηκε ως πιλότος δοκιμών. Σκοτώθηκε σε αεροπορικό δυστύχημα στις 20 του Οκτωβρίου 1953, την ώρα που αξιολογούσε ένα βρετανικό βομβαρδιστικό Λάνκαστερ.
Ενταφιάστηκε στη γενέτειρά του Cloppenburg.
Ο Μπάουμπαχ έγραψε απομνημονεύματα με τίτλο: «Aufstieg und Untergang derDeutschen Luftwaffe». (αγγλικός τίτλος: "Broken Swastika"), στα τέλη της δεκαετίας του 1940. Στο βιβλίο ομολογεί ότι συνεχίζει να πιστεύει στην
εθνικοσοσιαλιστική ιδεολογία.
Η ΧΑΝΝΑ ΡΑΪΤΣ
Η Χάννα Ράιτς γεννήθηκε στο Χίρσμπεργκ (Hirschberg) της Σιλεσίας στις
29 Μαρτίου 1912. Ο πατέρας της ήταν οφθαλμίατρος και είχε την δική του κλινική στο Χίρσμπεργκ, την οποία η νεαρή Χάνα, μαζί με τον αδελφό
της Κουρτ επισκεπτόταν σχεδόν καθημερινά. Έτσι, απέκτησε ενδιαφέρον
για την εργασία του πατέρα της, ο οποίος την ενθάρρυνε με κάθε τρόπο
να ακολουθήσει το δικό του επάγγελμα. Η νεαρή Χάνα αποφάσισε πράγματι
να ασχοληθεί με την Ιατρική, ένα είδος γιατρού - ιεραποστόλου, αλλά
ιπτάμενου ιεραποστόλου. Ο πατέρας της αρχικά δεν ήθελε κάτι τέτοιο, αλλά αποφάσισε να συμβιβαστεί με την κόρη του. Γι' αυτό και της υποσχέθηκε ότι, όταν ολοκλήρωνε τις δευτεροβάθμιες σπουδές της, θα της επέτρεπε να εγγραφεί στη σχολή ανεμοπορίας του Γκρουνάου (Grunau), μιας πόλης όχι μακριά από το Χίρσμπεργκ. Ήλπιζε ότι, δίνοντας αυτή την υπόσχεση, η κόρη του θα ξεχνούσε, τελικά, την επιθυμία της να μάθει να πετά. Έκανε λάθος. Η Χάνα, υπακούοντας στη θέληση των γονέων της εγγράφεται στην Σχολή Οικοκυρικών του Ρέντσμπουργκ (Rendsburg) στο κρατίδιο του Χόλσταϊν, από την οποία αποφοιτά το επόμενο έτος και ζητά από τον πατέρα της να εκπληρώσει την υπόσχεσή του. Φοιτώντας στην σχολή μαθαίνει αρχικά να πετά με ανεμόπτερα και στη συνέχεια εγγράφεται στην Ιατρική Σχολή στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου (1932).
Παράλληλα, όμως, δεν έχει καθόλου μειωθεί η επιθυμία της να πετά. Υποστηρίζοντας ότι το επάγγελμά της θα απαιτεί να μπορεί να πετά με μηχανοκίνητα αεροσκάφη, πείθει τους γονείς της να της επιτρέψουν να εγγραφεί στην σχολή ερασιτεχνών αεροπόρων, που διατηρούσαν τα Γερμανικά
Ταχυδρομεία στο προάστιο Στάακεν (Staaken) του Βερολίνου. Το 1933 ο
κατασκευαστής και πιλότος ανεμοπτέρων και υδροπλάνων Βολφ Χιρτ (Wolf Hirth) της προσφέρειμια θέση πιλότου ανεμοπτέρων με πλήρη απασχόληση.
Η Χάνα δέχεται χωρίς δισταγμό και εγκαταλείπει την Ιατρική.
Ο Χίτλερ απονέμει τον Σιδηρούν Σταυρό
στην Χάννα Ράιτς, Μάρτιος 1941.
