Αλέξανδρος Βέλιος, 1953-2016.
Ο Αλέξανδρος Βέλιος γεννήθηκε στην Αθήνα το
1953. Άνθρωπος βαθύτατης και εκτενέστατης παιδείας,
σπούδασε φιλοσοφία στην Γαλλία, αν και ο πολύς κόσμος τον γνώριζε ως
δημοσιογράφο, κυρίως από τις προκλήσεις του στα κακώς κείμενα λαού και
αρχόντων, στην προσπάθειά του να καταδείξει την άρνησή τους να δουν τα μούτρα
τους μπροστά στον καθρέφτη.
Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία και τη συγγραφή. Διετέλεσε διευθυντής σε ραδιοφωνικούς σταθμούς (Κανάλι 1 και Κανάλι 15) και πολιτικός σχολιαστής σε τηλεοπτικούς σταθμούς. Επίσης ήταν υπεύθυνος σειράς δοκιμίων στις εκδόσεις Ροές/Printa.
Έφυγε από τη ζωή στις 4 Σεπτεμβρίου 2016 σε ηλικία 63 ετών. Κατέφυγε στη λύση της "μη υποβοηθούμενης ευθανασίας" καθώς υπέφερε από καρκίνο.
Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία και τη συγγραφή. Διετέλεσε διευθυντής σε ραδιοφωνικούς σταθμούς (Κανάλι 1 και Κανάλι 15) και πολιτικός σχολιαστής σε τηλεοπτικούς σταθμούς. Επίσης ήταν υπεύθυνος σειράς δοκιμίων στις εκδόσεις Ροές/Printa.
Έφυγε από τη ζωή στις 4 Σεπτεμβρίου 2016 σε ηλικία 63 ετών. Κατέφυγε στη λύση της "μη υποβοηθούμενης ευθανασίας" καθώς υπέφερε από καρκίνο.
Τελευταίο
του πόνημα ένα λιτό ποιητικό έργο με
τίτλο: «Η ΟΔΥΣΣΕΙΑ» του
Αλέξανδρου Βέλιου – Ένα ποιητικό δοκίμιο για την σημερινή κρίση, εκδόσεις Αιγόκερως, Αθήνα 2016.
O τραπεζικός Παναγιώτης Γεννηματάς, τέως
αντιπρόεδρος στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, στο επίμετρο του βιβλίου γράφει:
«O Αλέξανδρος
Βέλιος, μετά από μια μακρά πορεία σκληρής έως και κυνικής δημοσιογραφικής
ανάλυσης των πολιτικών και κοινωνικών αδιεξόδων της πρόσφατης ελληνικής
πραγματικότητας, υπέκυψε και αυτός στην ανάγκη μιας διαφορετικής έκφρασης των
στομωμένων αισθημάτων.
Μιας έκφρασης μορφολογικά ποιητικής.
Διάλεξε όμως ένα ιδιόμορφο εκφραστικό μονοπάτι για να
ολοκληρώσει την έκφραση της απογοήτευσης, της
κριτικής οργής, της βιωματικής τρικυμίας που η σημερινή ελληνική πραγματικότητα προκαλεί στις ευαίσθητες ψυχές.
Ο τρόπος του είναι
ποίηση.
Είναι όμως ένα πρωτότυπος και τολμηρός ποιητικός τρόπος.
Ο Βέλιος διαβάζει και
μεταγράφει ποιητικά την αβίωτη σημερινή πραγματικότητα της χώρας μας με τη
μορφή ενός lamento, ενός ελεγειακού πεζοτράγουδου απογοήτευσης και διαμαρτυρίας
που αγγίζει τα κράσπεδα της ποιητικής έκφρασης ενός Ezra Pound και ενός T.S.
Eliot.
Ανακυκλώνοντας μάλιστα με παρόμοια προς τη δική τους
τόλμη όλες τις δυνατότητες της ελληνικής γλώσσας, από τις ομηρικές καταβολές
της μέχρι τη λαϊκότερη σημερινή συμβατική πεζότητα, εμπλουτισμένη με
ευρωγλωσσικές προεκτάσεις που αντιστοιχούν στη σύγχρονη μειξοπολιτισμική
πραγματικότητα ενός παρακμιακού ευρωπαϊκού momentum.
Η Οδύσσεια του Βέλιου αξίζει να διαβαστεί σαν μια τολμηρή
απόπειρα διάνοιξης ενός νέου για την ελληνική ποίηση εκφραστικού τρόπου».