Πολύ σύντομα γίνεται η καλύτερη πιλότος ανεμοπτέρων στη Γερμανία, κερδίζοντας το αργυρό έμβλημα C της Διεθνούς Αεροναυτικής Ομοσπονδίας (Fédération Aéronautique Internationale (FAI)) το 1934. Η απόκτηση αυτού του εμβλήματος αποδεικνύει ότι ένας πιλότος έχει επιτύχει ανύψωση του σκάφους
του κατά τουλάχιστον 1000 μέτρα, έχει πραγματοποιήσει πτήση διάρκειας
τουλάχιστον πέντε συνεχόμενων ωρών και έχει διανύσει ευθεία απόσταση
τουλάχιστον 50 χιλιομέτρων. Ο Χιρτ ήταν ο πρώτος πιλότος που απέκτησε
αυτό το έμβλημα το 1931. Το 1938 θα γίνει η πρώτη γυναίκα πιλότος
που διασχίζει τις Άλπεις με ανεμόπτερο.
Ήδη, όμως, το 1937 την έχει ανακαλύψει ο άσσος της Αεροπορίας Στρατηγός
Ερνστ Ούντετ (Ernst Udet), ένας από τους βασικούς αναδιοργανωτές της
Λουφτβάφφε και την καλεί, ως πιλότο, στο επίσημο πεδίο δοκιμών της Πολεμικής Αεροπορίας στο αεροδρόμιο Ρέχλιν - Λέρτς (Rechlin-Lärz) στην Πομερανία. Η Ράιτς θα είναι μια από τους πιλότους - δοκιμαστές στα προγράμματα ανάπτυξης των αεροσκαφών Junkers Ju 87 (γνωστού ως
αεροπλάνου «Στούκα» και του Ντορνιέ Do 17. Ήταν, επίσης, μια από τους ελάχιστους πιλότους και η μοναδική γυναίκα που πέταξε το πρωτότυπο του πρώτου πλήρως ελεγχόμενου Ελικοπτέρου «Focke-Achgelis Fa 61» της «Φόκε - Άνγκελις».
Η μεγάλη της δεξιοτεχνία στην πτήση οποιασδήποτε ιπτάμενης συσκευής, η επιθυμία της για δημοσιότητα αλλά και η φωτογένειά της της επέτρεψαν να γίνει μια από τους αστέρες της Γερμανικής προπαγανδιστικής
μηχανής. Η ίδια γράφει στο αυτοβιογραφικό της βιβλίο ότι δεν ενδιαφερόταν για την πολιτική, ήταν, ωστόσο, φανατική θαυμάστρια του Χίτλερ. Το 1938 ήταν η μόνη πιλότος που πραγματοποίησε νυκτερινές πτήσεις με το «Focke-Achgelis Fa 61» μέσα στην «Deutschlandhalle», όπου γινόταν η έκθεση μηχανοκίνησης του Βερολίνου (Berlin Motor Show).
Το 1939 ήταν αυτή που δοκίμαζε όλα τα πρωτότυπα που η Γερμανική αεροπορική βιομηχανία προσπαθούσε να κατασκευάσει για λογαριασμό της Λουφτβάφφε. Μεταξύ αυτών ήταν και το πυραυλοκίνητο Μέσσερσμιτ Me 163
και αρκετά μεγάλα βομβαρδιστικά, όπως το Μέσσερσμιτ Me 262. Σε μια δοκιμαστική πτήση με ένα ειδική παραλλαγή του βομβαρδιστικού αεροσκάφους Ντορνιέ Do 17, το οποίο ήταν εφοδιασμένο με μεγάλες λεπίδες στις πτέρυγες για να κόβει τα συρματόσχοινα που συγκρατούσαν τα αερόστατα των αεροπορικών φραγμάτων, τα συρματόσχοινα προκάλεσαν φθορές στους έλικες και, από τις προσκρούσεις, σχεδόν έχασε τη μία πτέρυγα. Παρόλα αυτά κατάφερε, με
εξαιρετική ψυχραιμία, να προσγειώσει σώα το σκάφος, ανάμεσα στα συρματόσχοινα.
Δοκίμασε, επίσης, και άλλους ανάλογους μηχανισμούς για την υπερκέραση αυτών των φραγμάτων. Αυτό το κατόρθωμα της απέφερε τον Σιδηρούν
Σταυρό Β΄ τάξεως και το δικαίωμα να φορά τα διάσημα του πιλότου της Πολεμικής Αεροπορίας. Η μικροκαμωμένη πιλότος (ήταν μόλις 1,58 και ζύγιζε μόνο 35 κιλά) ήταν αυτή που δοκίμασε το γιγαντιαίο ανεμόπτερο
Μέσσερσμιτ 321 Gigant, το οποίο είχε εκπέτασμα πτερύγων 54 μέτρων,
ύψος 9 μέτρων και ωφέλιμο φορτίο 18,2 τόνων. Χρειαζόταν προωθητικούς
πυραύλους για την απογείωση, ενώ τα χειριστήριά του απαιτούσαν σημαντική μυική δύναμη από τον πιλότο. Το σκάφος χρησιμοποιήθηκε σε
μεταφορικές επιχειρήσεις ανεφοδιασμού στην ΕΣΣΔ και στη Βόρεια Αφρική.
Το 1940 αυτή ήταν που σχεδίασε τις πτήσεις των ανεμοπτέρων, με τα οποία οι άνδρες του Γερμανικού Μηχανικού μεταφέρθηκαν στις υπερδομές του θεωρούμενου απόρθητου βελγικού οχυρού Έμπεν Εμαέλ και
αχρήστευσαν τα όργανα παρατήρησης και βολής των πυροβόλων του.
Όλα αυτά της απέφεραν την απονομή του βαθμού του Σμηναγού της Λουφτβάφφε και την απονομή του Σιδηρού Σταυρού Α΄ τάξεως από τον Χίτλερ τον Μάρτιο του 1941. Ήταν μία από τις δύο εν συνόλω γυναίκες που
τιμήθηκαν με αυτό το παράσημο κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η πέμπτη δοκιμή της με το Me 163 της στοίχισε την συντριβή του αεροσκάφους και ένα σοβαρό τραυματισμό, που την υποχρέωσε να παραμείνει επί πέντε μήνες στο νοσοκομείο. Ωστόσο, πριν καταρρεύσει, κατάφερε, ενώ αιμορραγούσε, να γράψει την αναφορά της μέσα
στο κόκπιτ του τσακισμένου αεροσκάφους, φοβούμενη ότι δεν θα
επιζούσε. Οι γιατροί, στο Νοσοκομείο που μεταφέρθηκε, είπαν ότι δεν θα επιζούσε, καθώς είχε υποστεί πολύ σοβαρά τραύματα στο κεφάλι.
Η Ράιτς όμως επέζησε και μετά την αποθεραπεία της, αν και υπέφερε από ζάλες και πονοκεφάλους, άρχισε να ασκείται αναρριχώμενη σε
στέγες και δένδρα, προκειμένου να επανακτήσει την αίσθηση της ισορροπίας. Τα κατάφερε και σύντομα επέστρεψε στη θέση της ως
πιλότου - δοκιμαστή.
Κατά την διάρκεια του Πολέμου η Ράιτς γνώρισε τον Στρατηγό της Λουφτβάφφε Ρόμπερτ Ρίττερ φον Γκράιμ, ο οποίος έγινε ο σύντροφος της
ζωής της. Φυσικά αυτό δεν την εμπόδισε να συνεχίσει τις δοκιμές με ιπτάμενες συσκευές, μεταξύ των οποίων και η «ιπτάμενη βόμβα» (βλήμα V-1), της
οποίας οι μη επανδρωμένες πτήσεις είχαν παρουσιάσει σοβαρά προβλήματα
σταθερότητας.
Στις επανδρωμένες παραλλαγές του βλήματος κανείς δοκιμαστής
πιλότος δεν είχε επιζήσει, καθώς όλα τα βλήματα συνετρίβησαν
στο έδαφος κατά την προσγείωση.