Μια επιλογή από λέξεις και φράσεις-κλειδιά στην «ΟΔΥΣΣΕΙΑ» αρκεί για να αντιληφθούμε τι βλέπει η Αλίκη (Ελλάδα) όταν αποφασίσει να δει το πρόσωπό της στον καθρέφτη:
«Μία πατρίδα-σκιάχτρο περιφέρετε, επιδειξίες μιας περιπαθούς αρετής… παίρνουμε των ομματιών μας απ’ αυτόν τον τόπο όπου περσεύουν τα σκυλιά και τα ερπετά (α΄),
κύμβαλα αλαλάζοντα – μιλούν τη γλώσσα σου κι όμως δεν τους καταλαβαίνεις, σημαιοφόροι ευκαιρίας, θεσμικοί λακέδες, κακομήχανοι αχθοφόροι του τίποτε σας έχω δει στους απόπατους της ενημέρωσης (β΄),
διαγκωνιζόμενους σ’ ένα θέατρο σκιών με σκισμένο πανί (γ΄),
οι κατά φαντασίαν αχθοφόροι του Γένους (δ΄),
- εμείς αδερφέ μου δεν ήμασταν ούτε θύτες ούτε θύματα, επιβιώναμε απλώς - (ε΄),
αλήθειες ποτέ δεν αντέχατε, τι περιμένετε άραγε έτσι ξεγυμνωμένοι από παρελθόν και μέλλον; (ζ΄),
κύνες είστε, κοπρόσκυλα (η΄),
πλασιέδες ιδανικών! μεταπράτες ελπίδων! εργολάβοι κενών αξιών! (θ΄),
λαός; λαός τούτο το συνονθύλευμα νεκύων (νεκρών); παράδοξη αγέλη, χώρια τρώνε μαζί αποπατούν (ι΄),
ποτέ μου δεν συντάχθηκα μ’ εσάς τους χορτασμένους κι όταν κάθομαι στο τραπέζι σας δεν τρώμε απ’ το ίδιο φαγητό (κ΄),
όταν χάνεις την πίστη που θρέφει όλους τους άλλους είσαι δημόσιος κίνδυνος στα μάτια όλων αυτών που συντηρούν τις βεβαιότητές τους με κονσέρβες σκυλιών (λ΄),
αλλά κι εσένα παραφουσκωμένε γυμνέ βασιλιά του εδώ και τώρα δεν θα υπάρχει κανείς ούτε για να σε κράξει, che tu sei ombra ed omba vedi, γιατί ίσκιος είσαι και ίσκιο βλέπεις (μ΄),
το άδικο τρώει απ’ το δικό σου πιάτο στο τραπέζι, φοράει κοστούμι αμπέχωνο τραγιάσκα φούστα μπλούζα τήβεννο ράσο στολή εκστρατείας, κρατάει κασμά μαχαίρι tablet το ευαγγέλιο το παλτό του στο χέρι (ν΄),
στυγνοί εργολάβοι, πεταλωτές μιας ιστορίας που αποσιωπά το γεγονός ότι τα πάντα γίνονται για το συμφέρον το γούστο το βίτσιο των αειπάρθενων σταυρωτών και θεριστών (ξ΄),
ύστερα περνά το σκουπιδιάρικο της Ιστορίας (ο΄),
απ’ τους ανθρώπους τίποτα δεν απομένει, χρονολογίες, αγάλματα, μνημεία, τάφοι, σκουλήκια κι επιγράμματα (π΄),
μιλάω – γιατί δεν ακούτε; ακούω – γιατί δεν μιλάτε; (ρ΄),
μια λέξη σας περιμένω, ελάτε, μια λέξη μόνο, ως πότε θα σιωπάτε; (σ΄),
βαρέθηκα να μετρώ πεθαμένους, ω εσείς σεσηπότα βατράχια του έλους των καναλιών, άξιος ο μισθός σας (τ΄),
σαράντα χρόνια και σαράντα μέρες σπούδαζα την έρημο μέσα μου και πάλι όμως κατέληξα στον τόπο που μου είχε εξαρχής οριστεί, έναν τόπο που δεν αναγνωρίζω (υ΄),
η μνήμη μου είναι στάχτη (φ΄),
πώς να πορευτούμε τώρα σ’ έναν κόσμο που δεν θέλει να έχει παρελθόν, πώς ν’ αντιμετωπίσουμε τη βαρυστομαχιά που μας προκαλεί το μέλλον; (χ΄),
είναι ταξίδι χωρίς προορισμό (ψ΄)
σε μια πατρίδα που ποτέ δεν γνώρισα. Κι όμως υπάρχει, υπάρχει, ας μη χωράει στο χάρτη, ναιετάω δ’ Ιθάκην. Αυτή ειν’ η πατρίδα μου che mai da me non fia diviso, που δεν θα χωριστεί ποτέ από μένα, ποτέ (ω΄)».
ΖΗΝΩΝ ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια που δεν συνάδουν με το περιεχόμενο της ανάρτησης, όπως και σχόλια υβριστικά προς τους αρθρογράφους, προσβλητικά σχόλια προς άλλους αναγνώστες σχολιαστές και λεκτικές επιθέσεις προς το ιστολόγιο θα διαγράφονται.