Η Ράιτς, έχοντας σημαντική εμπειρία στις προσγειώσεις με υψηλές ταχύτητες,
κατάφερε να προσγειωθεί ασφαλώς και να αναφέρει όσα είχε
παρατηρήσει κατά την πτήση, γεγονός που βελτίωσε σημαντικά τις πτήσεις
του βλήματος. Η ιστορία αυτή παρουσιάζεται δραματοποιημένη στην ταινία
«Επιχείρηση Σταυρωτό Βέλος» (Operation Crossbow).
Η πτήση στο πολιορκημένο Βερολίνο
Ένα «Fieseler Fi 156 Storch» παρόμοιο με αυτό που προσγείωσε η
Χάννα Ράιτς στο Τίεργκαρτεν κοντά στην Πύλη του Βρανδεμβούργου κατά την Μάχη του Βερολίνου.
Αυτή ήταν η πιο επικίνδυνη αποστολή της Ράιτς σε ολόκληρη την σταδιοδρομία της. Τον Απρίλιο του 1945 ο Χίτλερ απέπεμψε τον Χέρμαν Γκέρινγκ από την Λουφτβάφφε και κάλεσε τον σύντροφο της Χάννα, τον φον Γκράιμ, ο οποίος διοικούσε τον 6ο Αεροπορικό Στόλο με έδρα το Μόναχο στο
καταφύγιό του στο Βερολίνο, με σκοπό να του αναθέσει την αρχηγία της Πολεμικής Αεροπορίας. Όμως, το Βερολίνο είναι στενά πολιορκημένο από
τους Σοβιετικούς, βομβαρδίζεται συνεχώς από ξηράς και αέρος, ενώ σκληρές μάχες διεξάγονται σε όλα του τα σημεία. Ο μόνος τρόπος να μεταβεί εκεί ο Γκράιμ είναι με αεροσκάφος, το οποίο, όμως, δεν μπορεί να προσγειωθεί σε κανένα αεροδρόμιο μέσα στην πόλη, αφού όλα είναι είτε κατειλημμένα είτε κατεστραμμένα. Ένα αεροσκάφος τους μεταφέρει στο Γκάτοβ (Gatow),
αεροδρόμιο στα περίχωρα του Βερολίνου. Από εκεί η Ράιτς αναλαμβάνει
να μεταφέρει τον σύντροφό της στον Χίτλερ. Επιβιβάζονται σε ένα μικρό
Fieseler Fi 156 Storch (το αναγνωριστικό αεροσκάφος της Λουφτβάφφε) και κατά την κάθοδό τους ανάμεσα σε χιλιάδες βλήματα, ένα βρίσκει το αεροσκάφος και τραυματίζει σοβαρά τον Γκράιμ στο πόδι. Η Ράιτς διατηρεί απόλυτα την ψυχραιμία της και τον έλεγχο του αεροσκάφους, το οποίο κατορθώνει να προσγειώσει στο Τιργκάρτεν. Από εκεί μεταφέρει τον τραυματισμένο
Γκράιμ στο Καταφύγιο, φυσικά ακολουθώντας τον. Εκεί βασικό της μέλημα είναι η φροντίδα του Γκράιμ. Την ατμόσφαιρα του Καταφυγίου καταγράφει στο αυτοβιογραφικό βιβλίο της. Ο Χίτλερ πράγματι αναθέτει την Αρχηγία της Αεροπορίας στον Γκράιμ, τον ονομάζει Στρατάρχη και του δίνει συγκεκριμένες εντολές. Την αποστολή εξόδου από το Βερολίνο αναλαμβάνει και πάλι η Ράιτς, η οποία θέλει να παραμείνει με τον Φύρερ της, ωστόσο αυτός της δίνει
εντολή να φύγει με τον Γκράιμ. Δεν υπάρχει, όμως, διαθέσιμο αεροσκάφος, καθώς το Φίζελερ έχει καταστραφεί. Με πολύ μεγάλη δυσκολία, η Λουφτβάφφε φέρνει ένα εκπαιδευτικό αεροσκάφος Άραντο 96 στο Βερολίνο και η Ράιτς καταφέρνει να το απογειώσει, στις 28 Απριλίου, από ένα κατεστραμμένο οδόστρωμα, ενώ βλήματα εκρήγνυνται γύρω της. Φθάνοντας στον προορισμό
τους μαθαίνουν ότι ο Χίτλερ αυτοκτόνησε στο Καταφύγιό του (30 Απριλίου). Ο Γκράιμ συλλαμβάνεται από τις Συμμαχικές δυνάμεις και αυτοκτονεί στις 24 Μαίου.
Η Χάννα Ράιτς μετά τον πόλεμο
Την ίδια τύχη, της σύλληψης από τις αγγλοαμερικανικές δυνάμεις, έχει και η Ράιτς. Αντιμετωπίζει το ίδιο δίλημμα με τον Γκράιμ, αυτό της αυτοκτονίας, το οποίο τελικά ξεπερνά. Οι Αμερικανοί την ανακρίνουν στο ανακριτικό κέντρο του Ομπερούρσελ (Oberursel) και την χαρακτηρίζουν «υστερική». Οι Αμερικανοί την κρατούν φυλακή συνολικά 18 μήνες, κατά τη διάρκεια των οποίων επανειλημμένα της προτείνεται η μετάβαση στις ΗΠΑ μαζί με την ομάδα επιστημόνων του Βέρνερ φον Μπράουν. Η Ράιτς έχει, ωστόσο, αποφασίσει να μην εγκαταλείψει την κατεστραμμένη πατρίδα της και, όταν απελευθερώθηκε, τον Νοέμβριο του 1946, εγκαταστάθηκε στην Φραγκφούρτη.
Αρχικά οι πτήσεις ήταν απαγορευμένες για όλους τους Γερμανούς πιλότους, αλλά όταν επιτράπηκε η χρήση ανεμοπτέρων ξανάρχισε να πετά, με τη συνδρομή γυναικείων οργανώσεων άλλων χωρών, δίνει διαλέξεις, συνεντεύξεις σε εφημερίδες και γράφει άρθρα. Το 1951 εκδίδει το αυτοβιογραφικό της βιβλίο «Το να πετώ είναι η ζωή μου» («Fliegen, Meine Liebe»).
Το 1961 την υποδέχτηκε με τιμές στο Λευκό Οίκο ο Πρόεδρος των
ΗΠΑ Τζων Κένεντυ. Παρεμπιπτόντως η οικογένεια Κένεντυ ήταν τελείως αντίθετη στην είσοδο των ΗΠΑ στον πόλεμο.
Το 1962 εγκαθίσταται στην Γκάνα, όπου ιδρύει σχολή ανεμοπορίας και παραμένει μέχρι το 1966.
Το 1976 καταρρίπτει, στις ΗΠΑ, το παγκόσμιο ρεκόρ πτήσης με ανεμόπτερο, διασχίζοντας 702 χιλιόμετρα και το 1979 το καταρρίπτει εκ νέου, διασχίζοντας τα Απαλάχια Όρη και διανύοντας 802 χιλιόμετρα.
Επιστρέφει στην Φρανκφούρτη, όπου πεθαίνει στις 24 Αυγούστου 1979 με
αιτία θανάτου «καρδιακή προσβολή», σε ηλικία 67 ετών.
Η τελευταία συνέντευξη της Ράιτς
Η Ράιτς, προς το τέλος της ζωής της, έδωσε πολλές συνεντεύξεις και φωτογραφήθηκε αρκετές φορές στην δεκαετία του 1970, από τον αμερικανό
δημοσιογράφο Ρον Λάυτνερ. Σε μια τελευταία συνέντευξη δήλωσε:
«Αυτοί, που κυβερνούν σήμερα την Γερμανία, τι είναι; Μια μαφία Τραπεζιτών και Βιομηχάνων αυτοκινήτων. Ακόμη και ο ένδοξος
γερμανικός στρατός κατάντησε ένας στρατός δειλών, μαλθακών και
γενειοφόρων στρατιωτών. Δεν ντρέπομαι να πω ότι πιστεύω και
σήμερα στον εθνικοσοσιαλισμό. Εξακολουθώ να φορώ με υπερηφάνεια
τον Σιδηρούν Σταυρό με διαμάντια, που μου έδωσε ο Χίτλερ.
Πολλοί Γερμανοί σήμερα τους έπεισαν να αισθάνονται ένοχοι για τον πόλεμο. Δεν ομολογούν όμως ότι η πραγματική ενοχή μας, που
μοιραζόμαστε όλοι, είναι γιατί χάσαμε τον πόλεμο».
Ο θάνατος της Ράιτς
Η Ράιτς πέθανε στη Φρανκφούρτη σε ηλικία 67 ετών, στις 24 Αυγούστου 1979, από καρδιακή προσβολή. Ποτέ δεν είχε παντρευτεί.
Ο Έρικ Μπράουν, βρετανός πιλότος του Βασιλικού ναυτικού, έλαβε μία επιστολή, από την Χάννα Ράιτς, στις αρχές Αυγούστου 1979.
Η Χάννα Ράιτς και ο Έρικ Μπράουν είχαν γνωριστεί και τους συνέδεε μία κοινή αγάπη για τα αεροπλάνα και τον κίνδυνο, αλλά ούτε ο Έρικ ούτε
κανείς άλλος, εκτός Γερμανίας, είχαν καταλάβει την πραγματικά παθιασμένη
αγάπη της Ράιτς για την Πατρίδα της, την Γερμανία.
Η επιστολή αυτή ήταν σύντομη και τελείωνε με τις λέξεις:
«Ότι ξεκίνησε στο καταφύγιο, εκεί θα τελειώσει».
Αυτές οι λέξεις (γραμμένες στα γερμανικά), προβλημάτισαν τον Έρικ
και μόνο η είδηση του θανάτου της, στη Φρανκφούρτη στις 24 Αυγούστου 1979, έδωσε στον Έρικ μία πιθανή απάντηση σε αυτό το μυστήριο.
Ο Έρικ Μπράουν απέστειλε την επιστολή της Χάννα στον αδελφό της
Κουρτ, τον οποίο ο Έρικ γνώριζε καλά γιατί υπηρετούσε στον μεταπολεμικό γερμανικό ναυτικό, αλλά δεν έλαβε καμία απάντηση.
Ο Έρικ διερωτήθηκε μήπως ο θάνατος της Χάννα είναι αυτοκτονία, προς τιμή της συμφωνίας που είχε κάνει με τον σύντροφό της φον Γκράιμ,
πολλά χρόνια μετά την αυτοκτονία εκείνου.
Ήταν γνωστό ότι ο Χίτλερ έδωσε στην Χάννα και στον φον Γκράιμ από ένα χάπι κυανίου στις 28 Απριλίου 1945. Η Χάννα πάντα θεωρούσε ότι
η ίδια και ο φον Γκράιμ είχαν κάνει μία δεσμευτική συμφωνία για να
αυτοκτονήσουν, ο ένας μετά τον άλλο, αλλά με μια ενδιάμεση περίοδο, για να
αποτρέψουν τις φήμες μιας ερωτικής σχέσης μεταξύ τους. Ο φον Γκράιμ
αυτοκτόνησε με το χάπι του στις 24 Μαΐου, ενώ ήταν υπό κράτηση από
τους αμερικανούς, στο νοσοκομείο στο Σάλτσμπουργκ.
Είναι γνωστό ότι η Χάννα Ράιτς, είχε καταφέρει να διατηρήσει το χάπι κυανίου, που της έδωσε ο Χίτλερ, όλα αυτά τα χρόνια. Δεν έγινε
καμία μεταθανάτια νεκροψία για να βρεθούν τα αίτια θανάτου της.-
ΖΗΝΩΝ ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ
ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΣΤΗΝ ΧΑΝΝΑ ΡΑΙΤΣ ΑΘΑΝΑΤΗ
ΑπάντησηΔιαγραφήΕΘΝΙΚΟΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